χύμα, γεν. τοῦ χύματος (οὐσ.)

  • Thread starter Κωσταντής1
  • Start date
Κ

Κωσταντής1

Guest
Στὸ βυζαντινὸ λεξικὸ τοῦ Sophocles, μτφρ. δική μου: 1. ῥεῦμα, πλημμύρα [...] 2. ἐπιῤῥηματικὰ (ἀπόπου ἴσως προέρχεται ἡ σημερινὴ ἔκφραση τὰ λέω χύμα): ὄχι τραγουδιστά. ὅρος ὑπάρχει στὴν Διάταξη τῆς Ἱεροδιακονίας τοῦ πατριάρχη Φιλοθέου (14ος αἰ.). Δὲν τὸν βρίσκω στὸ Εὐχολόγιο Barberini (παλαιότερο) παρὰ μὲ τὴν ἔννοια 1 καὶ μεταφορικά (ἴσως νὰ τὸ ἔχει, ἀλλὰ δὲν τὸ βρίσκω): ὁ τῷ Σολομῶντι πλάτος καὶ χύμα καρδίας δωρησάμενος [...] Ὁ Sophocles ἔχει συντομογραφία Euchol.
 
Last edited by a moderator:
Top