1. Συμφωνώ με όσους θεωρούν ότι όροι όπως
θρηνητικός,
λαμπρός,
μεγαλοπρεπής κ.λπ., φαίνονται λίγο εμπειρικοί (πόσο μάλλον οι όροι
βελούδινος, ζεστός, γυαλιστερός κ.λπ. που επίσης λένε μερικοί περιγράφοντας τον ήχο).
Όπως είχα τονίσει όμως στο πρώτο μήνυμα, πρέπει να διαχωρίσουμε την
αιτία από το
αποτέλεσμα.
Μεγαλοπρεπής δεν είναι ο ήχος καθ΄ εαυτόν, αλλά
αίσθηση μεγαλοπρέπειας μπορεί να σου γεννήσει ένα συγκεκριμένο κομμάτι, γραμμένο σε συγκεκριμένο ήχο, ψαλμένο σε συγκεκριμένη εορτή. Έτσι κάπως μπορεί να εξηγηθεί γιατί θεωρείται
θρηνητικός ο
πλ. α εκ του Κε, ως ήχος των ευλογηταρίων του μνημοσύνου (ενώ την ίδια στιγμή είναι και ο ήχος των αναστάσιμων ευλογηταρίων).
Επειδή λοιπόν είναι άκρως σχετικός και όχι ο απόλυτος ο προσδιορισμός των
ειδικών συναισθημάτων, ίσως είναι καλύτερο να μιλύμε μόνο για γενικά συναισθήματα (με υψηλότατη δόση αφαίρεσης):
θετικά και
αρνητικά.
2. Το ερώτημα αν συγκεκριμένη ακολουθία διαστημάτων συνδέεται με θετικά και άλλη με αρνητικά συναισθήματα δεν μπορεί να αγνοηθεί και είναι παραπλήσιο με το ερώτημα "γιατί κάποιους ήχους τους αντιλαμβανόμαστε ως μελωδικούς, ενώ άλλους ως θορύβους"; ή το ερώτημα "γιατί ορισμένη ακολουθία ήχων εκλαμβάνεται ως αρμονική ενώ άλλη ως παράτονη"; Φαίνεται δηλαδή ότι υπάρχει κι εδώ ένας γενετικός, νευροφυσιολογικός μηχανισμός (ανεξακρίβωτος απ' όσο ξέρω) που συνδέεται με όλα αυτά.
Η πεποίθηση (που επιβεβαιώνεται συντριπτικά από την εμπειρία) ότι η ακολουθία ΤΟΝΟΣ-ΗΜΙΤΟΝΙΟ-ΤΟΝΟΣ (βασική δομή της
ελάσσονος κλίμακας) συνδέεται με
αρνητικά συναισθήματα, ενώ η ακολουθία ΤΟΝΟΣ-ΤΟΝΟΣ-ΗΜΙΤΟΝΙΟ (βασική δομή της μείζονος κλίμακας) με
θετικά, μοιάζει να εφαρμόζεται διαχρονικά και διαπολιτισμικά (αλλά δεν είμαι ούτε σίγουρος, ούτε ειδικός για το τελευταίο, και θέλω να αποφεύγω τις γενικεύσεις χωρίς λόγο).
3. Περνώντας στη βυζαντινή μουσική, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι κάθε ήχος παρά τα επιμέρους πληθωρικά του ιδιώματα είναι και ένα μουσικό σύστημα, του οποίου κύριο δομικό στοιχείο είναι
ορισμένη ακολουθία διαστημάτων. Δεν είναι λοιπόν λογικό (από άποψη φυσιολογίας) να μην συνδέεται με ορισμένα συναισθήματα, όπως τα περιέγραψα παραπάνω.
Συγκεκριμένα οι ήχοι
α' και
πλάγιος α' ακολουθούν το δομικό σχήμα της
ελάσσονος κλίμακας, οι ήχοι
γ, δ, βαρύς, πλ.δ το σχήμα της
μείζονος και οι χρωματικοί ήχοι έχουν μια ενδιάμεση συμπεριφορά, με το σκληρό χρώμα να προσεγγίζει τον ελάσσονα τρόπο και το μαλακό χρώμα να προσεγγίζει τον μείζονα. Σπεύδω να τονίσω ότι αυτά μπορεί να φαίνονται ισοπεδωτικές περιγραφές δεδομένης της πολυπλοκότητας των βυζαντινών κλιμάκων, αλλά εδὠ δεν μιλώ για μόρια και ιδιώματα, αλλά για την πολύ γενική και αδρή σχέση ανάμεσα σε ΜΕΓΑΛΟ και ΜΙΚΡΟ διάστημα και την ακολουθία τους.
Σύμφωνα με τα παραπάνω μου φαίνεται άκρως λογικό από φυσιολογικής πλευράς οι ήχοι
α, πλ.α και
πλ. β, το τελευταίο με πολλές επιφυλάξεις και υπό προϋποθέσεις (και οι κλάδοι που ακολουθούν το δομικό τους σχήμα) να συνδέονται
περισσότερο με αρνητικά παρά με θετικά συναισθήματα, και όλοι οι υπόλοιποι ήχοι (και οι κλάδοι που ακολουθούν το δομικό τους σχήμα) να συνδέονται
περισσότερο με θετικά και λιγότερο με αρνητικά συναισθήματα.
4. Φυσικά όμως, κι εδώ είναι το ενδιαφέρον, η αντίληψη της μουσικής δεν είναι μόνο φυσιολογία. Άλλο το επίπεδο της
φυσιολογίας και άλλο το
πολιτισμικό επίπεδο (αυτό, εν ολίγοις, στο οποίο εμπλέκεται κατά την ακρόαση όλο το
μουσικό περικείμενο: ακροατής, περίσταση, προσλαμβάνουσες κ.λπ.).
Ο Ηλίας συνδέει τα συναισθήματα με τον
λόγο που επενδύει η μουσική (ή μάλλον με το σύνολο
λόγου-μέλους, γιατί αυτό καταλήγει να είναι αδιάσπαστο σύνολο χωρίς αμφιβολία). Πιστεύω όμως ότι αυτό είναι ένα δευτερογενές στρώμα συναισθημάτων που σχετίζεται με την
πολιτισμική εμπειρία. Το πρώτο στρώμα, που συνδέεται με τη φυσιολογία και, να το πω έτσι, τα αντανακλαστικά, δεν είναι αμέτοχο της βασικής διάκρισης:
θετικά - αρνητικά συναισθήματα.
Ένα απλό τεστ είναι το εξής: πώς σας φαίνεται η μουσική αν δεν υπάρχουν λόγια; Αν π.χ. απλώς πα-βου-γα-δίζουμε ή παίζουμε τη μουσική σε ένα βυζαντινό όργανο; Αυτό το συναίσθημα είναι το καθαρά μουσικό, το της φυσιολογίας. Το τελικό είναι κράμα, ή μάλλον σύνθεση, πολιτισμικού και φυσιολογικού.
Ποιο θα είναι το ακριβές γινόμενο δεν μπορεί κανείς να προβλέψει -σε αυτό συμφωνώ απόλυτα με τον Ηλία.
Αλλά, για να φέρω ένα παράδειγμα από τη θύραθεν μουσική: η
Συννεφιασμένη Κυριακή είναι ένα λυπημένο τραγούδι σε μείζονα κλίμακα. Αν ήταν σε ελάσσσονα θα ήταν ακόμα πιο λυπημένο. Το
Μινόρε της αυγής είναι λυπημένο τραγούδι σε ελάσσονα κλίμακα. Αν ήταν σε μείζονα, θα ήταν λιγότερο λυπημένο (αλλά, εδώ που τα λέμε, μπορεί και να ακουγόταν παράταιρο).
Στο αφοπλιστικό, πραγματικά, ερὠτημα "πώς γίνεται το
Σήμερον κρεμάται /γεννάται να έχει την ίδια μουσική αναφερόμενο τη μία στη Γέννηση και την άλλη στη Σταύρωση, η απάντηση είναι (κατά τη δική μου γνώμη) αυτό που είχα πει πριν:
Όλα στην εκκλησιαστική τέχνη είναι μέτοχα και δηλωτικά χαρμολύπης (φόβῳ διὰ τὴν ἁμαρτίαν, χαρᾷ δὲ διὰ τὴν σωτηρίαν), αλλά σε διαφορετικές αναλογίες το κάθε τι, ανάλογα με την εορτή, το κείμενο, την περίσταση, τη διάθεση του μελοποιού -ίσως και τη διάθεση του πιστού.
Εδώ το τελικό γινόμενο είναι θέμα αναλογίας. Τα λόγια, το κλίμα, η περίσταση εἰναι κάτι σαν
συντελεστές, που αλλάζουν την αναλογία υπέρ του χαρούμενου στη μία γιορτή, υπέρ του λυπημένου στην άλλη. Και ίσως όχι για όλους τους πιστούς το ίδιο.