Σὲ προηγούμενο ἄρθρο μου εἶχα γράψει ὅτι πολλοὶ σήμερα θεωροῦν ὡς τυπικὸ μόνον ὅσα οἱ ἴδιοι ξέρουν ἢ κατανοοῦν ἢ παρανοοῦν ἢ γνωρίζουν, χωρὶς νὰ ἀντιλαμβάνωνται ὅτι ἡ λειτουργικὴ παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας δὲν ἐξαντλεῖται στὶς λίγες δεκαετίες ποὺ διαρκεῖ ἡ ἐκκλησιαστικὴ διακονία ἑνὸς ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι συχνὸ τὸ φαινόμενο νὰ δημιουργοῦνται παρεξηγήσεις γύρω ἀπὸ λειτουργικὰ θέματα ἢ νὰ ὑπάρχῃ σύγχυσι ἐννοιῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι ἐνίοτε ἀδύνατη ἡ συνεννόησι ἀκόμη καὶ σὲ «εὔκολα» θέματα. Στὸ προηγούμενο φύλλο τῶν ῾Ιεροψαλτικῶν Νέων φιλοξενήθηκε τὸ 1ο μέρος κειμένου ἐκ-λεκτοῦ ἱεροψάλτου τῶν ᾿Αθηνῶν, στὸ ὁποῖο ὑποστηρίζει ὅτι στὴν διακονικὴ αἴτησι «᾿Αντι-λαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι» ἡ ὀρθὴ ἀπόκρισις τοῦ λαοῦ εἶναι τὸ «᾿Αμὴν» καὶ ὄχι τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Σημειώνει μεταξὺ ἄλλων ὅτι ἀπὸ τὸ 1955 γνωρίζει ὡς ἀπάντησι τὸ «᾿Αμήν», ὅτι αὐτὸ διδάχτηκε ἀπὸ τοὺς δασκάλους του, ὅτι ἑπομένως αὐτὸ δὲν εἶναι ἁπλὴ συνήθεια ἀλλὰ σεβαστὴ παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας, ἄρα πρέπει νὰ τηρῆται τὸ «᾿Αμήν», καὶ ὅτι ὅσοι δὲν σέβονται αὐτὴν τὴν πολύχρονη παράδοσι, ποὺ μᾶς παρέδωσαν οἱ πρόγονοί μας, εἶναι νεωτεριστὲς καὶ ἀνήκουν σὲ μία κυριαρχοῦσα τάσι πρὸς ἀναθεώρησι καὶ ἀνανέωσι τῶν πάντων, διότι δὲν θεωροῦν τοὺς προγόνους μας τόσο νουνεχεῖς, εἰδήμονες καὶ κατατοπισμένους στὰ λειτουργικὰ θέματα. Σημειώνει ὅτι μπορεῖ κανεὶς στὸ διαδίκτυο νὰ βρῇ μία παλαιὰ ἠχογράφησι ἀπὸ τὴν Μητρόπολι ᾿Αθηνῶν ἐπὶ ἐποχῆς Σπύρου Περιστέρη μὲ τὴν ἀκολουθία τῆς ἀναστάσεως τὸ 1986, ἀπὸ τὴν ὁποία συμπεραίνει ὅτι μέχρι τότε ἐπικρατοῦσε τὸ «᾿Αμὴν» ὡς ἀπάντησι στὴν αἴτησι «᾿Αντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον». ᾿Επίσης ἀναφέρει ὅτι στὸ ἐκδιδόμενο σήμερα ὑπὸ τῆς ᾿Αποστολικῆς Διακονίας «᾿Εγκόλπιον ἀναγνώστου καὶ ψάλτου» ὑπάρχει παρέμβασι στὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ ὑποδεικνύεται ὡς ἀπόκρισις τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ «᾿Αμήν», δίνοντας ἔτσι τὴν ἐντύπωσι στὸν ἀναγνώστη ὅτι στὴν παλαιὰ ἔκδοσι τοῦ ἐγκολπίου ὡριζόταν ὡς ἀπάντησι τὸ «᾿Αμήν». ᾿Επισημαίνει ἀκόμη ὁ ἀρθρογράφος ὅτι τὸ «᾿Αμὴν» ἀποπέμφθηκε ἀπὸ τοὺς νεωτεριστὲς χωρὶς κάποια τεκμηρίωσι καὶ ὅτι θὰ πρέπει αὐτὸ καὶ ἄλλα τέτοια «λάθη» ἢ νὰ διορθωθοῦν ἢ νὰ τεκμηριωθοῦν μὲ ἐπιχειρήματα. Βεβαίως εἶναι σεβαστὴ ἡ ἄποψι τοῦ ἀγαπητοῦ πρωτοψάλτου γιὰ τὸ ποιά εἶναι ἡ σωστὴ ἀπάντησι στὴ διακονικὴ αἴτησι, ἀνεξαρτήτως ἂν κάποιος συμφωνῇ ἢ διαφωνῇ μαζί του, καὶ ἐδῶ κατ᾿ ἀρχὰς δὲν προτίθεμαι νὰ ἀντικρούσω τὰ ἐπιχειρήματά του. Θέλω μόνο νὰ ἐπισημάνω ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θεμιτὴ ὑποστήριξι τῶν ἀπόψεών του προβαίνει καὶ σὲ ἀδικαιολόγητους χαρακτηρισμούς, ὅτι δῆθεν ὅσοι ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια ἄποψι μὲ αὐτὸν εἶναι παραδοσιακοὶ καὶ εὐσεβεῖς, ἐνῷ ὅσοι δέχονται τὴν ἄλλη ἄποψι εἶναι ἀσεβεῖς νεωτεριστές, ποὺ ἔχουν σκοπὸ νὰ ἀλλάξουν τὰ πάντα στὴν ἱερὰ λατρεία μας. Αὐτὴ ἡ ἰδεολογικοποίησι τοῦ θέματος εἶναι ἐνδεικτικὴ τῆς νοοτροπίας τῶν Νεοελλήνων. Δυστυχῶς σήμερα σχεδὸν ὅλοι μας προσεγγίζουμε ἀκόμη καὶ τὰ θέματα τῆς ᾿Εκκλησίας μὲ μία σύγχυσι καὶ ἕναν συναισθηματικὸ δογματισμό, συνήθως ὄχι ἀπὸ κακὴ προαίρεσι, ἀλλὰ ἀσφαλῶς ἀπὸ ἄγνοια βασικῶν πραγμάτων· ἀλλὰ μὲ τέτοιες προϋποθέσεις δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ διάλογος καὶ δὲν προάγεται ἡ ἐξεύρεσι λύσεων. Καὶ ἔρχομαι νὰ ἐξηγήσω μὲ κάθε δυνατὴ συντομία τὶς παρατηρήσεις μου.
1) Πουθενὰ στὸ κείμενό του ὁ ἀρθρογράφος δὲν τεκμηριώνει τὴν ἄποψί του ὅτι τὸ «᾿Αμὴν» εἶναι ἡ παραδοσιακὴ ἀπάντησι στὴν συγκεκριμένη διακονικὴ αἴτησι, ἀλλὰ τὸ θεωρεῖ αὐτὸ ὡς δεδομένο· ἀντιθέτως ζητεῖ ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ δώσουν τεκμήρια τῆς θέσεώς τους.
2) Οἱ ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ᾿Εκκλησίας δὲν συντάχτηκαν οὔτε τὸ 1950 οὔτε τὸ 1900. ῾Η ᾿Εκκλησία λατρεύει ὀρθοδόξως τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεὸ ἐδῶ καὶ 2000 χρόνια. Οἱ σημερινὲς εὐχὲς καὶ δεήσεις τοῦ ἑσπερινοῦ, τοῦ ὄρθρου, τῆς λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἀκολουθιῶν διαμορφώθηκαν ἤδη ἀπὸ τὸν 4ο καὶ 5ο αἰῶνα. ῾Επομένως δὲν εἶναι ἰσχυρὸ ἐπιχείρημα ὅτι «αὐ-τὸ τὸ ἔλεγαν ἔτσι οἱ δάσκαλοί μου καὶ οἱ παλαιότεροι ἀπὸ ἐμένα καὶ ἔτσι τὸ θυμοῦμαι ἀπὸ μικρός», διότι τὰ λειτουργικὰ κείμενα ὑπάρχουν ἀπὸ αἰώνων καταγεγραμμένα. Δὲν στηριζόμαστε σὲ μία παράδοσι προφορική, ἀκατάγραφη, ἀβέβαιη, ποὺ ἐνδεχομένως εἶναι εὔκολο νὰ ἀλλοιωθῇ καὶ νὰ φθαρῇ, ἀλλὰ ἔχουμε στὴν διάθεσί μας πηγές, ἀρχαῖα χειρόγραφα καὶ παλαίτυπες ἐκδόσεις, ποὺ μποροῦμε νὰ ἐρευνήσουμε. Δὲν γνωρίζω λοιπὸν κάποια ἀρχαία καὶ ἀξιόπιστη πηγὴ ποὺ νὰ ὁρίζῃ τὸ «᾿Αμὴν» ὡς ἀπόκρισι στὸ «᾿Αντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον». Δὲν εἶδα κάποιον νὰ προσάγῃ ὡς τεκμήριο αὐτῆς τῆς ἀπόψεως μία μαρτυρία ἀπὸ ἀρχαῖο λειτουργικὸ κείμενο. Τὸ τί λέμε «σήμερα», δηλαδὴ τὰ τελευταῖα 50 κι 100 χρόνια, εἶναι μέρος τοῦ προβλήματος, εἶναι ὑπὸ ἐξέτασι, καὶ δὲν εἶναι ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο.
3) Ἂν κάτι εἶναι λάθος, ὄχι 50 κι 100, ἀλλὰ 500 καὶ 1000 χρόνια νὰ περάσουν, δὲν γίνεται παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας, δὲν ἀποκτᾷ δικαιώματα ὀρθῆς διδασκαλίας, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ θεωρηθῇ σωστό. Εἶναι σὰν νὰ μᾶς ποῦν οἱ προτεστάντες (τὸ φέρνω μόνο σὰν παράδειγμα)· «Ἔχουμε 500 χρόνια παράδοσι στὴν διδασκαλία μας· ἄρα εἴμαστε γνήσια μέλη τῆς ᾿Εκ-κλησίας, ποὺ σεβόμαστε τὴν μακρόχρονη παράδοσι ποὺ παραλάβαμε ἐδῶ καὶ 500 χρόνια ἀπὸ τοὺς προγόνους μας»! Τότε καὶ οἱ παπικοὶ θὰ μᾶς ποῦν ὅτι ἔχουν 1000 χρόνια ποὺ σέβονται τὴν παράδοσί τους, ἀλλὰ καὶ οἱ μονοφυσῖτες καὶ οἱ νεστοριανοὶ ἔχουν 1500 χρόνια ποὺ σέβονται τὶς δικές των παραδόσεις! Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι οἱ παραδόσεις τους θὰ γίνουν δεκτὲς ὡς ὀρθόδοξες διδασκαλίες. Κατ᾿ ἀναλογίαν καὶ στὴν περίπτωσι τοῦ «᾿Αμὴν» ἢ τοῦ «Κύριε, ἐλέησον» σημασία δὲν ἔχει ἂν τὸ λέμε ἔτσι ἢ ἀλλιῶς τὰ τελευταῖα 40 ἢ 50 ἢ 80 χρόνια, ἀλλὰ τί μᾶς παραδίδουν οἱ λειτουργικὲς πηγὲς τῆς ᾿Εκκλησίας.
4) Γιὰ τὸ ὅτι ἡ ὀρθὴ ἀπόκρισι στὸ «᾿Αντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον...» εἶναι τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ ὄχι τὸ «᾿Αμὴν» εἶχε γράψει ὁ μακαριστὸς καθηγητὴς τῆς λειτουργικῆς ᾿Ιωάννης Φουν-τούλης τὸ 1975 (᾿Απάντησις ὑπ᾿ ἀριθμὸν 288), ἐξετάζοντας ἀρκετὲς πηγές, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ ἀρχαιότερη ἦταν τοῦ 5ου αἰῶνος περίπου. Καὶ μόνο τὸ γεγονὸς ὅτι ῥωτήθηκε γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα δείχνει ὅτι δὲν ἐπικρατοῦσε παντοῦ τὸ ἴδιο. ᾿Αργότερα γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα ἔγραψαν καὶ ἄλλοι, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἐγὼ τὸ 2004 («Συμβολὴ» τεῦχος 5). ῾Επομένως ὑπάρχει συνεχὴς ἐνημέρωσι καὶ τεκμηρίωσι ἐδῶ καὶ 40 χρόνια, καὶ ὅποιος ἐνδιαφέρεται μπορεῖ νὰ ἐνημερωθῇ.
5) Παλαιότερα δὲν ἐπικρατοῦσε τὸ «᾿Αμὴν» σὲ ὅλη τὴν ῾Ελλάδα ὅπως νομίζουν πολλοί. Λεγόταν πράγματι σὲ κάποιες περιοχές, ἀλλὰ σὲ ἄλλες ἔλεγαν ἄλλοτε «Κύριε, ἐλέησον» ἄλλοτε «᾿Αμήν»· σὲ σημαντικὰ ὅμως λειτουργικὰ κέντρα μὲ αὐστηρὴ καὶ ἀρχαία παράδοσι ἐπικρα-τοῦσε καὶ ἐπικρατεῖ μέχρι σήμερα τὸ «Κύριε, ἐλέησον».
6) Στὴν μητρόπολι ᾿Αθηνῶν ἐπὶ Σ. Περιστέρη στὴν αἴτησι «᾿Αντιλαβοῦ, σῶσον, κ.λπ.» ἔλεγαν ἄλλοτε «᾿Αμὴν» ἄλλοτε «Κύριε, ἐλέησον», ἀλλὰ τὶς περισσότερες φορὲς ἔλεγαν «Κύριε, ἐλέησον», διότι αὐτὸ ἔλεγε πάντοτε ὁ Εὐ. Τζελᾶς. ῞Οποιος θέλει νὰ τὸ διαπιστώσῃ, ἂς δῇ τὴν ἱστοσελίδα τῆς «Συμβολῆς» (
www.symbole.gr), στὸ τμῆμα 8 «᾿Ηχογραφήσεις ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς», στὴν ἑνότητα «Ψάλτες στὴν ῾Ελλάδα» (γράμμα Π). ᾿Εκεῖ γιὰ τοὺς Περιστέρη καὶ Τζελᾶ θὰ βρῇ· Χριστούγεννα 1963, κωδικὸς ἀριθμὸς ἀρχείου 1732-01, μὲ «Κύριε ἐλέησον» στὴν αἴτησι «᾿Αντιλαβοῦ» (ἐπίσης στὴν αἴτησι «῾Υπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου...» δὲν λένε «Εἰς πολλὰ ἔτη, δέσποτα»), καὶ Μεγάλη Παρασκευὴ 1980, κωδ. 1068-23. 7) Στὴν ἴδια ἱστοσελίδα ἀκοῦμε τὴν ἀπόκρισι «Κύριε, ἐλέησον» στὶς ἀκόλουθες περιπτώσεις. Μονὴ Γρηγορίου, ἔτος 1989 (κωδ. 134-06)· Μεγίστη Λαύρα, ἔτος 1984 (κωδ. ΜΤ03b), Σιμωνόπετρα 1989 (κωδ. 135-3). Εἶναι οἱ ῾Αγιορεῖτες πρὶν ἀπὸ 30 χρόνια νεωτεριστές;
8) ᾿Επίσης, Θ. Στανίτσας, 26 ᾿Οκτωβρίου (κωδ. 877-07). Φανάρι, πατριαρχικὸς ναός, ᾿Αστέρης-᾿Εμμανουηλίδης, 17/12/1989 (κωδ. 884-05). Στὸ Πατριαρχεῖο λέγουν κανονικώτατα τὸ «Κύριε, ἐλέησον», καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ κωνσταντινουπολίτικη παράδοσι, ὅπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὰ κείμενα τοῦ Συλλόγου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου ἐπίσης σημειώνεται τὸ «Κύριε, ἐλέησον». ᾿Επίσης Σινά, ἀγρυπνία 1983 (κωδ. 277-10, ὅπου τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ὡς ἀπάντησι τὸ ψάλλουν οἱ Σιναΐτες πατέρες). Καὶ τέλος Πάτμος, ἀγρυπνία 2010 (κωδ. 1078-1). Εἶναι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, τὸ Σινὰ καὶ ἡ Πάτμος νεωτεριστές;
9) Τὰ ἔντυπα εὐχολόγια τοῦ 17ου, 18ου, 19ου καὶ 20οῦ αἰῶνος, καθὼς καὶ τὸ εὐχολόγιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τοῦ ἔτους 1803, ὁρίζουν ἐπίσης τὸ «Κύριε, ἐλέησον» καὶ οὔτε μία φορὰ τὸ «᾿Αμήν». ῾Ο προαναφερθεὶς καθηγητὴς ᾿Ιωάννης Φουντούλης ἐξέδωσε διάφορες λειτουργίες καὶ ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες γιὰ ἐπιστημονικοὺς καὶ ἐκπαιδευτικοὺς λόγους βάσει παλαιῶν χειρογράφων (8ου, 9ου, 12ου, 14ου, 17ου αἰῶνος) καὶ ἄλλων βοηθημάτων· πάντοτε ὁρίζεται τὸ «Κύριε, ἐλέησον» στὴν συγκεκριμένη αἴτησι.
10) Στὸ παλαιὸ ᾿Εγκόλπιον τοῦ ἀναγνώστου, ποὺ ἐξεδόθη γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 1961, ἐπίσης ἀναφερόταν ῥητῶς τὸ «Κύριε, ἐλέησον» ὡς ἀπάντησι στὸ «᾿Αντιλαβοῦ», καὶ μάλιστα πολλὲς φορές (σελ. 5, 13, 31, 33, 35, 36, 42, 65, 73, 86). Τὸ «Συλλειτουργικὸν» τῆς Σιμωνόπετρας (1996) ἐπίσης ὁρίζει τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Ἄρα στὴν νεώτερη ἔκδοσι τοῦ ᾿Εγκολπίου (τοῦ ἔτους 2005) κανένας νεωτεριστὴς δὲν ἀπέπεμψε κανένα «᾿Αμήν», διότι ἁπλούστατα καὶ οἱ παλαιοὶ ἔλεγαν τὸ «Κύριε, ἐλέησον»!
Συμπέρασμα. ᾿Απὸ τὰ παραπάνω τεκμήρια διαπιστώνουμε ὅτι ἡ πραγματικότητα γιὰ τὸ ποιοί εἶναι παραδοσιακοὶ καὶ ποιοί νεωτεριστὲς εἶναι πολὺ διαφορετική. Θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ γράψῃ τώρα· «Οἱ πρόγονοί μας μᾶς παρέδωσαν νὰ ἀπαντᾶμε μὲ “Κύριε, ἐλέησον”στὴν αἴτησι “᾿Αντιλαβοῦ, σῶσον κ.λπ.”. ᾿Απὸ τὸν 5ο μέχρι τὸν 21ο αἰῶνα τὰ λειτουργικὰ κείμενα παραδίδουν τὸ “Κύριε, ἐλέησον”. Οἰκουμενικὸ πατριαρχεῖο, ῞Αγιον Ὄρος, Πάτμος, Σινά, εὐ-σεβεῖς κληρικοί, παραδοσιακοὶ μοναχοὶ καὶ ἱεροψάλτες, καθηγητὲς πανεπιστημίου, εἰδικοὶ ἐρευνητές, ἐπίσης τὸ ἴδιο. ῞Οσοι λοιπὸν εἶναι παραδοσιακοὶ καὶ θέλουν νὰ φυλάττουν λειτουργικὲς θερμοπύλες λένε “Κύριε, ἐλέησον”. Οἱ ὑπόλοιποι εἶναι μία μειοψηφία ἀσεβῶν νεωτεριστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐδῶ καὶ 60 χρόνια δὲν τεκμηριώνουν σὲ καμμία λειτουργικὴ πηγὴ τοὺς ἰσχυρισμούς των». Ἂν καὶ τὸ ἐρευνητικὸ συμπέρασμα θὰ εἶναι σωστὸ καὶ τεκμηριωμένο, ὅμως ἡ τέτοια ἰδεολογικοποίησι τοῦ θέματος θὰ εἶναι πάντοτε ἕνα σοβαρὸ λάθος. Στὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα δὲν ἔχει θέσι ἡ νοοτροπία «ὑπάρχουν δύο μερίδες, οἱ καλοὶ καὶ οἱ κακοί· καλοὶ καὶ παραδοσιακοὶ εἶναι ὅσοι συμφωνοῦν μὲ τὴν ἄποψι ποὺ δέχομαι ἐγώ· κακοὶ εἶναι ὅσοι δὲν συμφωνοῦν μαζί μου καὶ ἄρα εἶναι νεωτερισταί!»