Τα άλλα να τα συζητήσουμε. Γιατί όμως επιμένεις και σε αυτό που και εσύ ο ίδιος αναιρείς όταν ψέλνεις; Όταν ο πλ. Δ' κάνει στάση στον Πα, το κάνεις υψωμένο; Π.χ. στο "Ο επιβλέπων" των ανοιξανταρίων του Φωκαέως, δεν κάνεις φυσικό Πα όπως όλοι; Ακόμα και ο Ιωαννίδης ισοκράτημα Πα βάζει. Και στην επίμαχη φράση "Νη-η Πα-α Πα Βου Γα" που οι της σχολής Καράς κάνουν με έλξη, πολλοί ψάλτες κάνουν φυσικό Πα και αλλάζουν τοπικά το ισοκράτημα (ο Ιωαννίδης στο κάτω Δι). Εφόσον δεν υπάρχει φθορά να αλλάξει διαστήματα, η θεωρία ότι το Πα είναι πάντα ψηλά αναιρείται...
ΥΓ. Αναρωτιέμαι γιατί εδώ και λίγες μέρες δε μου βάζει κανείς "Ευχαριστώ" στα μηνύματά μου!
Πάρε καταρχήν ένα thanks κι εσύ, για να μην παραπονιέσαι...
Πλάκα κάνω. To thanks στο μήνυμά σου αυτό πήγε γιατί στο θέμα αυτό συμφωνώ βασικά μαζί σου για την περίπτωση της στάσης στον ΠΑ. Ας ξεχωρίσουμε τις περιπτώσεις λοιπόν:
Α. Περί σταθερού ΠΑ στον πλ. δ'
Όταν ο πλ. δ' κάνει στάση στον ΠΑ, ο ΠΑ είναι στη θέση του και δεν μπορεί να είναι αλλιώς και απορώ πώς ο Βαγγέλης, που ξέρει τόσο καλά τα περί συμφωνιών δε λέει τίποτα: όταν λοιπόν κάνεις στάση, οι περιπτώσεις ερμηνείας του ΠΑ δεν είναι και πολλές. Ο ΠΑ εκλαμβάνεται:
α) είτε ως κορυφή του τετραχόρδου κάτω ΔΙ-ΠΑ
β) είτε ως βάση του τετραχόρδου ΠΑ-ΔΙ.
Βάζουμε λοιπόν ισοκράτημα είτε κάτω ΔΙ είτε ΠΑ (ή και κρατάμε ΝΗ αν η αγωγή είναι γρήγορη, άλλο θέμα αυτό). Και στις δύο όμως περιπτώσεις του ισοκρατήματος, προκειμένου να ακουστεί σωστά ο ΠΑ, είτε με συνηχούμενο φθόγγο τον κάτω ΔΙ είτε με υπονοούμενο φθόγγο το φυσικό ΔΙ του νοουμένου τετραχόρδου ΠΑ-ΔΙ, θα πρέπει να σχηματίσει με τους φθόγγους αυτούς τέλειο τετράχορδο (30 μορίων ή λόγο 4/3). Πράγμα που σημαίνει στην καθ' ημάς θεωρία ΝΗ-ΠΑ = 12 ή με τους λόγους των συμφωνιών ΝΗ-ΠΑ= 9/8, δηλ. τόνος επόγδοος. Αυτό το πράγμα είναι νόμος της φωνής και της φυσικής, δεν πάει αλλιώς.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα 12 μόρια που εννοούμε εμείς ως συγκερασμό του επόγδοου (9/8) τόνου, δεν σημαίνει ίδιο με το πιάνο, γιατί, ως γνωστόν, ο τόνος του πιάνου νοείται στα 200 cents ενώ ο δικός μας των 9/8 στα 204, που σημαίνει πρακτικά 12,2 του πιάνου.
Β' Περί υψωμένου ΠΑ στον πλ. δ'
Για τον έρμο τον υψωμένο ΠΑ, που εγώ τον ονόμασα σε ορισμένες περιπτώσεις (όχι πάντα!) επιέβδομο τόνο, ο Στέφανος μου είπε (το νόημα γράφω, έτσι όπως το κατάλαβα εγώ τουλάχιστον):
"Ωραία, εσύ πες τον επιέβδομο τόνο, εγώ τον λέω έλξη, κατά τη θεωρία του κρυφού ΒΟΥ του Λυκούργου. Ποιό το πρόβλημά σου;" Προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα, αρκεί να εκτελείται σωστά. Θεωρητικά/επιστημονικά όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε τη διαφορά στα δύο αυτά. Φτάνουμε λοιπόν στο επίμαχο σημείο, στο οποίο εστράφη από την αρχή της η συζήτηση αυτή:
ΠΟΤΕ Ο ΥΨΩΜΕΝΟΣ ΠΑ ΣΤΟΝ ΠΛ. Δ' ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΠΙΕΒΔΟΜΟ ΤΟΝΟ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΕΛΞΗ
Τον υψωμένο ΠΑ οι της σχολής Καρά ονομάζουν αδιακρίτως έλξη, επικαλούμενοι μάλιστα γενικώς και αορίστως και τη θεωρία της Πατριαρχικής Επιτροπής.
Η Επιτροπή όμως δεν τα είπε καθόλου έτσι, παρά διευκρίνησε από την αρχή πώς έχουν τα πράγματα. Συγκεκριμένα:
- Για μεν την περίπτωση της ανοδικής κίνησης του μέλους του μέλους και την περίπτωση που ο ΒΟΥ είναι δεσπόζων φθόγγος, νομίζω συμφωνούμε όλοι ότι πρόκειται περί έλξεως, αφού τηρείται η προϋπόθεση της ύπαρξης του δεσπόζοντος φθόγγου (ΒΟΥ), που έλκει τον υπερβάσιμο ΠΑ.
- Για την περίπτωση όμως της καθόδου του μέλους, που δεν υπάρχει καθόλου ΒΟΥ, τι κάνουμε; Από πού θα έλκεται ο ΠΑ προς τα πάνω, αφού δεν υπάρχει δεσπόζων φθόγγος και το μέλος δεν ανεβαίνει; Έτσι υιοθετήθηκε από τη σχολή Καρά η θεωρία του "κρυφού ΒΟΥ", όπως μας είπε ο Στέφανος. Ονομάζουν δηλ. οι της σχολής Καρά έλξη το υψωμένο ΠΑ στην κάθοδο, υποτιθεμένου ενός "κρυφού ΒΟΥ".
Εν πρώτοις το κρυφό αυτό ΒΟΥ δεν είναι αβάσιμο, μια και όντως ακούγεται ελαφρά στη φωνή (ενώ στα άταστα όργανα το κάνουμε μετακινώντας το δάχτυλο εν είδη glissando ή και χρησιμοποιώντας και δεύτερο δάχτυλο στην ταστιέρα για ένα γρήγορο πέρασμα στον ΒΟΥ). Έχω γράψει όμως ότι κάτι τέτοιο είναι κάπως προβληματικό για τη θεωρία έλξης κινούμενου ή (υπερβάσιμου) από εστώτα (ή δεσπόζοντα) φθόγγο, δεδομένου ότι:
- το μέλος κινείται καθοδικά και όχι ανοδικά και στη θεωρία των έλξεων ο δεσπόζων φθόγγος έλκει τον προηγούμενο αυτού φθόγγο εν ανόδω και όχι εν καθόδω
- ο ΒΟΥ δεν είναι σε καμία περίπτωση εστώς/δεσπόζων φθόγγος στην κατάληξη. Το ότι ακούγεται "λίγο" ή "κρυφά" δεν μπορεί να τον κάνει δεσπόζοντα: δεσπόζων είναι ο φθόγγος που δεσπόζει, που φαίνεται πεντακάθαρα στο μέλος, που κάθεσαι πάνω του, όχι αυτός που μετά βίας ακούγεται και μάλιστα λιγότερο από τον υπερβάσιμο ΠΑ!
Τα περί κρυφού ΒΟΥ λοιπόν δεν μπορούν να θεμελιωθούν στη θεωρία των έλξεων. Άρα πώς εξηγούμε εδώ το υψωμένο ΠΑ; Αν διαβάσετε
προσεχτικά τι γράφει η Επιτροπή, θα δείτε ότι ξεκαθαρίζει απόλυτα τα πράγματα περί του πότε μιλάμε για υψωμένο ΠΑ και πότε για έλξη:
Θεωρητικό Επιτροπής, πλ. δ' (παρ. 114 σελ. 61)
Εν τω ήχω τούτω ο φθόγγος ΠΑ ευρίσκεται, ως επί το πλείστον, υψωμένος κατά εν τμήμα [σημ.:δύο δικά μας] ως ο ΚΕ εν τω Δ', υφιστάμενος δε έλξιν προς τον ΒΟΥ υψούται κατά δύο τμήματα.
Ξεχωρίζει επομένως η Επιτροπή δύο περιπτώσεις:
α) τον ως επί το πλείστον υψωμένο ΠΑ
β) τον υφιστάμενο έλξη ΠΑ
Κι επειδή στην περίπτωση της καθόδου του μέλους δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις των έλξεων, μένει η α' περίπτωση. Και για να δούμε πόσο υψώνεται ο ΠΑ, η Επιτροπή μας το λέει συνοπτικά στο κεφάλαιο περί πλ. δ' (2 δικά μας τμήματα, ενώ
διαφοροποιεί την περίπτωση της έλξης, που την ορίζει σε 4 τμήματα -είναι εμφανής η απόκλιση του Καρά από τα γραφόμενα της Επιτροπής-). Μας το λέει όμως και αναλυτικά και στο Πρόλογο, στη σελ. 18, που επεσήμανε πολύ σωστά ο Χάρης ο Συμεωνίδης
εδώ, όπου θα δείτε και πώς το διευκρινίζει αυτό κατά τον υπολογισμό των διαστημάτων με λόγους:
Θεωρητικό Επιτροπής, Πρόλογος (σελ. 18)
Ο πλ. δ' ποιείται χρήσιν του ΠΑ κατά κι οξυτέρου επίσης[FONT=Times New Roman, serif]·[/FONT] το μήκος της εκφερούσης αυτόν χορδής ευρέθη ον 0.875=2187/2500 κατά μεγίστην προσέγγισιν, ώστε η αλληλουχία των τριών φθόγγων ΝΗ, ΠΑ, ΒΟΥ, παρέχει ομοίως:
[...]
αριθμός δονήσεων: ΝΗ=1, ΠΑ=2500/2187, ΒΟΥ=100/80, ΓΑ=4/3
Φανερά λοιπόν κάνει εδώ λόγο για επιέβδομο τόνο (8/7), αφού 2500/2187 = 1.1431 και 8/7 = 1.1428, ουσιαστικά δηλ. ίδια. Αυτό δεν μπορούμε να το θεωρήσουμε έλξη για έναν ακόμα λόγο:
η Επιτροπή κάνει λόγο για το διάστημα αυτό όχι στις έλξεις των ήχων, αλλά στον υπολογισμό των διαστημάτων μεταξύ των τόνων! Η θεωρία λοιπόν του "κρυφού ΒΟΥ" που ακούστηκε εδώ και η εξ αυτής θεώρηση του ΠΑ ως έλξη, δεν έχει έρεισμα στα γραφόμενα της Επιτροπής.
Ο τόνος πάντως της κλίμακας του Χρυσάνθου, τον οποίο επικαλέστηκα κι εγώ σε προηγούμενο μήνυμά μου,
δεν είναι επιέβδομος και θεωρητικά δεν έχει να κάνει με το υψωμένο ΠΑ της Επιτροπής στον πλ. δ', αφού, αν πάρουμε τα μόριά του, το 12/68 αναλογεί στα 12.7/72 της Επιτροπής, ενώ αν πάρουμε τους λόγους, ο τόνος είναι φυσικά ο ίδιος με της Επιτροπής (9/8). Επομένως στο σημείο αυτό η Επιτροπή διευκρίνισε τον υψωμένο επιέβδομο τόνο στον πλ. δ', κάτι που παρέλειψε ο Χρύσανθος και η περιγραφή της είναι σαφώς καλύτερη και αναλυτικότερη του Χρυσάνθου. Απλώς ο γενικώς υψωμένος τόνος του Χρυσάνθου μας θυμίζει το υψωμένο ΠΑ της Επιτροπής.
Ο τόνος όμως 12/68 του Χρυσάνθου:
α)
είναι παντού ο ίδιος (και όχι μόνο στον πλ. δ')
β)
προκύπτει υψωμένος αναγκαστικά λόγω του συγκερασμού του λόγου 9/8 σε κλίμακα 68άρα (σκοπεύω να δημοσιεύσω στο μέλλον σχετική μελέτη για το θέμα της αντιστοίχησης των διαστημάτων της κλίμακας με κλασματικούς λόγους) και
γ) (Για να παραδεχόμαστε και τα σφάλματά μας...)
Κακώς επομένως έγινε επίκληση του τόνου του Χρυσάνθου σε προηγούμενα μηνύματα -ΚΑΙ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ- για την υποστήριξη του υψωμένου ΝΗ-ΠΑ στον πλ. δ' σε σχέση με τους άλλους ήχους.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑ ΣΤΟΝ ΠΛ. Δ':
α. Στάση στον ΠΑ: ΠΑ = φυσικός (τόνος μείζων ή επόγδοος 9/8, δηλ. 12/72 συγκερασμένος, 12.2/72 ασυγκέραστος)
β. Ανοδική κίνηση μέλους: ΠΑ = υψωμένος (τόνος επιέβδομος 8/7, δηλ. 14/72 συγκερασμένος, 13.9/72 ασυγκέραστος)
γ. Ανοδική κίνηση μέλους με δεσπόζοντα φθόγγο το ΒΟΥ: ΠΑ = εν διέσει (4 τμημάτων κατά Επιτροπή άρα ΝΗ-ΠΑ=16, ΠΑ-ΒΟΥ=6 -νούμερα κατά προσέγγιση φυσικά, αφού οι έλξεις δεν εκφράζονται με λόγους-)
δ. Καθοδική κίνηση μέλους μέλους προς το ΝΗ: ΠΑ = υψωμένος (επιέβδομος όπως στο β') κυρίως σε καταληκτικές φράσεις τύπου ΠΑΝΗ-ΠΑΝΗ-ΝΗΗ
ή και φυσικός (κυρίως σε μη καταληκτικές φράσεις ή σε γοργή χρονική αγωγή)