Αναγνωστήριο, Ευρετήριο, Αποδελτίωση

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ή διάστασις, η απόσταση ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς στο ύψος φθόγγους. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Αριστόξενο (Αρμον. Στοιχ. Ι, 3, 35 Mb): "Περί της του βαρέος τε και οξέος διαστάσεως" (Για το διάστημα, ανάμεσα στο χαμηλό και το ψηλό [στο ύψος]). Βλ. ακόμα, ό.π. Ι, σ. 13, 32, σ. 14, 9, σ. 18, 30 κτλ. διάστημα· η απόσταση ανάμεσα σε δύο νότες με διαφορετικό ύψος. Μερικοί ορισμοί των παλιών θεωρητικών Κλεον. (Εισαγ. 1, C.v.J. 179, Mb 1): "διάστημα δε το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων άνομοίων οξύτητι και βαρύτητι" (διάστημα [είναι] η απόσταση που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε δύο νότες διαφορετικές στο ύψος και στο βάθος). Ο ίδιος ορισμός και στον Βακχείο. Ο Ανώνυμος (Bell. 30, 22) λέει: "διάστημα δ' εστί το περιεχόμενον υπό δύο φθόγγων ανομοίων τη τάσει, του μεν οξυτέρου, του δε βαρυτέρου" (διάστημα είναι εκείνο που περιλαμβάνεται ανάμεσα σε [ή περικλείεται από] δύο νότες διαφορετικές στο ύψος [βλ. λ. τάσις], από τους οποίους ο ένας είναι ψηλότερος και ο άλλος χαμηλότερος). Σ' ένα απόσπασμα χειρογράφου (Vincent Notices 234) ο ορισμός διατυπώνεται έτσι: "Διάστημα δ' είναι μέγεθος φωνής υπό δυοίν περιεχόμενον φθόγγων" (Διάστημα είναι η έκταση της φωνής που περιέχεται ανάμεσα σε δύο φθόγγους). Ο Νικόμαχος (Εγχειρ. 12, C.v.J. 261, Mb 24) χρησιμοποιεί τον όρο μεταξύτης (η): "Διάστημα, γράφει, δ' εστί δυοίν φθόγγων μεταξύτης" (Διάστημα. είναι ό,τι υπάρχει ανάμεσα σε δύο φθόγγους)· μεταξύτης = ό,τι είναι ανάμεσα, μεταξύ· στη μουσική η απόσταση, το διάστημα.

Ανάμεσα στα διαστήματα υπήρχαν πολλές διαφορές: (α) ως προς το μέγεθος· (β) ως προς το γένος· (γ) ως προς τη συμφωνία και διαφωνία (δ) ανάμεσα σε σύνθετα και απλά· (ε) ανάμεσα σε ρητά και άλογα.


Πρβ. Αριστόξ. Ι, 16, 22-30 Mb· Κλεον. 5, Mb 8, C.v.J. 187· Ανώνυμος Bell. 71-32, 58, κτλ.

Τα διαστήματα ονομάζονταν άρτια και περιττά, ανάλογα με τον αριθμό των διέσεων που περιλάμβαναν· λ.χ. το ημιτόνιο και ο τόνος ήταν άρτια, γιατί περιείχαν αντίστοιχα δύο και τέσσερις διέσεις (κάθε δίεση ίση προς ένα τέταρτο τόνου· βλ. λ. δίεσις). Το διάστημα ανάμεσα στην παρυπάτη και τη λιχανό στο μαλακό διάτονον (δηλ. τρία τέταρτα του τόνου) ήταν περιττό, γιατί περιείχε τρεις διέσεις.

http://www.musipedia.gr/wiki/Διάστημα
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Δίεσις


(από το ρ. διίημι, διαπερνώ, αφήνω κάτι να περάσει)· κοινώς, διαβίβαση, διέλευση. Στη μουσική ήταν όρος με πολλές σημασίες. Για πολλούς θεωρητικούς σήμαινε το τέταρτο τόνου, και ονομαζόταν δίεσις τεταρτημόριος. Ο Θέων ο Σμυρναίος (87, 2) λέει: "δίεσις, σύμφωνα με τη σχολή του Αριστόξενου, είναι το τέταρτο τόνου, ενώ για τους Πυθαγόρειους δίεσις ονομαζόταν το ημιτόνιο"· βλ. επίσης Μ. Ψελλός, Σύνταγμα, Μουσικής Σύνοψις ηκριβωμένη (Παρίσι 1545, σ. 22). Από πολλούς συγγραφείς η λ. δίεση χρησιμοποιούνταν γενικά για κάθε διάστημα μικρότερο από το ημιτόνιο ή για το μικρότερο δυνατό διάστημα. Ο Αριστόξενος (Ι, 14 Mb) γράφει: "η φωνή δεν μπορεί να διακρίνει, ούτε η ακοή να ξεχωρίσει, οποιοδήποτε διάστημα μικρότερο από την πιο μικρή δίεση"· αυτό σημαίνει ότι, κατά τον Αριστόξενο, δίεση είναι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να εκτελέσει η φωνή και να συλλάβει το αυτί. Και ο Αριστείδης (Mb 14, R.P.W.-1.12) επίσης λέει: "δίεση ήταν το ελάχιστο διάστημα της φωνής". Σ' ένα αρχαίο απόσπασμα (Vincent Notices 235-236) καθορίζεται ότι το ελάχιστο διάστημα που μπορεί να γίνει αντιληπτό είναι η δίεση, περίπου ένα τέταρτο τόνου, αλλά σε λόγο 33/32· και είναι ένα διάστημα εξαιρετικά δύσκολο ("χαλεπώτατον") να τραγουδηθεί και όχι από τον καθένα. Σύμφωνα με την εκτίμηση του Δίδυμου αυτό θα ήταν κάτι μεταξύ 32/31 και 31/30.

Εναρμόνιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο εναρμόνιο γένος. Κατά τον Νικόμαχο (Εγχ. 12) είναι το μισό του ημιτονίου: "εναρμόνιος δίεσις, όπερ εστίν ημιτονίου ήμισυ"· και ο Γαυδέντιος (Εισαγ. 5) λέει ότι η εναρμόνιος δίεση είναι ίση προς το τέταρτο του τόνου· και άλλοι θεωρητικοί συμφωνούν σ' αυτό.

Χρωματική δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο χρωματικό γένος. Ο Γαυδέντιος, ακολουθώντας τον Αριστόξενο, εκτιμά (καθορίζει) την ελάχιστη χρωματική δίεση (δίεσις χρωματική ελαχίστη) ως ίση προς το 1/3 του τόνου (δίεσις τριτημόριος)· βλ. στο λ. χρωματικόν γένος τις απόψεις του Αριστόξενου· επίσης, Αρμ. Στοιχ. II, 50 Mb.

Ημιόλιος δίεσις· η δίεση που χρησιμοποιείται στο ημιόλιο χρωματικό γένος· είναι ίση προς μία και μισή εναρμόνια δίεση, δηλ. αφού η εναρμόνια δίεση είναι 1/4 του τόνου, η ημιόλια θα είναι 1/4 + 1/8 = 3/8 του τόνου. Ο Mart. Cap. (De Mus. Mb 179) επίσης λέει ότι η ημιόλια δίεση είναι ίση προς 1/4 του τόνου και το μισό του 1/4 (1/8), δηλ. 3/8 ή 9/24 του τόνου. Ο Κλεονείδης (Εισαγ. 7) λέει: "ας υποθέσουμε πως ο τόνος διαιρείται σε δώδεκα ελάχιστα μόρια, το καθένα από τα οποία ονομάζεται δωδεκατημόριο (1/12) ... το ημιτόνιο θα είναι 6/12, και η δίεση, η λεγόμενη τεταρτημόριος (ένα τέταρτο του τόνου) θα έχει 3/12 και η τριτημόριος (ένα τρίτο του τόνου) θα έχει 4/12"·

http://www.musipedia.gr/wiki/Δίεσις
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Οι συμφωνίες που αναγνώριζαν οι Έλληνες ήταν η καθαρή τετάρτη, η καθαρή πέμπτη, η ογδόη ( δια πασών ), η διπλή ογδόη, η τετάρτη και πέμπτη σύνθετες με την ογδόη (δις δια τεσσάρων , δις δια πέντε) και με τη διπλή ογδόη (τρις δια τεσσάρων, τρις δια πέντε ). Οι Πυθαγορικοί θεωρούσαν σύμφωνα εκείνα τα διαστήματα που εκφράζονταν με τους απλούστερους λόγους, δηλ. την ογδόη ...''

http://www.musipedia.gr/index.php?title=Ειδικό:Search&search=δις&go=Μετάβαση
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
τέντωμα χορδής· επομένως, η κίνηση από ένα χαμηλότερο φθόγγο σε έναν ψηλότερο· ο όρος αυτός εφαρμοζόταν μεταφορικά και σε πνευστά και στη φωνή ακόμα. Αντίθ. άνεσις

Ο Αριστόξενος (Αρμ. I, Mb 10, 24-25) καθορίζει: "η μεν ουν επίτασις εστι κίνησις της φωνής συνεχής εκ βαρυτέρου τόπου εις οξύτερον" (επίταση είναι η συνεχής κίνηση της φωνής από μια χαμηλότερη θέση σε μια ψηλότερη). Ο Βακχείος ο Γέρων (Εισ. 45) λέει: "επίτασις εστι κίνησις μελών από του βαρύτερου επί το οξύτερον" (επίταση είναι κίνηση μελωδιών από μια χαμηλότερη νότα σε μια ψηλότερη). Και ο Αριστείδης (Περί μουσικής, 8 Mb, 7 R.P.W.-I.) καθορίζει την επίταση κατά παρόμοιο τρόπο. Ο Αριστόξενος (Ι, 10, 35) λέει πως πολλοί ταυτίζουν (κατά λάθος) την επίταση με το ύψος (την οξύτητα) και την άνεση με το βάθος (βαρύτητα) του ήχου. Στον Ανώνυμο (Bell. 22, 4) και στον Βρυέννιο (Wallis III, 479) η επίταση εξηγείται όπως η ανάδοσις και ονομάζεται από μερικούς "υφέν από μέσα" ("επίτασις, ήτοι ανάδοσις· ην τίνες καλούσιν υφ' έν έσωθεν"· Ανών.). Πρβ. λ. έκκρουσις.

http://www.musipedia.gr/wiki/Επίτασις
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
(αρσ.) και [[ζυγόν|ζυγόν]] (ουδ.)· το εγκάρσιο ξύλο που ένωνε στο πάνω μέρος τα δύο κέρατα ή πήχεις της κιθάρας, λύρας, φόρμιγγας κτλ. Το [[ζυγόν|ζυγόν]] είχε σχήμα σχεδόν κυλινδρικό και ήταν κατασκευασμένο από πυξάρι. Επάνω του στερεώνονταν οι κόλλαβοι (ή κόλλοπες, κλειδιά), που χρησίμευαν στο τέντωμα και το κούρδισμα των χορδών. Βλ. λ. λύρα.

http://www.musipedia.gr/wiki/Ζυγός
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ήθος


(Αριστοτ. Πολιτ. Η', 7, 10: "περί δε της δωριστί πάντες ομολογούσιν ως στασιμωτάτης ούσης και μάλιστ' ήθος εχούσης ανδρείον").
(Αριστοτ. Προβλ. XIX, 48: "η δε υποδωριστί [ήθος έχει] μεγαλοπρεπές και στάσιμον, διό και κιθαρωδικωτάτη εστί των αρμονιών").

(Αριστοτ. Πολιτ. Η', 5, 9 και 7, 8, 1340Β και 1342Β: "οργιαστική και παθητική"). Η αρμονία αυτή ήταν κατάλληλη για το διθύραμβο.

Αριστοτέλης, από την άλλη (Πολιτ. Η', 7, 11, 1342Β), βρίσκει τη λυδική πιο κατάλληλη από όλες τις αρμονίες για την παιδική ηλικία, γιατί είναι ευπρεπής και μορφωτική ("δια το δύνασθαι κόσμον τ' έχειν και παιδείαν").

Αριστοτ. Πολιτ. 1340Β



Ο Πλούταρχος (Περί μουσ. 1140B-C, 26) γράφει: "Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι δικαιολογημένα οι παλαιοί Έλληνες έδιδαν τη μεγαλύτερη προσοχή τους στη μουσική εκπαίδευση. Γιατί πίστευαν ότι έπρεπε να πλάθουν και να ρυθμίζουν τις ψυχές των νέων σε ευπρεπή ηθική με τη μουσική ("...δια μουσικής πλάττειν τε και ρυθμίζειν επί το εύσχημον")· γιατί η μουσική είναι χρήσιμη (ευεργετική) σε κάθε χρόνο και για κάθε ηθική πράξη ("προς πάντα και πάσαν εσπουδασμένην πράξιν")". Ο Πλάτων, για να αναφέρουμε μια από τις αναρίθμητες φιλοσοφικές εκφράσεις του πάνω σε αυτό το θέμα, λέει στον Πρωταγόρα (326Α-Β) ότι οι δάσκαλοι της κιθάρας "...κατορθώνουν να κάμουν τους ρυθμούς και τις αρμονίες οικείες στις ψυχές των παιδιών, ώστε να γίνουν ημερότεροι άνθρωποι και, επειδή γίνονται πιο εύρυθμοι και πιο προσαρμοστικοί, να είναι χρήσιμοι και στο λόγο και στην πράξη. Γιατί όλη η ζωή του ανθρώπου χρειάζεται ευρυθμία και προσαρμοστικότητα" (μτφρ. Β. Ν. Τατάκη, σ. 61). Κατά άλλη μετάφραση: "γιατί όλη η ζωή του ανθρώπου έχει ανάγκη από τις χάρες του ρυθμού και της αρμονίας". Βλ. τα λ. ευάρμοστος, -ία. Και στην Πολιτεία (Γ', μιλά ο Σωκράτης): "Δεν είναι γι' αυτόν το λόγο, αγαπητέ Γλαύκων, που η μουσική εκπαίδευση είναι σημαντικότατη, γιατί ο ρυθμός και η αρμονία εισδύουν βαθιά στα μύχια της ψυχής και ασκούν σ' αυτήν ισχυρότατη επίδραση, φέρνοντας μαζί τους και προσφέροντας ομορφιά, αν κανείς εκπαιδευτεί σωστά, ή το αντίθετο;". Και ο Αριστείδης (Περί μουσ. 65 Mb) προσθέτει: "ούκ έστι πράξις εν ανθρώποις, ήτις άνευ μουσικής τελείται" (δεν υπάρχει ανθρώπινη πράξη, που να γίνεται χωρίς μουσική).

Ι. ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΦΘΟΓΓΩΝ ΚΑΙ TOΥ ΥΨΟΥΣ Ο Αριστείδης (ό.π. σ. 13), μιλώντας για τις διαφορές ανάμεσα στους μουσικούς ήχους (βλ. λ. φθόγγος), ορίζει το ήθος ως πέμπτη διαφορά. Το ήθος ποικίλλει ανάλογα με το ύψος των ήχων· "ετέρα γάρ ήθη τοις οξυτέροις, έτερα τοις βαρυτέροις επιτρέχει, και έτερα μεν παρυπατοειδέσιν, έτερα δε λιχανοειδέσιν" (άλλο είναι το ήθος των ψηλότερων φθόγγων και άλλο των χαμηλότερων, και άλλο όταν είναι στην περιοχή της παρυπάτης και άλλο στην περιοχή της λιχανού).

ΙΙ. ΗΘΟΣ TOΥ ΜΕΛΟΥΣ Το ήθος στη μελοποιία διακρίνεται σε τρεις διαφορετικούς τρόπους έκφρασης (πρβ. Κλεον. Εισ. 13): 1. Το διασταλτικόν εκφράζει μεγαλοπρέπεια και ανδροπρεπή διάθεση της ψυχής ("μεγαλοπρέπεια και δίαρμα ψυχής ανδρώδες")· το ήθος αυτό παροτρύνει σε ηρωικές πράξεις και χρησιμοποιείται στην τραγωδία. 2. Το συσταλτικόν, με το οποίο η ψυχή οδηγείται σε ταπεινοσύνη και έλλειψη ανδρικής διάθεσης ("εις ταπεινότητα και άνανδρον διάθεσιν"). Το ήθος αυτό είναι κατάλληλο για ερωτικά αισθήματα, θρήνους, συμπόνια και τα όμοια. 3. Το ησυχαστικόν φέρνει στην ψυχή γαλήνη και ειρήνη. "Είναι κατάλληλο για ύμνους, εγκώμια, συμβουλές και τα όμοια". Ο Αριστείδης (σ. 30), επίσης, διακρίνει τα ίδια τρία είδη ήθους στη μελοποιία, το συσταλτικό, το διασταλτικό και το μέσο (βλ. λ. μελοποιία).

III. ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΝΙΩΝ Κάθε αρμονία εκφράζει ξεχωριστό ήθος. 1. Το ήθος της δωρικής (ή δωριστί) αρμονίας περιγραφόταν ως ανδροπρεπές και μεγαλοπρεπές (ανδρώδες, μεγαλοπρεπές· Ηρακλ. Ποντ. στον Αθήν. ΙΔ', 624D, 19)· επίσης ως σκοτεινό και ορμητικό ("σκυθρωπόν και σφοδρόν"· ό.π.)· ως ανώτερο (διακεκριμένο) και αξιοπρεπές ("αξιωματικόν, σεμνόν"· Πλούτ. Περί μουσ. 1136D και F, 16 και 17)· ως σταθερότατο και ανδρικό (Αριστοτ. Πολιτ. Η', 7, 10: "περί δε της δωριστί πάντες ομολογούσιν ως στασιμωτάτης ούσης και μάλιστ' ήθος εχούσης ανδρείον"). 2. Το ήθος της υποδωρικής (ή υποδωριστί) αρμονίας (ή παλιάς αιολικής) περιγραφόταν ως περήφανο, πομπώδες και με κάποια έπαρση· επίσης ως υψηλό και σίγουρο (σταθερό) ("γαύρον και ογκώδες, έτι δε και υπόχαυνον", "εξηρμένον και τεθαρρηκός"· Ηρακλ. ό.π.)· βαρύτονο ("βαρύδρομον"· Λάσος στον Αθήν.), ως μεγαλοπρεπές και σταθερό (Αριστοτ. Προβλ. XIX, 48: "η δε υποδωριστί [ήθος έχει] μεγαλοπρεπές και στάσιμον, διό και κιθαρωδικωτάτη εστί των αρμονιών"). 3. Το ήθος της φρυγικής (ή φρυγιστί, ή ιαστί) αρμονίας περιγραφόταν ως εμπνευσμένο (ένθεον· Λουκ. στον Αρμονίδη Ι, 10), ενθουσιαστικό, ακόμη και βίαια ερεθιστικό και συναισθηματικό (Αριστοτ. Πολιτ. Η', 5, 9 και 7, 8, 1340Β και 1342Β: "οργιαστική και παθητική"). Η αρμονία αυτή ήταν κατάλληλη για το διθύραμβο. 4. Το ήθος της υποφρυγικής (ή υποφρυγιστί) αρμονίας ήταν, κατά τον Ηρακλείδη Ποντικό (Αθήν. 625Β, 20), "σκληρό και αυστηρό" και, κατά τον Λουκιανό (Αρμονίδης Ι, 10-12), κομψό (γλαφυρόν). 5. Το ήθος της λυδικής (ή λυδιστί) αρμονίας περιγραφόταν από πολλούς συγγραφείς ως απαλό και ευχάριστο· από τον Πλάτωνα ως "συμποτικόν και μαλακόν" (Πολιτεία Γ'). Ο Αριστοτέλης, από την άλλη (Πολιτ. Η', 7, 11, 1342Β), βρίσκει τη λυδική πιο κατάλληλη από όλες τις αρμονίες για την παιδική ηλικία, γιατί είναι ευπρεπής και μορφωτική ("δια το δύνασθαι κόσμον τ' έχειν και παιδείαν"). 6. Το ήθος της υπολυδικής (ή υπολυδιστί) αρμονίας περιγραφόταν γενικά ως βακχικό, φιλήδονο, μεθυστικό ("βακχικόν, εκλελυμένον, μεθυστικόν"). 7. Το ήθος της μιξολυδικής (ή μιξολυδιστί) αρμονίας περιγραφόταν ως παθητικό (Πλούτ. 1136D, 16)· ως παραπονιάρικο και σταθερό ("οδυρτικωτέρως και συνεστηκότως έχειν"· Αριστοτ. Πολιτ. 1340Β)· και από τον Πλάτωνα ως θρηνητικό ("θρηνώδης"· Πολιτεία Γ', 398Ε).

Βλ. στο λ. χοροδιδάσκαλος το επεισόδιο κατά το οποίο ο Ευριπίδης παρατήρησε αυστηρά ένα μέλος του χορού που κορόιδευε κατά την εξάσκηση του χορού στο μιξολυδικό.

IV. ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΓΕΝΩΝ 1. Το ήθος του [[διατονικού</i> γένους]] περιγραφόταν ως φυσικόν, αρρενωπόν και αυστηρόν (Αριστείδης, Ι, 19, ΙΙ, 111 Mb). Επίσης ως "σεμνόν και εύτονον" (Θέων Σμυρν. Περί μουσ. 85, 9) και ως "απλούν τε και γενναίον και φυσικώτερον" (Μ. Ψελλός, σ. 27). 2. Το ήθος του [[χρωματικού</i> γένους]] περιγραφόταν ως γλυκύτατο και πολύ παραπονιάρικο ("ήδιστόν τε και γοερώτατον"· Ανώνυμος Bell. 31, 26· επίσης, Αριστείδ. ΙΙ, 111 Mb) και παθητικόν (Παχυμ. Vincent Notices 428). 3. Το ήθος του [[εναρμόνιου</i> γένους]] ήταν, κατά τον Αριστείδη (ό.π.), "διεγερτικόν και ήπιον"· ο R.P.W.-Ι. διορθώνει το ήπιον σε ηθικόν.

V. ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΡΥΘΜΩΝ Ο Αριστείδης (σ. 97 Mb) υποστηρίζει ότι "οι ρυθμοί που αρχίζουν από τη θέση είναι πιο ήσυχοι, γιατί καθησυχάζουν το μυαλό (τη διάνοια), ενώ εκείνοι που αρχίζουν από την άρση είναι ταραγμένοι". Επίσης, ότι οι ρυθμοί που έχουν ίσες αναλογίες ("εν ίσω λόγω τεταγμένοι") είναι πιο ευχάριστοι, ενώ οι ημιολικοί είναι πιο ταραγμένοι. Ο δάκτυλος, με τον μεγαλόπρεπο χαρακτήρα του, ταιριάζει στην επική ποίηση, ενώ ο ανάπαιστος είναι πιο κατάλληλος για τα εμβατήρια· ο τροχαίος, λεπτός και ανάλαφρος, ταιριάζει σε χορευτικές μελωδίες κτλ. Γενικά, μπορεί να ειπωθεί ότι το ήθος, σύμφωνα με πολλούς αρχαίους συγγραφείς και θεωρητικούς της μουσικής, ήταν μια σημαντική δύναμη στη μουσική· τα ανθρώπινα ήθη εξαρτιόνταν από το ήθος της μουσικής. Φιλόσοφοι, κυρίους ο Δάμων, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, έδιναν ιδιαίτερη έμφαση σε αυτή τη σημασία στα γραφόμενά τους. Κακή μουσική εξασκεί πολύ σοβαρή και καταστρεπτική επίδραση στον ατομικό χαρακτήρα και στην ηθική του λαού. Ο Πλούταρχος (Πώς δει τον νέον ποιημάτων ακούειν, 19F-20A) εκφράζει αυτή τη γνώμη: "Μουσική φαύλη και άσματα πονηρά... ακόλαστα ποιούσιν ήθη και βίους ανάνδρους και ανθρώπους τρυφήν και μαλακίαν και γυναικοκρασίαν" (Φαύλη μουσική και πονηρά τραγούδια... δημιουργούν ήθη ακόλαστα και διεφθαρμένες ζωές, και ανθρώπους που αγαπούν τη μαλθακή ζωή (την καλοπέραση), τη νωθρότητα και την υποταγή στις γυναίκες). Ωστόσο, υπήρξαν, ιδιαίτερα σε νεότερα χρόνια, διαφορετικές απόψεις σχετικά με την ηθική επίδραση της μουσικής, ακόμα και αντίθετες προς τις παραπάνω. Μπορεί να αναφερθεί η "Hibeh" διατριβή πάνω στη μουσική του 5ου/4ου αι. (Hibeh Papyri, 1906· μτφρ. W. Α. Anderson, σσ. 147-149, στο βιβλίο του που αναφέρεται παρακάτω στη βιβλιογραφία) και του Φιλόδημου (ιδιαίτ. βιβλ. Δ', βλ. σσ. 152-176 του Anderson). O Σέξτος Εμπειρικός (περ. 3ος αι. μ.Χ.) είναι ένα άλλο παράδειγμα· στο Προς Μουσικούς βιβλίο του (VI, 19 κέ.) συζητά αυτές τις απόψεις, τις επικρίνει αυστηρά και τις απορρίπτει, και αρνείται μια τέτοια ηθική ή κοινωνική δύναμη στη μουσική. Βιβλιογραφία: Paul Girard, L' education athenienne, Παρίσι 1891. Η. Abert, Die Lehre vom Ethos in der griechischen Musik, Λιψία 1899. L. P. Wilkinson, "Philodemus on Ethos in Music", Classical Quarterly 32, 1938, 174-181. E. A. Lippman, "The Sources and Development of the Ethical View of Music in Ancient Greece", Mus. Quarterly XLIX, 1963. W. D. Anderson, Ethos and Education in Greek Musik, Cambridge, Mass. 1966.

Για επιπλέον βιβλιογραφία βλ. στο λ. μουσική.
http://www.musipedia.gr/wiki/Ήθος
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ήχος

Η λέξη προήλθε από τον αττικό τύπο "ἠχή" (δωρικά: "ἀχά") και στην αρχαιότητα εννοούσε τον κρότο, τη βοή, το θόρυβο. Με την πάροδο του χρόνου προστέθηκε η έννοια του "μουσικού φθόγγου" και σήμερα ως όρος περιλαμβάνει κάθε τι που διεγείρει το αισθητήριο της ακοής.

http://www.musipedia.gr/wiki/Ήχος

~~~~~~~

ἦχος , ὁ, later form of ἠχή, Arist.Aud.804a30, Theoc.27.57, Ep.Hebr.12.19, Ael.Tact.35.3, etc.; τεττίγων λιγὺν ἦ. Call.Aet.Oxy. 2079.29 (ἧχον Pap.);
A. “παγᾶς” Mosch.Fr.1.12; “αὐλοῦ” Id.2.98; “οἱ τῶν πριόνων ἦχοι” A.D.Synt.290.24; of the sound of words, opp. sense, Phld.Rh.2.258S.; ἦχοι καὶ ψόφοι ib.1.150S.; “τῆς φωνῆς ὁ ἦ. ἐν ταῖς ἀκοαῖς παραμένει” Luc.Nigr.7; “γραμμάτων” Demetr.Eloc.71; ἦ. ἐν ὠσί, or abs., ἦχοι, ἦχος, ringing in the ears, Hp.Coac.189, 190, Prorrh.1.18, Thphr.Sens.19; “ἦχοι ὤτων” Aret.SA1.5.
2. echo, Arist.Pr.899b30.
3. Gramm., breathing, “ἦχοι ὁ μὲν δασύς, ὁ δὲ ψιλός” Demetr. Eloc.73.
4. voice, “τὸν ἦ. εὔτονον καὶ λαμπρὸν ἀποτελεῖ” Dsc.5.17. (ἦχος , τό, is found in LXXJe.28(51).16, dub. in Ev.Luc.21.25.)

Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. with the assistance of. Roderick McKenzie. Oxford. Clarendon Press. 1940.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...habetic+letter=*h:entry+group=23:entry=h)=xos
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ἰδι^-άζω , (ἴδιος)
A. to be alone, Hdn. 4.12.7, 7.6.7, D.C.66.9; “ἰδιάζουσαι” Herod.6 tit.; δωμάτιον ἰδιάζον secluded, Hld.7.12; ἰ. πρός τινα to be alone with . . , ib.25; ἰ. θεῷ to be alone with God, Ph.1.95; ἰ. πράγματι devote oneself to a thing, Com.Adesp.414:—so in Med., of members of a chorus, sing independently, Arist.Pr.922a35.
II. to be peculiar, “ἰδιάζοντα γένη λίθων” Phld. Sign.28, cf. Jul.Gal.143a; “ἰ. τῇ φύσει” D.S.2.58; “ἰδιάζουσα φύσις” Id.3.46, Hld.2.28; “ἰδιάζον συμπόσιον” Ath.1.12a; αἱ ἰδιάζουσαι ἀρχαί special principles, Dam.Pr.134; of drugs, ἰδιάζων special, superior, Dsc.1.14; “ἃ ἂν ἰδιάσωμεν, ψευδόμεθα” S.E.M.7.133; ἰ. τινί to be peculiarly adapted to . . , Ael.NA6.19; βωμὸς τῷ Διονύσῳ ἰδιάζων appropriated to D., Hld.10.6: c. gen., to be the property of, J.AJ16.7.3.
b. ἡ -άζουσα θερμασία its proper heat, Herod.Med. ap. Orib.5.30.12.
2. Gramm., to be peculiar to an individual, “τὰ κτητικὰ -άζει κατὰ τὸν κτήτορα” A.D. Pron.105.4, cf. Synt.128.13, al.:—so in Med., [ὁ βασιλεὺς] μᾶλλον -άζεται τοῦ Πτολεμαίου ib.84.20.

Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. with the assistance of. Roderick McKenzie. Oxford. Clarendon Press. 1940.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...abetic+letter=*i:entry+group=4:entry=i)dia/zw
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
κατά-στα^σις , εως, ἡ,
I. trans., settlement, establishment, institution, “χορῶν” A.Ag.23, cf. Ar. Th.958; “πραγμάτων ἀρχὴ καὶ κ. πρώτη” D.18.188; αὕτη ἡ κ. τῆς δημοκρατίας mode of establishing democracy, Pl.R.557a; ἐπιτροπῆς κ. constitution of a wardship, Arist.Ath.56.6: also c. gen. agentis, δαιμόνων κ. their ordinance, decree, E.Ph.1266.
2. appointment of magistrates, ἀρχόντων, δικαστῶν, etc., Pl.R.414a, 425d; “τῶν τετρακοσίων” Arist.Ath.41.2, etc.; “αἱ περὶ τὰς ἀρχὰς κ.” Pl. Lg.768d.
b. at Athens, payment on enrolment in the cavalry, Eup. 268, Pl.Com.165, Lys.16.6 (pl.).
3. bringing of ambassadors before the senate or assembly, introduction, presentation, Hdt.3.46, 8.141, 9.9.
4. κ. ἐγγυητῶν bringing one's bail forward, D.24.83,84; ἐμφανῶν production of goods, etc., in dispute, Id.53.14, Arist.Ath.56.6, Is.6.31.
5. pleading of a case, “τὰ πρὸς τὴν κ. δικαιώματα” PPetr.3p.55 (iii B.C.), cf. PAmh.2.33.7 (ii B.C.), etc.; opp. ἀφήγησις, Aps.p.251 H.; opp. διήγησις, Corn.Rh.p.371 H., cf. Syrian.in Hermog.2.64R.; “αἱ κ. τῶν δημηγοριῶν” Arist.Rh.Al.1438a2; f.l. for προκατάστασις, Hermog.Inv.2 tit.
6. settling, quieting, calming, “εἰς ἠρεμίαν καὶ κ. ἐλθεῖν” Arist.Ph.247b27; ἔστω πράϋνσις κ. καὶ ἠρέμισις (-ησις codd.) “ὀργῆς” Id.Rh.1380a8; “πρᾳότης κ. κινήσεως τῆς ὑπ᾽ ὀργῆς” Pl.Def.412d; “κατάστασιν ὥσπερ ἐκ μανίας ὁ πότος ἐλάμβανεν” Plu.2.704e; opp. μανία, S.E.M.7.404: hence, of disease, opp. παροξυσμός, Hp.Aph.1.12 (pl.), Epid.1.25 (pl.).
7. restoration, opp. διαφθορά, Pl.Phlb.46c; εἰς δέ γε τὴν αὑτῶν φύσιν ὅταν καθιστῆται, ταύτην αὖ τὴν κ. ἡδονὴν ἀπεδεξάμεθα ib.42d; [“ἡ ἡδονὴ] κ. εἰς τὴν ὑπάρχουσαν φύσιν” Arist.Rh.1369b34.
8. rarely, setting of fractures, Hp.Fract.31, cf. Gal.18(2).590.
II. intr., standing firm, settled condition, fixedness, “κ. γένοιτ᾽ ἂν οὐδενὸς νόμου” S.Aj.1247.
2. state, condition, οὕτω δὴ ἀνθρώπου κ. so is the condition of man, Hdt.2.173; “ἐν ἀνθρώπου φύσι καὶ καταστάσι” Id.8.83; “ἡ αὐτὴ κ. ἐστι τῇ πρὸ τῆς γενέσεως ἡ μετὰ τὴν τελευτήν” Epicur.Fr.495; of climatic and seasonal conditions, Hp.Epid.1.3,20; “αἱ κ. τοῦ ἐνιαυτοῦ” Id.Aph.3.15; “ἀέρος” Thphr.HP8.8.7; “λοιμικὴ κ.” Plb.1.19.1, Dsc. 4.115 (pl.); νηνεμία καὶ κ. settled weather, Plu.2.281b; “θαυμαστή τις εὐδίας κ.” Luc.Halc.4; “κ. τοῦ χρώματος καὶ σώματος” Hp.Prorrh.2.4; κ. ὀμμάτων, προσώπου, E.Med.1197, Plu.2.260c; “κ. κακῶν” E.Hipp.1296; νυκτὸς ἐν κ. in the stillness of night, Id.Rh.111; ἐν τοιαύτῃ κ. τῆς ἡλικίας at such a mature age, Hyp.Fr.205; “τὰς ψυχὰς ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν κ. ἄγειν” Pl.R.547b; “οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει κ.” Arist.HA601b7; equiv. to διάθεσις, Id.Rh.1370a2; state of affairs, Isoc.4.115, D.18.62, Plb.2.71.2; also τὴν προσήκουσαν ἔχειν κ. the proper attitude, Carneisc. Herc.1027.10.
3. settled order or method, system, “ἀπὸ φύσιος καὶ κ. ἀρχαίης” Democr.278; esp. of political constitutions, “ἐχρᾶτο καταστάσι πρηγμάτων τοιῇδε” Hdt.2.173; “Κορινθίοισι ἦν πόλιος κ. τοιήδε” Id.5.92.“β́; ἡ κ. τῆς πόλεως” Pl.R.426c; “κ. πολιτείας” Id.Lg.832d, Arist.Ath.42.1; λέγεις δὲ . . τὴν ποίαν κ. ὀλιγαρχίαν; Pl.R.550c; “ἡ παροῦσα κ.” Isoc.3.55, cf. 26, Arist.Pol.1292a35; “τῆς περὶ τοὺς ἀγῶνας κ.” CIG2741 (Aphrodisias); “ἡ πρώτη κ. τῶν περὶ τὴν μουσικὴν ἐν τῇ Σπάρτῃ” Plu.2.1134b.
4. position of troops in battle, Plb.2.68.9.
5. Gramm., construction, “ἡ δέουσα κ.” A.D. Synt.132.3 (but τῆς κ. οὕτως ἐχούσης the state of the case being as follows, Id.Adv.157.1).
Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. with the assistance of. Roderick McKenzie. Oxford. Clarendon Press. 1940.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...ic+letter=*k:entry+group=74:entry=kata/stasis
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
reverti
exitus
pulsare

Verb
present active revertor, present infinitive revertī, perfect active reversus sum. (deponent)
I return.
I turn back, turn around.

exitus (genitive exitūs); m, fourth declension
a departure, a going out
an egress, a passage by which one may depart
(figuratively) a conclusion, termination
(figuratively) death
(figuratively) result, event, issue

Verb
pulsare (intransitive)
To beat or pulsate
To throb
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Αριστοτέλης
(384-322 π.Χ.)· γεννήθηκε στα Στάγιρα (ή Στάγειρα) της Χαλκιδικής και πέθανε στη Χαλκίδα της Ευβοίας. Υπήρξε μαθητής του Πλάτωνα στην Ακαδημία στην Αθήνα, όπου αργότερα και δίδαξε· έμεινε κοντά στον Πλάτωνα 20 χρόνια περίπου, ως το θάνατο του δασκάλου του το 347. Το 343, υστέρα από πρόσκληση του Φίλιππου, έγινε δάσκαλος του Αλέξανδρου. Γύρισε στην Αθήνα το 335 και ίδρυσε τη Σχολή του, το Λύκειον, που αργότερα ονομάστηκε Περίπατος. Το 323 αποσύρθηκε σε κτήμα του στη Χαλκίδα, όπου πέθανε ένα χρόνο αργότερα, το 322.

Μολονότι ο μεγάλος φιλόσοφος είχε πολύ καλή γνώση της θεωρίας και της πρακτικής της μουσικής, δεν έγραψε κανένα σύγγραμμα ειδικά για τη μουσική· αλλά πολύ συχνά αναφέρεται στη μουσική στα κείμενά του.
Όπως ο Πλάτων, υποστηρίζει την ηθική αξία της μουσικής και εξετάζει λεπτομερειακά τη σημασία της στην εκπαίδευση των νέων (Πολιτικά Η', 1339Α-1342Β, V, 3-VII, 11). Ο Αριστοτέλης αναλύει τρεις απόψεις για την αποστολή της μουσικής και το σκοπό για τον οποίο πρέπει να διδάσκεται στους νέους ("τίνος δει χάριν μετέχειν αυτής"): (α) "παιδιάς ένεκα και αναπαύσεως" (για ευχαρίστηση [ψυχαγωγία] και ανάπαυση). (β) "προς αρετήν τι τείνειν την μουσικήν... και το ήθος ποιόν τι ποιείν" (γιατί μπορεί να ασκήσει ευεργετική επίδραση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα). (γ) "προς διαγωγήν...και προς φρόνησιν" (γιατί μπορεί να συμβάλει στη διανοητική και αισθητική απόλαυση και καλλιέργεια). Ο Αριστοτέλης ακολουθεί την ίδια γραμμή σκέψης, όπως και ο Πλάτων, οι απόψεις του όμως είναι πιο φιλελεύθερες και λιγότερο αλύγιστες.
Στον Αριστοτέλη αποδίδονται τα Προβλήματα, η αυθεντικότητά τους όμως αμφισβητείται από πολλούς, που τα αποδίδουν σ' έναν "ψευδο-Αριστοτέλη". Οι περισσότεροι ωστόσο συμφωνούν ότι το υλικό των Προβλημάτων προέρχεται από τον Αριστοτέλη και τη Σχολή του. Τα Προβλήματα, που είναι σχετικά με τη μουσική (σε διαλογική μορφή), πραγματεύονται θέματα ακουστικής, συμφωνιών, φιλοσοφίας, μουσικής αισθητικής κτλ., και διαιρούνται σε δύο μεγάλα τμήματα: (α) Όσα περί φωνής (το μεγαλύτερο μέρος των Προβλ. ΧΙ) και (β) Όσα περί αρμονίαν (ολόκληρο το μέρος ΧΙΧ, Προβλ. 1-50). Τα Μουσικά Προβλήματα εκδόθηκαν με το ελληνικό κείμενο και γαλλική μετάφραση και σχόλια από τους F. A. Gevaert και J. C. Voolgraf (Les problemes musicaux d'Aristote, Γάνδη 1903) και είναι ταξινομημένα ανάλογα με το θέμα τους, "Acoustique", "Consonnances" κτλ. Ο Ch. Emile Ruelle δημοσίευσε προηγούμενα μια γαλλική μετάφραση (Problemes musicaux d'Aristote, Παρίσι 1891), με μια Εισαγωγή (σσ. 1-3), στην οποία υποστηρίζει την άποψη, ότι τα Μουσικά Προβλήματα είναι αυθεντικό, γνήσιο έργο του Αριστοτέλη· αναφέρεται στον κατάλογο των έργων του Αριστοτέλη από τον Διογένη Λαέρτιο, όπου συμπεριλαμβάνεται ένα βιβλίο Περί Προβλημάτων και στο γεγονός, όπως λέει, ότι ο ίδιος ο Αριστοτέλης συχνά αναφέρεται σ'αυτό. Μια πιο πρόσφατη έκδοση του ελληνικού κειμένου με ιταλική μετάφραση δημοσιεύτηκε από τον Geraldo Marenghi (Φλωρεντία 1957, σσ. 137). Μόνο τα Προβλήματα τα σχετικά με την αρμονία (ΧΙΧ, 1-50) περιλαμβάνονται και μεταφράζονται σ'αυτή την έκδοση (σσ. 26-83), μαζί με Σημειώσεις (σσ. 85-119), Βιβλιογραφία (σσ. 123-125) και ένα γλωσσάριο των μουσικών όρων που συναντώνται στο κείμενο (glossario dei termini musicali, ss. 127-133). Υπάρχουν ακόμα δύο αγγλικές μεταφράσεις· η μία του E. S. Forster (στον τόμο VII της οξφορδιανής μετάφρασης των έργων του Αριστοτέλη, Οξφόρδη 1927· Problemata XI, The Voice 898b-906a και XIX Music 917-923a). Η άλλη μετάφραση είναι του W. S. Hett, Λονδίνο 1936-7 (Aristotle: Problems, τόμ. Ι, σσ. 252-295, Προβλ. XI· τόμ. Ι, σσ. 378-415, Προβλ. ΧΙΧ σχετικά με την Αρμονία). Το ελληνικό κείμενο των Μουσικών Προβλημάτων περιλαμβάνεται στην έκδοση του C. v. Jan, Musici scriptores graeci (Λιψία 1895, σσ. 60-111) με τίτλο Ps-Aristotelis 'Problemata', Αριστοτέλους Προβλήματα. Ο C. v. Jan δημοσιεύει στην ίδια έκδοση μια εκλογή κειμένων του Αριστοτέλη για τη μουσική· σ' αυτά περιλαμβάνεται ολόκληρο το μέρος των Πολιτικών που ασχολείται με την ηθική σημασία της μουσικής στην εκπαίδευση, Η', 1339Α ως 1342Β (Musici scriptores graeci, σσ. 3-35, με τίτλο Aristotelis loci de musica). Βιβλιογραφία (εκτός από τα αναφερόμενα στο λήμμα):
Β. Fred. Bojesen, De Problematis Aristotelis, Hafniae 1836. C. Prantl, "Uber die Probleme des Aristoteles", Abhand. d. philos.-philol. Klasse d. Bayer. Akad. VI (1851), σσ. 339-377. Ε. Richter, De Aristotelis Problematis, Bonnae 1885. C.-Em. Ruelle, "Corrections anciennes et nouvelles dans le texte des Problemes d' Aristote", Revue de Philologie XV (1891), σσ. 168-174. C. Stumpf, "Die pseudo-aristotelischen Probleme uber Musik", Abhand. d. Berliner Akad. III (1896), σσ. 1-81. Ε. d' Eichthal et Th. Reinach, "Nouvelles observations sur les Problemes musicaux", REG XIII (1900), σσ. 18-44. Βλ. επίσης: Lukas Richter: Zur Wissenschaftslehre von der Musik bei Platon und Aristoteles, Βερολίνο 1961, σσ. ΧΙ, 202, 8ο.


Σόλωνας Μιχαηλίδης, Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1999, ISBN: 960-250-174-Χ

http://www.musipedia.gr/wiki/Αριστοτέλης
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Λιχανός
και λίχανος· ως αρσ., το δάχτυλο δείκτης· θηλ., η χορδή (και η νότα που παράγεται από τη χορδή), που παίζεται με το δείκτη, το λιχανό. Ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός (Mb 10, R.P.W.-I. 8) λέει: "λιχανοί προσηγορεύθησαν, ομωνύμως τω πλήττοντι δακτύλω την ηχούσαν αυτάς χορδήν επονομασθείσαι" (ονομάστηκαν λιχανοί από το ομώνυμο δάχτυλο, που χτυπά τη χορδή που τις παράγει). Λιχανός ήταν η τρίτη από κάτω του επταχόρδου και του οκταχόρδου:

Και στα δύο Συστήματα, το Σύστημα Τέλειον Έλασσον (α) και το Σύστημα Τέλειον Μείζον (β), υπήρχαν δύο χορδές στο καθένα με το όνομα λιχανός: λιχανός υπατών και λιχανός μέσων:

Η λιχανός ονομαζόταν καμιά φορά και διάτονος.
Βλ. τα λ. λιχανοειδής, παραφωνία και υπερμέση. Επίσης, ονομασία.

http://www.musipedia.gr/wiki/Λιχανός
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μαγαδίζειν
Παίζω τη παλαιομάγαδις μάγαδι . Επίσης, παίζω ή συνοδεύω στον διαπασών_και_"δια_πασών" διαπασών τόνο.

Μάγαδις
... Το κύριο χαρακτηριστικό του ήταν oτι οι χορδές του κουρδίζονταν ανά ζεύγη, κάθε νότα με την oγδόη της (10 διπλές χορδές)· αυτό επέτρεπε την εκτέλεση κατά όγδοες, που λεγόταν μαγαδίζειν ("μαγαδίζειν εν τή διαπασών συμφωνία"). Βλ. λ. αντίφθογγος . Το όνομα του οργάνου αυτού προήλθε, σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς, από τη λέξη μαγάς, τη γέφυρα ("καβαλάρη") των έγχορδων οργάνων. Ο ...

Μαγάδισμα
(προέρχεται από το μαγαδίζειν). Όταν παιδιά και άνδρες τραγουδούν σε ταυτοφωνία, η φωνή των παιδιών εκτελεί τη μελωδική γραμμή μια διαπασών_και_"δια_πασών" διαπασών (8η ή οκτάβα) οξύτερα από τους άνδρες.

http://www.musipedia.gr/index.php?title=Ειδικό:Search&search=μαγαδιζειν&go=Μετάβαση
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μέλος
γενικά, μέλος, τμήμα. Στη μουσική, χορικό ή λυρικό τραγούδι· μελωδία γενικά. Στη φωνητική μουσική αποτελείται από τρία στοιχεία: τους φθόγγους, το ρυθμό και τα λόγια. Ο Ανώνυμος (Bell. 46, 29) ονομάζει τέλειον μέλος εκείνο που αποτελείται από λόγια, μελωδία και ρυθμό" ("τέλειον δε μέλος εστί το συγκείμενον εκ τε λέξεως και μέλους και ρυθμού"). Η χρησιμοποίηση από τον Ανώνυμο της λέξης "μέλος" αντί φθόγγου (ή αρμονίας) είναι χαρακτηριστική και δείχνει τη χρήση του όρου "μέλος" στη σημασία εναλλαγής φθόγγων. Ο Πλάτων (Πολιτεία Γ', 398D) καθορίζει τα συστατικά μέρη ή στοιχεία του μέλους ως εξής: "το μέλος έχει τρία στοιχεία, τις λέξεις, τη μελωδία και το ρυθμό" ("λόγος, αρμονία, ρυθμός"). Ο Βακχείος (Εισ. 78) καθορίζει το μέλος ως: "το εκ φθόγγων και διαστημάτων και χρόνων συγκείμενον" (το αποτελούμενο από νότες και διαστήματα και χρόνους [διάρκειες]). Έτσι, το μέλος είναι επίσης συνώνυμο της μελωδίας σε μια γενική σημασία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην οργανική μουσική, όπου δεν υπάρχουν λόγια. Ο Σώπατρος λέει (Αθήν. Δ', 176A, 78): "και το μόναυλον μέλος ήχησε" (και ήχησε τη μελωδία με το μόναυλο). μουσικόν μέλος σήμαινε τη φωνητική μελωδία σε αντιδιαστολή προς το "οργανικό μέλος".
Βλ. τα λ. ηρμοσμένος και λογώδες μέλος.

http://www.musipedia.gr/wiki/Μέλος
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μελωδία
τραγούδι, μελωδία· επίσης, η πράξη του τραγουδήματος. Πλάτων (Νόμοι 935Ε): "ποιητή... μελωδίας". Αριστόξενος (Αρμον. Ι, 27): "Φαίνεται δε τοιαύτη τις φύσις είναι του συνεχούς εν τη μελωδία, οία και εν τη λέξει, περί την γραμμάτων σύνθεσιν" (Φαίνεται ότι η συνέχεια στη μελωδία αντιστοιχεί στη φύση της προς τη συνέχεια στην ομιλία κατά τη σύνθεση των γραμμάτων). Σε μια πιο γενική σημασία μελωδία σήμαινε μουσική. Ο όρος μελωδίας τάξις σήμαινε την τάξη (τη σειρά) των ήχων στη μελωδία· χρησιμοποιήθηκε από τον Αριστόξενο (ΙΙ, 38, 12-13 Mb).
μελωδικός· όπως και σε μας, μελωδικός, μουσικός (επίθ.)· μελωδική κίνησις=μουσική κίνηση της φωνής (βλ. λ. κίνησις).

http://www.musipedia.gr/wiki/Μελωδία
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μέση
η κεντρική νότα του επτάχορδου συστήματος και η αντίστοιχη χορδή της λύρας ή της κιθάρας: Στο οκτάχορδο σύστημα ήταν η πρώτη νότα του δεύτερου (χαμηλότερου) τετράχορδου ή η ψηλότερη νότα του πρώτου τετράχορδου παρμένου από κάτω προς τα πάνω: Το τετράχορδο που αρχίζει (σε κατιούσα μορφή) με τη μέση: la - sol - fa - mi ή που καταλήγει στη μέση, όταν ανεβαίνει, mi - fa - sol - la, λεγόταν τετράχορδο μέσων. Η μέση κρατούσε το όνομά της και στα Τέλεια Συστήματα, στα οποία δεν ήταν πάντα η κεντρική νότα (στο Σύστημα Τέλειον Μείζον ήταν όμως η κεντρική νότα). Στην αρμονία των σφαιρών μέση ήταν εκείνη που αντιστοιχούσε προς τον Ήλιο.

http://www.musipedia.gr/wiki/Μέση
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
μεταβάλλω , fut. -
A. “βα^λῶ” Ar.Av.1568: aor. μετέβα^λον:—throw into a different position, turn quickly or suddenly, Hom.only once, in tmesi, “μετὰ νῶτα βαλών” Il.8.94; “χαλεπῶς μ. δέμας” E.Hipp.204 (anap.), cf. Gal.15.556; “μ. θοἰμάτιον ἐπιδεξιά” Ar. l.c.; μ. γῆν turn, i.e. plough, the earth, X.Oec.16.14; “μετέβαλε Κύριος ἄνεμον ἐκ θαλάσσης” LXX Ex. 10.19; μ. ποταμόν change the course of a river, Jul.Or.3.126d.
II. turn about, change, alter, “τὸ οὔνομα” Hdt.1.57; “τὴν πολιτείαν” Arist.Pol. 1292b21; [οἱ Βρίγες] τὸ οὔνομα μετέβαλον [ἐς Φρύγας] Hdt.7.73; “τὰς φυλὰς μετέβαλε [ὁ Κλεισθένης] ἐς ἄλλα οὐνόματα” Id.5.68; “μ. μορφήν τινος εἰς ἀνδρὸς φύσιν” E.Ba.54; [“τινὰ] ἐπὶ κακόν” Ar.Th.723; “ἐπὶ τὸ βέλτιον” Pl.R.381b; μ. δίαιταν change one's way of life, Th.2.16; μ. ὕδατα drink different water, Hdt.8.117; “ὀργὰς μ.” E.Med.121 (anap.); “μ. τοὺς τρόπους” Ar.Pl.36, Eup.357.7; “μ. τὸ ἔθος” Th.1.123; μ. εὔνοιαν lose it, ib. 77; “μ. χώραν ἐκ χώρας” Pl.Tht.181c: freq. with Adjs., etc., implying change, μ. ἄλλους τρόπους change and adopt other ways, E.IA343 (troch.); μ. ἄλλας γραφάς ib.363 (troch.); “εἶδος καινὸν μουσικῆς μ.” Pl. R.424c; “πόλις ἄλλον ἐξ ἄλλου -βάλλουσα τύραννον” Plu.Tim.1; μ. ἀντὶ τοῦ "ὁμο-" "ἀ-" Pl.Cra.405d; “ἐμαυτὸν ἄνω κάτω μετέβαλλον” Id.Phd.96b; “ἄνω καὶ κάτω τὰς δόξας μ.” Id.R.508d: c. acc. cogn., πολλὰς μεταβολὰς . . μ. ὑδάτων καὶ σίτων ib.404a.
b. translate, “νόμον εἰς τὴν Ἑλλάδα φωνήν” J.AJProoem.3, cf. 12.2.13 (Pass.).
c. stir with a spoon, Dsc.3.22 (Pass.).
III. intr., undergo a change, “μ. ἐς εὐνομίην” Hdt.1.65, cf. Antipho 2.4.9; “μ. εἰς ὀλιγαρχικὸν ἐκ τοῦ τιμοκρατικοῦ” Pl.R.553a, etc.; “μ. ἐπὶ τοὐναντίον” Id.Plt.270d; “ὅταν εἰς ἑτέραν -βάλῃ πολιτείαν ἡ πόλις” Arist.Pol.1276b14, cf. 1301a20: impers., μεταβάλλει διὰ πλειόνων ζῴων changes run through a series of creatures, Thphr.HP2.4.4: c. gen. rei, come in exchange for or instead of, “καιναὶ καινῶν μεταβάλλουσαι . . συντυχίαι” E.Tr.1118.
b. vary, “μεταβάλλειν τὰς ἐπιστήμας τοῖς τόποις” Phld.Rh.2.115 S.
2. change one's course, μεταβαλὼν πρὸς Ἀθηναίους turning to the Athenians, Hdt.8.109: aor. part. μεταβαλών abs., instead, in turn, “μεταβαλόντας ἀντὶ Κρητῶν γενέσθαι Ἰήπυγας” Id.7.170, cf. E.Ion 1614, Pl.Smp.204e, Grg. 480e: also pres. part. “μεταβάλλων” Id.Tht.166d.
B. Med., turn round, shift a load, “μεταβαλλόμενος τἀνάφορον” Ar. Ra.8; “προβαλλομένους τὰ ὅπλα ἢ μεταβαλλομένους” X.An.6.5.16.
2. cause to be removed, “σῖτον” PHib.1.45.6 (iii B. C.), etc.
b. order to be paid, remit, POxy.1153.8 (i A. D.), 1419.5 (iii A. D.).
II. change what is one's own, μ. τὰ ἱμάτια change one's clothes, X.Mem.1.6.6; “μ. τοὺς τρόπους” Ar.V.1461 (lyr.); μετεβάλλετ᾽ ὀπωπάν changed her appearance, Erinn. in PSI9.1090.53 + 13 (p.xii).
2. exchange, τίς μεταβάλοιτ᾽ ἂν ὧδε σιγὰν λόγων; silence for words, S.El.1261; [τὴν ἄσαρκον τροφὴν] ὑγείας καὶ ῥώμης μεταβαλέσθαι have given up asceticism in exchange for health and strength, Porph.Abst.1.2; barter, traffic in, “οἴνου μεταβαλλόμενος καὶ σίτου πρᾶσιν” Pl.Lg.849d; “μ. τὰ ἀλλότρια ἔργα” Id.Sph.223d; “μ. ἐν τῇ ἀγορᾷ” X.Mem.3.7.6, cf. D.S. 5.13.
III. turn oneself, turn about, “ἄνω καὶ κάτω” Pl.Grg.481e, Din.1.17; esp.
2. change one's purpose or mind, Hdt.5.75, SIG 22.20 (v B. C.), Act.Ap.28.6, etc.; change sides, Th.1.71, 8.90, X.HG 2.3.31; “πρός τινα” Axionic.6.10.
3. turn or wheel round, “μ. ἐπ᾽ ἀσπίδα” X.Cyr.7.5.6; “τὸ δόρυ εἰς τοὔπισθεν μ.” Id.Eq.8.10: abs., turn about, “μεταβαλλόμενος τοῖς ἔξω περιεστηκόσι λοιδορήσεται” Aeschin. 3.207.

Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. with the assistance of.
Roderick McKenzie. Oxford. Clarendon Press. 1940.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...tic+letter=*m:entry+group=44:entry=metaba/llw
 
Top