Αδελφέ, φοβούμαι ότι υπεραπλουστεύεις πράγματα, κ μοιραία οδηγείσαι στην ισοπέδωση.
Σίγουρα όταν συμπυκνώνονται τόσα πράγματα από την έκταση και το χρόνο δεν υπάρχει η δυνατότητα να αναλυθούν όλα σε όλη τους την έκταση και το βάθος. Το γνωρίζω αυτό που λες και συμφωνώ μαζί σου, δεν το απέφυγα για να δημιουργηθεί ο διάλογος.
Τούτο μόνο θα πω: ποιός μας καθορίζει σε τί γένος (ειρμολογικό, στιχηραρικό) θα μελοποιηθούν κ θα ψαλούν τα λεγόμενα λειτουργικά;
Τα λειτουργικά θεωρώ πρέπει να λέγονται σε κλιτόν ή σε οποιοδήποτε άλλο γένος σχεδόν σε εκφωνητικό ύφος. Αν "χρειαστεί" να ειπωθούν πιο ψαλτά θεωρώ ως αυτονόητο ότι πρέπει να ειπωθούν στο ειρμολογικό γένος. Τώρα το ότι βγαίνουν και σε στιχηραρικά, αν δεν πολυπλατειάζουν μπορεί και να τρώγονται. Όσο όμως γίνονται πιο αργά υποτάσσεται ο λόγος στη μουσική σε ένα σημείο που είναι διαλογικό (ιερέας-λαός), είναι η κατεξοχήν σημαντικότερη στιγμή νοηματικά όλης της ακολουθίας, είναι η κατεξοχή λατρεία, η αναφορά (=θυσία).
Τί σημαίνει για σένα μελοποιός;
Παρατηρώντας τα κείμενα της παλαιάς παπαδικής (μεταγραφές Χουρμουζίου) καταλήγω στο συμπέρασμα ότι στην παπαδική έχουμε δύο νεότερες εξελίξεις:
α) αλλαγή του τρόπου μελοποίησης (αργός ρυθμός, κατάργηση θέσεων) που ξεκινάει από τον Πέτρο και τους διαδόχους του (Γρηγόριο, Φωκαέα) και στον εικοστό αιώνα έχουμε την αλλαγή των φώτων με τα "σύγχρονα" που ελάχιστη σχέση έχουν όχι μόνο με τα παλαιά αλλά και με τα αμέσως προηγούμενα.
β) πολύ πιο περιορισμένες μουσικές θέσεις. Δηλαδή, ενώ αλλάξαμε πολλά δομικά στοιχεία της μελοποίησης των παπαδικών μελών, έχουμε φτωχύνει πολύ σε μουσικές θέσεις. Όσοι μελοποιούν σήμερα προσπαθώντας να είναι παραδοσιακοί (πρόχειρα αναφέρω π. Κωνσταντίνο Παπαγιάννη, Σουρλατζή) έχουν λίγο πολύ λίγες συγκεκριμένες θέσεις κλασικές οι οποίες ανακυκλώνονται. Αν δεις δηλαδή ένα χερουβικό του Χ σε ήχο πλ δ', παρόμοια στη μουσική δομή και ανάπτυξη θα είναι και 2-3 άλλα κοινωνικά που έχει ΄γράψει στον ίδιο ήχο. Αυτό δεν ισχύει στη νπαλαιά παπαδική. Όταν βλέπεις πλ. δ΄ δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις, καθώς η πλοκή της σύνθεσης είναι πιο πρωτότυπη, περνάει και από άλλους διατονικούς ήχουν και υιοθετεί και πιο σπάνιες θέσεις (προσοχή όμως, θέσεις και όχι μεμονωμένες νότες ή κορώνες).
Αυτή την ανάγκη του β) (ανάγκη για πλούσια μελοποιητική συγγραφή στον εικοστό αιώνα την αναπτύξαμε στα συντομότερα μέλη και κυρίως στα λειτουργικά. ΑΝ το συνδυάσεις όλο ευτό με τη μεγάλη επίδραση στους δύο τελευταίους αιώνες από την τούρκικη εξωτερική μουσική (μην αρχίσουμε πάλι ότι έχει ελληνικές ρίζες και προέλευση, είναι εξωτερική) και την ευρωπαϊκή αντίστοιχα σχηματίζεται η εικόνα τεράστιων ακι ταχύτατων αλλαγών. Το ότι σε αυτές συμμετείχαν και κορυφαίοι μουσικοί-ψάλτες σε τίποτα δεν τις τελειοποεί ή αφαιρεί τα πιθανά αρνητικά του στοιχεία.
Όσο για τον βαρύ τον διατονικό κοίτα αντίστοιχες μελοποιήσεις του Ζαφειροπούλου αν δεν κάνω λάθος, του Νικολάου Σμύρνης, και του Στ. Ρηγοπούλου για να τον βρεις και σε στιχηρά. Κ ο βαρύς πχ των Κεκραγαρίων του Ιακώβου κατέληξε βαρύς του στιχηραρικού, που ελάχιστη σχέση έχει με τον ‘’προπάτορά’’ του-σύμφωνα με τη δική σου λογική. Μήπως να κατηγορήσεις κι αυτόν τον νεωτερισμό;
Δ.
Το θέμα του βαρέως είναι όντως τεράστιο και δεν νομίζω ότι πρόκειται να λυθεί στα πλαίσια ειδικά αυτής της συζήτησης. Σίγουρα το πέρασμα του βαρεώς διατονικού εκ του ζω και σε άλλα γένη δεν έγινε στα χρόνια μας. Πρώτα ανέβηκε στην επταφωνία (νομίζω Μπερεκέτης) πέρασε στις αργές καταβασίες (Μπαλασίου, Χουρμούζιος) και σιγά σιγά από εξαίρεση και μελοποιητική ιδιαιτερότητα έγιναν κανόνας λόγω των λειτουργικών. Η χειρότερη αλλοίωση πιστεύω στο βαρύ είναι ότι λόγω των λειτουργικών που συνδυάστηκαν με εκφωνήσεις στο Γα δίεση ανέβηκε ο Γα. Ακόμα δηλαδή αυτά τα παιλαιότερα που ανέφερα έχουν Γα φυσικό.
Όσο για τον Ιάκωβο κοίταξε ξανά στο προηγούμενο β). Δεν άλλαξε τη βάση του στιχηραρικού, αλλά άλλαξε, εμπλούτισε τη μελοποιητική πορεία (δεν έχω μπροστά μου να δω τα αρχαιότερα κεκραγάρια για περισσότερες λεπτομέρειες.
Όσο για τους νεωτερισμούς. Εννοείται ότι τα πράγματα δεν μπορεί να είναι στατικά, ούτε βλέπω την παράδοση ως κάτι αναλλοίωτο που δεν πρέπει να αγγίξουμε. Το θέμα είναι πόσο βιώνουμε τα παραδεδομένα ως κομμάτι της προσωπικότητάς μας και σε τι είδουν αλλαγές προβαίνουμε. Προς ποια κατεύθυνση δοηγούμε αυτά που παραδίδουμε. Υπάρχουν λοιπόν καλές και κακές παραδόσεις, καλοί και κακοί νεωτερισμοί. Ειδικά όμως στην εκκλησιαστική λατρευτική μουσική η οποία έχει άμεσο αντίκρυσμα στη λατρεία του και τη συμμετοχή του λαού προσπάθώ να εξετάσω ποιο ψάλσιμο είναι "ποιμαντικά" ωφέλιμο και όχι μόνο ιστορικά σωστό ή ηχητικά όμορφο.
Χαίρομαι για τον αδελφικό χαιρετισμό τον οποί ανταποδίδω ευχόμενος σε όλους μας:
Αγαπητοί αδελφοί, καλό Τριώδιο, καλή μετάνοια
Σωτήρης