Σχεδόν πριν 15 χρόνια μου δημιουργήθηκε η απορία, γιατί αυτή η δοξολογία ονομάζεται πλαγίου τετάρτου χρωματικού. Ὀπως γνωρίζετε, ο ήχος καθορίζεται, όχι από το τονικό ύψος της βάσης, αλλά από τα διαστήματα, αυτά πάλι καθορίζονται από τις μαρτυρίες. Στην εισαγωγή που ευγενικά παρέθεσε ο Firfiris φαίνεται καθαρά αυτό: η μαρτυρία λέει «ψάλλουμε εκ του νη ως εκ του πα του πλ. β΄».
Έχουμε δηλαδή μία περίπτωση κατά την οποία δεν πρέπει να μας παρασύρει το όνομα του ήχου. Κατά παρόμοιο τρόπο, το όνομα δεν μας παρασύρει στα λεγόμενα «επείσακτα μέλη»: το παλατινό μέλος (Κατεπλάγη Ιωσήφ) λέγεται ότι είναι τέταρτος ενώ είναι πλάγιος β΄, το αυτόμελο Τον τάφον Σου Σωτήρ λέγεται πρώτος, ενώ είναι δεύτερος κ.ο.κ. (Δεν είναι προφανώς ίδια περίπτωση, εκεί λόγοι ιστορικοί κι όχι μουσικο-θεωρητικοί όρισαν τη μεταβολή του ήχου. Θα μπορούσα να σκεφτώ όμως κι άλλα παραδείγματα, αλλά ο νους μου πάει κατ’ ευθείαν στο τρισάγιο και Δύναμις του Στανίτσα που είναι σε ήχο τρίτο, ενώ λέγεται ότι είναι σε τέταρτο. Αλλά γι’ αυτό ίσως υπάρχουν από κάποιους θεωρητικές ενστάσεις, εγώ μένω στο άκουσμα και την θεωρία του ήχου).
Η (απαράμιλλη) δοξολογία του Κοσμά εκ Μαδύτων (μακάρι να την είχε κάποιος σε εκτέλεση από τους Δανιηλαίους), είναι εξ ολοκλήρου γραμμένη σε πλ. β΄ και με το εξ ολοκλήρου εννοώ ότι το έντονο διατονικό της χρώμα είναι απόλυτα ενταγμένο στην συμπεριφορά του πλαγίου β΄, δεν πρόκειται δηλαδή για έναν ανοίκειο χρωματισμό. Για να καταλάβουμε τι εννοώ αρκεί να συγκρίνετε με την άλλη αργή δοξολογία σε πλ. δ΄ χρωματικό, γραμμένη από τον Γρηγόριο Πρωτοψάλτη (βλ. αργές δοξολογίες στον Όρθρο του Καραμάνη). Εκεί θα προσέξετε ότι περίπου το μισό κάθε στίχου είναι γραμμένο σε χρωματικο γένος (σκληρό ή μαλακό), αλλά το υπόλοιπο καταλήγει σε αμιγή πλάγιο τέταρτο. Στην δοξολογία του Κοσμά δεν υπάρχει ούτε μία στιγμή πλαγίου τετάρτου. Το έντονο διατονικό μέλος που υπάρχει (και δίνει όλη την ομορφιά, καθώς γλυκαίνει το οξύ χρωματικό βάδισμα του β τετραχόρδου που καταλήγει στον άνω πα) είναι ήχου α΄ (ή πλαγίου α΄, αν προτιμάτε) και μάλιστα εκείνου του πλαγίου α’ που είθισται να χρωματίζει τον πλ. β΄. Το λέω αυτό για να τονίσω ότι δεν υπάρχει κάτι το θεωρητικά τόσο ανοίκειο στη δοξολογία αυτή, ώστε να πρέπει να της αλλάξουμε γένος και να την ονομάσουμε διατονική. (Σημειώστε την απίστευτη ομοιότητα των θέσεών της με το Άξιον εστί του ανωνύμου σε ήχο πάλι πλάγιο του δ΄ χρωματικό. Θα έλεγε κανείς ότι το ένα γράφτηκε «επί τη βάσει» του άλλου).
Με όλα αυτά θέλω να πω μόνο ότι η δοξολογία αυτή δεν έχει ουσιαστική σχέση με τον πλάγιο του τετάρτου (και φυσικά δεν θέλω να πω ότι ο συνάδελφος έκανε κακή επιλογή ήχου, ίσα ίσα που θα λαμπρύνει μια μεγάλη γιορτή με μια πολύ σπουδαία δοξολογία).
Ένα ερώτημα παραμένει σε μένα και δεν ξέρω να το απαντήσω (έγιναν κάποιες νύξεις από κάποιους φίλους).
Η δοξολογία ονομάστηκε πλ.δ΄ χρωματικός επειδή έχει ως βάση το Νη ή επειδή περιγράφεται με αυτόν τον τρόπο το έντονα διατονικό χρώμα της; Ἠ και για τους δύο λόγους;