Γιώργος Μ.
Γιώργος Μπάτζιος
Α. Στο Κάθισμα του Όρθρου (Μετὰ τὸν Πολυέλεον) της Εορτής της Κοιμήσεως απαντά το εξής θαυμαστό κείμενο.
Β. Η λέξη νεκροφόρος έχει από την αρχαιότητα ενεργητική σημασία «αυτός που φέρει / θάβει τους νεκρούς». Τα συμφραζόμενα όμως παραπέμπουν σαφώς στη σημασία «Πώς κείτεται σε νεκρικό κρεβάτι»; Μια τέτοια σημασία θα χρειαζόταν έναν τύπο όπως νεκροφορουμένη. Υποθέτω ότι ο ποιητής προσαρμόζει σημασιολογικά τη λέξη, ώστε να αντιστοιχεί σε έναν τέτοιο παθητικό τύπο (για λόγους συμμετρίας, όπως θα φανεί και πιο κάτω).
Το ρήμα μυρίζω είχε αρχικά τη σημασία «αλείφω με μύρο, αρωματίζω» (πβ. Αριστοφ. Ἐκκλησ. 1117: μεμύρισμαι τὴν κεφαλὴν μυρώμασιν) και μόλις τη μεσαιωνική εποχή έλαβε τη σημασία «αναδίδω οσμή – οσφραίνομαι».
Εδώ όμως είμαστε στο μέσο των δύο εποχών και σημασιών, και καμία από τις δύο αυτές σημασίες δεν φαίνεται επαρκής: η σημασία που χρειαζόμαστε θα αντιστοιχούσε στον τύπο “μυριζομένη” «(αυτή) που αλείφεται με (νεκρικά) μύρα».
Γ. Ο μόνος τρόπος να καταλάβουμε γιατί οι λέξεις νεκροφόρος και μυρίζουσα έχουν αυτή τη μορφή είναι αν παρατηρήσουμε ότι οι τύποι επηρεάζονται από την επιδίωξη συμμετρίας.
Δηλαδή το “νεκροφόρος” αντιστοιχεί μετρικά, μορφολογικά και ηχητικά στο “βρεφοτρόφος" και ο τύπος “μυρίζουσα” στο “ἁγνεύουσα”. Μάλιστα, η ίδια επιδίωξη συμμετρίας εξηγεί και τον τύπο Μητρόθεος (αντί π.χ Θεομήτωρ), ο οποίος απαντά σπάνια στην υμνογραφία. Και οι τρεις λέξεις δηλαδή υπαγορεύονται από λόγους ποιητικής συμμετρίας.
Δ. Κατόπιν αυτών των υποθέσεων, πιστεύω ότι μια ικανοποιητική ερμηνεία είναι:
Το ζεύγος αυτό εκφράζει με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο το βασικό και επαναλαμβανόμενο θέμα όλης της υμνογραφίας της Κοιμήσεως, ότι δηλαδή αυτός ο θάνατος είναι το κορύφωμα μια ζωής που αποτελεί υπέρβαση των φυσικών όρων. (Δείτε εδώ ένα ωραιότατο σχετικό κείμενο του π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού).
«Πῶς γὰρ ἡ ἀπείρανδρος, βρεφοτρόφος ἁγνεύουσα;
πῶς δὲ ἡ μητρόθεος, νεκροφόρος μυρίζουσα;»
Ενώ το πρώτο σκέλος μάς είναι οικείο, το δεύτερο αποτελεί γλωσσικώς μια έκπληξη: οι λέξεις νεκροφόρος και μυρίζω δεν ανταποκρίνονται σημασιολογικά σε αυτό που περιμένουμε να μας πει το κείμενο αυτό.Β. Η λέξη νεκροφόρος έχει από την αρχαιότητα ενεργητική σημασία «αυτός που φέρει / θάβει τους νεκρούς». Τα συμφραζόμενα όμως παραπέμπουν σαφώς στη σημασία «Πώς κείτεται σε νεκρικό κρεβάτι»; Μια τέτοια σημασία θα χρειαζόταν έναν τύπο όπως νεκροφορουμένη. Υποθέτω ότι ο ποιητής προσαρμόζει σημασιολογικά τη λέξη, ώστε να αντιστοιχεί σε έναν τέτοιο παθητικό τύπο (για λόγους συμμετρίας, όπως θα φανεί και πιο κάτω).
ΣΗΜ Στο λεξικό του Lampe (Α Patristic Greek Lexicon) βλέπουμε δύο χωρία κειμένων του Γρηγορίου Θεολόγου στα οποία η λέξη σημαίνει «αυτός που φέρει νεκρό σώμα» με μεταφορική σημασία. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στη σημασία «Πώς η Μητρόθεος έχει νεκρό σώμα»; Αλλά νομίζω ότι η εξήγηση αυτή είναι εξεζητημένη. Ο υμνογράφος, γράφοντας ποίηση που υπηρετεί τη λατρεία, είναι πιο φυσικό να τροποποιήσει ποιητική αδεία τη σημασία μιας λέξης, παρά να αντλήσει για αυτήν από κείμενα μια σημασία σχετικά άγνωστη στους πιστούς τους εποχής του.
Το ρήμα μυρίζω είχε αρχικά τη σημασία «αλείφω με μύρο, αρωματίζω» (πβ. Αριστοφ. Ἐκκλησ. 1117: μεμύρισμαι τὴν κεφαλὴν μυρώμασιν) και μόλις τη μεσαιωνική εποχή έλαβε τη σημασία «αναδίδω οσμή – οσφραίνομαι».
Εδώ όμως είμαστε στο μέσο των δύο εποχών και σημασιών, και καμία από τις δύο αυτές σημασίες δεν φαίνεται επαρκής: η σημασία που χρειαζόμαστε θα αντιστοιχούσε στον τύπο “μυριζομένη” «(αυτή) που αλείφεται με (νεκρικά) μύρα».
Γ. Ο μόνος τρόπος να καταλάβουμε γιατί οι λέξεις νεκροφόρος και μυρίζουσα έχουν αυτή τη μορφή είναι αν παρατηρήσουμε ότι οι τύποι επηρεάζονται από την επιδίωξη συμμετρίας.
Πῶς γὰρ ἡ ἀπείρανδρος βρεφοτρόφος ἁγνεύουσα;
Πῶς δὲ ἡ μητρόθεος νεκροφόρος μυρίζουσα;
Δηλαδή το “νεκροφόρος” αντιστοιχεί μετρικά, μορφολογικά και ηχητικά στο “βρεφοτρόφος" και ο τύπος “μυρίζουσα” στο “ἁγνεύουσα”. Μάλιστα, η ίδια επιδίωξη συμμετρίας εξηγεί και τον τύπο Μητρόθεος (αντί π.χ Θεομήτωρ), ο οποίος απαντά σπάνια στην υμνογραφία. Και οι τρεις λέξεις δηλαδή υπαγορεύονται από λόγους ποιητικής συμμετρίας.
Δ. Κατόπιν αυτών των υποθέσεων, πιστεύω ότι μια ικανοποιητική ερμηνεία είναι:
«Πώς η Μητέρα του Θεού κείτεται σε νεκρική κλίνη αλειμμένη με νεκρικά μύρα»;
(δηλαδή, πιο ελεύθερα «Πώς η Μητέρα του Θεού κείτεται σε κλίνη δεχόμενη τιμές που αρμόζουν σε νεκρούς; »Το ζεύγος αυτό εκφράζει με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο το βασικό και επαναλαμβανόμενο θέμα όλης της υμνογραφίας της Κοιμήσεως, ότι δηλαδή αυτός ο θάνατος είναι το κορύφωμα μια ζωής που αποτελεί υπέρβαση των φυσικών όρων. (Δείτε εδώ ένα ωραιότατο σχετικό κείμενο του π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού).
Last edited: