Ξαναπιάνοντας σήμερα τό βιβλίο τοῦ Καθηγητοῦ Κωνσταντίνου Δ. Καλοκύρη, Ὁ Μουσουργός Ἰωάννης Θ. Σακελλαρίδης καί ἡ Βυζαντινή Μουσική, Θεσσαλονίκη 1988, γιά ἄλλο θέμα, πρόσεξα, ὅτι σ᾿ αὐτήν τήν β΄ ἔκδοση, ὑπάρχει Παράρτημα ἐκ 15 σελίδων μέ τίτλο: ΟΙ ΝΑΟΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΤΟΥΣ (Οἱ εἰκονογραφικοί τύποι Μεσοπεντηκοστῆς καί ἁγίας Σοφίας).
Ὁ Καθηγητής, ἀφοῦ ἐξηγεῖ τό λόγο πού ἐνέταξε αὐτό τό παράρτημα στό ἐν λόγῳ βιβλίο καί πού εἶναι ὅτι «τόν πάντοτε θεολογοῦντα μουσικοδιδάσκαλο ἀπασχολοῦσε καί τό ζήτημα τοῦ χρόνου τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν ναῶν τῶν ἀφιερωμένων στήν <τοῦ Θεοῦ Σοφίαν>, τό θεωροῦσε δέ ὡς μία ἐκκρεμότητα τήν ὁποία ἔπρεπε νά τακτοποιήσει ἡ Ἐκκλησία», γράφει γιά τό πῶς ἡ δεσποτική ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς εἶναι ἡ ἑορτή τῶν ναῶν πού κτίσθηκαν πρός τιμήν τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ὡς Σοφίας (τοῦ Θεοῦ) καί γιά τήν παρεξήγηση μέ τήν ἑορτή τῆς ρωμαίας μάρτυρος καί τῶν τριῶν θυγατέρων της.
Θεσσαλονικεύς ὁ Καθηγητής, τόν ἀπασχολεῖ τό θέμα τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας στήν Θεσσαλονίκη.
Ἐξηγεῖ τόν λόγο τῆς ἀνοικοδομήσεως ἐκκλησιῶν, κυρίως ἀπό τό τέλος τοῦ 4ου αἰ., ἀφιερωμένων στόν Χριστό ὡς τήν «ἁγίαν τοῦ Θεοῦ Σοφίαν», μετά τήν καταπολέμηση ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς ἀρειανικῆς κακοδοξίας καί γιά νά ἐξαρθεῖ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον ἀναγνωρίζεται ὡς «ὁμοούσιον τῷ Πατρί» καί ὡς «ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ Σοφία καὶ Δύναμις».
Ἀναφέρεται στούς ὁμώνυμους ναούς στήν Κωνσταντινούπολη, στήν Ἔδεσσα Μεσοποταμίας (Ὀσρόη), στήν Θεσσαλονίκη, στήν Κρήτη (Πάνορμος Ρεθύμνης), στήν Σόφια, στήν Ἀχρίδα, στήν Τραπεζοῦντα, στόν Μυστρᾶ, ὅπου μιά ἐπιγραφή ἀνέφερε ὅτι ἡ ἐκκλησία τοῦ Μυστρᾶ εἶναι ἀφιερωμένη «τῷ παντοποιῷ τοῦ Θεοῦ Πατρός Λόγῳ».
Γιά τήν ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, γράφει, ὅτι σκοπός τῆς καθιερώσεώς της ἦτο καθαρά τό νά ἐξαρθεῖ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου ὡς «πηγῆς ζωῆς», διδομένης ὅμως τῆς βαρύτητος στήν «ἄκτιστον καί ἔμφυτον σοφίαν Του», ἡ ὁποία εἶναι «ἡ πανταιτία καί παρεκτική ζωῆς». Ἀναλύοντας τά ἁγιογραφικά ἐρείσματα, ἐπικεντρώνεται στήν ὑμνογραφία τῆς ἑορτῆς ὅπου:
Στόν ἑσπερινό, ἕνα ἰδιόμελο ἀρχίζει «Ἐν τῷ ἱερῷ ἐπέστης ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ», ἐνῶ τό δοξαστικό τελειώνει «ὅτι σὺ εἶ ἡ Σοφία, ἡ κατασκευάσασα τόν κόσμον». Τό τρίτο ἀπό τά παλαιοδιαθηκικά ἀναγνώσματα ἀρχίζει «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον, καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά», ἐξηγώντας ὅτι ὁ οἶκος πού οἰκοδόμησε ὁ Χριστός εἶναι τό σῶμα Του, πού τό πῆρε ἀπό τήν Θεοτόκο, πού εἶναι κι Αὐτή οἶκος τοῦ Θεοῦ. Ἀναφέρεται καί σέ τροπάρια τοῦ Ὄρθρου.
Γράφει πάρα πολλά. Τό σημαντικότερο εἶναι, πού ἑρμηνεύει τό ψηφιδωτό τοῦ 9ου αἰ. στόν νάρθηκα τῆς ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, πού θεωρεῖ ὅτι μᾶς δίδει τόν βασικό τύπο τοῦ Χριστοῦ ὡς Σοφίας. Ὁ ἔνθρονος Χριστός εἶναι ὁ «ἐν δόξῃ πάτρων»τοῦ ναοῦ τοῦ ὁποίου καί τό ὄνομα φέρει ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἡ τοῦ Θεοῦ Ἁγία Σοφία. Ὁ αὐτοκράτορας πού γονατίζει μπροστά στόν Χριστό εἶναι ὁ Λέων ὁ 6ος, ὁ ὁποῖος ζητάει νά δεχθεῖ τήν ἐξουσία ἀπό τόν Κύριο μαζί μέ τήν ἄνωθεν σοφία, γι᾿ αὐτό ὀνομάστηκε Λέων ὁ 6ος ὁ Σοφός. Ἀνάλογη σχετική εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ὡς Σοφίας ὑπῆρχε καί στό ναό τῆς Θεσσαλονίκης στά χρόνια τοῦ ἁγίου Συμεών, ὅπως σημειώνει.
Γράφει πάρα πολλά πού δέν εἶναι δυνατόν νά μεταφέρω, τονίζοντας τήν ἀπορία του, γιατί ναοί, ὅπως στή Θεσσαλονίκη, γιορτάζουν τήν Πεντηκοστή, δίδοντας καί τίς πιθανές ἐξηγήσεις, διαγράφοντας δέ καί τίς ἐνέργειές του πρός τόν, ἀείμνηστο τώρα, Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα τόν Β΄ (Χρυσοφάκη), πού τά προγράμματά τους τά ἀνέστειλε ὁ σεισμός τοῦ θέρους τοῦ 1978.
Ἐκεῖνο πού σημειώνει, σχετικά μέ ὅσα ἔχω γράψει στά προηγούμενα μηνύματα, εἶναι, ὅτι ἀναφορικά μέ τήν ἑορτή τοῦ ὀνόματός τους, δηλ. πανήγυρη, ὅλοι οἱ ἱστορικοί, χρονογράφοι καί ἄλλες πηγές (ἀναφέρει 11 πηγές κλπ.) πού ἀναφέρονται στούς ναούς Κωνσταντινουπόλεως καί Θεσσαλονίκης «κάνουν λόγο γιά ἑορτασμούς ἐγκαινίων τῶν ναῶν αὐτῶν καί ἄλλων ἑορτῶν καί ὄχι γιά ἑορτή, πού εἰδικά νά συνδέεται μέ τό ὄνομά τους».