"ἐρεσχελέω" - "ἐρεσχελία"

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Στον Κανόνα του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου που υπάρχει στο Τριώδιο μετά τη Λειτουργία της σημερινή μέρας (Κυριακή της Ορθοδοξίας), συγκεκριμένα στο τρίτο τροπάριο της γ' ωδής, διαβάζουμε:
Αἰσχύνθητε ἄνομοι ἐρεσχελοῦντες κατὰ Κυρίου.​

Είναι άλλη μια λέξη που η λόγια παιδεία των υμνογράφων ανασύρει από το απώτατο ποιητικό παρελθόν της ελληνικής.

ἐρεσχηλέω (και ἐρεσχελέω) σήμαινε "σκώπτω" και κατ' επέκταση "φλυαρώ" (πβ. "καὶ φῶμεν αὐτὰς <τὰς Μούσας> τραγικῶς ὡς πρὸς παῖδας ἡμᾶς παιζούσας καὶ ἐρεσχηλούσας" Πλάτων, Πολιτεία 545 e, 2)
Ο Αττικιστής Μοίρις το αντιδιαστέλλει προς το κοινότερο διαπαίζω ("ἐρεσχηλεῖν Ἀττικοί, διαπαίζειν Ἕλληνες"). Όσο για την ετυμολογία του, μας πληροφορεί ο Μέγας Φώτιος:
<Ἐρεσχηλεῖν>: πολὺ παρὰ Πλάτωνι τωῖ φιλοσόφῳ καὶ παρὰ Ἴωσιν· γέγονε δὲ ἀπὸ τοῦ ἐρᾶν καὶ ἀπὸ τῆς λέσχης.

Από εκεί παράγονται και τα ἐρίσχηλος και ἐρεσχελία - μόνο η τελευταία λέξη απαντά μερικές φορές στην υμνογραφία. Είναι συνώνυμο των λέξεων λῆρος, φλυαρία, ματαιολογία, εἰκαιολογία, εἰκαιορρημοσύνη κ.ά. (Βλ. σχετικά, Lexicon Græco-Prosodiacum). Αλλά η πιο χαρακτηριστική λέξη της υμνογραφίας που μπορεί να θεωρηθεί συνώνυμη είναι η λέξη γλωσσαλγία. (Θα άξιζε κάποτε, εντός ή εκτός φόρουμ, να μελετηθεί γλωσσικά-υμνογραφικά το θέμα της απαξιωτικής αναφοράς προς την "αντίθεη ρητορική" -των τυράννων, των αιρέσεων κ.λπ.).

Σχετικά υμνογραφικά χωρία:

(1 Οκτωβρίου, Κάθισμα)
[...]καί αἱρέσεων δεινάς, ἐρεσχελίας καθελών, παρίστασαι τῷ Κυρίῳ [...]
17 Νοεμβρίου, Δ ωδή
Ρητορικήν ἐρεσχελίαν ἐξέκλινας, καί τῷ λόγω, Πάτερ, τῷ τῆς χάριτος, καταυγασθείς [...]
15 Δεκεμβρίου, Δ Ωδη
[...]βυθίζοντας ἀνομούντων ἐρεσχελίας [...]
10 Μαρτίου, Γ' Ωδή
[...]κατήργει Ἑλληνικῆς σοφίας ἐρεσχελίας ἐναθλῶν [...]​
 
Top