Περί κάποιας Ακολουθίας με το Στανίτσα διηγείται ο κ. Μιχάλης Παπασάββας
εδώ (άγνωστο αν πρόκειται για την ίδια Ακολουθία και απλά έγινε σύγχιση στο όνομα του Ναού και στην παριοχή), αλλά και ο κ. Δεβρελής. Ο τελευταίος, ήταν μαζί του στην Πελοπόννησο, νομίζω στα Βραχνέικα και όχι στο Βαρθολομιό, όπου εκλήθη να ψάλλει ο Παναγιωτίδης. Μάλιστα, όταν τον ζήτησαν να κατεβεί να ψάλλει, ζήτησε 100 000 δρχ. Του λένε: «καταφέραμε να μαζέψουμε μόλις 50 000 δρχ». Τους απαντάει: «Ε, τότε θα σας ψάλλω για 50 000». Πήγαινε ο Παναγιωτίδης όπου τον καλούσαν και προσάρμοζε την ποιότητα του ψαλσίματός του στην αμοιβή του, δηλαδή ενδεχομένως να μην έψαλλε ολόκληρο το «Θεοτόκε Παρθένε» του Μπερεκέτου κλπ για λιγότερο αντίτιμο.
Εν τω μεταξύ, τον είχαν καλέσει ήδη σε ένα πανηγύρι στην Αθήνα για να ψάλλει αριστερά στο Στανίτσα. Δεν τον πείραζε τον Παναγιωτίδη να ψάλλει αριστερά, αρκεί να αμοιβόταν σωστά. Ίσως δεν το καταλαβαίνουμε σήμερα, που έχουμε την ψαλτική ως πάρεργο, αλλά εκείνοι οι άνθρωποι ζούσαν απ' αυτό. Έτσι, λοιπόν, με το που τελείωσε το πανηγύρι στην Πελοπόννησο, αντέγραψε ο Παναγιωτίδης στο κουτί από τα τσιγάρα του τα Προσόμοια και το Δοξαστικό των Αποστίχων και πήρε το τρένο για την Αθήνα. Στο τρένο, κάθισε και τα αποστήθισε όλα τα λόγια, μελοποίησε και το Δοξαστικό των Αποστίχων.
Φθάνοντας στον πανηγυρίζοντα ναό, βλέπει το αριστερό αναλόγιο γεμάτο κόσμο. Λέει στους επιτρόπους: «δε μου λέτε, σας παρακαλώ, αυτοί θα ψάλλουνε ή εγώ»; Του λένε: «μα, εσείς φυσικά»! Τους απαντάει: «ε, τότε πείτε τους να κατεβούνε όλοι από εκεί»!
Ανέβηκε, λοιπόν, και έψαλλε με σβηστό το φως. Τον κοιτούσανε από τα δεξιά περίεργα. Είναι δυνατόν να τα ξέρει όλα απ' έξω; Ήρθε η ώρα και των μελών του Μηναίου. «Δεν μπορεί», σκέφτονταν, «θα ανοίξει τώρα το βιβλίο για να ψάλλει»! Το βιβλίο και το φως παρέμειναν κλειστά, καθώς ο Παναγιωτίδης είχε φροντίσει να τα αποστηθίσει εκ προοιμίου. Δεν ξέρω αν το έκανε για εντυπωσιασμό ή για να μπορεί να ψάλλει πιο ελεύθερα, πάντως ποτέ δεν άνοιγε βιβλίο! Ο κ. Δεβρελής το παρομοιάζει με έναν ομιλητή που, όταν διαβάζει το λόγο του, δεν μπορεί να τον χρωματίσει σωστά, όταν όμως μιλάει άνευ χειρογράφου, μπορεί να γίνει πολύ πιο παραστατικός.
Μετά την Ακολουθία, στο τραπέζι, πάλι κατά τη διήγηση του κ. Δεβρελή που προφανώς τα άκουσε από τον ίδιο τον Παναγιωτίδη, λέει ο Παναγιωτίδης στο Στανίτσα: «βρε, Θρασύβουλε, για να ανοίξουμε τους φακέλους που μας δώσανε, να δούμε μήπως μας γελάσανε στα χρήματα». Ανοίγει ο Στανίτσας και μετράει 10 χιλιάρικα. Λέει: «σωστά είναι». Του απαντάει ο Παναγιωτίδης: «για μέτρα και τα δικά μου»! Και μετράει ο Στανίτσας 100 χιλιάρικα. Άναυδος! Του λέει τότε ο Παναγιωτίδης, «για να έρθω εγώ να ψάλλω απέναντί σου, ζήτησα τα 10πλάσια απ' ό,τι πάρεις εσύ. Αυτά για να μάθεις πώς κλείνονται οι δουλειές»! Τώρα, αν τα ποσά ήταν, αντί των προαναφερθένων. 1000 και 10 000 δρχ αντιστοίχως, που το θεωρώ λογικότερο για την εποχή, δεν αλλοιώνει την ουσία της διήγησης!
Προφανώς τα παραπάνω, που είναι μεταφορά της διήγησης του Παναγιωτίδη, ενδέχεται να είναι κάπως υπερβολικά εκφρασμένα, δείχνουν όμως τη δυνότητα του Παναγιωτίδη, που αναγνωριζόταν πλήρως από τους φιλομούσους.
Τώρα, σχετικά με τα Ανοιξαντάρια, δεν ήταν ούτε θέμα υψηλών βάσεων που δεν είπε τους δοξολογικούς στίχους, ούτε ότι βαριόταν να καθίσει να τους μάθει, όπως άκουσα από κάποιον που ήταν εγγύς του γενικότερα. Ένας άνθρωπος που ήξερε απ' έξω όλα τα μαθήματα από την 3τομη συλλογή του Πρωγάκη και τους 2 τόμους του Ραιδεστηνού, που μάλιστα στην εκ στήθους εκτέλεση του «Δούλοι Κύριον» του Πέτρου δε μπέρδευε ούτε καν τις μικροδιαφορές στη μελοποίηση του «Αλληλούια» στο τέλος κάθε στίχου, που έπαιζε στα δάχτυλα το «Θεοτόκε Παρθένε» του Μπερεκέτη με όλα τα κρατήματά του, δεν είναι δυνατόν να βαριόταν να μάθει 10 στίχους! Το θεωρούσε, όμως, υπερβολή να ψάλλει αυτούς τους δοξολογικούς στίχους, καθώς τους αντιλαμβανόταν ως προσθήκες στο κείμενο του ψαλμού. Το θέμα το αναπτύσσει ο κ. Δεβρελής στην 4η συνέντευξή του στον Ιωάννη Δαμαρλάκη στις 23-1-2008 που θα βρείτε στη σελίδα της συμβολής και, συγκεκριμένα,
εδώ. Απομόνωσα και επισυνάπτω το απόσπασμα που μιλάει γενικότερα για τα Ανοιξαντάρια. Σημειωτέον ότι οι θεολογικές προεκτάσεις δεν εκφράζονται από τον κ. Δεβρελή αλλά από τον κ. Δαμαρλάκη, ενώ η σύγχιση των Καλοκαιρινών με τα Πολίτικα Ανοιξαντάρια του Ραιδεστηνού αναφέρεται μόνο στον τίτλο τους, καθώς προφανώς στο μέλος των Πολίτικων αναφέρεται ο δάσκαλος.