Ευχαριστώ, πάτερ.
Το
τλῆ θέλει
μόνο περισπωμένη, είναι το γ' πρόσ. του ομηρικού αορίστου
τλῆν (αναύξητος αόριστος) του ρ.
τλάω, που σημαίνει «υπομένω». Δείτε παρακάτω όλο το
σχετικό λήμμα από το Lidell- Scott (με κόκκινο είναι το σημείο που μας ενδιαφέρει). Ο αναύξητος αόριστος
τλῆ απαντά κυρίως στην Ιλιάδα (πβ. IΛ 8.78
Ἔνθ΄ οὔτ΄ Ἰδομενεὺς τλῆ μίμνειν οὔτ΄ Ἀγαμέμνων).
*τλάω
ριζικός τύπος που δεν απαντά στον ενεστ. (από το οποίο προέρχεται ο παρακ. τέτληκα, ή το ρήμα τολμάω)• μέλ. τλήσομαι, Δωρ. τλάσομαι• Επικ. αορ. ἐτάλασσα, υποτ. ταλάσσω• περισσότερο κοινή η χρήση του αορ. βʹ ἔτλην (όπως αν προερχόταν από ενεστ. *τλῆμι), Επικ.τλῆν, Δωρ. ἔτλᾱν, γʹ πληθ. ἔτλησαν, Επικ. ἔτλᾰν• προστ. τλῆθι, Δωρ. τλᾶθι• βʹ ενικ. υποτ. τλῇς• ευκτ. τλαίην, γʹ πληθ. τλαῖεν• απαρ. τλῆναι, Επικ. τλήμεναι• μτχ. τλάς, τλᾶσα• παρακ. (με σημασία ενεστ.) τέτληκα, Επικ. αʹ πληθ. τέτλαμεν, προστ. τέτλᾰθι, τετλάτω• ευκτ. τετλαίην• απαρ. τετλάμεναι, τετλάμεν, μτχ. τετληώς, θηλ. τετληυῖα, τετληότος•
1.ανέχομαι, υπομένω δυστυχίες, καρτερώ• με αιτ. πράγμ., ἔτλην οἷ' οὔπω καὶ ἄλλος, σε Ομήρ. Ιλ.• ἔτλην ἀνέρος εὐνήν, και υπέμεινα συνουσία ανδρός, στο ίδ.• τλῆ ὀϊστόν, υπέμεινε να χτυπηθεί από αυτό, στο ίδ.• ἔτλα πένθος, σε Πίνδ. κ.λπ.
2. απόλ., υπομένω, καρτερώ, υποτάσσομαι, σε Όμηρ.• κυρίως στην προστ. τέτλαθι, μῆτερ ἐμή, σε Ομήρ. Ιλ.• τλῆτε, φίλοι, σε Ομήρ. Οδ.• στη μτχ.,τετληότι θυμῷ, με καρτερική ψυχή, στο ίδ.• κραδίη τετληυῖα, στο ίδ. II. με απαρ., τολμώ ή ριψοκινδυνεύω να κάνω κάτι, στο ίδ., σε Πίνδ. κ.λπ.• στους Αττ. ποιητές, τολμώ να κάνω κάτι ενάντια στις πεποιθήσεις ή διαθέσεις μου είτε αγαθές είτε κακές, οπότε, έχω το θάρρος, την αυθάδεια, τη σκληρότητα ή την υπομονή να κάνω κάτι, ἔστεδὴ ἔτλην γεγωνεῖν, ώσπου πήρα το θάρρος να πω, σε Αισχύλ.• ἔτλα ἀλλάξαι, δέχθηκε να ανταλλάξει, σε Σοφ.• οὐδ' ἔτλης ἐφυβρίσαι, ούτε είχες τη σκληρότητα να προσβάλλεις, στον ίδ.• οὐγὰρ ἂν τλαίην ἰδεῖν, δεν θα άντεχα, δεν θα είχα το θάρρος να δω, σε Αριστοφ. 2. με αιτ. πράγμ., αποτολμώ κάτι, δηλ.τολμώ να πράξω κάτι, ἄτλητα τλᾶσα, σε Αισχύλ.• εἰ καὶ τοῦτ' ἔτλη, σε Σοφ. 3. με μτχ., τάδε τέτλαμεν εἰσορόωντες, σε Ομήρ. Οδ.
Να σημειωθεί ότι ο τύπος απαντά κυρίως στον τρίτο στίχο των Συναξαρίων, ο οποίος ακολουθεί το δακτυλικό εξάμετρο και (σε γενικές γραμμές) την ομηρική γλώσσα. Π.χ.
- (29 Οκτωβρίου) Τλῆ δέ Ἀναστασίη ἐνάτῃ ξίφος εἰκάδι ὀξύ.
- (10 Ιουνίου) Τλῆ δεκάτῃ μόρον Ἀντωνίνα ἐμπυρόπισσον,
Εκτός όμως από τον αναύξητο τύπο υπάρχει και ο τύπος με αύξηση:
ἔτλην
- (11 Νοεμβρίου) Μηνᾶς ἐνδεκάτῃ ἔτλη ξίφος γηθόσυνος κήρ.
- (30 Νοεμβρίου) Σταυρόν κακκεφαλής τριακοστῇ Ἀνδρέας ἔτλη.
ο οποίος (στο β΄ ενικό)
ἔτλης έχει εισχωρήσει σε πολλά ακόμα σημεία της υμνογραφίας, σε κανόνες (π.χ.
Μονομάχε μυριόνικε Χριστοῦ ἀθλητά, δός μοι τούς ἄθλους μέλψαι, καί ἀγωνίσματα τά σά, ἅπερ ἔτλης ἀνδρικῶς, τῷ πόθῳ Χριστοῦ, σοφέ ἐκπυρούμενος, ῷ καί ἔζης γηθόμενος.) (Κανών 23 Απριλίου, ωδή Α΄).