Θησαυρός της αρχαίας ελληνικής μουσικής

createlink.gif


εξάσημος, χρόνος· εκείνος που αποτελείται από έξι χρονικές μονάδες.
Βλ. λ. χρόνος.
 
createlink.gif


εξάτονος, αυτός που έχει έξι τόνους. Εξάτονος ήταν η διαπασών
(η ογδόη), γιατί περιείχε έξι τόνους συνολικά.
Πλούτ. Περί της εν Τιμαίω ψυχογονίας (1028Ε, 31): "ώσπερ τινά συμφωνίαν εν εξατόνω δια πασών αποδίδωσι" (καθώς η δια πασών κάνει μια συμφωνία με έξι τόνους).

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:
έξαυλος, αυλός που φθάρθηκε, που έγινε άχρηστος. Το ρ. εξαυλούμαι, χρησιμοποιούμενο για τις γλωσσίδες του αυλού, σήμαινε φθείρομαι, αχρηστεύομαι.
Ο Πολυδεύκης (IV, 73) λέει: "εξηυλημέναι γλώτται, αι παλαιαί" (εξηυλημέναι γλωσσίδες, οι παλιές, που έχουν καταστεί άχρηστες).

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:
εξάχορδον, σύστημα με έξι χορδές. Κατά τον Βοήθιο (Boethius) η έκτη χορδή είχε προστεθεί στο πεντάχορδο από τον Ύαγνι . Για ένα υποθετικό εξατονικό (δηλ. εξάφωνο, εξάφθογγο) σύστημα (κλίμακα), που έχει προηγηθεί της επτάφωνης κλίμακας, βλ. J. Chailley, "L' hexatonique grec d'apres Nicomaque", REG LXIX, 1956, σσ. 73-100.
Βλ. επίσης, λ. σύστημα , σημ. 2, όπου εξετάζεται αυτό το θέμα.

http://www.musipedia.gr/
 
εξής, συνεχώς. Εξής φθόγγοι, νότες που ακολουθούν η μια την άλλη στο ύψος· συνεχής, συναφής. π.χ. Βακχ. Εισ. 26: "τετράχορδον· τάξις φθόγγων εξής μελωδουμένων" (τετράχορδον είναι μια σειρά από νότες, που τραγουδιούνται η μια κατόπι από την άλλη [δηλαδή κατά διαστήματα 2ας]).
εξής τετράχορδα· συνεχή τετράχορδα, τετράχορδα που ακολουθούν το ένα το άλλο, ανεξάρτητα αν είναι συνημμένα ή διεζευγμένα .
εξής διαστήματα· διαστήματα που ακολουθούν το ένα το άλλο στο ύψος· εκείνα που τα άκρα τους είναι εξής, δηλ. συνεχή· π.χ. do - mi, fa - la.

http://www.musipedia.gr/
 
εξόδιον, (α) εξόδιον αύλημα · ένα κομμάτι, μελωδία (σόλο) αυλού που παιζόταν στο τέλος της δραματικής παράστασης κατά την έξοδο του χορού. Επίσης, εξόδιοι νόμοι· Σούδα: "Εξόδιοι νόμοι· αυλήματα, δι' ων εξήεσαν οι χοροί και οι αυληταί" (εξόδιοι νόμοι, κομμάτια (μελωδίες) για σόλο αυλού, με τα οποία οδηγούνταν στην έξοδο [έξω από την ορχήστρα] οι χοροί και οι αυλητές).
(β) εξόδιον μέλος · τραγούδι που το εκτελούσαν στο τέλος της παράστασης, ενώ έβγαιναν έξω. Πολυδ. (IV, 108): "και μέλος δε τι εξόδιον ό εξιόντες ήδον" (και υπήρχε ένα τραγούδι εξόδιο [όπως λεγόταν] που το τραγουδούσαν βγαίνοντας έξω [από την ορχήστρα ]).
(γ) εξόδιον ή επίλογος ήταν το τελευταίο μέρος του κιθαρωδικού νόμου · πρβ. Πολυδ. IV, 66.

Σημείωση: Η απομάκρυνση του χορού ονομαζόταν έξοδος· επίσης το τελευταίο επεισόδιο του αρχαίου δράματος, μετά το τελευταίο στάσιμον και την έξοδο του χορού· Αριστοτ. (Ποιητ. XII): "έξοδος είναι όλο το μέρος της τραγωδίας, μετά το οποίο δεν υπήρχε χορικό μέλος".

http://www.musipedia.gr/
 
επαυλώ, συνοδεύω με αυλό · παίζω αυλό μαζί με μια φωνητική μελωδία. Παυσ. ς', 14, 10: "Πυθόκριτος ο Σικυώνιος... επηύλησεν εξάκις τω πεντάθλω" (ο Πυθόκριτος ο Σικυώνιος... συνόδευσε με αυλό έξι φορές το πένταθλο). Sextus Empir. (Προς μουσικούς VI, 8) "παρήνεσε [Πυθαγόρας]... τω αυλητή το σπονδείον αυτοίς [τοις μειρακίοις] επαυλήσαι μέλος"· ([ο Πυθαγόρας] συμβούλευσε τον αυλητή να παίξει γι' αυτά [τα παιδιά] το σπονδείον μέλος). επαύλημα· η μελωδία που παιζόταν στον αυλό, όπως πιο πάνω.

http://www.musipedia.gr/
 
επιγόνειον, έγχορδο όργανο της οικογένειας του ψαλτηρίου , που παιζόταν δηλαδή απευθείας με τα δάχτυλα χωρίς τη βοήθεια πλήκτρου . Είχε 40 χορδές και ήταν ένα από τα μεγαλύτερα "πολύχορδα " όργανα της αρχαίας Ελλάδας. Δεν είναι ακριβώς γνωστό ποια ήταν η εκτασή του, πόσες νότες έδινε και ποιος ήταν ο χαρακτήρας του. Αν το επιγόνειο κουρδιζόταν είτε διατονικά είτε χρωματικά (κατά ημιτόνια), η εκτασή του θα ξεπερνούσε τις πέντε οκτάβες στην πρώτη περίπτωση ή τις τρεις στη δεύτερη (κατά ημιτόνια)· δηλ. πέρα από την έκταση που ήταν σε εφαρμογή, κατά τη μαρτυρία του Αριστόξενου (Αρμ. Ι, 20 Mb): "...το μεγαλύτερο σύμφωνο διάστημα είναι δύο οκτάβες και μία πέμπτη, γιατί δε φτάνουμε σε έκταση τις τρεις οκτάβες". Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι οι χορδές του επιγόνειου ήταν κατά ζεύγη, όπως στη μάγαδι· έτσι, οι φθόγγοι θα ήταν πραγματικά είκοσι.
Άλλοι, όπως ο Gevaert (ΙΙ, σ. 247), έχουν τη γνώμη ότι στο επιγόνειο θα γινόταν χρήση διαστημάτων μικρότερων από το ημιτόνιο. Ως προς το χαρακτήρα του μερικοί νομίζουν πως θα ήταν ένα όργανο σαν την άρπα, τοποθετημένο όμως οριζόντια, όπως το βιεννέζικο τσίτερ [zither] (Th. Rein. La mus. gr. σ. 126).
Σύμφωνα με αρχαίες πηγές το επιγόνειο εφευρέθηκε από τον Επίγονο , από τον οποίο πήρε και το όνομά του. Ο Κ. Sachs (Hist. of Mus. Instr. 137) προτείνει μιαν άλλη ετυμολογία για το επιγόνειο: από το επί + γόνυ. Υποθέτει ότι το επιγόνειο (και το σιμίκιον επίσης) μπορεί να ήταν επίπεδο τσίτερ (zither, σε σχήμα τραπεζίου), που το τοποθετούσε ο εκτελεστής στα γόνατά του.
Ο Αθήναιος (Δ', 183C-D, 81) γράφει τα ακόλουθα σχετικά με το επιγόνειο: "Ο Ιόβας αναφέρει επίσης το λυροφοίνικα και το επιγόνειο, το οποίο, μετασχηματισμένο σήμερα σ' ένα όρθιο ψαλτήριο, διατηρεί ακόμα το όνομα του εφευρέτη του". Βλ. επίσης, Πολυδ. (IV, 59), που ορίζει τις χορδές του σε 40.

http://www.musipedia.gr/
 
Επίγονος, (6ος αι. π.Χ.)· διάσημος μουσικός. Γεννήθηκε στην Αμβρακία, γι'αυτό και είχε το επώνυμο Αμβρακιώτης, και έζησε στη Σικυώνα. Ο Αθήναιος (Δ', 183D, 81) γράφει γι' αυτόν: "ήν δ' ο Επίγονος φύσει μεν Αμβρακιώτης, δημοποίητος δε Σικυώνιος· μουσικώτατος δ' ών κατά χείρα δίχα πλήκτρου έψαλλεν" (ο Επίγονος γεννήθηκε Αμβρακιώτης και πολιτογραφήθηκε Σικυώνιος· ήταν μουσικώτατος κι έπαιζε κατευθείαν με τα δάχτυλα, χωρίς τη βοήθεια πλήκτρου). Ο Πολυδεύκης (IV, 59) προσθέτει ότι ο Επίγονος υπήρξε ο πρώτος που έπαιξε χωρίς πλήκτρο . Θεωρούνταν λαμπρός εκτελεστής· σε αυτόν και στη Σχολή του αποδιδόταν η καθιέρωση της έναυλης κιθάρισης (σόλο κιθάρας με συνοδεία αυλού)· Αθήν ΙΔ', 637F, 42 (βλ. το κείμενο στο λ. έναυλος κιθάρισις).
Η Σχολή του και γενικά οι οπαδοί του ήταν γνωστοί ως Επιγόνειοι ή "οι περί τον Επίγονον". Το ενδιαφέρον τους εκτεινόταν και πέρα από την πρακτική πλευρά της μουσικής (εκτέλεση), στη θεωρία της μουσικής. Ο Αριστόξενος επικρίνει μερικούς από αυτούς, που, όπως ο Λάσος, νόμιζαν ότι οι νότες είχαν πλάτος (Αρμον. Ι, 3, 23-24· βλ. το κείμενο στο λ. πλάτος).

http://www.musipedia.gr/
 
επιθαλάμιον, μέλος , ή επιθαλάμιος ωδή· γαμήλιο τραγούδι, που το τραγουδούσε χορός κοριτσιών και νέων μπροστά στο νυμφικό θάλαμο. Υπήρχαν δύο είδη: (α) το κατακοιμητικόν, που τραγουδιόταν τη νύχτα, και (β) το διεγερτικόν, που τραγουδιόταν το πρωί.
βλ. λ. υμέναιος .

http://www.musipedia.gr/
 
επικήδειον, μέλος· τραγούδι εκτελούμενο σε κηδεία· πένθιμη μελωδία. Ο Πρόκλος (Χρηστομ.) εξηγεί: "...το μεν επικήδειον παρ' αυτό τε κήδος, έτι του σώματος προκειμένου, λέγεται" (το επικήδειο μέλος τραγουδιέται στην κηδεία, ενώ το σώμα είναι εκτεθειμένο).
Μοιρολόγια εκτελούνταν στην Ελλάδα σε κηδείες από την πιο μακρινή εποχή. Στους ομηρικούς χρόνους υπήρχαν οι λεγόμενοι θρήνων έξαρχοι, που άρχιζαν πρώτοι το μοιρολόι και ακολουθούσαν οι άλλοι (βλ. Ιλιάδα Χ 408 κέ., Ω 695, και λ. αοιδός). Γύρω στο φέρετρο κάθονταν συγγενείς και φίλοι του νεκρού και θρηνωδούσαν. Η πομπή συνοδευόταν από αυλητές και πενθούντες· μετά την κηδεία γίνονταν επικήδεια δείπνα και κατά τη διάρκειά τους τραγουδούσαν μοιρολόγια με συνοδεία αυλού.

Επικήδειος αυλός: ο αυλός που έπαιζε το επικήδειο μέλος . Ο Πλούταρχος (Προβλήματα συμποσιακά 657Α, 8, 2) γράφει: "ώσπερ [γαρ] η θρηνωδία και ο επικήδειος αυλός εν αρχή πάθος κινεί και δάκρυον εκβάλλει" (γιατί, όπως το μοιρολόι, ο επικήδειος αυλός στην αρχή δημιουργεί θλίψη και προκαλεί δάκρυα).

Βλ. επίσης λ. θρήνος -θρηνωδία .

http://www.musipedia.gr/
 
επιλήνιος, (α) δημοτικός χορός που προήλθε από τη μίμηση των κινήσεων των ανθρώπων που πατούσαν με τα πόδια τα σταφύλια για να τα συνθλίψουν. Ληνός ήταν η σκάφη (το πατητήρι), όπου πιέζονταν τα σταφύλια με τα πόδια για να βγει ο μούστος·
(β) επιλήνια λέγονταν τα τραγούδια που τα τραγουδούσαν την ώρα που πατούσαν τα σταφύλια. Έτσι λεγόταν και η γιορτή (το φεστιβάλ) του τρυγητού.

http://www.musipedia.gr/
 
επινίκιον, μέλος · μέλος συνθεμένο για να υμνήσει μια νίκη, έπειτα από μάχη ή έπειτα από έναν σημαντικό ποιητικό, μουσικό ή αθλητικό αγώνα. Θριαμβευτική ωδή, συνήθως για νικητές σ' έναν από τους τέσσερις Εθνικούς Αγώνες Ολύμπια, Πύθια, Ίσθμια και Νέμεα). Στον πληθ. τα επινίκια σήμαινε επίσης τους εορτασμούς που γίνονταν για να τιμηθεί η νίκη, καθώς και η θυσία που προσφερόταν με την ευκαιρία της νίκης. Ακόμα και τα βραβεία ("επινίκια άθλα"). Η λέξη επίνικος ή επινίκιος, ύμνος ή ώδή, χρησιμοποιούνταν με την ίδια σημασία όπως το "επίνικιον". Οι λυρικοί ποιητές, όπως ο Σιμωνίδης , ο Βακχυλίδης και, πάνω απ' όλους ο μέγιστος λυρικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ο Πίνδαρος , συνέθεσαν επινίκιους ύμνους ή ωδές.

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:
Back
Top