πήκτις, και πηκτίς· 1. πολύ γνωστό έγχορδο όργανο. Ήταν στενά συνδεδεμένο με τη μάγαδι· όπως και η μάγαδις, ήταν ένα μεγάλο όργανο με 20 χορδές κουρδισμένες κατά ζεύγη, καθεμιά με την οκτάβα της. Ανήκε στα ψαλτικά όργανα [βλ. λ. ψαλτήριον ], που παίζονταν με γυμνά δάχτυλα, χωρίς πλήκτρο. Κατά τον Αριστόξενο και τον Μέναιχμο (Αθήν. ΙΔ', 535E, 37), "η πήκτις και η μάγαδις ήταν ένα και το αυτό όργανο".
H πήκτις είχε λυδική προέλευση, και η Σαπφώ θεωρούνταν η πρώτη που τη χρησιμοποίησε.
Ο παρωδός Σώπατρος αναφέρει στο έργο του Μυστάκου θητείον (κατ' άλλη έκδοση Μύσται) (G. Kaibel Com. Gr. Fr. 194, απόσπ. 11 και Αθήν. Δ', 183Β, 81): "πηκτίς δε Μούση γαυριώσα βαρβάρω δίχορδος εις την χείρα πως κατεστάθη;" (η δίχορδη πηκτίς, που καυχάται για τη βαρβαρική της μούσα, πώς βρέθηκε στα χέρια σου
. Η πληροφορία αυτή από το απόσπασμα του Σώπατρου, ότι η πηκτίς ήταν δίχορδη, δεν επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές· ίσως το νόημα να ήταν "διπλόχορδη" (με διπλές χορδές). Η πήκτις, ωστόσο, ανήκε μαζί με τη μάγαδι και τη σαμβύκη στα λεγόμενα πολύχορδα όργανα, που καταδίκαζε ο Πλάτων (Πολιτ. Γ', 399D) και ο Αριστόξενος (Αθήν. Δ', 182F, 80) αποκαλούσε έκφυλα, δηλ. ξένα.
2. ένα είδος ποιμενικής σύριγγας · Ησ.: "πηκτίδες και σύριγγες όργανα μουσικά".
http://www.musipedia.gr/
~~~~~~
Pēktis.
One of the more common and earlier terms for the Greek angular harp (see Magadis, and Trigōnon). The word appears a number of times in the Eastern Greek author Anacreon (fl 6th century BCE). Although the term itself is Greek (from pēgnuein, ‘to fasten’), the instrument is associated with the territory of Lydia by authors such as Pindar, Herodotus and Sophocles, and there is no reason to doubt that it came from that area.
See also Greece, §I, 5(iii)(b).
Bibliography
M. Maas and J.M. Snyder: Stringed Instruments of Ancient Greece (New Haven, CT, 1989), 147–9
M.L. West: Ancient Greek Music (Oxford, 1992), 71–2
T.J. Mathiesen: Apollo’s Lyre: Greek Music and Music Theory in Antiquity and the Middle Ages (Lincoln, NE, 1999), 272–5
James W. McKinnon