[Ερώτηση] «προσφέρειν» ή «προσφέρει» στο Λόγον Αγαθόν;

frephraim

Παλαιό Μέλος
Πρὸς τὸ τέλος τῆς ἐκλογῆς «Λόγον Ἀγαθόν» ὑπάρχουν τὰ ἑξῆς λόγια:
Παναγία Παρθένε ἐπάκουσον τῆς φωνῆς τοῦ ἀχρείου ἱκέτου σου στεναγμοὺς τῆς καρδίας προσφέρει(ν) σοι ἀενάως εὐόδοσον Δέσποινα. Ἀλληλούϊα. Μνησθήσομαι... κτλ.
Σὲ μερικὰ κείμενα γράφεται τὸ «ν» στὸ «προσφέρειν» καὶ σὲ ἄλλα ὄχι. Ἡ ὕπαρξις ἢ μὴ αὐτοῦ τοῦ «ν» ἀλλάζει πολὺ τὸ νόημα.

Μὲ τὸ «ν» σημαίνει περίπου:
Παναγία, Παρθένε, ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ ἄχρηστου ἱκέτη σου. Kαθοδήγησέ με νὰ προσφέρω πάντοτε στεναγμοὺς τῆς καρδιᾶς μου σὲ σένα, Δέσποινα. Ἀλληλούϊα. Θὰ θυμᾶμαι... κτλ.
Χωρὶς τὸ «ν» ὅμως, σημαίνει περίπου:
Παναγία, Παρθένε, ἄκουσε τὴ φωνὴ τοῦ ἄχρηστου ἱκέτη σου. Ἐκεῖνος (ὁ ἱκέτης, δηλαδή) προσφέρει πάντοτε στεναγμοὺς τῆς καρδιᾶς σὲ σένα. Καθοδήγησέ (τον), Δέσποινα. Ἀλληλούϊα. Θὰ θυμᾶμαι... κτλ.
Αὐτὴ ἡ διαφορὰ εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ γιὰ ὅσους θέλουν νὰ ψάλουν αὐτὸ σὲ γλῶσσες ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἑλληνικά, ἐπειδὴ ἡ διαφορὰ στὴ μετάφρασι δὲν θὰ εἶναι ἁπλῶς ἕνα «ν» ἀλλὰ λέξεις ὁλόκληρες.

Ἀφοῦ θὰ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ βροῦμε τὸ πρωτότυπο κείμενο γιὰ αὐτοὺς τοὺς στίχους τοῦ «Λόγον Ἀγαθόν», μήπως μπορεῖ κάποιος φιλόλογος νὰ μοῦ ἐξηγήσῃ ποιὰ ἐκδοχὴ εἶναι πιὸ σωστὴ καὶ πιὸ πιθανὴ ἀπὸ γραμματικῆς ἀπόψεως; Ὑποθέτω ὅτι τὸ κλειδὶ γιὰ μιὰ σωστὴ κατανόησι εἶναι τὸ ρῆμα «εὐόδοσον», διότι στὴν πρώτη ἐκδοχὴ αὐτὸ τὸ ρῆμα παίρνει ἀπαρέμφατο, καὶ στὴν δεύτερη ἐκδοχὴ δὲν παίρνει τίποτε, οὔτε ἄμεσο ἀντικείμενο.

Εὐχαριστῶ.
+π. Ἐφραίμ

Υ.Γ. Ἔκανα μιὰ προσπάθεια νὰ μελοποιήσω τὸ γνωστὸ «Λόγον Ἀγαθόν» τοῦ Φωκαέως σὲ πλ. δʹ στὰ ἀγγλικά, ἐλπίζοντας ὅτι ἡ σωστὴ ἐκδοχὴ εἶναι «προσφέρειν», ὅπως θὰ δῆτε στὴ σελ. 12 σὲ ἐκεῖνο τὸ link.
 
Last edited:

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής

Πάτερ,
Εἶναι ἀπαρέμφατον καί γράφεται μέ «ν»
Πρβλ. Αχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη, Ο Πολυέλεος στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή μελοποιία, Αθήναι 2003, Διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, σελ. 319.


Παναγία παρθένε, ἐπάκουσον τῆς φωνῆς τοῦ ἀχρείου ἱκέτου σου,
στεναγμοὺς τῆς καρδίας προσφέρειν σοι ἀενάως εὐόδωσον, δέσποινα· ἀλληλούϊα.


 
Top