Ο Άγγελος Βουδούρης στα έργα του αναφέρει σε διάφορα σημεία περί χρόνου και ρυθμού. Επειδή είναι πολύ ενδιαφέροντα, ανοίγω αυτό το θέμα για να υπάρχουν συγκεντρωμένες οι αναφορές αυτές από τα διάφορα βιβλία του.
Αρχίζω με ένα κομμάτι που αντέγραψα πρόσφατα από τα Μουσικολογικά Απομνημονεύματα, τόμος 18, σελ. 65, §67:
§67. Συμφώνως μέ τάς ὁδηγίας τάς ὁποίας μᾶς δίδουν τά θεωρητικά μας βιβλία, τά συντεταγμένα ἀπό ἐπαναστάσεως καί ἐντεῦθεν, τά μουσικά μέλη ἐκτελοῦνται κατά χρόνον, τόν ὁποίον οἱ σημερινοί ἐκτελεσταί ἐκλαμβάνουν διά ρυθμόν. Κάθε μέλος ἐκτελούμενον κατά τόν ὁρισμόν ὅτι «ἕκαστος χαρακτήρ δύναται μίαν ἄρσην καί μίαν θέσιν καἰ τοῦτο ἐστί χρόνος», — δέν προξενεῖ καμμίαν ἐντύπωσιν ἀκουστικῶς. Ἡ κατά χρόνον ἐκτέλεσις ἑνός μουσικοῦ μέλους ἀποβαίνει κουραστική. Ὑπό τοιαύτας συνθήκας εὑρισκομένη ἡ ψαλμωδία καθυστερεῖ· διότι δέν εὐχαριστῇ, δέν τέρπει, δέν γοητεύει τούς ἐκκλησιαζομένους. Ἐν τούτοις ἔχω παρατηρήσει ὅτι οἱ ψάλται ἔχουν κάμει σύγχυσιν εἰς τό ζήτημα τοῦτο τῆς μουσικῆς· δέν διακρίνουν τόν χρόνον ἀπό τόν ρυθμόν· τόν ρυθμόν συγχέουν μέ τόν χρόνον, μάλιστα δέ καἰ ταυτίζουν τά δύο ἰδιαίτερα ταῦτα στοιχεῖα τοῦ μουσικοῦ μέλους. Τούτου ἕνεκα ἄλλοτε μέν ψάλλουν κατά χρόνον ἄλλοτε δέ κατά ρυθμόν. Ἐκ τῆς άντιθέσεως ταύτης, ἀναμφιβόλως ἀδικεῖται τό μέλος ὡς πρός τήν ἐκτέλεσιν· Παρετηρήθη ὅτι ὁσάκις ἕνα μουσικόν τεμάχιον ψάλλεται ὄχι ἀκριβῶς, δηλαδή συμφώνως μέ τήν τήρησιν τοῦ ὁριζομένου ὑπό τῶν θεωρητικῶν βιβλίων χρόνου δι᾽ ἔκαστον χαρακτῆρα ποσότητος, τότε τό μέλος τοῦτο ἀκούεται εὐχάριστώτερον ἀπό ἀπόψεως ἐκτελέσεως. Τούτο δέ σημαίνει ὅτι διά τήν ἐκτέλεσιν ἐκάστου εἴδους ἐκκλησιαστικῆς μελῳδίας θά ὑπάρχουν κατ᾽ἀνάγκην, ἰσχύοντες εἰδικοί κανόνες. Μέσα εἰς ποῖον ὅμως θεωρητικόν σύγγραμμα πρέπει νά ἐκτίθενται οἱ κανόνες οὗτοι; Συνήθως οἱ ἐκκλ. ψάλται ἐν τῷ ψάλλειν τηροῦσι μίαν ἄρσιν καί μίαν θέσιν δι᾽ἔκαστον χαρακτῆρα ποσότητος, μηκύνοντες οὕτω τάς μουσικάς γραμμάς καί παραλλάσσοντες τάς μελῳδίας. Ἐντεῦθεν καί ψάλλοντες τά διάφορα μέλη τά παρουσιάζουν ἐκτελεστικῶς τοιαῦτα οἷα νά μήν ἔχουν καμμίαν μουσικήν ἀξίαν καί νά παρουσιάζονται βαριά καί κουραστικά.
Αρχίζω με ένα κομμάτι που αντέγραψα πρόσφατα από τα Μουσικολογικά Απομνημονεύματα, τόμος 18, σελ. 65, §67:
§67. Συμφώνως μέ τάς ὁδηγίας τάς ὁποίας μᾶς δίδουν τά θεωρητικά μας βιβλία, τά συντεταγμένα ἀπό ἐπαναστάσεως καί ἐντεῦθεν, τά μουσικά μέλη ἐκτελοῦνται κατά χρόνον, τόν ὁποίον οἱ σημερινοί ἐκτελεσταί ἐκλαμβάνουν διά ρυθμόν. Κάθε μέλος ἐκτελούμενον κατά τόν ὁρισμόν ὅτι «ἕκαστος χαρακτήρ δύναται μίαν ἄρσην καί μίαν θέσιν καἰ τοῦτο ἐστί χρόνος», — δέν προξενεῖ καμμίαν ἐντύπωσιν ἀκουστικῶς. Ἡ κατά χρόνον ἐκτέλεσις ἑνός μουσικοῦ μέλους ἀποβαίνει κουραστική. Ὑπό τοιαύτας συνθήκας εὑρισκομένη ἡ ψαλμωδία καθυστερεῖ· διότι δέν εὐχαριστῇ, δέν τέρπει, δέν γοητεύει τούς ἐκκλησιαζομένους. Ἐν τούτοις ἔχω παρατηρήσει ὅτι οἱ ψάλται ἔχουν κάμει σύγχυσιν εἰς τό ζήτημα τοῦτο τῆς μουσικῆς· δέν διακρίνουν τόν χρόνον ἀπό τόν ρυθμόν· τόν ρυθμόν συγχέουν μέ τόν χρόνον, μάλιστα δέ καἰ ταυτίζουν τά δύο ἰδιαίτερα ταῦτα στοιχεῖα τοῦ μουσικοῦ μέλους. Τούτου ἕνεκα ἄλλοτε μέν ψάλλουν κατά χρόνον ἄλλοτε δέ κατά ρυθμόν. Ἐκ τῆς άντιθέσεως ταύτης, ἀναμφιβόλως ἀδικεῖται τό μέλος ὡς πρός τήν ἐκτέλεσιν· Παρετηρήθη ὅτι ὁσάκις ἕνα μουσικόν τεμάχιον ψάλλεται ὄχι ἀκριβῶς, δηλαδή συμφώνως μέ τήν τήρησιν τοῦ ὁριζομένου ὑπό τῶν θεωρητικῶν βιβλίων χρόνου δι᾽ ἔκαστον χαρακτῆρα ποσότητος, τότε τό μέλος τοῦτο ἀκούεται εὐχάριστώτερον ἀπό ἀπόψεως ἐκτελέσεως. Τούτο δέ σημαίνει ὅτι διά τήν ἐκτέλεσιν ἐκάστου εἴδους ἐκκλησιαστικῆς μελῳδίας θά ὑπάρχουν κατ᾽ἀνάγκην, ἰσχύοντες εἰδικοί κανόνες. Μέσα εἰς ποῖον ὅμως θεωρητικόν σύγγραμμα πρέπει νά ἐκτίθενται οἱ κανόνες οὗτοι; Συνήθως οἱ ἐκκλ. ψάλται ἐν τῷ ψάλλειν τηροῦσι μίαν ἄρσιν καί μίαν θέσιν δι᾽ἔκαστον χαρακτῆρα ποσότητος, μηκύνοντες οὕτω τάς μουσικάς γραμμάς καί παραλλάσσοντες τάς μελῳδίας. Ἐντεῦθεν καί ψάλλοντες τά διάφορα μέλη τά παρουσιάζουν ἐκτελεστικῶς τοιαῦτα οἷα νά μήν ἔχουν καμμίαν μουσικήν ἀξίαν καί νά παρουσιάζονται βαριά καί κουραστικά.