tsak77
Χρῆστος Τσακίρογλου
[Σημ. συντ. (π.Μ.)] Μετακίνηση μηνύματος από εδώ.
Οι φωτιές υπάρχουν εφόσον εξισώσαμε μία τέχνη αμηγώς κλασική και με πολύ συγκεκριμένο ρόλο και σκοπό με όλες τις υπόλοιπες, οι οποίες διαχωρίζονται σε τεχνοτροπίες και απόψεις, όλες "αυτοεπισημοποιημένες" και σεβαστές. Από τις αστοιχείωτες και μακράν απέχουσες από την ακουστική παράδοση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ερμηνευτικές προσεγγίσεις οι οποίες αυτονομάζονται επιστημονικές άσχετα εάν δεν έχουν καμία επίσημη αναγνώριση του θεωρητικού υπόβαθρου που ακολουθούν, μέχρι τους αμανετζίδες που βγάζουν τα σεκλέτια τους και θεωρούν εαυτούς μοναδικούς ερμηνευτές της ψαλτικής τέχνης, άσχετα εάν δεν είναι γνήσιοι εκφραστές της, κάτι το οποίο πάει στο περιθώριο και από όλους εμάς τους χαχόλους όταν τους ακούμε να "κέντάνε" όπως λέμε χαρακτηριστικά θαυμάζοντας το φωνητικό μεγαλείο σαν να είναι αυτός ο σκοπός, σα να έχουμε να κάνουμε με κάτι τόσο επιδερμικό όπως η όπερα, ακόμη κι αν το "κέντημα" δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το χώρο και το χρόνο που λαμβάνει μέρος, χωρίς να νοιαζόμαστε εάν αυτό που ακούμε είναι καν τέχνη. Και το πιο τραγικό ιδιαιτέρως στην δεύτερη αυτή περίπτωση είναι ότι ξέρουμε κατά βάθος ποια είναι η ψαλτική και την διακρίνουμε όταν ακούμε π.χ. τον Ιάκωβο να ψάλλει το "Μη αποστρέψης" ή το χορό του Στανίτσα να ερμηνεύει Πέτρο Λαμπαδάριο. Απλά επιλέγουμε εν πλήρει συνειδήσι να απέχουμε από αυτό.
Από την άλλη η άρχουσα Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται πλέον για την κληρονομιά αυτή, αλλά στην τελική γιατί να το κάνει; Εδώ δεν το κάνουν οι πιο άμεσα ενδιαφερόμενοι. Όλες οι απόψεις και οι έρευνες πρέπει να ακούγονται, αλλά στην επισημοποίηση και στην εν τέλει χρήση δεν μπορεί σε μία τόσο βασισμένη στην παράδοση τέχνη να επικρατούν και να συνυπάρχουν τα πάντα. Εφόσον οι ίδιοι καλλιεργούμε αυτό το κλίμα με τις προτιμήσεις και τα πρότυπά μας, ας βγάλουμε τώρα τουμπεκί για να μην ακούσουμε και το "βγαλ' τη σκούφια σου και βάρα με"...
Και κάτι που αφορά σε συνθέσεις του Καλογήρου και του κάθε Καλογήρου. Όταν το δοξαστάριο, το Ειρμολόγιο, το αναστασιματάριο, ο Εσπερινός, ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία έχουν μελοποιηθεί βάση των σημερινών λειτουργικών αναγκών και με συνθέσεις δοκιμασμένες, τι ακριβώς γυρεύει ο καθένας από εμάς νέους, αλλά και παλαιότερους; Κάνω το ερώτημα πρωτίστως αναφερόμενος στον εαυτό μου που κάνω (τρομάρα μου) τον συνθέτη. Το τρισάγιον του Καλογήρου, του Πρίγγου, του Καρά, του Τσακίρογλου κλπ. Εντυπωσιασμός ο σκοπός, παρέκκληση από την παράδοση και τον γνήσιο ρόλο της τέχνης στην κοινή προσευχή το αποτέλεσμα.
Ένας φίλος δεξιοτέχνης στο κανονάκι και στο πιάνο και ασχολούμενος με τα ψαλτικά πράγματα όταν άκουσε αυτές τις ακραίες (εν πρώτοις) απόψεις, σκέφτηκε λίγο και μου απάντησε: "Η αλήθεια είναι ότι όσες φορές και οπουδήποτε κι αν παίξω το "από ξένον τόπο" το εκτελώ πάντα με τον ίδιο τρόπο και πάντα αρέσει." Δεν κατάλαβα, το τρισάγιον του Β΄ ήχου δεν εξυπηρετεί τον σκοπό του για κάποιον λόγο και πρέπει ή να συνυπάρξει και με άλλες συνθέσεις; Ποιος είναι πραγματικά ο λόγος;
Πέρα από την φτηνή χρηστικότητα που επιθυμούν κάποιοι κύκλοι σε τομείς όπως η γλώσσα, υπάρχει και η πνευματική χρηστικότητα του να ξέρεις λίγα και λειτουργικά μέλη, αλλά να τα ψάλλεις σωστά, να τα κατέχεις τόσο καλά που να μπορείς να βγάλεις τα μάτια απ' το βιβλίο, όπως έκαναν πριν από εμάς οι παλαιοί άρχοντες των αναλογίων, οι οποίοι δεν μπορώ να πιστέψω ότι βιολογικά είχαν κάτι παραπάνω από όλους εμάς. Απλά ακολουθούσαν το "Οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ". Sorry για το "ξεχείλωμα" του θέματος.
Οι φωτιές υπάρχουν εφόσον εξισώσαμε μία τέχνη αμηγώς κλασική και με πολύ συγκεκριμένο ρόλο και σκοπό με όλες τις υπόλοιπες, οι οποίες διαχωρίζονται σε τεχνοτροπίες και απόψεις, όλες "αυτοεπισημοποιημένες" και σεβαστές. Από τις αστοιχείωτες και μακράν απέχουσες από την ακουστική παράδοση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ερμηνευτικές προσεγγίσεις οι οποίες αυτονομάζονται επιστημονικές άσχετα εάν δεν έχουν καμία επίσημη αναγνώριση του θεωρητικού υπόβαθρου που ακολουθούν, μέχρι τους αμανετζίδες που βγάζουν τα σεκλέτια τους και θεωρούν εαυτούς μοναδικούς ερμηνευτές της ψαλτικής τέχνης, άσχετα εάν δεν είναι γνήσιοι εκφραστές της, κάτι το οποίο πάει στο περιθώριο και από όλους εμάς τους χαχόλους όταν τους ακούμε να "κέντάνε" όπως λέμε χαρακτηριστικά θαυμάζοντας το φωνητικό μεγαλείο σαν να είναι αυτός ο σκοπός, σα να έχουμε να κάνουμε με κάτι τόσο επιδερμικό όπως η όπερα, ακόμη κι αν το "κέντημα" δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το χώρο και το χρόνο που λαμβάνει μέρος, χωρίς να νοιαζόμαστε εάν αυτό που ακούμε είναι καν τέχνη. Και το πιο τραγικό ιδιαιτέρως στην δεύτερη αυτή περίπτωση είναι ότι ξέρουμε κατά βάθος ποια είναι η ψαλτική και την διακρίνουμε όταν ακούμε π.χ. τον Ιάκωβο να ψάλλει το "Μη αποστρέψης" ή το χορό του Στανίτσα να ερμηνεύει Πέτρο Λαμπαδάριο. Απλά επιλέγουμε εν πλήρει συνειδήσι να απέχουμε από αυτό.
Από την άλλη η άρχουσα Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται πλέον για την κληρονομιά αυτή, αλλά στην τελική γιατί να το κάνει; Εδώ δεν το κάνουν οι πιο άμεσα ενδιαφερόμενοι. Όλες οι απόψεις και οι έρευνες πρέπει να ακούγονται, αλλά στην επισημοποίηση και στην εν τέλει χρήση δεν μπορεί σε μία τόσο βασισμένη στην παράδοση τέχνη να επικρατούν και να συνυπάρχουν τα πάντα. Εφόσον οι ίδιοι καλλιεργούμε αυτό το κλίμα με τις προτιμήσεις και τα πρότυπά μας, ας βγάλουμε τώρα τουμπεκί για να μην ακούσουμε και το "βγαλ' τη σκούφια σου και βάρα με"...
Και κάτι που αφορά σε συνθέσεις του Καλογήρου και του κάθε Καλογήρου. Όταν το δοξαστάριο, το Ειρμολόγιο, το αναστασιματάριο, ο Εσπερινός, ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία έχουν μελοποιηθεί βάση των σημερινών λειτουργικών αναγκών και με συνθέσεις δοκιμασμένες, τι ακριβώς γυρεύει ο καθένας από εμάς νέους, αλλά και παλαιότερους; Κάνω το ερώτημα πρωτίστως αναφερόμενος στον εαυτό μου που κάνω (τρομάρα μου) τον συνθέτη. Το τρισάγιον του Καλογήρου, του Πρίγγου, του Καρά, του Τσακίρογλου κλπ. Εντυπωσιασμός ο σκοπός, παρέκκληση από την παράδοση και τον γνήσιο ρόλο της τέχνης στην κοινή προσευχή το αποτέλεσμα.
Ένας φίλος δεξιοτέχνης στο κανονάκι και στο πιάνο και ασχολούμενος με τα ψαλτικά πράγματα όταν άκουσε αυτές τις ακραίες (εν πρώτοις) απόψεις, σκέφτηκε λίγο και μου απάντησε: "Η αλήθεια είναι ότι όσες φορές και οπουδήποτε κι αν παίξω το "από ξένον τόπο" το εκτελώ πάντα με τον ίδιο τρόπο και πάντα αρέσει." Δεν κατάλαβα, το τρισάγιον του Β΄ ήχου δεν εξυπηρετεί τον σκοπό του για κάποιον λόγο και πρέπει ή να συνυπάρξει και με άλλες συνθέσεις; Ποιος είναι πραγματικά ο λόγος;
Πέρα από την φτηνή χρηστικότητα που επιθυμούν κάποιοι κύκλοι σε τομείς όπως η γλώσσα, υπάρχει και η πνευματική χρηστικότητα του να ξέρεις λίγα και λειτουργικά μέλη, αλλά να τα ψάλλεις σωστά, να τα κατέχεις τόσο καλά που να μπορείς να βγάλεις τα μάτια απ' το βιβλίο, όπως έκαναν πριν από εμάς οι παλαιοί άρχοντες των αναλογίων, οι οποίοι δεν μπορώ να πιστέψω ότι βιολογικά είχαν κάτι παραπάνω από όλους εμάς. Απλά ακολουθούσαν το "Οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ". Sorry για το "ξεχείλωμα" του θέματος.
Last edited by a moderator: