Με αφορμή πρόσφατες συζητήσεις επαναφέρω αυτό το σημαντικό θέμα στην επικαιρότητα. Ορίστε μια μικρή ομοβροντία ερωτήσεων (επαναλαμβάνοντας μάλλον κάποιες) για προβληματισμό:
Ποιό το νόημα της κριτικής στην τέχνη και ιδιαίτερα στην ψαλμωδία;
Ποιός είναι αρμόδιος να κρίνει την ψαλμωδία;
Με ποιά υποκειμενικά/αντικειμενικά κριτήρια κρίνεται η ψαλμωδία; Συμφωνείτε/διαφωνείτε με τις απαντήσεις ώς τώρα;
Θα έπρεπε να γίνεται αρνητική κριτική στους ιεροψάλτες ή απλά να "αλλάζει κανάλι" κάποιος σε ότι είναι στραβό κατά τη γνώμη του;
Κάθε αρνητική κριτική είναι κακοπροαίρετη; Αν όχι, πώς διακρίνεται η κακοπροαίρετη αρνητική κριτική από την καλοπροαίρετη;
Πώς πρέπει να δέχεται ο ψάλτης την κριτική που του γίνεται (θετική ή αρνητική);
Πρέπει να αναζητάει ο ψάλτης την κριτική; Αν ναί, από ποιόν/ούς και γιατί;
Διαφέρει η κριτική της ψαλτικής από την κριτική οποιασδήποτε άλλης τέχνης; Αν ναι, πώς;
Ευχαριστώ.
Τὸ θέμα που ἀνοίξατε δεν ἔχει κάποια ἄμεσο σχέση μὲ τὴν μουσική, ἀλλὰ ὅπως βλέπω ἅπτεται τῆς ἠθικῆς, τῆς καλῆς συμπεριφορᾶς καὶ πρὸ παντὸς τῆς δεοντολογίας.
Γι αὐτὸ ἐξ ἅλλου ἐπιχείρῳ να συμμετάσχω, διότι ἂν ἦτο θέμα καποίας μουσικῆς λεπτομερείας, μὲ μεγάλη μου χαρὰ βλέπω στο forum μεγάλα ὀνόματα καὶ συναδέλφους πλήρως κατηρτισμένους τοὺς ὁποίους τιμῶ , που ὁ ἐλάχιστος ἐγὼ δεν θὰ εἴχα να προσθέσω κάτι τὸ πλέον ἀξιόλογον.
Ὅμως τὸ να κρίνουμε, ἐφ’ὅσον διαθέτουμε τὰ ἐχέγγυα εἶναι πρᾶγμα ὄχι μόνο ὀρθό, ἀλλὰ καὶ ἐπιθυμητό. Εἶναι ὀρθὸ διότι αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἐκτελεὶ ἣ γραφεῖ κάτι τὸ παρουσιάζει δημόσια καὶ ὄχι ἐν κρυπτῷ, τὴν πράξῃ του αὐτὴ οἱ ἀναγιγνώσκοντες ἣ οἱ ἀκούοντες ἔχουν κάθε δικαίωμα να τὴν κριτικάρουν ὥστε οἱ ὑπόλοιποι οἱ μὴ ἔχοντες τὶς γνώσεις να βοηθηθοὺν ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ δημιουργὸς (ἣ ἐκτελεστής) ἐφ΄ὅσον εἶναι ἐν ζωῇ να γνωρίσει τὰ σφάλματά του καὶ να καταβαλεῖ προσπάθεια ὥστε να βελτιωθεί.
Βέβαια, ἡ κριτικὴ πρέπει να γίνεται μὲ εὐγένεια ὥστε ὁ κρινόμενος να μὴν θιγεὶ καὶ δημιουργηθοὺν ἀντιπάθειες ἣ ἔριδες. Τὸ χωρίον τοῦ Ἰωάννου ἐν προκειμένῳ βρίσκει ἔδω ἐφαρμογὴν «Μὴ κρίνατε κατ’ὄψιν, ἀλλὰ τὴν δικαίαν κρίσιν κρίνατε».
Ἡ καλοπροαίρετη κριτικὴ πολλάκις εἶναι ἐπιθυμητὴ ἀπὸ τοὺς δημιουργούς, ὄχι μόνο να τοὺς ἐπαινέσουν ἀλλὰ καὶ να τοὺς ἐπισημάνουν ὁρισμένα πράγματα στα ὁποῖα σφάλλουν. Ἡ ἐπιθυμία αὐτὴ χαρακτηρίζει τὸ μεγάλο δημιουργό.
Θυμάμαι (πρὶν πολλῶν βέβαια χρόνων!!!!) στο στρατὸ ὅταν ὑπηρετοῦσα ὡς ἔφεδρος ἀξιωματικός, στῇ λέσχη μας εἴχαν σερβίρει μία μερίδα μὲ μπιζέλια τὰ ὁποῖα δεν εἴχαν βράσει καλὰ καὶ ἤταν σκληρὰ σὰν στραγάλια. Κανεὶς ἀπὸ τοὺς συναδέλφους μου τότε δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί, ἐπειδὴ ὁ ὑπεύθυνος ἀξιωματικὸς φημίζονταν για τὸ τραχὺ ὕφος, καὶ τὸ ὀξὺ στους τρόπους καὶ τὴν συμπεριφορὰ του, ἀλλὰ καὶ λόγῳ τῆς ἀνωτέρας θέσεώς που κατεῖχε. Ἐγὼ τόλμησα να πάρω τὸ βιβλίο παραπόνων που ὑπῆρχε καὶ να γράψω τὰ ἑξῆς:
«σήμερα δεν φάγαμε μπιζέλια, ἀλλὰ . . . σκάγια, καὶ ά να δοῦμέ πως χωνεύονται τὰ σκάγια…» .
Τὴν ἐπαύριον ὁ ὑπεύθυνος τῆς λέσχης, ἀνώτερος ἀξιωματικός, μὲ κάλεσε στο γραφεῖο του. Δεν σᾶς κρύβω ὅτι πήγα μὲ μεγάλο φόβο καὶ καταριόμουν τὴν ἀποκοτιά μου για τὴν τόλμη μου να ἐκφραστώ, ὅμως ἔπεσα ἔξω. Ὁ ἀξιωματικὸς ἀφοῦ μὲ ῥώτησε για τὸ φαγητὸ καὶ ἐὰν εἴχα ἐν τῷ μεταξὺ χωνέψει μου ἔδωσε συγχαρητήρια για τὴν ἐλεύθερη ἔκφραση τῆς γνώμης μου, ἀλλὰ μὲ ἔψεξε για τὸν εἰρωνικὸ καὶ ἀνάρμοστο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἐξέθεσα τῇ γνώμῃ μου αὐτή. Αὐτὸ ἤταν για μένα μεγάλο μάθημα. Βλέπετε, καὶ οἱ κρίνοντες κρίνονται.
Στην σημερινή μου ἀσχολία μὲ τὴν συγγραφὴ ἱστορικῶν μελετῶν, πολλὲς φορὲς ἀποζητὼ τὴν κριτική. Πλεῖστες φορὲς γίνομαι θῦμα κακοβούλης κριτικῆς, ἀλλὰ ἀντὶ να στεναχωρηθὼ προσπαθὼ να καταδείξω τὸ λάθος τῶν . . . κριτῶν. Δεν σᾶς κρύβω ὅτι μεταξὺ αὐτῶν ὑπάρχουν πολλοί που θέλουν να παραστήσουν τὸν σπουδαῖο μὲ τὸ να ἀπορρίπτουν μία θέση μου ἣ γενικὰ ἕνα βιβλίο μου, καὶ αὐτοὶ ἀποδεικνύονται κούφιοι.
Ἐπειδὴ ἀρκετὰ ἔχω ἐπεκταθεὶ παρασυρθείς, νομίζω ὅτι ὄσο ἁπλᾶ μπορούσα ἐξέθεσά τις βασικὲς παραμέτρους τῆς κριτικῆς, καὶ σᾶς εὐχαριστῶ που μὲ διαβάσατε.
Ἀθανάσιος Μπακαλούδης