Μεσομήδης
Κρητικός λυρικός ποιητής και συνθέτης του 2ου αι. μ.Χ. Έζησε κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138 μ.Χ.), ο οποίος τον είχε υπό φιλική εύνοια. Η Σούδα σ' ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα λέει ότι ο Μεσομήδης έγραψε ένα εγκώμιο για τον Αντίνοο και διάφορα άλλα μέλη. Το όνομα του Μεσομήδη έχει αναφερθεί από πολλούς μελετητές σχετικά με τη σύνθεση των τριών Ύμνων (στη Μούσα Καλλιόπη, στον Ηλιο και στη Νέμεση), που πρώτος δημοσίευσε ο Vincenzo Galilei, πατέρας του μεγάλου αστρονόμου, στο βιβλίο του Dialogo della Musica antica e della moderna (Φλωρεντία 1581, σ. 97). Στον Μεσομήδη αποδίδεται αναντίρρητα η σύνθεση του Ύμνου στη Νέμεση και, από ορισμένους, πιθανώς και του Ύμνου στον Ήλιο . Για μερικούς μελετητές ήταν ο συνθέτης και των τριών· ανάμεσα σε αυτούς ο Th. Reinach, ο οποίος υποστηρίζει την άποψη αυτή έμμεσα σε μια διάλεξή του (Conference sur la musique grecque et l' hymne a Apollon, σ. 8): "Αυτοί οι ύμνοι, λέει, διαφυλαγμένοι σε πολλά χειρόγραφα, αποδίδονται σε δύο συνθέτες, τον Διονύσιο, του οποίου η ύπαρξη αμφισβητείται σήμερα, και τον Μεσομήδη, που είχε αρκετά μεγάλη φήμη". Στο βιβλίο του La mus. gr. (σσ. 196, 199) ο Reinach αποδίδει στον Μεσομήδη μόνο τους δύο τελευταίους.
Βλ. γι' αυτό το θέμα στο λήμμα λείψανα ελληνικής μουσικής (αρ. 8-10), όπου συζητείται αρκετά λεπτομερειακά. Επίσης, W. Vetter, στην Pauly RE τόμ. 29, στ. 1103. Konstantin Horna, Die Hymnen des Mesomedes (Βιέννη και Λιψία 1928· Akad. der Wissenschaften in Wien, Band 207, Abh. 1· σχ. 8ο, σσ. 40). Guido Martelotti, Mesomede (Ρώμη 1929· Scuola di Filologia Classica dell' Universita di Roma· 8o, σσ. 47).
Ορσίτης
κρητικός πολεμικός χορός που αναφέρεται στον Αθήναιο (ΙΔ', 629C, 26· βλ. το κείμενο στο λ. επικρήδιος). Μερικοί συγγραφείς πιστεύουν ότι και οι δύο χοροί ορσίτης και επικρήδιος είναι διαφορετικά ονόματα του ίδιου χορού. Τίποτε δεν είναι γνωστό για το χαρακτήρα του.
Πρύλις
(θηλ.)· είδος πολεμικού χορού· κρητικός πυρρίχιος· χορευόταν με οπλισμό. Καλλίμαχος Ύμνος στον Δία (51): "Κουρήτες σε περί πρύλιν ωρχήσαντο" (οι Κουρήτες χόρεψαν τον πολεμικό χορό γύρω σου). Σύμφωνα με μερικές πηγές, η πυρρίχη ονομαζόταν πρύλις από τους Κυπρίους (Αριστοτ. απόσπ. 519 στα Schol. Pind. Carm. του Α. Β. Drachmann, II, 52· FHG ΙΙ, 166, απόσπ. 205 και σ. 182, απόσπ. 257α).
Πρύλις
(θηλ.)· είδος πολεμικού χορού· κρητικός πυρρίχιος· χορευόταν με οπλισμό. Καλλίμαχος Ύμνος στον Δία (51): "Κουρήτες σε περί πρύλιν ωρχήσαντο" (οι Κουρήτες χόρεψαν τον πολεμικό χορό γύρω σου). Σύμφωνα με μερικές πηγές, η πυρρίχη ονομαζόταν πρύλις από τους Κυπρίους (Αριστοτ. απόσπ. 519 στα Schol. Pind. Carm. του Α. Β. Drachmann, II, 52· FHG ΙΙ, 166, απόσπ. 205 και σ. 182, απόσπ. 257α).
Απόλλων
... λατρεία του Απόλλωνα επιταχθείσα από τον Διόνυσο. Δονάκτας: Επίθετο του θεού ως εφευρέτη του '''''δόνακος''''' (''ποιμενικού αυλού''). Δρομαίος: Επίκληση στην Κρήτη και στη Σπάρτη (''ταύτιση με ''"Κάρνειο"). Το επίθετο προέρχεται από τους πρώτους (''μυθικούς'') Ολυμπιακούς Αγώνες, που καθιέρωσε ο Δίας για να γιορτάσει την έκπτωση του Κρόνου. Τότε ...
Απόλλων
... λατρεία του Απόλλωνα επιταχθείσα από τον Διόνυσο. Δονάκτας: Επίθετο του θεού ως εφευρέτη του '''''δόνακος''''' (''ποιμενικού αυλού''). Δρομαίος: Επίκληση στην Κρήτη και στη Σπάρτη (''ταύτιση με ''"Κάρνειο"). Το επίθετο προέρχεται από τους πρώτους (''μυθικούς'') Ολυμπιακούς Αγώνες, που καθιέρωσε ο Δίας για να γιορτάσει την έκπτωση του Κρόνου. Τότε ...
Γέρανος
(α) χορός που τον εφεύρε, σύμφωνα με μια παράδοση, ο Θησέας· τον χόρεψε για πρώτη φορά στη Δήλο μαζί με τους επτά νέους και τις επτά νέες που έσωσε από τον Μινώταυρο στην Κρήτη. Οι κινήσεις του χορού επιζητούσαν να εκφράσουν τους πολύπλοκους ελιγμούς που οδηγούσαν μέσα από το λαβύρινθο προς τα έξω. Ο Πολυδεύκης (IV, 101) γράφει: "συνήθιζαν να χορεύουν το γέρανο πολλοί μαζί, με τον ένα χορευτή πίσω από τον άλλο σε μια σειρά· τα άκρα της σειράς σε κάθε πλευρά τα κρατούσαν οι κορυφαίοι γύρω από τον Θησέα και [χόρευαν το γέρανο] πρώτα γύρω από τον Δήλιο βωμό, μιμούμενοι την έξοδο από το λαβύρινθο". Ο αρχηγός (κορυφαίος) του γέρανου λεγόταν γερανουλκός· Ησ.: "ο του χορού του εν Δήλω γερανουλκός".
(β) γέρανος (και γερανός) λεγόταν ο χορός που απομιμούνταν το πέταγμα των γερανών σε σειρά· πρβ. Λουκ. Περί ορχ. 34.
Εμβατήριον
μέλος· (α) εμβατήριο· τραγούδι που συνόδευε και ρύθμιζε το βήμα των στρατιωτών. Φαίνεται πως η μελωδία παιζόταν στον αυλό, ενώ τα λόγια τα απάγγελλαν· το ρυθμό τον κρατούσαν οι στρατιώτες με το βηματισμό τους. Ονομαζόταν επίσης και ενόπλιον μέλος. Περίφημα εμβατήρια ήταν του Τυρταίου στη Σπάρτη (και γενικά άλλα στη Λακωνία) και του Ίβυκου στην Κρήτη. Καθώς λέει ο Αθήναιος (ΙΔ', 630F, 29): "οι Σπαρτιάτες (οι Λάκωνες) είναι πολεμικοί και τα παιδιά τους υιοθετούν τα εμβατήρια μέλη, που λέγονται και ενόπλια. Και οι Λάκωνες οι ίδιοι στους πολέμους απαγγέλλουν "από μνήμης" τα ποιήματα του Τυρταίου, καθώς προχωρούν ρυθμικά". Εμβατήριο μέλος λεγόταν και η μελωδία που παιζόταν στον αυλό· Ησ.: "είδος αυλήματος". Βλ. λ. καστόριον μέλος. (β) εμβατήριος ρυθμός· ο ρυθμός των εμβατηρίων μελών, βασισμένος σε αναπαιστικούς πόδες. Ο Πλούταρχος (Λακωνικά αποφθέγματα 238Β, 16) γράφει: "και οι εμβατήριοι ρυθμοί προτρέπουν (παρακινούν) προς ανδρεία, θάρρος και περιφρόνηση του θανάτου· τους χρησιμοποιούσαν και στους χορούς με συνοδεία αυλού, διεγείροντας τους πολεμιστές". (γ) εμβατήριοι κινήσεις· είδος πολεμικού χορού.
Ενόπλιος
(α) ενόπλιος ρυθμός· πολεμικός (ή στρατιωτικός) ρυθμός· ρυθμός πολεμικών μελωδιών. Ο Ξενοφών (Κύρου Ανάβ. VI, Ι, 11) γράφει: "Μετά από αυτό [το χορό καρπαία] οι Μαντινείς και μερικοί από τους Αρκάδες σηκώθηκαν απάνω οπλισμένοι όσο καλύτερα μπορούσαν, και τραγούδησαν στον ενόπλιο ρυθμό που έπαιζε ο αυλός, και τραγούδησαν παιάνες και χόρεψαν, όπως στις πομπές προς τιμήν θεών"· πρβ. λ. πους. (β) ενόπλιος όρχησις· πολεμικός χορός που χορευόταν στον ενόπλιο ρυθμό. Η ενόπλιος όρχησις λεγόταν και κουρητική, από τους Κουρήτες, που τη χόρευαν στην Κρήτη. Δίων Χρυσ. Περί βασιλείας (ΙΙ Β, 61): "την ενόπλιον κουρητικήν, ήπερ ήν επιχώριος τοις Κρησί". (γ) ενόπλιον μέλος· πολεμική (στρατιωτική) μελωδία. (δ) ενόπλιος νόμος· αυλητικός νόμος· σόλο αυλού με χαρακτήρα παρορμητικό προς πόλεμο, συνδυασμένο συνήθως με χορό. Ο Επίχαρμος στις Μούσες του λέει πως η Αθηνά έπαιζε στον αυλό τον ενόπλιο νόμο στους Διόσκουρους ("και την Αθηνάν δέ, φησίν Επίχαρμος εν Μούσαις, επαυλήσαι τοις Διοσκούροις τον ενόπλιον"· Αθήν Δ', 184F, 84).
Όρχησις
... με μια πανάρχαιη παράδοση, η Ρέα, μητέρα των ολύμπιων θεών, ήταν η πρώτη που μαγεύτηκε από αυτή την τέχνη· εκείνη με τη σειρά της δίδαξε το χορό στους ιερείς της, τους Κουρήτες στην Κρήτη και τους Κορύβαντες στη Φρυγία. Στα ομηρικά χρόνια το τραγούδι και ο χορός ήταν απαραίτητα στοιχεία κάθε θρησκευτικής τελετής και κάθε εθνικής ή κοινωνικής γιορτής. Ακόμη και στα μυστήρια, ο χορός ήταν ένα μέσο ...
Οσχοφορικά άσματα
Τραγουδιόνταν στην Αρχαιότητα από νεαρούς Αθηναίους κατά τη γιορτή των Οσχοφορίων (ή Ωσχοφορίων), που σύμφωνα με την παράδοση θεσμοθετήθηκε από τον Θησέα. Κατά τη διάρκεια της εορτής (που αποτελούσε πρόλογο στον τρύγο) σχηματιζόταν μεγάλη πομπή (από το ιερό του Διονύσου ώς το Φαληρικό ιερό της Σκιράδος Αθηνάς) με επικεφαλής 20 «αμφιθαλείς» (οι οποίοι δηλαδή είχαν και τους 2 γονείς στη ζωή) αρχοντογεννημένους (τους «οσχοφόρους») που κρατούσαν "όσχους" (δηλαδή αμπελόβεργες κατάφορτες σταφύλια). Πίσω τους έρχονταν 7 νέοι, σε ανάμνηση των θυμάτων που στέλνονταν κάθε χρόνο στην Κρήτη, ως βορά στον Μινώταυρο. Ακολουθούσαν οι «δειπνοφόρες», δηλαδή οι μητέρες των «οσχοφόρων» που μετέφεραν τρόφιμα σε ανάμνηση των μητέρων που συνόδευαν τα παιδιά τους ώς τη μοιραία τριήρη που τα μετέφερε στον Λαβύρινθο. Η "χορωδία" εκτελούσε επίσης και διάφορες ορχήσεις. Στις παρεπόμενες θυσίες γινόταν στέψη του κηρυκείου (του κήρυκα) και, όπως μας λέει ο [[Πλούταρχος|Πλούταρχος]] ("Θησεύς", 22). οι παριστάμενοι έψαλλαν "ἐλελεῦ, ἰού, ἰού".
Ούπιγγος νόμος
... ) κατά τους τοκετούς, προς τιμήν της Αρτέμιδος. Προέρχεται από το «ούπις», που είναι επίθετο αποδιδόμενο στη θεά ως προστάτιδα των επιτόκων. Η ωδή (και οι σχετικοί ύμνοι, καλούμενοι "ούπιγγες") συνηθίζονταν κυρίως στη Σπάρτη, την Έφεσο, την Κρήτη και τη Θράκη.