Αν και νομίζω έχουν ξανασυζητηθεί τα θέματα αυτά και είχα τοποθετηθεί, το ξαναφούντωμα της συζήτησης που αγγίζει ιδιαίτερες χορδές της ψυχής μου (λειτουργική, ποιμαντική, νεότητα, παιδιά, γλώσσα) δε μου επέτρεψε να μείνω άλλο αμέτοχος.
Κατανοώντας το μέγεθος του προβλήματος αδυνατώ να τοποθετηθώ αναφανδόν υπέρ κάποιας συγκεκριμένης λύσης. Πραγματικά αν είχα την ευθύνη για το θέμα αυτό θα ένιωθα ότι βρίσκομαι μπροστά σε ένα τεράστιο θέμα που πρέπει να το δούμε από ΟΛΕΣ τις πλευρές του, ώσπου με προσευχή και σκέψη να καταλήξουμε στην καλύτερη ποιμαντικά λύση (γιατί το θέμα είναι κυρίως ποιμαντικό, αν και έχει θεολογικές και γλωσσικές προεκτάσει-συνέπειες).
Όμως θέλω να σχολιάσω κάποια στοιχεία των προηγουμένων τοποθετήσεων.
α) Μέλη του φόρουμ που γνωρίζουν σε βάθος την ελληνική γλώσσα σε όλες τις μορφές της και φαίνεται ότι την αγαπούν πάρα πολύ και μας διδάσκουν με τον τρόπο που γράφουν (ορθά και όμορφα), -κάποιοι από αυτούς συνειδητά μάλιστα χρησιμοποιοιούν άψογα τη δημοτική με πολυτονικό
είναι αρκετά μετριοπαθείς στις τοποθετήσεις τους.
β) Θλίβομαι πολύ όταν συνειδητοποιώ και επιβεβαιώνω το ρητό που μου έχει πει -ως απόσταγμα της εμειρίας του- γνωστός μου επίσκοπος: "οι χριστιανοί είναι οι πιο σκληροί άνθρωποι". Την άποψη ότι τα λειτουργικά κείμενα ΔΕΝ πρέπει να μεταφραστούν γιατί τα αναμενόμενα πλεονεκτήματα θα είναι λιγότερα από τα μειονεκτήματα και σε βάθος χρόνου η ζημία μεγαλύτερη, την ακούω με σεβασμό και σε αρκετά σημεία συμμερίζομαι τον προβληματισμό αυτό.
Το να ακούω όμως αδελφούς χριστιανούς να μιλούν με υπεροψία, σκληρότητα και αδιαφορία -ενίοτε και με καταδικαστικό λόγο- για τους ουσιαστικά εκτός Εκκλησίας το βρίσκω πολύ θλιβερό.
Μου θυμίζουν λίγο του "σε ευχαριστώ Θεέ μου που είμαι καλός, και όχι όπως τούτος ο τελώνης".
Μου θυμίζουν επίσης κάποιους νέους που έχοντας μεγαλώσει με όλες τις ανέσεις, στις καλύτερες γειτονιές, πηγαίνοντας στα καλύτερα φροντιστήρια, παίρνοντας έτοιμα όλα τα εφόδια και μπαίνοντας σε μια καλή θέση, χωρίς να έχουν νιώσει στο πετσί τους την κοινωνική πίεση και απαξίωση, φτώχεια, ανέχεια, κοινωνικά προβλήματα, κατηγορούν ως ανάξιους, τεμπέληδες, κ…παιδα τους συνομήλικούς τους που δε μοιράζονται μαζί τους τις επιτυχίες, αλλά παλεύουν στα όρια της παραβατικότητας στο περιθώριο της κοινωνίας, προβάλλοντας το ανόητο επιχείρημα: «γιατί, εγώ πώς τα κατάφερα;»
Μου θύμισαν τους εργάτες που παραπονέθηκαν που οι συνάδελφοί τους πληρώθηκαν τα ίδια από τον κοινό Κύριο, παρόλο που εργάστηκαν μόνο μία ώρα.
Το επιχείρημα ότι δεν αλλάζει ο άνθρωπος από τα λόγια και τη γλώσσα, αλλά από τη χάρη του Θεού που επιδρά στην ψυχή του είναι παντελώς άστοχο. Θα ήταν πολύ χρήσιμο αν από την άλλη κάποιοι διατείνονταν ότι όλα τα προβλήματα της Εκκλησίας είναι τα γλωσσικά ή ότι μόλις μεταφραστούν τα κείμενα «θα γεμίσουν οι ναοί» καταργώντας την πλευρά της ενεργού χάριτος του Θεού. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχω δει από πουθενά.
Δηλαδή, επειδή υπάρχει η χάρις του Θεού, δεν έχουμε υποχρέωση να κηρύξουμε, να διαδώσουμε το μήνυμα του ευαγγελίου σε όλους τους ανθρώπους; Ο Χριστός μας τίμησε τόσο που μας κάνει συνεργούς του –απαραίτητους- στο έργο του ευαγγελισμού του κόσμου –σάμπως δε θα μπορούσε να το κάνει με άλλο τρόπο χωρίς να «χρειάζεται» εμάς;
Χωρίς, λοιπόν, να βγάζουμε από το κέντρο την χάρη του Θεού, που αυτή ενεργεί την προσωπική σωτηρία του καθενός, έχουμε υποχρέωση να αγωνιζόμαστε να κάνουμε ό,τι καλύτερο περνάει από το χέρι μας προς οικοδομή πνευματική των αδελφών μας των εντός και εκτός εκκλησίας (με την τυπική αλλά και ουσιαστική σημασία).
Εμείς που «γνωρίζουμε» έχουμε μεγάλη ευθύνη απέναντι σε αυτούς που δε γνωρίζουν.