Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ πόνημα τοῦ κ. Γεωργίου Δ. Καμαράδου-Βυζαντίου
Βιογραφία Νήλεως Καμαράδου Μουσικοδιδασκάλου (Ἀθῆναι 1976).
[ἡ μοίρα τῆς βιβλιοθήκης]
1. Ἀπὸ τὰ προλεγόμενα
(…)
σ. 10/ Γι’ αὐτὰ τὰ ἀνέκδοτα μουσουργήματα [τοῦ Νήλεως], ὁ βιογράφος του Γεώργ. Παπαδόπουλος γράφει τὸ 1929, ὅτι «κρίνονται, ὡς δείγματα ἐξόχου μουσικῆς τέχνης καὶ μουσικοῦ ταλάντου» καὶ ὅτι «ἡ φιλοτημία καὶ τὸ καθῆκον τῶν μαθητῶν τοῦ μακαρίτου δὲν θ’ ἀφήσῃ τὰ μουσουργήματα αὐτὰ ὑπὸ τὸν μόδιον». Δυστυχῶς καὶ μετὰ 55 χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Δασκάλου, τὰ μουσουργήματα αὐτὰ ἀντὶ νὰ τοποθετηθοῦν κάτω ἀπὸ τὸ φῶς, κρατοῦνται ἀκόμη στὸ σκοτάδι.
Μὲ τὴ νοοτροπία ποὺ εἶχε ὁ ἀείμνηστος Μουσικοδιδάσκαλος, νὰ μεταλαμπαδεύει τὰ μουσικά του φῶτα σὲ ὅσους ζητοῦσαν τὴν ἐπιστημονική του συνδρομή, ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ ἔργο του καὶ ἰδιαίτερα οἱ μελέτες του γιὰ τὴ θεωρία τῆς μουσικῆς διέρρευσαν καὶ χάθηκαν. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ποὺ πέρασε στὰ χέρια τοῦ Ν. Βλαχοπούλου [γαμπροῦ καὶ μαθητῆ τοῦ Νήλεως], ποὺ καὶ αὐτὸς ἀκολουθοῦσε τὴν ἴδια τακτικὴ μὲ τὸ δάσκαλό του, «τῆς ἀφειδοῦς συνδρομῆς πρὸς τοὺς αἰτοῦντας», βρίσκεται σήμερα ἀφημένο στὴν τύχη του, μέσα σ’ ἕνα κιβώτιο, χωρὶς νὰ εἶναι γνωστὸ τὸ ἀκριβὲς περιεχόμενό του ἢ ποιὰ ἐπίδραση εἶχε ὁ χρόνος ποὺ πέρασε, πάνω στὰ χειρόγραφα.
Χειρότερη ἦταν ἡ τύχη τῆς μουσικῆς του βιβλιοθήκης μὲ τὶς σπανιότατες μουσικὲς ἐκδόσεις καὶ τὰ παλαιὰ μουσικὰ χειρόγραφα βυζαντινῆς, ἀραβοπερσικῆς καὶ ἀρμενικῆς μουσικῆς.
Τὰ χρυσοδερματόδετα μὲ ὁμοιόμορφο δέσιμο βιβλία, ἢ πέρασαν στὴν κατοχὴ φίλων καὶ συνεργατῶν ἢ τὰ πούλησαν «ἀντὶ πινακίου φακῆς». (…). σ. 11/ Σὲ ταξίδι της [δηλ. τῆς μεγαλύτερης θυγατρὸς τοῦ Νήλεως] στὴν Ἀθήνα τὸ 1919, μετέφερε καὶ μερικὰ ἀπὸ τὰ σπάνια βιβλία καὶ χειρόγραφα μὲ προφανῆ σκοπὸ τὴν ἐκποίηση. Μετὰ τὸ θάνατό του, οἱ μουσικὲς συνθέσεις καὶ ἡ βιβλιοθήκη πέρασαν στὴν κατοχὴ τῶν δύο ἀγάμων θυγατέρων του. Ἡ μεγαλύτερη, ποὺ εἶχε καὶ τὴ διαχείριση, χάρισε στὸν Νικ. Βλαχόπουλο μὲ τὸν ὁποῖο συγκατοικοῦσαν τότε καὶ ποὺ εἶχε ἀναλάβει τὴ συντήρησή τους, τὶς μουσικὲς συνθέσεις μὲ μερικὰ βιβλία τῆς ἐκλογῆς του. Ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπὸ τὴ βιβλιοθήκη καὶ εἶχε κάποια ἀξία τὰ πούλησε, ἄλλα στὴν Πόλη καὶ ἄλλα στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ καλύψει βιοτικὲς ἀνάγκες. (…).
2. Ἀπὸ τὰ Βιογραφικὰ στοιχεῖα
σ. 15/ Ὁ Νηλεὺς γεννήθηκε τὸ 1847 στὸ Διπλοκιόνιο (Μπεσικτὰς) τοῦ Βοσπόρου καὶ μεγάλωσε στὸ Μέγα Ρεῦμα. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία εἶχε προσκολληθεῖ στὸ ἀναλόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ταξιαρχῶν τοῦ Μεγάλου Ρεύματος, «τῇ δευτέρᾳ ταύτῃ σχολῇ, τῇ ἀσυγκρίτως τελειοτέρᾳ καὶ διασημοτέρᾳ», ὅπως γράφει ὁ Δάσκαλος τοῦ Γένους Ἠλίας Τανταλίδης στὸ «Βίο τοῦ Στεφάνου Καραθεοδωρῆ». Ἀφιερώθηκε στὴ σπουδὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας μουσικῆς μὲ δάσκαλο τὸν διαπρεπῆ ἱεροψάλτη Γεράσιμο Κανελλίδη, ὀνομαστὸ γιὰ τὴν ἀπαράμιλλη εὐστροφία τῆς φωνῆς του καὶ τὴ γόνιμη μουσικὴ φαντασία. Ἀργότερα εἶχε δασκάλους τοὺς θεωρητικοὺς τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, τὸν Παναγιώτη Κηλτζανίδη (θεωρία καὶ πράξη), τὸν Ἰωάσαφ τὸ Ρῶσο (θεωρία) καὶ τὸν ἱερέα Φιλοξένη Κυριακὸ (θεωρία).
Ἀφοσιώθηκε μὲ μεγάλη ἐπιμέλεια στὴ μελέτη τῆς θεωρίας τῆς Μουσικῆς καὶ στὴν ἐκμάθηση τῆς εὐρωπαϊκῆς καὶ ἀραβοπερσικῆς φωνητικῆς καὶ ἐνοργάνου. Ἦταν κάτοχος τῆς θεωρίας τοῦ κλειδοκυμβάλου καὶ τῆς Ἀρμενικῆς μουσικῆς γραφῆς (σύστημα Ἀμπαρτσούν), τὴν ὁποία διδάχθηκε ἀπὸ τὸν διάσημο ἀνακτορικὸ μουσικὸ Λεβὸν Χαντζιάν. (…).