Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής

Αριστόξενος , Αρμονικά στοιχεία (Ι, 29, 32 Mb)

ὑποκείσθω δὲ καὶ τοὺς τοῖς ἑξῆς φθόγγοις συμφωνοῦντας
διὰ τῆς αὐτῆς συμφωνίας ἑξῆς αὑτοῖς εἶναι. ἀσύνθετον δὲ
ὑποκείσθω ἐν ἑκάστῳ γένει εἶναι διάστημα κατὰ μέλος ὃ
ἡ φωνὴ μελῳδοῦσα μὴ δύναται διαιρεῖν εἰς διαστήματα.
ὑποκείσθω δὲ καὶ τῶν συμφώνων ἕκαστον μὴ διαιρεῖσθαι
εἰς ἀσύνθετα πάντα μεγέθη. ἀγωγὴ δ᾽ ἔστω ἡ διὰ τῶν
ἑξῆς φθόγγων - ἔξωθεν τῶν ἄκρων - , ὧν ἑκατέρωθεν ἓν
ἀσύνθετον κεῖται διάστημα· εὐθεῖα δ᾽ ἡ ἐπὶ τὸ αὐτό.
 
ΑΝΟΝΥΜΕ

MANUEL DE L'ART MUSICAL,
Traduction française : M. J.-H. VINCENT.


Κεφον ιδ' ΠΕΡΪ ΜΕΑΟΠΟΙΠΑΣ

Μελοποιία δέ ἐστιν ποιὰ χρῆσις τῶν ὑποκειμένων

Ἀγωγὴ προσεχὴς ἀπὸ τῶν βαρύτερων ὁδὸς, ἣ κίνησις φθόγγων ἐκ βαρύτερου τύπου ἐπὶ ὀξύτερον· ἀνάλησις δὲ τοὐναντίον.

Τὰ ἀγωγὰς καὶ τὰς ἀνακλήσεις δεῖ μελῳδεῖν ἐκτείνοντας μᾶλλον καὶ μὴ βραδύνοντας τοὺς φθάγγους. ἡ γὰρ ἕμμονος αὐτῶν καὶ ἐπιμηκεστέρα ἐκφώνησις ἀκρινεστέραν τῇ ἀκοῇ χαρίζεται τὴν κρίσιν.


http://remacle.org/bloodwolf/erudits/anonyme/musique2.htm

ΑΓΩΓH ΚΑÌ ΑΝÁΚΛΗΣIΣ TOΫ ΔΙÀ ΤΕΣΣÁΡΟΝ ΚΑΤÀ ΣΫΝΘΕΣΙΝ
 

Attachments

  • musiqu38.gif
    25.1 KB · Views: 9
Αριστόξ. (Αρμ. ΙΙ, 53, 8 Mb)

Μετὰ δὲ ταῦτα δεικτέον περὶ τοῦ ἑξῆς ὑποτυπώσαντες
πρῶτον αὐτὸν τὸν τρόπον καθ᾽ ὃν ἀξιωτέον τὸ ἑξῆς
ἀφορίζειν. ἁπλῶς μὲν οὖν εἰπεῖν κατὰ τὴν τοῦ μέλους φύ-
σιν ζητητέον τὸ ἑξῆς καὶ οὐχ ὡς οἱ εἰς τὴν καταπύκνωσιν
βλέποντες εἰώθασιν ἀποδιδόναι τὸ συνεχές. ἐκεῖνοι μὲν γὰρ
ὀλιγωρεῖν φαίνονται τῆς τοῦ μέλους ἀγωγῆς, φανερὸν δ᾽ ἐκ
τοῦ πλήθους τῶν ἑξῆς τιθεμένων διέσεων· οὐ γὰρ διὰ το-
σούτων δυνηθείη τις ἂν μέχρι γὰρ τριῶν ἡ φωνὴ δύναται
συνείρειν· ὥστ᾽ εἶναι φανερὸν ὅτι τὸ ἑξῆς οὔτ᾽ ἐν τοῖς ἐλα-
χίστοις οὔτ᾽ ἐν τοῖς ἀνίσοις οὔτ᾽ ἐν _τοῖ_ς ἴσοις ἀεὶ ζητη-
τέον διαστήμασιν, ἀλλ᾽ ἀκολουθητέον τῇ φύσει. τὸν μὲν
οὖν ἀκριβῆ λόγον τοῦ ἑξῆς οὔπω ῥᾴδιον ἀποδοῦναι, ἕως
ἂν αἱ συνθέσεις τῶν διαστημάτων ἀποδοθῶσιν· ὅτι δ᾽ ἔστι
τι ἑξῆς καὶ τῷ παντελῶς ἀπείρῳ φανερὸν γένοιτ᾽ ἂν διὰ
τοιᾶσδέ τινος ἐπαγωγῆς. πιθανὸν γὰρ τὸ μηδὲν εἶναι διά-
στημα ὃ μελῳδοῦντες εἰς ἄπειρα τέμνομεν, ἀλλ᾽ εἶναί τινα
μέγιστον ἀριθμὸν εἰς ὃν διαιρεῖται τῶν διαστημάτων ἕκα-
στον ὑπὸ τῆς μελῳδίας. εἰ δὲ τοῦτό φαμεν ἤτοι πιθανὸν
ἢ καὶ ἀναγκαῖον εἶναι, δῆλον ὅτι οἱ _το_ῦ προειρημένου
ἀριθμοῦ μέρη περιέχοντες φθόγγοι ἑξῆς ἀλλήλων ἔχονται.
δοκοῦσι δ᾽ εἶναι _τοιούτων_ τῶν φθόγγων καὶ οὗτοι οἷς
τυγχάνομεν ἐκ παλαιοῦ χρώμενοι οἷον ἡ ν_ήτη κα_ὶ ἡ
παρανήτη καὶ οἱ τούτοις συνεχεῖς.
 
Αριστόξ. Ι, 12, 29 και II, 34, 15 Mb [?]

πάλιν ἐν τοῖς περὶ τοὺς ῥυθμοὺς πολλὰ
τοιαῦθ᾽ ὁρῶμεν γιγνόμενα· καὶ γὰρ μένοντος τοῦ λόγου,
καθ᾽ ὃν διώρισται τὰ γένη, τὰ μεγέθη κινεῖται τῶν ποδῶν
διὰ τὴν τῆς ἀγωγῆς δύναμιν, καὶ τῶν μεγεθῶν μενόντων
ἀνόμοιοι γίγνονται οἱ πόδες· καὶ τὸ αὐτὸ μέγεθος πόδα
τε δύναται καὶ συζυγίαν· δῆλον δ᾽ ὅτι καὶ αἱ τῶν διαιρέ-
σεών τε καὶ σχημάτων _διαφορα_ί περὶ μένον τι μέγεθος
γίγνονται. καθόλου δ᾽ εἰπεῖν ἡ μὲν ῥυθμοποιΐα πολλὰς καὶ
παντοδαπὰς κινήσεις κινεῖται, οἱ δὲ πόδες οἷς σημαινόμεθα
τοὺς ῥυθμοὺς ἁπλᾶς τε καὶ τὰς αὐτὰς ἀεί. τοιαύτην δ᾽ ἐ-
χούσης φύσιν τῆς μουσικῆς ἀναγκαῖον καὶ ἐν τοῖς περὶ τὸ
ἡρμοσμένον συνεθισθῆναι τήν τε διάνοιαν καὶ τὴν αἴσθησιν
καλῶς κρίνειν τό τε μένον καὶ τὸ κινούμενον.
 
ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΚΟΙΝΤΙΛΙΑΝΟΥ

Περί μουσικής 42 Mb, ή 39 R.P.W.-I

Ἀγωγὴ δέ ἐστι ῥυθμικὴ χρόνων τάχος ἢ βραδυτής,
οἷον ὅταν τῶν λόγων σῳζομένων οὓς αἱ θέσεις ποιοῦνται
πρὸς τὰς ἄρσεις διαφόρως ἑκάστου χρόνου τὰ μεγέθη
προφερώμεθα. ἀρίστη δὲ ἀγωγῆς ῥυθμικῆς ἔμφασις ἡ
κατὰ μέσον τῶν θέσεων καὶ τῶν ἄρσεων ποσὴ διάστασις.
Μεταβολὴ δέ ἐστι ῥυθμικὴ ῥυθμῶν ἀλλοίωσις ἢ ἀγω-
γῆς. γίνονται δὲ μεταβολαὶ κατὰ τρόπους δώδεκα· κατ᾽
ἀγωγήν· κατὰ λόγον ποδικόν, ὅταν ἐξ ἑνὸς εἰς ἕνα μετα-
βαίνῃ λόγον ἢ ὅταν ἐξ ἑνὸς εἰς πλείους ἢ ὅταν ἐξ ἀσυνθέτου
εἰς μικτὸν ἢ ἐκ ῥητοῦ εἰς ἄλογον ἢ ἐξ ἀλόγου εἰς ἄλογον
ἢ ἐκ τῶν ἀντιθέσει διαφερόντων εἰς ἀλλήλους ἢ ἐκ μικ-
τοῦ εἰς μικτόν.
 
Πλούτ. Περί μουσικής (1141C, 29)

XVI. (293) Λᾶσος δ΄ ὁ Ἑρμιονεὺς εἰς τὴν διθυραμβικὴν ἀγωγὴν μεταστήσας τοὺς ῥυθμούς, καὶ τῇ τῶν αὐλῶν πολυφωνίᾳ κατακολουθήσας, (294) πλείοσί τε φθόγγοις καὶ διερριμμένοις χρησάμενος, εἰς μετάθεσιν τὴν προϋπάρχουσαν ἤγαγε μουσικήν.

(293) Chaméléon d'Héraclée avait écrit une biographie de Lasos (Ath. VIII, p. 338 B). Fils de Charminos, originaire d'Hermione, il naquit, d'après Suidas, dans la 58e Olympiade (548-545 avant J.-C.). Hipparque l'appela à Athènes où il démasqua l'imposture d'Onomacrite (Hérod. VII, 6). Il fut le rival de Simonide (Schol. Vesp. 1410) et le maître de Pindare (Thom. Magister). Lasos ne s'était pas borné à l'étude de la musique : il était un sophiste distingué ; ses bons mots, Λασίσματα, étaient célèbres (Hésych., Ath., VIII, 338 B-C) et quelques-uns le comptaient au nombre des sept sages (Suid., Diog. La. I, 42). Il s'occupa aussi de recherches acoustiques (Théon, c. 12) et écrivit le premier (Suid.) un ouvrage didactique sur la musique; la division de cet ouvrage (Mart. Capella, IX, p. 352 Eyss.) a été adoptée par tous ses successeurs. Comme musicien, Lasos composa notamment : 1° des hymnes, entre autres le fameux hymne à Déméter d'Hermione d'où la lettre sigma était exclue (Héracl. ap. Ath., XIV, p. 624 Ε ; cp. Pindare fr. 79, et Aristoxène ap. Ath. IX, p. 467 AB ; les Centaures, dont l'attribution était contestée, présentaient la même particularité) ; 2° des dithyrambes ou chœurs cycliques (Elien, H. An., VII, 47). Il introduisit le premier (Suid.) ce genre dans les concours attiques, probablement en 508 (Marm. Par., ep. 46); par erreur, certains grammairiens le considéraient comme inventeur du dithyrambe (Schol. Pind. Olymp. XIII, 25; Schol. Aristoph., Av. 1403; Clém. Alex. Strom. I, 16, p. 791 Migne; Suid. v. κυκλοδιδάσχαλος). — Par διθυραμβικὴ ἀγωγή il faut entendre probablement la rythmopée libre du dithyrambe nouveau (cf. note 35), non soumis à la disposition antistrophique (Arist. Prob., XIX, 15). Mais il est plus que douteux que Lasos ait déjà pratiqué cette licence : Denys (De comp. verb., 19), opposant les libertés du nouveau dithyrambe au style réglé (τεταγμένος) de l'ancien, nomme comme premier novateur Timothée; Aristote, Mélanippidès; d'autres ont pensé à Pindare (numerisque fertur lege solutis. Horace, IV, 2, 11); mais les dithyrambes de Bacchylide sont encore antistrophiques.

(294) La seconde innovation attribuée à Lasos n'est pas plus claire que la première. Bien entendu, il ne s'agit pas, comme l'a cru Westphal, de nouveautés « polyphoniques » au sens moderne ; la polyphonie en question n'a rien à voir avec l'harmonie simultanée ; c'est celle qui résulte de remploi successif dans un même morceau de sons nombreux (πλείοσι), répartis sur une grande échelle (διερριμμένοις). Cette polyphonie, à l'époque de Lasos, n'était pas réalisable sur la cithare qui ne comptait que 7, tout au plus 8 cordes ; les instruments polychordes étaient réputés barbares ; seules, outre la voix humaine, les flûtes permettaient ces effets, soit que le nombre des trous de chaque tuyau fût déjà supérieur à quatre (nous ignorons malheureusement l'époque de Diodore de Thèbes, auteur de ce progrès, Pollux IV, 80), soit qu'on combinât dans un même concert plusieurs flûtes de tessiture différente. Lasos avait donc profité dans ses compositions (pour la flûte ou la voix) de cette faculté nouvelle d'élargir le champ mélodique et de multiplier les notes ; mais on ne nous dit pas positivement qu'il ait augmenté le nombre des cordes de la lyre et il n'est jamais nommé parmi les auteurs de cette augmentation. Aussi n'avons-nous pu nous décider à rapprocher, avec Volkmann, le § 299 du § 294.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm
 
Αριστείδης Κοϊντιλιανός (Mb 19 και 29, R.P.W.-I. 16 και 29)

τούτων δὲ τῶν γενῶν ἕκαστον μελῳδοῦμεν ἔν
τε ἀγωγῇ καὶ πλοκῇ. καὶ ἀγωγὴ μέν ἐστιν, ὅτε διὰ τῶν
ἑξῆς φθόγγων ποιούμεθα τὴν μελῳδίαν, πλοκὴ δέ, ὅτε
διὰ τῶν καθ᾽ ὑπέρβασιν λαμβανομένων. ἔτι τῆς μελῳδίας
ἡ μὲν εὐθεῖα καλεῖται, ἡ δὲ ἀνακάμπτουσα, ἡ δὲ περιφερής,
εὐθεῖα μὲν ἡ ἀπὸ βαρύτητος εἰς ὀξύτητα, ἀνακάμπτουσα
δὲ ἡ ἐναντία, περιφερὴς δὲ ἡ ἐμμετάβολος, οἷον εἴ τις κατὰ
συναφὴν τετράχορδον ἐπιτείνας ταὐτὸν ἀνείη κατὰ διά-
ζευξιν.
 
αγωνιστής

http://www.musipedia.gr/

Αριστοτ. Προβλ. XIX, 15

books.google.com/books?id=VYgOAAAAQAAJ..


Cassius Dio Cocceianus, Historiae Romanae
Earnest Cary, Herbert Baldwin Foster, Ed.

62b.pos=1436

“9. καὶ εἰ μὲν μόνα ταῦτα ἐπεπράχει, γέλωτα ἂν ὠφλήκει. καίτοι πῶς ἄν 1 τις καὶ ἀκοῦσαι, μὴ ὅτι ἰδεῖν, ὑπομείνειεν ἄνδρα Ῥωμαῖον βουλευτὴν εὐπατρίδην ἀρχιερέα Καίσαρα αὐτοκράτορα Αὔγουστον ἔς τε τὸ λεύκωμα ἐν τοῖς ἀγωνισταῖς ἐγγραφόμενον καὶ τὴν φωνὴν ἀσκοῦντα, μελετῶντά τέ τινας ᾠδάς, καὶ τὴν μὲν κεφαλὴν κομῶντα [2] τὸ δὲ γένειον ψιλιζόμενον, ἱμάτιον ἀναβαλλόμενον ἐν τοῖς δρόμοις, μεθ᾽ ἑνὸς ἢ δύο ἀκολούθων βαδίζοντα, τοὺς ἀντιπάλους ὑποβλέποντα καὶ ἀεί τι πρὸς αὐτοὺς μεθ᾽ ἁψιμαχίας λέγοντα, τοὺς ἀγωνοθέτας τούς τε μαστιγοφόρους φοβούμενον, καὶ χρήματα αὐτοῖς κρύφα ἅπασιν ἀναλίσκοντα μὴ καὶ ἐλεγχθεὶς μαστιγωθῇ, καὶ ταῦτα μέντοι πάντα ποιοῦντα ἵνα τὸν τῶν κιθαρῳδῶν καὶ τῶν τραγῳδῶν καὶ τῶν κηρύκων [3] ἀγῶνα νικήσας ἡττηθῇ τὸν τῶν Καισάρων; τίς γὰρ ἂν προγραφὴ 2 ταύτης χαλεπωτέρα γένοιτο, ἐν ᾗ οὐ 3 Σύλλας μὲν ἄλλους Νέρων δὲ ἑαυτὸν προέγραψεν; τίς δὲ νίκη ἀτοπωτέρα, ἐν ᾗ τὸν κότινον ἢ τὴν δάφνην ἢ τὸ σέλινον ἢ τὴν πίτυν 4 [4] λαβὼν ἀπώλεσε τὸν πολιτικόν; καὶ τί ἄν τις ταῦτα αὐτοῦ μόνα ὀδύραιτο, ὁπότε καὶ ἐπὶ τοὺς ἐμβάτας ἀναβαίνων κατέπιπτεν ἀπὸ τοῦ κράτους, καὶ τὸ προσωπεῖον ὑποδύνων ἀπέβαλλε τὸ τῆς [p. 152] ἡγεμονίας ἀξίωμα, ἐδεῖτο ὡς δραπέτης, ἐποδηγεῖτο ὡς τυφλός, ἐκύει 5 ἔτικτεν ἐμαίνετο ἠλᾶτο, 6 τόν τε Οἰδίποδα καὶ τὸν Θυέστην τόν τε Ἡρακλέα καὶ τὸν Ἀλκμέωνα τόν τε 7 Ὀρέστην ὡς [5] πλήθει ὑποκρινόμενος. καὶ τά γε προσωπεῖα 8 τοτὲ μὲν αὐτοῖς ἐκείνοις τοτὲ 9 δὲ καὶ ἑαυτῷ εἰκασμένα ἔφερε: τὰ γὰρ τῶν γυναικῶν πάντα πρὸς τὴν Σαβῖναν ἐσκεύαστο, ὅπως κἀκείνη καὶ [6] τεθνηκυῖα πομπεύῃ. καὶ πάντα ὅσα οἱ τυχόντες ὑποκρίνονται, κἀκεῖνος καὶ ἔλεγε καὶ ἔπραττε καὶ ἔπασχε, πλὴν καθ᾽ ὅσον χρυσαῖς ἁλύσεσιν ἐδεσμεύετο: καὶ γὰρ οὐκ ἔπρεπεν, ὡς ἔοικεν, αὐτοκράτορι Ῥωμαίων σιδηραῖς δεῖσθαι. ”


Word frequency information for ἀγωνιστής

Dio's Roman History. Cassius Dio Cocceianus. Earnest Cary. Herbert Baldwin Foster. William Heinemann, Harvard University Press. London; New York. 1914-. Keyboarding.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...k=62b:chapter=pos=1436&highlight=a)gwnistai=s


Paus. 10.9

9.
Δελφοῖς δὲ ἡ πόλις ἄναντες διὰ πάσης παρέχεται σχῆμα, κατὰ τὰ αὐτὰ δὲ τῇ πόλει τῇ ἄλλῃ καὶ ὁ ἱερὸς περίβολος τοῦ Ἀπόλλωνος. οὗτος δὲ μεγέθει μέγας καὶ ἀνωτάτω τοῦ ἄστεώς ἐστι: τέτμηνται δὲ καὶ ἔξοδοι δι᾽ αὐτοῦ συνεχεῖς. ὁπόσα δὲ τῶν ἀναθημάτων εἶναί μοι λόγου μάλιστα ἄξια ἐφαίνετο, ποιησόμεθα

αὐτῶν μνήμην. [2] ἀθλητὰς μὲν οὖν καὶ ὅσαι ἀγωνισταὶ μουσικῆς τῶν ἀνθρώπων τοῖς πλείοσιν ἐγίνοντο μετὰ οὐδενὸς λογισμοῦ, μετὰ τῆς οὐ πάνυ τι ἡγοῦμαι σπουδῆς ἀξίους:

Pausanias. Pausaniae Graeciae Descriptio, 3 vols. Leipzig, Teubner. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper....0159:book=10:chapter=9&highlight=a)gwnistai/


Arr. An. 7.14

ἐν Ἐκβατάνοις δὲ θυσίαν τε ἔθυσεν Ἀλέξανδρος, ὥσπερ αὐτῷ ἐπὶ ξυμφοραῖς ἀγαθαῖς νόμος, καὶ ἀγῶνα ἐπετέλει γυμνικόν τε καὶ μουσικόν, καὶ πότοι αὐτῷ ἐγίνοντο παρὰ τοῖς ἑταίροις. καὶ ἐν τούτῳ Ἡφαιστίων ἔκαμε τὸ σῶμα: ἑβδόμη τε ἡμέρα ἤδη ἦν αὐτῷ τῆς νόσου καὶ λέγουσι τὸ μὲν στάδιον πλῆρες εἶναι: παίδων γὰρ ἀγὼν ἦν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ γυμνικός: ἐπεὶ δὲ ἐξηγγέλλετο Ἀλεξάνδρῳ ὅτι κακῶς ἔχοι Ἡφαιστίων, ὁ δὲ παρ᾽ αὐτὸν ἐλθὼν σπουδῇ οὐκέτι ζῶντα κατέλαβεν. [2] ἔνθα δὴ καὶ ἄλλοι ἄλλα ἀνέγραψαν ὑπὲρ τοῦ πένθους τοῦ Ἀλεξάνδρου: μέγα μὲν γενέσθαι αὐτῷ τὸ πένθος, πάντες τοῦτο ἀνέγραψαν, τὰ δὲ πραχθέντα ἐπ᾽ αὐτῷ ἄλλοι ἄλλα, ὡς ἕκαστος ἢ εὐνοίας πρὸς Ἡφαιστίωνα ἢ φθόνου εἶχεν ἢ καὶ πρὸς αὐτὸν Ἀλέξανδρον.

Flavii Arriani Anabasis Alexandri. Arrian. A.G. Roos. in aedibus B. G. Teubneri. Leipzig. 1907.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper....0530:book=7:chapter=14&highlight=a)gwnista/s


D.H. 7.72

τοῦτο δὴ τὸ ἔθος ἀρχαῖον ἐν τοῖς Ἕλλησιν ὂν οἱ φυλάττοντες μέχρι τοῦδε Ῥωμαῖοι δῆλοί εἰσιν οὐ προσμαθόντες παρ᾽ ἡμῶν ὕστερον, ἀλλ᾽ οὐδὲ μεταθέμενοι σὺν χρόνῳ καθάπερ ἡμεῖς. [5] ἠκολούθουν δὲ τοῖς ἀγωνισταῖς ὀρχηστῶν χοροὶ πολλοὶ τριχῇ νενεμημένοι, πρῶτοι μὲν ἀνδρῶν, δεύτεροι δ᾽ ἀγενείων, τελευταῖοι δὲ παίδων, οἷς παρηκολούθουν αὐληταί τ᾽ ἀρχαϊκοῖς ἐμφυσῶντες αὐλίσκοις βραχέσιν, ὡς καὶ εἰς τόδε χρόνου γίνεται, καὶ κιθαρισταὶ λύρας ἑπταχόρδους ἐλεφαντίνας καὶ τὰ καλούμενα βάρβιτα κρέκοντες. ὧν παρὰ μὲν Ἕλλησιν ἐκλέλοιπεν ἡ χρῆσις ἐπ᾽ ἐμοῦ πάτριος οὖσα: παρὰ δὲ Ῥωμαίοις ἐν ἁπάσαις φυλάττεται ταῖς ἀρχαίαις θυηπολίαις. [6] σκευαὶ δὲ τῶν ὀρχηστῶν ἦσαν χιτῶνες φοινίκεοι ζωστῆρσι χαλκέοις ἐσφιγμένοι, καὶ ξίφη παρηρτημένα, [p. 115] καὶ λόγχαι βραχύτεραι τῶν μετρίων: τοῖς δ᾽ ἀνδράσι καὶ κράνη χάλκεα λόφοις ἐπισήμοις κεκοσμημένα καὶ πτεροῖς. ἡγεῖτο δὲ καθ᾽ ἕκαστον χορὸν εἷς ἀνήρ, ὃς ἐνεδίδου τοῖς ἄλλοις τὰ τῆς ὀρχήσεως σχήματα, πρῶτος εἰδοφορῶν τὰς πολεμικὰς καὶ συντόνους κινήσεις ἐν τοῖς προκελευσματικοῖς ὡς τὰ πολλὰ ῥυθμοῖς. [7] Ἑλληνικὸν δ᾽ ἄρα καὶ τοῦτ᾽ ἦν ἐν τοῖς πάνυ παλαιὸν ἐπιτήδευμα, ἐνόπλιος ὄρχησις ἡ καλουμένη πυρρίχη, εἴτ᾽ Ἀθηνᾶς πρώτης ἐπὶ Τιτάνων ἀφανισμῷ χορεύειν καὶ ὀρχεῖσθαι σὺν τοῖς ὅπλοις τἀπινίκια ὑπὸ χαρᾶς ἀρξαμένης, εἴτε παλαίτερον ἔτι Κουρήτων αὐτὴν καταστησαμένων, ὅτε τὸν Δία τιθηνούμενοι θέλγειν ἐβούλοντο κτύπῳ τε ὅπλων καὶ κινήσει μελῶν ἐνρύθμῳ καθάπερ ὁ μῦθος ἔχει. [8] δηλοῖ δὲ καὶ τούτου τὴν ἀρχαιότητα ὡς ἐπιχωρίου τοῖς Ἕλλησιν Ὅμηρος πολλαχῇ μὲν καὶ ἄλλῃ, μάλιστα δ᾽ ἐν ἀσπίδος κατασκευῇ, ἣν Ἀχιλλεῖ δωρήσασθαί φησιν Ἥφαιστον. ὑποθέμενος γὰρ ἐν αὐτῇ δύο πόλεις τὴν μὲν εἰρήνῃ κοσμουμένην, τὴν δὲ πολέμῳ κακοπαθοῦσαν, ἐν ᾗ τὴν ἀμείνω καθίστησι τύχην ἑορτὰς ποιῶν καὶ γάμους καὶ θαλίας ὥσπερ εἰκὸς καὶ ταῦτα λέγει:

κοῦροι δ᾽ ὀρχηστῆρες ἐδίνεον: ἐν δ᾽ ἄρα τοῖσιν
αὐλοὶ φόρμιγγές τε βοὴν ἔχον: αἱ δὲ γυναῖκες
ἱστάμεναι θαύμαζον ἐπὶ προθύροισιν ἑκάστη.
[p. 116] [9] καὶ αὖθις ἕτερον ἐν αὐτῇ λέγων διακεκοσμῆσθαι Κρητικὸν ἠιθέων τε καὶ παρθένων χορὸν ὧδε εἴρηκεν:

ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις,
τῷ ἴκελον οἷόν ποτ᾽ ἐνὶ Κνωσσῷ εὐρείῃ
Δαίδαλος ἤσκησεν καλλιπλοκάμῳ Ἀριάδνῃ.
ἔνθα μὲν ἠίθεοι καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι
ὠρχεῦντ᾽ ἀλλήλων ἐπὶ καρπῷ χεῖρας ἔχουσαι.
κόσμον τ᾽ αὐτοῦ ἀφηγούμενος, ἵνα δῆλον ἡμῖν ποιήσειεν, ὅτι ἡ τῶν ἀρρένων κίνησις ἐνόπλιος ἦν, τάδε λέγει:

καί ῥ᾽ αἱ μὲν καλὰς στεφάνας ἔχον, οἱ δὲ μαχαίρας
εἶχον χρυσείας ἐξ ἀργυρέων τελαμώνων.
ἡγεμόνας τε τῆς ὀρχήσεως αὐτῶν τοὺς ἐνδιδόντας τοῖς ἄλλοις καὶ προκαταρχομένους εἰσάγων τοιάδε γράφει:

πολλὸς δ᾽ ἱμερόεντα χορὸν περιΐσταθ᾽ ὅμιλος
τερπόμενοι: δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ᾽ αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
[10] οὐ μόνον δ᾽ ἐκ τῆς ἐναγωνίου τε καὶ κατεσπουδασμένης ὀρχήσεως τῶν χορῶν, ᾗ παρὰ τὰς θυηπολίας τε καὶ πομπὰς ἐχρῶντο Ῥωμαῖοι, τὸ συγγενὲς ἄν τις αὐτῶν τὸ πρὸς τοὺς Ἕλληνας ἴδοι, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῆς κερτόμου καὶ τωθαστικῆς. μετὰ γὰρ τοὺς ἐνοπλίους χοροὺς οἱ τῶν σατυριστῶν ἐπόμπευον χοροὶ τὴν Ἑλληνικὴν εἰδοφοροῦντες σίκιννιν. σκευαὶ δ᾽ αὐτοῖς ἦσαν τοῖς μὲν εἰς Σιληνοὺς εἰκασθεῖσι μαλλωτοὶ χιτῶνες, οὓς ἔνιοι χορταίους καλοῦσι, καὶ περιβόλαια ἐκ παντὸς [p. 117] ἄνθους: τοῖς δ᾽ εἰς Σατύρους περιζώματα καὶ δοραὶ τράγων καὶ ὀρθότριχες ἐπὶ ταῖς κεφαλαῖς φόβαι καὶ ὅσα τούτοις ὅμοια. οὗτοι κατέσκωπτόν τε καὶ κατεμιμοῦντο τὰς σπουδαίας κινήσεις ἐπὶ τὰ γελοιότερα μεταφέροντες. [11] δηλοῦσι δὲ καὶ αἱ τῶν θριάμβων εἴσοδοι παλαιὰν καὶ ἐπιχώριον οὖσαν Ῥωμαίοις τὴν κέρτομον καὶ σατυρικὴν παιδιάν. ἐφεῖται γὰρ τοῖς κατάγουσι τὰς νίκας ἰαμβίζειν τε καὶ κατασκώπτειν τοὺς ἐπιφανεστάτους ἄνδρας αὐτοῖς στρατηλάταις, ὡς Ἀθήνησι τοῖς πομπευταῖς τοῖς ἐπὶ τῶν ἁμαξῶν πρότερον ἅμα τοῖς σκώμμασι παροχουμένοις, νῦν δὲ ποιήματ᾽ ᾄδουσιν αὐτοσχέδια. [12] εἶδον δὲ καὶ ἐν ἀνδρῶν ἐπισήμων ταφαῖς ἅμα ταῖς ἄλλαις πομπαῖς προηγουμένους τῆς κλίνης τοὺς σατυριστῶν χοροὺς κινουμένους τὴν σίκιννιν ὄρχησιν, μάλιστα δ᾽ ἐν τοῖς τῶν εὐδαιμόνων κήδεσιν. ὅτι δ᾽ οὔτε Λιγύων οὔτ᾽ Ὀμβρικῶν οὔτ᾽ ἄλλων τινῶν βαρβάρων τῶν ἐν Ἰταλίᾳ κατοικούντων εὕρημα ἡ σατυρικὴ παιδιὰ καὶ ὄρχησις ἦν, ἀλλ᾽ Ἑλλήνων, δέδοικα, μὴ καὶ ὀχληρὸς εἶναί τισι δόξω, λόγοις πλείοσι πιστοῦσθαι ὁμολογούμενον πρᾶγμα βουλόμενος. [13] μετὰ δὲ τοὺς χοροὺς τούτους κιθαρισταί τ᾽ ἀθρόοι καὶ αὐληταὶ πολλοὶ παρεξῄεσαν: καὶ μετ᾽ αὐτοὺς οἵ τε τὰ θυμιατήρια κομίζοντες, ἐφ᾽ ὧν ἀρώματα καὶ λιβανωτὸς παρ᾽ ὅλην ὁδὸν ἐθυμιᾶτο, καὶ οἱ τὰ πομπεῖα παραφέροντες ἀργυρίου καὶ χρυσίου πεποιημένα τά τε ἱερὰ καὶ τὰ δημόσια.

Dionysii Halicarnasei Antiquitatum Romanarum quae supersunt, Vol III. Dionysius of Halicarnassus. Karl Jacoby. In Aedibus B.G. Teubneri. Leipzig. 1891.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...chapter=72&highlight=a)gwnistai/,a)gwnistai=s


Aristot. Pol. 8.1342a

[1342α] φανερὸν ὅτι χρηστέον μὲν πάσαις ταῖς ἁρμονίαις, οὐ τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον πάσαις χρηστέον, ἀλλὰ πρὸς μὲν τὴν παιδείαν ταῖς ἠθικωτάταις, πρὸς δὲ ἀκρόασιν ἑτέρων χειρουργούντων καὶ ταῖς πρακτικαῖς καὶ ταῖς ἐνθουσιαστικαῖς. ὃ [5] γὰρ περὶ ἐνίας συμβαίνει πάθος ψυχὰς ἰσχυρῶς, τοῦτο ἐν πάσαις ὑπάρχει, τῷ δὲ ἧττον διαφέρει καὶ τῷ μᾶλλον, οἷον ἔλεος καὶ φόβος, ἔτι δ᾽ ἐνθουσιασμός: καὶ γὰρ ὑπὸ ταύτης τῆς κινήσεως κατοκώχιμοί τινές εἰσιν, ἐκ τῶν δ᾽ ἱερῶν μελῶν ὁρῶμεν τούτους, ὅταν χρήσωνται τοῖς ἐξοργιάζουσι [10] τὴν ψυχὴν μέλεσι, καθισταμένους ὥσπερ ἰατρείας τυχόντας καὶ καθάρσεως: ταὐτὸ δὴ τοῦτο ἀναγκαῖον πάσχειν καὶ τοὺς ἐλεήμονας καὶ τοὺς φοβητικοὺς καὶ τοὺς ὅλως παθητικούς, τοὺς ἄλλους καθ᾽ ὅσον ἐπιβάλλει τῶν τοιούτων ἑκάστῳ, καὶ πᾶσι γίγνεσθαί τινα κάθαρσιν καὶ κουφίζεσθαι [15] μεθ᾽ ἡδονῆς. ὁμοίως δὲ καὶ τὰ μέλη τὰ πρακτικὰ παρέχει χαρὰν ἀβλαβῆ τοῖς ἀνθρώποις: διὸ ταῖς μὲν τοιαύταις ἁρμονίαις καὶ τοῖς τοιούτοις μέλεσιν θετέον τοὺς τὴν θεατρικὴν μουσικὴν μεταχειριζομένους ἀγωνιστάς: ἐπεὶ δ᾽ ὁ θεατὴς διττός, ὁ μὲν ἐλεύθερος καὶ πεπαιδευμένος, ὁ δὲ [20] φορτικὸς ἐκ βαναύσων καὶ θητῶν καὶ ἄλλων τοιούτων συγκείμενος, ἀποδοτέον ἀγῶνας καὶ θεωρίας καὶ τοῖς τοιούτοις πρὸς ἀνάπαυσιν: εἰσὶ δὲ ὥσπερ αὐτῶν αἱ ψυχαὶ παρεστραμμέναι τῆς κατὰ φύσιν ἕξεως—οὕτω καὶ τῶν ἁρμονιῶν παρεκβάσεις εἰσὶ καὶ τῶν μελῶν τὰ σύντονα καὶ παρακεχρωσμένα, [25] ποιεῖ δὲ τὴν ἡδονὴν ἑκάστοις τὸ κατὰ φύσιν οἰκεῖον, διόπερ ἀποδοτέον ἐξουσίαν τοῖς ἀγωνιζομένοις πρὸς τὸν θεατὴν τὸν τοιοῦτον τοιούτῳ τινὶ χρῆσθαι τῷ γένει τῆς μουσικῆς. πρὸς δὲ παιδείαν, ὥσπερ εἴρηται, τοῖς ἠθικοῖς τῶν μελῶν χρηστέον καὶ ταῖς ἁρμονίαις ταῖς τοιαύταις. τοιαύτη [30] δ᾽ ἡ δωριστί, καθάπερ εἴπομεν πρότερον: δέχεσθαι δὲ δεῖ κἄν τινα ἄλλην ἡμῖν δοκιμάζωσιν οἱ κοινωνοὶ τῆς ἐν φιλοσοφίᾳ διατριβῆς καὶ τῆς περὶ τὴν μουσικὴν παιδείας. ὁ δ᾽ ἐν τῇ Πολιτείᾳ Σωκράτης οὐ καλῶς τὴν φρυγιστὶ μόνην καταλείπει μετὰ τῆς δωριστί, καὶ ταῦτα ἀποδοκιμάσας τῶν ὀργάνων τὸν αὐλόν.

Aristotle. ed. W. D. Ross, Aristotle's Politica. Oxford, Clarendon Press. 1957.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...57:book=8:section=1342a&highlight=a)gwnista/s


D.H. Comp. 26

τοῦθ᾽ ἕξεις δῶρον ἡμέτερον, ὦ Ῥοῦφε, ‘πολλῶν ἀντάξιον ἄλλων’, εἰ βουληθείης ἐν ταῖς χερσί τε αὐτὸ συνεχῶς ὥσπέρ τι καὶ ἄλλο τῶν πάνυ χρησίμων ἔχειν καὶ συνασκεῖν αὑτὸν ταῖς καθ᾽ ἡμέραν γυμνασίαις. [p. 143] οὐ γὰρ αὐτάρκη τὰ παραγγέλματα τῶν τεχνῶν ἐστι δεινοὺς ἀγωνιστὰς ποιῆσαι τοὺς βουλομένους γε δίχα μελέτης τε καὶ γυμνασίας: ἀλλ᾽ ἐπὶ τοῖς πονεῖν καὶ κακοπαθεῖν βουλομένοις κεῖται σπουδαῖ᾽ ἂν εἶναι τὰ παραγγέλματα καὶ λόγου ἄξια ἢ φαῦλα καὶ ἄχρηστα.

Dionysii Halicarnasei Quae Exstant, Volumen Sextum. Dionysius of Halicarnassus. Ludwig Radermacher. In Aedibus B.G. Teubneri. Leipzig. 1904.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...2008.01.0586:chapter=26&highlight=a)gwnista/s

Aristot. Const. Ath. 60

τὰ μὲν οὖν περὶ τοὺς θ# ἄρχοντας τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον. κληροῦσι δὲ καὶ ἀθλοθέτας δέκα ἄνδρας, ἕνα τῆς φυλῆς ἑκάστης. οὗτοι δὲ δοκιμασθέντες ἄρχουσι τέτταρα ἔτη, καὶ διοικοῦσι τήν τε πομπὴν τῶν Παναθηναίων καὶ τὸν ἀγῶνα τῆς μουσικῆς καὶ τὸν γυμνικὸν ἀγῶνα καὶ τὴν ἱπποδρομίαν, καὶ τὸν πέπλον ποιοῦνται, καὶ τοὺς ἀμφορεῖς ποιοῦνται μετὰ τῆς βουλῆς, καὶ τὸ ἔλαιον τοῖς ἀθληταῖς ἀποδιδόασι. [2] συλλέγεται δὲ τὸ ἔλαιον ἀπὸ τῶν μοριῶν: εἰσπράττει δὲ τοὺς τὰ χωρία κεκτημένους ἐν οἷς αἱ μορίαι εἰσὶν ὁ ἄρχων, τρί᾽ ἡμικοτύλια ἀπὸ τοῦ στελέχους ἑκάστου. πρότερον δ᾽ ἐπώλει τὸν καρπὸν ἡ πόλις: καὶ εἴ τις ἐξορύξειεν ἐλαίαν μορίαν ἢ κατάξειεν, ἔκρινεν ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλή, καὶ εἴ του καταγνοίη, θανάτῳ τοῦτον ἐζημίουν. ἐξ οὗ δὲ τὸ ἔλαιον ὁ τὸ χωρίον κεͅκτημένος ἀποτίνει, ὁ μὲν νόμος ἔστιν, ἡ δὲ κρίσις καταλέλυται. τὸ δὲ ἔλαιον ἐκ τοῦ κτήματος, οὐκ ἀπὸ τῶν στελεχῶν ἐστι τῇ πόλει. [3] συλλέξας οὖν ὁ ἄρχων τὸ ἐφ᾽ ἑαυτοῦ γιγνόμενον, τοῖς ταμίαις παραδίδωσιν εἰς ἀκρόπολιν, καὶ οὐκ ἔστιν ἀναβῆναι πρότερον εἰς Ἄρειον πάγον, πρὶν ἂν ἅπαν παραδῷ τοῖς ταμίαις. οἱ δὲ ταμίαι τὸν μὲν ἄλλον χρόνον τηροῦσιν ἐν ἀκροπόλει, τοῖς δὲ Παναθηναίοις ἀπομετροῦσι τοῖς ἀθλοθέταις, οἱ δ᾽ ἀθλοθέται τοῖς νικῶσι τῶν ἀγωνιστῶν. ἔστι γὰρ ἆθλα τοῖς μὲν τὴν μουσικὴν νικῶσιν ἀργύριον καὶ χρυσᾶ, τοῖς δὲ τὴν εὐανδρίαν ἀσπίδες, τοῖς δὲ τὸν γυμνικὸν ἀγῶνα καὶ τὴν ἱπποδρομίαν ἔλαιον.

Athenaion Politeia, ed. Kenyon. Oxford. 1920.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...1999.01.0045:chapter=60&highlight=a)gwnistw=n


http://www.musipedia.gr/

Αριστοτ. Προβλ. XIX, 15

books.google.com/books?id=VYgOAAAAQAAJ..
 

Attachments

  • Αριστοτ προβλ.png
    18.7 KB · Views: 13
Last edited:
άδω

ἀείδω Il.Parv..
(Show lexicon entry in LSJ Middle Liddell Slater Autenrieth) (search)
ᾁδω verb 1st sg pres subj act contr
ᾁδω verb 1st sg pres ind act contr
ᾁδω verb 1st sg pres ind act contr
ᾁδω verb 1st sg pres subj act contr


ἀείδω , Ion. and poet. form used by Hom., Pi., and sometimes in Trag. and Com. (even in trim., A.Ag.16, E.Fr.188; intetram., Cratin. 305), also in Ion. Prose; contr. ᾁδω (also Anacr.45, Theoc.), Trag., Pl., etc.: impf.
A. “ἤειδον” Od., Ep. “ἄειδον” Il., etc.; Trag. and Att. “ᾖδον” E.Alc.761, Th.2.21: fut. “ἀείσομαι” Od.22.352, Thgn.943, but “ᾁσομαι” h.Hom.6.2, 32.19, Thgn.243, and alwaysin Att. (ᾁσεις, ᾳ̈σουσιν in Ar. Pax1297, Pl.Lg.666d are corrupt); rarely in act. form ἀείσω, Sapph. 11, Thgn.4, Ar.Lys.1243 (Lacon.), and late Poets, as Nonn.D.13.47 (in E.HF681 ἀείδω is restored by Elmsl.); still more rarely ᾁσω, Babr. 12.13, Men.Rh.p.381S., Him.Or.1.6; Dor. “ᾀσεῦμαι” Theoc.3.38, “ᾀσῶ” Id.1.145: aor. “ἤεισα” Call.Epigr.23.4, Opp.C.3.1, Ep. ἄεισα [α^] Od.21.411; “ἄεισον” E.Tr.513 (lyr.); “ἀείσατε” Ar.Th.115 (lyr.); “ᾖσα” Ar.Nu. 1371, Pl.Ti.21b:—Med., aor. ἀεισάμην (in act. sense) PMag.Lond. 47.43, imper. “ἀείσεο” h.Hom.17.1 (nisi leg. ἀείσεο):—Pass., “ἀείδομαι” Pi., Hdt.: poet. impf. “ἀείδετο” Pi.: aor. ᾔσθην, v. infr. 11.1: pf. “ᾖσμαι” Pl.Com.69.11. (ἀϝείδω, cf. αὐδή, ὑδέω.) [α^: but α_ metri gr. Od. 17.519, h.Hom.12.1, 27.1, Il.Parv..1, Thgn.4, Theoc.7.41, etc.]:— sing, Il.1.604, etc.: hence of all kinds of vocal sounds, crow as cocks, Pl.Smp..223c; hoot as owls, Arat.1000; croak as frogs, Arist. Mir.835b3, Thphr.Sign.3.5, etc.; οἱ τέττιγες χαμόθεν ᾁσονται Stes. ap.Arist.Rh.1412a23:—of other sounds, twang, of the bow-string, Od.21.411; whistle, of the wind through a tree, Mosch.Fr.1.8; ring, of a stone when struck, Theoc.7.26:—prov., πρὶν νενικηκέναι ᾁδειν 'to crow too soon', Pl.Tht.164c.—Constr.:—ἀ. τινί sing to one, Od.22.346; also, vie with one in singing, Theoc.8.6; ᾁ. πρὸς αὐλὸν ἢ λύραν sing to . . , Arist.Pr..918a23; “ὑπ᾽ αὐλοῖς” Plu.2.41c:—ἀείσας . . χαίρειν Δημοκλέα, poet. for εἰπών, Epigr.Gr.237.7 (Smyrna).
II. trans.,
1. c. acc. rei, sing of, chant, “μῆνιν ἄειδε” Il.1.1; “παιήονα” 1.473; κλέα ἀνδρῶν, νόστον, 9.189, Od.1.326; “τὸν Βοιώτιον νόμον” S.Fr.966: c. gen. (sc. μέλος), sing an air of . ., “Φρυνίχου” Ar.V.269, cf. 1225: abs., ἀ. ἀμφί τινος to sing in one's praise, Od.8.266; “ἀμφί τινα” Terp.2, cf. E.Tr.513; “εἴς τινα” Ar.Lys. 1243: later, simply = καλεῖν, Ael.NA3.28:—Pass., of songs, to be sung, Hdt.4.35; “τὰ λεχθέντα καὶ ᾀσέντα” Pl.Ly.205e; ᾆσμα καλῶς ᾀσθέν, opp. λόγος καλῶς ῥηθείς, X.Cyr.3.3.55; ᾁδεται λόγος the story runs, Ph.1.189.
2. of persons, places, etc., sing, praise, celebrate, B.6.6, etc.:—Pass., ἀείδεται θρέψαισ᾽ ἥρωας is celebrated as the nurse of heroes, Pi.P.8.25, cf. 5.24.
3. Pass., to be filled with song, “ἀείσετο πᾶν τέμενος . . θαλίαις” Pi.O.10(11).76.

311667 2 0,064 0 0 Polybius, Histories
298102 1 0,034 1 0,034 Aristides, Aelius, Orationes
288826 4 0,138 0 0 Strabo, Geography
262965 32 1,217 1 0,038 Athenaeus, The Deipnosophists
218450 5 0,229 0 0 Pausanias, Description of Greece
184947 18 0,973 12 0,649 Herodotus, The Histories
111862 25 2,235 9 0,805 Homer, Iliad
110982 20 1,802 4 0,36 Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers
94044 4 0,425 0 0 Dio Chrysostom, Orationes
88388 8 0,905 0 0 Plato, Republic
87185 28 3,212 12 1,376 Homer, Odyssey
78666 1 0,127 1 0,127 Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate.
78103 4 0,512 0 0 Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman
67774 1 0,148 1 0,148 Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno
61711 4 0,648 0 0 Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis
60598 1 0,165 1 0,165 Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian.
47195 4 0,848 0 0 Plato, Alcibiades 1, Alcibiades 2, Hipparchus, Lovers, Theages, Charmides, Laches, Lysis
40840 4 0,979 0 0 Plato, Euthyphro, Apology, Crito, Phaedo
38825 23 5,924 12 3,091 Apollonius Rhodius, Argonautica
32442 30 9,247 11 3,391 Elegy and Iambus, Volume I
31911 66 20,683 0 0 Greek Anthology, Volume II
31860 19 5,964 0 0 Greek Anthology, Volume I
26896 30 11,154 1 0,372 Greek Anthology, Volume III
24991 12 4,802 1 0,4 Greek Anthology, Volume IV
21518 41 19,054 2 0,929 Theocritus, Idylls
21396 20 9,348 3 1,402 Greek Anthology, Volume V
21294 19 8,923 5 2,348 Pindar, Odes
20885 5 2,394 1 0,479 Elegy and Iambus, Volume II
16979 4 2,356 0 0 Plato, Epistles
16508 2 1,212 2 1,212 Aristotle, Athenian Constitution
16020 27 16,854 3 1,873 Homeric Hymns
13599 1 0,735 1 0,735 Plutarch, Praecepta gerendae reipublicae
10592 1 0,944 1 0,944 Euripides, Orestes
10585 4 3,779 1 0,945 Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat
10435 5 4,792 1 0,958 Euripides, Helen
10335 9 8,708 0 0 Euripides, Phoenissae
9879 9 9,11 0 0 Euripides, Iphigenia in Aulis
9566 8 8,363 2 2,091 Callimachus, Hymns and Epigrams
9487 1 1,054 1 1,054 Aristophanes, Knights
8838 1 1,131 1 1,131 Plutarch, Solon
8500 6 7,059 1 1,176 Euripides, Hippolytus
8494 4 4,709 0 0 Aeschylus, Agamemnon
8323 1 1,201 1 1,201 Euripides, Medea
7984 5 6,263 0 0 Euripides, Bacchae
7920 4 5,051 0 0 Pseudo-Plutarch, De musica
7708 9 11,676 0 0 Aristophanes, Acharnians
7662 7 9,136 2 2,61 Sophocles, Antigone
7645 5 6,54 0 0 Euripides, Andromache
7570 5 6,605 0 0 Euripides, Hecuba
7560 9 11,905 0 0 Sophocles, Trachiniae
7344 8 10,893 0 0 Euripides, Suppliants
7040 6 8,523 0 0 Hesiod, Theogony
6982 6 8,594 1 1,432 Euripides, Alcestis
6767 4 5,911 0 0 Plutarch, Quaestiones Graecae
6463 4 6,189 0 0 Plutarch, Quaestiones Graecae
6253 1 1,599 1 1,599 Lucian, De Syria dea
6153 4 6,501 0 0 Aeschylus, Prometheus Bound
5694 5 8,781 0 0 Aeschylus, Libation Bearers
5648 5 8,853 1 1,771 Euripides, Rhesus
5432 4 7,364 0 0 Aeschylus, Persians
5341 9 16,851 0 0 Aeschylus, Seven Against Thebes
5214 4 7,672 0 0 Aeschylus, Suppliant Women
4733 1 2,113 1 2,113 Lucian, Symposium
4389 4 9,114 0 0 Euripides, Cyclops
3866 4 10,347 0 0 Plutarch, De vitioso pudore
863 1 11,587 1 11,587 Bion of Phlossa, Fragmenta
264 1 37,879 1 37,879 Moschus, Fragmenta

Plb. 4.20
Music in Arcadia

Now, seeing that the Arcadians as a whole have a
The reasons of the barbarity of the Cynaethans. Their neglect of the refining influences of music, which is carefully encouraged in the rest of Arcadia.

reputation for virtue throughout Greece, not only in respect of their hospitality and humanity, but especially for their scrupulous piety, it seems worth while to investigate briefly the barbarous character of the Cynaethans: and inquire how it came about that, though indisputably Arcadians in race, they at that time so far surpassed the rest of Greece in cruelty and contempt of law.
They seem then to me to be the first, and indeed the only, Arcadians who have abandoned institutions nobly conceived by their ancestors and admirably adapted to the character of all the inhabitants of Arcadia. For music, and I mean by that true music, which it is advantageous to every one to practice, is obligatory with the Arcadians. For we must not think, as Ephorus in a hasty sentence of his preface, wholly unworthy of him, says, that music was introduced among mankind for the purpose of deception and jugglery; nor must the ancient Cretans and Spartans be supposed to have introduced the pipe and rhythmic movement in war, instead of the trumpet, without some reason; nor the early Arcadians to have given music such a high place in their constitution, that not only boys, but young men up to the age of thirty, are compelled to practise it, though in other respects most simple and primitive in their manner of life. Every one is familiarly acquainted with the fact that the Arcadians are the only people among whom boys are by the laws trained from infancy to sing hymns and paeans, in which they celebrate in the traditional fashion the heroes and gods of their particular towns. They next learn the airs of Philoxenus and Timotheus, and dance with great spirit to the pipers at the yearly Dionysia in the theatres, the boys at the boys' festival, and the young men at what is called the men's festival. Similarly it is their universal custom, at all festal gatherings and banquets, not to have strangers to make the music, but to produce it themselves, calling on each other in turn for a song. They do not look upon it as a disgrace to disclaim the possession of any other accomplishment: but no one can disclaim the knowledge of how to sing, because all are forced to learn; nor can they confess the knowledge, and yet excuse themselves from practising it, because that too among them is looked upon as disgraceful. Their young men again practise a military step to the music of the pipe and in regular order of battle, producing elaborate dances, which they display to their fellow-citizens every year in the theatres, at the public charge and expense.
Why the Ancient Arcadians Turned to Music

Now the object of the ancient Arcadians in introducing
The object of the musical training of the Arcadians.

these customs was not, as I think, the gratification of luxury and extravagance. They saw that Arcadia was a nation of workers; that the life of the people was laborious and hard; and that, as a natural consequence of the coldness and gloom which were the prevailing features of a great part of the country, the general character of the people was austere. For we mortals have an irresistible tendency to yield to climatic influences: and to this cause, and no other, may be traced the great distinctions which prevail amongst us in character, physical formation, and complexion, as well as in most of our habits, varying with nationality or wide local separation. And it was with a view of softening and tempering this natural ruggedness and rusticity, that they not only introduced the things which I have mentioned, but also the custom of holding assemblies and frequently offering sacrifices, in both of which women took part equally with men; and having mixed dances of girls and boys: and in fact did everything they could to humanise their souls by the civilising and softening influence of such culture. The people of Cynaetha entirely neglected these things, although they needed them more than any one else, because their climate and country is by far the most unfavourable in all Arcadia; and on the contrary gave their whole minds to mutual animosities and contentions. They in consequence became finally so brutalised, that no Greek city has ever witnessed a longer series of the most atrocious crimes. I will give one instance of the ill fortune of Cynaetha in this respect, and of the disapproval of such proceedings on the part of the Arcadians at large. When the Cynaethans, after their great massacre, sent an embassy to Sparta, every city which the ambassadors entered on their road at once ordered them by a herald to depart; while the Mantineans not only did that, but after their departure regularly purified their city and territory from the taint of blood, by carrying victims round them both.
I have had three objects in saying thus much on this subject. First, that the character of the Arcadians should not suffer from the crimes of one city: secondly, that other nations should not neglect music, from an idea that certain Arcadians give an excessive and extravagant attention to it: and, lastly, I speak for the sake of the Cynaethans themselves, that, if ever God gives them better fortune, they may humanise themselves by turning their attention to education, and especially to music.


Plb. 4.20

ἐπειδὴ δὲ κοινῇ τὸ τῶν Ἀρκάδων ἔθνος ἔχει τινὰ παρὰ πᾶσι τοῖς Ἕλλησιν ἐπ᾽ ἀρετῇ φήμην, οὐ μόνον διὰ τὴν ἐν τοῖς ἤθεσι καὶ βίοις φιλοξενίαν καὶ φιλανθρωπίαν, μάλιστα δὲ διὰ τὴν εἰς τὸ θεῖον εὐσέβειαν, [2] ἄξιον βραχὺ διαπορῆσαι περὶ τῆς Κυναιθέων ἀγριότητος, πῶς ὄντες ὁμολογουμένως Ἀρκάδες τοσοῦτο κατ᾽ ἐκείνους τοὺς καιροὺς διήνεγκαν τῶν ἄλλων Ἑλλήνων ὠμότητι καὶ παρανομίᾳ. [3] δοκοῦσι δέ μοι, διότι τὰ καλῶς ὑπὸ τῶν ἀρχαίων ἐπινενοημένα καὶ φυσικῶς συντεθεωρημένα περὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν Ἀρκαδίαν, ταῦτα δὴ πρῶτοι καὶ μόνοι τῶν Ἀρκάδων ἐγκατέλιπον. μουσικὴν γάρ, [4] τήν γ᾽ ἀληθῶς μουσικήν, πᾶσι μὲν ἀνθρώποις ὄφελος ἀσκεῖν, Ἀρκάσι δὲ καὶ ἀναγκαῖον. οὐ γὰρ ἡγητέον μουσικήν, [5] ὡς Ἔφορός φησιν ἐν τῷ προοιμίῳ τῆς ὅλης πραγματείας, οὐδαμῶς ἁρμόζοντα λόγον αὑτῷ ῥίψας, ἐπ᾽ ἀπάτῃ καὶ γοητείᾳ παρεισῆχθαι τοῖς ἀνθρώποις, [6] οὐδὲ τοὺς παλαιοὺς Κρητῶν καὶ Λακεδαιμονίων αὐλὸν καὶ ῥυθμὸν εἰς τὸν πόλεμον ἀντὶ σάλπιγγος εἰκῇ νομιστέον εἰσαγαγεῖν, [7] οὐδὲ τοὺς πρώτους Ἀρκάδων εἰς τὴν ὅλην πολιτείαν τὴν μουσικὴν παραλαβεῖν ἐπὶ τοσοῦτον ὥστε μὴ μόνον παισὶν οὖσιν, ἀλλὰ καὶ νεανίσκοις γενομένοις ἕως τριάκοντ᾽ ἐτῶν κατ᾽ ἀνάγκην σύντροφον ποιεῖν αὐτήν, τἄλλα τοῖς βίοις ὄντας αὐστηροτάτους. [8] ταῦτα γὰρ πᾶσίν ἐστι γνώριμα καὶ συνήθη, διότι σχεδὸν παρὰ μόνοις Ἀρκάσι πρῶτον μὲν οἱ παῖδες ἐκ νηπίων ᾁδειν ἐθίζονται κατὰ νόμους τοὺς ὕμνους καὶ παιᾶνας, οἷς ἕκαστοι κατὰ τὰ πάτρια τοὺς ἐπιχωρίους ἥρωας καὶ θεοὺς ὑμνοῦσι: [9] μετὰ δὲ ταῦτα τοὺς Φιλοξένου καὶ Τιμοθέου νόμους μανθάνοντες πολλῇ φιλοτιμίᾳ χορεύουσι κατ᾽ ἐνιαυτὸν τοῖς Διονυσιακοῖς αὐληταῖς ἐν τοῖς θεάτροις, οἱ μὲν παῖδες τοὺς παιδικοὺς ἀγῶνας, οἱ δὲ νεανίσκοι τοὺς τῶν ἀνδρῶν λεγομένους. [10] ὁμοίως γε μὴν καὶ παρ᾽ ὅλον τὸν βίον τὰς ἀγωγὰς τὰς ἐν ταῖς συνουσίαις οὐχ οὕτως ποιοῦνται διὰ τῶν ἐπεισάκτων ἀκροαμάτων ὡς δι᾽ αὑτῶν, ἀνὰ μέρος ᾁδειν ἀλλήλοις προστάττοντες. [11] καὶ τῶν μὲν ἄλλων μαθημάτων ἀρνηθῆναί τι μὴ γινώσκειν οὐδὲν αἰσχρὸν ἡγοῦνται, τήν γε μὴν ᾠδὴν οὔτ᾽ ἀρνηθῆναι δύνανται διὰ τὸ κατ᾽ ἀνάγκην πάντας μανθάνειν, οὔθ᾽ ὁμολογοῦντες ἀποτρίβεσθαι διὰ τὸ τῶν αἰσχρῶν παρ᾽ αὐτοῖς νομίζεσθαι τοῦτο. [12] καὶ μὴν ἐμβατήρια μετ᾽ αὐλοῦ καὶ τάξεως ἀσκοῦντες, ἔτι δ᾽ ὀρχήσεις ἐκπονοῦντες μετὰ κοινῆς ἐπιστροφῆς καὶ δαπάνης κατ᾽ ἐνιαυτὸν ἐν τοῖς θεάτροις ἐπιδείκνυνται τοῖς αὑτῶν πολίταις
οἱ νέοι. ταῦτά τέ μοι δοκοῦσιν οἱ πάλαι παρεισαγαγεῖν οὐ τρυφῆς καὶ περιουσίας χάριν, ἀλλὰ θεωροῦντες μὲν τὴν ἑκάστων αὐτουργίαν καὶ συλλήβδην τὸ τῶν βίων ἐπίπονον καὶ σκληρόν, θεωροῦντες δὲ τὴν τῶν ἠθῶν αὐστηρίαν, ἥτις αὐτοῖς παρέπεται διὰ τὴν τοῦ περιέχοντος ψυχρότητα καὶ στυγνότητα τὴν κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τοῖς τόποις ὑπάρχουσαν, ᾧ συνεξομοιοῦσθαι πεφύκαμεν πάντες ἄνθρωποι κατ᾽ ἀνάγκην: [2] οὐ γὰρ δι᾽ ἄλλην, διὰ δὲ ταύτην τὴν αἰτίαν κατὰ τὰς ἐθνικὰς καὶ τὰς ὁλοσχερεῖς διαστάσεις πλεῖστον ἀλλήλων διαφέρομεν ἤθεσί τε καὶ μορφαῖς καὶ χρώμασιν, ἔτι δὲ τῶν ἐπιτηδευμάτων τοῖς πλείστοις. [3] βουλόμενοι δὲ μαλάττειν καὶ κιρνᾶν τὸ τῆς φύσεως αὔθαδες καὶ σκληρόν, τά τε προειρημένα πάντα παρεισήγαγον, καὶ πρὸς τούτοις συνόδους κοινὰς καὶ θυσίας πλείστας ὁμοίως ἀνδράσι καὶ γυναιξὶ κατείθισαν, ἔτι δὲ χοροὺς παρθένων ὁμοῦ καὶ παίδων, [4] καὶ συλλήβδην πᾶν ἐμηχανήσαντο, σπεύδοντες τὸ τῆς ψυχῆς ἀτέραμνον διὰ τῆς τῶν ἐθισμῶν κατασκευῆς ἐξημεροῦν καὶ πραΰνειν. [5] ὧν Κυναιθεῖς ὀλιγωρήσαντες εἰς τέλος, καὶ ταῦτα. πλείστης δεόμενοι τῆς τοιαύτης ἐπικουρίας διὰ τὸ σκληρότατον παρὰ πολὺ τῆς Ἀρκαδίας ἔχειν ἀέρα καὶ τόπον, πρὸς αὐτὰς δὲ τὰς ἐν ἀλλήλοις διατριβὰς καὶ φιλοτιμίας ὁρμήσαντες, [6] τέλος ἀπεθηριώθησαν οὕτως ὥστε μηδ᾽ ἐν ὁποίᾳ γεγονέναι τῶν Ἑλληνίδων πόλεων ἀσεβήματα μείζονα καὶ συνεχέστερα. [7] σημεῖον δὲ τῆς Κυναιθέων ἀτυχίας περὶ τοῦτο τὸ μέρος καὶ τῆς τῶν ἄλλων Ἀρκάδων τοῖς τοιούτοις τῶν ἐπιτηδευμάτων δυσαρεστήσεως: [8] καθ᾽ οὓς γὰρ καιροὺς τὴν μεγάλην σφαγὴν ποιήσαντες Κυναιθεῖς ἐπρέσβευσαν πρὸς Λακεδαιμονίους, εἰς ἃς πόλεις ποτ᾽ Ἀρκαδικὰς εἰσῆλθον κατὰ τὴν ὁδόν, οἱ μὲν ἄλλοι παραχρῆμα πάντες αὐτοὺς ἐξεκήρυξαν, [9] Μαντινεῖς δὲ μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν αὐτῶν καὶ καθαρμὸν ἐποιήσαντο καὶ σφάγια περιήνεγκαν τῆς τε πόλεως κύκλῳ καὶ τῆς χώρας πάσης. [10]

Historiae. Polybius. Theodorus Büttner-Wobst after L. Dindorf. Leipzig. Teubner. 1893-.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0233:book=4:chapter=20

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/morph?l=αδω&la=greek#lexicon


Strab. 1.2

τὸ δὲ δὴ καὶ τὴν ῥητορικὴν ἀφαιρεῖσθαι τὸν ποιητὴν τελέως ἀφειδοῦντος ἡμῶν ἐστι. τί γὰρ οὕτω ῥητορικὸν ὡς φράσις; τί δ᾽ οὕτω ποιητικόν; τίς δ᾽ ἀμείνων Ὁμήρου φράσαι; νὴ Δία, ἀλλ᾽ ἑτέρα φράσις ἡ ποιητική. τῷ γε εἴδει, ὡς καὶ ἐν αὐτῇ τῇ ποιητικῇ ἡ τραγικὴ καὶ ἡ κωμική, καὶ ἐν τῇ πεζῇ ἡ ἱστορικὴ καὶ ἡ δικανική. ἆρα γὰρ οὐδ᾽ ὁ λόγος ἐστὶ γενικός, οὗ εἴδη ὁ ἔμμετρος καὶ ὁ πεζός; ἢ λόγος μέν, ῥητορικὸς δὲ λόγος οὐκ ἔστι γενικὸς καὶ φράσις καὶ ἀρετὴ λόγου; ὡς δ᾽ εἰπεῖν, ὁ πεζὸς λόγος, ὅ γε κατεσκευασμένος, μίμημα τοῦ ποιητικοῦ ἐστι. πρώτιστα γὰρ ἡ ποιητικὴ κατασκευὴ παρῆλθεν εἰς τὸ μέσον καὶ εὐδοκίμησεν: εἶτα ἐκείνην μιμούμενοι, λύσαντες τὸ μέτρον, τἆλλα δὲ φυλάξαντες τὰ ποιητικά, συνέγραψαν οἱ περὶ Κάδμον καὶ Φερεκύδη καὶ Ἑκαταῖον: εἶτα οἱ ὕστερον ἀφαιροῦντες ἀεί τι τῶν τοιούτων εἰς τὸ νῦν εἶδος κατήγαγον ὡς ἂν ἀπὸ ὕψους τινός: καθάπερ ἄν τις καὶ τὴν κωμῳδίαν φαίη λαβεῖν τὴν σύστασιν ἀπὸ τῆς τραγῳδίας καὶ τοῦ κατ᾽ αὐτὴν ὕψους καταβιβασθεῖσαν εἰς [p. 23] τὸ λογοειδὲς νυνὶ καλούμενον. καὶ τὸ ἀείδειν δὲ ἀντὶ τοῦ φράζειν τιθέμενον παρὰ τοῖς πάλαι ταὐτὸ τοῦτο ἐκμαρτυρεῖ, διότι πηγὴ καὶ ἀρχὴ φράσεως κατεσκευασμένης καὶ ῥητορικῆς ὑπῆρξεν ἡ ποιητική. αὕτη γὰρ προσεχρήσατο τῷ μέλει κατὰ τὰς ἐπιδείξεις: τοῦτο δ᾽ ἦν ᾠδὴ ἢ λόγος μεμελισμένος, ἀφ᾽ οὗ δὴ ῥαψῳδίαν τ᾽ ἔλεγον καὶ τραγῳδίαν καὶ κωμῳδίαν. ὥστ᾽ ἐπειδὴ τὸ φράζειν πρώτιστα ἐπὶ τῆς ποιητικῆς ἐλέγετο φράσεως, αὕτη δὲ μετ᾽ ᾠδῆς * τὸ ἀείδειν αὐτοῖς τὸ αὐτὸ τῷ φράζειν ὑπῆρξε παρ᾽ ἐκείνοις. καταχρησαμένων δ᾽ αὐτῶν θατέρῳ καὶ ἐπὶ τοῦ πεζοῦ λόγου, καὶ ἐπὶ θάτερον ἡ κατάχρησις διέβη. καὶ αὐτὸ δὲ τὸ πεζὸν λεχθῆναι τὸν ἄνευ τοῦ μέτρου λόγον ἐμφαίνει τὸν ἀπὸ ὕψους τινὸς καταβάντα καὶ ὀχήματος εἰς τοὔδαφος. [7]

Strabo. ed. A. Meineke, Geographica. Leipzig: Teubner. 1877.

To deny that our poet possesses the graces of oratory is using us hardly indeed. What is so befitting an orator, what so poetical as eloquence, and who so sweetly eloquent as Homer? But, by heaven! you'll say, there are other styles of eloquence than those peculiar to poetry. Of course [I admit this]; in poetry itself there is the tragic and the comic style; in prose, the historic and the forensic. But is not language a generality, of which poetry and prose are forms? Yes, language is; but are not the rhetorical, the eloquent, and the florid styles also? I answer, that flowery prose is nothing but an imitation of poetry. Ornate poetry was the first to make its appearance, and was well received. Afterwards it was closely imitated by writers in the time of Cadmus, Pherecydes, and Hecatæus. The metre was the only thing dispensed with, every other poetic grace being carefully preserved. As time advanced, one after another of its beauties was discarded, till at last it came down from its glory into our common prose. In the same way we may say that comedy took its rise from tragedy, but descended from its lofty grandeur into what we now call the common parlance of daily life. And when [we find] the ancient writers making use of the expression ‘to sing,’ to designate eloquence of style, this in itself is an evidence that poetry is the source and origin of all ornamented and rhetorical language. Poetry in ancient days was on every occasion accompanied by melody. The song or ode was but a modulated speech, from whence the words rhapsody, tragedy, comedy,24 are derived; and since originally eloquence was the term made use of for the poetical effusions which were always of the nature of a song, it soon happened [that in speaking of poetry] some said, to sing, others, to be eloquent; and as the one term was early misapplied to prose compositions, the other also was soon applied in the same way. Lastly, the very term prose, which is applied to language not clothed in metre, seems to indicate, as it were, its descent from an elevation or chariot to the ground.25 [7]

http://www.perseus.tufts.edu/hopper....01.0197:book=1:chapter=2&highlight=a)ei/dein


Strab. 10.4

τῶν τε Σπαρτιατῶν τὸν νομοθέτην Λυκοῦργον πέντε γενεαῖς νεώτερον Ἀλθαιμένους εἶναι τοῦ στείλαντος τὴν εἰς Κρήτην ἀποικίαν: τὸν μὲν γὰρ ἱστορεῖσθαι Κίσσου παῖδα τοῦ τὸ Ἄργος κτίσαντος περὶ τὸν αὐτὸν χρόνον ἡνίκα Προκλῆς τὴν Σπάρτην συνῴκιζε, Λυκοῦργον δ᾽ ὁμολογεῖσθαι παρὰ πάντων ἕκτον ἀπὸ Προκλέους γεγονέναι: τὰ δὲ μιμήματα μὴ εἶναι πρότερα τῶν παραδειγμάτων μηδὲ τὰ νεώτερα τῶν πρεσβυτέρων: τήν τε ὄρχησιν τὴν παρὰ τοῖς Λακεδαιμονίοις ἐπιχωριάζουσαν καὶ τοὺς ῥυθμοὺς καὶ παιᾶνας τοὺς κατὰ νόμον ᾀδομένους καὶ ἄλλα πολλὰ τῶν νομίμων Κρητικὰ καλεῖσθαι παρ᾽ αὐτοῖς ὡς ἂν ἐκεῖθεν ὁρμώμενα: τῶν δ᾽ ἀρχείων τὰ μὲν καὶ τὰς διοικήσεις ἔχειν τὰς αὐτὰς καὶ τὰς ἐπωνυμίας, ὥσπερ καὶ τὴν τῶν γερόντων ἀρχὴν καὶ τὴν τῶν ἱππέων (πλὴν ὅτι τοὺς ἐν Κρήτῃ ἱππέας καὶ ἵππους κεκτῆσθαι συμβέβηκεν: ἐξ οὗ τεκμαίρονται πρεσβυτέραν εἶναι τῶν ἐν Κρήτῃ [p. 678] ἱππέων τὴν ἀρχήν: σώζειν γὰρ τὴν ἐτυμότητα τῆς προσηγορίας: τοὺς δὲ μὴ ἱπποτροφεῖν), τοὺς ἐφόρους δὲ τὰ αὐτὰ τοῖς ἐν Κρήτῃ κόσμοις διοικοῦντας ἑτέρως ὠνομάσθαι: τὰ δὲ συσσίτια ἀνδρεῖα παρὰ μὲν τοῖς Κρησὶν καὶ νῦν ἔτι καλεῖσθαι, παρὰ δὲ τοῖς Σπαρτιάταις μὴ διαμεῖναι καλούμενα ὁμοίως πρότερον: παρ᾽ Ἀλκμᾶνι γοῦν οὕτω κεῖσθαι“ φοίναις δὲ καὶ ἐν θιάσοισιν
ἀνδρείων παρὰ δαιτυμόνεσσι πρέπει παιᾶνα κατάρχειν.

Lycurgus, the Spartan legislator, he says, was five generations later than Althæmenes, who conducted the colony into Crete. He is said by historians to have been the son of Cissus, who founded Argos61 about the same time that Procles was engaged in establishing a colony at Sparta. It is also generally admitted that Lycurgus was the sixth in descent from Procles.62 Copies do not precede the models, nor modern precede ancient things. The usual kind of dancing practised among the Lacedæmonians, the measures, and the pæans sung according to a certain mood, and many other usages, are called among them Cretan, as if they came from Crete. But among the ancient customs, those relative to the administration of the state have the same designations as in Crete,63 as the council of Gerontes64 and that of the Knights,65 except that in Crete the knights had horses; whence it is conjectured, that the council of Knights in Crete is more ancient, since the origin of the appellation is preserved. But the Spartan knight did not keep a horse. They who perform the same functions as the Cosmi in Crete, have the different title of Ephori [in Sparta]. The Syssitia, or common meal, is even at present called Andreia among the Cretans; but among the Spartans they did not continue to call it by its former name, as it is found in the poet Alcman; “‘In festivals and in joyous assemblies of the Andreia, it is fit to begin the pean in honour of the guests.’” [19]

Strabo. ed. A. Meineke, Geographica. Leipzig: Teubner. 1877.

Athenaeus, The Deipnosophists Less(Greek)book 1, chapter 24: ... νήσῳ ἐρήμῃ. τοιοῦτός ἐστι καὶ ὁ παρὰ τοῖς μνηστῆρσιν ἀείδων ἀνάγκῃ, ὃς τοὺς ἐφεδρεύοντας τῇ Πηνελόπῃ ἐβδελύττετο. κοινῶς ... φίλησέ τε φῦλον ἀοιδῶν. ὁ δὲ παρὰ Φαίαξι Δημόδοκος ᾁδει Ἄρεος καὶ Ἀφροδίτης συνουσίαν, οὐ διὰ τὸ ἀποδέχεσθαι τὸ ... αὐτὴν βουλὴν ὁ Φήμιος νόστον Ἀχαιῶν. καὶ αἱ Σειρῆνες δὲ ᾁδουσι τῷ Ὀδυσσεῖ τὰ μάλιστα αὐτὸν τέρψοντα, καὶ τὰ οἰκεῖαbook 1, chapter 27: ... καὶ ὁ μὲν σκυλεύσας τὰ ὅπλα τοῦ ἑτέρου ἐξῄει ᾁδων Σιτάλκαν, ἄλλοι δὲ τῶν Θρᾳκῶν τὸν ἕτερον ἐξέφερον ὡςbook 1, chapter 44: ... ὁ Περγαμηνὸς ἱστορεῖ τὰς Κερκυραίας γυναῖκας ἔτι καὶ νῦν σφαιριζούσας ᾁδειν. σφαιρίζουσι δὲ παρ᾽παρ᾽ Ὁμήρῳ οὐ μόνον ἄνδρες ἀλλὰ καὶbook 1, chapter 61: ... γενόμενον πίνειν: καὶ οὕτως ἥδεσθαι τοὺς τοῦτον προσφερομένους ὡς καὶ ᾁδειν καὶ ὀρχεῖσθαι καὶ πάντα ποιεῖν ὅσα τοὺς ἐξοίνους γινομένους.book 2, chapter 68: ... δὲ Ἐπικιχλίδες, ἔτυχε ταύτης τῆς προσηγορίας διὰ τὸ τὸν Ὅμηρον ᾁδοντα αὐτὸ τοῖς παισὶ κίχλας δῶρον λαμβάνειν, ἱστορεῖ Μέναιχμος ἐνbook 3, chapter 95: ... γὰρ τὸν Μιλήσιον Τιμόθεον τὸν ποιητὴν οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά: καινὰ γὰρ μάλα κρείσσω, νέος ὁbook 4, chapter 4: ... τὸ ἔκπωμα. ἐπὶ τούτοις χορὸς εἰσῆλθεν ἀνθρώπων ἑκατὸν ἐμμελῶς ᾀδόντων γαμικὸν ὕμνον, μεθ᾽ οὓς ὀρχηστρίδες διεσκευασμέναι τρόπον Νηρηίδων, αἱbook 4, chapter 7: ... τῶν πινόντων. αὐλεῖν δ᾽ αὐτοῖς Ἀντιγενείδαν, ἀργᾶν δ᾽ ᾁδειν καὶ κιθαρίζειν Κηφισόδοτον τὸν Ἀχαρνῆθεν μέλπεινbook 4, chapter 17: ... τούτοις ἀκόλουθα διδόασι καὶ τὸν εἰς τὸν θεὸν παιᾶνα οὐκ ᾁδουσιν οὐδ᾽ ἄλλο τι τοιοῦτον εἰσάγουσιν οὐδὲν καθάπερ ἐν ταῖς ... παῖδές τε γὰρ κιθαρίζουσιν ἐν χιτῶσιν ἀνεζωσμένοις καὶ πρὸς αὐλὸν ᾁδοντες πάσας ἅμα τῷ πλήκτρῳ τὰς χορδὰς ἐπιτρέχοντες ἐν ῥυθμῷ μὲν ἀναπαίστῳ, μετ᾽ ὀξέος δὲ τόνου τὸν θεὸν ᾁδουσιν ἄλλοι δ᾽ ἐφ᾽ ἵππων κεκοσμημένων τὸ θέατρον διεξέρχονται: χοροί τε νεανίσκων παμπληθεῖς εἰσέρχονται καὶ τῶν ἐπιχωρίων τινὰ ποιημάτων ᾁδουσιν, ὀρχησταί τε ἐν τούτοις ἀναμεμιγμένοι τὴν κίνησιν ἀρχαικὴν ὑπὸbook 4, chapter 26: ... παλλακαὶ αὐτῷ, καὶ μία μὲν ἐξάρχει, αἱ δὲ ἄλλαι ἁθρόως ᾁδουσι. τὸ δὲ δεῖπνον, φησί, τὸ βασιλέως καλούμενον ἀκούσαντι μὲνbook 4, chapter 31: ... ταῖς ἀμφόδοις γινομένων νυκτερινῶν φόβων, ἀπὸ δὲ τῶν σπονδῶν παιὰν ᾁδεται. ὅταν δὲ τοῖς ἥρωσι θύωσι, βουθυσία μεγάλη γίνεται καὶbook 4, chapter 72: ... ὕπερ πολυβότρυος ἐξ Ἰωλκοῦ: οὕτω γὰρ Ὅμηρος ἠδὲ Στασίχορος ἄεισε λαοῖς. ὁ γὰρ Στησίχορος οὕτως εἴρηκεν ἐν τῷbook 4, chapter 78: ... καὶ Σκίρπαλον υἱόν, νήπιον ὅντ᾽ ἐκάλει Σκίρπαλον Εὐπαλάμου, ἀείδων αὐτοῦ τὰ γενέθλια: τοῦτο γὰρ εἶχεν τὴν παλαμῶν ἀρετὴνbook 5, chapter 8: ... γὰρ ἀνώγει ἠλεός, ὃς τ᾽ ἐφέηκε πολύφρονά περ μάλ᾽ ἀεῖσαι καὶ θ᾽ ἁπαλὸν γελάσαι καὶ τ᾽ ὀρχήσασθαι ἀνῆκεν ... ὥσπερ ἠλίθιον καλεῖ καὶ ματαιοποιόν, οὐδὲ κελεύει σκυθρωπὸν εἶναι μήτε ᾁδοντα μήτε γελῶντα μήτ᾽ ἐρρύθμως ποτὲ καὶ πρὸς ὄρχησιν τρεπόμενον. ... οὐκ εἶπεν ὡς ἄρα τὸν πολύφρονα ὁ οἶνος ποιεῖ ᾆσαι, ἀλλὰ μάλ᾽ ἀεῖσαι, τουτέστιν ἀμέτρως καὶ ἐπὶ πλεῖον ὥστε προσοχλεῖν: οὐδέ τιbook 5, chapter 10: ... λεγόμενοι Λακωνισταί, φησὶν ὁ Τίμαιος, ἐν τετραγώνοις χοροῖς ᾖδον. καθόλου δὲ διάφορος ἦν ἡ μουσικὴ παρὰ τοῖςbook 5, chapter 11: ... ἀλλήλους, ὄνομα δὲ μηδὲν εἰρῆσθαι τοῦ ᾠδοῦ μηδὲ ᾠδὴν ἣν ᾖδε μηδὲ προσέχειν τοὺς περὶ Τηλέμαχον αὐτῷ, καθάπερ δὲ ἐνbook 5, chapter 19: ... ἱλαρότητα καὶ παιδιὰν εὐσχήμονα. μετὰ γὰρ τὸν ἀγῶνα τὸν γυμνικὸν ᾁδει ὁ ᾠδὸς ἀμφ᾽ Ἄρεος φιλότητα μῦθόν τινα χλεύῃbook 5, chapter 28: ... πλάτος πεντεκαίδεκα, πλήρης σταφυλῆς, ἐπάτουν δὲ ἑξήκοντα Σάτυροι πρὸς αὐλὸν ᾁδοντες μέλος ἐπιλήνιον, ἐφειστήκει δ᾽ αὐταῖς Σιληνός. καὶ δι᾽ ὅληςbook 6, chapter 56: ... καὶ Στησιχόρου, ἔτι δὲ Πινδάρου παιάνων τῶν ναυτῶν τινας ἀνειληφότες ᾖδον, αὐτὸς δὲ μετὰ τῶν βουλομένων τοὺς ὑπὸ τοῦ ... τῶν ᾀσμάτων κατέχειν, αὐτὸς δ᾽ ἕτοιμος εἶναι πάντας ἐφεξῆς ᾁδειν. λήξαντος δὲ τῆς ὀργῆς τοῦ Διονυσίου πάλιν ὁ Δημοκλῆςbook 6, chapter 62: ... βωμοὶ καὶ ἡρῷα καὶ σπονδαί. τούτων ἑκάστῳ καὶ παιᾶνες ᾔδοντο, ὥστε καὶ αὐτὸν τὸν Δημήτριον θαυμάζειν ἐπὶ τοῖς ... κολάκων κόλακες ἐποίησαν εἰς αὐτὸν τὸν Δημήτριον παιᾶνας καὶ προσόδια ᾁδοντες; φησὶ γοῦν ὁ Δημοχάρης ἐν τῇ πρώτῃ καὶ εἰκοστῇ... ὀρχήσεως καὶ ᾠδῆς ἀπήντων αὐτῷ καὶ ἐφιστάμενοι κατὰ τοὺς ὄχλους ᾖδον ὀρχούμενοι καὶ ἐπᾴδοντες ὡς εἴη μόνος θεὸς ἀληθινός, οἱbook 6, chapter 64: *ταῦτ᾽ ᾖδον οἱ Μαραθωνομάχοι οὐ δημοσίᾳ, μόνον, ἀλλὰ καὶ κατ᾽ οἰκίαν,book 7, chapter 85: ... : λέγει γοῦν εἰ θείης, Ἀκάδημε, 6 ἐφίμερον ὕμνον ἀείδειν, ἆθλον δ᾽ ἐν μέσσῳ παῖς καλὸν ἄνθος ἔχωνbook 8, chapter 42: ... διψήσω. ἐν δὲ Βυζαντίῳ κιθαρῳδοῦ τὸ μὲν προοίμιον ᾁσαντος εὖ, ἐν δὲ τοῖς λοιποῖς ἀποτυγχάνοντος, ἀναστὰς ἐκήρυξεν ὃς ἂν καταμηνύσῃ τὸν τὸ προοίμιον ᾁσαντα κιθαρῳδόν, λήψεται χιλίας δραχμάς. ἐρωτηθεὶς δ᾽ ὑπό τινος ... τινος εἰπόντος ' τὸ ποῖον;᾽ ἔφη ' κακῶς μὲν κιθαρίζειν ἔδωκεν, ᾁδειν δὲ καλῶς ἀνένευσε δοκοῦ δέ ποτε καταπεσούσης καὶ ἀποκτεινάσηςbook 8, chapter 45: ... τὸ Ἀσκληπιεῖον τρόπαιον ἐπιγράψας: ' Στρατόνικος ἀπὸ τῶν κακῶς κιθαριζόντων.' ᾁσαντος δέ τινος, ἤρετο τίνος τὸ μέλος, εἰπόντος δ᾽ ὅτιbook 8, chapter 59: ... δ᾽ ὅκου πόδες φέρουσιν, εὐφθόγγοις: ἀμείβομαι Μούσῃσι πρὸς θύρῃσ᾽ ᾁδων καὶ δόντι καὶ μὴ δόντι πλέονα τῶν αἰτέω, ... μοι νύμφη: νόμος κορώνῃ χεῖρα δοῦν: ἐπαιτούσῃ. τοιαῦτ᾽ ἀείδω, δός τι καὶ καταχρήσει. κορωνισταὶ δὲ ἐκαλοῦντο οἱ... φησι Πάμφιλος ὁ Ἀλεξανδρεὺς ἐν τοῖς περὶ ὀνομάτων καὶ τὰ ᾀδόμενα δὲ ὑπ᾽ αὐτῶν κορωνίσματα καλεῖται, ὡς ἱστορεῖ Ἁγνοκλῆς ὁbook 9, chapter 42: ... ὁ θηρεύων, τοῦτο ποιεῖ: ' ὅταν δὲ θήλεια ᾖ ἡ θηρεύουσα, ᾁδει ἕως ἂν ἀπαντήσῃ ὁ ἡγεμὼν αὐτῇ, καὶ οἱ ἄλλοιbook 9, chapter 43: ... κακκαβίδων στόμα συνθέμενος, σαφῶς ἐμφανίζων ὅτι παρὰ τῶν περδίκων ᾁδειν ἐμάνθανε. διὸ καὶ Χαμαιλέων ὁ Ποντικὸς ἔφη: τὴν ... τῆς μουσικῆς τοῖς ἀρχαίοις ἐπινοηθῆναι ἀπὸ τῶν ἐν ταῖς ἐρημίαις ᾀδόντων ὀρνίθων ὧν κατὰ μίμησιν λαβεῖν στάσιν τὴν μουσικήν.book 9, chapter 49: ... καὶ μάλιστα περὶ τὰς τελευτάς. διαίρουσι δὲ καὶ τὸ πέλαγος ᾁδοντες. ἐστὶν δὲ τῶν στεγανοπόδων καὶ ποηφάγων. ὁ δὲ Μύνδιός φησιν Ἀλέξανδρος πολλοῖς τελευτῶσιν παρακολουθήσας οὐκ ἀκοῦσαι ᾀδόντων. ὁ δὲ τὰ Κεφαλίωνος ἐπιγραφόμενα Τρωικὰ συνθεὶς Ἡγησιάναξ ὁbook 10, chapter 84: ... μὲν οὐ φέροντα τὸ τοῦ τέττιγος ἄεθλον τὸν οὐκ ἐθέλοντα ᾁδειν, Πανοπηιάδην δὲ τὸν ὄνον, μέγα δὲ δεῖπνον τὴν χοίνικαbook 11, chapter 25: ... χρόνου, ὡς Ἀμειψίας: αὔλει μοι μέλος: σὺ δ᾽ ᾆδε πρὸς τήνδ᾽ , ἐκπίομαι δ᾽ ἐγὼ τέως. αὔλει σύ, καὶbook 12, chapter 8: ... τὰς μὲν ἡμέρας κοιμῶνται ἵνα νυκτὸς ἐγρηγορῶσι, τῆς δὲ νυκτὸς ᾁδουσαι καὶ ψάλλουσαι διατελοῦσι λύχνων καιομένων χρῆται δὲ αὐταῖς καὶbook 12, chapter 34: ... ἔμαθε ταῦτ᾽ ἐμοῦ πέμποντος, ἀλλὰ μᾶλλον πίνειν, ἔπειτ᾽ ᾁδειν κακῶς, Συρακοσίαν τράπεζαν Συβαρίτιδὰς τ᾽ εὐωχίας καὶ Χῖον ἐκbook 12, chapter 40: ... αὐτῷ εἰς τὸ δεῖπνον εἰσῄεσαν πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ψάλλουσαι καὶ ᾁδουσαι γυναῖκες: ἔψαλλον δὲ αὗται καὶ ᾖδον ἐκείνου δειπνοῦντος. Φοῖνιξ δ᾽ ὁ Κολοφώνιος ποιητὴς περὶ ... κατέλιπε ῥῆσιν ὅκου Νίνος νῦν ἐστι καὶ τὸ σῆμ᾽ ᾁδει: ἄκουσον, εἴτ᾽ Ἀσσύριος εἴτε καὶ Μῆδος εἶς ... οὐδέν, ἀλλὰ γῆ πεποίημαι. ἔχω δ᾽ ὁκόσον ἔδαισα χὠκόσ᾽ ἤεισα χὠκόσσ᾽ ἐράσθην τὰ δ᾽ ὄλβι᾽ ἡμέων δήιοιbook 12, chapter 60: ... ἐν δὲ τῇ πομπῇ τῶν Διονυσίων ἣν ἔπεμψεν ἄρχων γενόμενος, ᾖδεν ὁ χορὸς εἰς αὐτὸν ποιήματα Καστορίωνος τοῦ Σολέως, ἐνbook 12, chapter 62: ... τὰ κατὰ τήν τέχνην ἀηδῶς ἐποιεῖτο ἀλλὰ ῥᾳδίως, ὡς καὶ ᾁδειν γράφοντα, ὡς ἱστορεῖ Θεόφραστος ἐν τῷ περὶ Εὐδαιμονίας τερατευόμενοςbook 13, chapter 28: ... τάδε νῦν ἑταίραις ταῖς ἐμαῖσι τερπνὰ καλῶς ἀείσω. καὶ ἔτι: Λατὼ καὶ Νιόβα μάλαbook 13, chapter 33: ... οἶκον, ὕστερον δὲ καὶ σκόλιον τὸ παρὰ τὴν θυσίαν ᾀσθέν, ἐν ᾧ τὴν ἀρχὴν εὐθέως πεποίηται πρὸς τὰς ἑταίραςbook 13, chapter 71: ... δ᾽ οἷα μέλισσα πολυπρήωνα Κολώνην λείπουσ᾽ ἐν τραγικαῖς ᾖδε χοροστασίαις Βάκχον καὶ τὸν Ἔρωτα Θεωρίδος Ἠριγόνης τεbook 13, chapter 72: ... ὕμνον, ἐκ τᾶς καλλιγύναικος ἐσθλᾶς Τήιος χώρας ὃν ἄειδε τερπνῶς πρέσβυς ἀγαυός. ὅτι δὲ οὔκ ἐστιbook 14, chapter 6: ... δημίου σφάττεσθαι ἔτι ἕν τι ἔφη θέλειν ὥσπερ τὸ κύκνειον ᾁσας ἀποθανεῖν. ἐπιτρέψαντος δ᾽ ἐκείνου ἔσκωψεν. ὑπὸ δὴbook 14, chapter 10: ... τάσδε: ἱμαῖος ἡ ἐπιμύλιος καλουμένη, ἣν παρὰ τοὺς ἀλέτους ᾖδον, ἴσως ἀπὸ τῆς ἱμαλίδος. ἱμαλὶς δ᾽ ἐστὶν παρὰ Δωριεῦσιν ... ποιήσεως δῆλόν ἐστιν. ἔτι γὰρ καὶ νῦν αἱ γυναῖκες ᾁδουσιν αὐτοῦ μέλη περὶ τὰς ἐώρας. ἡ δὲ τῶν ... φιληλιάς, ὁ ὡς Τελέσιλλα παρίστησιν οὔπιγγοι δὲ αἱ εἰς Ἄρτεμιν. ᾔδοντο δὲ Ἀθήνησι καὶ οἱ Χαρώνδου νόμοι παρ᾽ οἶνον, ὡςbook 14, chapter 11: ... καὶ ποιήσασα περιῄει κατὰ τὴν ἐρημίαν, ὥς φασιν, ἀναβοῶσα καὶ ᾁδουσα τὸ καλούμενον νόμιον, ἐν ᾧ ἐστιν ' μακραὶ δρύες, ὦ Μέναλκα.' Ἀριστόξενος δὲ ἐν τετάρτῳ περὶ Μουσικῆς ᾖδον, φησίν, αἱ ἀρχαῖαι γυναῖκες Καλύκην τινὰ ᾠδήν. Στησιχόρου δ᾽ ... ἄν τις ἃς ἐκεῖνοι κατά τινα ἐπιχωριαζομένην παρ᾽ αὐτοῖς ἑορτὴν ᾁδοντες ἀνακαλοῦνταί τινα τῶν ἀρχαίων, προσαγορεύοντες Βῶρμον. τοῦτον δὲ λέγουσινbook 14, chapter 13: ... καλεῖσθαι, τὸν δὲ γυναικεῖα ἀνδρείοις λυσιῳδὸν τὰ αὐτὰ δὲ μέλη ᾁδουσιν, καὶ τἄλλα πάντα δ᾽ ἐστὶν ὅμοια. ὁ δὲ ἰωνικολόγοςbook 14, chapter 17: ... ἐν Ἀθήναις κατοικοῦντα καὶ πλησίον τοῦ θεάτρου οἰκοῦντα, εἰ ἐξέλθοι ᾀσόμενος, τάλαντον Ἀττικὸν τῆς ἡμέρας λαμβάνειν.book 14, chapter 19: ... Δώριον ἐκάλουν ἁρμονίαν ἐκάλουν δὲ καὶ Αἰολίδα ἁρμονίαν ἣν Αἰολεῖς ᾖδον Ἰαστὶ δὲ τὴν τρίτην ἔφασκον ἣν ἤκουον ᾀδόντων τῶν Ἰώνων. ἡ μὲν οὖν Δώριος ἁρμονία τὸ ἀνδρῶδες ... ὕμνον ἀναγνέων Αἰολίδ᾽ ἀνὰ βαρύβρομον ἁρμονίαν. ταῦτα δ᾽ ᾁδουσιν πάντες ὑποδώρια τὰ μέλη. ἐπεὶ οὖν τὸ μέλος ἐστὶνbook 14, chapter 21: ... Ἑλλήνων ἐν αὐλοῖς συνοπαδοὶ Πέλοπος Ματρὸς ὀρείας Φρύγιον ἄεισαν νόμον τοὶ δ᾽ ὀξυφώνοις πηκτίδων ψαλμοῖς κρέκον Λύδιονbook 14, chapter 22: ... ὄντας αὐστηροτάτους, παρὰ γοῦν μόνοις Ἀρκάσιν οἱ παῖδες ἐκ νηπίων ᾁδειν ἐθίζονται κατὰ νόμον τοὺς ὕμνους καὶ παιᾶνας, οἷς ἕκαστοι ... ἀγωγὰς διὰ τῶν ἐπεισάκτων ἀκροαμάτων ὡς δι᾽ αὑτῶν: ἀν μέρος ᾁδειν ἀλλήλοις προστάττοντες. καὶ τῶν μὲν ἄλλων μαθημάτων ἀρνηθῆναί τι μὴ εἰδέναι οὐδὲν αἰσχρόν ἐστιν, τὸ δὲ ᾁδειν ἀποτρίβεσθαι αἰσχρὸν παρ᾽ αὐτοῖς νομίζεται, καὶ μὴν ἐμβατήρια μετ᾽book 14, chapter 24: ... φόρμιγγος περικαλλέος, ἣν ἔχ᾽ Ἀπόλλων, Μουσάων θ᾽, αἳ ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ. παύσασθαι γὰρ ἔδει τὰ νείκη ... καὶ περιέλαβον ἔθεσι καὶ νόμοις τοὺς τῶν θεῶν ὕμνους ᾁδειν ἅπαντας ἐν ταῖς ἑστιάσεσιν, ὅπως καὶ διὰ τούτων τηρῆταιbook 14, chapter 25: ... ἐλευθέροις τὰς ὀρχήσεις καὶ ἐχρῶντο τοῖς σχήμασι σημείοις μόνον τῶν ᾀδομένων, τηροῦντες αἰεὶ τὸ εὐγενὲς καὶ ἀνδρῶδες ἐπ᾽ αὐτῶν, ὅθενbook 14, chapter 29: ... στρατηγίαν ἐν ταῖς στρατείαις ἔθος ποιήσασθαι, ἂν δειπνοποιήσωνται καὶ παιωνίσωσιν, ᾁδειν καθ᾽ ἕνα τι Τυρταίου: κρίνειν δὲ τὸν πολέμαρχον καὶbook 14, chapter 30: ... ἡ πυρρίχη καὶ χειρονομία, ἡ δ᾽ ὑπορχηματική ἐστιν ἐν ᾗ ᾁδων ὁ χορὸς ὀρχεῖται. φησὶ γοῦν ὁ Βακχυλίδης:book 14, chapter 33: ... ὕμνους δι᾽ ᾠδῆς ἐποιοῦντο. Ὅμηρος γοῦν φησιν ἐπ᾽ Ἀχιλλέως: ἄειδε δ᾽ ἄρα κλέα ἀνδρῶν, ἤτοι ἡρώων, καὶ τὸν ... Ἀγγάρης τις ὄνομα οὗτος δ᾽ ἦν τῶν ᾠδῶν ὁ ἐνδοξότατος ᾖδεν εἰσκληθεὶς τά τε ἄλλα τῶν εἰθισμένων καὶ τὸbook 14, chapter 36: ... ἐστὶν μαγαδίζειν ἐπὶ τροχοῦ καθημένους: οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ταὐτὸν ᾁσεται μέλος. Εὐφορίων δὲ ἐν τῷ περὶ Ἰσθμίων παλαιὸν ... καὶ Φρύνιχος δ᾽ ἐν Φοινίσσαις εἴρηκε: ψαλμοῖσιν ἀντίσπαστ᾽ ἀείδοντες μέλη. καὶ Σοφοκλῆς ἐν Μυσοῖς: πολὺςbook 14, chapter 38: ... τρίγωνα, κλεψίαμβοι, σκινδαψοί, ἐννεάχορδα. ἐν οἷς γάρ, φησί, τοὺς ἰάμβους ᾖδον ἰαμβύκας ἐκάλουν ἐν οἷς δὲ παρελογίζοντο τὰ ἐν ... οἷς τὰ διὰ πασῶν καὶ πρὸς ἴσα τὰ μέρη τῶν ᾀδόντων ἡρμοσμένα. καὶ ἄλλα δ᾽ ἦν παρὰ ταῦτα: καὶ γὰρbook 14, chapter 43: ... τὰ Στησιχόρου τε καὶ Ἀλκμᾶνος Σιμωνίδου τε ἀρχαῖον ἀείδειν. ὁ δὲ Γνήσιππος ἔστ᾽ ἀκούειν, ὃς νυκτερίν᾽ εὗρε μοιχοῖςbook 14, chapter 54: ... πρὸς τὰς τῶν γυναικῶν ἑστιάσεις, περιφέρειν τ᾽ αὐτοὺς ὅταν μέλλωσιν ᾁδειν τὸ παρεσκευασμένον ἐγκώμιον τῆς Παρθένου αἱ ἐν τῷ χορῷbook 15, chapter 20: ... λευκὴν λαβεῖν: εἶτ᾽ Ἰσθμιακὰ λαβόντες ὥσπερ οἱ χοροὶ ᾁδωμεν εἰς τὸν δεσπότην ἐγκώμιον. Σιληνὸς δ᾽ ἐν ταῖςbook 15, chapter 22: ... γερόντων, ὁ δ᾽ ἐξ ἀριστεροῦ ἀνδρῶν,2 γυμνῶν ὀρχουμένων καὶ ᾀδόντων Θαλητᾶ καὶ Ἀλκμᾶνος ᾁσματα καὶ τοὺς Διονυσοδότου τοῦ Λάκωνοςbook 15, chapter 30: ... νύμφαι καὶ Χάριτες, ἅμα δὲ χρυσῆ Ἀφροδίτη, καλὸν ἀείδουσαι κατ᾽ ὄρος πολυπιδάκου Ἴδης.book 15, chapter 47: ... γὰρ ἐν Ἀγροικίσιν ἔφη: Ἁρμόδιος ἐπεκαλεῖτο,4 παιὰν ᾔδετο, μεγάλην Διὸς Σωτῆρος ἄκατον ἦρέ τις. Ἄλεξιςbook 15, chapter 49: ... Ἀνακρέοντος, ὡς Ἀριστοφάνης παρίστησιν ἐν Δαιταλεῦσιν λέγων οὕτως ᾆσον δή μοι σκόλιόν τι λαβὼν Ἀλκαίου κἀνακρέοντος. καὶ ... δευτέρῳ Βιβλίων Χρήσεως, ἐν οἷς τὰ περί: τὰς συνουσίας ἦν ᾀδόμενα: ὧν τὸ μὲν πρῶτον ἦν ὃ δὴ πάντας ᾁδειν νόμος ἦν, τὸ δὲ δεύτερον ὃ δὴ πάντες μὲν ᾖδον, οὐ μὴν ἀλλά γε: κατά τινα περίοδον ἐξ ὑποδοχῆς, ... γινόμενον, ἀλλ᾽ ὅπη ἔτυχον εἶναι σκόλιον ἐκλήθη, τὸ δὲ τοιοῦτον ᾔδετο ὁπότε τὰ κοινὰ καὶ πᾶσιν ἀναγκαῖα τέλος λάβοι ἐνταῦθαbook 15, chapter 50: ... . β᾽ πλούτου μητέρ᾽ Ὀλυμπίαν ἀείδω Δήμητρα στεφανηφόροις ἐν ὥραις, σέ τε, παῖ Διόςbook 15, chapter 51: ... ἀπενεγκάμενος Δημόφιλος εἰσέδωκε,7 παρασκευασθεὶς ὑπ᾽ Εὐρυμέδοντος, ὡς ἀσεβοῦντος καὶ ᾁδοντος ἐν τοῖς συσσιτίοις ὁσημέραι εἰς τὸν Ἑρμείαν παιᾶνα, ὅτιbook 15, chapter 52: ... παιάν, ὅν φησι Δοῦρις ἐν τοῖς Σαμίων ἐπιγραφομένοις ῝ Ὥροις ᾁδεσθαι ἐν Σάμῳ. παιὰν δ᾽ ἐστὶν καὶ ὁ εἰς Κρατερὸν ... διαλεκτικός, φησὶν Ἕρμιππος ὁ Καλλιμάχειος ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Ἀριστοτέλους, ᾁδεται δὲ καὶ οὗτος ἐν Δελφοῖς, λυρίζοντὸς γέ τινος παιδός. καὶ ὁ εἰς Ἀγήμονα δὲ τὸν Κορίνθιον Ἀλκυόνης πατέρα, ὃν ᾁδουσιν Κορίνθιοι, ἔχει τὸ παιανικὸν ἐπίφθεγμα. παρέθετο δ᾽ αὐτὸν Πολέμων ... εἰς Πτολεμαῖον δὲ τὸν πρῶτον Αἰγύπτου βασιλεύσαντα παιάν ἐστιν, ὃν ᾁδουσιν Ῥόδιοι: ἔχει γὰρ τὸ ἰὴ παιὰν ἐπίφθεγμα, ὥς ... Ῥόδῳ θυσιῶν, ἐπ᾽ Ἀντιγόνῳ δὲ καὶ Δημητρίῳ φησὶν Φιλόχορος Ἀθηναίους ᾁδειν παιᾶνας τοὺς πεποιημένους ὑπὸ Ἑρμοκλέους τοῦ Κυζικηνοῦ, ἐφαμίλλων γενομένωνbook 15, chapter 53: ... υἱὸν γενέσθαι Σέλευκον τὸν τῶν ἱλαρῶν ᾀσμάτων ποιητήν. οὗπερ συνεχῶς ᾁδειν εἰώθασιν κἀγὼ παιδοφιλήσω πολύ μοι κάλλιον ἢ γαμεῖνbook 15, chapter 55: ... σμικρὸν τυροῦντ᾽ ἐσιδοῦσα, ὦ φίλη, ὡνὴρ μὲν παρ᾽ Ἀθηναίοισιν ἀείσας πεντήκοντ᾽ ἔλαβε δραχμάς, σὺ δὲ μικρὸν ἐπέψω., ταῦτά... ς τὸν ἀγῶνα. καὶ τότε δὴ θάρσησα καὶ ἤειδον πολὺ μᾶλλον.chapter 63: ... διδόντι ἐκπιεῖν παιδὶ ι τὸν εἰς τὴν Ὑγίειαν παιᾶνα ᾁσας τὸν ποιηθέντα ὑπὸ Ἀρίφρονος τοῦ Σικυωνίου τόνδε:
Ath. 1.24

24. ἐχρῶντο δὲ ἐν τοῖς συμποσίοις καὶ κιθαρῳδοῖς καὶ ὀρχησταῖς, ὡς οἱ μνηστῆρες. καὶ παρὰ Μενελάῳ ‘ ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδός,’ δύο δὲ κυβιστητῆρες μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον. μολπῆς δὲ ἀντὶ τοῦ παιδιᾶς. σῶφρον δέ τι ἦν τὸ τῶν συμποσίοις καὶ φιλοσόφων διάθεσιν ἐπέχον. Ἀγαμέμνων γοῦν τὸν ἀοιδὸν καταλείπει τῇ Κλυταιμνήστρᾳ φύλακα καὶ παραινετῆρά τινα: ὃς πρῶτον μὲν ἀρετὴν γυναικῶν διερχόμενος ἐνέβαλλὲ τινα φιλοτιμίαν εἰς καλοκἀγαθίαν, εἶτα διατριβὴν παρέχων ἡδεῖαν ἀπεπλάνα τὴν διάνοιαν φαύλων ἐπινοιῶν. διὸ Αἴγισθος οὐ πρότερον διέφθειρε τὴν γυναῖκα πρὶν τὸν ἀοιδὸν ἀποκτεῖναι ἐν νήσῳ ἐρήμῃ. [p. 62] τοιοῦτός ἐστι καὶ ὁ παρὰ τοῖς μνηστῆρσιν ἀείδων ἀνάγκῃ, ὃς τοὺς ἐφεδρεύοντας τῇ Πηνελόπῃ ἐβδελύττετο. κοινῶς δέ που πάντας τοὺς ἀοιδοὺς αἰδοίους τοῖς ἀνθρώποις εἶναί φησι:

τοὔνεκ᾽ ἄρα σφέας
οἴμας Μοῦσ᾽ ἐδίδαξε φίλησέ τε φῦλον ἀοιδῶν.
ὁ δὲ παρὰ Φαίαξι Δημόδοκος ᾁδει Ἄρεος καὶ Ἀφροδίτης συνουσίαν, οὐ διὰ τὸ ἀποδέχεσθαι τὸ τοιοῦτον πάθος, ἀλλ᾽ ἀποτρέπων αὐτοὺς παρανόμων ὀρέξεων, ἢ εἰδὼς ἐν τρυφερῷ τινι βίῳ τεθραμμένους κἀντεῦθεν ὁμοιότατα τοῖς τρόποις αὐτῶν τὰ πρὸς ἀνάπαυσιν προφέρων. καὶ τοῖς μνηστῆρσιν ᾄδει πρὸς τὴν αὐτὴν βουλὴν ὁ Φήμιος νόστον Ἀχαιῶν. καὶ αἱ Σειρῆνες δὲ ᾁδουσι τῷ Ὀδυσσεῖ τὰ μάλιστα αὐτὸν τέρψοντα, καὶ τὰ οἰκεῖα τῇ φιλοτιμίᾳ αὐτοῦ καὶ πολυμαθείᾳ λέγουσαι. ‘ ἴσμεν γάρ φασί, τὰ τά ἄλλα καὶ ὅσσα γένηται ἐν χθονὶ πολυβοτείρῃ.’

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...apter=24&highlight=a)ei/dwn,a)/|dousi,a)/|dei


Ath. 1.27

27. οἱ Φαίακες δὲ παρ᾽ Ὁμήρῳ καὶ ἄνευ σφαίρας ὀρχοῦνται. καὶ ὀρχοῦνταί που ἀνὰ μέρος πυκνῶς ῾ τοῦτο γάρ ἐστι τὸ ‘ταρφέ᾽ ἀμειβόμενοι’ ᾿, ἄλλων ἐφεστώτων καὶ ἐπικροτούντων τοῖς λιχανοῖς δακτύλοις, ὅ φησι ληκεῖν. οἶδε δὲ ὁ ποιητὴς καὶ τὴν πρὸς ᾠδὴν ὄρχησιν: Δημοδόκου γοῦν ᾄδοντος κοῦροι πρωθῆβαι ὠρχοῦντο καὶ ἐν τῇ Ὁπλοποιίᾳ δὲ παιδὸς κιθαρίζοντος ἄλλοι ἐναντίοι μολπῇ τε ὀρχηθμῷ τε ἔσκαιρον. ὑποσημαίνεται δὲ ἐν τούτοις ὁ ὑπορχηματικὸς τρόπος, ὃς ἤνθησεν [p. 68] ἐπὶ Ξενοδήμου καὶ Πινδάρου. καί ἐστιν ἡ τοιαύτη ὄρχησις μίμησις τῶν ὑπὸ τῆς λέξεως ἑρμηνευομένων πραγμάτων ἣν παρίστησι γινομένην Ξενοφῶν ὁ καλὸς ἐν τῇ Ἀναβάσει ἐν τῷ παρὰ Σεύθῃ τῷ Θρᾳκὶ συμποσίῳ. φησὶ γοῦν: ‘ ἐπειδὴ σπονδαὶ τε ἐγένοντο καὶ ἐπαιώνισαν, ἀνέστησαν πρῶτοι Θρᾷκες καὶ πρὸς αὐλὸν ὠρχοῦντο σὺν ὅπλοις καὶ ἥλλοντο ὑψηλά τε καὶ κούφως καὶ ταῖς μαχαίραις ἐχρῶντο: τέλος δὲ ὁ ἕτερος τὸν ἕτερον παίει, ὡς πᾶσι δοκεῖν πεπληγέναι τὸν ἄνδρα. ὁ δ᾽ ἔπεσε τεχνικῶς πως καὶ πάντες ἀνέκραγον οἱ συνδειπνοῦντες Παφλαγόνες. καὶ ὁ μὲν σκυλεύσας τὰ ὅπλα τοῦ ἑτέρου ἐξῄει ᾁδων Σιτάλκαν, ἄλλοι δὲ τῶν Θρᾳκῶν τὸν ἕτερον ἐξέφερον ὡς τεθνηκότα: ἦν δὲ οὐδὲν πεπονθώς. μετὰ τοῦτον Αἰνιᾶνες καὶ Μάγνητες ἀνέστησαν, οἳ ὠρχοῦντο τὴν καρπαίαν καλουμένην ἐν τοῖς ὅπλοις. ὁ δὲ τρόπος τῆς ὀρχήσεως ἦν ὁ μὲν παραθέμενος τὰ ὅπλα σπείρει καὶ ζευγηλατεῖ πυκνὰ μεταστρεφόμενος ὡς φοβούμενος, λῃστὴς δὲ προσέρχεται: ὁ δὲ ἐπὰν προίδηται ἁρπάσας τὰ ὅπλα μάχεται πρὸ τοῦ ζεύγους ἐν ῥυθμῷ πρὸς τὸν αὐλόν καὶ τέλος ὁ λῃστὴς δήσας τὸν ἄνδρα τὸ ζεῦγος ἀπάγει, ἐνίοτε δὲ καὶ ὁ ζευγηλάτης τὸν λῃστὴν εἶτα παρὰ τοὺς βοῦς δήσας ὀπίσω τὼ χεῖρε δεδεμένον ἐλαύνει.’ καί τις, φησί, τὸ Περσικὸν ὠρχεῖτο καὶ κροτῶν τὰς πέλτας ὤκλαζε καὶ ἐξανίστατο: καὶ ταῦτα πάντα ῥυθμῷ πρὸς τὸν αὐλὸν ἐποίει. καὶ Ἀρκάδες δέ φησίν, ἀναστάντες ἐξοπλισάμενοι ᾔεσαν ἐν ῥυθμῷ [p. 70] πρὸς τὸν ἐνόπλιον ῥυθμὸν αὐλούμενοι καὶ ἐνωπλίσαντο καὶ ὠρχήσαντο.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick.

Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...8.01.0405:book=1:chapter=27&highlight=a)/|dwn


Ath. 1.44

Ἐρατοσθένης:

ὀπταλέα κρέα
ἐκ τέφρης ἐπάσαντο τὰ τ᾽ ἀγρώσσοντες ἕλοντο.
ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ,

φησὶν ὁ Θηβαῖος μελοποιός. ἔτι περὶ τοῦ Τῶν ἡρώων Βίου ὅτι Σέλευκός φησι τὴν παρ᾽ Ὁμήρῳ δαῖτα [p. 106] θάλειαν στοιχείων μεταθέσει δίαιταν εἶναι: τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ δαίσασθαι λέγειν βιαιότερόν ἐστι. ὅτι Καρύστιος ὁ Περγαμηνὸς ἱστορεῖ τὰς Κερκυραίας γυναῖκας ἔτι καὶ νῦν σφαιριζούσας ᾁδειν. σφαιρίζουσι δὲ παρ᾽παρ᾽ Ὁμήρῳ οὐ μόνον ἄνδρες ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, καὶ δίσκοις δὲ καὶ ἀκοντίοις μετά τινος συμμετρίας ἐχρῶντο

δίσκοισιν τέρποντο καὶ αἰγανέῃσιν ἱέντες.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:2008.01.0405:book=1:chapter=44

Ath. 3.95

95. εἰ οὖν κἀγώ τι ἥμαρτον, ὦ καλλίστων ὀνομάτων καὶ ῥημάτων θηρευτά, μὴ χαλέπαινε. κατὰ γὰρ τὸν Μιλήσιον Τιμόθεον τὸν ποιητὴν

οὐκ ἀείδω τὰ παλαιά: καινὰ γὰρ μάλα κρείσσω,
νέος ὁ Ζεὺς βασιλεύει: τὸ πάλαι δ᾽ ἦν
Κρόνος ἄρχων, ἀπίτω μοῦσα παλαιά.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...8.01.0405:book=3:chapter=95&highlight=a)ei/dw


Ath. 4.17

17. [p. 136] ταῦτα μὲν ὁ Πολέμων πρὸς ὃν ἀντιλέγων Δίδυμος ὁ γραμματικὸς—καλεῖ δὲ τοῦτον Δημήτριος ὁ Τροιζήνιος βιβλιολάθαν διὰ τὸ πλῆθος ὧν ἐκδέδωκε συγγραμμάτων ἐστὶ γὰρ τρισχίλια πρὸς τοῖς πεντακοσίοις—φησὶ τάδε: ‘ Πολυκράτης,’ φησί, “ ἐν τοῖς Λακωνικοῖς ἱστορεῖ ὅτι τὴν μὲν τῶν Ὑακινθίων θυσίαν οἱ Λάκωνες ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας συντελοῦσι καὶ διὰ τὸ πένθος τὸ γινόμενον περὶ τὸν Ὑάκινθον οὔτε στεφανοῦνται ἐπὶ τοῖς δείπνοις οὔτε ἄρτον εἰσφέρουσιν οὔτε ἄλλα πέμματα καὶ τὰ τούτοις ἀκόλουθα διδόασι καὶ τὸν εἰς τὸν θεὸν παιᾶνα οὐκ ᾁδουσιν οὐδ᾽ ἄλλο τι τοιοῦτον εἰσάγουσιν οὐδὲν καθάπερ ἐν ταῖς ἄλλαις θυσίαις ποιοῦσιν, ἀλλὰ μετ᾽ εὐταξίας πολλῆς δειπνήσαντες ἀπέρχονται, τῇ δὲ μέσῃ τῶν τριῶν ἡμερῶν γίνεται θέα ποικίλη καὶ πανήγυρις ἀξιόλογος καὶ μεγάλη: παῖδές τε γὰρ κιθαρίζουσιν ἐν χιτῶσιν ἀνεζωσμένοις καὶ πρὸς αὐλὸν ᾁδοντες πάσας ἅμα τῷ πλήκτρῳ τὰς χορδὰς ἐπιτρέχοντες ἐν ῥυθμῷ μὲν ἀναπαίστῳ, μετ᾽ ὀξέος δὲ τόνου τὸν θεὸν ᾁδουσιν ἄλλοι δ᾽ ἐφ᾽ ἵππων κεκοσμημένων τὸ θέατρον διεξέρχονται: χοροί τε νεανίσκων παμπληθεῖς εἰσέρχονται καὶ τῶν ἐπιχωρίων τινὰ ποιημάτων ᾁδουσιν, ὀρχησταί τε ἐν τούτοις ἀναμεμιγμένοι τὴν κίνησιν ἀρχαικὴν ὑπὸ τὸν αὐλὸν καὶ τὴν ᾠδὴν ποιοῦνται, τῶν δὲ παρθένων αἱ μὲν ἐπὶ κανάθρων φέρονται πολυτελῶς κατεσκευασμένων , αἱ δ᾽ ἐφ᾽ ἁμίλλαις ἁρμάτων ἐζευγμένων πομπεύουσιν, ἅπασα [p. 138] δ᾽ ἐν κινήσει καὶ χαρᾷ τῆς θεωρίας ἡ πόλις καθέστηκεν. ἱερεῖά τε παμπληθῆ θύουσι τὴν ἡμέραν ταύτην καὶ δειπνίζουσιν οἱ πολῖται πάντας τοὺς γνωρίμους καὶ τοὺς δούλους τοὺς ἰδίους: οὐδεὶς δ᾽ ἀπολείπει τὴν θυσίαν, ἀλλὰ κενοῦσθαι συμβαίνει τὴν πόλιν πρὸς τὴν θέαν. τῆς δὲ κοπίδος μνημονεύει καὶ Ἀριστοφάνης ἢ Φιλύλλιος ἐν ταῖς Πόλεσιν, Ἐπίλυκός τε ἐν Κωραλίσκῳ λέγων οὕτως:

ποττὰν κοπίδ᾽, οἰῶ, σώμαι
ἐν Ἀμυκλαῖον παρ᾽ Ἀπέλλω,
εἷ βάρακες πολλαὶ κἄρτοι
καὶ δωμὸς τοι μάλα ἁδύς

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...=4:chapter=17&highlight=a)/|dousin,a)/|dontes


Ath. 5.10

10. ἀλλ᾽ ὅπερ εἶπον, ἡ τῶν ἀκροαμάτων εἰς τὸ σῶφρον τοῦτο συμπόσιον εἰσαγωγὴ παρέγγραφός ἐστιν ἐκ τοῦ Κρητικοῦ χοροῦ μετενηνεγμένη, περὶ οὗ φησιν ἐν Ὁπλοποιίᾳ: [p. 344]

ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς Ἀμφιγυήεις,
τῷ ἴκελον οἷὸν ποτ᾽ ἐνὶ Κνωσσῷ εὐρείῃ
Δαίδαλος ἤσκησεν καλλιπλοκάμῳ Ἀριάδνῃ.
ἔνθα μὲν ἠίθεοι καὶ παρθένοι ἀλφεσίβοιαι
ὠρχεῦντ᾽, ἀλλήλων ἐπὶ καρπῷ χεῖρας ἔχουσαι,
τούτοις γὰρ ἐπιβάλλει:

πολλὸς δ᾽ ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ᾽ ὅμιλος
τερπόμενος: μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδὸς
φορμίζων δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ᾽ αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
τοῖς μὲν οὖν Κρησὶν ἥ τε ὄρχησις ἐπιχώριος καὶ τὸ κυβιστᾶν. διό φησι πρὸς τὸν Κρῆτα Μηριόνην

Μηριόνη, τάχα κέν σε καὶ ὀρχηστήν περ ἐόντα
ἔγχος ἐμὸν κατέπαυσε διαμπερές, εἲ σ᾽ ἔβαλόν περ.
ὅθεν καὶ Κρητικὰ καλοῦσι τὰ ὑπορχήματα:

Κρῆτα μὲν καλέουσι τρόπον, τὸ δ᾽ ὄργανον Μολοσσόν.
‘οἱ δὲ λεγόμενοι Λακωνισταί,’ φησὶν ὁ Τίμαιος, ‘ἐν τετραγώνοις χοροῖς ᾖδον.’ καθόλου δὲ διάφορος ἦν ἡ μουσικὴ παρὰ τοῖς Ἕλλησι, τῶν μὲν Ἀθηναίων τοὺς Διονυσιακοὺς χοροὺς καὶ τοὺς κυκλίους προτιμώντων, Συρακοσίων δὲ τοὺς ἰαμβιστάς, ἄλλων δ᾽ ἄλλο τι. ὁ δ᾽ Ἀρίσταρχος οὐ μόνον εἰς τὸ τοῦ Μενελάου συμπόσιον ἐμβαλὼν οὓς οὐ προσῆκε στίχους καὶ τῆς Λακώνων παιδείας ἀλλότριον ἐποίησε καὶ τῆς τοῦ βασιλέως σωφροσύνης, ἀλλὰ καὶ τοῦ Κρητικοῦ χοροῦ τὸν ᾠδὸν ἐξεῖλεν, ἐπιτεμὼν τὰ ποιήματα τὸν τρόπον τοῦτον [p. 346]

πολλὸς δ᾽ ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ᾽ ὅμιλος
τερπόμενος: δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ᾽ αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
ὥστ᾽ ἀνίατον γίνεσθαι παντάπασι τὸ ἐξάρχοντες, μηκέτι δυναμένης τῆς ἐπὶ τὸν ᾠδὸν ἀναφορᾶς σῴζεσθαι.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick.
Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...8.01.0405:book=5:chapter=10&highlight=h)=|don


Ath. 8.42

42. Κλέαρχος δ᾽ ἐν δευτέρῳ περὶ φιλίας ' Στρατόνικος, ' φησίν, '. ὁ κιθαριστὴς ἀναπαύεσθαι μέλλων ἐκέλευεν ἀεὶ τὸν παῖδα προσφέρειν αὑτῷ πιεῖν: ‘οὐχ ὅτι διψῶ,’ φησίν, ‘ἵνα δὲ μὴ διψήσω.’ ἐν δὲ Βυζαντίῳ κιθαρῳδοῦ τὸ μὲν προοίμιον ᾁσαντος εὖ, ἐν δὲ τοῖς λοιποῖς ἀποτυγχάνοντος, ἀναστὰς ἐκήρυξεν ‘ὃς ἂν καταμηνύσῃ τὸν τὸ προοίμιον ᾁσαντα κιθαρῳδόν, λήψεται χιλίας δραχμάς.’ ἐρωτηθεὶς δ᾽ ὑπό τινος τίνες εἰσὶν οἱ μοχθηρότατοι, τῶν ἐν Παμφυλίᾳ Φασηλίτας μὲν ἔφησε μοχθηροτάτους εἶναι, Σιδήτας δὲ τῶν ἐν τῇ οἰκουμένῃ.' πάλιν δ᾽: ἐπερωτηθείς, ὥς φησιν Ἡγήσανδρος, πότερα Βοιωτοὶ βαρβαρώτεροι τυγχάνουσιν ὄντες ἢ Θετταλοί, ' Ἠλείους ἔφησεν. ἀναστήσας δέ ποτε καὶ τρόπαιον ἐν τῇ διατριβῇ ἐπέγραψε ' κατὰ τῶν κακῶς κιθαριζόντων ἐρωτηθεὶς δὲ ὑπὸ τινος τίνα τῶν πλοίων ἀσφαλέστατά ἐστι, τὰ μακρὰ ἢ τὰ στρογγύλα, 'τὰ νενεωλκημένα ' εἶπεν. ἐν Ῥόδῳ δ᾽ ἐπίδειξιν ποιούμενος, ὡς οὐδεὶς ἐπεσημήνατο, καταλιπὼν τὸ θέατρον ἐξῆλθεν εἰπὼν ' ὅπου τὸ ἀδάπανον οὐ ποιεῖτε, πῶς ἐγὼ ἐλπίζω παρ᾽ ὑμῶν ἔρανον λήψεσθαι;᾽ ' γυμνικοὺς δὲ ἀγῶνας, ' ἔφη, ' διατιθέτωσαν Ἠλεῖοι, Κορίνθιοι δὲ θυμελικούς, Ἀθηναῖοι δὲ σκηνικούς, εἰ δέ τις τούτων πλημμελοίη, μαστιγούσθωσαν Λακεδαιμόνιοι ἐπισκώπτων τὰς [p. 86] παρ᾽ αὐτοῖς ἀγομένας μαστιγώσεις, ὥς φησι Χαρικλῆς ἐν τῷ πρώτῳ περὶ τοῦ ἀστικοῦ ἀγῶνος. Πτολεμαίου δὲ τοῦ βασιλέως περὶ κιθαριστικῆς πρὸς αὐτὸν διαλεγομένου φιλονικότερον, ' ἕτερόν ἐστιν εἶπεν, ῾ ὦ βασιλεῦ, σκῆπτρον, ἕτερον δὲ πλῆκτρον, ὥς φησι Καπίτων ὁ ἐποποιὸς ἐν δ# τῶν πρὸς Φιλόπαππον ὑπομνημάτων, παρακληθεὶς δ᾽ ἀκοῦσαί ποτε κιθαρῳδοῦ μετὰ τὴν ἀκρόασιν ἔφη:

τῷ δ᾽ ἕτερον μὲν ἔδωκε πατήρ, ἕτερον δ᾽ ἀνένευσε.
καί τινος εἰπόντος ' τὸ ποῖον;᾽ ἔφη ' κακῶς μὲν κιθαρίζειν ἔδωκεν, ᾁδειν δὲ καλῶς ἀνένευσε δοκοῦ δέ ποτε καταπεσούσης καὶ ἀποκτεινάσης ἕνα τῶν πονηρῶν ' ἄνδρες ἔφη, ' δοκῶ, εἰσὶ θεοί: εἰ δὲ μή εἰσι, δοκοί εἰσιν.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...er=42&highlight=a)/|santos,a)/|santa,a)/|dein


Ath. 8.45

45. νικήσας δ᾽ ἐν Σικυῶνι τοὺς ἀνταγωνιστὰς ἀνέθηκεν εἰς τὸ Ἀσκληπιεῖον τρόπαιον ἐπιγράψας: ' Στρατόνικος ἀπὸ τῶν κακῶς κιθαριζόντων.' ᾁσαντος δέ τινος, ἤρετο τίνος τὸ μέλος, εἰπόντος δ᾽ ὅτι Καρκίνου, ' πολύ γε μᾶλλον ἔφη, ' ἢ ἀνθρώπου ἐν Μαρωνείᾳ δ᾽ ἔφη οὐ γίνεσθαι ἔαρ, ἀλλ᾽ ἀλέαν. ἐν Φασήλιδι δὲ πρὸς τὸν παῖδα διαμφισβητοῦντος τοῦ βαλανέως περὶ τοῦ ἀργυρίου ἦν γὰρ νόμος πλείονος λούειν τοὺς ξένους ' ὦ μιαρέ , ' ἔφη, ' παῖ, παρὰ χαλκοῦν με μικροῦ Φασηλίτην ἐποίησας.' πρὸς δὲ τὸν ἐπαινοῦντα ἵνα λάβῃ τι, αὐτὸς ἔφη μείζων εἶναι πτωχός, ἐν μικρᾷ δὲ πόλει διδάσκων ἔφη ' αὕτη οὐ πόλις ἐστίν, ἀλλὰ μόλις ἐν Πέλλῃ δὲ πρὸς φρέαρ προσελθὼν ἠρώτησεν εἰ πότιμόν ἐστιν. εἰπόντων δὲ τῶν ἱμώντων ' ἡμεῖς γε τοῦτο [p. 94] πίνομεν ' οὐκ ἄρ᾽ ἔφη, ' πότιμόν ἐστιν ἐτύγχανον δ᾽ οἱ ἄνθρωποι χλωροὶ ὄντες. ἐπακούσας δὲ τῆς ' Ὠδῖνος τῆς Τιμοθέου ' εἰ δ᾽ ἐργολάβον ἔφη, : ἔτικτεν καὶ μὴ θεόν, ποίας ἂν ἠφίει φωνάς.' Πολυίδου δὲ σεμνυνομένου ὡς ἐνίκησε Τιμόθεον ὁ μαθητὴς αὐτοῦ Φιλωτᾶς, θαυμάζειν ἔφη, ' εἰ ἀγνοεῖς ὅτι αὐτὸς μὲν ψηφίσματα ποιεῖ, Τιμόθεος δὲ νόμους.' πρὸς Ἄρειον δὲ τὸν ψάλτην ὀχλοῦντά τι αὐτὸν ' ψάλλ᾽ ἐς κόρακας ἔφη. ἐν Σικυῶνι δὲ πρὸς νακοδέψην γεγενημένον, ἐπεὶ ἐλοιδορεῖτό τι αὐτῷ καὶ ' κακόδαιμον ' ἔφη, ' νακόδαιμον ' ἔφη. τοὺς δὲ Ῥοδίους ὁ αὐτὸς Στρατόνικος σπαταλῶνας καὶ θερμοπότας θεωρῶν ἔφη αὐτοὺς λευκοὺς εἶναι Κυρηναίους. καὶ αὐτὴν δὲ τὴν Ῥόδον ἐκάλει μνηστήρων πόλιν, χρώματι μὲν εἰς ἀσωτίαν διαλλάττειν ἐκείνων ἡγούμενος αὐτούς, ὁμοιότητι δ᾽ εἰς καταφέρειαν ἡδονῆς τὴν πόλιν μνηστήρων εἰκάζων.


Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:2008.01.0405:book=8:chapter=45


Ath. 8.59

59. ἐπεὶ δὲ κατὰ θεὸν ἐν τοῖς προκειμένοις, φίλτατε Οὐλπιανέ, ἢ ὑμεῖς, γραμματικῶν παῖδες, ... εἴπατέ μοι τίνι ἐννοίᾳ ὁ Ἔφιππος ἐν τοῖς προειρημένοις ἔφη:

τὸ μοσχίον
τὸ τῆς Κορώνης αὔριον δειπνήσομεν.
ἐγὼ γὰρ οἴομαι ἱστορίαν τινὰ εἶναι καὶ ποθῶ μαθεῖν.
καὶ ὁ Πλούταρχος ἔφη Ῥοδιακὴν εἶναι λεγομένην ἱστορίαν, ἣν ἐπὶ τοῦ παρόντος ἀποστοματίζειν οὐ δύνασθαι τῷ πάνυ πρὸ πολλοῦ ἐντετυχηκέναι τῷ ταῦτα περιέχοντι βιβλίῳ. “ οἶδα δὲ Φοίνικα τὸν Κολοφώνιον ἰαμβοποιὸν μνημονεύοντά τινων ἀνδρῶν ὡς ἀγειρόντων τῇ κορώνῃ, καὶ λέγοντα ταῦτα: [p. 128]

ἐσθλοί, κορώνῃ χεῖρα πρόσδοτε κριθέων
τῇ παιδὶ τἀπόλλωνος ἢ λέκος πυρῶν
ἢ ἄρτον ἢ ἤμαιθον ἢ ὅ τι τις χρῄζει,
δότ᾽, ὦγαθοί, τι τῶν ἕκαστος ἐν χερσὶν
ἔχει κορώνῃ: χἄλα λήψεται χόνδρον
φιλεῖ γὰρ αὕτη πάγχυ ταῦτα δαίνυσθαι:
ὁ νῦν ἅλας δοὺς αὖθι κηρίον δώσει.'
ὦ παῖ, θύρην ἄγκλινε: πλοῦτος ἤκουσε,
καὶ τῇ κορώνῃ παρθένος φέρει σῦκα.
θεοί, γένοιτο πάντ᾽ ἄμεμπτος ἡ κούρη
κἀφνειὸν ἄνδρα κὠνομαστὸν ἐξεύροι:
καὶ τῷ γέροντι πατρὶ κοῦρον εἰς χεῖρας
καὶ μητρὶ κούρην εἰς τὰ γοῦνα κατθείη,
θάλος τρέφειν γυναῖκα τοῖς κασιγνήτοις.
ἐγὼ δ᾽ ὅκου πόδες φέρουσιν, εὐφθόγγοις:
ἀμείβομαι Μούσῃσι πρὸς θύρῃσ᾽ ᾁδων
καὶ δόντι καὶ μὴ δόντι πλέονα τῶν αἰτέω,
καὶ ἐπὶ τέλει δὲ τοῦ ἰάμβου φησὶν

ἀλλ᾽, ὦγαθοί, ἐπορέξαθ᾽ ὧν μυχὸς πλουτεῖ:
δός, ὧ ἄναξ, δὸς καὶ σὺ πότνα μοι νύμφη:
νόμος κορώνῃ χεῖρα δοῦν: ἐπαιτούσῃ.
τοιαῦτ᾽ ἀείδω, δός τι καὶ καταχρήσει.
κορωνισταὶ δὲ ἐκαλοῦντο οἱ τῇ κορώνῃ ἀγείροντες, ὥς φησι Πάμφιλος ὁ Ἀλεξανδρεὺς ἐν τοῖς περὶ ὀνομάτων καὶ τὰ ᾀδόμενα δὲ ὑπ᾽ αὐτῶν κορωνίσματα καλεῖται, ὡς ἱστορεῖ Ἁγνοκλῆς ὁ Ῥόδιος [p. 130] ἐν Κορωνισταῖς.


Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...apter=59&highlight=a)|do/mena,a)/|dwn,a)ei/dw


Ath. 9.43

43. καλοῦνται δ᾽ οἱ πέρδικες ὑπ᾽ ἐνίων κακκάβαι, ὡς καὶ ὑπ᾽ Ἀλκμᾶνος λέγοντος οὕτως:

ἔπη δὲ γε καὶ μέλος Ἀλκμὰν
εὗρε γεγλωσσάμενον:
κακκαβίδων στόμα συνθέμενος,
σαφῶς ἐμφανίζων ὅτι παρὰ τῶν περδίκων ᾁδειν ἐμάνθανε. διὸ καὶ Χαμαιλέων ὁ Ποντικὸς ἔφη: ‘ τὴν εὕρεσιν τῆς μουσικῆς τοῖς ἀρχαίοις ἐπινοηθῆναι ἀπὸ τῶν ἐν ταῖς ἐρημίαις ᾀδόντων ὀρνίθων ὧν κατὰ μίμησιν λαβεῖν στάσιν τὴν μουσικήν.’ οὐ πάντες δ᾽ οἱ πέρδικες, φησί, κακκαβίζουσιν Θεόφραστος γοῦν ἐν τῷ περὶ ἑτεροφωνίας τῶν ὁμογενῶν ‘οἱ Ἀθήνησι,’ φησίν, ‘ ἐπὶ τάδε πέρδικες τοῦ Κορυδαλλοῦ πρὸς τὸ ἄστυ κακκαβίζουσιν, οἱ δ᾽ ἐπέκεινα τιττυβίζουσιν.’ Βάσιλις ' ἐν τῷ δευτέρῳ [p. 264] τῶν Ἰνδικῶν ‘οἱ μικροί’ φησίν, ‘ἄνδρες οἱ ταῖς γεράνοις διαπολεμοῦντες πέρδιξιν ὀχήματι χρῶνται.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...ok=9:chapter=43&highlight=a)|do/ntwn,a)/|dein


Ath. 14.11

11. Κλέαρχος δ᾽ ἐν πρώτῳ Ἐρωτικῶν νόμιον καλεῖσθαὶ τινά φησιν ᾠδὴν ἀπ᾽ Ἠριφανίδος, γράφων οὕτως : ‘Ἠριφανὶς ἡ μελοποιὸς Μενάλκου κυνηγετοῦντος ἐρασθεῖσα ἐθήρευεν μεταθέουσα ταῖς ἐπιθυμίαις. φοιτῶσα γὰρ καὶ πλανωμένη πάντας τοὺς ὀρείους ἐπεξῄει δρυμούς, ὡς μῦθον εἶναι τοὺς λεγομένους Ἰοῦς δρόμους: ὥστε μὴ μόνον τῶν ἀνθρώπων τοὺς ἀστοργίᾳ διαφέροντας, ἀλλὰ καὶ τῶν θηρῶν: τοὺς ἀνημερωτάτους συνδακρῦσαι τῷ πάθει, λαβόντας αἴσθησιν ἐρωτικῆς ἐλπίδος. ὅθεν ἐποίησέ τε καὶ ποιήσασα περιῄει κατὰ τὴν ἐρημίαν, ὥς φασιν, ἀναβοῶσα καὶ ᾁδουσα τὸ καλούμενον νόμιον, ἐν ᾧ ἐστιν ' μακραὶ δρύες, ὦ Μέναλκα.'’ Ἀριστόξενος δὲ ἐν τετάρτῳ περὶ Μουσικῆς ‘ᾖδον, φησίν, αἱ ἀρχαῖαι γυναῖκες Καλύκην τινὰ ᾠδήν. Στησιχόρου δ᾽ ἦν ποίημα, ἐν ᾧ Καλύκη τις ὄνομα ἐρῶσα Εὐάθλου νεανίσκου σωφρόνως εὔχεται τῇ Ἀφροδίτῃ γαμηθῆναι αὐτῷ. ἐπεὶ δὲ ὑπερεῖδεν ὁ νεανίσκος, κατεκρήμνισεν ἑαυτήν. ἐγένετο δὲ τὸ πάθος περὶ Λευκάδα. [p. 338] σωφρονικὸν δὲ πάνυ κατεσκεύασεν ὁ ποιητὴς τὸ τῆς παρθένου ἦθος, οὐκ ἐκ παντὸς τρόπου θελούσης συγγενέσθαι τῷ νεανίσκῳ, ἀλλ᾽ εὐχομένης εἰ δύναιτο γυνὴ τοῦ Εὐάθλου γενέσθαι κουριδία ἢ εἰ τοῦτο μὴ δυνατόν, ἀπαλλαγῆναι τοῦ βίου.’ ἐν δὲ τοῖς κατὰ βραχὺ Ὑπομνήμασιν ὁ Ἀριστόξενος ‘Ἴφικλος, φησίν, Ἁρπαλύκην ἐρασθεῖσαν ὑπερεῖδεν. ἡ δὲ ἀπέθανεν καὶ γίνεται ἐπ᾽ αὐτῇ παρθένοις ἀγὼν ᾠδῆς, ἥτις Ἁρπαλύκη, φησί, καλεῖται.’ Νύμφις δ᾽ ἐν πρώτῳ περὶ Ἡρακλείας περὶ Μαριανδυνῶν διηγούμενός φησιν ‘ὁμοίως δὲ καὶ τῶν ᾠδῶν ἐνίας κατανοήσειεν ἄν τις ἃς ἐκεῖνοι κατά τινα ἐπιχωριαζομένην παρ᾽ αὐτοῖς ἑορτὴν ᾁδοντες ἀνακαλοῦνταί τινα τῶν ἀρχαίων, προσαγορεύοντες Βῶρμον. τοῦτον δὲ λέγουσιν υἱὸν γενέσθαι ἀνδρὸς ἐπιφανοῦς καὶ πλουσίου, τῷ δὲ κάλλει καὶ τῇ κατὰ τὴν ἀκμὴν ὥρᾳ πολὺ τῶν ἄλλων διενεγκεῖν ὃν ἐφεστῶτα ἔργοις ἰδίοις καὶ βουλόμενον τοῖς θερίζουσιν δοῦναι πιεῖν βαδίζοντα ἐφ᾽ ὕδωρ ἀφανισθῆναι. ζητεῖν οὖν αὐτὸν τοὺς ἀπὸ τῆς χώρας μετά τινος μεμελῳδημένου θρήνου καὶ ἀνακλήσεως, ᾧ καὶ νῦν ἔτι πάντες χρώμενοι διατελοῦσι. τοιοῦτος δ᾽ ἐστὶ καὶ ὁ παρ᾽ Αἰγυπτίοις καλούμενος Μάνερως.’ ”

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick.
Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...ter=11&highlight=h)=|don,a)/|dontes,a)/|dousa


Ath. 14.13

13. καὶ οἱ καλούμενοι δὲ ἱλαρῳδοί, οὓς νῦν τινες [p. 342] σιμῳδοὺς καλοῦσιν, ὡς Ἀριστοκλῆς φησιν ἐν α᾽ περὶ Χορῶν, τῷ τὸν Μάγνητα Σῖμον διαπρέψαι μᾶλλον τῶν διὰ τοῦ ἱλαρῳδεῖν ποιητῶν, : συνεχῶς ἡμῖν ἐπεφαίνοντο, καταλέγει δ᾽ ὁ Ἀριστοκλῆς καὶ τούσδε ἐν τῷ περὶ Μουσικῆς γράφων ὧδε: ‘ μαγῳδός: οὗτος δ᾽ ἐστὶν ὁ αὐτὸς τῷ λυσιῳδῷ.’ Ἀριστόξενος δέ φησι τὸν μὲν ἀνδρεῖα καὶ γυναικεῖα πρόσωπα ὑποκρινόμενον μαγῳδὸν καλεῖσθαι, τὸν δὲ γυναικεῖα ἀνδρείοις λυσιῳδὸν τὰ αὐτὰ δὲ μέλη ᾁδουσιν, καὶ τἄλλα πάντα δ᾽ ἐστὶν ὅμοια. ὁ δὲ ἰωνικολόγος τὰ Σωτάδου καὶ τῶν πρὸ τούτου ἰωνικὰ καλούμενα ποιήματα Ἀλεξάνδρου τε τοῦ Αἰτωλοῦ καὶ Πύρητος τοῦ Μιλησίου καὶ Ἀλέξου καὶ ἄλλων τοιούτων ποιητῶν προφέρεται. [p. 344] καλεῖται δ᾽ οὗτος καὶ κιναιδολόγος. ἤκμασεν δ᾽ ἐν τῷ εἴδει τούτῳ Σωτάδης ὁ Μαρωνείτης, ὥς φησι Καρύστιος ὁ Περγαμηνὸς ἐν τῷ περὶ αὐτοῦ, συγγράμματι καὶ ὁ τοῦ Σωτάδου υἱὸς Ἀπολλώνιος. ἔγραψεν δὲ καὶ οὗτος περὶ τῶν τοῦ πατρὸς ποιημάτων σύγγραμμα ἐξ οὗ ἔστι κατιδεῖν τὴν ἄκαιρον παρρησίαν τοῦ Σωτάδου, κακῶς μὲν εἰπόντος Λυσίμαχον τὸν βασιλέα Ἀλεξανδρείᾳ, Πτολεμαῖον δὲ τὸν Φιλάδελφον παρὰ Λυσιμάχῳ, καὶ ἄλλους τῶν βασιλέων ἐν ἄλλαις τῶν πόλεων διόπερ τῆς δεούσης ἔτυχε τιμωρίας. ἐκπλεύσαντα γὰρ αὐτὸν τῆς Ἀλεξανδρείας, ὥς φησιν Ἡγήσανδρος ἐν τοῖς Ὑπομνήμασιν, καὶ δοκοῦντα διαπεφευγέναι τὸν κίνδυνον—εἰρήκει γὰρ εἰς τὸν βασιλέα Πτολεμαῖον πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα δεινά, ἀτὰρ καὶ τόδε, ὅτε τὴν ἀδελφὴν ' Ἀρσινόην ἐγεγαμήκει:

εἰς οὐχ ὁσίην τρυμαλιὴν τὸ κέντρον ὠθεῖς
Πάτροκλος οὖν ὁ τοῦ Πτολεμαίου στρατηγὸς ἐν Καύνῳ τῇ νήσῳ λαβὼν αὐτὸν καὶ εἰς μολυβῆν κεραμίδα ἐμβαλὼν καὶ ἀναγαγὼν εἰς τὸ πέλαγος κατεπόντωσε. τοιαύτη δ᾽ ἐστὶν αὐτοῦ ἡ ποίησις: Θεοδώρου τοῦ αὐλητοῦ Φιλῖνος ἦν πατήρ, εἰς ὃν ταῦτ᾽ ἔγραψεν

ὁ δὲ ἀποστεγάσας τὸ τρῆμα τῆς ὄπισθε λαύρης, [p. 346]
διὰ δενδροφόρου φάραγγος ἐξέωσε βροντὴν
ἠλέματον, ὁκοίην ἀροτὴρ γέρων χαλᾷ βοῦς.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper....0405:book=14:chapter=13&highlight=a)/|dousin


Ath. 14.17

17. ἐπεὶ δ᾽ ἐνταῦθα τοῦ λόγου ἐσμέν, οὐκ ἄξιον ἡγοῦμαι παραλιπεῖν τὰ περὶ Ἀμοιβέως τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς κιθαρῳδοῦ, ἀνδρὸς τεχνίτου κατὰ νόμους τοὺς μουσικούς. οὗτός ποτε βράδιον ἥκων ἐπὶ τὸ συμπόσιον ἡμῶν ὡς ἔμαθεν παρά τινος τῶν οἰκετῶν ἀποδειπνήσαντας, ἐβουλεύετο τί χρὴ ποιεῖν, ἕως παρελθὼν ὁ Σόφων αὐτῷ μάγειρος γεγωνότερον δ᾽ ἐφθέγγετο ὡς πάντας ἀκούειν τὰ ἐξ Αὔγης εἶπεν Εὐβούλου:

τί, ὦ πόνηρ᾽Σ32, ἕστηκας ἐν πύλαις ἔτι,
ἀλλ᾽ οὐ βαδίζεις; τοῖσδε γενναίως πάλαι
διεσπάρακται θερμὰ χηνίσκων μέλη,
διερράχισται σεμνὰ δελφάκων κρέα,
κατηλόηται γαστρὸς οὑν μέσῳ κύκλος
κατῃσίμωται πάντα τἀκροκώλια, [p. 356]
νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος,
παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη,
παρεγκέκαπται κρανί᾽ ἐννέ᾽ ἢ δέκα.
ὥστ᾽ εἴ τι βούλει τῶν λελειμένων φαγεῖν,
ἔπειγ᾽ ἔπειγε, μὴ ποθ᾽ ὡς λύκος χανὼν
καὶ τῶνδ᾽ ἁμαρτὼν ὕστερον σαυτὸν δάκνῃς.
πάντ᾽ ἐστὶν ἡμῖν
κατὰ τὸν ἥδιστον Ἀντιφάνην, ὃς ἐν τῷ Φιλοθηβαίῳ φησίν:

ἥ τε γὰρ συνώνυμος
τῆς ἔνδον οὔσης ἔγχελυς Βοιωτία
τμηθεῖσα κοίλοις ἐν βυθοῖσι κακκάβης
χλιαίνετ᾽, αἴρεθ᾽, ἕψεται, παφλάζεται,
προσκάεθ᾽, ὥστε μηδ᾽ ἂν εἰ χαλκοῦς ἔχων
μυκτῆρας εἰσέλθοι τις, ἐξελθεῖν πάλιν
εἰκῇ:: τοσαύτην ἐξακοντίζει πνοήν.
β. λέγεις μάγειρον ζῶντα. α. πλησίον δέ γε
ταύτης ἄσιτος ἡμέραν καὶ νύχθ᾽ ὅλην [p. 358]
κεστρεὺς λοπισθείς, ἁλσὶ πασθείς, ἐκστραφείς,
χρωσθείς, ὁμοῦ τι πρὸς τέλος δρόμου περῶν,
σίζει κεκραγώς, παῖς δ᾽ ἐφέστηκε ῥανῶν
ὄξει, Λίβυς τε καυλὸς ἐξηρασμένος
ἀκτῖσι θείαις σιλφίου παραστατεῖ.
β. εἶτ᾽ οὐκ ἐπῳδούς φασιν ἰσχύειν τινές;
ἐγὼ γὰρ ἤδη τρεῖς ὁρῶ μασωμένους,
σοῦ ταῦτα συστρέφοντος. α. ἥ τε σύννομον
τῆς κυφονώτου σῶμ᾽ ἔχουσα σηπίας,
ξιφηφόροισι χερσὶν ἐξωπλισμένη
τευθίς, μεταλλάξασα λευκαυγῆ φύσιν
σαρκὸς πυρωτοῖς ἀνθράκων ῥαπίσμασιν,
ξανθαῖσιν αὔραις σῶμα πᾶν ἀγάλλεται,
δείπνου προφήτην λιμὸν ἐκκαλουμένη.
ὥστε γ᾽ εἴσιθι,
μὴ μέλλε, χώρει. δεῖ γὰρ ἠριστηκότας
πάσχειν, ἐάν τι καὶ παθεῖν ἡμᾶς δέῃ.
καὶ ὃς. πάνυ ἐμμελέστατα ἀπαντήσας αὐτῷ ἀνεφώνησε τὰ ἐκ τοῦ Κλεάρχου Κιθαρῳδοῦ τάδε: [p. 360]

γόγγρων τε λευκῶν πᾶσι τοῖς κολλώδεσι
βρόχθιζε. τούτοις γὰρ τρέφεται τὸ πνεῦμα καὶ
τὸ φωνάριον ἡμῶν περίσαρκον γίνεται.
κρότου δ᾽ ἐπὶ τούτοις γενομένου καὶ πάντων ὁμοθυμαδὸν αὐτὸν καλεσάντων εἰσελθὼν καὶ πιὼν ἀναλαβών τε τὴν κιθάραν εἰς τοσοῦτον ἡμᾶς ἧσεν ὡς πάντας θαυμάζειν τήν τε κιθάρισιν μετὰ τῆς τέχνης ταχίστην οὖσαν καὶ τῆς φωνῆς τὴν ἐμμέλειαν. ἐμοὶ μὲν γὰρ οὐδὲν ἐλάττων εἶναι νομίζεται τοῦ παλαιοῦ Ἀμοιβέως, ὅν φησιν Ἀριστέας ἐν τῷ περὶ Κιθαρῳδῶν ἐν Ἀθήναις κατοικοῦντα καὶ πλησίον τοῦ θεάτρου οἰκοῦντα, εἰ ἐξέλθοι ᾀσόμενος, τάλαντον Ἀττικὸν τῆς ἡμέρας λαμβάνειν.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.


http://www.perseus.tufts.edu/hopper...0405:book=14:chapter=17&highlight=a)|so/menos


Ath. 14.19

19. ῾ Ἡρακλείδης δ᾽ ὁ Ποντικὸς ἐν τρίτῳ περὶ Μουσικῆς οὐδ᾽ ἁρμονίαν φησὶ δεῖν καλεῖσθαι τὴν Φρύγιον, καθάπερ οὐδὲ τὴν Λύδιον. ἁρμονίας γὰρ εἶναι τρεῖς: τρία γὰρ καὶ γενέσθαι Ἑλλήνων γένη, Δωριεῖς, Αἰολεῖς, Ἴωνας. οὐ μικρᾶς οὖν οὔσης διαφορᾶς ἐν τοῖς τούτων ἤθεσιν, Λακεδαιμόνιοι μὲν μάλιστα τῶν ἄλλων Δωριέων τὰ πάτρια [p. 366] διαφυλάττουσιν, Θεσσαλοὶ δὲ οὗτοι γάρ εἰσιν οἱ τὴν ἀρχὴν τοῦ γένους Αἰολεῦσιν μεταδόντες παραπλήσιον αἰεὶ ποιοῦνται τοῦ βίου τὴν ἀγωγὴν Ἰώνων δὲ τὸ πολὺ πλῆθος ἠλλοίωται διὰ τὸ συμπεριφέρεσθαι τοῖς αἰεὶ δυναστεύουσιν αὐτοῖς τῶν βαρβάρων, τὴν οὖν ἀγωγὴν τῆς μελῳδίας ἣν οἱ Δωριεῖς ἐποιοῦντο Δώριον ἐκάλουν ἁρμονίαν ἐκάλουν δὲ καὶ Αἰολίδα ἁρμονίαν ἣν Αἰολεῖς ᾖδον Ἰαστὶ δὲ τὴν τρίτην ἔφασκον ἣν ἤκουον ᾀδόντων τῶν Ἰώνων. ἡ μὲν οὖν Δώριος ἁρμονία τὸ ἀνδρῶδες ἐμφαίνει καὶ τὸ μεγαλοπρεπὲς καὶ οὐ διακεχυμένον οὐδ᾽ ἱλαρόν, ἀλλὰ σκυθρωπὸν καὶ σφοδρόν, οὔτε δὲ ποικίλον οὔτε πολύτροπον. τὸ δὲ τῶν Αἰολέων ἦθος ἔχει τὸ γαῦρον καὶ ὀγκῶδες, ἔτι δὲ ὑπόχαυνον ὁμολογεῖ δὲ ταῦτα ταῖς ἱπποτροφίαις αὐτῶν καὶ ξενοδοχίαις: οὐ πανοῦργον δέ, ἀλλὰ ἐξηρμένον καὶ τεθαρρηκός. διὸ καὶ οἰκεῖὸν ἐστ᾽ αὐτοῖς ἡ φιλοποσία καὶ τὰ ἐρωτικὰ καὶ πᾶσα ἡ περὶ τὴν δίαιταν ἄνεσις. διόπερ ἔχουσι: τὸ τῆς ὑποδωρίου καλουμένης ἁρμονίας ἦθος. αὕτη γάρ ἐστι, φησὶν ὁ Ἡρακλείδης, ἣν ἐκάλουν Αἰολίδα, ὡς καὶ Λᾶσος ὁ Ἑρμιονεὺς ἐν τῷ εἰς τὴν ἐν Ἑρμιόνι ὁ Δήμητρα Ὕμνῳ λέγων οὕτως:

Δάματρα μέλπω Κόραν τε Κλυμένοι᾽ ἄλοχον, [p. 368]
μελιβόαν ὕμνον ἀναγνέων
Αἰολίδ᾽ ἀνὰ βαρύβρομον ἁρμονίαν.
ταῦτα δ᾽ ᾁδουσιν πάντες ὑποδώρια τὰ μέλη. ἐπεὶ οὖν τὸ μέλος ἐστὶν ὑποδώριον, εἰκότως Αἰολίδα φησὶν εἶναι τὴν ἁρμονίαν ὁ Λᾶσος. καὶ Πρατίνας δὲ πού φησι:

μήτε σύντονον δίωκε μήτε τὰν ἀνειμέναν Ἰαστὶ μοῦσαν, ὁ ἀλλὰ
τὰν μέσαν νεῶν ἄρουραν
αἰόλιζε τῷ μέλει.
ἐν δὲ τοῖς ἑξῆς σαφέστερόν φησιν

πρέπει τοι
πᾶσιν ἀοιδὰ λαβράκταις
Αἰολὶς ἁρμονία.
πρότερον μὲν οὖν, ὡς ἔφην, Αἰολίδα αὐτὴν ἐκάλουν, ὕστερον δ᾽ ὑποδώριον, ὥσπερ ἔνιοί φασιν, ἐν τοῖς αὐλοῖς τετάχθαι νομίσαντες αὐτὴν ὑπὸ τὴν Δώριον ἁρμονίαν. ἐμοὶ δὲ δοκεῖ ὁρῶντας αὐτοὺς τὸν ὄγκον καὶ τὸ προσποίημα τῆς καλοκἀγαθίας ἐν τοῖς τῆς ἁρμονίας ἤθεσιν Δώριον μὲν αὐτὴν οὐ νομίζειν, προσεμφερῆ δέ πως ἐκείνῃ: διόπερ ὑποδώριον ἐκάλεσαν, ὡς τὸ προσεμφερὲς τῷ λευκῷ ὑπόλευκον καὶ τὸ μὴ γλυκὺ μὲν ἐγγὺς δὲ τούτου [p. 370] λέγομεν ὑπόγλυκυ : οὕτως καὶ ὑποδώριον τὸ μὴ πάνυ Δώριον.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...er=19&highlight=h)=|don,a)/|dousin,a)|do/ntwn


Ath. 14.21

21. τρεῖς οὖν αὗται, καθάπερ ἐξ ἀρχῆς εἴπομεν εἶναι ἁρμονίας, ὅσα καὶ τὰ ἔθνη. τὴν δὲ Φρυγιστὶ καὶ τὴν Λυδιστὶ παρὰ τῶν βαρβάρων οὔσας γνωσθῆναι τοῖς Ἕλλησιν ἀπὸ τῶν σὺν Πέλοπι κατελθόντων εἰς τὴν Πελοπόννησον Φρυγῶν καὶ Λυδῶν. Λυδοὶ μὲν γὰρ αὐτῷ συνηκολούθησαν διὰ τὸ τὴν Σίπυλον εἶναι τῆς Λυδίας: Φρύγες δὲ οὐχ ὅτι ὁμοτέρμονες τοῖς Λυδοῖς εἰσιν, ἀλλ᾽ ὅτι καὶ αὐτῶν ἦρχεν ὁ Τάνταλος. ἴδοις δ᾽ ἂν καὶ τῆς Πελοποννήσου πανταχοῦ, μάλιστα δὲ ἐν Λακεδαίμονι χώματα [p. 374] μεγάλα, ἃ καλοῦσι τάφους τῶν μετὰ Πέλοπος Φρυγῶν. μαθεῖν οὖν τὰς ἁρμονίας ταύτας τοὺς Ἕλληνας παρὰ τούτων, διὸ καὶ Τελέστης ὁ Σελινούντιός φησιν

πρῶτοι παρὰ κρατῆρας Ἑλλήνων ἐν αὐλοῖς
συνοπαδοὶ Πέλοπος Ματρὸς ὀρείας
Φρύγιον ἄεισαν νόμον
τοὶ δ᾽ ὀξυφώνοις πηκτίδων ψαλμοῖς κρέκον
Λύδιον ὕμνον.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...01.0405:book=14:chapter=21&highlight=a)/eisan


Ath. 14.22

22. ‘οὐ παραληπτέον δὲ τὴν μουσικήν,’ φησὶν Πολύβιος ὁ Μεγαλοπολίτης, ‘ὡς Ἔφορος ἱστορεῖ, ἐπὶ ἀπάτῃ καὶ γοητείᾳ παρεισῆχθαι τοῖς ἀνθρώποις, οὐδὲ τοὺς παλαιοὺς Κρητῶν καὶ Λακεδαιμονίων αὐλὸν καὶ ῥυθμὸν εἰς τὸν πόλεμον ἀντὶ σάλπιγγος εἰκῇ νομιστέον εἰσαγαγεῖν, οὐδὲ τοὺς πρώτους ' Ἀρκάδων εἰς τὴν ὅλην πολιτείαν τὴν μουσικὴν παραλαβεῖν, ὥστε μὴ μόνον παισὶν ἀλλὰ καὶ νεανίσκοις γενομένοις ἕως λ᾽ ἐτῶν κατ᾽ ἀνάγκην σύντροφον ποιεῖν αὐτήν, τἄλλα τοῖς βίοις ὄντας αὐστηροτάτους, παρὰ γοῦν μόνοις Ἀρκάσιν οἱ παῖδες ἐκ νηπίων ᾁδειν ἐθίζονται κατὰ νόμον τοὺς ὕμνους καὶ παιᾶνας, οἷς ἕκαστοι κατὰ τὰ πάτρια τοὺς ἐπιχωρίους ἥρωας καὶ θεοὺς ὑμνοῦσι. μετὰ [p. 376] δὲ ταῦτα τοὺς Τιμοθέου καὶ Φιλοξένου νόμους μανθάνοντες χορεύουσι κατ᾽ ἐνιαυτὸν τοῖς Διονυσιακοῖς αὐληταῖς ἐν τοῖς θεάτροις, οἱ μὲν παῖδες τοὺς παιδικοὺς ἀγῶνας, οἱ δὲ νεανίσκοι τοὺς τῶν ἀνδρῶν. καὶ παρ᾽ ὅλον δὲ τὸν βίον ἐν ταῖς συνουσίαις ταῖς κοιναῖς οὐχ οὕτω ποιοῦνται τὰς ἀγωγὰς διὰ τῶν ἐπεισάκτων ἀκροαμάτων ὡς δι᾽ αὑτῶν: ἀν μέρος ᾁδειν ἀλλήλοις προστάττοντες. καὶ τῶν μὲν ἄλλων μαθημάτων ἀρνηθῆναί τι μὴ εἰδέναι οὐδὲν αἰσχρόν ἐστιν, τὸ δὲ ᾁδειν ἀποτρίβεσθαι αἰσχρὸν παρ᾽ αὐτοῖς νομίζεται, καὶ μὴν ἐμβατήρια μετ᾽ αὐλοῦ καὶ τάξεως ἀσκοῦντες, ἔτι δὲ ὀρχήσεις ἐκπονοῦντες μετὰ κοινῆς ἐπιστροφῆς καὶ δαπάνης κατ᾽ ἐνιαυτὸν ἐν τοῖς θεάτροις ἐπι δείκνυνται. ταῦτ᾽ οὖν αὐτοὺς εἴθισαν οἱ παλαιοὶ οὐ τρυφῆς καὶ περιουσίας χάριν, ἀλλὰ θεωροῦντες τὴν ἑκάστου κατὰ τὸν βίον σκληρότητα καὶ τὴν τῶν ἠθῶν αὐστηρίαν, ἥτις αὐτοῖς παρέπεται διὰ τὴν τοῦ περιέχοντος ψυχρότητα καὶ στυγνότητα τὴν κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τοῖς τόποις ὑπάρχουσαν, οἷς καὶ συνεξομοιοῦσθαι πεφύκαμεν πάντες ἄνθρωποι διὸ καὶ κατὰ τὰς ἐθνικὰς διαστάσεις πλεῖστον ἀλλήλων διαφέρομεν ἤθεσι καὶ μορφαῖς καὶ χρώμασιν. πρὸς δὲ τούτοις συνόδους κοινὰς [p. 378] καὶ θυσίας ἀνδράσι καὶ γυναιξὶ κατείθισαν, ἔτι δὲ χοροὺς παρθένων ὁμοῦ καὶ παίδων, σπεύδοντες τὸ τῆς φύσεως ἀτέραμνον διὰ τῆς τῶν ἐθισμῶν κατασκευῆς ἐξημεροῦν καὶ πραύνειν. ὧν Κυναιθεῖς ὀλιγωρήσαντες εἰς τέλος, καίτοι σκληρότατον παρὰ πολὺ τῆς Ἀρκαδίας ὁμοῦ τῷ τόπῳ καὶ τὸν ἀέρα ἔχοντες, πρὸς αὐτὰς τὰς ἐν ἀλλήλοις παρατριβὰς καὶ φιλοτιμίας ὁρμήσαντες τέλος ἀπεθηριώθησαν οὕτως ὡς μέγιστα ἀσεβήματα παρὰ μόνοις αὐτοῖς γίνεσθαι. καθ᾽ οὓς δὲ καιροὺς τὴν μεγάλην σφαγὴν ἐποιήσαντο, εἰς ἅς ποτε πόλεις Ἀρκαδικὰς κατὰ τὴν δίοδον εἰσῆλθον, οἱ μὲν ἄλλοι παραχρῆμα πάντες αὐτοὺς ἐξεκήρυξαν, Μαντινεῖς δὲ καὶ μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν αὐτῶν καθαρμὸν τῆς πόλεως ἐποιήσαντο σφάγια περιαγαγόντες κύκλῳ τῆς χώρας ἁπάσης.’

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...01.0405:book=14:chapter=22&highlight=a)/|dein


Ath. 14.25

25. καὶ πρὸς γυμνασίαν δὲ καὶ ὀξύτητα διανοίας συμβάλλεται ἡ μουσικὴ : διὸ καὶ τῶν ῾ Ἑλλήνων [p. 388] ἕκαστοι καὶ τῶν βαρβάρων οἱ γινωσκόμενοι τυγχάνουσιν χρώμενοι. οὐ κακῶς: δὲ λέγουσιν οἱ περὶ Δάμωνα τὸν Ἀθηναῖον ὅτι καὶ τὰς ᾠδὰς καὶ τὰς ὀρχήσεις ἀνάγκη γίνεσθαι κινουμένης πως τῆς ψυχῆς: καὶ αἱ μὲν ἐλευθέριοι καὶ καλαὶ ποιοῦσι τοιαύτας, αἱ δ᾽ ἐναντίαι τὰς ἐναντίας, ὅθεν καὶ τὸ Κλεοσθένους τοῦ Σικυωνίων τυράννου χαρίεν καὶ σημεῖον διανοίας πεπαιδευμένης. ἰδὼν γάρ, ὣς φασι, φορτικῶς ὀρχησάμενον ἕνα τῶν τῆς θυγατρὸς μνηστήρων (Ἱπποκλείδης δ᾽ ἦν ὁ ' Ἀθηναῖος) ἀπωρχῆσθαι τὸν γάμον αὐτὸν ἔφησεν, νομίζων ὡς ἔοικεν καὶ τὴν ψυχὴν τἀνδρὸς εἶναι τοιαύτην. καὶ γὰρ ἐν ὀρχήσει καὶ πορείᾳ καλὸν μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος, αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν. διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ ποιηταὶ τοῖς ἐλευθέροις τὰς ὀρχήσεις καὶ ἐχρῶντο τοῖς σχήμασι σημείοις μόνον τῶν ᾀδομένων, τηροῦντες αἰεὶ τὸ εὐγενὲς καὶ ἀνδρῶδες ἐπ᾽ αὐτῶν, ὅθεν καὶ ὑπορχήματα τὰ τοιαῦτα προσηγόρευον. εἰ δὲ τις ἀμέτρως διαθείη τὴν σχηματοποιίαν καὶ ταῖς ᾠδαῖς ἐπιτυγχάνων μηδὲν λέγοι κατὰ τὴν ὄρχησιν, οὗτος δ᾽ ἦν ἀδόκιμος. διὸ καὶ Ἀριστοφάνης ἢ [p. 390] Πλάτων ἐν ταῖς Σκευαῖς, ὡς Χαμαιλέων φησίν, εἴρηκεν οὕτως:

ὥστ᾽ εἴ τις ὀρχοῖτ᾽ εὖ, θέαμ᾽ ἦν:: νῦν δὲ δρῶσιν >
ι ` οὐδέν,
ἀλλ᾽ ὥσπερ ἀπόπληκτοι στάδην ἑστῶτες ὠρύονται.
ἦν γὰρ τὸ τῆς ὀρχήσεως γένος τῆς ἐν τοῖς χοροῖς εὔσχημον τότε καὶ μεγαλοπρεπὲς καὶ ὡσανεὶ τὰς ἐν τοῖς ὅπλοις κινήσεις ἀπομιμούμενον. ὅθεν καὶ Σωκράτης ἐν τοῖς ποιήμασιν τοὺς κάλλιστα χορεύοντας ἀρίστους φησὶν εἶναι τὰ πολέμια λέγων οὕτως

οἳ δὲ χοροῖς κάλλιστα θεοὺς τιμῶσιν, ἄριστοι
ἐν πολέμῳ. :.
σχεδὸν γὰρ ὥσπερ ἐξοπλισία τις ἦν ἡ χορεία καὶ ἐπίδειξις οὐ μόνον τῆς λοιπῆς εὐταξίας, ἀλλὰ καὶ τῆς τῶν σωμάτων ἐπιμελείας.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...0405:book=14:chapter=25&highlight=a)|dome/nwn


Ath. 14.29

29. Ἀριστόξενος δέ φησι τὴν πυρρίχην ἀπὸ Πυρρίχου Λάκωνος τὸ γένος τὴν προσηγορίαν λαβεῖν Λακωνικὸν δ᾽ εἶναι μέχρι καὶ νῦν ὄνομα τὸν Πύρριχον. ἐμφανίζει δ᾽ ἡ ὄρχησις πολεμικὴ οὖσα ὡς Λακεδαιμονίων τὸ εὕρημα. πολεμικοὶ δ᾽ εἰσὶν οἱ Λάκωνες, ὧν καὶ οἱ υἱοὶ τὰ ἐμβατήρια μέλη ἀναλαμβάνουσιν ἅπερ καὶ ἐνόπλια καλεῖται, καὶ αὐτοὶ δ᾽ οἱ Λάκωνες ἐν τοῖς πολέμοις τὰ Τυρταίου ποιήματα ἀπομνημονεύοντες ἔνρυθμον κίνησιν ποιοῦνται. Φιλόχορος δέ φησιν κρατήσαντας Λακεδαιμονίους Μεσσηνίων διὰ τὴν Τυρταίου στρατηγίαν ἐν ταῖς στρατείαις ἔθος ποιήσασθαι, ἂν δειπνοποιήσωνται καὶ παιωνίσωσιν, ᾁδειν καθ᾽ ἕνα τι Τυρταίου: κρίνειν δὲ τὸν πολέμαρχον καὶ ἆθλον διδόναι τῷ νικῶντι κρέας, ἡ δὲ πυρρίχη παρὰ μὲν τοῖς ἄλλοις Ἕλλησιν οὐκ ἔτι παραμένει, καὶ ἐκλιπούσης δὲ αὐτῆς συμβέβηκε τοὺς πολέμους [p. 404] καταλυθῆναι. παρὰ μόνοις δὲ Λακεδαιμονίοις διαμένει προγύμνασμα οὖσα τοῦ πολέμου: ἐκμανθάνουσί τε πάντες ἐν τῇ Σπάρτῃ ἀπὸ πέντε ἐτῶν πυρριχίζειν. ἡ δὲ καθ᾽ ἡμᾶς πυρρίχη Διονυσιακή τις εἶναι δοκεῖ, ἐπιεικεστέρα οὖσα τῆς ἀρχαίας. ἔχουσι γὰρ οἱ ὀρχούμενοι θύρσους ἀντὶ δοράτων, προίενται δὲ ἐπ᾽ ἀλλήλους καὶ νάρθηκας, καὶ λαμπάδας φέρουσιν ὀρχοῦνταί τε τὰ περὶ τὸν Διόνυσον καὶ τοὺς Ἰνδοὺς ἔτι τε τὰ περὶ τὸν Πενθέα. τακτέον δὲ ἐπὶ τῆς πυρρίχης τὰ κάλλιστα μέλη καὶ τοὺς ὀρθίους ῥυθμούς.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...01.0405:book=14:chapter=29&highlight=a)/|dein


Ath. 14.30

30. ἔοικεν δὲ ἡ γυμνοπαιδικὴ τῇ καλουμένῃ ἀναπάλῃ παρὰ τοῖς παλαιοῖς. γυμνοὶ γὰρ ὀρχοῦνται οἱ παῖδες πάντες, ἐνρύθμους φοράς τινας ἀποτελοῦντες καὶ σχήματά τινα τῶν χειρῶν κατὰ τὸ ἁπαλόν, ὥστ᾽ ἐμφαίνειν θεωρήματά τινα τῆς παλαίστρας καὶ τοῦ παγκρατίου, κινοῦντες ἐνρύθμως τοὺς πόδας, τρόποι δὲ αὐτῆς οἵ τε ὠσχοφορικοὶ καὶ οἱ βακχικοί, ὥστε καὶ τὴν ὄρχησιν ταύτην εἰς τὸν Διόνυσον ἀναφέρεσθαι. Ἀριστόξενος δέ φησιν ὡς οἱ παλαιοὶ γυμναζόμενοι πρῶτον [p. 406] ἐν τῇ γυμνοπαιδικῇ εἰς τὴν πυρρίχην ἐχώρουν πρὸ τοῦ εἰσιέναι εἰς τὸ θέατρον. καλεῖται δ᾽ ἡ πυρρίχη καὶ χειρονομία, ἡ δ᾽ ὑπορχηματική ἐστιν ἐν ᾗ ᾁδων ὁ χορὸς ὀρχεῖται. φησὶ γοῦν ὁ Βακχυλίδης:

οὐχ ἕδρας ἔργον οὐδ᾽ ἀμβολᾶς.
καὶ Πίνδαρος δέ φησιν

Λάκαινα μὲν παρθένων ἀγέλα.
ὀρχοῦνται δὲ ταύτην παρὰ τῷ Πινδάρῳ οἱ Λάκωνες, καὶ ἐστὶν ὑπορχηματικὴ ὄρχησις ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν κῶν. βέλτιστοι δέ εἰσι τῶν τρόπων οἵτινες καὶ ὀρχοῦνται. εἰσὶ δὲ οἵδε: προσοδιακοί, ἀποστολικοὶ οὗτοι δὲ καὶ παρθένιοι καλοῦνται καὶ οἱ τούτοις ὅμοιοι, τῶν γὰρ ὕμνων οἱ μὲν ὠρχοῦντο, οἱ δὲ οὐκ ὠρχοῦντο ... , ἢ τοὺς εἰς Ἀφροδίτην καὶ Διόνυσον, καὶ τὸν παιᾶνα δὲ ὁτὲ μὲν ὁτὲ δὲ οὔ. εἰσὶ δὲ καὶ παρὰ τοῖς βαρβάροις ὥσπερ καὶ παρὰ τοῖς Ἕλλησι σπουδαῖαι καὶ φαῦλαι ὀρχήσεις. ὁ μὲν κόρδαξ παρ᾽ Ἕλλησι φορτικός, ἡ δὲ ἐμμέλεια σπουδαία, καθάπερ καὶ ἡ παρὰ Ἀρκάσι κίδαρις, παρὰ Σικυωνίοις τε ὁ ἀλητήρ. οὕτως δὲ καὶ ἐν Ἰθάκῃ καλεῖται ἀλητήρ, ὡς ἱστορεῖ Ἀριστόξενος [p. 408] ἐν πρώτῳ Συγκρίσεων, καὶ περὶ μὲν ὀρχήσεως τοσαῦτά μοι ἐπὶ τοῦ παρόντος λέλεκται.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper....01.0405:book=14:chapter=30&highlight=a)/|dwn

Ath. 14.36

36. καὶ ὃς ἔφη: ‘ Δίδυμος ὁ γραμματικὸς ἐν ταῖς εἰς Ἴωνα Ἀντεξηγήσεσιν, ἑταῖρε Αἰμιλιανέ, μάγαδιν αὐλὸν ἀκούει τὸν κιθαριστήριον οὗ μνημονεύειν Ἀριστόξενον ἐν πρώτῳ περὶ Αὐλῶν Τρήσεως λέγοντα πέντε γένη εἶναι αὐλῶν, παρθενίους, παιδικούς, κιθαριστηρίους, τελείους, ὑπερτελείους.’ ἢ ἐλλείπειν οὖν δεῖ παρὰ τῷ Ἴωνι τόν τε σύνδεσμον, ἵν᾽ ᾖ μάγαδις αὐλὸς θ᾽ ὁ προσαυλούμενος τῇ μαγάδιδι. ἡ γὰρ μάγαδις ὄργανόν ἐστι ψαλτικόν, ὡς Ἀνακρέων φησί, Λυδῶν τε εὕρημα, διὸ καὶ τὰς Λυδὰς ψαλτρίας φησὶν εἶναι ὁ Ἴων ἐν τῇ Ὀμφάλῃ διὰ τούτων

ἀλλ᾽ εἶα, Λυδαὶ ψάλτριαι, παλαιθέτων
ὕμνων ἀοιδοί, τὸν ξένον κοιμήσατε.
[p. 426] Θεόφιλος δ᾽ ὁ κωμικὸς ἐν Νεοπτολέμῳ καὶ τὸ τῇ μαγάδιδι ψάλλειν μαγαδίζειν λέγει ἐν τούτοις:

πονηρὸν υἱὸν καὶ πατέρα καὶ μητέρα
ἐστὶν μαγαδίζειν ἐπὶ τροχοῦ καθημένους:
οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ταὐτὸν ᾁσεται μέλος.
Εὐφορίων δὲ ἐν τῷ περὶ Ἰσθμίων παλαιὸν μέν φησι τὸ ὄργανον εἶναι τὴν μάγαδιν, μετασκευασθῆναι δ᾽ ὀψέ ποτε καὶ σαμβύκην μετονομασθῆναι. πλεῖστον δ᾽ εἶναι τοῦτο τὸ ὄργανον ἐν Μιτυλήνῃ, ὡς καὶ μίαν τῶν Μουσῶν ἔχουσαν αὐτὸ ὑπὸ Λεσβοθέμιδος ποιηθῆναι ἀρχαίου ἀγαλματοποιοῦ. Μέναιχμος δ᾽ ἐν τοῖς περὶ Τεχνιτῶν τὴν πηκτίδα, ἣν τὴν αὐτὴν εἶναι τῇ μαγάδιδι, Σαπφώ φησιν εὑρεῖν. Ἀριστόξενος δὲ τὴν μάγαδιν καὶ τὴν πηκτίδα χωρὶς πλήκτρου διὰ ψαλμοῦ παρέχεσθαι τὴν χρείαν. ὅπερ καὶ Πίνδαρον εἰρηκέναι ἐν τῷ πρὸς Ἱέρωνα σκολίῳ, τὴν μάγαδιν ὀνομάσαντα ‘ ψαλμὸν ἀντίφθογγον,’ διὰ τὸ διὰ δύο γενῶν ἅμα καὶ διὰ πασῶν ἔχειν τὴν συνῳδίαν ἀνδρῶν τε καὶ παίδων. καὶ Φρύνιχος δ᾽ ἐν Φοινίσσαις εἴρηκε:

ψαλμοῖσιν ἀντίσπαστ᾽ ἀείδοντες μέλη. [p. 428]
καὶ Σοφοκλῆς ἐν Μυσοῖς:

πολὺς δὲ Φρὺξ τρίγωνος, ἀντίσπαστά τε
Λυδῆς ἐφύμνει πηκτίδος συγχορδία.

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...14:chapter=36&highlight=a)ei/dontes,a)/|setai

Ath. 14.38

38. Διογένης δ᾽ ὁ τραγικὸς διαφέρειν οἴεται πηκτίδα μαγάδιδος, λέγων οὕτως ἐν τῇ Σεμέλῃ:

καίτοι κλύω μὲν Ἀσιάδος μιτρηφόρους
Κυβέλας γυναῖκας, παῖδας ὀλβίων Φρυγῶν,
τυπάνοισι καὶ ῥόμβοισι καὶ χαλκοκτύπων
βόμβοις βρεμούσας ἀντίχερσι κυμβάλων. :. [p. 432]
σοφὴν θεῶν ὑμνῳδὸν ἰατρὸν θ᾽ ἅμα.
κλύω δὲ Λυδὰς Βακτρίας τε παρθένους
ποταμῷ παροίκους Ἅλυι Τμωλίαν θεὸν
δαφνόσκιον κατ᾽ ἄλσος Ἄρτεμιν σέβειν
ψαλμοῖς τριγώνων πηκτίδων τ᾽ ἀντιζύγοις
ὁλκοῖς κρεκούσας μάγαδιν, ἔνθα Περσικῷ
νόμῳ ξενωθεὶς αὐλὸς ὁμονοεῖ χοροῖς.
καὶ Φίλλις δ᾽ ὁ Δήλιος ἐν δευτέρῳ περὶ Μουσικῆς διαφέρειν φησὶ πηκτίδα μαγάδιδος, λέγων οὕτως: ‘ φοίνικες, πηκτίδες, μαγάδιδες, σαμβῦκαι, ἰαμβῦκαι; τρίγωνα, κλεψίαμβοι, σκινδαψοί, ἐννεάχορδα. ἐν οἷς γάρ, φησί, τοὺς ἰάμβους ᾖδον ἰαμβύκας ἐκάλουν ἐν οἷς δὲ παρελογίζοντο τὰ ἐν τοῖς μέτροις κλεψιάμβους. μαγάδιδας δὲ ἐν οἷς τὰ διὰ πασῶν καὶ πρὸς ἴσα τὰ μέρη τῶν ᾀδόντων ἡρμοσμένα. καὶ ἄλλα δ᾽ ἦν παρὰ ταῦτα: καὶ γὰρ βάρβιτος ἢ βάρμος καὶ ἄλλα πλείονα τὰ μὲν ἔγχορδα, τὰ δὲ ἔνηχα κατεσκεύαζον.’

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...ok=14:chapter=38&highlight=h)=|don,a)|do/ntwn


Ath. 14.43

43. ὁ δὲ τοὺς εἰς Χιωνίδην ἀναφερομένους ποιήσας Πτωχοὺς Γνησίππου τινὸς μνημονεύει παιγνιαγράφου τῆς ἱλαρᾶς μούσης, λέγων οὕτως:

ταῦτ᾽ οὐ μὰ Δία Γνήσιππος οὐδὲ Κλεομένης
ἐν ἐννέ᾽ ἂν χορδαῖς κατεγλυκάνατο.
καὶ ὁ τοὺς Εἵλωτας δὲ πεποιηκώς φησιν

τὰ Στησιχόρου τε καὶ Ἀλκμᾶνος Σιμωνίδου τε
ἀρχαῖον ἀείδειν. ὁ δὲ Γνήσιππος ἔστ᾽ ἀκούειν,
ὃς νυκτερίν᾽ εὗρε μοιχοῖς ἀείσματ᾽ ἐκκαλεῖσθαι
γυναῖκας ἔχοντας ἰαμβύκην τε καὶ τρίγωνον.
Κρατῖνος ἐν Μαλθακοῖς:

τίς ἄρ᾽ ἐρῶντά μ᾽ οἶδεν ὦ Γνήσιππέ πω; πολλῇ χολη.
οἴομαι 'γὼ μηδὲν οὕτως μωρὸν εἶναι καὶ κενόν.
σκώπτει δ᾽ αὐτὸν εἰς τὰ ποιήματα καὶ ἐν Βουκόλοις:

ὃς οὐκ ἔδωκ᾽ αἰτοῦντι Σοφοκλέει χορόν,
τῷ Κλεομάχου δ᾽, ὃν οὐκ ἂν ἠξίουν ἐγὼ
ἐμοὶ διδάσκειν οὐδ᾽ ἂν εἰς Ἀδώνια.
[p. 448] ἐν δὲ ταῖς ῝ ταῖς :

ἴτω δὲ καὶ τραγῳδίας
ὁ Κλεομάχου διδάσκαλος
μετ᾽ αὐτόν, ὁ παρατιλτριῶν
ἔχων χορὸν λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά.
Τηλεκλείδης δὲ ἐν τοῖς Στερροῖς καὶ περὶ μοιχείας ἀναστρέφεσθαί φησιν αὐτόν. Κλέαρχος δὲ ἐν δευτέρῳ Ἐρωτικῶν τὰ ἐρωτικά φησιν ᾁσματα καὶ τὰ Λοκρικὰ καλούμενα οὐδὲν τῶν Σαπφοῦς καὶ Ἀνακρέοντος διαφέρειν. ἔτι δὲ τὰ Ἀρχιλόχου καὶ τῶν Ὁμήρου Ἐπικιχλίδων τὰ πολλὰ διὰ τῆς ἐμμέτρου ποιήσεως τούτων ἔχεταί τινος τῶν παθῶν, ἀλλὰ καὶ τὰ Ἀσωποδώρου περὶ τὸν Ἔρωτα καὶ πᾶν τὸ τῶν ἐρωτικῶν ἐπιστολῶν γένος ἐρωτικῆς τινος διὰ λόγου ποιήσεώς ἐστιν.’

Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...1.0405:book=14:chapter=43&highlight=a)ei/dein



Homer, Iliad

book 1, card 1: μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος οὐλομένην, ἣ μυρί᾽ Ἀχαιοῖς ἄλγε᾽
book 1, card 458: ... : οἳ δὲ πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο καλὸν ἀείδοντες παιήονα κοῦροι Ἀχαιῶν μέλποντες ἑκάεργον: ὃ δὲ φρένα
book 1, card 568: ... φόρμιγγος περικαλλέος ἣν ἔχ᾽ Ἀπόλλων, Μουσάων θ᾽ αἳ ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ. αὐτὰρ ἐπεὶ κατέδυ λαμπρὸν
book 2, card 581: ... στεῦτο γὰρ εὐχόμενος νικησέμεν εἴ περ ἂν αὐταὶ Μοῦσαι ἀείδοιεν κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο: αἳ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν
book 8, card 335: ... ἐπαλεξήσουσαν ἀπ᾽ οὐρανόθεν προΐαλλεν. εἰ γὰρ ἐγὼ τάδε ᾔδε᾽ ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν εὖτέ μιν εἰς Ἀΐδαο πυλάρταο
book 9, card 162: ... πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας: τῇ ὅ γε θυμὸν ἔτερπεν, ἄειδε δ᾽ ἄρα κλέα ἀνδρῶν. Πάτροκλος δέ οἱ οἶος ἐναντίος ἧστο σιωπῇ, δέγμενος Αἰακίδην ὁπότε λήξειεν ἀείδων, τὼ δὲ βάτην προτέρω, ἡγεῖτο δὲ δῖος Ὀδυσσεύς
book 10, card 168: ... τοῖς δ᾽ ἅμα Μηριόνης καὶ Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ἤϊσαν: αὐτοὶ γὰρ κάλεον συμμητιάασθαι. τάφρον δ᾽ ἐκδιαβάντες ὀρυκτὴν
book 13, card 295: ... : τοῖοι Μηριόνης τε καὶ Ἰδομενεὺς ἀγοὶ ἀνδρῶν ἤϊσαν ἐς πόλεμον κεκορυθμένοι αἴθοπι χαλκῷ. τὸν καὶ Μηριόνης
book 17, card 491: ... τοῖσι δ᾽ ἅμα Χρομίος τε καὶ Ἄρητος θεοειδὴς ἤϊσαν ἀμφότεροι: μάλα δέ σφισιν ἔλπετο θυμὸς αὐτώ τε
book 18, card 561: ... πάϊς φόρμιγγι λιγείῃ ἱμερόεν κιθάριζε, λίνον δ᾽ ὑπὸ καλὸν ἄειδε λεπταλέῃ φωνῇ: τοὶ δὲ ῥήσσοντες ἁμαρτῇ μολπῇ
book 22, card 367: ... καὶ κεῖθι φίλου μεμνήσομ᾽ ἑταίρου. νῦν δ᾽ ἄγ᾽ ἀείδοντες παιήονα κοῦροι Ἀχαιῶν νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσι νεώμεθα, τόνδε

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...:text:1999.01.0133&expand=lemma&sort=docorder



Homer, Odyssey

book 1, card 125: ... δ᾽ ἐν χερσὶν κίθαριν περικαλλέα θῆκεν Φημίῳ, ὅς ῥ᾽ ἤειδε παρὰ μνηστῆρσιν ἀνάγκῃ. ἦ τοι ὁ φορμίζων ἀνεβάλλετο καλὸν ἀείδειν. αὐτὰρ Τηλέμαχος προσέφη γλαυκῶπιν Ἀθήνην, ἄγχι
book 1, card 325: τοῖσι δ᾽ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός, οἱ δὲ σιωπῇ ἥατ᾽ ἀκούοντες: ὁ δ᾽ Ἀχαιῶν νόστον ἄειδε λυγρόν, ὃν ἐκ Τροίης ἐπετείλατο Παλλὰς Ἀθήνη. ... , τά τε κλείουσιν ἀοιδοί: τῶν ἕν γέ σφιν ἄειδε παρήμενος, οἱ δὲ σιωπῇ οἶνον πινόντων: ταύτης δ᾽ ... , ἑκάστῳ. τούτῳ δ᾽ οὐ νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν: τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείουσ᾽ ἄνθρωποι,
book 4, card 715: ... ἔα ἐν μεγάρῳ: μῦθον δέ τοι οὐκ ἐπικεύσω. ᾔδε᾽ ἐγὼ τάδε πάντα, πόρον δέ οἱ ὅσσ᾽ ἐκέλευε,
book 8, card 1: ... ῥα θεὸς πέρι δῶκεν ἀοιδὴν τέρπειν, ὅππῃ θυμὸς ἐποτρύνῃσιν ἀείδειν.
book 8, card 46: ... ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, μοῦσ᾽ ἄρ᾽ ἀοιδὸν ἀνῆκεν ἀειδέμεναι κλέα ἀνδρῶν, οἴμης τῆς τότ᾽ ἄρα κλέος οὐρανὸν
book 8, card 83: ταῦτ᾽ ἄρ᾽ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός: αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς πορφύρεον μέγα φᾶρος ἑλὼν χερσὶ ... ὑπ᾽ ὀφρύσι δάκρυα λείβων. ἦ τοι ὅτε λήξειεν ἀείδων θεῖος ἀοιδός, δάκρυ ὀμορξάμενος κεφαλῆς ἄπο φᾶρος ἕλεσκε... σπείσασκε θεοῖσιν: αὐτὰρ ὅτ᾽ ἂψ ἄρχοιτο καὶ ὀτρύνειαν ἀείδειν Φαιήκων οἱ ἄριστοι, ἐπεὶ τέρποντ᾽ ἐπέεσσιν, ἂψ
book 8, card 250: ... θαύμαζε δὲ θυμῷ. αὐτὰρ ὁ φορμίζων ἀνεβάλλετο καλὸν ἀείδειν ἀμφ᾽ Ἄρεος φιλότητος εὐστεφάνου τ᾽ Ἀφροδίτης, ὡς
book 8, card 343: ... εἵματα ἕσσαν ἐπήρατα, θαῦμα ἰδέσθαι. ταῦτ᾽ ἄρ᾽ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός: αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς τέρπετ᾽ ἐνὶ φρεσὶν ᾗσιν ἀκούων
book 8, card 469: ... γ᾽ Ἀπόλλων: λίην γὰρ κατὰ κόσμον Ἀχαιῶν οἶτον ἀείδεις, ὅσσ᾽ ἔρξαν τ᾽ ἔπαθόν τε καὶ ὅσσ᾽ ἐμόγησαν... ἀκούσας. ἀλλ᾽ ἄγε δὴ μετάβηθι καὶ ἵππου κόσμον ἄεισον δουρατέου, τὸν Ἐπειὸς ἐποίησεν σὺν Ἀθήνῃ, ὅν... ἄριστοι Ἀργείων Τρώεσσι φόνον καὶ κῆρα φέροντες. ἤειδεν δ᾽ ὡς ἄστυ διέπραθον υἷες Ἀχαιῶν ἱππόθεν ἐκχύμενοι, κοῖλον λόχον ἐκπρολιπόντες. ἄλλον δ᾽ ἄλλῃ ἄειδε πόλιν κεραϊζέμεν αἰπήν, αὐτὰρ Ὀδυσσῆα προτὶ δώματα Δηιφόβοιο
book 8, card 521: ταῦτ᾽ ἄρ᾽ ἀοιδὸς ἄειδε περικλυτός: αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς τήκετο, δάκρυ δ᾽ ἔδευεν ὑπὸ ... φόρμιγγα λίγειαν: οὐ γάρ πως πάντεσσι χαριζόμενος τάδ᾽ ἀείδει. ἐξ οὗ δορπέομέν τε καὶ ὤρορε θεῖος ἀοιδός
book 10, card 208: ... ἐν προθύροισι θεᾶς καλλιπλοκάμοιο, Κίρκης δ᾽ ἔνδον ἄκουον ἀειδούσης ὀπὶ καλῇ, ἱστὸν ἐποιχομένης μέγαν ἄμβροτον, οἷα θεάων... χώρῳ. ἔνθα δέ τις μέγαν ἱστὸν ἐποιχομένη λίγ᾽ ἄειδεν, ἢ θεὸς ἠὲ γυνή: τοὶ δὲ φθέγγοντο καλεῦντες
book 13, card 329: ... ἐγὼ τὸ μὲν οὔ ποτ᾽ ἀπίστεον, ἀλλ᾽ ἐνὶ θυμῷ ᾔδε᾽, ὃ νοστήσεις ὀλέσας ἄπο πάντας ἑταίρους: ἀλλά τοι
book 14, card 446: ... γὰρ ἀνώγει ἠλεός, ὅς τ᾽ ἐφέηκε πολύφρονά περ μάλ᾽ ἀεῖσαι καί θ᾽ ἁπαλὸν γελάσαι, καί τ᾽ ὀρχήσασθαι ἀνῆκε,
book 17, card 247: ... σφεας ἤλυθ᾽ ἰωὴ φόρμιγγος γλαφυρῆς: ἀνὰ γάρ σφισι βάλλετ᾽ ἀείδειν Φήμιος: αὐτὰρ ὁ χειρὸς ἑλὼν προσέειπε συβώτην:
book 17, card 336: ... ἐπὶ πήρης, ἤσθιε δ᾽ ἧος ἀοιδὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄειδεν: εὖθ᾽ ὁ δεδειπνήκειν, ὁ δ᾽ ἐπαύετο θεῖος ἀοιδός
book 17, card 380: ... δούρων, ἢ καὶ θέσπιν ἀοιδόν, ὅ κεν τέρπῃσιν ἀείδων; οὗτοι γὰρ κλητοί γε βροτῶν ἐπ᾽ ἀπείρονα γαῖαν
book 17, card 505: ... δ᾽ ὅτ᾽ ἀοιδὸν ἀνὴρ ποτιδέρκεται, ὅς τε θεῶν ἒξ ἀείδει δεδαὼς ἔπε᾽ ἱμερόεντα βροτοῖσι, τοῦ δ᾽ ἄμοτον μεμάασιν ἀκουέμεν, ὁππότ᾽ ἀείδῃ: ὣς ἐμὲ κεῖνος ἔθελγε παρήμενος ἐν μεγάροισι.
book 19, card 405: ... ἵκανον ἐπακτῆρες: πρὸ δ᾽ ἄρ᾽ αὐτῶν ἴχνι᾽ ἐρευνῶντες κύνες ἤϊσαν, αὐτὰρ ὄπισθεν υἱέες Αὐτολύκου: μετὰ τοῖσι δὲ δῖος
book 19, card 499: ... ὡς δ᾽ ὅτε Πανδαρέου κούρη, χλωρηῒς ἀηδών, καλὸν ἀείδῃσιν ἔαρος νέον ἱσταμένοιο, δενδρέων ἐν πετάλοισι καθεζομένη πυκινοῖσιν
book 20, card 1: ... θυμῷ κεῖτ᾽ ἐγρηγορόων: ταὶ δ᾽ ἐκ μεγάροιο γυναῖκες ἤϊσαν, αἳ μνηστῆρσιν ἐμισγέσκοντο πάρος περ, ἀλλήλῃσι γέλω τε
book 21, card 401: ... χειρὶ λαβὼν πειρήσατο νευρῆς: ἡ δ᾽ ὑπὸ καλὸν ἄεισε, χελιδόνι εἰκέλη αὐδήν. μνηστῆρσιν δ᾽ ἄρ᾽ ἄχος γένετο
book 22, card 330: ... ἔτ᾽ ἀοιδὸς ἀλύσκανε κῆρα μέλαιναν, Φήμιος, ὅς ῥ᾽ ἤειδε μετὰ μνηστῆρσιν ἀνάγκῃ. ἔστη δ᾽ ἐν χείρεσσίν ἔχων... εἴ κεν ἀοιδὸν πέφνῃς, ὅς τε θεοῖσι καὶ ἀνθρώποισιν ἀείδω. αὐτοδίδακτος δ᾽ εἰμί, θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν... τι ἑκὼν ἐς σὸν δόμον οὐδὲ χατίζων πωλεύμην μνηστῆρσιν ἀεισόμενος μετὰ δαῖτας, ἀλλὰ πολὺ πλέονες καὶ κρείσσονες ἦγον
book 24, card 1: ... , ἀνά τ᾽ ἀλλήλῃσιν ἔχονται, ὣς αἱ τετριγυῖαι ἅμ᾽ ἤϊσαν: ἦρχε δ᾽ ἄρα σφιν Ἑρμείας ἀκάκητα κατ᾽ εὐρώεντα ... , ἠδὲ παρ᾽ Ἠελίοιο πύλας καὶ δῆμον ὀνείρων ἤϊσαν: αἶψα δ᾽ ἵκοντο κατ᾽ ἀσφοδελὸν λειμῶνα, ἔνθα τε

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...:text:1999.01.0135&expand=lemma&sort=docorder
 
Last edited:
Hom. Il. 1.1

μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἣ μυρί᾽ Ἀχαιοῖς ἄλγε᾽ ἔθηκε,
πολλὰς δ᾽ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
5οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διὸς δ᾽ ἐτελείετο βουλή,
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς.

[1] The wrath sing, goddess, of Peleus' son, Achilles, that destructive wrath which brought countless woes upon the Achaeans, and sent forth to Hades many valiant souls of heroes, and made them themselves spoil for dogs and every bird; thus the plan of Zeus came to fulfillment, [5] from the time when1 first they parted in strife Atreus' son, king of men, and brilliant Achilles.

Homer. The Iliad with an English Translation by A.T. Murray, Ph.D. in two volumes. Cambridge, MA., Harvard University Press; London, William Heinemann, Ltd. 1924.


http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0134:book=1:card=1
 
Plato, Αποσπάσματα Τιμαίου (Timaei Fragmenta, FHG I, 207, απόσπ. 64)

books.google.gr/books?id=qAJEAAAAYAAJ...
 

Attachments

  • αδ.png
    25.5 KB · Views: 5
  • αδ2.png
    25.3 KB · Views: 2
Strab. 6.1.9

τοῦ δὲ Ἅληκος ποταμοῦ τοῦ διορίζοντος τὴν Ῥηγίνην ἀπὸ τῆς Λοκρίδος βαθεῖαν φάραγγα διεξιόντος ἴδιόν τι συμβαίνει τὸ περὶ τοὺς τέττιγας: οἱ μὲν γὰρ ἐν τῇ τῶν Λοκρῶν περαίᾳ φθέγγονται, τοῖς δ᾽ ἀφώνοις εἶναι συμβαίνει: τὸ δ᾽ αἴτιον εἰκάζουσιν ὅτι τοῖς μὲν παλίνσκιόν ἐστι τὸ χωρίον ὥστ᾽ ἐνδρόσους ὄντας μὴ διαστέλλειν τοὺς ὑμένας, τοὺς δ᾽ ἡλιαζομένους ξηροὺς καὶ κερατώδεις ἔχειν ὥστ᾽ ἀπ᾽ αὐτῶν εὐφυῶς ἐκπέμπεσθαι τὸν φθόγγον. ἐδείκνυτο δ᾽ ἀνδριὰς ἐν Λοκροῖς Εὐνόμου τοῦ κιθαρῳδοῦ τέττιγα ἐπὶ τὴν κιθάραν καθήμενον ἔχων. φησὶ δὲ Τίμαιος Πυθίοις ποτὲ ἀγωνιζομένους τοῦτόν τε καὶ Ἀρίστωνα Ῥηγῖνον ἐρίσαι περὶ τοῦ κλήρου: τὸν μὲν δὴ Ἀρίστωνα δεῖσθαι τῶν Δελφῶν ἑαυτῷ συμπράττειν: ἱεροὺς γὰρ εἶναι τοῦ θεοῦ τοὺς προγόνους αὐτοῦ καὶ τὴν ἀποικίαν ἐνθένδε ἐστάλθαι: τοῦ δ᾽ Εὐνόμου φήσαντος ἀρχὴν μηδὲ μετεῖναι ἐκείνοις τῶν περὶ φωνὴν ἀγωνισμάτων, παρ᾽ οἷς καὶ οἱ τέττιγες εἶεν ἄφωνοι τὰ εὐφθογγότατα τῶν ζῴων, ὅμως εὐδοκιμεῖν μηδὲν ἧττον τὸν Ἀρίστωνα καὶ ἐν ἐλπίδι τὴν νίκην ἔχειν, νικῆσαι μέντοι τὸν Εὔνομον καὶ ἀναθεῖναι τὴν λεχθεῖσαν εἰκόνα ἐν τῇ πατρίδι, ἐπειδὴ κατὰ τὸν ἀγῶνα μιᾶς τῶν χορδῶν ῥαγείσης ἐπιστὰς τέττιξ ἐκπληρώσειε τὸν φθόγγον.

There is a certain singular circumstance, respecting grasshoppers, worthy of note. The river Alece1 divides Rhegium from Locris, flowing through a deep ravine; those which are in the territory of the Locrians sing, but those on the other side are silent; and it is thought probable that this is caused by the region being woody, and their membranes being softened by dew do not produce sound; but those on the Locrian side being sunned, are dry and horny, so that the sound is easily produced by them. The statue of Eunomus the harper having a grasshopper seated on his harp is shown at Locri. Timæus says, that this Eunomus was once contending at the Pythian games and disputed with Aristo of Rhegium for the prize, and that Aristo declared that the people of Delphi ought to take part with him, because his ancestors were consecrated to the god, and sent out to found the colony; but Eunomus said that they could have no claim to contend for melody with any one, because that among them even the grasshoppers, who are the most gifted of all creatures, were mute. Nevertheless Aristo was applauded, and had hopes of obtaining the victory, but Eunomus was declared victorious, and dedicated the said statue in his country, because that at the contest one of the chords of his harp having broken, a grasshopper taking his stand on it supplied the sound.

The Geography of Strabo. Literally translated, with notes, in three volumes. London. George Bell & Sons. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0239:book=6:chapter=1:section=9
 
Paus. 6.6.4

[4]
τὰ μὲν δὴ ἐς τούτους εἶχεν οὕτω: τὰ δὲ ἐς Εὔθυμον τὸν πύκτην, οὔ με εἰκὸς ὑπερβαίνειν ἦν τὰ ἐς τὰς νίκας αὐτῷ καὶ τὰ ἐς δόξαν ὑπάρχοντα τὴν ἄλλην. γένος μὲν δὴ ἦν ὁ Εὔθυμος ἐκ τῶν ἐν Ἰταλίᾳ Λοκρῶν, οἳ χώραν τὴν πρὸς τῷ Ζεφυρίῳ τῇ ἄκρᾳ νέμονται, πατρὸς δὲ ἐκαλεῖτο Ἀστυκλέους: εἶναι δὲ αὐτὸν οὐ τούτου, ποταμοῦ δὲ οἱ ἐπιχώριοι τοῦ Καικίνου φασίν, ὃς τὴν Λοκρίδα καὶ Ῥηγίνην ὁρίζων τὸ ἐς τοὺς τέττιγας παρέχεται θαῦμα. οἱ μὲν γὰρ τέττιγες οἱ ἐντὸς τῆς Λοκρίδος ἄχρι τοῦ Καικίνου κατὰ τὰ αὐτὰ τοῖς ἄλλοις τέττιξιν ᾁδουσι: διαβάντων δὲ τὸν Καικίνην οὐδεμίαν ἔτι οἱ ἐν τῇ Ῥηγίνῃ τέττιγες ἀφιᾶσι τὴν φωνήν.

[4]
So much for these. But it would not be right for me to pass over the boxer Euthymus, his victories and his other glories. Euthymus was by birth one of the Italian Locrians, who dwell in the region near the headland called the West Point, and he was called son of Astycles. Local legend, however, makes him the son, not of this man, but of the river Caecinus, which divides Locris from the land of Rhegium and produces the marvel of the grasshoppers. For the grasshoppers within Locris as far as the Caecinus sing just like others, but across the Caecinus in the territory of Rhegium they do not utter a sound.

Pausanias. Pausaniae Graeciae Descriptio, 3 vols. Leipzig, Teubner. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0160:book=6:chapter=6:section=4
 
Clementis Alexandrini Protrepticus

Κλήμ. Aλεξ. Προτρ. Ι, 2.

Heathen Ante-Nicene Fathers Vol. II, Exhortation to the Heathen by Clement of Alexandria, translated by Philip Schaff et al.

Chapter I.—Exhortation to Abandon the Impious Mysteries of Idolatry for the Adoration of the Divine Word and God the Father.
Amphion of Thebes and Arion of Methymna were both minstrels, and both were renowned in story. They are celebrated in song to this day in the chorus of the Greeks; the one for having allured the fishes, and the other for having surrounded Thebes with walls by the power of music. Another, a Thracian, a cunning master of his art (he also is the subject of a Hellenic legend), tamed the wild beasts by the mere might of song; and transplanted trees—oaks—by music. I might tell you also the story of another, a brother to these—the subject of a myth, and a minstrel—Eunomos the Locrian and the Pythic grasshopper. A solemn Hellenic assembly had met at Pytho, to celebrate the death of the Pythic serpent, when Eunomos sang the reptile’s epitaph. Whether his ode was a hymn in praise of the serpent, or a dirge, I am not able to say. But there was a contest, and Eunomos was playing the lyre in the summer time: it was when the grasshoppers, warmed by the sun, were chirping beneath the leaves along the hills; but they were singing not to that dead dragon, but to God All-wise,—a lay unfettered by rule, better than the numbers of Eunomos. The Locrian breaks a string. The grasshopper sprang on the neck of the instrument, and sang on it as on a branch; and the minstrel, adapting his strain to the grasshopper’s song, made up for the want of the missing string. The grasshopper then was attracted by the song of Eunomos, as the fable represents, according to which also a brazen statue of Eunomos with his lyre, and the Locrian’s ally in the contest, was erected at Pytho. But of its own accord it flew to the lyre, and of its own accord sang, and was regarded by the Greeks as a musical performer.

http://en.wikisource.org/wiki/Ante-...EXANDRIA/Exhortation_to_the_Heathen/Chapter_I.

http://books.google.gr/books?id=_8I...dq=τέττιγα&pg=PA2#v=onepage&q=τέττιγα&f=false

http://books.google.com/books?id=v6...nLBYw&dq=ΠΡΟΤΡΕΠΤΙΚΟΣ+ΠΡΟΣ+ΕΛΛΗΝΑ&output=text

Saint Clement (of Alexandria), Miroslav Marcovich - 1995 - 240 pages
The only critical edition of the Protrepticus was prepared in 1905 by Otto Stahlin, who published a revised edition in 1936
 

Attachments

  • κλεμενσ κοπ.png
    36.7 KB · Views: 3
  • κλεμ κοπ 2.png
    24.3 KB · Views: 3
Last edited:
Αδώνια

Τα Αδών(ε)ια ή Αδώνια μυστήρια ήταν ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας. Η διάρκειά τους ποίκιλλε: αλλού κρατούσαν δυο, τρεις ή και εφτά ημέρες, ενώ δεν εορτάζονταν παντού την ίδια εποχή του έτους.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής (αφανισμός) ήταν πένθιμες. Οι γυναίκες, που μόνο αυτές έπαιρναν μέρος στη γιορτή, είχαν την επιμέλεια της κηδείας του θεού και θρηνούσαν το χαμό του. Μετά με λυμένα μαλλιά και γυμνόστηθες γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας κέρινα και πήλινα ομοιώματα του θεού και έψελναν πένθιμους ύμνους με τη συνοδεία αυλού γίγγρα. Το πρωί της επόμενης μέρας, πετούσαν ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών, οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του (εύρεσις) με χορούς και πλούσια γεύματα.
Όταν οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν για την εκστρατεία στη Σικελία (415-413 π.Χ.), ήταν η εποχή που γιόρταζαν τα Αδώνια[1], στα μέσα του καλοκαιριού, όπως και στη Σικυώνα, την Αλεξάνδρεια, τη Βύβλο και την Αντιόχεια[2].
Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Ἀδώνιδος κῆποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου[3]. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.
Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.
Τα Αδώνια γιορτάζονταν και στην Αλεξάνδρεια επί Πτολεμαίων, εορτή για την οποία σώζεται περιγραφή από το Θεόκριτο στο 15ο ειδύλλιό του «Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι»[4], όταν την είχε οργανώσει η Αρσινόη Β' της Αιγύπτου, σύζυγος του Πτολεμαίου Β' του Φιλάδελφου.
Κατά την πρώτη ημέρα, ψάλλονταν ύμνοι για τον ιερό γάμο Αφροδίτης και Άδωνι και για την επάνοδο του τελευταίου από τον Κάτω Κόσμο. Η βασίλισσα συνόδευε το ομοίωμα του Άδωνι μαζί με άλλες γυναίκες, που μετέφεραν δύο κρεβάτια φτιαγμένα από χρυσό και άργυρο για την τοποθέτηση των ομοιωμάτων του Αδώνιδος και της Αφροδίτης. Γύρω από αυτά άφηναν καρπούς και φαγητά από αλεύρι, μέλι και λάδι, μυροδοχεία και γλάστρες με γλυκάνισο, κριθάρι, μάραθο κ.ά.
Την επόμενη ημέρα, γυναίκες λυσίκομες, ξυπόλητες και γυμνόστηθες έριχναν τα ομοιώματα του Θεού στα νερά και τον παρακαλούσαν να επιστρέψει πίσω ξανά και το επόμενο έτος.

Τα Αδώνια των υπόλοιπων πόλεων, ανάμεσα στις οποίες πιο λαμπρά ήταν της Αθήνας και του Άργους, διοργανώνονταν με τις προσωπικές οικονομικές εισφορές των γυναικών που συμμετείχαν σε αυτά, ενώ στη Ρόδο υπήρχε μια μικτή θρησκευτική αδελφότητα, οι λεγόμενοι «Αδωνιασταί» ή «Αδωνισταί». Η ποιήτρια Σαπφώ από τη Λέσβο επίσης αναφέρεται σε συνήθειες για το θρήνο του θανάτου του Άδωνι[5].
Σε κάποιες περιοχές, γίνονταν και μυήσεις σε μυστήρια του Θεού. Ο Λουκιανός μάλιστα αναφέρει ότι οι μύστες θυσίαζαν πρόβατο και έπαιρναν μετάληψη[6].
Κατά την παράδοση, ποιητής των εορταστικών τραγουδιών και των ελεγειών για τον θάνατο του Άδωνι ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, που είχε εισάγει στο νησί την λατρεία της Αφροδίτης. Έλεγαν πως είχε έρθει από τη Βύβλο.
Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής και στην Ιβηρική, μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο γύρω στο 384 μ.Χ.[7]
Μαρτυρία των τελετών, χορών και θρήνων αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248. Σύμφωνα με το κείμενο, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προφηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν.
Ως Αδώνια ή Αδωνίδια ήταν γνωστοί και οι θρήνοι που ψάλλονταν για τον Άδωνη κατά τη διάρκεια των εορτών[3], όπως ο «Επιτάφιος Αδώνιδος» του Βίωνος που έχει διασωθεί.
Κατάλοιπο των αρχαίων αυτών ύμνων είναι ο "Ζαφείρης", παιχνίδι και τραγούδι[9] στο Ζαγόρι της Ηπείρου την Πρωτομαγιά, ένα έθιμο για την ανάσταση της φύσης και τη γονιμότητα των χωραφιών. Το έπαιζαν τα κορίτσια την Πρωτομαγιά κι όλες τις Κυριακές του Μάη. Ένα αγόρι προσποιούνταν ότι πέθανε και τότε τα κορίτσια το στόλιζαν με άνθη μοιρολογώντας το. Ξαφνικά όμως ο «Ζαφείρης» σηκωνόταν. Τον «Ζαφείρη» τον παριστούσαν επίσης με μια κούκλα[10].
Το ίδιο έθιμο, με το όνομα "Φουσκοδέντρι", τελείται και στην Καστανιά Στυμφαλίας, με το όνομα "Κάνναβο" κατά τη Μεσοπεντηκοστή στην Άνω Αμισό του Πόντου, ως "Λειδινός" στην Αίγινα στις 14 Σεπτεμβρίου[11] και ως "Λάζαρα" ή "Λαζαρικά" στην Αμμόχωστο[6]. Ο Γεώργιος Μέγας αναφέρει ότι παρόμοιο έθιμο αναβιώνει στις Σέρρες κατά την περιφορά του Επιταφίου. Γυναίκες τοποθετούν εικόνα του Εσταυρωμένου ανάμεσα σε άνθη, αναμμένα κεριά και θυμιάματα και δίπλα τοποθετούν ένα πιάτο φακής ή κριθαριού.

Πηγές

Μαρκαντωνάτος, Γεράσιμος (1985). Επίτομο λεξικό λογοτεχνικών όρων. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg. σελ. 208. ISBN 000010180X.
Μιχαηλίδης, Σόλων (1999). Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Αθήνα: Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. ISBN 960-250-174-Χ.
Μέγας, Γ.Α. (1957). Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας. Αθήνα. σελ. σελ. 189 κ.εξ..
Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1992). Εισαγωγή στην ελληνική λαογραφία (4η Έκδοση έκδοση). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. σελ. 177. ISBN 9789602500644.
Nilsson, Martin Persson (1992) (in γερμανικά). Geschichte der griechischen Religion. Τόμος Α' (2η Έκδοση έκδοση). C.H.Beck. σελ. σελ. 689 κ.εξ.. ISBN 3406013708.

Παραπομπές

↑ [...]Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως μαρανθῇ. Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, κεφ. 13.7.
↑ Smyth, Herbert Weir Smyth (1993). "Αδωνίδια" (in αγγλικά). Greek melic poets. Biblo & Tannen Publishers. σελ. 28. ISBN 0819601209.
↑ 3,0 3,1 Ησύχιος, Γλώσσαι.
↑ Θεόκριτου, Ειδύλλια, 15.
↑ κατθνάσκει, Κυθέρη᾿, ἄβρος Ἄδωνις· τί κε θεῖμεν; καττύπτεσθε, κόραι, καὶ κατερείκεσθε χίτωνας. Σαπφώ, απόσπασμα 62.
↑ 6,0 6,1 Κάλτσου, Αικατερίνη, "Θεϊκά Πάθη προς χάριν ανθρώπων", Λαογραφία, Παράδοση, Ιστορία, Πολίτης της Θράκης, 2007-4-4, σσ. φύλλο 66. Ανακτήθηκε 2009-08-23.
↑ Cante Jondo: Το Βαθύ Τραγούδι της Ανδαλουσίας και οι ρίζες του
↑ Μάηδες του Πηλίου (doc) σελ. κεφ. 5. Περιοδικό Φάρος (Μάιος 2009) (ανακτήθηκε 2009-08-23 )
↑ ERT online - Αφιερώματα: Πάσχα
↑ Ορθόδοξος Χριστιανική Γωνιά - Μάιος
↑ Το έθιμο του Λειδινού
↑ Λαπαθιώτης - Αδώνια

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Gardens of Adonis(Αγγλικά)
Dictionary of Greek and Roman Antiquities, John Murray, London, 1875(Αγγλικά)
Θεογονία - Η γιορτή Αδώνια
Αδώνια - Άρθρο από την Musipedia
Έθιμα της Πρωτομαγιάς

http://el.wikipedia.org/wiki/Αδώνια

Εορτασμός των Αδωνίων. Τμήμα ερυθρόμορφου αττικού λέβητα, 430-420 π.Χ.

Plutarch, Nicias

Plut. Nic. 13.7

[7]
οὐκ ὀλίγους δὲ καὶ τὰ τῶν ἡμερῶν ἐν αἷς τὸν στόλον ἐξέπεμπον ὑπέθραττεν. Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως μαρανθῇ.

[7]
Not a few also were somewhat disconcerted by the character of the days in the midst of which they dispatched their armament. The women were celebrating at that time the festival of Adonis, and in many places throughout the city little images of the god were laid out for burial, and funeral rites were held about them, with wailing cries of women, so that those who cared anything for such matters were distressed, and feared lest that powerful armament, with all the splendor and vigor which were so manifest in it, should speedily wither away and come to naught.

Plutarch. Plutarch's Lives. with an English Translation by. Bernadotte Perrin. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1916. 3.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:2008.01.0051:chapter=13:section=7

Eros, Adonis, and Aphrodite

Collection of The J. Paul Getty Museum, Malibu, California

Malibu 81.AE.78

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/image?img=Perseus:image:1990.05.0477


Aphrodite and Adonis. Attic red-figure aryballos-shaped lekythos by Aison, ca. 410 BC.<br /> '''Location:''' Louvre, Department of Greek, Etruscan and Roman Antiquities, Sully wing, Campana Gallery (MNB 2109)

http://en.wikipedia.org/wiki/File:Aphrodite_Adonis_Louvre_MNB2109.jpg

Τα Αδώνια: ήτοι η αρχαία ελληνική μουσική υπό τους θόλους των Ι. Ν. της Ανατολ. Ορθ. ημών Εκκλησίας
Από την Ανέμη εδώ.

Τίτλος: Τα Αδώνια : ήτοι η αρχαία ελληνική μουσική υπό τους θόλους των ιερών ναών της Ανατολικής Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας / υπό Βασιλείου Α. Μυρσιλίδου.

Συγγραφέας: Μυρσιλίδης, Βασίλειος Α.

Ημερομηνία έκδοσης: 1907.

Το βιβλίο διατίθεται για κατέβασμα από την Ανέμη.

http://analogion.com/forum/showthread.php?t=7001


Ἄδωνις favourite, darling
(Show lexicon entry in LSJ Middle Liddell) (search)
ἄδωνις noun sg masc nom
Word frequency statistics




View this entry in a new window / back to top

Ἄδων-ις [α^], ιδος (also ιος Pherecr.198), ὁ, Adonis,
A. “ὦ τὸν Ἄδωνιν” Sapph.63; “Ἀδώνι᾽ ἄγομεν καὶ τὸν Ἄ. κλάομεν” Pherecr.170; ὥδωνις, i.e. ὁ Ἄ., Theoc.3.47:—hence, generally, favourite, darling, “δεῖ Ἀδώνιδας αὐτοὺς ἀκούειν” Luc.Merc.Cond.35, cf. Alciphr.1.39, AP5.112 (Marc.Arg.).
2. Ἀδώνιδος κῆποι cuttings planted in pots for the Adonia, Pl.Phdr.276b, Thphr.HP6.7.3, cf. Theoc.15.113: prov., of any short-lived pleasure, Sch.Pl.l.c.
3. αὐλὴ Ἀδώνιδος, at Rome, garden on the Palatine, Philostr.VA7.32.
II. kind of flying-fish, = ἐξώκοιτος, Clearch.73, Opp.H. 1.157, etc.
III. Adonis-flower, Anemone fulgens, Aus.Idyll.6.11.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/morph?l=Αδωνις&la=greek#lexicon


Cante Jondo: Το Βαθύ Τραγούδι της Ανδαλουσίας και οι ρίζες του

''Οι λατρείες στην Ιβηρική χερσόνησο στους προ-ρωμαϊκούς χρόνους
Το αντίστροφο ταξίδι μας στον ιστορικό χρόνο δεν θα ήταν πλήρες αν δεν εστιάζαμε στον εποικισμό της Ιβηρικής από τους Έλληνες, τους Φοίνικες και τους Καρχηδόνιους.
“...Παρακινημένοι από το πλούσιο σε ορυκτά υπέδαφος της Ιβηρικής, οι Φοίνικες είχαν εγκαταστήσει εμπορικούς σταθμούς στο νότιο τμήμα της χερσονήσου. Ίδρυσαν την πόλη Γάδειρα (Gades), το σημερινό Κάδιθ, και ξεκίνησαν μια σειρά αποικιών στη Β. Αφρική. Οι ποταμοί Γουαδαλκιβίρ και Γουαδιάνα αποτελούσαν τις οδούς επικοινωνίας και εμπορίου για τους αποίκους...” (Historia de la Espana Antigua, Vol. 1).
Ο Στράβων, στο τρίτο βιβλίο των Γεωγραφικών περιγράφει το νότιο τμήμα της Ιβηρικής ως εξαιρετικά εύφορο, τονίζοντας τη σημασία του ποταμού Βαίτη, δηλ. του Γουαδαλκιβίρ. Με την αρχαία της ονομασία, Βαετική (Baetica ή και Turditanea από τους κατοίκους της), αυτή η γη εξυμνήθηκε από τον Έλληνα γεωγράφο ως πατρίδα των “...πιο ευφυών κατοίκων της χερσονήσου [...] που έχουν αλφάβητο σε χρήση, κρατούν γραπτά αρχεία της ιστορίας τους [...] και έχουν ποίηση και νόμους που πάνε πίσω έξι χιλιάδες χρόνια...”.
Κατά τον Στράβωνα, η περιοχή γύρω στον ποταμό Βαίτη ήταν πυκνοκατοικημένη από τη θάλασσα μέχρι την πόλη της Κόρδοβα: “...Η ομορφιά του τοπίου είναι μεγάλη”, γράφει “με τα πυκνά δάση και τις καταπράσινες φυτεμένες εκτάσεις [...] με 200 περίπου πόλεις και χωριά να ευημερούν στην περιοχή μεταξύ των δύο ποταμών, δηλαδή του Άνα και του Βαίτη...”
Από την απόμακρη αρχαιότητα λοιπόν, το Κάδιθ έπαιζε έναν πρωτεύοντα ρόλο στο να μπορούν να διοχετεύονται στην ενδοχώρα της Ιβηρικής όλοι εκείνοι οι ήχοι, τα τραγούδια και οι χοροί που έρχονταν από τη μακρινή Ανατολή. Το αμάλγαμα, με άλλα λόγια, είχε αρχίσει να σχηματίζεται.
Οι γυναίκες του Κάδιθ, φημισμένες για την χορευτική τους δεινότητα, ήταν περιζήτητες στη ρωμαϊκή επικράτεια για να ψυχαγωγούν τους συνδαιτυμόνες των συμποσίων των Ρωμαίων ευγενών. Oι Ρωμαίοι ποιητές Μαρτιάλης και Γιουβενάλης χαρακτήριζαν τους χορούς αυτούς “άσεμνους” και τους περιέγραφαν σαν “ένα είδος προκλητικού χορού της κοιλιάς”. Ο Γιουβενάλης, μάλιστα, έκανε μια ακόμη πιο γλαφυρή περιγραφή αυτού του χορού του Κάδιθ, που συνοδεύονταν από τραγούδι και κρόταλα (καστανιέτες!). “Αυτά τα κορίτσια του Κάδιθ, που χορεύουν σε ένα αρμονικό σύνολο, κάνουν τις αισθήσεις σου να ξυπνάνε, καθώς καταφέρνουν να αγγίζουν σχεδόν το έδαφος μ’ αυτό το λάγνο τρεμούλιασμα των γοφών τους...”
Oι λατρείες και οι τελετές που έφεραν μαζί τους οι Φοίνικες και οι Καρχηδόνιοι άποικοι υιοθετήθηκαν πρόθυμα από τους αυτόχθονες κατοίκους της Ιβηρικής. Στις ιστορικές πηγές, η περιοχή ανάμεσα στο Κάδιθ και την Αλμερία μέχρι το 500 π. Χ. αναφερόταν ως “Λιβυοφοινικική”, όπου ομιλούνταν μια σημιτική διάλεκτος μέχρι την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Φοίνικες, λοιπόν, αλλά και οι Ισραηλίτες εξέφραζαν μια συνέχεια της σουμερικής-βαβυλωνιακής, αλλά και της αιγυπτιακής κουλτούρας τους.
Λαμβάνοντας υπόψη και τις αντίστοιχες λατρείες των Ελλήνων αποίκων, διαφαίνεται αυτό το μοναδικό μωσαϊκό από λατρευτικά κέντρα, δοξασίες, γιορτές κ.λπ. που υπήρχε στις διάφορες μεγάλες πόλεις της Ανδαλουσίας. Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι υπήρχε ιερό του Ηρακλή στο Κάδιθ, ανάλογο με αυτό του Μελκάρτ στην Τύρο. Η δε λατρεία του Άδωνι, στην οποία θα αναφερθούμε αναλυτικότερα, τελούνταν σε πολλές πόλεις της νότιας ακτής της Ανδαλουσίας, με σημαντικό επίκεντρο όμως την προρωμαϊκή Σεβίλλη (την αρχαία Hispalis).
Οι ιστορικοί συμφωνούν ότι οι μουσικές δραστηριότητες των εθνοτήτων που εποίκησαν την Ιβηρική, τελούνταν στις τελετουργίες και λατρείες των αντίστοιχων θεοτήτων, αλλά και στην απόδοση τιμών στους νεκρούς προγόνους – ιδιωτικά, ή και δημόσια. Αυτές ήταν και οι πιο κατάλληλες περιστάσεις για την εκτέλεση μουσικών συνθέσεων, τραγουδιών και χορών. (Historia de la Musica Espanola, Vol. 7).
Το ελληνικό αντίστοιχο της Ινάννα και του Ταμμούζ αποτελούν η Αφροδίτη και ο Άδωνις. Ο νεαρός εραστής της θεάς αυτής ήταν το ίδιο επιθυμητός και από τη θεά Περσεφόνη. Στην έντονη διαμάχη μεταξύ των δύο γυναικείων θεοτήτων παρενέβη ο Ζευς, με την πρόταση οι δύο θεές να μοιράζονται τη συντροφιά του Άδωνι ανά εξάμηνο η καθεμιά, διατηρώντας έτσι τον κύκλο της γονιμότητας σε κίνηση. Τελικά ο Άδωνις τραυματίζεται θανάσιμα στη διάρκεια ενός κυνηγιού αγριογούρουνων και η Αφροδίτη τον μεταμορφώνει σε ανεμώνη. Με την αφορμή αυτή ξεκινούν οι ετήσιες γιορτές στη μνήμη του νεαρού θεού, δηλαδή τα Αδώνια.
Συγγραφείς όπως ο Αριστοφάνης, ο Μένανδρος και ο Θεόκριτος αναφέρονται στις ετήσιες αυτές γιορτές, χαρακτηρίζοντάς τις ως “...τις ωραιότερες και πιο συναρπαστικές από όλες τις άλλες...”. Aπεικονίσεις του θεού σε πηλό και τερακότα τοποθετούνταν στα κατώφλια των σπιτιών. Άλλες μεταφέρονταν από ξυπόλητες και γυμνόστηθες πιστές του θεού στους δρόμους της πόλης, οι οποίες θρηνούσαν και χτυπούσαν τα στήθη τους με βαθιά οδύνη. Τέτοιες περιφορές διέτρεχαν ολόκληρη την πόλη, ενώ οι κήποι στολίζονταν στο όνομά του.
Ο Ρωμαίος ιστορικός Saglio περιγράφει πολύ ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: “Φαίνεται”, σημειώνει, “ότι τίποτε δεν έλειπε από τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν μια κηδεία: η επάλειψη και η περιποίηση του νεκρού, η έκθεση και περιφορά του, οι επικήδειες προσφορές, ακόμη και το κοινό δείπνο...”
Σύμφωνα με τον Θεόκριτο, διοργανώνονταν ακόμα και διαγωνισμοί επικήδειων τραγουδιών – που έδιναν, πέρα από την επίκληση ζωής προς το θεό, και μια διάσταση ερωτική προς το πρόσωπό του, με στίχους όπως οι παρακάτω:
“Μη φύγεις, ω Άδωνι.... !
Άσε με το πρόσωπό σου
για στερνή φορά να δω,
φιλί να σου δώσω στα χείλη
με τα χείλη μου.
Φίλα με κι άλλο μ’ αυτό το
φιλί τ’ ονείρου!
Την ανάσα της ψυχής σου
ταίριασε
με την καρδιά μου....
Είσαι πια τόσο μακριά....
Κι εγώ, παντέρμη θεά,
πώς να σ’ ακολουθήσω;…”

Οι τελετές αυτές, για τις οποίες ακόμη και ο προφήτης Ιεζεκιήλ αναφέρει ότι είχε δει τις πιστές του Ταμμούζ (Άδωνι) να θρηνούν στην είσοδο του Ναού της Ιερουσαλήμ, όπως είναι φυσικό, διαδόθηκαν σ’ όλες τις μεσογειακές χώρες και έτυχαν ευρύτατης αποδοχής στην Ιβηρική (Historia de la Espana Antigua), μέχρι που καταργήθηκαν οριστικά από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, γύρω στο 384 μ.Χ.
Μια πολύτιμη ιστορική μαρτυρία των τελετών αυτών στην αρχαία Σεβίλλη διασώθηκε στο Βιβλίο των παθών (Pasionario) των αγίων Ιούστας και Ρουφίνας, οι οποίες μαρτύρησαν γύρω στο 248 μ.Χ.
Διασώζεται λοιπόν στο κείμενο αυτό μια πλήρης και λεπτομερής περιγραφή των ετήσιων γιορτών προς τιμήν του Άδωνι στη Σεβίλλη του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα. Σύμφωνα με το κείμενο αυτό, οι δύο χριστιανές, που πουλούσαν κεραμικά, διασταυρώθηκαν με την περιφορά των πιστών του Άδωνι, οι οποίοι, στην άρνηση των γυναικών να προσφέρουν τάματα στη μνήμη του θεού, τις προπηλάκισαν και εν τέλει τις φυλάκισαν.
Τα Αδώνια που τελούνταν στην αρχαία Σεβίλλη δεν ήταν παρά ένα πιστό αντίγραφο των αντίστοιχων δρώμενων στην αρχαία Αθήνα του 5ου αιώνα τον Ιούλιο, με τις Αθηναίες να φυτεύουν λουλούδια στους κήπους, να προσφέρουν φρούτα, να χορεύουν και να θρηνούν τον αγαπημένο τους θεό. Αν λάβουμε λοιπόν υπόψη ότι στο Pasionario περιέχεται, εκτός των άλλων, μια περιγραφή των επικήδειων θρήνων και χορών των τελούμενων από τις γυναίκες της Σεβίλλης, είναι απόλυτα λογικό να υποθέσουμε ότι τα πρωτόλεια του cante jondo υπήρχαν από τότε, ενσωματωμένα στα προχριστιανικά έθιμα.
Και είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το ότι όλα αυτά τα δρώμενα διατηρήθηκαν, με διάφορες παραλλαγές, στη μεταχριστιανική εποχή μέχρι σήμερα, τόσο στην Ιβηρική (Cruzes de Mayo στην Κόρδοβα, Romerias del Rocio στο Κάδιθ και στην Αλχεθίρας, οι περιφορές της Μεγάλης Εβδομάδας με τις κατανυκτικότατες saetas κ.λπ.), όσο και στην Ελλάδα (στόλισμα με λουλούδια το Μάη, αντίστοιχες περιφορές του Επιταφίου κ.λπ.)
Με την πάροδο των αιώνων, το καθαρά θρηνητικό άσμα – η θεϊκή επίκληση – υποβαθμίστηκε στην τελετουργία αυτή, παραμένοντας απλώς ένας μελωδικός, κατανυκτικός ύμνος. Ο σπόρος όμως παρέμεινε ζωντανός και θέριεψε όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν.''

Στάθης Γαλάτης
Μάρτιος 2007

http://www.tar.gr/content/content.php?id=805
 

Attachments

  • Women_Adonia_Louvre_CA1679.jpg
    2.7 MB · Views: 4
  • tumblr_lkpldoQeUf1qe7pbfo1_400 (1).jpg
    tumblr_lkpldoQeUf1qe7pbfo1_400 (1).jpg
    25.9 KB · Views: 1
  • Aphrodite_Adonis_Louvre_MNB2109.jpg
    Aphrodite_Adonis_Louvre_MNB2109.jpg
    2.4 MB · Views: 4
  • adonia.png
    adonia.png
    167.4 KB · Views: 4
Last edited:
ἀηδ-ών , όνος, ἡ (ὁ, v. infr.), (ἀείδω)
A. songstress, i.e. the nightingale, Hes.Op.203, etc.; Πανδαρέου κούρη, χλωρηὶς ἀ., i.e. living in the greenwood, Od.19.518; “χλωραύχην ἀ.” Simon.73:—metaph., of a poet, B.3.98, cf. E.Fr.588 (lyr.), AP7.44 (Ion), Hermesian.7.49; also of the poet's song, τεαὶ ἀηδόνες thy strains, Call.Epigr.2.5; “ζωούσας ἔλιπες γὰρ ἀηδόνας” IG14.2012.
2. metaph., cicada, AP7.190 (Anyte).
II. mouthpiece of a flute, E.Fr.556; the flute itself, ib.931.
2. metaph., of shuttle, AP6.174 (Antip. Sid.).—Masc., only Ion l.c.; “Ἀττικὸς ἀνὴρ τὸν αἴγα λέγει ὥσπερ καὶ τὸν ἀηδόνα” Eust.376.24.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/morph?l=Αηδών&la=greek#lexicon


CHAP. 60.—FLUTE REEDS: TET REEDOF ORCHOMENTFS; REEDS USED FOR FOWLING AND FISHING.

The varieties of the reed are numerous. Some are more compact than others, thicker at the joints, and with a shorter interval between them; while others, again, are less compact, with longer intervals between the joints, and not so straight. Another kind of reed is quite hollow; it is known as the "syringia,"1 and is particularly useful for making flutes, having neither pith in it nor any fleshy substance. The reed of Or- chomenus has a passage in it open from one end to the other, and is known as the auleticon;2 this last is best for making pipes,3 the former4 for the syrinx. There is another reed, the wood of which is thicker, and the passage very contracted, being entirely filled with a spongy kind of pith. One kind, again, is shorter, and another longer, the one thinner, the other more thick. That known as the donax, throws out the most shoots, and grows only in watery localities; indeed, this is a point which constitutes a very considerable difference, those reeds being greatly preferred which grow in a dry soil. The archer's reed forms a peculiar species, as we have already stated;5 but that of Crete6 has the longest intervals between the joints, and when subjected to heat is capable of being rendered perfectly pliable7 at pleasure. The leaves, too, constitute different varieties, not only by their number, but their colour also. The reed of Laconia is spotted,8 and throws out a greater number of shoots at the lower extremities; being very similar in nature, it is thought, to the reeds that we find growing about stagnant waters, and unlike those of the rivers, in being covered with leaves of considerable length; which, climbing upwards, embrace the stem to a considerable distance above the joints. There is also an obliquely-spreading reed, which does not shoot upwards to any height, but spreads out like a shrub, keeping close to the earth; this reed is much sought by animals when young, and is known by some persons as the elegia.9 There is in Italy, too, a substance found in the marsh-reeds, called by the name of adarca:10 it is only to be found issuing from the cuter skin, below the flossy head of the plant, and is particularly beneficial to the teeth, having, in fact, an equal degree of pungency with mustard.
The terms of admiration in which they are spoken of by the ancients compels me to enter into some more minute details relative to the reed-beds of Lake Orchomenus. Characias11 was the name given there to a reed of stout and compact quality, while a thinner one was known as the plotias; this last was to be found growing on the floating islands there, while the former grew upon the banks that were covered by the waters of the lake. A third kind again, which had the name of "auleticon," was the same that is now known as the musical pipe12 reed. This reed used to take nine years to grow, as it was for that period that the waters of the lake were continually on the increase; it used to be looked upon as a prodigy of evil omen, if at the end of its rise its waters remained overflowing so long as a couple of years; a thing that was observed at the period of the Athenian disasters at Cheronæa, and on various other occasions. This lake has the name of Lebaida, at the part where the river Cephisus enters it.

When this inundation has lasted so long as a year, the reed is found large enough to be available for the purposes of fowling: at this period it used to be called zeugites.13 On the other hand, when the waters subsided at an earlier period, the reeds were known as bombyciæ,14 being of a more slender form. In this variety, too, the leaf of the female plant was broader and whiter than that of the others, while that upon which there was little or no down bore the name of the eunuch reed. The stem of this last variety was used for the manufacture of concert15 flutes. I must not here pass by in silence the marvellous care which the ancients lavished upon these instruments, a thing which will, in some measure, plead as an apology for the manufacture of them at the present day of silver in preference. The reed used to be cut, as it was then looked upon as being in the best condition, at the rising of Arcturus;16 an usage which prevailed down to the time of Antigenides, the musician, and while flute-playing was of a more simple style. Being thus prepared, the reeds became fit for use in the course of a few years. At that period even the reed required considerable seasoning to render it pliable, and to be instructed, as it were, in the proper modulation of its sounds; the mouthpiece and stops17 being naturally contracted, and so producing a music better adapted to the theatrical taste of the day. But in later times, when the music became more varied, and luxury began to exercise its influence upon the musical taste, it became the general usage to cut the reeds before the summer solstice, and to make them fit for use at the end of three months; the stops and mouth-piece being found, when the reeds were cut at that period, to be more open and better adapted for the modifications of sound: it is in this state that the reed is used for similar purposes at the present day. In those times it was a very general persuasion also, that every pipe ought to have the tongue of its own mouth-piece cut from the same reed as itself, and that a section from the part nearest the root was best adapted to form the left-handed flute,18 and from the part adjoining the top the right-handed one: those reeds, too, were considered immeasurably superior, which had been washed by the waters of Cephisus itself.

At the present day the sacrificial pipes used by the Tuscans are made of box-wood, while those employed at the games are made of the lotus,19 the bones of the ass, or else silver. The fowler's reeds of the best quality are those of Panormus,20 and the best reeds for fishing-rods come from Abarita in Africa.21

1 The Arundo donax of Linnæus.

2 Or the pipe-reed.

3 The tibia, or pipe, was played lengthwise, like the flageolet or clarionet.

4 A variety of the Arundo donax. The Orchomenian reed is of the same class. The fistula was played sideways; and seems to have been a name given both to the Syrinx or the Pandæan pipes, and the flute, properly so called.

5 In the last Chapter. The Arundo donax, probably, so far as European warfare was concerned.

6 A variety of the Arundo donax of Linnæus.

7 This is not the fact.

8 The Arundo versicolor of Miller.

9 Constantinus and Schneider, upon Theophrastus, Hist. Plant. B. iv. c. 11, suspect the correctness of this word.

10 See B. xx. c. 88, and B. xxxii. c. 52.

11 The Arundo phragmites of Linnæus. The Plotias, no doubt, was only a variety of it.

12 "Arundo tibialis." The story about the time taken by it to grow, and the increase of the waters, is, of course, fabulous.

13 The "yoke reed," or "reed for a double flute."

14 Perhaps so called from the silkiness of its flossy pinicules.

15 This seems to be the meaning of "ad inclusos cantus."

16 B. xviii. c. 74.

17 Lingulis.

18 The words "dextræ" and " sinistr," denote the treble and the bass flutes; it is thought by some, because the former were held with the right hand, and the latter with the left. Two treble or bass flutes were occasionally played on at the same time.

19 See B. xiii. c. 32.

20 These were of the variety Zeugites, previously mentioned.

21 Fée suggests, that what he mentions here may not have been a reed at all, but one of the cyperaccous plants, the papyrus, perhaps.

The Natural History. Pliny the Elder. John Bostock, M.D., F.R.S. H.T. Riley, Esq., B.A. London. Taylor and Francis, Red Lion Court, Fleet Street. 1855.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...:book=16:chapter=pos=963&highlight=mouthpiece

"Beak mouthpiece. Found at Pompeii." — The Encyclopedia Britannica, 1910
Source: The Encyclopedia Britannica, Eleventh Edition (New York: The Encyclopedia Britannica Company, 1910)II:919



BRUNO GENTILI «Mεταφράζοντας ποίηση»
(μτφρ. Κατερίνα Τικτοπούλου)

''Ένα παράδειγμα, από τον Πυθιόνικο 12 του Πινδάρου, γραμμένον με αφορμή τη νίκη του αυλιστή Mίδα από τον Aκράγαντα, μπορεί να μας δώσει αμέσως μιαν ιδέα για το πώς θα βρούμε το εκφραστικό ισοδύναμο, δίχως να αλλάξουμε την αρχική σημασία:


Essa [la melodia] percorre il bronzo sottile
e parimenti le ance di canna
che sgorga presso la città delle Cariti
dai bei cori, nel sacro recinto
della ninfa Cefisia,
testimoni fedeli dei coreuti.
Se c'è felicità fra gli uomini
non appare mai senza fatica;
oggi, certo, potrà adempierla il dio
-non si sfugge al destino-
ma verrà il tempo che a un uomo
con un colpo imprevisto largisca
un evento inatteso
e non ancora un altro.

Στην τέταρτη στροφή (στ. 25-32) ο ποιητής εισάγει μια τεχνική παρατήρηση σχετικά με τον ήχο της μελωδίας που επινόησε η θεά Aθηνά (ὁ πολυκέφαλος νόμος), ο οποίος περνά μέσω του λεπτού μπρούντζου και των γλωσσίδων (λεπτοῦ διανισόμενον χαλκοῦ θ' ἅμα καὶ δονάκων), δηλαδή, μέσω του στόμιου του αυλού. Πρέπει να αναρωτηθούμε: (α) τι σημασία έχει για την οικονομία του ύμνου αυτή η μεγάλη ακρίβεια, και (β) γιατί επιλέγεται ο όρος δόναξ στη θέση της λέξης κάλαμος, την οποία χρησιμοποιεί ο Πίνδαρος για να δηλώσει το καλάμι του αυλού ή, μάλλον, τον ίδιο τον αυλό. Mπορούμε να υποστηρίξουμε, απαντώντας, ότι η αναφορά στον κάλαμον συνδέεται με τη μνεία του τόπου όπου αυτός φύεται (του Oρχομενού, "της πόλης των Xαρίτων"). O ποιητής θέλησε να υμνήσει τις περίφημες καλαμιές του Kηφισού, απηχώντας τη βοιωτική παράδοση την οποία μαρτυρεί η Kόριννα (Πλουτ. Περί μουσικής 14 = απ. 668 Page) και σύμφωνα με την οποία η Aθηνά εφηύρε τον αυλό, και από αυτήν ο Aπόλλωνας έμαθε να παίζει το όργανο.[7] H απάντηση ασφαλώς και δεν καλύπτει ικανοποιητικά το πρόβλημα. Mένει να εξηγηθεί: γιατί δονάκων και όχι το μετρικά ισοδύναμο καλάμων (υ υ - ).

Στην πραγματικότητα ο δόναξ, μολονότι ανήκει στο ίδιο είδος με τον κάλαμον, διακρινόταν από αυτόν ως προς τη φυσιολογία του στελέχους του, που είναι πιο λεπτό και ευλύγιστο από εκείνο του καλάμου, με περισσότερη ψίχα, σκληρότερο και ανθεκτικότερο.[8] Aκριβώς εξαιτίας της ευλυγισίας του τον χρησιμοποιούσαν και για την κατασκευή του αυλού. Tο αρχαίο σχόλιο στον Πίνδαρο[9] σωστά ερμηνεύει το δονάκων του κειμένου με τη λέξη γλωσσίδες ("linguette", "ance"). Δεν είναι τυχαίο ότι ο Eυριπίδης, στον Oιδίποδα, εικονίζει μεταφορικά τη "γλωσσίδα που συνθέτει ύμνους" με "ικανό και πεπειραμένο αηδόνι" (Aπ. 100 Austin).

Προς τι, λοιπόν, μια τόσο λεπτομερής αναφορά στα δομικά μέρη του αυλού, μέχρι του σημείου να περιγραφεί η διαδρομή της πνοής μέσω των γλωσσίδων και της λεπτής μεταλλικής λάμας που τις συγκρατεί;[10] H απάντηση μπορεί να αναζητηθεί στο γνωμικό που κλείνει τον ύμνο. H αντίληψη που εκφράζει είναι ότι η ευημερία και η επιτυχία συνεπάγονται για τον άνθρωπο πολλούς κόπους, ότι σήμερα ή αύριο ο θεός ενδέχεται να τις παραχωρήσει, δεδομένου ότι η μοίρα είναι αναπόφευκτη, αλλά ενδέχεται να στείλει όχι το αναμενόμενο αλλά κάτι το απροσδόκητο. Aν, στο πλαίσιο του ύμνου, η πρώτη από αυτές τις δύο γνωμικές ρήσεις αναφέρεται στο μυθολογικό επεισόδιο του Περσέα που αποκεφάλισε τη Mέδουσα[11] και στον νικητή Mίδα, η δεύτερη είναι ακατάληπτη δίχως την είδηση που μας παρέχει το αρχαίο σχόλιο σχετικά με το απροσδόκητο που συνέβη στον Mίδα: το σπάσιμο μιας γλωσσίδας κατά την εκτέλεση της μελωδίας της Aθηνάς (τοῦ πολυκέφαλου νόμου), ένα εξαιρετικό και αναπάντεχο γεγονός, που έγινε για τον λόγο αυτό διάσημο, το οποίο, ωστόσο, δεν εμπόδισε τον αυλητή να φέρει σε πέρας τον αγώνα και να νικήσει. Aκόμα και ο Mίδας δεν ξέφυγε από τη μοίρα του: να νικήσει.[12]

Επομένως η λέξη δόναξ -"γλωσσίδα" και όχι "αυλός" όπως διαβάζουμε στις ιταλικές και ξένες μεταφράσεις του Πυθιόνικου 12- παρουσιάζεται ως λέξη-κλειδί. Aυτή φέρει το νόημα και, κατά την εκτέλεση, είναι προορισμένη να ανακαλέσει στον αποδέκτη ή τον ακροατή της το ατυχές επεισόδιο, το οποίο, από θέληση της μοίρας, είχε αίσιο τέλος, χάρη στην εξαίρετη δεξιοτεχνία του αυλητή. Tο να μεταφράσουμε "αυλός" και όχι "γλωσσίδα" είναι προδοσία, η οποία συσκοτίζει ανεπανόρθωτα -για να θυμηθούμε τα λόγια του Pound- "την κατάσταση της συνείδησης" κατά τη στιγμή της σύνθεσης.

Λιγότερο προβληματική είναι η πιστότητα στην ποιητική φαντασία, δηλαδή σε εκείνο το πλέγμα εικόνων, μορφών, μεταφορών και παρομοιώσεων, που ο Pound ονομάζει "fanopea". Για την αποτελεσματική απόδοσή της, αρκεί ο μεταφραστής να έχει δεξιοτεχνία και γνώσεις και να κατορθώσει να εντοπίσει με ακρίβεια τα εξωκειμενικά στοιχεία που τροφοδοτούν τη φαντασία του ποιητή. Kαι στη συγκεκριμένη περίπτωση του Έλληνα ποιητή, όπως άλλωστε και στις εικαστικές τέχνες, αυτά τα στοιχεία δεν είναι ποτέ αφηρημένα ή επινοημένα, αλλά στηρίζονται στην πραγματικότητα.''

[Gentili, Bruno et Perusino, Franca, edd., Mousike: Metrica, ritmica e musica greca in memoria di Giovanni Comotti, Studi di metrica classica 11 (Pisa: IEPI, 1995)
A collection of essays dedicated to the memory of the great researcher of Ancient Greek Music, Giovanni Comotti (1931 – 1990), edited by Bruno Gentili, possibly today’s leading Italian philologist and previous collaborator of Comotti. The volume includes essays by E. Poehlmann, A. Barker, B. Gentili, D. Restani, R. Pretagostini and others. The collection is noted for its ‘holistic’ approach to the ancient Greek term ‘mousikê’.]

http://webcache.googleusercontent.c...υλός+αρχαια+γλωσσίδα&cd=4&hl=el&ct=clnk&gl=gr

Pythian 12
ΜΙΔΑι ΑΚΡΑΓΑΝΤΙΝΩι ΑΥΛΗΤΗι


αἰτέω σε, φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων,
Φερσεφόνας ἕδος, ἅ τ᾽ ὄχθαις ἔπι μηλοβότου
ναίεις Ἀκράγαντος ἐΰδματον κολώναν, ὦ ἄνα,
ἵλαος ἀθανάτων ἀνδρῶν τε σὺν εὐμενίᾳ
5[10] δέξαι στεφάνωμα τόδ᾽ ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ,
αὐτόν τέ νιν Ἑλλάδα νικάσαντα τέχνᾳ, τάν ποτε
Παλλὰς ἐφεῦρε θρασειᾶν Γοργόνων
οὔλιον θρῆνον διαπλέξαισ᾽ Ἀθάνα:
τὸν παρθενίοις ὑπό τ᾽ ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς
10ἄϊε λειβόμενον δυσπενθέϊ σὺν καμάτῳ,
[20] Περσεὺς ὁπότε τρίτον ἄνυσσεν κασιγνητᾶν μέρος,
εἰναλίᾳ τε Σερίφῳ λαοῖσί τε μοῖραν ἄγων.
ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοιο μαύρωσεν γένος,
λυγρόν τ᾽ ἔρανον Πολυδέκτᾳ θῆκε ματρός τ᾽ ἔμπεδον
15δουλοσύναν τό τ᾽ ἀναγκαῖον λέχος,
εὐπαράου κρᾶτα συλάσαις Μεδοίσας
[30] υἱὸς Δανάας: τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμεν αὐτορύτου
ἔμμεναι. ἀλλ᾽ ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων
ἐρρύσατο, παρθένος αὐλῶν τεῦχε πάμφωνον μέλος,
20ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων
χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ᾽ ἐρικλάγκταν γόον.
[40] εὗρεν θεός: ἀλλά νιν εὑροῖσ᾽ ἀνδράσι θνατοῖς ἔχειν,
ὠνόμασεν κεφαλᾶν πολλᾶν νόμον,
εὐκλεᾶ λαοσσόων μναστῆρ᾽ ἀγώνων,
25λεπτοῦ διανισσόμενον χαλκοῦ θαμὰ καὶ δονάκων,
τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλει Χαρίτων.
Καφισίδος ἐν τεμένει, πιστοὶ χορευτᾶν μάρτυρες.
[50] εἰ δέ τις ὄλβος ἐν ἀνθρώποισιν, ἄνευ καμάτου
οὐ φαίνεται: ἐκ δὲ τελευτάσει νιν ἤτοι σάμερον
30δαίμων—τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτόν,—ἀλλ᾽ ἔσται χρόνος
οὗτος, ὃ καί τιν᾽ ἀελπτίᾳ βαλὼν
ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ᾽ οὔπω.

Pindar. The Odes of Pindar including the Principal Fragments with an Introduction and an English Translation by Sir John Sandys, Litt.D., FBA. Cambridge, MA., Harvard University Press; London, William Heinemann Ltd. 1937.

7 Πρβ. U. von Wilamowitz, Pindaros, Bερολίνο 1966 (1922), σ.145.

8 Θεοφρ. Περί φυτικών ιστοριών, 4.11.1-4, 11.11· Eυστάθ. ad Iliad. 18.576, σ.1165.25 κ.ε.

9 Σχόλ. Πίνδ. Πυθ. 12.44a (σ.268 Drachmann).

10 Eίναι αδύνατον να αποφανθούμε σχετικά με τη λειτουργία της λεπτής μπρούντζινης λάμας· ίσως συγκρατούσε τις γλωσσίδες μεταξύ τους ή, όπως υποστηρίζει ο Q. Schroeder, (Pindars Pythien, Bερολίνο 1922, σ.112): «Metallen war in der Drossen Konzertflöte das beide Röhren verbindende Mundstück, vielleicht auch die Feinen Klappen, die eine Modulation des Tons gestatteten».

11 Πρβ. πόνων στον στ.18.

12 Πρβ. Σχόλ. Πίνδ. Πυθ. 12, εγγρ. (σ.263 κ.ε. Drachmann) από όπου μαθαίνουμε ότι, ενώ ετοιμαζόταν να εκτελέσει τη μελωδία, η γλωσσίδα του αυλού σφηνώθηκε στον ουρανίσκο του, και τότε εκείνος χρησιμοποιώντας μόνο τους καλάμους έπαιξε τον αυλό σαν να ήταν σύριγξ, δηλαδή πνευστό δίχως γλωσσίδες. H δεξιοτεχνία του αυλητή ήταν τόσο μεγάλη, ώστε κατόρθωσε, ακόμα και με διαφορετικής υφής ήχους, να ικανοποιήσει το ακροατήριο και να νικήσει τον αγώνα. Tο επεισόδιο αμφισβητείται συχνά, με βάση το τεχνικό επιχείρημα ότι ο κάλαμος του αυλού δεν μπορεί να ηχήσει χωρίς γλωσσίδα. Ωστόσο, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ακριβώς πώς συνέβη το γεγονός, με ποιο τέχνασμα ο Mίδας έπαιξε τους δύο καλάμους του διπλού αυλού σαν να ήταν σύριγγα. Aπό την άλλη, πώς είναι δυνατόν να πιστέψουμε ότι το επεισόδιο είναι επινοημένο από τους αρχαίους, για να δικαιολογήσουν και να δώσουν κάποιο ευλογοφανές νόημα στο γνωμικό που κλείνει το ύμνο;

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0161:book=P.:poem=12


27 m3 [λεπτοῦ διανι]σόμενον χαλκοῦ θ’ ἅμα ἔνιοι θαμὰ.
28 [ καὶ δονάκων] τοὶ παρὰ καλλιχόρον νάοισι ἄκρυον τὸ
29 [δονάκων· Εὐριπί]δης δ’ ἐν Οἰδίποδι· τόν θ’ ὑμνοποιόν δόνα‐
30 [κα ὃν ἐκφύει (?) Μέ]λ̣ας ποταμὸς ἀηδόν’ εὐπνόων αὐλῶν σοφήν
- - - - - - -

Edition: P.Oxy. 31, 2536 (E.G. Turner, 1966)
Inventory: Oxford, Sackler Library, Papyrology Rooms
LDAB: 4015
Trismegistos: 62825

http://webcache.googleusercontent.c...ῦ+θ'+ἅμα+καὶ+δονάκων&cd=4&hl=el&ct=clnk&gl=gr


''Θεόφραστος (Περί φυτών ιστ. IV, 11, 5): "και κατασπάσματα τας γλώττας ίσχειν [έχειν]" (και για νά 'χουν οι γλωσσίδες επαρκείς [αρκετές] δονήσεις· κατά μτφρ. Sir Arthur Hort, I, 373). Και η Κ. Schlesinger (The Greek Aulos, 66) ερμηνεύει τα "κατασπάσματα" ως δονήσεις (beatings).''

http://www.musipedia.gr/

~~~~~~~~~

Περί φυτών ιστορίας

'Θεόφραστος, Περί φυτών ιστ. IV, 11, 5

Διαφέρειν δὲ τῶν ἄλλων καλάμων ὡς καθ᾽ ὅλου
λαβεῖν εὐτροφίᾳ τινὶ τῆς φύσεως· εὐπληθέστερον
γὰρ εἶναι καὶ εὐσαρκότερον καὶ ὅλως δὲ θῆλυν τῇ
προσόψει. καὶ γὰρ τὸ φύλλον πλατύτερον ἔχειν
καὶ λευκότερον τὴν δὲ ἀνθήλην ἐλάττω τῶν
ἄλλων, τινὰς δὲ ὅλως οὐκ ἔχειν, οὓς καὶ προς-
αγορεύουσιν εὐνουχίας· ἐξ ὧν ἄριστα μέν φασί
τινες γίνεσθαι τὰ ζεύγη, κατορθοῦν δὲ ὀλίγα
παρὰ τὴν ἐργασίαν.
Τὴν δὲ τομὴν ὡραίαν εἶναι πρὸ Ἀντιγενίδου
μέν, ἡνίκ᾽ ηὔλουν ἀπλάστως, ὑπ᾽ Ἄρκτουρον Βοη-
δρομιῶνος μηνός· τὸν γὰρ οὕτω τμηθέντα συχνοῖς
μὲν ἔτεσιν ὕστερον γίνεσθαι χρήσιμον καὶ προ-
καταυλήσεως δεῖσθαι πολλῆς, συμμύειν δὲ τὸ
στόμα τῶν γλωττῶν, ὃ πρὸς τὴν διακτηρίαν εἶναι
χρήσιμον. ἐπεὶ δὲ εἰς τὴν πλάσιν μετέβησαν, καὶ
ἡ τομὴ μετεκινήθη· τέμνουσι γὰρ δὴ νῦν τοῦ
Σκιρροφοριῶνος καὶ Ἑκατομβαιῶνος ὥσπερ πρὸ
τροπῶν μικρὸν ἢ ὑπὸ τροπάς. γίνεσθαι δέ φασι
τρίενόν τε χρήσιμον καὶ καταυλήσεως βραχείας
δεῖσθαι καὶ κατασπάσματα τὰς γλώττας ἴσχειν·
τοῦτο δὲ ἀναγκαῖον τοῖς μετὰ πλάσματος αὐ-
λοῦσι. τοῦ μὲν οὖν ζευγίτου ταύτας εἶναι τὰς
ὥρας τῆς τομῆς.
Ἡ δ᾽ ἐργασία γίνεται τοῦτον τὸν τρόπον· ὅταν
συλλέξωσι τιθέασιν ὑπαίθριον τοῦ χειμῶνος ἐν
τῷ λέμματι· τοῦ δ᾽ ἦρος περικαθάραντες καὶ
ἐκτρίψαντες εἰς τὸν ἥλιον ἔθεσαν. τοῦ θέρους δὲ
μετὰ ταῦτα συντεμόντες εἰς τὰ μεσογονάτια πάλιν
ὑπαίθριον τιθέασι χρόνον τινά. προσλείπουσι
δὲ τῷ μεσογονατίῳ τὸ πρὸς τοὺς βλαστοὺς γόνυ·
τὰ δὲ μήκη τὰ τούτων οὐ γίνεται διπαλαίστων
ἐλάττω. βέλτιστα μὲν οὖν εἶναι τῶν μεσογονα-
τίων πρὸς τὴν ζευγοποιΐαν ὅλου τοῦ καλάμου τὰ
μέσα· μαλακώτατα δὲ ἴσχειν ζεύγη τὰ πρὸς τοὺς
βλαστούς, σκληρότατα δὲ τὰ πρὸς τῇ ῥίζῃ· συμ-
φωνεῖν δὲ τὰς γλώττας τὰς ἐκ τοῦ αὐτοῦ μεσογο-
νατίου, τὰς δὲ ἄλλας οὐ συμφωνεῖν· καὶ τὴν μὲν
πρὸς τῇ ῥίζῃ ἀριστερὰν εἶναι, τὴν δὲ πρὸς τοὺς
βλαστοὺς δεξιάν. τμηθέντος δὲ δίχα τοῦ μεσο-
γονατίου τὸ στόμα τῆς γλώττης ἑκατέρας γίνε-
σθαι κατὰ τὴν τοῦ καλάμου τομήν· ἐὰν δὲ ἄλλον
τρόπον ἐργασθῶσιν αἱ γλῶτται, ταύτας οὐ πάνυ
συμφωνεῖν· ἡ μὲν οὖν ἐργασία τοιαύτη.

Μαζαράκη Δέσποινα
(Αθήνα, 1914-1989). Διακεκριμένη εθνομουσικολόγος , "Ο αυλός της συλλογής Καραπάνου" (1972)



Eur. Orest. 140
Χορός

140σῖγα σῖγα, λεπτὸν ἴχνος ἀρβύλης
τίθετε, μὴ κτυπεῖτ᾽.

Ἠλέκτρα

ἀποπρὸ βᾶτ᾽ ἐκεῖσ᾽, ἀποπρό μοι κοίτας.

Χορός

ἰδού, πείθομαι.

Ἠλέκτρα

145ἆ ἆ σύριγγος ὅπως πνοὰ
λεπτοῦ δόνακος, ὦ φίλα, φώνει μοι.

Χορός

ἴδ᾽, ἀτρεμαῖον ὡς ὑπόροφον φέρω
βοάν.

Ἠλέκτρα
ναί, οὕτως:
κάταγε κάταγε, πρόσιθ᾽ ἀτρέμας, ἀτρέμας ἴθι:
150λόγον ἀπόδος ἐφ᾽ ὅ τι χρέος ἐμόλετέ ποτε.
χρόνια γὰρ πεσὼν ὅδ᾽ εὐνάζεται.

Euripides. Euripidis Fabulae, ed. Gilbert Murray, vol. 3. Oxford. Clarendon Press, Oxford. 1913.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0115:card=140&highlight=do/nakos
 

Attachments

  • aulos_mouthp_27824_lg.gif
    aulos_mouthp_27824_lg.gif
    16.2 KB · Views: 1
Last edited:
Αθηνά, είδος αυλού
Πολυδεύκη 4. 77

Julius Pollux
(Ιούλιος Πολυδεύκης, Ioulios Poludeukes)
2nd century AD

Text of the Onomasticon at archive.org

Author: Pollux, Julius, of Naucratis; Dindorf, Wilhelm, 1802-1883
Volume: 1-3
Publisher: Leipzig : Kuehn
Language: Ancient Greek; Latin

http://www.archive.org/details/onomasticon01polluoft

Αθηνά, είδος αυλού, το χρησιμοποίησε ο Νικωφελής ο Θηβαίος στον ύμνο προς την Αθηνά.

Prosopographia musica Graeca: - Google Books
Nikolaos Stam Aspiōtēs - 2006

Ptol. 3514, SB 4206. 166, Stephanes 1876. 1451. Nikopheles aus Theben ...
books.google.com/books?isbn=3865960839...

Plutarch, The Morals, vol. 1
CONCERNING MUSIC.*

The reason of this, we say, is either a certain plain and mixed composure, or both; like the enharmonic species of Olympus, by him set in the Phrygian mood and mixed with the paeon epibatos, which rendered the beginning of the key naturally elegant in what is called the nome of Minerva. For having made choice of his key and measure, he only changed the paeon epibatos for the trochee, which produced his enharmonic species. However, the enharmonic species and Phrygian tone remaining together with the whole system, the elegancy of the character was greatly altered. For that which was called harmony in the nome of Minerva was quite another thing from that in the introduction.

Plutarch, The Morals, vol. 1 [1878]
Edition used:
Plutarch’s Morals. Translated from the Greek by Several Hands. Corrected and Revised by William W. Goodwin, with an Introduction by Ralph Waldo Emerson. 5 Volumes. (Boston: Little, Brown, and Co., 1878). Vol. 1.

Author: Plutarch
Translator: William W. Goodwin
Introduction: Ralph Waldo Emerson

http://oll.libertyfund.org/index.ph...show.php?title=1211&layout=html#chapter_91410

~~~~~~

[ Minerva (Etruscan: Menrfa, or Menrva) was the Roman goddess whom Hellenizing Romans from the second century BC onwards equated with the Greek goddess Athena ...]

PLUTARQUE

ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

(371) Ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ περὶ τῶν ῥυθμῶν· (372) οὐδεὶς γὰρ ῥυθμὸς τὴν τῆς τελείας οἰκειότητος δύναμιν ἥξει ἔχων ἐν ἑαυτῷ· (373) τὸ γὰρ οἰκείως ἀεὶ λεγόμενον πρὸς ἦθός τι βλέποντες λέγομεν. Τούτου δέ φαμεν αἰτίαν εἶναι σύνθεσίν τινα ἢ μῖξιν ἢ ἀμφότερα. (374) (374-375) Οἷον Ὀλύμπῳ τὸ ἐναρμόνιον γένος ἐπὶ Φρυγίου τόνου τεθὲν παίωνι ἐπιβατῷ μιχθέν· (375) τοῦτο γὰρ τῆς ἀρχῆς τὸ ἦθος ἐγέννησεν ἐπὶ τῷ τῆς Ἀθηνᾶς νόμῳ· (376) προσληφθείσης γὰρ μελοποιίας καὶ ῥυθμοποιίας, τεχνικῶς τε μεταληφθέντος τοῦ ῥυθμοῦ μόνον αὐτοῦ καὶ γενομένου τροχαίου ἀντὶ παίωνος, συνέστη τὸ Ὀλύμπου ἐναρμόνιον γένος. (377) Ἀλλὰ μὴν καὶ τοῦ ἐναρμονίου γένους καὶ τοῦ Φρυγίου τόνου διαμενόντων καὶ πρὸς τούτοις τοῦ συστήματος παντός, μεγάλην ἀλλοίωσιν ἔσχηκε τὸ ἦθος· (378) ἡ γὰρ καλουμένη ἁρμονία ἐν τῷ τῆς Ἀθηνᾶς νόμῳ πολὺ διέστηκε κατὰ τὸ ἦθος τῆς ἀναπείρας.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm

J. Paul Getty Museum
A fourth-century floor mosaic depicting Athena and Marsyas, from a monument in Kelibia.
 

Attachments

  • 5758634-L (1).jpg
    21.1 KB · Views: 3
  • 11mosa_CA1.600 (1).jpg
    11mosa_CA1.600 (1).jpg
    359.8 KB · Views: 5
Last edited:
Athenaeus. The Deipnosophists. with an English Translation by. Charles Burton Gulick. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1927. 1.

Τα βιβλία Α', Δ', ΙΔ' και ΙΕ' περιέχουν σημαντικές πληροφορίες για την αρχαία ελληνική μουσική· ιδιαίτερα τα βιβλία Δ' (από το 174Α ως το 185) και ΙΔ' (616Ε-639) περιέχουν πληροφορίες για μουσικά όργανα (Δ') και για χορούς, για διάφορα επαγγέλματα, για ωδές , γένη , αρμονίες κτλ. (ΙΔ'). Πολύ από το μουσικό υλικό των Δειπνοσοφιστών προέρχεται από τον Ηρακλείδη τον Ποντικό , τον Δούρι, τον Αριστόξενο και πολλές άλλες, πιο παλιές πηγές.


http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:2008.01.0405


http://analogion.com/forum/showthread.php?t=12232
 

Attachments

  • Ateneo.JPG
    71.6 KB · Views: 2
Last edited:
αθλοθέτης

http://www.musipedia.gr/

Διοργανωτές και συγχρόνως κριτές των Μεγάλων Παναθηναίων. Αποτελούνταν από δέκα μέλη, τα οποία εκπροσωπούσαν τις δέκα Αθηναϊκές φυλές και εκλέγονταν από τη Βουλή των 500. Η θητεία τους διαρκούσε για μία τετραετία και ξεκινούσε αμέσως μετά την ολοκλήρωση των προηγούμενων Παναθηναίων.

Οι αθλοθέτες ήταν υπεύθυνοι για την προετοιμασία και την τέλεση της γιορτής, ενώ στα καθήκοντά τους περιλαμβάνονταν και οι αθλητικοί, ιππικοί και μουσικοί αγώνες. Υπό την επίβλεψή τους γινόταν, επίσης, η οργάνωση της μεγάλης πομπής των Παναθηναίων, η οποία απαιτούσε πολλές φορές υπέρογκες δαπάνες και ακριβή συντονισμό από τους αθλοθέτες. Ακόμη, ήταν υπεύθυνοι για τη δημιουργία του πέπλου, που προσφερόταν στο αρχαίο άγαλμα της θεάς Αθηνάς, το ξόανο, στο τέλος της πομπής. Στα καθήκοντά τους συμπεριλαμβανόταν και η συλλογή και φύλαξη του λαδιού που δινόταν ως έπαθλο στα Μεγάλα Παναθήναια και προερχόταν από τις μορίες, δηλαδή τις ιερές ελιές της Αθηνάς. Σε συνεργασία με τη Βουλή των Πεντακοσίων, οι αθλοθέτες μεριμνούσαν για την κατασκευή των Παναθηναϊκών αμφορέων, την οποία ανέθεταν σε διάφορα κεραμικά εργαστήρια που πληρώνονταν από το δημόσιο ταμείο της Αθήνας ή από χορηγίες που προσέφεραν πλούσιοι Αθηναίοι πολίτες. Επίσης οι αθλοθέτες έπρεπε να φροντίζουν, ώστε οι χώροι τέλεσης των αγώνων, δηλαδή το Παναθηναϊκό στάδιο, ο ιππόδρομος και το Ωδείο, να βρίσκονται σε άριστη κατάσταση την περίοδο διεξαγωγής των Μεγάλων Παναθηναίων.

Το αξίωμα των αθλοθετών υπήρξε σημαντικό για το Αθηναϊκό κράτος, ώστε είχαν αποκτήσει το δικαίωμα να σιτίζονται δημόσια στο Πρυτανείο της πόλης από την 4η του Εκατομβαιώνος έως και την 23η που ξεκινούσε η γιορτή των Παναθηναίων. Από τον 5ο αι. π.Χ. στα καθήκοντα των αθλοθετών προστίθενται και όσα μέχρι τότε ασκούσαν οι ιεροποιοί. Συγκεκριμένα, οι αθλοθέτες ανέλαβαν και την ευθύνη εκτέλεσης των θυσιών, οι οποίες προσφέρονταν από το Αθηναϊκό κράτος στην γιορτή των Παναθηναίων.

http://odysseus.culture.gr/a/5/ga502.jsp?obj_id=15064

ἀθλοθέτης one who awards the prize, the judge
(Show lexicon entry in LSJ Middle Liddell) (search)
ἀθλοθέτης noun sg masc nom


ἀθλοθετέω offer a prize, offer rewards

ἀθλοθέτης verb 2nd sg pres ind act doric aeolic contr
ἀθλοθέτης verb 2nd sg imperf ind act doric aeolic contr


ἀθλο-θέτης , ου, ὁ,
A. one who awards the prize, the judge or steward in the games, Pl. Lg.764d, Arist.EN1095b1, IG1.188, etc.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/morph?l=αθλοθέτης&la=greek#lexicon


Plat. Laws 6.764d

[764δ] κόσμου καὶ παιδεύσεως ἅμα καὶ τῆς περὶ ταῦτα ἐπιμελείας τῶν φοιτήσεών τε πέρι καὶ οἰκήσεων ἀρρένων καὶ θηλειῶν κορῶν, ἀγωνίας δέ, ἔν τε τοῖς γυμνικοῖς καὶ περὶ τὴν μουσικὴν ἀθλοθέτας ἀθληταῖς, διττοὺς αὖ τούτους, περὶ μουσικὴν μὲν ἑτέρους, περὶ ἀγωνίαν δ᾽ ἄλλους. ἀγωνιστικῆς μὲν οὖν ἀνθρώπων τε καὶ ἵππων τοὺς αὐτούς, μουσικῆς δὲ ἑτέρους μὲν τοὺς περὶ μονῳδίαν τε καὶ μιμητικήν, οἷον [764ε] ῥαψῳδῶν καὶ κιθαρῳδῶν καὶ αὐλητῶν καὶ πάντων τῶν τοιούτων ἀθλοθέτας ἑτέρους πρέπον ἂν εἴη γίγνεσθαι, τῶν δὲ περὶ χορῳδίαν ἄλλους. πρῶτον δὴ περὶ τὴν τῶν χορῶν παιδιὰν παίδων τε καὶ ἀνδρῶν καὶ θηλειῶν κορῶν ἐν ὀρχήσεσι καὶ τῇ τάξει τῇ ἁπάσῃ γιγνομένῃ μουσικῇ τοὺς ἄρχοντας αἱρεῖσθαί που χρεών: ἱκανὸς δὲ εἷς ἄρχων αὐτοῖς, [765α] μὴ ἔλαττον τετταράκοντα γεγονὼς ἐτῶν. ἱκανὸς δὲ καὶ περὶ μονῳδίαν εἷς, μὴ ἔλαττον ἢ τριάκοντα γεγονὼς ἐτῶν, εἰσαγωγεύς τε εἶναι καὶ τοῖς ἁμιλλωμένοις τὴν διάκρισιν ἱκανῶς ἀποδιδούς. τὸν δὴ χορῶν ἄρχοντα καὶ διαθετῆρα αἱρεῖσθαι χρὴ τοιόνδε τινὰ τρόπον. ὅσοι μὲν φιλοφρόνως ἐσχήκασι περὶ τὰ τοιαῦτα, εἰς τὸν σύλλογον ἴτωσαν, ἐπιζήμιοι ἐὰν μὴ ἴωσιν—τούτου δὲ οἱ νομοφύλακες κριταί—τοῖς δ᾽ ἄλλοις, ἐὰν μὴ βούλωνται, μηδὲν ἐπάναγκες ἔστω. καὶ [765β] τὴν προβολὴν δὴ τὸν αἱρούμενον ἐκ τῶν ἐμπείρων ποιητέον, ἔν τε τῇ δοκιμασίᾳ κατηγόρημα ἓν τοῦτ᾽ ἔστω καὶ ἀπηγόρημα, τῶν μὲν ὡς ἄπειρος ὁ λαχών, τῶν δ᾽ ὡς ἔμπειρος: ὃς δ᾽ ἂν εἷς ἐκ προχειροτονηθέντων δέκα λάχῃ, δοκιμασθείς, τὸν ἐνιαυτὸν τῶν χορῶν ἀρχέτω κατὰ νόμον. κατὰ ταὐτὰ δὲ τούτοις καὶ ταύτῃ ὁ λαχὼν τὸν ἐνιαυτὸν ἐκεῖνον τῶν ἀφικομένων εἰς κρίσιν μονῳδιῶν τε καὶ συναυλιῶν ἀρχέτω, εἰς [765ξ] τοὺς κριτὰς ἀποδιδοὺς ὁ λαχὼν τὴν κρίσιν. μετὰ δὲ ταῦτα χρεὼν ἀγωνίας ἀθλοθέτας αἱρεῖσθαι τῆς περὶ τὰ γυμνάσια ἵππων τε καὶ ἀνθρώπων ἐκ τῶν τρίτων τε καὶ ἔτι τῶν δευτέρων τιμημάτων: εἰς δὲ τὴν αἵρεσιν ἔστω μὲν ἐπάναγκες τοῖς τρισὶν καὶ πορεύεσθαι τιμήμασι, τὸ σμικρότατον δὲ ἀζήμιον ἀφείσθω. τρεῖς δ᾽ ἔστωσαν οἱ λαχόντες, τῶν προχειροτονηθέντων μὲν εἴκοσι, λαχόντων δὲ ἐκ τῶν εἴκοσι τριῶν, οὓς ἂν καὶ ψῆφος ἡ τῶν δοκιμαζόντων δοκιμάσῃ: ἐὰν [765δ] δέ τις ἀποδοκιμασθῇ καθ᾽ ἡντιναοῦν ἀρχῆς λῆξιν καὶ κρίσιν, ἄλλους ἀνθαιρεῖσθαι κατὰ ταὐτὰ καὶ τὴν δοκιμασίαν ὡσαύτως αὐτῶν πέρι ποιεῖσθαι.

Plato. Platonis Opera, ed. John Burnet. Oxford University Press. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...165:book=6:section=764d&highlight=a)qloqe/tas



Plut. Per. 13

τὸ δ᾽ Ὠιδεῖον, τῇ μὲν ἐντὸς διαθέσει πολύεδρον καὶ πολύστυλον, τῇ δ᾽ ἐρέψει περικλινὲς καὶ κάταντες ἐκ μιᾶς κορυφῆς πεποιημένον, εἰκόνα λέγουσι γενέσθαι καὶ μίμημα τῆς βασιλέως σκηνῆς, ἐπιστατοῦντος καὶ τούτῳ Περικλέους. [6] διὸ καὶ πάλιν Κρατῖνος ἐν Θρᾴτταις παίζει πρὸς αὐτόν:

ὁ σχινοκέφαλος Ζεὺς ὅδε
προσέρχεται2 τᾠδεῖον ἐπὶ τοῦ κρανίου
ἔχων, ἐπειδὴ τοὔστρακον παροίχεται.

Cratinus, The Thracian Women; Kock, Com. Att. Frag. i. p. 35

φιλοτιμούμενος δ᾽ ὁ Περικλῆς τότε πρῶτον ἐψηφίσατο μουσικῆς ἀγῶνα τοῖς Παναθηναίοις ἄγεσθαι, καὶ διέταξεν αὐτὸς ἀθλοθέτης αἱρεθεὶς καθότι χρὴ τοὺς ἀγωνιζομένους αὐλεῖν ἢ ᾁδειν ἢ κιθαρίζειν. ἐθεῶντο δὲ καὶ τότε καὶ τὸν ἄλλον χρόνον ἐν Ὠιδείῳ τοὺς μουσικοὺς ἀγῶνας. [7]

Plutarch. Plutarch's Lives. with an English Translation by. Bernadotte Perrin. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1916. 3.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...2008.01.0072:chapter=13&highlight=a)qloqe/ths


Luc. Pisc. 33

[33] ταῦτα οὐκ ἤνεγκα ὁρῶν ἔγωγε, ἀλλ᾽ ἤλεγχον αὐτοὺς καὶ διέκρινον ἀφ᾽ ὑμῶν ὑμεῖς δέ, τιμᾶν ἐπὶ τούτοις δέον, εἰς δικαστήριόν με ἄγετε. οὐκοῦν ἤν τινα καὶ τῶν μεμυημένων ἰδὼν ἐξαγορεύοντα ταῖν θεαῖν τὰ ἀπόρρητα καὶ ἐξορχούμενον ἀγανακτήσω καὶ διελέγξω, ἐμὲ τὸν ἀσεβοῦντα [p. 50] ἡγήσεσθε εἶναι; ἀλλ᾽ οὐ δίκαιον. ἐπεὶ καὶ οἱ ἀθλοθέται μαστιγοῦν εἰώθασιν, ἤν τις ὑποκριτὴς Ἀθηνᾶν ἢ Ποσειδῶνα ἢ τὸν Δία ὑποδεδυκὼς μὴ καλῶς ὑποκρίνηται μηδὲ κατ᾽ ἀξίαν τῶν θεῶν, καὶ οὐ δή που ὀργίζονται αὐτοῖς ἐκεῖνοι, διότι τὸν περικείμενον αὐτῶν τὰ προσωπεῖα καὶ τὸ σχῆμα ἐνδεδυκότα ἐπέτρεψαν παίειν τοῖς μαστιγοφόροις, ἀλλὰ καὶ ἥδοιντ᾽ ἄν, οἶμαι, μᾶλλον ^ μαστιγουμένῳ: ^ οἰκέτην μὲν γάρ τινα ἢ ἄγγελον μὴ δεξιῶς ὑποκρίνασθαι μικρὸν τὸ πταῖσμα, τὸν Δία δὲ ἢ τὸν Ἡρακλέα μὴ κατ᾽ ἀξίαν ἐπιδείξασθαι τοῖς θεαταῖς, ἀποτρόπαιον ὡς αἰσχρόν.

Lucian. Works. with an English Translation by. A. M. Harmon. Cambridge, MA. Harvard
University Press. London. William Heinemann Ltd. 1921. 3.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...2008.01.0444:section=33&highlight=a)qloqe/tai



Luc. Ind. 9

[9] ἐπεὶ δ᾽ οὖν ποτε καὶ ἧκεν ἡ τοῦ ἀγῶνος ἡμέρα, τρεῖς μὲν ἦσαν, ἔλαχεν δὲ μέσος αὐτῶν ὁ Εὐάγγελος ᾁδειν καὶ μετὰ Θέσπιν τὸν Θηβαῖον οὐ φαύλως ἀγωνισάμενον εἰσέρχεται ὅλος περιλαμπόμενος τῷ χρυσῷ καὶ τοῖς σμαράγδοις καὶ βηρύλλοις καὶ ὑακίνθοις: καὶ ἡ πορφύρα δὲ ἐνέπρεπε τῆς ἐσθῆτος, ἣ μεταξὺ τοῦ χρυσοῦ διεφαίνετο. τούτοις ἅπασι προεκπλήξας τὸ θέατρον καὶ θαυμαστῆς ἐλπίδος ἐμπλήσας τοὺς θεατάς, ἐπειδή ποτε καὶ ᾆσαι καὶ κιθαρίσαι πάντως ἔδει, ἀνακρούεται μὲν ἀνάρμοστόν τι καὶ ἀσύντακτον, ἀπορρήγνυσι δὲ τρεῖς ἅμα χορδὰς σφοδρότερον τοῦ δέοντος ἐμπεσὼν τῇ κιθάρᾳ, ᾁδειν δὲ ἄρχεται ἀπόμουσόν τι καὶ λεπτόν, ὥστε γέλωτα μὲν παρὰ πάντων γενέσθαι τῶν θεατῶν, τοὺς ἀθλοθέτας δὲ ἀγανακτήσαντας ἐπὶ τῇ τόλμῃ μαστιγώσαντας αὐτὸν ἐκβαλεῖν τοῦ θεάτρου: ὅτεπερ καὶ [p. 188] γελοιότατος ὤφθη δακρύων ὁ χρυσοῦς Εὐάγγελος καὶ ὑπὸ τῶν μαστιγοφόρων συρόμενος διὰ μέσης τῆς σκηνῆς καὶ τὰ σκέλη καθῃματωμένος ἐκ τῶν μαστίγων καὶ συλλέγων χαμάθεν τῆς κιθάρας τὰς σφραγῖδας: ἐξεπεπτώκεσαν γὰρ κἀκείνης συμμαστιγουμένης αὐτῷ.
[10] μικρὸν δ᾽ ἐπισχὼν μετ᾽ αὐτὸν Εὔμηλός τις Ἠλεῖος εἰσέρχεται, κιθάραν μὲν παλαιὰν ἔχων, ξυλίνους δὲ κόλλοπας ἐπικειμένην, ἐσθῆτα δὲ μόγις σὺν τῷ στεφάνῳ δέκα δραχμῶν ἀξίαν ἀλλ᾽ οὗτός γε ᾁσας δεξιῶς καὶ κιθαρίσας κατὰ τὸν νόμον τῆς τέχνης ἐκράτει καὶ ἀνεκηρύττετο καὶ τοῦ Εὐαγγέλου κατεγέλα μάτην ἐμπομπεύσαντος τῇ κιθάρᾳ καὶ ταῖς σφραγῖσιν ἐκείναις, καὶ εἰπεῖν γε λέγεται πρὸς αὐτόν ‘ὦ Εὐάγγελε, σὺ μὲν χρυσῆν δάφνην περίκεισαι, πλουτεῖς γάρ, ἐγὼ δὲ ὁ πένης τὴν Δελφικήν. πλὴν τοῦτό γε μόνον ὤνησο τῆς σκευῆς, ὅτι μηδὲ ἐλεούμενος ἐπὶ τῇ ἥττῃ ἀπέρχῃ, ἀλλὰ μισούμενος προσέτι διὰ τὴν ἄτεχνόν σου ταύτην τρυφήν.’ περὶ πόδα δή σοι καὶ Εὐάγγελος οὗτος, παρ᾽ ὅσον σοί γε οὐδ᾽ ὀλίγον μέλει τοῦ γέλωτος τῶν θεατῶν.

Lucian. Works. with an English Translation by. A. M. Harmon. Cambridge, MA. Harvard University Press. London. William Heinemann Ltd. 1921. 3.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper...:2008.01.0447:section=9&highlight=a)qloqe/tas


Ο μουσικός Αύγουστος στην αρχαιότητα
* Μεγάλοι στοχαστές της αρχαιότητας υποστήριζαν ότι «μουσική επανάσταση ισοδυναμούσε με κοινωνική επανάσταση»!

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 28/08/2005, 00:00


O Αύγουστος, ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού, είναι γεμάτος πολιτιστικές εκδηλώσεις, ανάμεσα στις οποίες σημαντική θέση κατέχουν οι μουσικές, ενώ από θρησκευτικής απόψεως δεσπόζει η γιορτή της Παναγίας. Κατά περίεργη σύμπτωση, κάτι ανάλογο συνέβαινε την ίδια εποχή και στην αρχαία Αθήνα. Στα τέλη του μηνός Εκατομβαιώνος, που αντιστοιχεί περίπου στα μέσα του δικού μας Αυγούστου, οι Αθηναίοι τιμούσαν την πιο μεγάλη θεά τους, την Αθηνά, και για χάρη της είχαν θεσπίσει τα Παναθήναια, τη σημαντικότερη γιορτή τους. Αξιομνημόνευτο τμήμα της γιορτής αυτής αποτελούσαν οι μουσικοί αγώνες. Οπωσδήποτε οι γνώσεις μας για αυτούς σήμερα δεν είναι τόσες όσες θα θέλαμε. Είναι αποσπασματικές και βασίζονται σε λιγοστές πληροφορίες αρχαίων συγγραφέων, σε ορισμένες επιγραφές και σε έναν αριθμό παραστάσεων που διακοσμούν κυρίως αγγεία, και μάλιστα αττικά, του 6ου και 5ου αι. π.X.
H αρχαία ελληνική μουσική είναι σχεδόν ολοκληρωτικά χαμένη για μας σήμερα και δυστυχώς δεν μπορούμε να την απολαύσουμε ακουστικά. Ασφαλώς στον τομέα αυτόν έχουμε τη μεγαλύτερη απώλεια σε ό,τι αφορά τις πνευματικές δημιουργίες των αρχαίων Ελλήνων, όταν μάλιστα αναλογιστούμε τον καίριο ρόλο της μουσικής στη ζωή τους.

Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πότε ακριβώς εισήχθησαν στο παναθηναϊκό πρόγραμμα οι μουσικοί αγώνες. Είναι ωστόσο πιθανό αυτό να έγινε το 566 π.X., όταν και αναδιοργανώθηκε ριζικά η γιορτή. Λίγο αργότερα, στα χρόνια των Πεισιστρατιδών, ίσως γνώρισαν πρόσθετη αίγλη, όταν ο «φιλόμουσος» Ιππαρχος, ένας από τους γιους του Πεισιστράτου, εισήγαγε στο πρόγραμμα και αγώνες ραψωδών, στους οποίους οι συμμετέχοντες διαγωνίζονταν σε απαγγελίες επικών ποιημάτων. Οι πρώτες βεβαιωμένες πληροφορίες που έχουμε για μουσικούς αγώνες στα Παναθήναια ανάγονται περίπου στα μέσα του 5ου αι. π.X. και σχετίζονται με τον Περικλή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο «Περικλής... πρώτον εψηφίσατο μουσικής αγώνα τοις Παναθηναίοις άγεσθαι και διέταξεν αυτός αθλοθέτης αιρεθείς καθότι χρη τους αγωνιζομένους αυλείν ή άδειν ή κιθαρίζειν». H ορθότητα της πληροφορίας αυτής του Πλουτάρχου, σύμφωνα με την οποία ο μεγάλος αυτός πολιτικός και στρατηγός ήταν ο πρώτος που εισήγαγε στο παναθηναϊκό πρόγραμμα αγώνες μουσικής, αμφισβητείται σήμερα βάσιμα. Ο Περικλής ίσως ήταν αυτός που πρώτος θεσμοθέτησε κανόνες διεξαγωγής των μουσικών αγωνισμάτων, τα οποία πιθανόν και να αναμόρφωσε ύστερα από μια υποτιθέμενη διακοπή τους αμέσως μετά τους Περσικούς πολέμους. Χωρίς αμφιβολία στις πρωτοβουλίες του αυτές καθοριστικός θα ήταν ο ρόλος του φίλου και πολιτικού του συμβούλου Δάμωνα. Ο Δάμων, ένας επιφανής διανοούμενος της εποχής και συγχρόνως εξέχων θεωρητικός της μουσικής, πίστευε ότι οι μουσικές αρμονίες και οι ρυθμοί παίζουν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του ψυχικού κόσμου και του χαρακτήρα των ανθρώπων και ιδιαίτερα των νέων. Επομένως το κράτος έχει βασική υποχρέωση να φροντίζει για τα μουσικά πράγματα και τη μουσική εκπαίδευση.

Το παναθηναϊκό πρόγραμμα τις πρώτες δεκαετίες του 4ου αι. π.X., όπως μας πληροφορεί μια αποσπασματικά σωζόμενη επιγραφή, περιελάμβανε αγώνες αυλητικής (σόλο αυλό), κιθαρωδίας (κιθάρα συνοδευόμενη από τραγούδι), αυλωδίας (παίξιμο αυλού συνοδευόμενο από τραγούδι), κιθαριστικής (σόλο κιθάρα). Στα δύο τελευταία μάλιστα διαγωνίζονταν τόσο άνδρες όσο και παιδιά ή έφηβοι. Από την ίδια επιγραφή πληροφορούμαστε ότι το πιο σημαντικό μουσικό αγώνισμα ήταν αυτό της κιθαρωδίας. Ηταν το μόνο στο οποίο έδιναν βραβεία στους πέντε πρώτους, ενώ ο πρώτος νικητής του έπαιρνε και τα πιο ακριβά έπαθλα. Συγκεκριμένα κέρδιζε ένα χρυσό στεφάνι αξίας χιλίων δραχμών και επιπλέον χρηματικό ποσό 500 δραχμών. Αν θυμηθούμε ότι στην Αθήνα του τέλους του 5ου αι. π.X. το μεροκάματο του εξειδικευμένου εργάτη ήταν μία δραχμή, συνειδητοποιούμε αμέσως το ύψος των απολαβών που είχε ο νικητής κιθαρωδός.

Στην Αθήνα οι μουσικοί αγώνες και γενικότερα οι σημαντικότερες μουσικές εκδηλώσεις από τα μέσα του 5ου αι. π.X. και μετά διεξάγονταν σε ένα ειδικό μέγαρο μουσικής. Φαίνεται ότι και αυτό ήταν έργο του Περικλή, ενταγμένο στο μεγαλεπήβολο οικοδομικό του πρόγραμμα με το οποίο επιχειρούσε να καταστήσει την Αθήνα ηγέτιδα δύναμη όχι μόνο σε οικονομικό-στρατιωτικό επίπεδο αλλά και σε πολιτιστικό. Το Ωδείον του Περικλή, κτισμένο στις NA παρυφές της Ακρόπολης, δίπλα στο Διονυσιακό θέατρο, ήταν ένα εντυπωσιακό σε μορφή και διαστάσεις ορθογώνιο οικοδόμημα που ξεπερνούσε σε εμβαδόν τα 4.200 τ.μ. Τις τελευταίες δεκαετίες του 1ου αι. π.X. η Αθήνα θα αποκτήσει και ένα δεύτερο αξιόλογο σε μέγεθος και αρχιτεκτονική σύλληψη μέγαρο μουσικής. Κτίστηκε με χρήματα του Μάρκου Αγρίππα, γαμπρού του Αυγούστου, στο κέντρο της αρχαίας Αγοράς. Εξαιτίας όμως της τολμηρής αρχιτεκτονικής του - η κεντρική του αίθουσα εμβαδού περίπου 600 τ.μ. και χωρητικότητας πάνω - κάτω 1.000 θέσεων στεγαζόταν χωρίς τη βοήθεια εσωτερικών υποστυλωμάτων! -, γρήγορα κατέρρευσε. Οταν ξανακτίστηκε, περί το 150 μ.X., με σημαντική μείωση της χωρητικότητάς του, χρησίμευε κυρίως ως χώρος διαλέξεων. Ετσι δημιουργήθηκε η ανάγκη να κτιστεί ένα τρίτο Ωδείο, τη δαπάνη του οποίου ανέλαβε ο βαθύπλουτος Ηρώδης ο Αττικός. Πρόκειται για το γνωστό μας Ηρώδειο, κτισμένο τη δεκαετία 160-170 μ.X. στις ΝΔ παρυφές της Ακρόπολης, χωρητικότητας περίπου 6.000 θεατών.

Ο κ. Μιχάλης A. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

http://webcache.googleusercontent.c...3+αθλοθέτης+μουσικη&cd=15&hl=el&ct=clnk&gl=gr
 

Attachments

  • 1991.07.1155.jpeg
    1991.07.1155.jpeg
    42.4 KB · Views: 2
  • 1991.10.0078 (1).jpeg
    1991.10.0078 (1).jpeg
    46.5 KB · Views: 2
Last edited:
Back
Top