ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ερατοσθένης
(275-195/4 π.Χ.)· γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε στην Αλεξάνδρεια. Λόγιος και επιστήμονας μεγάλης φήμης, θεωρούμενος ο πιο πολυμαθής άνθρωπος των γραμμάτων και της επιστήμης της εποχής του στην Αλεξάνδρεια. Αφού σπούδασε πρώτα στην Αλεξάνδρεια και κατόπι στην Αθήνα, ξαναγύρισε και εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αλεξάνδρεια, όπου έγινε διευθυντής της περίφημης Βιβλιοθήκης της. Υπήρξε ο πρώτος που επονομάστηκε φιλόλογος· από πολλούς ονομαζόταν ο Βήτα, δηλ. Δεύτερος σε κάθε θέμα γενικής γνώσης. Στα πολυάριθμα έργα του (φιλοσοφικά, γεωγραφικά, ιστορικά, μαθηματικά, αστρονομικά κτλ.) υπάρχουν πολλές αναφορές στη μουσική. Βιβλιογραφία: G. Bernhardy, Eratosthenes, Βερολίνο 1822. Γ. Παχυμέρης, Vincent, Notices, Παρίσι, 1847, σσ. 392-393. C. ν. Jan, Excerpta Neapolitana, σσ. 416-417· Mus. script. Gr., Λιψία 1895.

Καλλίμαχος
(περίπου 310-240 π.Χ.). Ο επιφανέστερος ελεγειοποιός ποιητής της «Αλεξανδρινής περιόδου». Καταγόταν από την Κυρήνη και σπούδασε στην Αθήνα. Εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια και σταδιοδρόμησε στην αρχή ως δάσκαλος σε προάστιο και στη συνέχεια, στην υπηρεσία του Πτολεμαίου Β΄ και της Βιβλιοθήκης. Απέκτησε φήμη σοφού. Έγραψε 800 βιβλία (!) και συντάσσοντας σε 120 βιβλία "Πίνακα τῶν ἐν πάσῃ παιδείᾳ διαλαμψάντων καὶ ὧν συνέγραψαν ", έγινε ο πατέρας της "Ιστορίας της Λογοτεχνίας". Από τα ποιητικά έργα του διασώθηκαν μόνο 63 επιγράμματα και 6 ύμνοι: στο Δία, στον Απόλλωνα, στην Άτρεμι, στη Δήλο, στη Δήμητρα και στα λουτρά της Παλλάδος (όταν την αντίκρυσε γυμνή ο Τειρεσίας) σε δακτυλικό εξάμετρο κατά μίμηση των Ομηρικών Ύμνων (εκτός του τελευταίου, που είναι σε ελεγειακό μέτρο). Οι ειδικού θεωρούν ότι η ποίησή του στερείται πηγαίας έμπνευσης και αισθήματος και, δοθέντος ότι 12 επιγράμματά του κοσμούν και την «Μούσα Παιδική» του Στράτωνος (120 βιβλίο της 16τομης «Παλατινής Ανθολογίας»), των τοποθετούν επικεφαλής των «παρακμιών». Το ποιητικό-λυρικόι του αριστούργημα «Η κόμη της Βερενίκης» (που γράφτηκε για να κολακεύσει τη βασίλισσα Βερενίκη-αδελφή και σύζυγο του Πτολεμαίου Β΄) σώθηκε ολόκληρο σε λατινική μετάφραση. Από αυτό παραθέτουμε μερικούς στίχους (σε μετάφραση Μαρίνου Σιγούρου). Επίσης παραθέτουμε και χαρακτηριστικό «Παιδικό» του επίγραμμα (σε μετάφραση Γιώργου Ιωάννου) μαζί με το αρχαίο κείμενο, για να δειχτεί το λόγιο γλωσσικό και ποιητικό ύφος της Εποχής: «Στο σίδερο μπροστά που ξεριζώνει και όρη, μια κόμη τί μπορεί να κάμει; Ω Δία, το γένος όλο των χαλύβων είθε να ξεκληρίσει κι όποιος πρώτος εζήτησε να βρει στης γης τα σπλάχνα το σίδερο, για να το πελεκήσει. ...... Μα όποια του γάμου επρόδωσε την πίστη η γη ας πιει την ακάθαρτη σπονδή της, κι από ανάξιες δεν θέλω άπρεπα δώρα» «Ἔγχει, καὶ πάλιν εἰπέ, Διοκλέος` οὐδ΄ Ἀχελῷος κείνου τῶν ἱερῶν αἰσθάνεται κυάθων. Καλὸς ὁ παῖς, Ἀχελῷε, λίην καλός` εἰ δέ τις οὐχὶ φησὶν--ἐπισταίμην μοῦνος ἐγὼ τὰ καλά». δηλαδή «Γέμισε το ποτήρι και ξαναπέστο: Στην υγειά του Διοκλέους. Όπως ο Αχελώος που δεν νιώθει τις ιερές σπονδές στο όνομά του. Όμορφο το αγόρι, Αχελώε, λίαν όμορφο. Κι αν κάποιος το αρνείται αυτό που λέω, αυτό σημαίνει πως εγώ μονάχα ξέρω απ’ τα όμορφα».

Πτολεμαΐς
Λογία από την Κυρήνη που συνέταξε σε μορφή ερωταποκρίσεων "Πυθαγορικὴν τῆς μουσικῆς στοιχείωσιν", όπου αναφέρεται στο ιστορικό της διαμάχης Αριστοξενείων και Πυθαγορείων
 
όπου αναφέρεται στο ιστορικό της διαμάχης Αριστοξενείων και Πυθαγορείων

Αθάνατοι προπάτορες των μουσικών διαλόγων !
Η μουσική ήταν, είναι και θα είναι πεδίο έντονων διαλόγων, καθόσον αναφέρεται ΚΑΙ στην υποκειμενικότητα των ανθρώπων
Κε Ζαμπέλη νάστε καλά μ' όσα (ΤΟΣΑ) postάρετε αόκνως !
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΜΠΕΤΣΟΣ;98091 said:
Αθάνατοι προπάτορες των μουσικών διαλόγων !
Η μουσική ήταν, είναι και θα είναι πεδίο έντονων διαλόγων, καθόσον αναφέρεται ΚΑΙ στην υποκειμενικότητα των ανθρώπων
Κε Ζαμπέλη νάστε καλά μ' όσα (ΤΟΣΑ) postάρετε αόκνως !

ΠΤΟΛΕΜΑΪΣ
(6ος π.Χ. αιώνας). Νεοπυθαγόρεια φιλόσοφος, μουσικός και μαθηματικός. Την αναφέρει ο Πορφύριος στο έργο του “ΕΙΣ ΤΑ ΑΡΜΟΝΙΚΑ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΥ ΥΠΟΜΝΗΜΑ”. Κατά τον Πορφύριο (νέοπλατωνικό φιλόσοφο του 3ου μ.Χ. αιώνα) η Πτολεμαϊς μεταξύ άλλων απέδειξε και την πρόταση: “ΕΑΝ ΔΥΟ ΑΡΙΘΜΟΙ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΑΝΤΕΣ ΑΛΛΗΛΟΥΣ ΠΟΙΩΣΙ ΤΙΝΑΣ, ΟΙ ΓΕΓΟΜΕΝΟΙ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΙΣΟΙ ΑΛΛΗΛΟΙΣ ΕΣΟΝΤΑΙ” (δηλαδή αβ=βα)

[...ενδιαφέρον πώς τέτοια ζητήματα γίνονται θέματα λογοτεχνικόν έργων
σήμερα. Παλιά η μαθηματική ήταν δυνατό να εμφανιστεί σαν τραγούδι. Κι ἔτσι ο ψάλτη, ψαλμός αγγελικό, κουβέντα ζόρικο...:)]
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ερατοσθένης
(275-195/4 π.Χ.)· γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε στην Αλεξάνδρεια.

Πτολεμαίος
Κλαύδιος· μεγάλος γεωγράφος, αστρονόμος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Γεννήθηκε το 108 μ.Χ. περίπου (κατ' άλλους το 85 μ.Χ.) στο Πηλούσιο της Αιγύπτου και πέθανε μεταξύ 163 και 168 μ.Χ. στην Κάνωβο, κοντά στην Αλεξάνδρεια. Η Σούδα αναφέρει πως έζησε στην εποχή του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου (161-180 μ.Χ.)· "γεγονώς επί των χρόνων Μάρκου του βασιλέως". Έζησε στην Κάνωβο και στην Αλεξάνδρεια, όπου είχε τα εργαστήριά του. Εκτός από τα πολυάριθμα και σημαντικά βιβλία του για την αστρονομία, της οποίας υπήρξε ένας από τους κύριους θεμελιωτές, τη γεωγραφία και τα μαθηματικά, ο Πτολεμαίος έγραψε ένα σημαντικότατο επιστημονικό έργο για τη μουσική, τα Αρμονικά, σε τρία βιβλία (Αρμονικών βιβλία τρία). Το έργο αυτό αποτελεί μια πολύτιμη εκτίμηση, ερμηνεία και ανάπτυξη των πυθαγόρειων δογμάτων και αρχών για τη μουσική. Ο Gevaert (Ι, 12) τοποθετεί τον Πτολεμαίο και το έργο του Αρμονικά στο ίδιο επίπεδο με τον Αριστόξενο και τα Αρμονικά Στοιχεία του. Ο Πτολεμαίος και ο Αριστόξενος αντιπροσωπεύουν, γι' αυτόν, τις δύο μεγάλες σχολές της μουσικής επιστήμης στους αρχαίους χρόνους: την Πυθαγόρεια και την Αριστοξένεια. Τα Αρμονικά του Πτολεμαίου μεταφράστηκαν από τα ελληνικά πρώτα στα αραβικά, τον 9ο αι. μ.Χ. Μια λατινική μετάφραση δημοσιεύτηκε από τον Ant. Gogavinus, μαζί με τα Στοιχεία του Αριστόξενου (πρβ. Ptolemaei Harmonicorum, Βενετία 1562, 51-150). Μια προσεκτική έκδοση με το ελληνικό και το λατινικό κείμενο περιλήφθηκε από τον Johannes Wallis στα Opera Mathematica (τόμ. 1-3, Οξφόρδη 1699). Ο τρίτος τόμος του έργου αυτού περιέχει: (α) Πτολεμαίου Αρμονικά, τρία βιβλία (σσ. 1-152)· (β) Πορφυρίου Εις τα Αρμονικά Πτολεμαίου Υπόμνημα, σσ. 189-355· (γ) Μανουήλ Βρυέννιου Αρμονικά (σσ. 359-508)· επίσης, και έργα του Αρχιμήδη και του Αρίσταρχου από τη Σάμο. Η πιο επιμελημένη και προσεκτική ως τώρα έκδοση του ελληνικού κειμένου δημοσιεύτηκε από τον Ingemar During (Die Harmonielehre des Klaudios Ptolemaios, Goteborg 1930, σσ. CVI + 147· το κείμενο σσ. 1-121). Ακολουθεί μια γερμανική μετάφραση από τον I. During (Ptolemaios und Porphyrios uber die Musik, Goteborg 1934), με πολύτιμες σημειώσεις. Ο Α. J. Η. Vincent στις Notices του περιλαμβάνει μερικά άλλα μουσικά αποσπάσματα (Πτολεμαίου Μουσικά, σσ. 252-255)· επίσης, ο C. v. Jan στο έργο του Mus. script. Gr. δημοσιεύει τα Πτολεμαίου Μουσικά (Excerpta Neapolitana 411-421). Πρβ. R. P. Winnington-Ingram, Mode in Ancient Greek Music, Cambridge 1936 (ιδιαίτερα, το κεφ. "The Evidence of Ptolemy", σσ. 62-71)· και Μ. I. Henderson, στη New Oxford History of Music 1957, σσ. 355-358 κτλ.

Αλκείδης
(2ος/3ος αί. μ.Χ.)· μουσικός από την Αλεξάνδρεια, ένας από τους δειπνοσοφιστές του Αθήναιου (A', IF): "μουσικός δε παρήν Αλκείδης ο Αλεξανδρεύς". Το όνομά του εμφανίζεται επίσης δύο φορές στο Δ', 174Β, 75: όταν από ένα γειτονικό σπίτι ακούστηκε πολύ γλυκός και ευχάριστος ήχος από ύδραυλη, ο Ουλπιανός, ένας άλλος δειπνοσοφιστής, στράφηκε "προς τον μουσικό Αλκείδη" και τράβηξε την προσοχή του στον αρμονικό (ευφωνικό) ήχο, τόσο διαφορετικό σε χαρακτήρα από τον ήχο "του μόναυλου, τόσο κοινού σε σας τους Αλεξανδρινούς, που προκαλεί πόνο (ενόχληση) στους ακροατές παρά μουσική ευχαρίστηση". Η παρατήρηση αυτή έδωσε την ευκαιρία στον Αλκείδη να υπερασπιστεί τα επιτεύγματα των Αλεξανδρινών στη μουσική και να βγάλει έναν μακρό και πληροφοριακό λόγο για τα μουσικά όργανα, που επεκτείνεται σε ολόκληρο το βιβλίο Δ' (174Β, 75, ως 185Α, 84). Η εποχή που έζησε είναι άγνωστη, αλλά μπορεί να θεωρηθεί σύγχρονος του Αθήναιου (2ος/3ος αι. μ.Χ.)

Βάθυλλος
(1ος αι. π.Χ./1ος αι. μ.Χ.)· περίφημος μίμος από την Αλεξάνδρεια (γνωστός ως ο Αλεξανδρεύς). Εισήγαγε, μαζί με τον Πυλάδη, την παντομιμική τέχνη στο ρωμαϊκό θέατρο κατά το 23/22 π.Χ. Έγραψε ένα βιβλίο Περί ορχήσεως, όπου εξετάζει την ιταλική όρχηση ως μείγμα του κόρδακα, της εμμέλειας και της σικίννιδας (βλ. τα λ. κόρδαξ, εμμέλεια και σίκιννις)· πρβ. Αθήν. A', 20D, 37. Στην αρχή συνεργάστηκε με τον Πυλάδη, αλλά αργότερα οι διαφορές μεταξύ τους αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, που δημιουργούνταν στο θέατρο σοβαρές ταραχές ανάμεσα στους οπαδούς τους· αυτή η κατάσταση οδήγησε στην εξορία του Πυλάδη από τον αυτοκράτορα Αύγουστο (17 μ.Χ.). Η τέχνη του Βάθυλλου, σε σύγκριση με την τέχνη του Πυλάδη, ήταν πιο χαρωπή και εύθυμη, πιο κοντά στον κόρδακα· όπως λέει ο Πλούταρχος (Συμποσιακά VII, Προβλ. 8, 3): "δέχομαι την Βαθύλλειον [όρχησιν] του κόρδακος απτομένην" (προτιμώ την τέχνη [όρχηση] του Βάθυλλου, γιατί πλησιάζει τον κόρδακα). Η όρχηση του Πυλάδη περιγραφόταν (Πλούτ. ό.π.) με αυτά τα λόγια: "αποπέμπω την πυλάδειον ογκώδη και παθητικήν και πολύκοπον ούσαν" (απορρίπτω την πυλάδεια [όρχηση], γιατί είναι πομπώδης, παθητική και κουραστική [θρηνώδης, κλαψιάρικη]).

Δίδυμος
(περ. 63 π.Χ.-10 μ.Χ.)· γραμματικός από την Αλεξάνδρεια, επονομαζόμενος "ο Αλεξανδρεύς". Επονομάστηκε επίσης Χαλκέντερος (ακαταπόνητος, ακούραστος) για την επίμονη εργατικότητά του στη συγγραφή βιβλίων, και Βιβλιολάθας, γιατί, έχοντας συγγράψει τεράστιο αριθμό βιβλίων (κατά τη Σούδα 3500!), δεν μπορούσε να τα θυμάται (Αθήν. Δ', 139C, 17). Ανάμεσα σε άλλα, έγραψε ένα θεωρητικό βιβλίο μουσικής που χάθηκε· αναφέρεται όμως από τον Πτολεμαίο και τον Πορφύριο· σ' αυτό συζητά τις θεωρίες του Πυθαγόρα και του Αριστόξενου. Του αποδίδεται ο καθορισμός του "Διδύμειου κόμματος" ή "κόμματος του Διδύμου" (βλ. λ. κόμμα), που είναι η διαφορά μεταξύ ενός μεγάλου ("μείζονος") τόνου (9:8) και ενός "ελάσσονος" τόνου (10:9), δηλ. 81:80. Βλ. λ. δίεσις.

Έγχορδα
όργανα· ήταν πολλά σε χρήση στην αρχαία Ελλάδα και διέφεραν στο σχήμα, το μέγεθος, την έκταση και το όνομα. H βασική αρχή, που κυριαρχούσε σχεδόν σε όλα, ήταν ότι οι χορδές εκτείνονταν και παίζονταν (με τα δάχτυλα ή με πλήκτρο) στο κενό (τα όργανα δεν είχαν χέρι) και κάθε χορδή έδινε έναν ήχο. Οι Έλληνες δε γνώριζαν τη χρήση του τόξου (δοξαριού)· ο ήχος παραγόταν με χτύπημα πάνω στις χορδές είτε απευθείας με τα δάχτυλα, είτε με τη χρήση ενός πλήκτρου. Μερικά όργανα με χέρι, όπως το μονόχορδον, χρησιμοποιούνταν για επιστημονικούς σκοπούς· άλλα, όπως η πανδούρα ή το τρίχορδον, ήταν πιο γνωστά στην Αλεξάνδρεια.

Έλυμος
είδος φρυγικού αυλού, κατασκευασμένου από πυξάρι· ήταν ένας δίαυλος, με τον έναν αυλό μακρύτερο (αυτόν που ήταν αριστερά), κυρτό (καμπύλο) στο τέλος, και με κατάληξη σ' ενα άνοιγμα πλατύτερο (καμπάνα)· πρβ. Αθήν. Δ', 185Α, 84. Το κέρατο της καμπάνας του αντιστοιχούσε προς εκείνο της σάλπιγγας. Ο Πολυδεύκης (IV, 74) λέει ότι το υλικό κατασκευής του ήταν το πυξάρι, η καταγωγή του φρυγική, και το κεράτινο άκρο του (καμπάνα) κυρτό (ανανεύον). Η κοιλία ήταν στενή· πρβ. Αιλιανός, Πορφύρ. (Comment. I.D. 34). Κατά τον Ησύχιο έλυμος λεγόταν και το πάνω μέρος του αυλού, όπου έμπαινε η γλωσσίδα· επίσης η θήκη της κιθάρας ("έλυμοι, τα πρώτα των αυλών, εφ' ών η γλωσσίς... και η της κιθάρας... θήκη"). Ο έλυμος αυλός συνδεόταν στενά με τη λατρεία της Κυβέλης (Πολυδ. IV, 74). Ήταν γνωστός και στην Αίγυπτο, ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρεια, και στην Κύπρο· Αθήν (Δ', 176F, 79 και 177Α, 79): "χρήσθαι δ' αυτοίς και Κυπρίους, φησί Κρατίνος ο νεώτερος".
Βλ. τα λ. εγκεραύλης και κεράστης.


Ευκλείδης
(350/330-275/270 π.Χ.)· μεγάλος μαθηματικός και γεωμέτρης. Είναι άγνωστο πού γεννήθηκε· σύμφωνα με ορισμένες πηγές γεννήθηκε στη Γέλα της Σικελίας, από όπου και το επώνυμο του Γελώος ή Σικελός· άλλοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε στην Τύρο της Συρίας από Έλληνα πατέρα, τον Ναυκράτη, από τη Δαμασκό. Ο Ευκλείδης έζησε και δίδαξε στην Αλεξάνδρεια ύστερα από πρόσκληση του πρώτου βασιλιά της Αλεξάνδρειας Πτολεμαίου Ι (323-284 π.Χ.). Σε αυτόν αποδιδόταν πρώτα η Εισαγωγή Αρμονική· το όνομά του ως συγγραφέα της εμφανίζεται σε χειρόγραφα από τον 12ο ως τον 15ο αι. μ.Χ. και στην έκδ. του Meibom Ant. mus. auct. sept., 1652 (τόμ. Ι, σσ. 1-22). Η Εισαγωγή τώρα έχει οριστικά αποδοθεί στον Κλεονείδη. Με το όνομά του τώρα παραμένει η Κατανομή Κανόνος, θεωρήματα μουσικά, δημοσιευμένη από τον Meibom στην παραπάνω εκδοσή του, σσ. 23-40, και από τον Carl v. Jan στην έκδοσή του Mus. script. Gr. (Sectio canonis, Κατανομή Κανόνος, σσ. 148-166). Η Κατανομή Κανόνος μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Ch.-Em. Ruelle στην εκδοσή του Collection des auteurs Grecs relatifs a la musique, μετά την Εισαγωγή του Κλεονείδη (Παρίσι 1883, La division du canon d'Euclide le Geometre, σσ. 42-59).

Ησύχιος
(5ος αι. μ.Χ.)· γραμματικός και λεξικογράφος από την Αλεξάνδρεια, γνωστός ως Αλεξανδρεύς. Το Λεξικό του θεωρείται μια από τις πιο σημαντικές πηγές πληροφοριών για την ελληνική γλώσσα, την ιστορία, τη ζωή και τις τέχνες. Ανάμεσα στο πλούσιο υλικό του Λεξικού βρίσκουμε πληροφορίες σχετικά με τη σημασία και τη χρήση αρχαίων μουσικών όρων, οργάνων κτλ. Ο πλήρης τίτλος του Λεξικού στα ελληνικά είναι: "Ησυχίου γραμματικού Αλεξανδρέως συναγωγή πασών λέξεων κατά στοιχείον εκ των Αριστάρχου και Απίωνος και Ηλιοδώρου". Η πρώτη έκδοση του Λεξικού έγινε το 1514 από τον Άλδο Μανούτιο στη Βενετία, με την επίβλεψη του Κρητικού φιλολόγου Μάρκου Μουσούρου (1470-1567), ο οποίος εξέδωσε και πολλά άλλα ελληνικά έργα (των Αθήναιου, Πλάτωνα, Αριστοφάνη, Ευριπίδη κ.ά.). Ακολούθησαν άλλες εκδόσεις από τους Α. Francino (Φλωρεντία 1520), C. Schrevelio - J. Pricaei (Leyden 1668), Johannes Alberti (Leyden 1746-1766), Mauricius Schmidt (Ιένα 1858-1868) και Κ. Latte (Κοπεγχάγη 1953).

Κλεονείδης
ή Κλεονίδης (ή για μερικούς Κλεωνίδης)· θεωρητικός της μουσικής του 2ου αι. μ.Χ.· τίποτε δεν είναι γνωστό για τη ζωή του. Σε αυτόν αποδίδεται σήμερα η Εισαγωγή αρμονική, που παλαιότερα αποδιδόταν στον Ευκλείδη (Meibom Ant. mus. auct. sept., gr. et lat., τόμ. Ι, ΙΙ, σσ. 1-22), ή στον μαθηματικό Πάππο από την Αλεξάνδρεια ή στον Ζώσιμο. Ο Ch.-Em. Ruelle στην εισαγωγή του στη μετάφραση της Εισαγωγής (σσ. 1-15) συζητεί λεπτομερειακά το θέμα της προσωπικότητας του συγγραφέα. Το όνομα του Ευκλείδη, λέει, ως συγγραφέα της Εισαγωγής εμφανίζεται σ' ένα χειρόγραφο (στη Βενετία) του 12ου αιώνα και σε πολλούς κώδικες του 14ου και 15ου αι., πιθανώς από το ίδιο πρωτότυπο. Άλλα χειρόγραφα δίνουν το όνομα του Πάππου και πολλά άλλα του Κλεονείδη (Barberine II, αρ. 86, Παρισιού, αρ. 2535, 16ος αι., Βατικανού, αρ. 221, Φλωρεντίας). Ένα χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Μαδρίτης έχει το όνομα του Ζώσιμου, ενώ στον Codex Vulganis του Leyden αποδίδεται σ' έναν Ανώνυμο. Διάφοροι μελετητές του 19ου αιώνα δεν συμφώνησαν στο ποιος είναι ο συγγραφέας της Εισαγωγής· ο Vincent το αποδίδει στον Πάππο, ενώ ο Westphal σ' έναν ψευδο-Ευκλείδη. Ο Carl v. Jan το αποδίδει πειστικά στον Κλεονείδη κι έτσι σήμερα θεωρείται ο πραγματικός συγγραφέας. Πρώτη έκδοση της λατινικής μετάφρασης, χωρίς το ελληνικό κείμενο, δημοσιεύτηκε από τον Georgio Valla με το όνομα του Κλεονείδη (Cleonidae harmonicum introductorum, Βενετία 1497). Ο Carl. v. Jan ήταν ο πρώτος που δημοσίευσε το ελληνικό κείμενο με το όνομα του Κλεονείδη στην έκδοσή του Musici scriptores Graeci (Λιψία 1895, Τ., σσ. 179-207). Μια γαλλική μετάφραση με μια ενδιαφέρουσα εισαγωγή ("Avertissement") και σχόλια δημοσιεύτηκε από τον Charles-Emile Ruelle στη σειρά του Collection des auteurs grecs relatifs a la musique (Παρίσι 1883, III, 16-41). Η Εισαγωγή του Κλεονείδη βασίζεται πάνω στις αρχές του Αριστόξενου και θεωρείται σπουδαία πηγή πληροφοριών για τις θεωρητικές αντιλήψεις και τη διδασκαλία του Αριστόξενου.

Κτησίβιος
(3ος ή 2ος αι. π.Χ.)· μηχανικός. Γεννήθηκε και έζησε στην Αλεξάνδρεια. Τίποτε δεν είναι γνωστό για τη ζωή του. Στον Αθήναιο (Δ', 174Β και D, 75) ο Αλκείδης λέει, ολότελα αστήρικτα, πως ήταν κουρέας (!) και ότι έζησε τον καιρό του [Πτολεμαίου VII] Ευεργέτη II (146-116/117 π.Χ.). Πιο πέρα όμως (174Ε) λέγεται πως, κατά το βιβλίο του Τρύφωνα Περί αυλών και οργάνων, ο Κτησίβιος ήταν μηχανικός. Ως προς την εποχή του, υπήρξαν διάφορες απόψεις· από μερικούς τοποθετείται στην εποχή του Πτολεμαίου ΙΙΙ-Ευεργέτη Ι (246-222 π.Χ.) και από άλλους γύρω στο 180 π.Χ. (βλ. και παραπάνω, τα στοιχεία που αναφέρονται στον Αθήναιο). Στον Κτησίβιο αποδίδεται γενικά η εφεύρεση της ύδραυλης. Θεωρείται ακόμα πρωτοπόρος στην επιστήμη των μηχανικών ιδιοτήτων του αέρα και έγραψε, ανάμεσα σε άλλα, βιβλίο με τίτλο Υπομνήματα μηχανικά, που δεν διασώθηκε. Σε αυτόν αποδίδονται ακόμη η κατασκευή ενός υδραυλικού ρολογιού και διαφόρων υδραυλικών μηχανών. Γενικά, θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους μηχανικούς της αρχαιότητας.


Τεχνίται Διονύσου
καλλιτέχνες του Διόνυσου, που πολύ συχνά ονομάζονταν οι περί τον Διόνυσον τεχνίται ή Διονυσιακοί τεχνίται ή και απλώς οι τεχνίται. Οι τεχνίτες ήταν στην αρχή και για ένα μακρό διάστημα μόνο καλλιτέχνες θεάτρου, υποκριτές και μουσικοί (αυλητές, χορωδοί, χορευτές).
Από άλλες επιγραφές και μερικές φιλολογικές πηγές αντλούμε πληροφορίες για τις δραστηριότητες ή την ύπαρξη "κοινών", εγκαταστημένων σε άλλα κέντρα:
1. Αθήνα (Corpus Inscriptionum Atticarum II, 551, 552)·
2. Ισθμός και Νεμέα (των εν Ισθμω και Νεμέα τεχνιτών· Corpus Inscriptionum Graecarum, αρ. 1689, 3068· αυτή η τελευταία επιγραφή είναι πολύ εκτεταμένη και πληροφοριακή [ΙΙ, 660-665])·

Διοσκορίδης
Λυρικός ποιητής και επιγραμματοποιός του 2ου π.Χ. αι. Έζησε στην Αλεξάνδρεια και ήταν μιμητής του Ασκληπιάδη (έγραψε και αξιομνημόνευτα «Παιδικά»). Παραθέτουμε το πιο γνωστό επίγραμμά του (σε μετάφραση Σίμου Μενάρδου): «Τον Δούρειον Ίππον (συμφορά!) τραγούδα η Ηλιοδώρα την Τροία φωτιά κατάκαιγε κι εμέ πύρος σιγό. Δεν εφοβούμην την ορμή των Δαναών, μα τώρα σε μια φωτιά χαθήκαμε κι οι Δάρδανοι κι εγώ!».

Θεόκριτος
Ο κατά παράδοσιν κορυφαίος λυρικός-ειδυλλιακός ποιητής καταγόταν (ο ίδιος ή οι άμεσοι πρόγονοί του) από την Κω. Η βιογραφία του είναι ακόμα τυλιγμένη στο σκοτάδι. Πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 305 π.Χ. και να έζησε τα πρώτα χρόνια του στη Κω (μαθητεύοντας στον φημισμένο γραμματικό Φιλητά, που διατηρούσε στην Κω Σχολή), κατόπιν στην Αλεξάνδρεια (επί Πτολεμαίου Β΄) και μετά, στη Σικελία (επί Ιέρωνα Β΄). Του αποδίδονται ποιήματα ποικιλότατων ειδών, όπως καταγράφει η Σούδα: βουκολικά, ύμνοι, ελεγεία, ίαμβοι, εγκώμια, επιγράμματα. Από αυτά, τα περισσότερα δεν διασώζονται. Διασώζεται Εκλογή 30 ποιημάτων του, μεταξύ των οποίων αρκετά «ειδύλλια» (είδος βουκολικής ποίησης, στο οποίο αναδείχτηκε απαράμιλλος) και 24 επιγράμματα. Μεταχειρίζεται υποδειγματικά ως μετρική μορφή τον εξάμετρο, τον οποίο ανακαινίζει αναδεικνύοντάς τον ευκίνητο και ποικίλο. Η γλώσσα του είναι τεχνητή, συνιστάμενη κυρίως από δωρικά στοιχεία (χωρίς να λείπουν τα ιωνικά και τα αιολικά, ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται και με τα πρόσωπα που μιλούν). Επίσης αναμιγνύει με μεγάλη τέχνη και δημώδη στοιχεία, χωρίς να επιζητεί ψευδή και εξεζητημένη κομψοέπεια. Αναμφίβολα, κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων ποιητών της Ανθρωπότητας. Ορισμένοι τίτλοι διασωσμένων ποιημάτων του: «Φαρμακεύτριαι», «Κύκλωψ», «Θαλύσια», «Αϊτης», «Ύλας», «Κανύσκας έρως», «Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι» (το αριστουργηματικότερο των έργων του), 2 επικά «Εγκώμια» (σε Ιέρωνα και Πτολεμαίο), «Ελένης Επιθαλάμιος», «Ύμνος εις Διοσκούρους», «Οαριστύς», «Ηλακάτη», «2 Παιδικά», «Κηριοκλέπτης» και «Βουκολίσκος» (των 2 τελευταίων αμφισβητείται η γνησιότητα), κ.λπ. Η επίδραση του υπήρξε τεράστια και ξεκινώντας από τους «επιγόνους» του, τον Βίωνα και τον Μόσχο, περνώντας στη Ρώμη (ο Βιργίλιος τον μιμήθηκε με τα «Βουκολικά» του) και στο Βυζάντιο (ο Πλανούδης και ο Μοσχόπουλος τον σχολίασαν, ενώ τα έργα του διδάσκονταν και στα σχολεία) έφτασε ώς τον Ευρωπαϊκό 18ο αι., όταν ο Γερμανός Gessner και ο Γάλλος Andre’ Chenier, τον μιμήθηκαν και τον «ανακαίνισαν». Παραθέτουμε αντιπροσωπευτικό του απόσπασμα με τίτλο «Γυνή αοιδός» (σε μετάφραση Ι. Πολέμη) καθώς και επίγραμμά του (σε μετάφραση Αρ. Καμπάνη) : «Της Διώνης θυγατέρα εσύ, πεντάμορφη Αφροδίτη, τη Βερενίκη από θνητήν αθάνατη έχεις κάνει, σταλάζοντας στα στήθη της τη θεϊκή αμβροσία` κι η Αρσινόη η κόρη της, ωραία σαν την Ελένη, για χάρη σου, ώ ξακουστή και πολυλατρευμένη, πλούσια και μεγαλόπρεπα τον Άδωνη γιορτάζει». ... «Θες, μα τις Νύμφες, σε διπλόν αυλό να μου λαλήσεις; Κι εγώ θα παίξω ομάδι εγώ την όμορφην πηκτίδα κι ο βοϊδολάτης παίζοντας κερόδοτη φλογέρα θα μας ευφραίνει στο πυκνό δεντρό πίσω απ' το σπήλιο ακοίμιστον ν' αφήσουμε τον τραγοπόδη Πάνα». (Βλ. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: «Αποσπάσματα μεγάλων ποιητών της Ελλ.Αρχαιότητας»).

Καλλίμαχος
(περίπου 310-240 π.Χ.). Ο επιφανέστερος ελεγειοποιός ποιητής της «Αλεξανδρινής περιόδου». Καταγόταν από την Κυρήνη και σπούδασε στην Αθήνα. Εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια και σταδιοδρόμησε στην αρχή ως δάσκαλος σε προάστιο και στη συνέχεια, στην υπηρεσία του Πτολεμαίου Β΄ και της Βιβλιοθήκης. Απέκτησε φήμη σοφού. Έγραψε 800 βιβλία (!) και συντάσσοντας σε 120 βιβλία "Πίνακα τῶν ἐν πάσῃ παιδείᾳ διαλαμψάντων καὶ ὧν συνέγραψαν ", έγινε ο πατέρας της "Ιστορίας της Λογοτεχνίας". Από τα ποιητικά έργα του διασώθηκαν μόνο 63 επιγράμματα και 6 ύμνοι: στο Δία, στον Απόλλωνα, στην Άτρεμι, στη Δήλο, στη Δήμητρα και στα λουτρά της Παλλάδος (όταν την αντίκρυσε γυμνή ο Τειρεσίας) σε δακτυλικό εξάμετρο κατά μίμηση των Ομηρικών Ύμνων (εκτός του τελευταίου, που είναι σε ελεγειακό μέτρο). Οι ειδικού θεωρούν ότι η ποίησή του στερείται πηγαίας έμπνευσης και αισθήματος και, δοθέντος ότι 12 επιγράμματά του κοσμούν και την «Μούσα Παιδική» του Στράτωνος (120 βιβλίο της 16τομης «Παλατινής Ανθολογίας»), των τοποθετούν επικεφαλής των «παρακμιών». Το ποιητικό-λυρικόι του αριστούργημα «Η κόμη της Βερενίκης» (που γράφτηκε για να κολακεύσει τη βασίλισσα Βερενίκη-αδελφή και σύζυγο του Πτολεμαίου Β΄) σώθηκε ολόκληρο σε λατινική μετάφραση. Από αυτό παραθέτουμε μερικούς στίχους (σε μετάφραση Μαρίνου Σιγούρου). Επίσης παραθέτουμε και χαρακτηριστικό «Παιδικό» του επίγραμμα (σε μετάφραση Γιώργου Ιωάννου) μαζί με το αρχαίο κείμενο, για να δειχτεί το λόγιο γλωσσικό και ποιητικό ύφος της Εποχής: «Στο σίδερο μπροστά που ξεριζώνει και όρη, μια κόμη τί μπορεί να κάμει; Ω Δία, το γένος όλο των χαλύβων είθε να ξεκληρίσει κι όποιος πρώτος εζήτησε να βρει στης γης τα σπλάχνα το σίδερο, για να το πελεκήσει. ...... Μα όποια του γάμου επρόδωσε την πίστη η γη ας πιει την ακάθαρτη σπονδή της, κι από ανάξιες δεν θέλω άπρεπα δώρα» «Ἔγχει, καὶ πάλιν εἰπέ, Διοκλέος` οὐδ΄ Ἀχελῷος κείνου τῶν ἱερῶν αἰσθάνεται κυάθων. Καλὸς ὁ παῖς, Ἀχελῷε, λίην καλός` εἰ δέ τις οὐχὶ φησὶν--ἐπισταίμην μοῦνος ἐγὼ τὰ καλά». δηλαδή «Γέμισε το ποτήρι και ξαναπέστο: Στην υγειά του Διοκλέους. Όπως ο Αχελώος που δεν νιώθει τις ιερές σπονδές στο όνομά του. Όμορφο το αγόρι, Αχελώε, λίαν όμορφο. Κι αν κάποιος το αρνείται αυτό που λέω, αυτό σημαίνει πως εγώ μονάχα ξέρω απ’ τα όμορφα».

Κλήμης ο Αλεξανδρεύς
Αθηναίος εθνικός φιλόσοφος που έζησε στην Αλεξάνδρεια του 2ου π.Χ. αι. και έγινε κατηχητής της Σχολής της. Ασπάστηκε το Χριστιανισμό και ταξίδεψε ώς τις Ινδίες. Η πολυμάθεια και η αρετή του προσέλκυσαν πολλούς μαθητές (μεταξύ των οποίων και τον Ωριγένη). Ως ποιητής και μουσικός συνέθεσε ωδές και ύμνους που ανήκουν στα αρχαιότατα μνημεία της χριστιανικής τέχνης. Συνέγραψε 3 βιβλία με τίτλο «Παιδαγωγός». Υπεστήριζε ότι η ψαλμωδία πρέπει να μεταχειρίζεται κόσμια μουσική και να αποφεύγονται οι "ελιγμοί" της φωνής που ωθούν σε βίο έκλυτο και μαλθακό. Θεωρώντας το χρωματικό γένος πολύ ηδονικό για την ακοή, συμβούλεψε τους Χριστιανούς να αποφεύγουν τις χρωματικές μελωδίες, ακόμα και στην οικιακή άσκηση(!). Ο "ιερός" Κλήμης (που λεγόταν Τίτος Φλάβιος) πέθανε το 220. Στο σπουδαιότερο σύγγραμμα του, τους "Στρωματείς" (8 βιβλία σύμμεικτου περιεχομένου) υποστηρίζει ότι η φωνητική μουσική των Εβραίων έχει μέγιστη ομοιότητα προς το δώριο μέλος της Ελλ. Μουσικής (βιβλίο 6ο, Κεφ.2).(Βλ.αντιπροσωπευτικό κείμενό του στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ).
3. Κύπρος (Corpus Inscriptionum Graecarum II, 458-459, αρ. 2619, 2620· δύο επιγραφές που ανακαλύφθηκαν η μία στην Αμμόχωστο, κοντά στη Σαλαμίνα, και η άλλη στα ερείπια της αρχαίας Πάφου, αντίστοιχα).
4. Θήβα, 5. Χίος, 6. Αλεξάνδρεια, 7. Πτολεμαΐδα, 8. Ν. Ιταλία κτλ.

Μνήσις
(Μνησίς) Περίφημη αυλητρίδα και εταίρα της Αλεξάνδρειας, από τις πολλές ερωμένες του Πτολεμαίου Β' του Φιλάδελφου. Ο Πολύβιος λέει ότι το σπίτι της στην Αλεξάνδρεια ήταν από τις ωραιότερες ιδιωτικές οικοδομές της πόλης.

Πρόκλος ο Λύκιος
(ή Διάδοχος). Διακεκριμένος Νεοπλατωνικός φιλόσοφος και μαθηματικός του 5ου μ.Χ. αι. (γεννήθηκε στην Κων/πολη το 410 μ.Χ. και πέθανε το 485). Μαθήτευσε σε λαμπρούς δασκάλους στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα και λέγεται ότι επηρεάστηκε ισχυρά από το Νεοπυθαγόρειο ρεύμα. Μεταξύ των πολλών έργων του είναι και ή "Χρηστομάθεια", η οποία διασώθηκε (Α΄ έκδοση από τον Th. Gaisford, Λειψία 1832) και μας παρέχει πολλές και διάφορες μουσικές πληροφορίες (κυρίως για τα είδη της σύνθεσης).

Πτολεμαίος Κλαύδιος
(Πηλούσιο περί το 108 μ.Χ.- Κάνoβας μεταξύ 160-168). Ένας από τους μεγαλύτερους αστρονόμους της Ιστορίας και ο μεγαλύτερος γεωγράφος της αρχαιότητας. Εργάστηκε κυρίως στον Κάνoβα και την Αλεξάνδρεια, όπου και διατηρούσε εργαστήρια τύπου αστεροσκοπείων, εφοδιασμένα με γωνιομετρικά όργανα. Το βιβλίο του «μεγίστη Σύνταξη», που συνόψιζε τις εργασίες των μεγάλων αστρονόμων της Αλεξάνδρειας, ήταν το αγαπημένο εγχειρίδιο των Μέσων Χρόνων. Στα πολλά και αξιόλογα έργα του ανήκουν και τα "Αρμονικά, βιβλία γ'", με πολύτιμες θεωρητικές πληροφορίες για τη μουσική (πυθαγόρειας και νεοπυθαγόρειας προέλευσης). Κατά δε τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο Πτολεμαίος επινόησε τους 3 μουσικούς χαρακτήρες: ίσον, [[ολίγον|ολίγον]] και [[πεταστή|πεταστή]] που έγιναν από τα μικρά γράμματα του ελλ. Αλφαβήτου (βλ. και Προέλευση βυζαντινής σημειογραφίας). Έγραψε και επιγράμματα, όπως το ακόλουθο στο οποίο εκφράζει τη σχέση του με τον ουρανό (μεταφραστής ο Σίμος Μενάρδος): «Ξέρω θνητός πως είμ’ εγώ, μόν’ όταν ατενίζω των άστρων τ’ ανακύκλισμα, τον κόσμο το σοφό, δεν πατούν πια τα πόδια μου στη γη, δεν την αγγίζω μόνο παράπλευρα του Διός το νέκταρ του ρουφώ».

Τραγωδώ
Παριστάνω τραγωδία και μάλιστα "άδων". Απαγγέλλω με τραγικό (δραματικό) τρόπο. Άδω, τραγουδώ. Στους βυζ. χρόνους τόσο το ρήμα "τραγωδώ" όσο και το ρήμα "χορεύω" σήμαιναν και τα δυο τους "τραγουδώ". Αντίστοιχα και η λέξη "τραγωδία" σήμαινε "τραγούδι". Oι σημασίες αυτές εμφανίστηκαν αρχικά στην Αλεξάνδρεια "δια χειρός" Διόδωρου του Σικελιώτη (που τον μιμήθηκε ο Διονύσιος ο Θραξ και οι σχολιαστές του Θεόκριτου). Εκτός Αλεξάνδρειας, το "τραγωδώ" με τη σημασία του "άδω" πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουλιανό.

Φανοκλής
Λυρικός ποιητής και επιγραμματοποιός του 3ου π.Χ. αι. Έζησε στην Αλεξάνδρεια κάτω από τη σκιά του Καλλίμαχου και του Αλέξανδρου του Αιτωλού (βλ. ποιητές Ελληνιστικής-Ρωμαϊκής Εποχής). Από όσα έγραψε, διασώθηκε (από τον Στοβαίο) ελεγεία για τη «Σφαγή του Ορφέα». Παραθέτουμε απόσπασμα (σε μετάφραση Σ. Μενάρδου): «Ή σαν της Θράκης ο αοιδός είχε το νου του χάσει να δει ξανά το φίλο του, το τέκνο του Βοριά, και μέρα νύχτα κάθοταν μέσα στα ’πόσκια δάση και τραγουδούσε μοναχός να βρει παρηγοριά` γιατ’ έτρωγαν τα σπλάγχνα του ακοίμητες φροντίδες` τον Κάλαϊν, τον Κάλαϊν παντοτεινά ποθεί. Μα τον Ορφέα εσκότωσαν κακές οι Βιστωνίδες` καθεμιά εχύθη επάνω του με κοφτερό σπαθί, τι ζήλεψαν που παίνεσε του φίλου του τα κάλλη και δεν τραγούδησ’ ομορφιές και μάγια γυναικών` κι αφού με τα λεπίδια τους του κόψαν το κεφάλι, το ρίξαν με τη λύρα του στο κύμα το γλαυκό` τα δυο δετά με μια θηλειά, μαζί για να τα παίρνει και να τα βρέχει ο αφριστός γιαλός ολημερίς... Μα προς τη Λέσβο η θάλασσα τα πάει και τα ’ξωσέρνει` κι ακούσθ’ ηχός στο πέλαγος σαν λύρας λυγερής και στα νησιά και στ’ ανθηρά ακρογιάλια που το πήραν και το κεφάλ’ οι κάτοικοι εθάψαν το ιερό κι έβαλαν μες στο μνήμα του την πονεμένη λύρα, που κίναε πέτρες άλαλες και τ’ Άδη το νερό! Κι από τα τότ’ ερατεινά τραγούδια και κιθάρες στη Λέσβο πρώτ’ ηχολογούν απ’ όλα τα νησιά».

Ωριγένης
(Αλεξάνδρεια 185 - Τύρος 254). Πολυμαθέστατος δάσκαλος και πρεσβύτερος, επωνομαζόμενος «Μέγας" και "Αδαμάντινος" και "Χαλκέντερος". Χειροτονήθηκε στην Καισάρεια και μαρτύρησε επί Δεκίου. Πέρασε όλη του τη ζωή, γράφοντας και διαβάζοντας. Λέγεται ότι συνέγραψε 6.000 έργα! (Επιφάνιος) ή 2.600 (Ιερώνυμος). Ανήκει στους μελωδούς της Εκκλησίας (μαθητής του και ο [[Πορφύριος|Πορφύριος]]).
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Αλκμάν
(7ος αι. π.Χ.)· λυρικός (μελικός) ποιητής και συνθέτης. Σύμφωνα με τη Σούδα , γεννήθηκε στη Μεσσόα (μέρος της Σπάρτης, κατά τον Στράβωνα), αλλά γενικά πιστευόταν ότι γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας, στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με μια παράδοση, πουλήθηκε στη Σπάρτη σκλάβος·
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μεσσόα

Mesoa or Messoa (Mesoa, Messoa), also by the side of the Eurotas, southeast of the preceding, containing the Dromus and the Platanistas, which was a spot nearly surrounded with water, and so called from the plane-trees growing there.
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Αναζήτηση στη Μουσιπαιδεία
Σπάρτη

Απόλλων
Ακρίτας: Επίκληση στη Σπάρτη (Παυσανίας Ι' 12, 8).
Δελφίδιος: Άλλος τύπος του "δελφίνιος" (από επιγραφή στο Μουσείο της Σπάρτης). Συναντάται επίσης σε Κρήτη και Αθήνα
Δρομαίος: Επίκληση στην Κρήτη και στη Σπάρτη (ταύτιση με "Κάρνειο").
Εβδομαγέτης: Επειδή γεννήθηκε την 7η ημέρα του σεληνιακού μήνα ("Επτά επί Θήβας", 800). Γιορταζόταν στη Σπάρτη.
Κάρνειος: Επίκληση στη Σπάρτη και σε αρκετές πόλεις της Λακωνίας -Μεσσηνίας, σε Άργος και Σικυώνα. Όμως ο «Κάρνειος Απόλλων»λατρευόταν και σεμη δωρικές πόλεις: στην Τήνο, το Μεταπόντιο, την Μυτιλήνη, κ.λπ.
Μαλεάτας: Επίκληση στην Επίδαυρο, όπου και το παλαιότερο ιερό του (Παυσανίας) επίσης σε Σπάρτη, Τρίκκη, Μυτιλήνη, κ.λπ. Ετυμολογικά οφείλει το όνομά του είτε από τον βασιλέα της Επιδαύρου Μάλο (Ίσυλλος) είτε από το ακρωτήριο Μαλέας είτε από το "μ~αλον" ("μήλον"=πρόβατο). Ο Ησύχιος το ετυμολογεί από το "μάλιαν" γλώσσαν (δηλαδή: "πράη", "εύφημη").
Πυθαεύς (Κάρνειος): Επωνυμία σε Κόρινθο, Άργος, Σπάρτη (προς τιμήν του οι "Γυμνοπαιδίαι") και άλλα μέρη της Πελοποννήσου (Παυσανίας ΙΙ 35, 2. ΙΙΙ 11,9-10,8). Περιώνυμο άγαλμά του υπήρχε στην αγορά της Σπάρτης.
Στεμματίας: Κατά τον Παυσανία (ΙΙΙ 20, 9) ο Απόλλων Στεμματίας είχε ιερό στην οδό που οδηγούσε από τη Σπάρτη προς την Αρκαδία.

Θαλήτας
(7ος αι. π.Χ.)· αοιδός και μουσικός. Γεννήθηκε στη Γόρτυνα της Κρήτης· η Γόρτυνα ήταν πολύ γνωστή πόλη, στα ΝΔ της Κνωσού, και αναφέρεται από τον Όμηρο (Ιλ. Β 646· Οδύσ. γ 294). Ο Θαλήτας θεωρούνταν μια από τις κύριες μορφές της δεύτερης μουσικής σχολής στη Σπάρτη (η πρώτη ιδρύθηκε από τον Τέρπανδρο) και ένας από εκείνους που εισήγαγαν στη Σπάρτη τις γυμνοπαιδίες, μαζί με τους Ξενόκριτο, Ξενόδαμο, Πολύμνηστο και Σακάδα. Θεωρούνταν, επίσης, ένας από τους κυριότερους συνθέτες παιάνων και υπορχημάτων (Πλούτ. Περί μουσ. 1134Β-Ε, 9-10). Σύμφωνα με ένα μύθο, ο Θαλήτας προσκλήθηκε στη Σπάρτη (γύρω στο 665 π.Χ.), ύστερα από χρησμό του Μαντείου των Δελφών, και έσωσε την πόλη από λοιμό με τη μουσική του (Πρατίνας στον Πλούτ. ό.π. 1146C, 42). Λέγεται πως ο Θαλήτας έγινε φίλος του μεγάλου νομοθέτη της Σπάρτης Λυκούργου· αλλά η εποχή του Λυκούργου είναι μάλλον αβέβαιη.

Πυρρίχη
το πιο σημαντικό είδος (ή τάξη) πολεμικού χορού. Η πυρρίχη ήταν ένας μεγαλοπρεπής, γρήγορος, λαμπρός και εντυπωσιακός χορός· χορευόταν είτε από ένα πρόσωπο είτε από ένα ή περισσότερα ζεύγη χορευτών, που έφεραν πανοπλία (ασπίδα και δόρυ ή σπαθί) και μιμούνταν τις κινήσεις των πολεμιστών, σε επίθεση και σε άμυνα. Χορευόταν συνήθως στις δωρικές πολιτείες, κυρίως στη Λακωνία. Στη Σπάρτη χορευόταν από νέους, κατά την τελετή των Διόσκουρων (Κάστορα και Πολυδεύκη). Τον 6ο αιώνα π.Χ. εισάγεται και στην Αθήνα, στον εορτασμό των Παναθηναίων· στο χορό συμμετείχαν παιδιά, νέοι και άνδρες. Σε νεότερα χρόνια η πυρρίχη εκφυλίστηκε σε χορό των συμποσίων· ο Ξενοφών (Ανάβασις ς', 1 και 12) αναφέρει πως, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου, μια ορχηστρίδα με ελαφριά ασπίδα χόρευε την πυρρίχη με ανάλαφρο τρόπο. Στην εποχή του Αθήναιου (2ος-3ος αι. μ.Χ.), η πυρρίχη χορευόταν ακόμα στη Λακωνία, αλλά ως προγύμνασμα για τον πόλεμο· "Όλοι οι άρρενες στη Σπάρτη μαθαίνουν να χορεύουν την πυρρίχη από την ηλικία των πέντε ετών. Η πυρρίχη στην Αθήνα, επειδή έχει διονυσιακό χαρακτήρα, είναι πιο ήπια, γιατί οι χορευτές τώρα φέρουν θύρσους (ραβδιά καλαμιού με φύλλα κισσού και αμπέλου), αντί σπαθιά και λαμπάδες" (ΙΔ', 631Α, 29). Η ετυμολογία της λέξης πυρρίχη δεν έχει διασαφηνιστεί. Κατά τον Αριστόξενο (Αθήν. 630D), ο χορός αυτός ονομάστηκε πυρρίχη από έναν Λάκωνα (ή Κρητικό, κατά τον Πολυδεύκη, IV, 99) ήρωα ή χορευτή, ονομαζόμενο Πύρριχο· ο Αθήναιος προσθέτει πως κατά την εποχή του το όνομα Πύρριχος συνηθιζόταν ακόμα στη Λακωνία. Άλλοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η λέξη παράγεται από τον Πύρρο, άλλο όνομα του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα, ο οποίος, σύμφωνα με μια παράδοση, υπήρξε ο πρώτος που χόρεψε την πυρρίχη, μετά τη νίκη του στη σύγκρουση με τον Ευρύπυλο, σύμμαχο των Τρώων. Σύμφωνα με μια άλλη υπόθεση, το όνομα προήλθε από τη λέξη "πυρά" (νεκρική πυρά), γιατί ο Αχιλλέας χόρεψε πρώτα την πυρρίχη γύρω από την πυρά, πάνω στην οποία κάηκε η σορός του φίλου του Πάτροκλου (πρβ. Drachmann Schol. Pind. Carm. II, 52 (σημ.)· Αριστοτ. απόσπ. 519). Ο Πρόκλος (Χρηστομ.) αναφέρει πως "μερικοί αποδίδουν την επινόηση της πυρρίχης στους Κουρήτες· άλλοι στον Πύρρο, γιο του Αχιλλέα". Η πυρρίχη είχε σημαντικό παιδευτικό χαρακτήρα, και γι' αυτό δινόταν ιδιαίτερη προσοχή στα τραγούδια που συνόδευαν το χορό. Αθήν. (ό.π.): "τακτέον δ' επί της πυρρίχης τα κάλλιστα μέλη και τους όρθιους ρυθμούς" (στην πυρρίχη έπρεπε να γίνεται χρήση των πιο ωραίων μελωδιών και των εξυψωτικών ρυθμών). Η πυρρίχη συνοδευόταν από τραγούδια που τραγουδούσαν είτε οι χορευτές οι ίδιοι ή, συνηθέστερα, άλλοι εκτελεστές. πυρριχίζω· χορεύω την πυρρίχη.
Βλ. τα λ. υπόρχημα, τελεσιάς, χειρονομία.

Τέρπανδρος
(περ. 710-περ. 7ος αι. π.Χ.)· γεννήθηκε στην Άντισσα της Λέσβου· ο πατέρας του λεγόταν Δέρδενις, γι' αυτό και επονομάζεται Δερδένεος (στο Πάριο Χρονικό στ. 34) ή γενικά Αντισσαίος. Σύμφωνα μ' ένα μύθο, όταν ο Ορφέας φονεύθηκε από τις Θρακιώτισσες Μαινάδες, η λύρα του ρίχτηκε στη θάλασσα και παρασύρθηκε ως την Άντισσα· εκεί τη βρήκαν μερικοί ψαράδες και την έφεραν στον Τέρπανδρο (Excerpta ex Nicom. 1). Ο Τέρπανδρος πήγε στη Σπάρτη, όπου πρώτος νίκησε στους μουσικούς αγώνες των Καρνείων το 676 και το 673 π.Χ. (Αθήν. ΙΔ', 635Ε, 37). Διαγωνίστηκε επίσης και νίκησε τέσσερις φορές συνέχεια στα Πύθια· υπήρξε απαράμιλλος στην κιθαρωδική τέχνη (Πλούτ. Περί μουσ. 1132Ε, 4). Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Σπάρτη, όπου έπαιξε συμφιλιωτικό ρόλο στις πολιτικές έριδες και απέκτησε τη φήμη του κατεξοχήν μουσικού, του ιδρυτή και θεμελιωτή της μουσικής ζωής της πόλης. Οι Σπαρτιάτες συνήθιζαν να τοποθετούν οποιονδήποτε διακεκριμένο μουσικό "μετά Λέσβιον αοιδόν" (FHG ΙΙ, 130 [Aristotelis Fragmenta], απόσπ. 87). Και ο Ηρακλείδης Ποντικός (Περί Πολιτειών ΙΙ, Λακεδαιμονίων 6, στα FHG ΙΙ, 210) γράφει: "Λακεδαιμόνιοι τον Λέσβιον ωδόν ετίμησαν· τούτου γαρ ακούειν ο θεός χρησμωδουμένοις εκέλευεν" (οι Λακεδαιμόνιοι ετίμησαν τον Λέσβιο αοιδό [Τέρπανδρο]· γιατί ο θεός τους διέταξε, όταν ζήτησαν χρησμό, να υπακούουν σε αυτόν).
Ανάμεσα στις εφευρέσεις και στις καινοτομίες που αποδίδονταν στον Τέρπανδρο, οι κυριότερες ήταν οι ακόλουθες: 1. η επέκταση του επτάχορδου στο οκτάχορδο με παράλειψη της τρίτης στη δωρική αρμονία (τρίτη βαθμίδα από πάνω, [mi - re] - do κτλ.) και προσθήκη της νήτης (8ης mi)· βλ. λ. λύρα·
2. η καθιέρωση και ονομασία των κιθαρωδικών νόμων (Πάριο Χρονικό στ. 34· Πλούτ. 1132C, D, 3 και 4)· ένας από αυτούς τους νόμους έχει το ονομά του (Τερπάνδρειος)·
3. ο μετασχηματισμός της μελωδικής απαγγελίας (τραγουδιστής απαγγελίας) των αοιδών σε πραγματική μελωδία·
4. η εισαγωγή των κιθαρωδικών προοιμίων στα επικά τραγούδια (Πλούτ. Περί μουσ. 1132D, 4)·
5. η εφεύρεση του βάρβιτου.
Ο Gevaert (Ι, 182) υποστηρίζει ότι ο Τέρπανδρος έθεσε τις οριστικές βάσεις της ελληνικής μουσικής και αξίζει τον τίτλο του ιδρυτή-θεμελιωτή της. Βλ. Bergk PLG III, 7-12 και Anth. Lyr. 165, μερικά αποσπάσματα

Γυμνοπαιδίαι:
εορτή "γυμνῶν παίδων καὶ τελείων ἀνδρῶν", που γινόταν κάθε χρόνο περί τα μέσα του καλοκαιριού στην αρχαία Σπάρτη για να τιμηθεί ο [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]] Πυθαεύς (Κάρνειος) και ο Διόνυσος. Καθιερώθηκαν πιθανόν κατά τον 7ο π.Χ. αι. (περί το 665) και έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην πρόοδο της ποίησης και της μουσικής. Το κύριο μέρος της εορτής (που πιθανόν διαρκούσε 10 μέρες) ήταν όρχηση γυμνών νέων στην αγορά της πόλης (και μάλιστα στη θέση "Χορός", εκεί που είχαν τα αγάλματά τους ο [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]], η Άρτεμις και η Λητώ) καθώς και όρχηση ανδρών κατά την τελευταία μέρα (στο θέατρο της πόλης). Αυτές οι πληροφορίες είναι από μόνες τους ικανές να αποδείξουν ότι η εορτή γινόταν προς τιμήν κυρίως του [[Όμιλος_Φιλομούσων_<Ο_Απόλλων>_Αργοστολίου|Απόλλων]]α. Οι νέοι κατά την όρχηση, τραγουδώντας ωδές του Θαλήτα και του Αλκμάνος καθώς και παιάνες του Διονυσόδοτου εκτελούσαν γυμναστικές ασκήσεις αναπαριστώντας με σεμνές και ρυθμικές κινήσεις τα σχήματα της πάλης και του παγκρατίου. Η εορτή συνδεόταν επίσης με την "εν Θυραιαίς" νίκη των Σπαρτιατών (546 π.Χ.) γι' αυτό και οι χορωδίες τραγουδούσαν παιάνες "εἰς τιμὴν ἐν Θυραιαῖς ἀποθανόντων Σπαρτιατῶν" (Σούδα). Οι Γυμνοπαιδίες (που είχαν συγκεκριμένη χρονική σχέση προς τα Κάρνεια και τα Υακίνθια) παρουσίαζαν λαμπρό θέαμα ισχύος, δεξιότητας και αισθητικής πλαστικότητας. Ήταν πιθανόν το τελευταίο στάδιο της αγωγής των παίδων στη Σπάρτη (Jeanmaire "Couroi et Couretes", 531 κεξ.). Επίσης τις παρακολουθούσε πλήθος ξένων (Πλουτάρχου "Αγησίλαος", 29) και ήταν τόσο το γόητρό τους, ώστε, όπως αναφέρει ο Ξενοφών ("Ελληνικά" ΣΤ' 4, 16), όταν αγγέλθηκε η συντριβή των Σπαρτιατών στα Λεύκτρα (371 π.Χ.) οι έφοροι διέταξαν να μη διακοπεί η εορτή(!!).

Χάριτες
Τα ιδανικότερα και ελκυστικότερα δημιουργήματα του Αρχαίου Ελλ. Πνεύματος· οι θεότητες, οι οποίες προσωποποιούσαν το χάρισμα που κάνει πρόσωπα και πράγματα να είναι θελκτικά, κι αν θυμηθούμε τον στίχο του Λα Φονταίν «La grâce plus belle encore que la beauté» («η χάρις ωραιότερη ακόμα κι απ’ την ομορφιά») θα αντιληφθούμε τη δύναμη αυτών των θεοτήτων, που δεν γινόταν εορτή στον Όλυμπο χωρίς να προσκληθούν! Η Ποίηση, η Ρητορική, η Μουσική, ο Χορός, κ.ο.κ. όφειλαν ασφαλώς τα θέλγητρά τους στις Χάριτες, που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό τη σεμνότητα (την αντίπαλο κάθε υπερβολής). Έτσι ο Όμηρος αναφέρει ότι: «Στα συμπόσια, το πρώτο ποτήρι ανήκει στις Χάριτες, τις Ώρες και τον Διόνυσο. Το δεύτερο ποτήρι ανήκει στην Αφροδίτη, ενώ από το τρίτο ποτήρι παρουσιάζονται η Βία και η Έρις»(!). Ήταν φυσικά θεές «αρχιχορευταρούδες». Ο Ομηρικός ύμνος στην Άρτεμι παρουσιάζει τη θεά να μπαίνει στον Δελφικό ναό του Απόλλωνα «για να χορέψει μαζί με τις Μούσες και τις Χάριτες». Άλλος πάλι Ομηρικός ύμνος θεωρεί ότι, μόλις ο Απόλλωνας πρωτόπαιξε τη λύρα του στον Όλυμπο «ήταν πρώτες οι Χάριτες με τις ωραίες πλεξίδες που έστησαν χορό» (μαζί με τις Ώρες, την Αρμονία, τη Φοίβη και την Αφροδίτη). Στις αρχαιότερες παραστάσεις οι Χάριτες φορούν πάντοτε μακριά φορέματα (η συνήθεια να παριστάνονται οι Χάριτες γυμνές επικράτησε μόνο κατά την ελληνιστική Εποχή, ενώ λίγο προηγουμένως οι εικαστικοί καλλιτέχνες τις εμφάνιζαν με διαφανή πέπλα). Στα ανάγλυφα εικονίζονται κρατημένες από τα χέρια να κινούνται αριστεροστρόφως με χορευτικό βήμα (είπαμε «αρχιχορευταρούδες»...). Το αρχαιότερο ιερό των Χαρίτων βρισκόταν στον βοιωτικό Ορχομενό. Προς τιμήν τους γιορτάζονταν τα [[Χαριτήσια|Χαριτήσια]] (ή «Χαρίτεια» ή «Χαρίσια» ή «Χαριτείσια») με μουσικούς-ποιητικούς αγώνες και με νυχτερινούς χορούς. Ίχνη της λατρείας τους έχουν ανακαλυφθεί σε αρκετές πόλεις της Βοιωτίας, στην Αθήνα, την Πελοπόννησο και τα νησιά. Ο Απολλόδωρος διηγείται πως, όταν ο Μίνως ήταν στην Πάρο και πληροφορήθηκε τον θάνατο-δολοφονία του αγαπημένου του γιου Ανδρόγεω από τον Μαραθώνιο ταύρο (αυτός ήταν και ο λόγος που υποχρέωσε τους Αθηναίους σε φόρο αίματος στον Μινώταυρο), τελούσε θυσία στις Χάριτες. Με τη θλιβερή αναγγελία, ο πανίσχυρος βασιλιάς της Κρήτης απέσπασε συντετριμμένος το στεφάνι από το κεφάλι του και διέταξε τους αυλητές να σωπάσουν. Από τότε, σύμφωνα με την παράδοση, επικράτησε στην Πάρο το έθιμο να προσφέρουν θυσίες στις Χάριτες χωρίς στεφάνια και μουσική. Ενώ στον Ορχομενό (και στις περισσότερες των παραδόσεων) οι Χάριτες ήταν 3 (βλ. Χαριτήσια), στην Αθηνα και τη Σπάρτη ήταν 2: στη μεν Αθήνα η Αυξώ (θεότητα της ανάπτυξης) και η Ηγεμόνη (οδηγήτρα του χορού), στη δε Σπαρτη η Φαέννα και η Κλήτα (και οι 2, καταυγάζουσες θεότητες του φωτός). Ορισμένοι συγγραφείς προσμετρούν στις Χάριτες τόσο την Πειθώ (θεότητα του κατευνασμού δια της λογικής) όσο και τις 2 Ώρες: τη Θαλλώ και την Καρπώ (θεότητες της άνθησης και της καρποφορίας).

Αλκμάν
(7ος αι. π.Χ.)· λυρικός (μελικός) ποιητής και συνθέτης. Σύμφωνα με τη Σούδα, γεννήθηκε στη Μεσσόα (μέρος της Σπάρτης, κατά τον Στράβωνα), αλλά γενικά πιστευόταν ότι γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας, στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με μια παράδοση, πουλήθηκε στη Σπάρτη σκλάβος· αργότερα, απελευθερώθηκε και εγκαταστάθηκε εκεί. Η Σούδα δίνει ως εποχή του την 27η Ολυμπιάδα, δηλ. 672-668 π.Χ., και ότι έζησε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Άρδυ, βασιλιά της Λυδίας· νεότεροι μελετητές τον τοποθετούν υστερότερα από το χρόνο αυτόν, προς τα τέλη του 7ου αιώνα. Ο Αλκμάν υπήρξε ο ιδρυτής της σπαρτιατικής κλασικής σχολής (στιλ) του χορωδιακού τραγουδιού. Συνήθιζε να γράφει ο ίδιος το ποιητικό κείμενο και τη μουσική των ύμνων του, των υμεναίων, παρθενίων, υπορχημάτων, παιάνων και σκολίων καθόριζε ακόμα, όπου ήταν ανάγκη, τις κινήσεις και τα σχήματα των χορών. Γι' αυτόν, ποιητικό κείμενο (λόγος), μουσική και χορός αποτελούσαν μια ζωντανή ενότητα. Κατέχοντας τη θέση του χοροδιδασκάλου συνέθετε ύμνους, παρθένια κτλ. για τις δημόσιες γιορτές. Για τους "αυλωδικούς νόμους" του χρησιμοποιούσε τρεις αυλητές από τη Φρυγία (βλ. λ. αυλωδία, αυλωδικός νόμος). Κατά τον Ιμέριο, ο Αλκμάν "ήξερε πώς να συνδυάζει τη δωρική λύρα με το λυδικό μέλος". Ο Αριστόξενος στο δεύτερο βιβλίο του Περί μουσικής (Πλούτ. Περί μουσ. 1136F, 17) εγκωμιάζει τα παρθένιά του, που είναι γραμμένα στη δωρική αρμονία. Πολλοί στίχοι του Αλκμάνα έχουν διασωθεί. Βλ. Bergk PLG III, 14-78 και Anthol. Lyr. 166-181. Επίσης, Page PMG σσ. 1-91, αποσπ. 1-177, και Παρθένειον (The Partheneion), Οξφόρδη 1951.[[Category:ΚΟ - ποιητής ΚΟ - συνθέτης]]

Βίβασις
είδος λακωνικού χορού που χορευόταν ιδιαίτερα στη Σπάρτη. Ήταν επίσης ένα είδος χορευτικού διαγωνισμού, στον οποίο επιτρεπόταν να παίρνουν μέρος αγόρια και κορίτσια. Σύμφωνα με τον Πολυδ. (IV, 102), οι συναγωνιστές έπρεπε να πηδούν ψηλά (άλλοτε εναλλάξ με κάθε πόδι, άλλοτε και με τα δυο πόδια) και να αγγίζουν τα οπίσθια τους με τα πόδια τους. Ο αριθμός των πηδημάτων έκρινε το νικητή που έπαιρνε το βραβείο. Ο Πολυδεύκης αναφέρει ένα επίγραμμα για μια νικήτρια που πέτυχε να κάνει χίλια πηδήματα.

Γυμνοπαιδία
γυμνοπαιδίαι· ετήσια τελετή ή γιορτή διάρκειας δέκα ημερών, που γινόταν στη Σπάρτη προς τιμήν του Απόλλωνα· αρχικά ήταν αφιερωμένη στη μνήμη των Σπαρτιατών που έπεσαν στη μάχη της Θυρέας. Κατά την τελετή γυμνοί έφηβοι και αγόρια εκτελούσαν γυμναστικές ασκήσεις και χορούς γύρω από τα αγάλματα του Απόλλωνα, της Άρτεμης και της Λητώς· με τις κινήσεις τους μιμούνταν την πάλη και το παγκράτιο (βλ. λ. γυμνοπαιδική). Τους στίχους και τη μουσική έγραφαν περίφημοι ποιητές-συνθέτες της εποχής, όπως ο Θαλήτας και ο Αλκμάν. Ο χαρακτήρας των χορών και γενικά της γιορτής ήταν εξαιρετικά σοβαρός, ευπρεπής και μεγαλόπρεπος.

Γύπωνες
χορευτές στη Σπάρτη που, ανεβασμένοι πάνω σε ξυλοπόδαρα και ντυμένοι γυναικεία, χόρευαν με πηδήματα. Ο Πολυδεύκης (IV, 104) αναφέρει γι' αυτούς: "οι δε γύπωνες, ξύλινων κώλων επιβαίνοντες, ωρχούντο διαφανή τα ταραντίδια αμπεχόμενοι" (οι γύπωνες χόρευαν ανεβασμένοι σε ξυλοπόδαρα και ντυμένοι διαφανή γυναικεία φορέματα).

Διονυσόδοτος
λυρικός ποιητής και συνθέτης παιάνων από τη Λακωνία. Σύμφωνα με τον Αθήναιο (IE', 678C, 22) παιάνες του Διονυσόδοτου τραγουδιόνταν στις γυμνοπαιδίες στη Σπάρτη, μαζί με τραγούδια του Θαλήτα και του Αλκμάνα, από χορωδίες παιδιών και ανδρών.

Εμβατήριον
μέλος· (α) εμβατήριο· τραγούδι που συνόδευε και ρύθμιζε το βήμα των στρατιωτών. Φαίνεται πως η μελωδία παιζόταν στον αυλό, ενώ τα λόγια τα απάγγελλαν· το ρυθμό τον κρατούσαν οι στρατιώτες με το βηματισμό τους. Ονομαζόταν επίσης και ενόπλιον μέλος. Περίφημα εμβατήρια ήταν του Τυρταίου στη Σπάρτη (και γενικά άλλα στη Λακωνία) και του Ίβυκου στην Κρήτη. Καθώς λέει ο Αθήναιος (ΙΔ', 630F, 29): "οι Σπαρτιάτες (οι Λάκωνες) είναι πολεμικοί και τα παιδιά τους υιοθετούν τα εμβατήρια μέλη, που λέγονται και ενόπλια. Και οι Λάκωνες οι ίδιοι στους πολέμους απαγγέλλουν "από μνήμης" τα ποιήματα του Τυρταίου, καθώς προχωρούν ρυθμικά". Εμβατήριο μέλος λεγόταν και η μελωδία που παιζόταν στον αυλό· Ησ.: "είδος αυλήματος". Βλ. λ. καστόριον μέλος. (β) εμβατήριος ρυθμός· ο ρυθμός των εμβατηρίων μελών, βασισμένος σε αναπαιστικούς πόδες. Ο Πλούταρχος (Λακωνικά αποφθέγματα 238Β, 16) γράφει: "και οι εμβατήριοι ρυθμοί προτρέπουν (παρακινούν) προς ανδρεία, θάρρος και περιφρόνηση του θανάτου· τους χρησιμοποιούσαν και στους χορούς με συνοδεία αυλού, διεγείροντας τους πολεμιστές". (γ) εμβατήριοι κινήσεις· είδος πολεμικού χορού.

Κορυθαλίστριαι
και κορυθαλλίστριαι· χορεύτριες που χόρευαν προς τιμή της Αρτέμιδας κατά την τελετή του γάμου ή σε γιορτές εφήβων. Φορούσαν ανδρικά φορέματα και ξύλινες μάσκες και οι κινήσεις τους ήταν πάντα ευπρεπείς. Ο χορός τους συνδεόταν με τη γονιμότητα. Σημείωση: Κορυθάλη ή κορυθαλία ήταν μια επίκληση στην Άρτεμη (στη Σπάρτη), προστάτιδα της ευφορίας και της γονιμότητας. Έτσι ονομαζόταν επίσης ένας κλάδος ή στεφάνι ελιάς που φορούσαν κατά τους εορτασμούς αυτούς.

Ξενόδαμος
μουσικός του 7ου αι. π.Χ. από τα Κύθηρα. Υπήρξε ένα από τα εξέχοντα μέλη της δεύτερης μουσικής σχολής της Σπάρτης και του αποδίδανε, μαζί με τον Θαλήτα, τον Πολύμνηστο, τον Σακάδα και τον Ξενόκριτο, την εισαγωγή των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη. Ο Ξενόδαμος συνέθεσε υπορχήματα, ένα από τα οποία υπήρχε ακόμα στην εποχή του Πλουτάρχου (πρβ. Περί μουσ. 1134B-C, 9).

Ξενόκριτος
μουσικός του 7ου αι. π.Χ., από τους Λοκρούς της Ιταλίας. Θεωρούνταν ο εφευρέτης της λοκρικής αρμονίας και ανήκε στη δεύτερη μουσική σχολή της Σπάρτης (η πρώτη ιδρύθηκε από τον Τέρπανδρο). Σε αυτόν, μαζί με τον Θαλήτα, τον Ξενόδαμο, τον Πολύμνηστο και τον Σακάδα, αποδιδόταν η εισαγωγή των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη (Πλούτ. Περί μουσ. 1134B-C, 9). Τα θέματα των τραγουδιών του είχαν ηρωικό χαρακτήρα και ονομάζονταν από μερικούς διθύραμβοι (Πλούτ. ό.π.).

ποίηση
H χορική ποίηση άρχισε να ακμάζει τον 7ο αι. π.Χ. με την καθιέρωση των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη· ένας από τους δασκάλους της ήταν ο Θαλήτας. Άλλοι δάσκαλοι της χορικής ποίησης, που άκμασε ιδιαίτερα στις δωρικές πόλεις, ήταν ο Ξενόκριτος, ο Ξενόδαμος, ο Αλκμάν, ο Στησίχορος.

Τυρταίος
(7ος αι. π.Χ.)· ελεγειακός ποιητής και μουσικός· ήταν γιος του Αρχέμβροτου και γεννήθηκε στην Αθήνα ή, σύμφωνα με μερικές πηγές, στην πόλη Άφιδνα της Λακωνίας. Η Σούδα τον αποκαλεί Λάκωνα ή Μιλήσιο και λέει πως ήταν σύγχρονος των επτά σοφών, ή ίσως παλαιότερος, και πως είχε ακμάσει κατά την 35η Ολυμπιάδα (γύρω στα 640 π.Χ.). Ακολουθώντας ένα δελφικό χρησμό, πήγε στη Σπάρτη κατά τον δεύτερο Μεσσηνιακό Πόλεμο (685-667 π.Χ.), και με τα εμβατήρια και τα πολεμικά του τραγούδια ενέπνευσε τέτοιο ενθουσιασμό στους Σπαρτιάτες, ώστε νίκησαν τους Μεσσήνιους. Μετά το νικηφόρο τέλος του πολέμου, ο Τυρταίος έγινε πολίτης της Σπάρτης, όπου θαυμάστηκε και τιμήθηκε σε μεγάλο βαθμό· αποφασίστηκε μάλιστα οι ελεγείες του και τα πολεμικά του τραγούδια να τραγουδιούνται από τους Σπαρτιάτες την παραμονή κάθε εκστρατείας. Εχουν διασωθεί ορισμένα του ποιήματα· συγκεκριμένα: Ευνομία, Υποθήκαι και Εμβατήρια. Βλ. Bergk Anth. Lyr. 24-29 δεκατρείς ελεγείες σε κάπως εκτεταμένα αποσπάσματα· επίσης PLG II, 8-22, Ευνομία, Υποθήκαι, Εμβατήρια.

Φρύνις
γεννήθηκε στη Μυτιλήνη (από όπου και η επωνυμία Μυτιληναίος) το 475 π.Χ. περίπου. Κατά τη Σούδα, άρχισε τη σταδιοδρομία του ως αυλωδός, γρήγορα όμως στράφηκε προς την κιθάρα, με την καθοδήγηση του φημισμένου κιθαριστή ("ευδόκιμος κιθαριστής") Αριστοκλείδη: "παραλαβών δε [Αριστοκλείδης] Φρύνιν αυλωδούντα, κιθαρίζειν εδίδαξεν". Το 446 π.Χ. διαγωνίστηκε στα Παναθήναια στην κιθαρωδία και κέρδισε πρώτο βραβείο. Ο Φρύνις θεωρείται ο αρχηγός της σχολής των καινοτόμων του 5ου-4ου αι. π.Χ. στην Ελλάδα. Χρησιμοποίησε την εννεάχορδη κιθάρα και πολύ διακοσμητικό και μετατροπικό στιλ στη μελοποιία. Συνέβαλε ιδιαίτερα στην ανάπτυξη του κιθαρωδικού νόμου και τον μετέτρεψε σε κάτι παρόμοιο με "άρια κοντσέρτου". Όταν κάποτε πήγε στη Σπάρτη, ένας έφορος έκοψε δύο χορδές από την εννεάχορδη κιθάρα του, γιατί ξεπερνούσαν τις παραδοσιακές επτά, λέγοντας ότι δε θα του επιτρεπόταν να διαφθείρει τη μουσική. Παρόμοιο επεισόδιο συνέβη αργότερα στον Τιμόθεο. Σε ώριμη ηλικία, το στιλ του έγινε πιο συντηρητικό· έτσι, η Μουσική, στην κωμωδία του Φερεκράτη Χείρων (βλ. τα λ. Κινησίας, Μελανιππίδης, Τιμόθεος), τον συγχωρεί, "γιατί, παρόλο που έσφαλε, μετάνιωσε κατόπι". Αν και είχε επικριθεί πολύ από τους κωμικούς ποιητές για τις καινοτομίες του, είχε μεγάλη εκτίμηση από άλλους. Ο Αριστοτέλης, στα Μεταφυσικά του (Α', 993Β), γράφει: "αν δεν υπήρχε ο Τιμόθεος δε θα είχαμε τόσες πολλές μελωδικές συνθέσεις, και αν δεν υπήρχε ο Φρύνις δε θα είχε υπάρξει και ο Τιμόθεος". Απο τα έργα του δεν έχει διασωθεί τίποτε.

Χορός
(α) σύνολο ρυθμικών κινήσεων του σώματος, των χεριών και των ποδιών. Άλλος όρος για την όρχηση·
(β) σύνολο τραγουδιστών και χορευτών ο χορός στο αρχαίο δράμα·
(γ) ο τόπος όπου γινόταν ή όρχηση, ιδιαίτερα στον Όμηρο· Ομ. Οδ. θ 260: "λείηναν δε χορόν, καλόν δ' εύρυναν αγώνα" (ισοπέδωσαν [έκαναν λείο] το μέρος για το χορό [το χοροστάσι] και πλάτυναν καλά το χώρο). Στη Σπάρτη η αγορά λεγόταν χορός, γιατί οι νέοι συνήθιζαν να χορεύουν εκεί τις γυμνοπαιδίες. Παυσ. (Γ', 11, 9): "Σπαρτιάταις δέ επί της αγοράς Πυθαέως τέ εστιν Απόλλωνος και Αρτέμιδος και Λητούς αγάλματα· χορός δέ ούτος ο τόπος καλείται πας, ότι εν ταις γυμνοπαιδίαις... οι έφηβοι χορούς ιστάσι τώ Απόλλωνι" (στην αγορά τους οι Σπαρτιάτες έχουν αγάλματα του Πυθέα Απόλλωνα, της Αρτέμιδας και της Λητώς. Όλος αυτός ο τόπος ονομάζεται χορός, γιατί κατά τις γυμνοπαιδίες... οι έφηβοι εκτελούν χορούς προς τιμήν του Απόλλωνα).

Γιτιάδας
Λακεδαιμόνιος γλύπτης του 6ου π.Χ. αι. Κατά τον Παυσανία, αυτός κατασκεύασε το χάλκινο άγαλμα της Χαλκιοίκου Αθηνάς στη Σπάρτη. Οι πηγές μας παραδίδουν επίσης (Παυσανίας "Λακωνικά") ότι ο Γιτιάδας συνέθεσε και δωρικά άσματα καθώς και έναν ονομαστό ύμνο στην Αθηνά.

Εβδομαία
Ονομαστή "μουσική" γιορτή στη Μίλητο προς τιμήν του Απόλλωνα, που είχε γεννηθεί την 7η ημέρα, όπως μας λέει ο Ησίοδος ("Έργα και Ημέραι" 770): "ἑβδόμη ἱερὸν ἧμαρ` τῇ γὰρ Ἀπόλλωνα χρυσάορα γείνατο Λητώ ». Σ' αυτή τη γιορτή προϊσταντο οι "Μολπικοί " (ή "Μολποί "), που ήταν μια αρχαία εταιρεία μουσικών. Αλλά και στη Σπάρτη θυσίαζαν στον Απόλλωνα την 7η ημέρα (Ηρόδοτος ΣΤ΄57).

Ενόπλιος όρχησις
Είδος χορού, με κινήσεις που ήταν απομίμηση πολεμικών κινήσεων. Οι ορχούμενοι κρατούσαν όπλα και τα έσειαν ρυθμικά, ψάλλοντας εμβατήρια που λέγονταν "ενόπλια". Ο χορός ήταν σε χρήση ιδίως στη Σπάρτη, όπου κατά τον Αθήναιο: "οἱ ὀρχούμενοι ἔρρυθμον κίνησιν ἐποιοῦντο τὰ τοῦ Τυρταίου ἀπομνημονεύοντες". Ως αρχικός δάσκαλος ενόπλιας όρχησης αναφέρεται ο Πρίαπος. Παρόμοια όρχηση είχαν επίσης οι Μαντινείς και οι λοιποί Αρκάδες, όπως (σε κακόγουστη απομίμηση) και οι Σάλιοι της Ρώμης.

Ευρύκλεια
(τα) Μουσικοί αγώνες που γίνονταν στο Γύθειο προς τιμήν του Σπαρτιάτη Ευρυκλή, του ευεργέτη της πόλης (1ος π.Χ. αι.). "Ευρύκλεια" επίσης ονομάζονταν ανάλογες γιορτές στην ίδια τη Σπάρτη που ίδρυσε ο Ευρυκλής προς τιμήν του Αυγούστου. Διατηρήθηκαν ώς την εποχή του αυτοκράτορα Κόμμοδου.

Κορυθάλη
Κλάδος δάφνης στολισμένος με κορδέλες (βλ. ειρεσιώνη). Σχετιζόταν με την Κορυθαλία Αρτέμιδα (την προστάτιδα της γονιμότητας) προς τιμήν της οποίας χόρευαν κορυθαλίστριαι στη Σπάρτη και στη δωρική Νότια Ιταλία.

μοιρολόγια
Στην αρχαία Ελλάδα (και μάλιστα στη Σπάρτη και την Αθήνα), παρά τις σχετικές νομοθετικές απαγορεύσεις του Λυκούργου και του Σόλωνα, υπήρχαν γυναίκες επαγγελματίες θρηνωδοί από την Φρυγία ή την Καρία, οι οποίες συνέθεταν νεκρώσιμα άσματα στους "τρόπους" και τους ρυθμούς της πατρίδας τους. Έτσι επικράτησε κατά τους κλασικούς χρόνους η συνήθεια να τραγουδιούνται τα μοιρολόγια στους "τρόπους" και ρυθμούς αυτών των τόπων (φρύγια και καρικά αυλήματα)

Ούπιγγος νόμος
(ή ωδή) ΄Ετσι ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες μια ικετήριος ωδή (είδος δέησης) κατά τους τοκετούς, προς τιμήν της Αρτέμιδος. Προέρχεται από το «ούπις», που είναι επίθετο αποδιδόμενο στη θεά ως προστάτιδα των επιτόκων. Η ωδή (και οι σχετικοί ύμνοι, καλούμενοι "ούπιγγες") συνηθίζονταν κυρίως στη Σπάρτη, την Έφεσο, την Κρήτη και τη Θράκη.

παίων
Τα «παιωνικά μέτρα» χρησιμοποιούνταν αρχικά στα υπορχήματα, γιατί ο "παιωνικός ρυθμός", ζωηρός και άκρως κινητικός, δημιουργούσε περισσότερο ενθουσιασμό από τους επίσης χρησιμοποιούμενους «τροχαϊκούς» και «ιαμβικούς ρυθμούς» (βλ. τροχαίος και ίαμβος). Το δε γεγονός ότι τα υπορχήματα απευθύνονταν προς τον "Παιάνα Απόλλωνα", ονόμασε και τον περισσότερο χρησιμοποιούμενο πόδα τους: «παίωνα»` επειδή δε το υπόρχημα αναπτύχθηκε αρχικά στην Κρήτη, βάφτισε αυτόν τον πόδα και «κρητικό». Χρήση «παιώνων» γινόταν και στην πυρρίχη (που επίσης πρωτοαναπτύχθηκε στην Κρήτη) γι' αυτό και πίστευαν ότι οι «παίωνες» επινοήθηκαν από τους Κουρήτες και τους Κορύβαντες. Στους εφευρέτες των «παιώνων» περιλαμβανόταν επίσης και ο Θαλήτας (που από την Κρήτη τούς μετέφερε στη Σπάρτη).

Παρθενεία
(τα) (ή παρθένια) Αρχαία χορικά άσματα λυρικής υφής (αιολικής ή δωρικής προέλευσης). Ψάλλονταν κατά τις εορτάσιμες μέρες (κυρίως του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος) από παρθένες, οι οποίες ταυτόχρονα χόρευαν, ρυθμίζοντας με αυτά τις ορχηστικές τους κινήσεις. Τέτοια άσματα καλλιεργήθηκαν στη Σπάρτη, ευνοημένα από την πιο ελεύθερη ανατροφή της γυναίκας. Μορφολογικά, σχηματίζονταν από στροφές, αντιστροφές και επωδούς (που επαναλαμβάνονταν), ενώ δεν διέθεταν ούτε τη μιμητική έκφραση ούτε τη γρήγορη όρχηση των υπορχημάτων, γιατί εμφανίζονταν ως ποικιλία του προσοδίου (δηλαδή του άσματος της πομπής). Εκτός από τον Αλκμάνα, «παρθενεία» συνέθεσαν οι Πίνδαρος, Σιμωνίδης, Βακχυλίδης, κ.ά. Ως «παρθενεία» θεωρούνται και τα ορχηστικά άσματα της εξόδου στη "Λυσιστράτη". Είδος «παρθενείων» ήταν και τα δαφνηφορικά.

Σπάρτης κελήα
(η) και μώα (η) Αρχαιοελληνικά παιδικά μουσικά αγωνίσματα (απαγγελίας ή τραγουδιού) αναπόσπαστο μέρος της αγωγής των νέων στη Σπάρτη. Σ’ αυτά έπαιρναν μέρος παιδιά 8-13 ετών, υπό την ιερή σκέπη της Ορθίας Αρτέμιδος (που τη θεωρούσαν προστάτιδα της παιδικής και της πρώτης εφηβικής ηλικίας, στο δε ιερό της οποίας αφιέρωναν το έπαθλο της νίκης: ένα σιδερένιο δρεπάνι). Τα ονόματα των νικητών γράφονταν μαζί με το αγώνισμα σε ειδική πέτρινη στήλη. Η «κελήα» αναφέρεται και ως «κελεία», «καιλήα», «κελύα», «κελοία» και «κελέα».

Ταινάρια
(τα). Πανάρχαιη (προδωρική) γιορτή στο Ταίναρο (προς τιμήν του Ποσειδώνα) με λαμπρή πομπή, παννυχίδα και χορό ([[Πλούταρχος|Πλούταρχος]] «Των επτά σοφών Συμπόσιον»). Αργότερα, η γιορτή μεταφέρθηκε εμπλουτισμένη και στη Σπάρτη (στο ιερό του Ταινάριου Ποσεδώνα) και όπως γράφει ο [[Ησύχιος|Ησύχιος]], περιείχε επιβλητική πομπή από κήρυκες, αυλητές, θεοφόρο και μάντη (η παρουσία του θεοφόρου πρέπει προφανώς να συνδυαστεί με τη μεταφορά του θεϊκού αγάλματος από το Ταίναρο, ενώ η παρουσία του μάντη ίσως να συνδεόταν με νεκρικές τελετουργίες και επικλήσεις, αν θυμηθούμε ότι κατά την παράδοση ο Ηρακλής ανέβασε τον Κέρβερο από τον Άδη στο Ταίναρο...).

Τιμόθεος ο Μιλήσιος
(Μίλητος, 451/450-360/357 π.Χ.). Διαπρεπής αρχαίος μουσικός και ποιητής, μαθητής του Φρύνι όπως μας λέει ο Αριστοτέλης: "εἰ μὲν Τιμόθεος μὴ ἐγένετο, πολλὴν ἄν μελοποιίαν οὐκ εἴχομεν εἰ δὲ μὴ Φρῦνις, Τιμόθεος οὐκ ἄν ἐγένετο".. Άφησε όνομα ως διθυραμβοποιός που ανέπτυξε τη μονωδία και εισήγαγε σημαντικές καινοτομίες. Ασκούσε την τέχνη του στην Αθήνα (το 420 νίκησε στους αγώνες τον Φρύνι), αλλά πήγε και στον Αρχέλαο της Μακεδονίας (Πλούταρχος "Ηθικά" 334β) και στη Σπάρτη΄ όμως εκεί οι έφοροι, επειδή είχε προσθέσει στην συνηθιζόμενη τότε 7χορδη κιθάρα 4 ακόμα χορδές, αρνήθηκαν τον νεωτερισμό του και του έσπασαν τις πρόσθετες χορδές (ή κατ’ άλλους, τον εξόρισαν). Συγκεκριμένα: <Τὸν Τιμόθεον ἐλθόντα εἰς Λακεδαιμόνα μετὰ κιθάρας ἐνδεκαχόρδου, ἐξέωσαν οἱ Λάκωνες τοιαῦτα ψηφισάμενοι: "Ἐπειδή Τιμόσεορ ὁ Μιλήσιορ παραγενόμενορ ἐτταν ἁματέραν πόλιν, τὰν παλαιὰν μῶσαν ἀτιμάσδη, καὶ τὰν διὰ τᾶν ἑπτὰ χορδᾶν κισάριξιν ἀποστρεφόμενορ πολυφωνίαν εἰσάγων, λυμαίνεται τὰρ ἀκοάρ τῶν νέων διὰ τε τᾶρ πολυχορδίαρ τᾶρ καινότατορ τὸ μέλεορ, ἀγεννέα καὶ ποικίλαν ἀντί ἁπλᾶρ... ἐπαναγκάσαι δὲ καὶ τᾶρ ἕνδεκα χορδᾶν ἐκταμόντα τᾶρ περιττάρ, ὑπολίπων μόναρ τᾶρ ἑπτά:" >. Δηλαδή: "Επειδή ο Τιμόθεος ο Μιλήσιος που ήλθε στην πόλη μας βεβήλωσε την παλαιά Μούσα και περιφρόνησε την επτάχορδη λύρα εισάγοντας πολυφωνία, μόλυνε δε τα αφτιά των νέων μας με το καινοφανές μέλος της πολυχορδίας, που είναι θρασύ και φτιασιδωμένο αντί να είναι απλό... (γι’ αυτό και αποφασίστηκε) να αναγκαστεί να κόψει τις περιττές χορδές και να αφήσει μόνο τις επτά..." (Αρχιμανδρίτου Παγκρατίου Βατοπεδινού "Η μουσική κλίμαξ...",Κων/πολις 1917, σ. 26). Παρόμοιο απόσπασμα περιέχεται στα «Αποφθέγματα Λακωνικά» του Πλουτάρχου: «...Τιμοθέου δ΄ ἀγωνιζομένου τὰ Κάρνεια, εἶς τῶν ἐφόρων μάχαιραν λαβὼν ἠρώτησεν αὐτόν, ἐκ ποτέρου τῶν μερῶν αποτέμῃ τὰς πλείους τῶν ἑπτὰ χορδῶν»). Η παράδοση αυτή δείχνει το πόσο ο Τιμόθεος αγαπούσε τις καινοτομίες και μάλιστα περηφανευόταν για το ότι στους "σεμνούς μουσικούς νόμους έδωσε γλώτταν και χροιάν διθυραμβώδη" (Πλούταρχος "περί Μουσικής" 1132). Ως προς τις χορδές της λύρας, το πιθανότερο είναι ότι πρόσθεσε τη 10η χορδή (το οξύ φα). Η από αυτόν προσθήκη της 11ης και της 12ης χορδής αμφισβητείται. Πάντως οι καινοτομίες του (ανέμιξε το εξάμετρο με ελεύθερους ρυθμούς και χρησιμοποίησε εντατικότερα τον μελισμό) αρχικά ξένισαν την αίσθηση των Αθηναίων, αλλά ο Ευριπίδης, καινοτόμος και ο ίδιος, τον ενθάρρυνε λέγοντάς του ότι σε λίγο θα κυριαρχήσει στο θέατρο (όπως άλλωστε και έγινε). Αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα αναγνωρίστηκε η ποίησή του. Παραδίδεται ότι οι Εφέσιοι του έδωσαν χίλιους χρυσούς στατήρες για τον "Ύμνο στην Άρτεμι"(!), οι δε νέοι της Αρκαδίας μάθαιναν και τραγουδούσαν τους νόμους του. Κατά τη Σούδα, συνέθεσε 19 νόμους, 26 προοίμια, 21 ύμνους και 18 διθυράμβους (τα έργα του καταλάμβαναν 18 βιβλία με 8.000 στίχους...). Από τους νόμους του (ποιήματα ψαλλόμενα με συνοδεία κιθάρας) μνημονεύεται ιδιαίτερα οι "Πέρσες" και μάλιστα λέγεται ότι, όταν τους τραγουδούσε στη Νεμέα ο μουσικός Πυλάδης, οι παρόντες έστρεψαν το βλέμμα τους προς τον Φιλοποίμενα, τον "έσχατο των Ελλήνων" (που τότε ήταν στην αρχή της σταδιοδρομίας του...). Από αυτό το ποίημα βρέθηκε το 1902 στο Αμπουσίρ της Κάτω Αιγύπτου εκτεταμένο μέρος (253 στίχοι, πλήν των 100 στίχων της αρχής) που περιγράφει σκηνές από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας μέσω 4 μονολόγων. (Συγκεκριμένα, οι στίχοι 1-190 περιέχουν σε διθυραμβικό ύφος την περιγραφή της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών. Οι στίχοι 191-209 αποτελούν τη διαταγή υποχώρησης του Πέρση βασιλιά. Στους στίχους 210-219 γίνεται μνεία του πανηγυρισμού της νίκης, ενώ οι υπόλοιποι στίχοι αποτελούν τη λεγομένη "σφραγίδα" του ποιήματος, στην οποία ο ποιητής δηλώνει την ταυτότητά του και μιλάει για τον εαυτό του). Ο πάπυρος αυτός είναι μέχρι στιγμής το αρχαιότερο διασωσμένο δείγμα της Ελλ. Γραμματείας. Από τον Τιμόθεο έχουν επίσης σωθεί ελάχιστα τμήματα από τα έργα του "Κύκλωπας", "Νιόβη", "Σκύλλα" και "Ελπήνωρ".

Υακίνθια
Από τις μεγαλύτερες αρχαίες γιορτές. Γιορταζόταν κάθε χρόνο στις Αμύκλες της Σπάρτης το μήνα Εκατομβαιώνα (αντίστοιχο του αττικού Θαργηλιώνα) προς τιμήν του Υάκινθου (παλιού τοπικού θεού που συνδεόταν λατρευτικά με τον Απόλλωνα). Η γιορτή, διαρκούσε 3 μέρες ([[Αθήναιος|Αθήναιος]] ΙV, 139 d-f). Από αυτές, η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη --αφιερωμένη στον θάνατο του Υάκινθου (και τότε απαγορεύονταν τα άσματα και οι παιάνες). Οι 2 άλλες μέρες --αφιερωμένες στον Απόλλωνα-- ήταν χαρούμενες και γιορτάζονταν από ελεύθερους και δούλους, με σημαντική συμμετοχή της μουσικής: «παῖδες τε γὰρ κιθαρίζουσιν ἐν χιτῶσιν ἀνεζωσμένοις καὶ πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες πάσας ἄμα υῷ πλήκτρῳ τὰς χορδὰς ἐπιτρέχοντες ἐν ῥυθμῷ μὲν ἀναπαίστῳ μετ ` ὀξέος δὲ τόνου υὸν θεὸν ᾄδουσιν.» ([[Αθήναιος|Αθήναιος]]). Στον Απόλλωνα προσφερόταν πέπλος, που είχαν υφάνει παρθένες (Στράβων VΙ, 278) και διοργανωνόταν πομπή 5 χιλιομέτρων (όπως στα «Παναθήναια») κατά μήκος της Υακινθίδας οδού (Σπάρτη-Αμύκλες, παράλληλα στον Ευρώτα). Όλως αξιοσημείωτο και το ότι στη διάρκεια των Υακινθίων, οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ανακωχή (αν βρίσκονταν σε πόλεμο) ή δεν έπαιρναν μέρος σε πολεμικές επιχειρήσεις (όσο σπουδαίο κι αν ήταν το διακυβευόμενο). Τα Υακίνθια γιορτάζονταν ώς το τέλος της ρωμαϊκής Εποχής.

Φρύνις ο Μυτιληναίος
Ο Φρύνις ο Μυτηλιναίος, ήταν αρχαίος μουσικός του 5ου π.Χ. αι., καταγόμενος από τη Λέσβο (γιος του Κάνωπος). Σπούδασε αρχικά αυλητική με τον Αριστοκλείδη και στη συνέχεια επιδόθηκε στην κιθαριστική. Τότε, στις 7 χορδές της κιθάρας προσέθεσε άλλες 2, χωρίς επιτυχία όπως φαίνεται γιατί κατά την παράδοση όταν πήγε στη Σπάρτη, ένας από τους εφόρους της (ονομαζόμενος Εμηρεπής ή μάλλον Εμπρεπής) "σκεπάρνῳ τὰς δύο τῶν ἐννέα χορδῶν ἐξέτεμεν εἰπών Μ η κ α κ ο ύ ρ γ ε ι τ η ν Μ ο υ σ ι κ ή ν " (Πλούταρχος "Αποφθέγματα Λακεδαιμονίων" σ. 139). Ο Αριστοφάνης και άλλοι κατηγόρησαν τις μουσικές καινοτομίες του ότι "εξεθήλυναν" και "διέφθειραν" την προγενέστερή του μουσική. Στην ουσία, φαίνεται ότι ο Φρύνις μεταχειριζόταν αντί για τετράχορδα, πεντάχορδα πυκνού χρωματισμού και μέσω αυτών επιχειρούσε "μετατροπίες" σε 12 τρόπους (κλίμακες)` έτσι τουλάχιστον αφήνει να εννοηθεί το γνωστό απόσπασμα από το "περί Μουσικής" του Πλουτάρχου: "ἐν πενταχόρδοις δώδεχ' ἁρμονίας έχων". Ο Φρύνις περιόδευσε στην Πελοπόννησο και τη Μεγάλη Ελλάδα ως επαγγελματίας μουσικός και μάλιστα πήρε μέρος και νίκησε (επί Καλλίου άρχοντος, το 456 π.Χ.) στα Παναθήναια. Ο Αριστοτέλης τον θεωρεί βασικό υπαίτιο των μουσικών καινοτομιών, γράφοντας "αν δεν υπήρχε ο Φρύνις δεν θα είχε υπάρξει ο Τιμόθεος" ("Μεταφυσικά").

Χιτώνια
(τα) Αρχαιοελληνική γιορτή του αττικού Δήμου Χιτώνη προς τιμήν της Αρτέμιδος Χιτωνίας (της εικονιζόμενης με κοντό κυνηγητικό χιτώνιο). Χιτώνια γιορτάζονταν επίσης στη μυκηναϊκή Σπάρτη, αλλά και στις Συρακούσες (όπου, κατά τον Αθήναιο, συνοδεύονταν από ιδιότυπο χορό και μουσική: «παρά δὲ Συρακοσίοις καὶ χιτωνίας Ἀρτέμιδος ὄρχησίς τις ἐστιν ἴδιος και αὔλησις»). Άλλοι πάλι μεταγενέστεροι συγγραφείς θεωρούν ότι η Άρτεμις Χιτωνία ήταν επίκλητη της Βραυρωνίας Αρτέμιδος, προς τιμήν της οποίας διοργανώνονταν ανά τετραετία στη Βραυρώνα Αττικής λαμπρές γιορτές και αγώνες ραψωδών με αντικείμενο την «Ιλιάδα» ([[Ησύχιος|Ησύχιος]]) οι οποίοι απετέλεσαν πρότυπο των αντίστοιχων αγώνων που καθιέρωσε στα [[Παναθήναια|Παναθήναια]] ο Πεισίστρατος. Επίσης, οι εκεί ανασκαφές απεκάλυψαν μικρούς πήλινους κρατήρες του 5ου π.Χ. αι., στους οποίους εικονίζονται κοπέλες με κοντό χιτώνα να χορεύουν (προφανώς προς τιμήν της Αρτέμιδος).
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Αλκμάν
(7ος αι. π.Χ.)· λυρικός (μελικός) ποιητής και συνθέτης. Σύμφωνα με τη Σούδα, γεννήθηκε στη Μεσσόα (μέρος της Σπάρτης, κατά τον Στράβωνα), αλλά γενικά πιστευόταν ότι γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας, στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με μια παράδοση, πουλήθηκε στη Σπάρτη σκλάβος· αργότερα, απελευθερώθηκε και εγκαταστάθηκε εκεί.

Στράτων
Λυρικός ποιητής και επιγραμματοποιός του 2ου μ.Χ. αι., καταγόμενος από τις Σάρδεις. Συνέταξε Συλλογή επιγραμμάτων με θέμα την παιδεραστία και τίτλο «Μούσα Παιδική», που αποτελεί το κυριότερο τμήμα του 12ου βιβλίου της 16τομης «Παλατινής Ανθολογίας» του Βυζαντινού Κων/νου Κεφαλά. Σ’ αυτή την «Παιδική» Συλλογή (που περιέχει επιγράμματα 29 ποιητών κι ακόμα 30 επιγράμματα αγνώστων) περιέλαβε και 94 δικά του, που διακρίνονται για την κομψότητα και την ευφυία τους. Παραθέτουμε 2 από αυτά (το 1ο σε μετάφραση Π. Λεκατσά και το 2ο, μαζί με το αρχαίο κείμενο για να δειχτεί το ύφος, σε μετάφραση Γ. Ιωάννου): «Να πίνεις, να ερωτεύεσαι, Δημόκριτε, τα πάντα δε θα μεθάμε, με παιδιά δε θά ΄μαστε μαζί, και στέφανα ας φορέσουμε, κι αρώματα ας βρεχτούμε, πριχού στα έρμα τα μνήματα τα φέρουνε οι δικοί. Τώρα ας μου πίνουν κι ας μεθούν κρασί τα κόκκαλά μου κι αύριο νεκρά, ο κατακλυσμός ας μου τα λιώσει χάμου». «Εἰ κάλλει καυχᾷ, γίνωσχ΄ ὃτι καὶ ῥόδον ἀνθεῖ ` αλλὰ μαρανθὲν ἄφνω σὺν κοπρίοις ἐρίφη. Ἄνθος γὰρ καὶ κάλλος ἴσον χρόνον ἐστὶ λαχόντα ` ταῦτα δ΄ ὁμῆ φθονέων ἐξεμάρανε χρόνος». δηλαδή «Εάν καυχιέσαι για την ομορφιά σου, έχε υπόψη σου πως και το ρόδο ανθίζει, μα όταν ξάφνου μαραθεί, με τις κοπριές πετιέται στα σκουπίδια. Άνθος γαρ και κάλλος ίσον χρόνον κατά τύχην έχουν. Αυτά φθονώντας τα από κοινού ο χρόνος αμάραντα ποτέ δεν τ΄ αφήνει».
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Αλκμάν
(7ος αι. π.Χ.)· λυρικός (μελικός) ποιητής και συνθέτης. Σύμφωνα με τη Σούδα, γεννήθηκε στη Μεσσόα (μέρος της Σπάρτης, κατά τον Στράβωνα), αλλά γενικά πιστευόταν ότι γεννήθηκε στις Σάρδεις της Λυδίας, στη Μικρά Ασία.

Μαίων
Ο εικαζόμενος πατέρας του Ομήρου (που γι' αυτό ονομάστηκε και "Μαιονίδης"). Κατά την παράδοση ήταν αδελφός του Δίου (του πατέρα του Ησίοδου) και καταγόταν από τη Σμύρνη. Άλλες παραδόσεις τον θέλουν είτε γιο του Απελλή (να έρχεται στη Σμύρνη με τις Αμαζόνες και να παντρεύεται την Εύμητι ή την Υρνηθώ) είτε να είναι παππούς του Ομήρου (που στην περίπτωση αυτή, ήταν γιος του ποτάμιου θεού Μέλητα και μιας κόρης του Μαίονα). Ο Αριστοτέλης γράφει ότι ο Μαίων ήταν βασιλιάς της Λυδίας και κυβερνήτης της Σμύρνης που παντρεύτηκε μια κόρη έγκυο από δαίμονα "συγχορευτή των Μουσών". Όταν γεννήθηκε ο Όμηρος, ο Μαίων τον ανέθρεψε σαν δικό του παιδί. Ο Έφορος πάλι γράφει, ότι ο Μαίων ήταν αδελφός του Δίου και του Απελλή. Όταν πέθανε ο Απελλής, ανέλαβε την κηδεμονία της ανηψιάς του Κριθηίδας, την οποία όμως διακόρευσε και για να αποφύγει την "κατάγνωσιν" την πάντρεψε με τον Φήμιο (που χωρίς να ξέρει την αλήθεια έγινε ο πατέρας του Ομήρου...).

Τόρηβος
μυθικός μουσικός, γιος του Άτυ, αρχηγού των Λυδών, και αδελφός του Λυδού, μυθικού βασιλιά των Λυδών. Είναι γνωστός και ως Τυρρηνός· από τη Λυδία πήγε στην Ιταλία, όπου εγκαταστάθηκε, και έδωσε το όνομά του στο λαό και στη χώρα των Τυρρηνών (Τορήβων, Ετρούσκων)· πρβ. Διον. Αλικαρν. (Ρωμαϊκή Αρχαιολογία Ι, 28, 2) και Στράβων (Ε', 215). Κατά τον Διονύσιο Ίαμβο, ο Τόρηβος ανακάλυψε τη λυδική αρμονία, που ο Πίνδαρος απέδιδε στον Άνθιππο. Σύμφωνα με κάποιο μύθο, η προσθήκη της 5ης χορδής αποδιδόταν επίσης στον Τόρηβο.


Kόροιβος
Σπουδαίος μυθικός λυρωδός από τη Λυδία, που, σύμφωνα με τις μεταγενέστερες παραδόσεις, πρόσθεσε στη λύρα την 5η της χορδή.

Λύδιος τρόπος
ένας από τους 15 τρόπους της αρχαίας ελλ. μουσικής (Αλύπιος). Προερχόταν από τη Λυδία και η εφεύρεσή του αποδίδονταν είτε σε θεότητες (Κυβέλη) είτε σε μυθικούς ποιητές και μουσικούς (Ύαγνι, Μαρσύα, Όλυμπο). Καθιερώθηκε κατ' άλλους μεν από τον Αλκμάνα το 670 π.Χ., κατ' άλλους από τον Πολύμνηστο τον Κολοφώνιο. Σχηματιζόταν και στα 3 γένη και είχε συχνή χρήση. Συνδέονταν με δύο συγγενείς τρόπους (υπολύδιο και υπερλύδιο) και με έναν μικτό (μιξολύδιο). Ειχε ως αφετηρία το "ντο" και αντιστοιχούσε περίπου στην κλίμακα: ντο-σι λα σολ // φα-μι ρε ντο Στο μεσαίωνα, οι θεωρητικοί του Γρηγοριανού μέλους μετατόπισαν τη βάση του λύδιου στον φθόγγο φα. Έτσι έγινε αρκετά τραχύς (περιέχοντας το διάστημα της αυξημένης 4ης: φα - σι) και ελαχιστοποιήθηκε η χρήση του. Ανήκε τότε στους 8 τρόπους του μεσαιωνικού μουσικού συστήματος (7ος-9ος αι.), λεγόμενος «πέμπτος τρόπος» ή «τρίτος αυθεντικός». Παρεπιμπτόντως αναφέρουμε ότι ο Μαρκέττους της Πάδουας γράφει ότι κατά τον ΙΓ' αιώνα μεταχειρίζονταν λύδιο τρόπο με σι φυσικό για την ανιούσα κλίμακα («genus durum»: «σκληρο γένος») και σι ύφεση για την κατιούσα («genus molle»: «μαλακό γένος», ώστε να αποφεύγεται το "τρίτονο").

Ύμνος
... θεούς, όνομα δε ύμνοι επεκαλούντο" (και ένα είδος ωδής, προσευχές προς τους θεούς, που λέγονταν ύμνοι). Ποιητές ύμνων που αναφέρονται από τη μυθική σχεδόν εποχή ήταν ο Ωλήν από τη Λυδία, ο Ορφεύς Ορφέας , ο Εύμολπος και ο Μουσαίος . Τέτοιοι ύμνοι ήταν οι γνωστοί Ομηρικοί Ύμνοι, από τους οποίους έχουν διασωθεί 33, σε δακτυλικά εξάμετρο στίχο· ήταν επικά τραγούδια, που ...

Αμφίων
... το όνομά του και διασώθηκαν από πολλούς συγγραφείς. Σύμφωνα με μια παράδοση, υπήρξε ο πρώτος που έπαιζε λύρα , τέχνη που διδάχτηκε από τον Ερμή ή τον ίδιο τον Δία. Έμαθε από τους Λυδούς τη λύδιος λυδική αρμονία και σ' αυτόν αποδιδόταν η εφεύρεση (επινόηση) της κιθαρωδία κιθαρωδίας και της κιθαρωδικής τέχνης, και η προσθήκη τριών χορδών στις παλιές τέσσερις της λύρας.

Λύδιος
αρμονία και λυδιστί αρμονία· το ακόλουθο οκτάχορδο ήταν δεκτό από τους περισσότερους αρχαίους θεωρητικούς και συγγραφείς ως λυδική αρμονία: do-si-la-sol-fa-mi-re-do (διατονικό γένος). Για ορισμένους, ανάμεσα στους οποίους και ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός, ήταν το οκτάχορδο fa-fa.
Η λυδική αρμονία, καθώς και η φρυγική, ήταν ανάμεσα στις μη ελληνικές αρμονίες που είχαν εισαχθεί στην Ελλάδα από τη Μ. Ασία· ο Αθήναιος γράφει (ΙΔ', 625Ε, 21): "η φρυγική και η λυδική αρμονία έγιναν γνωστές στους Έλληνες από τους Φρύγες και τους Λυδούς, που μετανάστευσαν με τον Πέλοπα στην Πελοπόννησο". Η λυδική αρμονία ήταν, ωστόσο, γνωστή από πολύ παλαιά εποχή, όπως και η δωρική και η φρυγική. Κατά τον Αριστόξενο (πρώτο βιβλίο του Περί μουσικής στον Πλούταρχο, 1136C, 15), ο Όλυμπος ήταν ο πρώτος που έπαιξε στον αυλό μια πένθιμη μελωδία ("επικήδειον") στη λυδική αρμονία για το θάνατο του Πύθωνα. Και ο Πίνδαρος (κατά τον Πλούταρχο, ό.π.) λέει στους παιάνες ότι η λυδική αρμονία εκτελέστηκε για πρώτη φορά στους γάμους της Νιόβης· ενώ, κατά τον Διονύσιο τον Ίαμβο, ο Τόρηβος τη χρησιμοποίησε για πρώτη φορά.
Βλ. λ. ήθος. Ο λύδιος τόνος ήταν ο τέταρτος στη σειρά των 13 τόνων του αριστοξένειου συστήματος και ο έκτος στη σειρά των 15 τόνων του νεο-αριστοξένειου συστήματος. Βλ, λ. τόνος.

Συμπόσια και τραγούδια
Όλοι οι λαοί συνηθίζουν να συμπληρώνουν την τέρψη των συμποσίων τους με μουσική και τραγούδια. Οι αρχαίοι Έλληνες από πολύ νωρίς συνήθιζαν να χρησιμοποιούν για το σκοπό αυτό ειδικευμένα πρόσωπα. Στα ομηρικά συμπόσια βλέπουμε αοιδούς (Δημόδοκο, Φήμιο, κ.ά.) να απαγγέλλουν διάφορες ρα-ψωδίες με τη συνοδεία της κιθάρας (λύρας). Τα τραγούδια και ο χορός ήταν, όπως λέει ο Όμηρος, στολίδια του τραπεζιού. Οι Μικρασιάτες Έλληνες, μιμούμενοι τους γείτονές τους Λυδούς, προσκαλούσαν στα συμπόσιά τους μουσικούς (τραγουδιστές και αυλητές). Από εκεί αυτή η "μόδα" πέρασε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τώρα τα τραπέζια γίνονται πολυτελέστερα και νέα ποιητικά είδη εφευρίσκονται: οι μονωδίες καθώς και οι κώμοι (άσματα τραγουδισμένα από πολλούς) με τους οποίους και τελειώνει το δείπνο της εορτής. (βλ. και συμποτικά άσματα, εταίρες και μουσική).

Άνθιππος
μυθικο-ιστορικός ποιητής και μουσικός, στον οποίο αποδιδόταν από τον Πίνδαρο η δημιουργία της λυδικής αρμονίας (πρβ. Πλούτ. Περί μουσ. 1136C, 15): "Πίνδαρος δ' εν Παιάσιν επί τοις Νιόβης γάμοις φησίν Λύδιον αρμονίαν πρώτον υπ' Ανθίππου διδαχθήναι" (ο Πίνδαρος στους παιάνες του για τους γάμους της Νιόβης λέει πως η λυδική αρμονία για πρώτη φορά διδάχτηκε από τον Άνθιππο). Ο Πολυδεύκης (IV, 78) επίσης λέει: "λυδιστί (αρμονία), ην Άνθιππος εξεύρε". Άλλοι αποδίδουν την εφεύρεση της λυδικής αρμονίας στον Τόρηβο.


ήθος
Το ήθος της λυδικής (ή λυδιστί) αρμονίας περιγραφόταν από πολλούς συγγραφείς ως απαλό και ευχάριστο· από τον Πλάτωνα ως "συμποτικόν και μαλακόν" (Πολιτεία Γ'). Ο Αριστοτέλης, από την άλλη (Πολιτ. Η', 7, 11, 1342Β), βρίσκει τη λυδική πιο κατάλληλη από όλες τις αρμονίες για την παιδική ηλικία, γιατί είναι ευπρεπής και μορφωτική ("δια το δύνασθαι κόσμον τ' έχειν και παιδείαν")

Τριμελής
... του τε δώριος Δωρίου και φρύγιος Φρυγίου και λύδιος Λυδίου , εν εκάστω των ειρημένων τόνων στροφήν ποιήσαντά φασι τον Σακάδαν διδάξαι άδειν τον χορόν Δωριστί μεν την πρώτην, Φρυγιστί δε την δευτέραν, Λυδιστί δε την τρίτη· καλείσθαι δε τριμερή τον νόμον τούτον δια την μεταβολήν" (οι τόνοι αρμονίες , που στην εποχή του Πολύμνηστος Πολύμνηστου και του Σακάδα ήταν τρεις, δηλ. ο ...

Χαλαρός
ένας όρος που απαντά ιδιαίτερα στον Πλάτωνα· αρμονία χαλαρά· όχι σύντονος· θηλυπρεπής ως προς το ήθος. Ο όρος ανειμένος χρησιμοποιούνταν επίσης με την ίδια σημασία: Αριστοτ. (Πολιτικά VI (IV), 3, 1290Α, 20): "τας δ' ανειμένας [αρμονίας] και μαλακάς δημοτικάς" (εκείνες [οι αρμονίες] που είναι χαμηλές στο ύψος και χαλαρές, που είναι από τη φύση τους της δημοκρατίας· κατά τη μετάφραση Η. S. Macran, Αριστόξ., σ. 72). Ο Η. Rackham, στην έκδοση των Πολιτικών (Loeb Classical Library, σ. 289), μεταφράζει: "οι χαλαρωμένες και μαλακές [αρμονίες] δημοκρατικές". Πλάτων (Πολιτ. Γ', 398Ε): "Ιαστί, ή δ' ος, και λυδιστί, αίτινες χαλαραί καλούνται" (Η ιωνική, είπε, και η λυδική [αρμονία], που ονομάζονται χαλαρές).
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Τεχνίται Διονύσου
... τεχνιτών επ' Ιωνίας και Ελλησπόντου, κέντρο του οποίου ήταν η πόλη Τέως στην ιωνική ακτή της Μ. Ασίας. Το 150 π.Χ., εξαιτίας πολιτικών ερίδων ανάμεσα στους καλλιτέχνες και το λαό της Τέω, εξαναγκάστηκαν να μετακινηθούν στην Έφεσο· από εκεί οδηγήθηκαν από τον Άτταλο στη Μυόννησο· τελικά, εγκαταστάθηκαν στην πόλη Λέβεδο, πάνω σ' ένα νησάκι κοντά στην ίδια ακτή της Μ. Ασίας. Ο Στράβων (ΙΔ', 1, ...

Ανακρέων
(563-478 π.Χ.)· λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στην πόλη Τέω (γι' αυτό και λεγόταν Τήιος), στην ιωνική ακτή της Μικράς Ασίας. Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του· όταν η Τέως καταλήφθηκε από τους Πέρσες (545 π.Χ.), ο Ανακρέων εγκαταστάθηκε πρώτα στα Άβδηρα της Θράκης και αργότερα στη Σάμο στην αυλή του Πολυκράτη. Μετά τη δολοφονία του τυράννου αυτού (522) κατέφυγε στον Ίππαρχο, γιο του ...

Πύθερμος
(περ. 6ος αι. π.Χ.)· ποιητής και μουσικός. Γεννήθηκε στην Τέω, μια ιωνική πόλη στη χερσόνησο Ερυθραία της Μ. Ασίας (από όπου και η επωνυμία Τήιος). Σε αυτόν αποδιδόταν η επινόηση της ιωνικής ή ιαστί αρμονίας, που αποδιδόταν επίσης και στον Πολύμνηστο. Ο Πύθερμος συνέθεσε σκόλια (παροίνια τραγούδια). Ο Ηρακλείδης Ποντικός πιστεύει (Αθήν. ΙΔ', 625C-D, 20) ότι ο Πύθερμος προσάρμοζε το στιλ των τραγουδιών του στο χαρακτήρα των Ιώνων και υποθέτει πως συνέθετε στην ιαστί αρμονία, αλλά σε μια περίεργη αρμονική φόρμα.

Αθηνόδωρος
αρχαίος κιθαρωδός από την Τέω της Μικράς Ασίας κατά την ακμή της (πριν από την επιδρομή των Περσών). Πρωταγωνιστούσε στις εκεί ονομαστές Διονυσιακές εορτές και πολλοί προσέρχονταν ειδικά για να τους διδάξει μουσική.
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ανακρέων
... αυτό και λεγόταν Τήιος), στην ιωνική ακτή της Μικράς Ασίας. Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του· όταν η Τέως καταλήφθηκε από τους Πέρσες (545 π.Χ.), ο Ανακρέων εγκαταστάθηκε πρώτα στα Άβδηρα της Θράκης και αργότερα στη Σάμο στην αυλή του Πολυκράτη. Μετά τη δολοφονία του τυράννου αυτού (522) κατέφυγε στον Ίππαρχο, γιο του Πεισίστρατου, στην Aθήνα. Όταν δολοφονήθηκε και ο Ίππαρχος (514), ...

Απόλλων
... Δήλιος: Ήδη από τον '''''Όμηρο''''' (''Ζ, 162'') αναφέρεται βωμός του θεού στη Δήλο (''"Αίας" 707, "Νεφέλες" 596, κ.λπ.''). Δήραινος: Έτσι λατρευόταν στα Άβδηρα. Διδυμαίος: Από την πόλη Δίδυμα νοτίως της Μιλήτου, όπου κατά την παράδοση ενώθηκαν ο Δίας με τη Λητώ. Λατρευόταν με μεγαλοπρέπεια στη Μίλητο (''βλ.'' ''προηγουμένως ...
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Λυκάων
(6ος προς 5o αι π.Χ.)· μουσικός από τη Σάμο, στον οποίο ο Βοήθιος αποδίδει την προσθήκη της 8ης χορδής στη λύρα. Την 8η χορδή η Σούδα αποδίδει στον Σιμωνίδη, ενώ ο Νικόμαχος στον Πυθαγόρα· πρβ. λ. λύρα. Μπορεί ο Λυκάων, ως οπαδός του Πυθαγόρα στη Σάμο, να γνώρισε και να χρησιμοποίησε την οκτάχορδη λύρα. Άλλες λεπτομέρειες για τη ζωή του δεν είναι γνωστές.

Ανακρέων
... της Μικράς Ασίας. Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του· όταν η Τέως καταλήφθηκε από τους Πέρσες (545 π.Χ.), ο Ανακρέων εγκαταστάθηκε πρώτα στα Άβδηρα της Θράκης και αργότερα στη Σάμο στην αυλή του Πολυκράτη. Μετά τη δολοφονία του τυράννου αυτού (522) κατέφυγε στον Ίππαρχο, γιο του Πεισίστρατου, στην Aθήνα. Όταν δολοφονήθηκε και ο Ίππαρχος (514), ο Ανακρέων έφυγε από την ΑΘήνα, πιθανόν ...

Ίβυκος
(6ος αι. π.Χ.)· λυρικός ποιητής και μουσικός από το Ρήγιο της Ν. Ιταλίας (γι' αυτό και επονομαζόταν Ρηγίνος). Έζησε μια ζωή πλανόδια. Η Σούδα διηγείται ότι πήγε στη Σάμο και πέρασε λίγον καιρό στην αυλή του Πολυκράτη (532-523 π.Χ.)

Πυθαγόρας
(περ. 572-περ. 500 π.Χ.)· μεγάλος φιλόσοφος, μαθηματικός και θεωρητικός της μουσικής. Γεννήθηκε στη Σάμο. Ίδρυσε τη Σχολή του στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας. Πέθανε στο Μεταπόντιο. Ο Πυθαγόρας υπήρξε ο πρώτος που πρόβαλε και υποστήριξε την επιστημονική βάση της μουσικής· η φιλοσοφική του θεώρηση του κόσμου βασιζόταν πάνω στην πίστη ότι καθετί πρέπει να ερμηνευτεί με αριθμούς. Στη μουσική ανακάλυψε ...

Aγαθόκλεια
διάσημη αυλητρίδα και εταίρα από τη Σάμο, κόρη της διαβόητης Οινάνθης, που την "προμήθευσε" στον Πτολεμαίο Δ' "Φιλοπάτορα" (250-205 π.Χ.). Εκείνος υποτάχτηκε τόσο πολύ στα θέλγητρά της, ώστε αποκλήθηκε ειρωνικά "ο της Αγαθοκλείας" (Στράβων). Μετά τον θάνατο του, η Αγαθόκλεια (με συνάρχοντα τον αδελφό της Αγαθοκλή) βασίλευσε στην Αίγυπτο` την οποία άλλωστε ...

Αισχρίων
4ος αι. π.Χ.): ιαμβογράφος από τη Σάμο, πιθανόν μαθητής του Αριστοτέλη. Συνόδευσε το Μ. Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στην Ασία. Το όνομά του δόθηκε σε ένα ποιητικό μέτρο, το "αισχριώνειο μέτρο", που το μεταχειρίστηκαν αργότερα οι διδακτικοί ποιητές και οι ιαμβογράφοι.

Οινάνθη
Διάσημη αυλητρίδα (τυμπανίστρια) και εταίρα από τη Σάμο (επί Πτολεμαίου Δ'). Σύμφωνα με τον «Ερωτικό» του Πλουτάρχου, υπήρξε μητέρα και "προαγωγός" της πανέμορφης εταίρας και αυλητρίδας Αγαθόκλειας.

Όμηρος και «Ομηρικό Ζήτημα»
... δεν γνωρίζουμε τίποτα. Ήταν ή δεν ήταν υπαρκτό πρόσωπο; κι αν ήταν, πότε και πού έζησε; Το κυριότερο: τί ακριβώς έγραψε; Η Παράδοση τον θέλει τυφλό ραψωδό στη Χίο ή στη Σμύρνη ή στη Σάμο, κ.λπ. (7 πόλεις ερίζουν περί αυτού...). Πιο εύλογη φαίνεται η άποψη πως τα Ομηρικά έπη δημιουργήθηκαν μέσα στο πλήρωμα του χρόνου με τρόπο «λαϊκό»· άρχισαν δηλαδή να σχηματίζονται την ίδια Εποχή που συνέβησαν τα ...

Σάμου, αρχαίες Γιορτές
Από τις πολλές και διάφορες γιορτές που περιέχει η αρχαία Ιστορία της νήσου, σταχυολογούμε αλφαβητικά τις ακόλουθες στις οποίες αναφέρεται ρητά η συμμετοχή της μουσικής: Διονύσια (τα). Χαρακτηρίζονταν από φαιδρότητα και ελευθεριότητα. Οι κισσοστεφανωμένοι πανηγυριστές γύριζαν στους δρόμους δίκην θιάσων σειληνών, τραγουδώντας άσεμνα τραγούδια και πέφτοντας σε οργιαστική καταληψία (ή μέθη) χωρίς να τους ενοχλεί κανείς, λόγω της αόρατης προστασίας που παρείχε ο τιμώμενος θεός (όλοι άλλωστε γνώριζαν το πάθημα του Πενθέα...). Ηραία (τα). Τελούνταν κατά τον μήνα Εκατομβαιώνα, σε ανάμνηση της γέννησης της Ήρας και του ιερού γάμου της με τον Δία. Στο πρόγραμμα της γιορτής υπήρχε τόσο η παράσταση του θεϊκού γάμου όσο και διαγωνισμοί ομορφιάς, τα λεγόμενα «Καλλιστεία» που διοργανώνονταν στον ναό της θεάς (υπενθυμίζεται ότι το Ηραίον της Σάμου θεωρείται ως το παλαιότερο ελλ. ιερό χρονολογούμενο στον 9ο π.Χ. αιώνα, ο δε μεγάλος βωμός του ανάγεται στον 10ο αιώνα). Το πάνδημο συμπόσιο, που συνοδευόταν από μουσική και τραγούδια, είχε ως «σήμα κατατεθέν» τα στεφάνια λυγαριάς καθώς και κλίνες στολισμένες με λυγαριά, γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, οι Κάρες (οι πρώτοι κάτοικοι της νήσου) όταν ανακάλυψαν το «βρέτας» (ξόανο) της θεάς (χωρίς να γνωρίζουν ότι είχαν επιχειρήσει να το κλέψουν Τυρρηνοί πειρατές) το έδεσαν σε μια λυγαριά για να μην μπορέσει να τους ξαναφύγει... Λυσάνδρεια (τα). Γιορτή προς τιμήν του Σπαρτιάτη στρατηγού Λύσανδρου, ο οποίος κατέλαβε τη Σάμο και εγκατέστησε δεκαρχία, «ἥτις (κατά τον Πλούταρχο) κολακεύουσα αὐτὸν μετωνόμασε τὰ Ἡραῖα Λυσάνδρεια καὶ ἀνήγειρε βωμούς, ἐνθα ἐτελοῦντο θυσίαι καὶ ἠδοντο ἀσματα πρὸς τιμήν του ». Ταυροπόλια (τα). Γιορτάζονταν στο ιερό της Αρτέμιδος Ταυροπόλου, το ονομαζόμενο από τον Στράβωνα «Ταυροπόλιον», με νυχτερινούς χορούς αγοριών και κοριτσιών («νεανίσκων και παρθένων»). Άμα τελείωναν οι χοροί, οι μετέχοντες προσέφεραν τα «τρωκτά» (είδος ξερού παστελιού από σουσάμι και μέλι). Τόναια (τα). Πανάρχαιος ετήσιος εορτασμός προς τιμήν της Ήρας (λέγονταν και «Τόνεα», «Τόνεια» και «Τονεία»). Στους μετέχοντες (που χόρευαν, έπιναν και τραγουδούσαν) μοιράζονταν «ψαιστά» (γλυκίσματα). Η ονομασία της γιορτής προέρχεται από τους «τόνους» (σκοινιά) με τους οποίους τύλιξαν οι Τυρρηνοί πειρατές το «βρέτας» (ξόανο) της θεάς για να το κλέψουν και το παράτησαν στην «ηόνα» (ακτή) γιατί το πλοίο τους δεν ξεκινούσε (βλ. και προηγουμένως: «Ηραία»). Ο Αθήναιος (ΙΕ΄) δίνει το πλήρες ιστορικό αυτής της επιχείρησης απαγωγής, σε ανάμνηση της οποίας «καθ’ ἕκαστον ἔτος ἀπό κομίζεσθαι τὸ βρέτας εἰς τὴν ᾐόνα καὶ ἀφαγνίζεσθαι ψαιστὰ τε αὐτῷ παρατίθεσθαι· καὶ καλεῖσθαι τόνεια τὴν ἑορτήν, ὅτι τόνοις συνέβη περιειληθῆναι τὸ βρέτας ὑπὸ τῶν τὴν πρώτην αὐτοῦ ζήτησιν ποιησαμένων ». Χαριδότεια. Πρόκειται για γιορτή αγροτική, που ήταν αφιερωμένη στον χορηγό της ελλ. χάριτος, τον Χαριδότη Ερμή. Εκτός από τους ύμνους, τις θυσίες και την πανηγυρική πομπή, χαρακτηριστικό της Γιορτής κατά τον Πλούταρχο ήταν η αποποινικοποίηση της κλεψιάς και τη λωποδυσίας, σε ανάμνηση της 10χρονης παραμονής των Σαμίων στη Μυκάλη από ληστεία και η κατοπινή κατατρόπωση των εχθρών τους. «Ερμή...πάτρονα του κλέφτη», που θά ’λεγε κι ο Έζρα Πάουντ...

Σιμωνίδης ο Αμοργίνος
Γνωστός αρχαίος λυρικός ποιητής, σύγχρονος του Αρχίλοχου, αλλά μεγαλύτερός του στην ηλικία. Αν και καταγόταν από τη Σάμο ονομάστηκε «Αμοργίνος», γιατί εγκαταστάθηκε ως αρχηγός των Σαμίων στην αποικία τους την Αμοργό και έμεινε εκεί όλη του τη ζωή. Παραθέτουμε 2 αντιπροσωπευτικά του επιγράμματα (σε μετάφραση Ηλία Βουτιερίδη): «Για να πεθάνουμε έχουμε καιρόν όσο κι αν θέμε, μα ζούμε χρόνια λιγοστά και συφορές γεμάτα» «Κανένα πράγμα πιο καλό απ’ την καλή γυναίκα κι απ’ την κακή χειρότερο δεν είναι για τον άντρα».

Στήσανδρος
Περίφημος αρχαίος κιθαρωδός από τη Σάμο. Αυτός, σύμφωνα με τα «Κυπριακά» του Τιμόμαχου ([[Αθήναιος|Αθήναιος]]), κιθαρώδησε πρώτος στους Δελφούς τις μάχες και τις περιπέτειες του Τρωϊκού πολέμου, όπως περιγράφονται στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια «ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς Ὀδυσσείας ».
 
Top