Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής

κάττυμα, συνήθως στον πληθυντικό, καττύματα· μπαλώματα. Πρβ. Πλούτ. (Περί μουσ. 1138Β, 21): "σχεδόν γαρ αποπεφοιτήκασιν είς τε τα καττύματα και εις τα Πολυείδου ποιήματα [ποικίλματα]" (γιατί έχουν σχεδόν απομακρυνθεί από τα μπαλώματα και τα ποικίλματα [στολίδια] του Πολύειδου). Πρβ. Weil- Rein. Plut. mus. 85.

Σημείωση: κάττυμα γενικά ήταν και η σόλα παπουτσιού.

http://www.musipedia.gr/
 
[''Πρβ. Πλούτ. (Περί μουσ. 1138Β, 21): "σχεδόν γαρ αποπεφοιτήκασιν είς τε τα καττύματα και εις τα Πολυείδου ποιήματα [ποικίλματα]" (γιατί έχουν σχεδόν απομακρυνθεί από τα μπαλώματα και τα ποικίλματα [στολίδια] του Πολύειδου). Πρβ. Weil- Rein. Plut. mus. 85.'']

PLUTARQUE
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Πλούτ., Περί μουσ. 1138Β, 21

(195) Ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ Τυρταίου τε τοῦ Μαντινέως καὶ Ἀνδρέα τοῦ Κορινθίου καὶ Θρασύλλου τοῦ Φλιασίου καὶ ἑτέρων πολλῶν, οὓς πάντας ἴσμεν διὰ προαίρεσιν ἀπεσχημένους χρώματός τε καὶ μεταβολῆς καὶ πολυχορδίας καὶ ἄλλων πολλῶν ἐν μέσῳ ὄντων ῥυθμῶν τε καὶ ἁρμονιῶν καὶ λέξεων καὶ μελοποιίας καὶ ἑρμηνείας. (196) Αὐτίκα Τηλεφάνης ὁ Μεγαρικὸς οὕτως ἐπολέμησε ταῖς σύριγξιν, ὥστε τοὺς αὐλοποιοὺς οὐδ΄ ἐπιθεῖναι πώποτ΄ εἴασεν ἐπὶ τοὺς αὐλούς, ἀλλὰ καὶ τοῦ Πυθικοῦ ἀγῶνος μάλιστα διὰ τοῦτ΄ ἀπέστη. (197) Καθόλου δ΄ εἴ τις τῷ μὴ χρῆσθαι τεκμαιρόμενος καταγνώσεται τῶν μὴ χρωμένων ἄγνοιαν, πολλῶν ἄν τι φθάνοι καὶ τῶν νῦν καταγιγνώσκων, (198) οἷον τῶν μὲν Δωριωνείων τοῦ Ἀντιγενειδείου τρόπου καταφρονούντων, ἐπειδήπερ οὐ χρῶνται αὐτῷ, τῶν δ΄ Ἀντιγενειδείων τοῦ Δωριωνείου διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν, (199) τῶν δὲ κιθαρῳδῶν τοῦ Τιμοθείου τρόπου· σχεδὸν γὰρ ἀποπεφοιτήκασιν εἴς τε τὰ κατατύμματα καὶ εἰς τὰ Πολυείδου ποιήματα.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm#199
 
κεκλασμένα, μέλη· μελωδίες που χρησιμοποιούν κυρίως πηδήματα· ή μελωδίες ποικιλμένες με μετατροπίες (LSJ) ή με πηδήματα και πολλές γρήγορες νότες (μελισματικές μελωδίες).
Ο Πλούταρχος (Περί μουσ. 1138C, 21) λέει: "δήλον ούν ότι οι παλαιοί ου δι' άγνοιαν, αλλά δια προαίρεσιν απείχοντο των κεκλασμένων μελών" (σκόπιμα, και όχι από άγνοια, οι παλαιοί απέφευγαν τη χρήση "κεκλασμένων" ("σπασμένων" ή πολύ μελισματικών) μελωδιών).
Ο Σέξτος Εμπειρικός (Προς μουσικούς VI, 15) γράφει: "όθεν ει και κεκλασμένοις τισί μέλεσι νυν και γυναικώδεσι ρυθμοίς θηλύνει τον νουν η μουσική" (αν, επομένως, η μουσική εκθηλύνει τώρα το μυαλό με μερικές μελισματικές μελωδίες και θηλυπρεπείς ρυθμούς).
κεκλασμένη φωνή· φωνή που κινείται με διαστήματα· πρβ. Excerpta Neapolitana (Πτολεμ. Μουσικά, C.v.J. 413) και Πορφύρ. (Comment, έκδ. Wallis, 262): "Η φωνή όταν στέκεται πάνω στην ίδια νότα είναι ίσια και αδιάσπαστη, ενώ όταν κάμπτεται και "πέφτει" γίνεται μελωδική". ρυθμός κεκλασμένος· διακεκομμένος ρυθμός.

Σημείωση: Το κεκλασμένος ερμηνεύεται, από πολλούς μελετητές μεταφορικά ως "θηλυπρεπής".

κεκλασμένως, επίρρ., Σούδα · θηλυπρεπώς. Με αυτή την έννοια, κεκλασμένα μέλη μπορούν να ερμηνευτούν ως "θηλυπρεπείς μελωδίες" ή "χαυνωτικές".

http://www.musipedia.gr/
 
[''Ο Πλούταρχος (Περί μουσ. 1138C, 21) λέει: "δήλον ούν ότι οι παλαιοί ου δι' άγνοιαν, αλλά δια προαίρεσιν απείχοντο των κεκλασμένων μελών" (σκόπιμα, και όχι από άγνοια, οι παλαιοί απέφευγαν τη χρήση "κεκλασμένων" ("σπασμένων" ή πολύ μελισματικών) μελωδιών).'']

PLUTARQUE
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Πλούταρχος, Περί μουσ. 1138C, 21

(204) δῆλον οὖν ὅτι οἱ παλαιοὶ οὐ δι΄ ἄγνοιαν, ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν ἀπείχοντο τῶν κεκλασμένων μελῶν. (205) καὶ τί θαυμαστόν; πολλὰ γὰρ καὶ ἄλλα τῶν κατὰ τὸν βίον ἐπιτηδευμάτων οὐκ ἀγνοεῖται μὲν ὑπὸ τῶν 〈μὴ〉 χρωμένων, ἀπηλλοτρίωται δ΄ αὐτῶν, τῆς χρείας ἀφαιρεθείσης διὰ τὸ εἰς ἔνια ἀπρεπές.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm#199
 
Ο Σέξτος Εμπειρικός (Προς μουσικούς VI, 15) γράφει: "όθεν ει και κεκλασμένοις τισί μέλεσι νυν και γυναικώδεσι ρυθμοίς θηλύνει τον νουν η μουσική" (αν, επομένως, η μουσική εκθηλύνει τώρα το μυαλό με μερικές μελισματικές μελωδίες και θηλυπρεπείς ρυθμούς).

SEXTUS EMPIRICUS
ΠΡΟΣ ΜΟΥΣΙΚΟΥΣ

Σέξτος Εμπειρικός, Προς μουσικούς VI, 15

[15] Καὶ τούτου μάρτυς ὁ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιητής, λέγων

Λέξω τοίνυν βίον ἐξ ἀρχῆς ὃν ἐγὼ θνητοῖσι παρεῖχον.
Πρότερον γὰρ ἔδει παιδὸς φωνὴν γρύσαντος μηδέν΄
ἀκοῦσαι,

εἶτα βαδίζειν ἐν ταῖσιν ὁδοῖς εὐτάκτως ἐς κιθαριστοῦ. Ὅθεν εἰ καὶ κεκλασμένοις τισὶ μέλεσι νῦν καὶ γυναικώδεσι ῥυθμοῖς θηλύνει τὸν νοῦν ἡ μουσική, οὐδὲν τοῦτο πρὸς τὴν ἀρχαίαν καὶ ἔπανδρον μουσικήν.

http://remacle.org/bloodwolf/philosophes/empiricus/contremusiciensgr.htm

http://webcache.googleusercontent.c...ι+κεκλασμένοις+τισί+μέλεσι&cd=2&hl=en&ct=clnk
 
κέλαδος, ήχος καθαρός, δυνατός τόνος. Ευριπίδης (Ιφιγέν. εν Ταύροις 1129): "κέλαδον επτατόνου λύρας " (ήχον της επτάχορδης λύρας). Επίσης, βλ. Βάκχαι 578, Πίνδαρος (απόσπ. 159, PLG Ι, 348): "νόμων ακούοντες θεοδμάτων κέλαδον" (ακούοντας τη φωνή των θείων [θεόσταλτων] νόμων).

κελαδεινός· θορυβώδης· Ε.Μ.: "παρά το κέλαδος γίνεται, ό σημαίνει τον θόρυβον και την ταραχήν" (παράγεται από το κέλαδος, που σημαίνει το θόρυβο και την ταραχή).

http://www.musipedia.gr/
 
Ευριπίδης (Ιφιγέν. εν Ταύροις 1129): "κέλαδον επτατόνου λύρας " (ήχον της επτάχορδης λύρας).

Euripides, Iphigenia in Tauris
Eur. IT 1129

Ευριπίδης, Ιφιγέν. εν Ταύροις 1129

Χορός
καὶ σὲ μέν, πότνι᾽, Ἀργεία
πεντηκόντορος οἶκον ἄξει:
1125συρίζων θ᾽ ὁ κηροδέτας
κάλαμος οὐρείου Πανὸς
κώπαις ἐπιθωΰξει,
ὁ Φοῖβός θ᾽ ὁ μάντις ἔχων
κέλαδον ἑπτατόνου λύρας
1130ἀείδων ἄξει λιπαρὰν
εὖ σ᾽ Ἀθηναίων ἐπὶ γᾶν.
ἐμὲ δ᾽ αὐτοῦ λιποῦσα
βήσῃ ῥοθίοισι πλάταις:
ἀέρι δὲ [ἱστία] πρότονοι κατὰ πρῷραν ὑ-
1135πὲρ στόλον ἐκπετάσουσι πόδα
ναὸς ὠκυπόμπου.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Eur.+IT+1129&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0111

Euripides. Euripidis Fabulae, ed. Gilbert Murray, vol. 2. Oxford. Clarendon Press, Oxford. 1913.
 
Euripides, Bacchae

Eur. Ba. 578

Βάκχαι 578

Διόνυσος
ἰώ,
κλύετ᾽ ἐμᾶς κλύετ᾽ αὐδᾶς,
ἰὼ βάκχαι, ἰὼ βάκχαι.
Χορός
τίς ὅδε, τίς <ὅδε> πόθεν ὁ κέλαδος
ἀνά μ᾽ ἐκάλεσεν Εὐίου;
Διόνυσος
580ἰὼ ἰώ, πάλιν αὐδῶ,
ὁ Σεμέλας, ὁ Διὸς παῖς.
Χορός
ἰὼ ἰὼ δέσποτα δέσποτα,
μόλε νυν ἡμέτερον ἐς
θίασον, ὦ Βρόμιε Βρόμιε.

Euripides. Euripidis Fabulae, ed. Gilbert Murray, vol. 3. Oxford. Clarendon Press, Oxford. 1913.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Eur.+Ba.+578&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0091
 
κελευστού όρχησις, χορός

του κελευστή. Αναφέρεται στον Αθήναιο (IΔ', 629F, 27) ως ένας από τους χορούς με συνοδεία αυλού.

Βλ. λ. πινακίς.

http://www.musipedia.gr/
 
Αναφέρεται στον Αθήναιο (IΔ', 629F, 27) ως ένας από τους χορούς με συνοδεία αυλού.

Athénée de Naucratis, les Deipnosophistes, livre XIV

Αθήναιο, IΔ', 629F, 27

μετ΄ αὐλῶν δ΄ ὠρχοῦντο τὴν τοῦ κελευστοῦ καὶ τὴν καλουμένην πινακίδα.

http://hodoi.fltr.ucl.ac.be/concordances/athenee_deipnosophistes_14/texte.htm
 
κερατουργός, κατασκευαστής των κεράτων της κιθάρας . Ησ.: "κερατουργός· ο ταις κιθάραις κερατοποιός". Εκτός από τη λέξη κερατουργός, υπάρχουν επίσης οι ακόλουθες λέξεις για τον κατασκευαστή κεράτων: κερατοξόος, κεραξόος (από το κέρας και το ρήμα ξέω). Επίσης, κερατοποιός και κερατογλύφος.

http://www.musipedia.gr/
 
κεραύλης, εκτελεστής σε κεράτινο αυλό . Λουκ. (Τραγοποδάγρα 33-35): "προς μέλος κεραύλου Φρυγίου... κώμον βοώσι Λυδοί" (προς τη μελωδία ενός Φρύγιου κεραύλη... οι Λυδοί τραγουδούν δυνατά [κραυγάζουν] μιαν ασελγή μελωδία).
Το παίξιμο με κεράτινο αυλό λεγόταν κεραυλία.

http://www.musipedia.gr/
 
Λουκ. (Τραγοποδάγρα 33-35): "προς μέλος κεραύλου Φρυγίου... κώμον βοώσι Λυδοί" (προς τη μελωδία ενός Φρύγιου κεραύλη... οι Λυδοί τραγουδούν δυνατά [κραυγάζουν] μιαν ασελγή μελωδία).

Λουκιανός

Λουκ., Τραγοποδάγρα 33-35

ΧΟΡΟΣ 30 Ἀνὰ Δίνδυμον Κυβήβης
Φρύγες ἔνθεον ὀλολυγὴν
ἁπαλῷ τελοῦσιν Ἄττῃ,
καὶ πρὸς μέλος κεραύλου
Φρυγίου κατ' ὄρεα Τμώλου
35 κῶμον βοῶσι Λυδοί·
παραπλῆγες ἀμφὶ ῥόπτροις
κελαδοῦσι Κρητὶ ῥυθμῷ
νόμον εὐὰν Κορύβαντες.
κλάζει δὲ βριθὺ σάλπιγξ

http://www.kennydominican.joyeurs.com/GreekClassics/LoukianosPodagra.htm.
 
κερνοφόρος, (α) Ο ιερέας που έφερνε το κέρνος (βλ. σημ. παρακάτω), στο οποίο έβαζαν φρούτα, λάδι κτλ. κατά τις τελετές.
(β) Ένα είδος έντονου και ζωηρού χορού· στον Αθήναιο (ΙΔ', 629D, 27) περιλαμβάνεται, όπως η μογγάς και η θερμαστρίς, στους "μανιώδεις" χορούς· βλ. το κείμενο στο λ. μογγάς .
Ο Πολυδεύκης (IV, 103) λέει πως το κερνοφόρον όρχημα το χόρευαν άνδρες που έφερναν κέρνα ή εσχαρίδες (μικρά πύραυνα).

Σημείωση: Το κέρνος ή κέρνον ήταν ένα ιερό αγγείο ή μεγάλο πιάτο, που χρησιμοποιούνταν στις τελετές και ιδιαίτερα στα ελευσίνια μυστήρια· ήταν πήλινο και είχε δύο αυτιά και μικρά κοιλώματα γύρω και χρησίμευε για να βάζουν λάδι, κρασί, γάλα, μέλι, φρούτα κτλ. Το κέρνος το έφερε κατά την τελετή ο ιερέας ή η ιέρεια. Η σημασία του κέρνου φαίνεται από τη γνωστή συμβολική φόρμουλα: "εκ τύμπανου έφαγον, εκ κυμβάλου έπιον, εκερνοφόρησα, υπό τον παστόν υπέδυν" (έφαγα από τύμπανο, ήπια από κύμβαλο, έφερα το κέρνος, μπήκα κάτω από το νυμφικό κρεβάτι)· (Κλήμ. Αλεξ. Προτρεπτ. ΙΙ, 14, έκδ. Pottee).

http://www.musipedia.gr/
 
[''Ένα είδος έντονου και ζωηρού χορού· στον Αθήναιο (ΙΔ', 629D, 27) περιλαμβάνεται, όπως η μογγάς και η θερμαστρίς, στους "μανιώδεις" χορούς·''

Athénée de Naucratis, les Deipnosophistes, livre XIV

Αθήναιο, ΙΔ', 629D, 27

μανιώδεις δ΄ εἰσὶν ὀρχήσεις κερνοφόρος καὶ μογγὰς καὶ θερμαυστρίς.

http://hodoi.fltr.ucl.ac.be/concordances/athenee_deipnosophistes_14/texte.htm
 
Back
Top