Τὸ κοντάκιο ψάλλεται
(τυπικὸ ναοῦ τῆς ᾿Αναστάσεως Ἱεροσολύμων τοῦ ἔτους 1122 σ. 194, Dmitrievskij τ. 1 σσ. 190, 246, 537, Dmitrievskij τ. 3 σ. 106α, τυπικὰ Μεσσήνης τοῦ ἔτους 1131 σ. 294, Κασούλων τοῦ ἔτους 1173 σ. 217, χφφ. ἁγ. Σάβα 312 ΤΑΣ τοῦ ἔτους 1201 φ. 3v, Vat. gr. 2005 εὐχολόγιο τοῦ ἔτους 1194/5 φ. 102r, Κρυπτοφέῤῥης Γ.β.XXI εὐχολόγιο τέλη ιγ’-ἀρχὲς ιδ’ αἰ. φ. 2r, Paris. gr. 386 ΤΑΣ ιε' αἰ. φ. 20v, Paris. gr. 387 ΤΑΣ ιε’ αἰ. φ. 13v, Burney 54 εὐχολόγιο τοῦ ἔτους 1573 φ. 182v, ΤΑΣ κεφ. ε’, τυπικὸ Διονυσίου τοῦ ἔτους 1909 σσ. 16, 86, 131).
Ἀρχικὰ τὸ μέλος τῶν οἴκων ἦταν ἀντίστοιχο μὲ τὸ σύντομο τῶν κοντακίων (κουκουλίων). Στὰ μουσικὰ χειρόγραφα τοῦ ψαλτικοῦ (ιβ'-ιγ' αἰ.) ὑπάρχουν ἀργὲς μελοποιήσεις τῶν κοντακίων καὶ τῶν πρώτων οἴκων τους, οἱ ὁποῖες δὲν μεταγράφηκαν στὶς παπαδικὲς καὶ λησμονήθηκαν. Τὰ μουσικὰ κοντακάρια διέσωσαν μόνο τὴν παλαιὰ ἀκάθιστο, ἐπίσης ἀργή. Δὲν γνωρίζουμε τὸ μέλος τῶν αὐτόμελων καὶ προσομοίων οἴκων, ἀλλὰ ὀρθὰ ἀντιφωνοῦμε τὸ τέλος τους, ἔστω σὲ κλιτόν.
Ἡ ἀκμὴ τῆς καλοφωνίας τὸν ιδ' αἰ. ἔθεσε στὸ περιθώριο τὴν ψαλμωδία τῶν στιχολογιῶν τοῦ ψαλτηρίου καὶ τῶν κοντακίων, ὥς τε ἀπὸ τὸν ιστ' αἰ. νὰ διαβάζονται οἱ στιχολογίες καὶ τὸ κοντάκιο νὰ ἀντιφωνεῖται, ὅπως ὁ οἶκος, γιὰ ὁμοιομορφία καὶ ἀποφυγὴ ἀργοπορίας (ψαλτικόν).
Τὸ τυπικὸ τῆς μονῆς Διονυσίου πολὺ σωστὰ ὁρίζει ψαλμωδία κοντακίων.