Αναζήτηση στη Μουσιπαιδεία
Σπάρτη
Απόλλων
Ακρίτας: Επίκληση στη Σπάρτη (Παυσανίας Ι' 12, 8).
Δελφίδιος: Άλλος τύπος του "δελφίνιος" (από επιγραφή στο Μουσείο της Σπάρτης). Συναντάται επίσης σε Κρήτη και Αθήνα
Δρομαίος: Επίκληση στην Κρήτη και στη Σπάρτη (ταύτιση με "Κάρνειο").
Εβδομαγέτης: Επειδή γεννήθηκε την 7η ημέρα του σεληνιακού μήνα ("Επτά επί Θήβας", 800). Γιορταζόταν στη Σπάρτη.
Κάρνειος: Επίκληση στη Σπάρτη και σε αρκετές πόλεις της Λακωνίας -Μεσσηνίας, σε Άργος και Σικυώνα. Όμως ο «Κάρνειος Απόλλων»λατρευόταν και σεμη δωρικές πόλεις: στην Τήνο, το Μεταπόντιο, την Μυτιλήνη, κ.λπ.
Μαλεάτας: Επίκληση στην Επίδαυρο, όπου και το παλαιότερο ιερό του (Παυσανίας) επίσης σε Σπάρτη, Τρίκκη, Μυτιλήνη, κ.λπ. Ετυμολογικά οφείλει το όνομά του είτε από τον βασιλέα της Επιδαύρου Μάλο (Ίσυλλος) είτε από το ακρωτήριο Μαλέας είτε από το "μ~αλον" ("μήλον"=πρόβατο). Ο Ησύχιος το ετυμολογεί από το "μάλιαν" γλώσσαν (δηλαδή: "πράη", "εύφημη").
Πυθαεύς (Κάρνειος): Επωνυμία σε Κόρινθο, Άργος, Σπάρτη (προς τιμήν του οι "Γυμνοπαιδίαι") και άλλα μέρη της Πελοποννήσου (Παυσανίας ΙΙ 35, 2. ΙΙΙ 11,9-10,8). Περιώνυμο άγαλμά του υπήρχε στην αγορά της Σπάρτης.
Στεμματίας: Κατά τον Παυσανία (ΙΙΙ 20, 9) ο Απόλλων Στεμματίας είχε ιερό στην οδό που οδηγούσε από τη Σπάρτη προς την Αρκαδία.
Θαλήτας
(7ος αι. π.Χ.)· αοιδός και μουσικός. Γεννήθηκε στη Γόρτυνα της Κρήτης· η Γόρτυνα ήταν πολύ γνωστή πόλη, στα ΝΔ της Κνωσού, και αναφέρεται από τον Όμηρο (Ιλ. Β 646· Οδύσ. γ 294). Ο Θαλήτας θεωρούνταν μια από τις κύριες μορφές της δεύτερης μουσικής σχολής στη Σπάρτη (η πρώτη ιδρύθηκε από τον Τέρπανδρο) και ένας από εκείνους που εισήγαγαν στη Σπάρτη τις γυμνοπαιδίες, μαζί με τους Ξενόκριτο, Ξενόδαμο, Πολύμνηστο και Σακάδα. Θεωρούνταν, επίσης, ένας από τους κυριότερους συνθέτες παιάνων και υπορχημάτων (Πλούτ. Περί μουσ. 1134Β-Ε, 9-10). Σύμφωνα με ένα μύθο, ο Θαλήτας προσκλήθηκε στη Σπάρτη (γύρω στο 665 π.Χ.), ύστερα από χρησμό του Μαντείου των Δελφών, και έσωσε την πόλη από λοιμό με τη μουσική του (Πρατίνας στον Πλούτ. ό.π. 1146C, 42). Λέγεται πως ο Θαλήτας έγινε φίλος του μεγάλου νομοθέτη της Σπάρτης Λυκούργου· αλλά η εποχή του Λυκούργου είναι μάλλον αβέβαιη.
Πυρρίχη
το πιο σημαντικό είδος (ή τάξη) πολεμικού χορού. Η πυρρίχη ήταν ένας μεγαλοπρεπής, γρήγορος, λαμπρός και εντυπωσιακός χορός· χορευόταν είτε από ένα πρόσωπο είτε από ένα ή περισσότερα ζεύγη χορευτών, που έφεραν πανοπλία (ασπίδα και δόρυ ή σπαθί) και μιμούνταν τις κινήσεις των πολεμιστών, σε επίθεση και σε άμυνα. Χορευόταν συνήθως στις δωρικές πολιτείες, κυρίως στη Λακωνία. Στη Σπάρτη χορευόταν από νέους, κατά την τελετή των Διόσκουρων (Κάστορα και Πολυδεύκη). Τον 6ο αιώνα π.Χ. εισάγεται και στην Αθήνα, στον εορτασμό των Παναθηναίων· στο χορό συμμετείχαν παιδιά, νέοι και άνδρες. Σε νεότερα χρόνια η πυρρίχη εκφυλίστηκε σε χορό των συμποσίων· ο Ξενοφών (Ανάβασις ς', 1 και 12) αναφέρει πως, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου, μια ορχηστρίδα με ελαφριά ασπίδα χόρευε την πυρρίχη με ανάλαφρο τρόπο. Στην εποχή του Αθήναιου (2ος-3ος αι. μ.Χ.), η πυρρίχη χορευόταν ακόμα στη Λακωνία, αλλά ως προγύμνασμα για τον πόλεμο· "Όλοι οι άρρενες στη Σπάρτη μαθαίνουν να χορεύουν την πυρρίχη από την ηλικία των πέντε ετών. Η πυρρίχη στην Αθήνα, επειδή έχει διονυσιακό χαρακτήρα, είναι πιο ήπια, γιατί οι χορευτές τώρα φέρουν θύρσους (ραβδιά καλαμιού με φύλλα κισσού και αμπέλου), αντί σπαθιά και λαμπάδες" (ΙΔ', 631Α, 29). Η ετυμολογία της λέξης πυρρίχη δεν έχει διασαφηνιστεί. Κατά τον Αριστόξενο (Αθήν. 630D), ο χορός αυτός ονομάστηκε πυρρίχη από έναν Λάκωνα (ή Κρητικό, κατά τον Πολυδεύκη, IV, 99) ήρωα ή χορευτή, ονομαζόμενο Πύρριχο· ο Αθήναιος προσθέτει πως κατά την εποχή του το όνομα Πύρριχος συνηθιζόταν ακόμα στη Λακωνία. Άλλοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η λέξη παράγεται από τον Πύρρο, άλλο όνομα του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα, ο οποίος, σύμφωνα με μια παράδοση, υπήρξε ο πρώτος που χόρεψε την πυρρίχη, μετά τη νίκη του στη σύγκρουση με τον Ευρύπυλο, σύμμαχο των Τρώων. Σύμφωνα με μια άλλη υπόθεση, το όνομα προήλθε από τη λέξη "πυρά" (νεκρική πυρά), γιατί ο Αχιλλέας χόρεψε πρώτα την πυρρίχη γύρω από την πυρά, πάνω στην οποία κάηκε η σορός του φίλου του Πάτροκλου (πρβ. Drachmann Schol. Pind. Carm. II, 52 (σημ.)· Αριστοτ. απόσπ. 519). Ο Πρόκλος (Χρηστομ.) αναφέρει πως "μερικοί αποδίδουν την επινόηση της πυρρίχης στους Κουρήτες· άλλοι στον Πύρρο, γιο του Αχιλλέα". Η πυρρίχη είχε σημαντικό παιδευτικό χαρακτήρα, και γι' αυτό δινόταν ιδιαίτερη προσοχή στα τραγούδια που συνόδευαν το χορό. Αθήν. (ό.π.): "τακτέον δ' επί της πυρρίχης τα κάλλιστα μέλη και τους όρθιους ρυθμούς" (στην πυρρίχη έπρεπε να γίνεται χρήση των πιο ωραίων μελωδιών και των εξυψωτικών ρυθμών). Η πυρρίχη συνοδευόταν από τραγούδια που τραγουδούσαν είτε οι χορευτές οι ίδιοι ή, συνηθέστερα, άλλοι εκτελεστές. πυρριχίζω· χορεύω την πυρρίχη.
Βλ. τα λ. υπόρχημα, τελεσιάς, χειρονομία.
Τέρπανδρος
(περ. 710-περ. 7ος αι. π.Χ.)· γεννήθηκε στην Άντισσα της Λέσβου· ο πατέρας του λεγόταν Δέρδενις, γι' αυτό και επονομάζεται Δερδένεος (στο Πάριο Χρονικό στ. 34) ή γενικά Αντισσαίος. Σύμφωνα μ' ένα μύθο, όταν ο Ορφέας φονεύθηκε από τις Θρακιώτισσες Μαινάδες, η λύρα του ρίχτηκε στη θάλασσα και παρασύρθηκε ως την Άντισσα· εκεί τη βρήκαν μερικοί ψαράδες και την έφεραν στον Τέρπανδρο (Excerpta ex Nicom. 1). Ο Τέρπανδρος πήγε στη Σπάρτη, όπου πρώτος νίκησε στους μουσικούς αγώνες των Καρνείων το 676 και το 673 π.Χ. (Αθήν. ΙΔ', 635Ε, 37). Διαγωνίστηκε επίσης και νίκησε τέσσερις φορές συνέχεια στα Πύθια· υπήρξε απαράμιλλος στην κιθαρωδική τέχνη (Πλούτ. Περί μουσ. 1132Ε, 4). Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Σπάρτη, όπου έπαιξε συμφιλιωτικό ρόλο στις πολιτικές έριδες και απέκτησε τη φήμη του κατεξοχήν μουσικού, του ιδρυτή και θεμελιωτή της μουσικής ζωής της πόλης. Οι Σπαρτιάτες συνήθιζαν να τοποθετούν οποιονδήποτε διακεκριμένο μουσικό "μετά Λέσβιον αοιδόν" (FHG ΙΙ, 130 [Aristotelis Fragmenta], απόσπ. 87). Και ο Ηρακλείδης Ποντικός (Περί Πολιτειών ΙΙ, Λακεδαιμονίων 6, στα FHG ΙΙ, 210) γράφει: "Λακεδαιμόνιοι τον Λέσβιον ωδόν ετίμησαν· τούτου γαρ ακούειν ο θεός χρησμωδουμένοις εκέλευεν" (οι Λακεδαιμόνιοι ετίμησαν τον Λέσβιο αοιδό [Τέρπανδρο]· γιατί ο θεός τους διέταξε, όταν ζήτησαν χρησμό, να υπακούουν σε αυτόν).
Ανάμεσα στις εφευρέσεις και στις καινοτομίες που αποδίδονταν στον Τέρπανδρο, οι κυριότερες ήταν οι ακόλουθες: 1. η επέκταση του επτάχορδου στο οκτάχορδο με παράλειψη της τρίτης στη δωρική αρμονία (τρίτη βαθμίδα από πάνω, [mi - re] - do κτλ.) και προσθήκη της νήτης (8ης mi)· βλ. λ. λύρα·
2. η καθιέρωση και ονομασία των κιθαρωδικών νόμων (Πάριο Χρονικό στ. 34· Πλούτ. 1132C, D, 3 και 4)· ένας από αυτούς τους νόμους έχει το ονομά του (Τερπάνδρειος)·
3. ο μετασχηματισμός της μελωδικής απαγγελίας (τραγουδιστής απαγγελίας) των αοιδών σε πραγματική μελωδία·
4. η εισαγωγή των κιθαρωδικών προοιμίων στα επικά τραγούδια (Πλούτ. Περί μουσ. 1132D, 4)·
5. η εφεύρεση του βάρβιτου.
Ο Gevaert (Ι, 182) υποστηρίζει ότι ο Τέρπανδρος έθεσε τις οριστικές βάσεις της ελληνικής μουσικής και αξίζει τον τίτλο του ιδρυτή-θεμελιωτή της. Βλ. Bergk PLG III, 7-12 και Anth. Lyr. 165, μερικά αποσπάσματα
Γυμνοπαιδίαι:
εορτή "γυμνῶν παίδων καὶ τελείων ἀνδρῶν", που γινόταν κάθε χρόνο περί τα μέσα του καλοκαιριού στην αρχαία Σπάρτη για να τιμηθεί ο [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]] Πυθαεύς (Κάρνειος) και ο Διόνυσος. Καθιερώθηκαν πιθανόν κατά τον 7ο π.Χ. αι. (περί το 665) και έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην πρόοδο της ποίησης και της μουσικής. Το κύριο μέρος της εορτής (που πιθανόν διαρκούσε 10 μέρες) ήταν όρχηση γυμνών νέων στην αγορά της πόλης (και μάλιστα στη θέση "Χορός", εκεί που είχαν τα αγάλματά τους ο [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]], η Άρτεμις και η Λητώ) καθώς και όρχηση ανδρών κατά την τελευταία μέρα (στο θέατρο της πόλης). Αυτές οι πληροφορίες είναι από μόνες τους ικανές να αποδείξουν ότι η εορτή γινόταν προς τιμήν κυρίως του [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]]α. Οι νέοι κατά την όρχηση, τραγουδώντας ωδές του Θαλήτα και του Αλκμάνος καθώς και παιάνες του Διονυσόδοτου εκτελούσαν γυμναστικές ασκήσεις αναπαριστώντας με σεμνές και ρυθμικές κινήσεις τα σχήματα της πάλης και του παγκρατίου. Η εορτή συνδεόταν επίσης με την "εν Θυραιαίς" νίκη των Σπαρτιατών (546 π.Χ.) γι' αυτό και οι χορωδίες τραγουδούσαν παιάνες "εἰς τιμὴν ἐν Θυραιαῖς ἀποθανόντων Σπαρτιατῶν" (Σούδα). Οι Γυμνοπαιδίες (που είχαν συγκεκριμένη χρονική σχέση προς τα Κάρνεια και τα Υακίνθια) παρουσίαζαν λαμπρό θέαμα ισχύος, δεξιότητας και αισθητικής πλαστικότητας. Ήταν πιθανόν το τελευταίο στάδιο της αγωγής των παίδων στη Σπάρτη (Jeanmaire "Couroi et Couretes", 531 κεξ.). Επίσης τις παρακολουθούσε πλήθος ξένων (Πλουτάρχου "Αγησίλαος", 29) και ήταν τόσο το γόητρό τους, ώστε, όπως αναφέρει ο Ξενοφών ("Ελληνικά" ΣΤ' 4, 16), όταν αγγέλθηκε η συντριβή των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα (371 π.Χ.) οι έφοροι διέταξαν να μη διακοπεί η εορτή(!!).
Χάριτες
Τα ιδανικότερα και ελκυστικότερα δημιουργήματα του Αρχαίου Ελλ. Πνεύματος· οι θεότητες, οι οποίες προσωποποιούσαν το χάρισμα που κάνει πρόσωπα και πράγματα να είναι θελκτικά, κι αν θυμηθούμε τον στίχο του Λα Φονταίν «La grâce plus belle encore que la beauté» («η χάρις ωραιότερη ακόμα κι απ’ την ομορφιά») θα αντιληφθούμε τη δύναμη αυτών των θεοτήτων, που δεν γινόταν εορτή στον Όλυμπο χωρίς να προσκληθούν! Η Ποίηση, η Ρητορική, η Μουσική, ο Χορός, κ.ο.κ. όφειλαν ασφαλώς τα θέλγητρά τους στις Χάριτες, που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό τη σεμνότητα (την αντίπαλο κάθε υπερβολής). Έτσι ο Όμηρος αναφέρει ότι: «Στα συμπόσια, το πρώτο ποτήρι ανήκει στις Χάριτες, τις Ώρες και τον Διόνυσο. Το δεύτερο ποτήρι ανήκει στην Αφροδίτη, ενώ από το τρίτο ποτήρι παρουσιάζονται η Βία και η Έρις»(!). Ήταν φυσικά θεές «αρχιχορευταρούδες». Ο Ομηρικός ύμνος στην Άρτεμι παρουσιάζει τη θεά να μπαίνει στον Δελφικό ναό του Απόλλωνα «για να χορέψει μαζί με τις Μούσες και τις Χάριτες». Άλλος πάλι Ομηρικός ύμνος θεωρεί ότι, μόλις ο Απόλλωνας πρωτόπαιξε τη λύρα του στον Όλυμπο «ήταν πρώτες οι Χάριτες με τις ωραίες πλεξίδες που έστησαν χορό» (μαζί με τις Ώρες, την Αρμονία, τη Φοίβη και την Αφροδίτη). Στις αρχαιότερες παραστάσεις οι Χάριτες φορούν πάντοτε μακριά φορέματα (η συνήθεια να παριστάνονται οι Χάριτες γυμνές επικράτησε μόνο κατά την ελληνιστική Εποχή, ενώ λίγο προηγουμένως οι εικαστικοί καλλιτέχνες τις εμφάνιζαν με διαφανή πέπλα). Στα ανάγλυφα εικονίζονται κρατημένες από τα χέρια να κινούνται αριστεροστρόφως με χορευτικό βήμα (είπαμε «αρχιχορευταρούδες»...). Το αρχαιότερο ιερό των Χαρίτων βρισκόταν στον βοιωτικό Ορχομενό. Προς τιμήν τους γιορτάζονταν τα [[Χαριτήσια|Χαριτήσια]] (ή «Χαρίτεια» ή «Χαρίσια» ή «Χαριτείσια») με μουσικούς-ποιητικούς αγώνες και με νυχτερινούς χορούς. Ίχνη της λατρείας τους έχουν ανακαλυφθεί σε αρκετές πόλεις της Βοιωτίας, στην Αθήνα, την Πελοπόννησο και τα νησιά. Ο Απολλόδωρος διηγείται πως, όταν ο Μίνως ήταν στην Πάρο και πληροφορήθηκε τον θάνατο-δολοφονία του αγαπημένου του γιου Ανδρόγεω από τον Μαραθώνιο ταύρο (αυτός ήταν και ο λόγος που υποχρέωσε τους Αθηναίους σε φόρο αίματος στον Μινώταυρο), τελούσε θυσία στις Χάριτες. Με τη θλιβερή αναγγελία, ο πανίσχυρος βασιλιάς της Κρήτης απέσπασε συντετριμμένος το στεφάνι από το κεφάλι του και διέταξε τους αυλητές να σωπάσουν. Από τότε, σύμφωνα με την παράδοση, επικράτησε στην Πάρο το έθιμο να προσφέρουν θυσίες στις Χάριτες χωρίς στεφάνια και μουσική. Ενώ στον Ορχομενό (και στις περισσότερες των παραδόσεων) οι Χάριτες ήταν 3 (βλ. Χαριτήσια), στην Αθηνα και τη Σπάρτη ήταν 2: στη μεν Αθήνα η Αυξώ (θεότητα της ανάπτυξης) και η Ηγεμόνη (οδηγήτρα του χορού), στη δε Σπαρτη η Φαέννα και η Κλήτα (και οι 2, καταυγάζουσες θεότητες του φωτός). Ορισμένοι συγγραφείς προσμετρούν στις Χάριτες τόσο την Πειθώ (θεότητα του κατευνασμού δια της λογικής) όσο και τις 2 Ώρες: τη Θαλλώ και την Καρπώ (θεότητες της άνθησης και της καρποφορίας).
Αλκμάν
(7ος αι. π.Χ.)· λυρικός (μελικός) ποιητής και συνθέτης. Σύμφωνα με τη Σούδα, γεννήθηκε στη Μεσσόα (μέρος της Σπάρτης, κατά τον Στράβωνα), αλλά γενικά πιστευόταν ότι γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας, στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με μια παράδοση, πουλήθηκε στη Σπάρτη σκλάβος· αργότερα, απελευθερώθηκε και εγκαταστάθηκε εκεί. Η Σούδα δίνει ως εποχή του την 27η Ολυμπιάδα, δηλ. 672-668 π.Χ., και ότι έζησε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Άρδυ, βασιλιά της Λυδίας· νεότεροι μελετητές τον τοποθετούν υστερότερα από το χρόνο αυτόν, προς τα τέλη του 7ου αιώνα. Ο Αλκμάν υπήρξε ο ιδρυτής της σπαρτιατικής κλασικής σχολής (στιλ) του χορωδιακού τραγουδιού. Συνήθιζε να γράφει ο ίδιος το ποιητικό κείμενο και τη μουσική των ύμνων του, των υμεναίων, παρθενίων, υπορχημάτων, παιάνων και σκολίων καθόριζε ακόμα, όπου ήταν ανάγκη, τις κινήσεις και τα σχήματα των χορών. Γι' αυτόν, ποιητικό κείμενο (λόγος), μουσική και χορός αποτελούσαν μια ζωντανή ενότητα. Κατέχοντας τη θέση του χοροδιδασκάλου συνέθετε ύμνους, παρθένια κτλ. για τις δημόσιες γιορτές. Για τους "αυλωδικούς νόμους" του χρησιμοποιούσε τρεις αυλητές από τη Φρυγία (βλ. λ. αυλωδία, αυλωδικός νόμος). Κατά τον Ιμέριο, ο Αλκμάν "ήξερε πώς να συνδυάζει τη δωρική λύρα με το λυδικό μέλος". Ο Αριστόξενος στο δεύτερο βιβλίο του Περί μουσικής (Πλούτ. Περί μουσ. 1136F, 17) εγκωμιάζει τα παρθένιά του, που είναι γραμμένα στη δωρική αρμονία. Πολλοί στίχοι του Αλκμάνα έχουν διασωθεί. Βλ. Bergk PLG III, 14-78 και Anthol. Lyr. 166-181. Επίσης, Page PMG σσ. 1-91, αποσπ. 1-177, και Παρθένειον (The Partheneion), Οξφόρδη 1951.[[Category:ΚΟ - ποιητής ΚΟ - συνθέτης]]
Βίβασις
είδος λακωνικού χορού που χορευόταν ιδιαίτερα στη Σπάρτη. Ήταν επίσης ένα είδος χορευτικού διαγωνισμού, στον οποίο επιτρεπόταν να παίρνουν μέρος αγόρια και κορίτσια. Σύμφωνα με τον Πολυδ. (IV, 102), οι συναγωνιστές έπρεπε να πηδούν ψηλά (άλλοτε εναλλάξ με κάθε πόδι, άλλοτε και με τα δυο πόδια) και να αγγίζουν τα οπίσθια τους με τα πόδια τους. Ο αριθμός των πηδημάτων έκρινε το νικητή που έπαιρνε το βραβείο. Ο Πολυδεύκης αναφέρει ένα επίγραμμα για μια νικήτρια που πέτυχε να κάνει χίλια πηδήματα.
Γυμνοπαιδία
γυμνοπαιδίαι· ετήσια τελετή ή γιορτή διάρκειας δέκα ημερών, που γινόταν στη Σπάρτη προς τιμήν του Απόλλωνα· αρχικά ήταν αφιερωμένη στη μνήμη των Σπαρτιατών που έπεσαν στη μάχη της Θυρέας. Κατά την τελετή γυμνοί έφηβοι και αγόρια εκτελούσαν γυμναστικές ασκήσεις και χορούς γύρω από τα αγάλματα του Απόλλωνα, της Άρτεμης και της Λητώς· με τις κινήσεις τους μιμούνταν την πάλη και το παγκράτιο (βλ. λ. γυμνοπαιδική). Τους στίχους και τη μουσική έγραφαν περίφημοι ποιητές-συνθέτες της εποχής, όπως ο Θαλήτας και ο Αλκμάν. Ο χαρακτήρας των χορών και γενικά της γιορτής ήταν εξαιρετικά σοβαρός, ευπρεπής και μεγαλόπρεπος.
Γύπωνες
χορευτές στη Σπάρτη που, ανεβασμένοι πάνω σε ξυλοπόδαρα και ντυμένοι γυναικεία, χόρευαν με πηδήματα. Ο Πολυδεύκης (IV, 104) αναφέρει γι' αυτούς: "οι δε γύπωνες, ξύλινων κώλων επιβαίνοντες, ωρχούντο διαφανή τα ταραντίδια αμπεχόμενοι" (οι γύπωνες χόρευαν ανεβασμένοι σε ξυλοπόδαρα και ντυμένοι διαφανή γυναικεία φορέματα).
Διονυσόδοτος
λυρικός ποιητής και συνθέτης παιάνων από τη Λακωνία. Σύμφωνα με τον Αθήναιο (IE', 678C, 22) παιάνες του Διονυσόδοτου τραγουδιόνταν στις γυμνοπαιδίες στη Σπάρτη, μαζί με τραγούδια του Θαλήτα και του Αλκμάνα, από χορωδίες παιδιών και ανδρών.
Εμβατήριον
μέλος· (α) εμβατήριο· τραγούδι που συνόδευε και ρύθμιζε το βήμα των στρατιωτών. Φαίνεται πως η μελωδία παιζόταν στον αυλό, ενώ τα λόγια τα απάγγελλαν· το ρυθμό τον κρατούσαν οι στρατιώτες με το βηματισμό τους. Ονομαζόταν επίσης και ενόπλιον μέλος. Περίφημα εμβατήρια ήταν του Τυρταίου στη Σπάρτη (και γενικά άλλα στη Λακωνία) και του Ίβυκου στην Κρήτη. Καθώς λέει ο Αθήναιος (ΙΔ', 630F, 29): "οι Σπαρτιάτες (οι Λάκωνες) είναι πολεμικοί και τα παιδιά τους υιοθετούν τα εμβατήρια μέλη, που λέγονται και ενόπλια. Και οι Λάκωνες οι ίδιοι στους πολέμους απαγγέλλουν "από μνήμης" τα ποιήματα του Τυρταίου, καθώς προχωρούν ρυθμικά". Εμβατήριο μέλος λεγόταν και η μελωδία που παιζόταν στον αυλό· Ησ.: "είδος αυλήματος". Βλ. λ. καστόριον μέλος. (β) εμβατήριος ρυθμός· ο ρυθμός των εμβατηρίων μελών, βασισμένος σε αναπαιστικούς πόδες. Ο Πλούταρχος (Λακωνικά αποφθέγματα 238Β, 16) γράφει: "και οι εμβατήριοι ρυθμοί προτρέπουν (παρακινούν) προς ανδρεία, θάρρος και περιφρόνηση του θανάτου· τους χρησιμοποιούσαν και στους χορούς με συνοδεία αυλού, διεγείροντας τους πολεμιστές". (γ) εμβατήριοι κινήσεις· είδος πολεμικού χορού.
Κορυθαλίστριαι
και κορυθαλλίστριαι· χορεύτριες που χόρευαν προς τιμή της Αρτέμιδας κατά την τελετή του γάμου ή σε γιορτές εφήβων. Φορούσαν ανδρικά φορέματα και ξύλινες μάσκες και οι κινήσεις τους ήταν πάντα ευπρεπείς. Ο χορός τους συνδεόταν με τη γονιμότητα. Σημείωση: Κορυθάλη ή κορυθαλία ήταν μια επίκληση στην Άρτεμη (στη Σπάρτη), προστάτιδα της ευφορίας και της γονιμότητας. Έτσι ονομαζόταν επίσης ένας κλάδος ή στεφάνι ελιάς που φορούσαν κατά τους εορτασμούς αυτούς.
Ξενόδαμος
μουσικός του 7ου αι. π.Χ. από τα Κύθηρα. Υπήρξε ένα από τα εξέχοντα μέλη της δεύτερης μουσικής σχολής της Σπάρτης και του αποδίδανε, μαζί με τον Θαλήτα, τον Πολύμνηστο, τον Σακάδα και τον Ξενόκριτο, την εισαγωγή των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη. Ο Ξενόδαμος συνέθεσε υπορχήματα, ένα από τα οποία υπήρχε ακόμα στην εποχή του Πλουτάρχου (πρβ. Περί μουσ. 1134B-C, 9).
Ξενόκριτος
μουσικός του 7ου αι. π.Χ., από τους Λοκρούς της Ιταλίας. Θεωρούνταν ο εφευρέτης της λοκρικής αρμονίας και ανήκε στη δεύτερη μουσική σχολή της Σπάρτης (η πρώτη ιδρύθηκε από τον Τέρπανδρο). Σε αυτόν, μαζί με τον Θαλήτα, τον Ξενόδαμο, τον Πολύμνηστο και τον Σακάδα, αποδιδόταν η εισαγωγή των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη (Πλούτ. Περί μουσ. 1134B-C, 9). Τα θέματα των τραγουδιών του είχαν ηρωικό χαρακτήρα και ονομάζονταν από μερικούς διθύραμβοι (Πλούτ. ό.π.).
ποίηση
H χορική ποίηση άρχισε να ακμάζει τον 7ο αι. π.Χ. με την καθιέρωση των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη· ένας από τους δασκάλους της ήταν ο Θαλήτας. Άλλοι δάσκαλοι της χορικής ποίησης, που άκμασε ιδιαίτερα στις δωρικές πόλεις, ήταν ο Ξενόκριτος, ο Ξενόδαμος, ο Αλκμάν, ο Στησίχορος.
Τυρταίος
(7ος αι. π.Χ.)· ελεγειακός ποιητής και μουσικός· ήταν γιος του Αρχέμβροτου και γεννήθηκε στην Αθήνα ή, σύμφωνα με μερικές πηγές, στην πόλη Άφιδνα της Λακωνίας. Η Σούδα τον αποκαλεί Λάκωνα ή Μιλήσιο και λέει πως ήταν σύγχρονος των επτά σοφών, ή ίσως παλαιότερος, και πως είχε ακμάσει κατά την 35η Ολυμπιάδα (γύρω στα 640 π.Χ.). Ακολουθώντας ένα δελφικό χρησμό, πήγε στη Σπάρτη κατά τον δεύτερο Μεσσηνιακό Πόλεμο (685-667 π.Χ.), και με τα εμβατήρια και τα πολεμικά του τραγούδια ενέπνευσε τέτοιο ενθουσιασμό στους Σπαρτιάτες, ώστε νίκησαν τους Μεσσήνιους. Μετά το νικηφόρο τέλος του πολέμου, ο Τυρταίος έγινε πολίτης της Σπάρτης, όπου θαυμάστηκε και τιμήθηκε σε μεγάλο βαθμό· αποφασίστηκε μάλιστα οι ελεγείες του και τα πολεμικά του τραγούδια να τραγουδιούνται από τους Σπαρτιάτες την παραμονή κάθε εκστρατείας. Εχουν διασωθεί ορισμένα του ποιήματα· συγκεκριμένα: Ευνομία, Υποθήκαι και Εμβατήρια. Βλ. Bergk Anth. Lyr. 24-29 δεκατρείς ελεγείες σε κάπως εκτεταμένα αποσπάσματα· επίσης PLG II, 8-22, Ευνομία, Υποθήκαι, Εμβατήρια.
Φρύνις
γεννήθηκε στη Μυτιλήνη (από όπου και η επωνυμία Μυτιληναίος) το 475 π.Χ. περίπου. Κατά τη Σούδα, άρχισε τη σταδιοδρομία του ως αυλωδός, γρήγορα όμως στράφηκε προς την κιθάρα, με την καθοδήγηση του φημισμένου κιθαριστή ("ευδόκιμος κιθαριστής") Αριστοκλείδη: "παραλαβών δε [Αριστοκλείδης] Φρύνιν αυλωδούντα, κιθαρίζειν εδίδαξεν". Το 446 π.Χ. διαγωνίστηκε στα Παναθήναια στην κιθαρωδία και κέρδισε πρώτο βραβείο. Ο Φρύνις θεωρείται ο αρχηγός της σχολής των καινοτόμων του 5ου-4ου αι. π.Χ. στην Ελλάδα. Χρησιμοποίησε την εννεάχορδη κιθάρα και πολύ διακοσμητικό και μετατροπικό στιλ στη μελοποιία. Συνέβαλε ιδιαίτερα στην ανάπτυξη του κιθαρωδικού νόμου και τον μετέτρεψε σε κάτι παρόμοιο με "άρια κοντσέρτου". Όταν κάποτε πήγε στη Σπάρτη, ένας έφορος έκοψε δύο χορδές από την εννεάχορδη κιθάρα του, γιατί ξεπερνούσαν τις παραδοσιακές επτά, λέγοντας ότι δε θα του επιτρεπόταν να διαφθείρει τη μουσική. Παρόμοιο επεισόδιο συνέβη αργότερα στον Τιμόθεο. Σε ώριμη ηλικία, το στιλ του έγινε πιο συντηρητικό· έτσι, η Μουσική, στην κωμωδία του Φερεκράτη Χείρων (βλ. τα λ. Κινησίας, Μελανιππίδης, Τιμόθεος), τον συγχωρεί, "γιατί, παρόλο που έσφαλε, μετάνιωσε κατόπι". Αν και είχε επικριθεί πολύ από τους κωμικούς ποιητές για τις καινοτομίες του, είχε μεγάλη εκτίμηση από άλλους. Ο Αριστοτέλης, στα Μεταφυσικά του (Α', 993Β), γράφει: "αν δεν υπήρχε ο Τιμόθεος δε θα είχαμε τόσες πολλές μελωδικές συνθέσεις, και αν δεν υπήρχε ο Φρύνις δε θα είχε υπάρξει και ο Τιμόθεος". Απο τα έργα του δεν έχει διασωθεί τίποτε.
Χορός
(α) σύνολο ρυθμικών κινήσεων του σώματος, των χεριών και των ποδιών. Άλλος όρος για την όρχηση·
(β) σύνολο τραγουδιστών και χορευτών ο χορός στο αρχαίο δράμα·
(γ) ο τόπος όπου γινόταν ή όρχηση, ιδιαίτερα στον Όμηρο· Ομ. Οδ. θ 260: "λείηναν δε χορόν, καλόν δ' εύρυναν αγώνα" (ισοπέδωσαν [έκαναν λείο] το μέρος για το χορό [το χοροστάσι] και πλάτυναν καλά το χώρο). Στη Σπάρτη η αγορά λεγόταν χορός, γιατί οι νέοι συνήθιζαν να χορεύουν εκεί τις γυμνοπαιδίες. Παυσ. (Γ', 11, 9): "Σπαρτιάταις δέ επί της αγοράς Πυθαέως τέ εστιν Απόλλωνος και Αρτέμιδος και Λητούς αγάλματα· χορός δέ ούτος ο τόπος καλείται πας, ότι εν ταις γυμνοπαιδίαις... οι έφηβοι χορούς ιστάσι τώ Απόλλωνι" (στην αγορά τους οι Σπαρτιάτες έχουν αγάλματα του Πυθέα Απόλλωνα, της Αρτέμιδας και της Λητώς. Όλος αυτός ο τόπος ονομάζεται χορός, γιατί κατά τις γυμνοπαιδίες... οι έφηβοι εκτελούν χορούς προς τιμήν του Απόλλωνα).
Γιτιάδας
Λακεδαιμόνιος γλύπτης του 6ου π.Χ. αι. Κατά τον Παυσανία, αυτός κατασκεύασε το χάλκινο άγαλμα της Χαλκιοίκου Αθηνάς στη Σπάρτη. Οι πηγές μας παραδίδουν επίσης (Παυσανίας "Λακωνικά") ότι ο Γιτιάδας συνέθεσε και δωρικά άσματα καθώς και έναν ονομαστό ύμνο στην Αθηνά.
Εβδομαία
Ονομαστή "μουσική" γιορτή στη Μίλητο προς τιμήν του Απόλλωνα, που είχε γεννηθεί την 7η ημέρα, όπως μας λέει ο Ησίοδος ("Έργα και Ημέραι" 770): "ἑβδόμη ἱερὸν ἧμαρ` τῇ γὰρ Ἀπόλλωνα χρυσάορα γείνατο Λητώ ». Σ' αυτή τη γιορτή προϊσταντο οι "Μολπικοί " (ή "Μολποί "), που ήταν μια αρχαία εταιρεία μουσικών. Αλλά και στη Σπάρτη θυσίαζαν στον Απόλλωνα την 7η ημέρα (Ηρόδοτος ΣΤ΄57).
Ενόπλιος όρχησις
Είδος χορού, με κινήσεις που ήταν απομίμηση πολεμικών κινήσεων. Οι ορχούμενοι κρατούσαν όπλα και τα έσειαν ρυθμικά, ψάλλοντας εμβατήρια που λέγονταν "ενόπλια". Ο χορός ήταν σε χρήση ιδίως στη Σπάρτη, όπου κατά τον Αθήναιο: "οἱ ὀρχούμενοι ἔρρυθμον κίνησιν ἐποιοῦντο τὰ τοῦ Τυρταίου ἀπομνημονεύοντες". Ως αρχικός δάσκαλος ενόπλιας όρχησης αναφέρεται ο Πρίαπος. Παρόμοια όρχηση είχαν επίσης οι Μαντινείς και οι λοιποί Αρκάδες, όπως (σε κακόγουστη απομίμηση) και οι Σάλιοι της Ρώμης.
Ευρύκλεια
(τα) Μουσικοί αγώνες που γίνονταν στο Γύθειο προς τιμήν του Σπαρτιάτη Ευρυκλή, του ευεργέτη της πόλης (1ος π.Χ. αι.). "Ευρύκλεια" επίσης ονομάζονταν ανάλογες γιορτές στην ίδια τη Σπάρτη που ίδρυσε ο Ευρυκλής προς τιμήν του Αυγούστου. Διατηρήθηκαν ώς την εποχή του αυτοκράτορα Κόμμοδου.
Κορυθάλη
Κλάδος δάφνης στολισμένος με κορδέλες (βλ. ειρεσιώνη). Σχετιζόταν με την Κορυθαλία Αρτέμιδα (την προστάτιδα της γονιμότητας) προς τιμήν της οποίας χόρευαν κορυθαλίστριαι στη Σπάρτη και στη δωρική Νότια Ιταλία.
μοιρολόγια
Στην αρχαία Ελλάδα (και μάλιστα στη Σπάρτη και την Αθήνα), παρά τις σχετικές νομοθετικές απαγορεύσεις του Λυκούργου και του Σόλωνα, υπήρχαν γυναίκες επαγγελματίες θρηνωδοί από την Φρυγία ή την Καρία, οι οποίες συνέθεταν νεκρώσιμα άσματα στους "τρόπους" και τους ρυθμούς της πατρίδας τους. Έτσι επικράτησε κατά τους κλασικούς χρόνους η συνήθεια να τραγουδιούνται τα μοιρολόγια στους "τρόπους" και ρυθμούς αυτών των τόπων (φρύγια και καρικά αυλήματα)
Ούπιγγος νόμος
(ή ωδή) ΄Ετσι ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες μια ικετήριος ωδή (είδος δέησης) κατά τους τοκετούς, προς τιμήν της Αρτέμιδος. Προέρχεται από το «ούπις», που είναι επίθετο αποδιδόμενο στη θεά ως προστάτιδα των επιτόκων. Η ωδή (και οι σχετικοί ύμνοι, καλούμενοι "ούπιγγες") συνηθίζονταν κυρίως στη Σπάρτη, την Έφεσο, την Κρήτη και τη Θράκη.
παίων
Τα «παιωνικά μέτρα» χρησιμοποιούνταν αρχικά στα υπορχήματα, γιατί ο "παιωνικός ρυθμός", ζωηρός και άκρως κινητικός, δημιουργούσε περισσότερο ενθουσιασμό από τους επίσης χρησιμοποιούμενους «τροχαϊκούς» και «ιαμβικούς ρυθμούς» (βλ. τροχαίος και ίαμβος). Το δε γεγονός ότι τα υπορχήματα απευθύνονταν προς τον "Παιάνα Απόλλωνα", ονόμασε και τον περισσότερο χρησιμοποιούμενο πόδα τους: «παίωνα»` επειδή δε το υπόρχημα αναπτύχθηκε αρχικά στην Κρήτη, βάφτισε αυτόν τον πόδα και «κρητικό». Χρήση «παιώνων» γινόταν και στην πυρρίχη (που επίσης πρωτοαναπτύχθηκε στην Κρήτη) γι' αυτό και πίστευαν ότι οι «παίωνες» επινοήθηκαν από τους Κουρήτες και τους Κορύβαντες. Στους εφευρέτες των «παιώνων» περιλαμβανόταν επίσης και ο Θαλήτας (που από την Κρήτη τούς μετέφερε στη Σπάρτη).
Παρθενεία
(τα) (ή παρθένια) Αρχαία χορικά άσματα λυρικής υφής (αιολικής ή δωρικής προέλευσης). Ψάλλονταν κατά τις εορτάσιμες μέρες (κυρίως του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος) από παρθένες, οι οποίες ταυτόχρονα χόρευαν, ρυθμίζοντας με αυτά τις ορχηστικές τους κινήσεις. Τέτοια άσματα καλλιεργήθηκαν στη Σπάρτη, ευνοημένα από την πιο ελεύθερη ανατροφή της γυναίκας. Μορφολογικά, σχηματίζονταν από στροφές, αντιστροφές και επωδούς (που επαναλαμβάνονταν), ενώ δεν διέθεταν ούτε τη μιμητική έκφραση ούτε τη γρήγορη όρχηση των υπορχημάτων, γιατί εμφανίζονταν ως ποικιλία του προσοδίου (δηλαδή του άσματος της πομπής). Εκτός από τον Αλκμάνα, «παρθενεία» συνέθεσαν οι Πίνδαρος, Σιμωνίδης, Βακχυλίδης, κ.ά. Ως «παρθενεία» θεωρούνται και τα ορχηστικά άσματα της εξόδου στη "Λυσιστράτη". Είδος «παρθενείων» ήταν και τα δαφνηφορικά.
Σπάρτης κελήα
(η) και μώα (η) Αρχαιοελληνικά παιδικά μουσικά αγωνίσματα (απαγγελίας ή τραγουδιού) αναπόσπαστο μέρος της αγωγής των νέων στη Σπάρτη. Σ’ αυτά έπαιρναν μέρος παιδιά 8-13 ετών, υπό την ιερή σκέπη της Ορθίας Αρτέμιδος (που τη θεωρούσαν προστάτιδα της παιδικής και της πρώτης εφηβικής ηλικίας, στο δε ιερό της οποίας αφιέρωναν το έπαθλο της νίκης: ένα σιδερένιο δρεπάνι). Τα ονόματα των νικητών γράφονταν μαζί με το αγώνισμα σε ειδική πέτρινη στήλη. Η «κελήα» αναφέρεται και ως «κελεία», «καιλήα», «κελύα», «κελοία» και «κελέα».
Ταινάρια
(τα). Πανάρχαιη (προδωρική) γιορτή στο Ταίναρο (προς τιμήν του Ποσειδώνα) με λαμπρή πομπή, παννυχίδα και χορό ([[Πλούταρχος|Πλούταρχος]] «Των επτά σοφών Συμπόσιον»). Αργότερα, η γιορτή μεταφέρθηκε εμπλουτισμένη και στη Σπάρτη (στο ιερό του Ταινάριου Ποσεδώνα) και όπως γράφει ο [[Ησύχιος|Ησύχιος]], περιείχε επιβλητική πομπή από κήρυκες, αυλητές, θεοφόρο και μάντη (η παρουσία του θεοφόρου πρέπει προφανώς να συνδυαστεί με τη μεταφορά του θεϊκού αγάλματος από το Ταίναρο, ενώ η παρουσία του μάντη ίσως να συνδεόταν με νεκρικές τελετουργίες και επικλήσεις, αν θυμηθούμε ότι κατά την παράδοση ο Ηρακλής ανέβασε τον Κέρβερο από τον Άδη στο Ταίναρο...).
Τιμόθεος ο Μιλήσιος
(Μίλητος, 451/450-360/357 π.Χ.). Διαπρεπής αρχαίος μουσικός και ποιητής, μαθητής του Φρύνι όπως μας λέει ο Αριστοτέλης: "εἰ μὲν Τιμόθεος μὴ ἐγένετο, πολλὴν ἄν μελοποιίαν οὐκ εἴχομεν εἰ δὲ μὴ Φρῦνις, Τιμόθεος οὐκ ἄν ἐγένετο".. Άφησε όνομα ως διθυραμβοποιός που ανέπτυξε τη μονωδία και εισήγαγε σημαντικές καινοτομίες. Ασκούσε την τέχνη του στην Αθήνα (το 420 νίκησε στους αγώνες τον Φρύνι), αλλά πήγε και στον Αρχέλαο της Μακεδονίας (Πλούταρχος "Ηθικά" 334β) και στη Σπάρτη΄ όμως εκεί οι έφοροι, επειδή είχε προσθέσει στην συνηθιζόμενη τότε 7χορδη κιθάρα 4 ακόμα χορδές, αρνήθηκαν τον νεωτερισμό του και του έσπασαν τις πρόσθετες χορδές (ή κατ’ άλλους, τον εξόρισαν). Συγκεκριμένα: <Τὸν Τιμόθεον ἐλθόντα εἰς Λακεδαιμόνα μετὰ κιθάρας ἐνδεκαχόρδου, ἐξέωσαν οἱ Λάκωνες τοιαῦτα ψηφισάμενοι: "Ἐπειδή Τιμόσεορ ὁ Μιλήσιορ παραγενόμενορ ἐτταν ἁματέραν πόλιν, τὰν παλαιὰν μῶσαν ἀτιμάσδη, καὶ τὰν διὰ τᾶν ἑπτὰ χορδᾶν κισάριξιν ἀποστρεφόμενορ πολυφωνίαν εἰσάγων, λυμαίνεται τὰρ ἀκοάρ τῶν νέων διὰ τε τᾶρ πολυχορδίαρ τᾶρ καινότατορ τὸ μέλεορ, ἀγεννέα καὶ ποικίλαν ἀντί ἁπλᾶρ... ἐπαναγκάσαι δὲ καὶ τᾶρ ἕνδεκα χορδᾶν ἐκταμόντα τᾶρ περιττάρ, ὑπολίπων μόναρ τᾶρ ἑπτά:" >. Δηλαδή: "Επειδή ο Τιμόθεος ο Μιλήσιος που ήλθε στην πόλη μας βεβήλωσε την παλαιά Μούσα και περιφρόνησε την επτάχορδη λύρα εισάγοντας πολυφωνία, μόλυνε δε τα αφτιά των νέων μας με το καινοφανές μέλος της πολυχορδίας, που είναι θρασύ και φτιασιδωμένο αντί να είναι απλό... (γι’ αυτό και αποφασίστηκε) να αναγκαστεί να κόψει τις περιττές χορδές και να αφήσει μόνο τις επτά..." (Αρχιμανδρίτου Παγκρατίου Βατοπεδινού "Η μουσική κλίμαξ...",Κων/πολις 1917, σ. 26). Παρόμοιο απόσπασμα περιέχεται στα «Αποφθέγματα Λακωνικά» του Πλουτάρχου: «...Τιμοθέου δ΄ ἀγωνιζομένου τὰ Κάρνεια, εἶς τῶν ἐφόρων μάχαιραν λαβὼν ἠρώτησεν αὐτόν, ἐκ ποτέρου τῶν μερῶν αποτέμῃ τὰς πλείους τῶν ἑπτὰ χορδῶν»). Η παράδοση αυτή δείχνει το πόσο ο Τιμόθεος αγαπούσε τις καινοτομίες και μάλιστα περηφανευόταν για το ότι στους "σεμνούς μουσικούς νόμους έδωσε γλώτταν και χροιάν διθυραμβώδη" (Πλούταρχος "περί Μουσικής" 1132). Ως προς τις χορδές της λύρας, το πιθανότερο είναι ότι πρόσθεσε τη 10η χορδή (το οξύ φα). Η από αυτόν προσθήκη της 11ης και της 12ης χορδής αμφισβητείται. Πάντως οι καινοτομίες του (ανέμιξε το εξάμετρο με ελεύθερους ρυθμούς και χρησιμοποίησε εντατικότερα τον μελισμό) αρχικά ξένισαν την αίσθηση των Αθηναίων, αλλά ο Ευριπίδης, καινοτόμος και ο ίδιος, τον ενθάρρυνε λέγοντάς του ότι σε λίγο θα κυριαρχήσει στο θέατρο (όπως άλλωστε και έγινε). Αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα αναγνωρίστηκε η ποίησή του. Παραδίδεται ότι οι Εφέσιοι του έδωσαν χίλιους χρυσούς στατήρες για τον "Ύμνο στην Άρτεμι"(!), οι δε νέοι της Αρκαδίας μάθαιναν και τραγουδούσαν τους νόμους του. Κατά τη Σούδα, συνέθεσε 19 νόμους, 26 προοίμια, 21 ύμνους και 18 διθυράμβους (τα έργα του καταλάμβαναν 18 βιβλία με 8.000 στίχους...). Από τους νόμους του (ποιήματα ψαλλόμενα με συνοδεία κιθάρας) μνημονεύεται ιδιαίτερα οι "Πέρσες" και μάλιστα λέγεται ότι, όταν τους τραγουδούσε στη Νεμέα ο μουσικός Πυλάδης, οι παρόντες έστρεψαν το βλέμμα τους προς τον Φιλοποίμενα, τον "έσχατο των Ελλήνων" (που τότε ήταν στην αρχή της σταδιοδρομίας του...). Από αυτό το ποίημα βρέθηκε το 1902 στο Αμπουσίρ της Κάτω Αιγύπτου εκτεταμένο μέρος (253 στίχοι, πλήν των 100 στίχων της αρχής) που περιγράφει σκηνές από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας μέσω 4 μονολόγων. (Συγκεκριμένα, οι στίχοι 1-190 περιέχουν σε διθυραμβικό ύφος την περιγραφή της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών. Οι στίχοι 191-209 αποτελούν τη διαταγή υποχώρησης του Πέρση βασιλιά. Στους στίχους 210-219 γίνεται μνεία του πανηγυρισμού της νίκης, ενώ οι υπόλοιποι στίχοι αποτελούν τη λεγομένη "σφραγίδα" του ποιήματος, στην οποία ο ποιητής δηλώνει την ταυτότητά του και μιλάει για τον εαυτό του). Ο πάπυρος αυτός είναι μέχρι στιγμής το αρχαιότερο διασωσμένο δείγμα της Ελλ. Γραμματείας. Από τον Τιμόθεο έχουν επίσης σωθεί ελάχιστα τμήματα από τα έργα του "Κύκλωπας", "Νιόβη", "Σκύλλα" και "Ελπήνωρ".
Υακίνθια
Από τις μεγαλύτερες αρχαίες γιορτές. Γιορταζόταν κάθε χρόνο στις Αμύκλες της Σπάρτης το μήνα Εκατομβαιώνα (αντίστοιχο του αττικού Θαργηλιώνα) προς τιμήν του Υάκινθου (παλιού τοπικού θεού που συνδεόταν λατρευτικά με τον Απόλλωνα). Η γιορτή, διαρκούσε 3 μέρες ([[Αθήναιος|Αθήναιος]] ΙV, 139 d-f). Από αυτές, η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη --αφιερωμένη στον θάνατο του Υάκινθου (και τότε απαγορεύονταν τα άσματα και οι παιάνες). Οι 2 άλλες μέρες --αφιερωμένες στον Απόλλωνα-- ήταν χαρούμενες και γιορτάζονταν από ελεύθερους και δούλους, με σημαντική συμμετοχή της μουσικής: «παῖδες τε γὰρ κιθαρίζουσιν ἐν χιτῶσιν ἀνεζωσμένοις καὶ πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες πάσας ἄμα υῷ πλήκτρῳ τὰς χορδὰς ἐπιτρέχοντες ἐν ῥυθμῷ μὲν ἀναπαίστῳ μετ ` ὀξέος δὲ τόνου υὸν θεὸν ᾄδουσιν.» ([[Αθήναιος|Αθήναιος]]). Στον Απόλλωνα προσφερόταν πέπλος, που είχαν υφάνει παρθένες (Στράβων VΙ, 278) και διοργανωνόταν πομπή 5 χιλιομέτρων (όπως στα «Παναθήναια») κατά μήκος της Υακινθίδας οδού (Σπάρτη-Αμύκλες, παράλληλα στον Ευρώτα). Όλως αξιοσημείωτο και το ότι στη διάρκεια των Υακινθίων, οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ανακωχή (αν βρίσκονταν σε πόλεμο) ή δεν έπαιρναν μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις (όσο σπουδαίο κι αν ήταν το διακυβευόμενο). Τα Υακίνθια γιορτάζονταν ώς το τέλος της ρωμαϊκής Εποχής.
Φρύνις ο Μυτιληναίος
Ο Φρύνις ο Μυτηλιναίος, ήταν αρχαίος μουσικός του 5ου π.Χ. αι., καταγόμενος από τη Λέσβο (γιος του Κάνωπος). Σπούδασε αρχικά αυλητική με τον Αριστοκλείδη και στη συνέχεια επιδόθηκε στην κιθαριστική. Τότε, στις 7 χορδές της κιθάρας προσέθεσε άλλες 2, χωρίς επιτυχία όπως φαίνεται γιατί κατά την παράδοση όταν πήγε στη Σπάρτη, ένας από τους εφόρους της (ονομαζόμενος Εμηρεπής ή μάλλον Εμπρεπής) "σκεπάρνῳ τὰς δύο τῶν ἐννέα χορδῶν ἐξέτεμεν εἰπών Μ η κ α κ ο ύ ρ γ ε ι τ η ν Μ ο υ σ ι κ ή ν " (Πλούταρχος "Αποφθέγματα Λακεδαιμονίων" σ. 139). Ο Αριστοφάνης και άλλοι κατηγόρησαν τις μουσικές καινοτομίες του ότι "εξεθήλυναν" και "διέφθειραν" την προγενέστερή του μουσική. Στην ουσία, φαίνεται ότι ο Φρύνις μεταχειριζόταν αντί για τετράχορδα, πεντάχορδα πυκνού χρωματισμού και μέσω αυτών επιχειρούσε "μετατροπίες" σε 12 τρόπους (κλίμακες)` έτσι τουλάχιστον αφήνει να εννοηθεί το γνωστό απόσπασμα από το "περί Μουσικής" του Πλουτάρχου: "ἐν πενταχόρδοις δώδεχ' ἁρμονίας έχων". Ο Φρύνις περιόδευσε στην Πελοπόννησο και τη Μεγάλη Ελλάδα ως επαγγελματίας μουσικός και μάλιστα πήρε μέρος και νίκησε (επί Καλλίου άρχοντος, το 456 π.Χ.) στα Παναθήναια. Ο Αριστοτέλης τον θεωρεί βασικό υπαίτιο των μουσικών καινοτομιών, γράφοντας "αν δεν υπήρχε ο Φρύνις δεν θα είχε υπάρξει ο Τιμόθεος" ("Μεταφυσικά").
Χιτώνια
(τα) Αρχαιοελληνική γιορτή του αττικού Δήμου Χιτώνη προς τιμήν της Αρτέμιδος Χιτωνίας (της εικονιζόμενης με κοντό κυνηγητικό χιτώνιο). Χιτώνια γιορτάζονταν επίσης στη μυκηναϊκή Σπάρτη, αλλά και στις Συρακούσες (όπου, κατά τον Αθήναιο, συνοδεύονταν από ιδιότυπο χορό και μουσική: «παρά δὲ Συρακοσίοις καὶ χιτωνίας Ἀρτέμιδος ὄρχησίς τις ἐστιν ἴδιος και αὔλησις»). Άλλοι πάλι μεταγενέστεροι συγγραφείς θεωρούν ότι η Άρτεμις Χιτωνία ήταν επίκλητη της Βραυρωνίας Αρτέμιδος, προς τιμήν της οποίας διοργανώνονταν ανά τετραετία στη Βραυρώνα Αττικής λαμπρές γιορτές και αγώνες ραψωδών με αντικείμενο την «Ιλιάδα» ([[Ησύχιος|Ησύχιος]]) οι οποίοι απετέλεσαν πρότυπο των αντίστοιχων αγώνων που καθιέρωσε στα [[Παναθήναια|Παναθήναια]] ο Πεισίστρατος. Επίσης, οι εκεί ανασκαφές απεκάλυψαν μικρούς πήλινους κρατήρες του 5ου π.Χ. αι., στους οποίους εικονίζονται κοπέλες με κοντό χιτώνα να χορεύουν (προφανώς προς τιμήν της Αρτέμιδος).