4) Ἐπεκράτησε νά ἀρχίζει ὁ δεξιός τό Μακάριος ἀνήρ, γιά εὐνόητους λόγους, ὅπως ἔγινε μέ τό Τροπάριον τῆς Κασσιανῆς, πού εἶναι μέν τοῦ ἀριστεροῦ, τό λέει δέ ὁ δεξιός. Ἄν λάβουμε ὑπόψιν αὐτήν τήν ἐξέλιξη, μᾶς εἶναι καί εὐκολώτερο νά καταλάβουμε ὅτι προκειμένου νά ἀρχίσει ὁ ἀριστερός τόν β΄ ψαλμό, πρέπει τήν κατάληξη τοῦ 6ου στίχου (ζυγός ἀριθμός = τοῦ ἀριστεροῦ) νά τήν πάρει ὁ δεξιός. Δέν θά ὑπῆρχε καί δέν ὑπάρχει πρόβλημα μέ τήν κατανομή τοῦ α΄ ψαλμοῦ σέ 7 στίχους, ἤτοι τῆς διαίρεσης (σπασίματος) τοῦ 3ου στίχου στά δύο, ὅπως ἔγραψε ὁ Κ. Λάμπρου γιά τό «βιβλίο του Νεκταρίου μοναχού "Μουσικός θησαυρός του Εσπερινού"», ὅπως βλέπω κι ἐγώ τήν ἴδια πρακτική στό βιβλίο «Ἑσπερινός»τοῦ μακαρίτη Σπύρου Καψάσκη. Ἐκεῖ ὅλη ἡ Στάση καταλήγει ὥστε τό Δόξα, καὶ νῦν νά εἶναι σέ μονό ἀριθμό (29), ὁ δέ πρῶτος στίχος κάθε ψαλμοῦ νά πέφτει στό ἄλλο χορό ἀπό ἐκεῖνον πού ἄρχισε τόν προηγούμενο. Ὁ χορός πού ἄρχισε τήν Στάση, ἐκεῖνος θά καταλήξει, ἀσχέτως ἄν εἶναι ὁ α΄ χορός κατά τή νεώτερη συνήθεια ἤ ὁ β΄ κατά τήν ἀρχαία πράξη. Αὐτό συμβαίνει καί στό «μέγιστον» ὅπως ἐγραψε ὁ Δημ. Καλπακίδης: «Στην σύνθεση του Πέτρου θα δούμε ότι οι Στίχοι "βγαίνουν" χωρίς καταλήξεις και άλλα "τρικ" ο α' του Α' Ψαλμού από τον β' ψάλτη, ο α' του Β' Ψαλμού από τον α' Ψάλτη κι ο α' του Γ' Ψαλμού από τον β' Ψάλτη».