τέττιξ (Insects and Greek Poetry)

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
τέττιξ: "cicala, Cicada plebeia" (entry in LSJ Middle Liddell Autenrieth)

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/searchresults?q=cicada

Insects and Greek Poetry
http://www.unz.org/Pub/AtlanticMonthly-1913may-00618?View=PDF
Lafcadio Hearn


ΤΑ ΕΝΤΟΜΑ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

μουσικών εντόμων

''Η ακόλουθη διάλεξη παραδόθηκε από τον Λαφκάδιο Χερν ενώπιον Ιαπώνων φοιτητών στο τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας...''

ευρετήριο

πρώτο Ειδύλλιο του Θεόκριτου

του Μελεάγρου, αναφορά ''απομίμηση της λύρας''

Ανύτη (επιτάφιο)

Μυρώ ''αρσενικό τραγουδιστή''

επικήδειο άσμα ''τραγούδια των γοργών φθερών''

λατρείας

''νήμα φωνής''

Μούσες

Αθηνά

άμιστος αοιδός

έπαθλο

Μνασόκλας

Ζόνας ο Σαρδεύς (Διόδορος)

Ανακρέοντα

Έβενος
 

Attachments

  • 1992.06.0181.jpeg
    1992.06.0181.jpeg
    47.6 KB · Views: 7
  • viewer.png
    viewer.png
    73.9 KB · Views: 9
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Θύρσις ἢ ᾠδή

Theoc. 1. 148

πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα Θύρσι γένοιτο,
πλῆρές τοι σχαδόνων, καὶ ἀπ᾽ Αἰγίλω ἰσχάδα τρώγοις
ἁδεῖαν, τέττιγος ἐπεὶ τύγα φέρτερον ᾁδεις.
ἠνίδε τοι τὸ δέπας: θᾶσαι φίλος, ὡς καλὸν ὄσδει:
150῾Ωρᾶν πεπλύσθαί νιν ἐπὶ κράναισι δοκησεῖς.
ὧδ᾽ ἴθι Κισσαίθα, τὺ δ᾽ ἄμελγέ νιν. αἱ δὲ χίμαιραι,
οὐ μὴ σκιρτασεῖτε, μὴ ὁ τράγος ὔμμιν ἀναστῇ.

Θύρσι, τ' ώμορφο στόμα σου νάνε γεμάτο μέλι,
σύκα γλυκά του Αιγάλεου τα χείλη σου να ευφραίνουν
γιατί περνάς το τζίτζικα στο γλυκερό τραγούδι.

http://www.mikrosapoplous.gr/theocritus/thcrts1m.htm

~~~~~~~~~~

Theoc. 4.16

τήνας μὲν δή τοι τᾶς πόρτιος αὐτὰ λέλειπται
τὠστία. μὴ πρῶκας σιτίζεται ὥσπερ ὁ τέττιξ;
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
τέττιξ” ι_γος (but ι_κος Ar. and Theoc. acc. to Hdn.Gr. ap. Choerob. in Theod.1.292 H.), ὁ,
A.cicala, Cicada plebeia or allied species, a winged insect fond of basking on trees, when the male makes a chirping or clicking noise by means of certain drums or 'tymbals' underneath the wings, whence the joke in Xenarch.14, εἶτ᾽ . . οἱ τέττιγες οὐκ εὐδαίμονες, ὧν ταῖς γυναιξὶν οὐδ᾽ ὁτιοῦν φωνῆς ἔνι; prov., “τέττιγος ἐδράξω πτεροῦ” Archil.143 (v. “συλλαμβάνω” 11.1). This noise is freq. used as a simile for sweet sounds, Il.3.151, Hes.Op.582, Sc.393, Simon.173, 174, etc.; and Plato calls them οἱ Μουσῶν προφῆται, Phdr.262d; but they also became a prov. for garrulity, “λαλεῖν τέττιξ” Aristopho10.7: “τ. πολλοὶ γινόμενοι νοσῶδες τὸ ἔτος σημαίνουσι” Thphr.Sign.54. They were thought to sing continually without food or drink, Ar.Nu. 1360, Pl.Phdr.259c; or on a diet of air and dew, Arist.HA532b13, Theoc.4.16, AP6.120 (Leon.), Anacreont.32, Plu.2.660f. The Greeks ate τέττιγες to whet the appetite, Ath.4.133b, cf. Ar.Frr.51, 569.4, Alex.162.13 (anap.), Anaxandr.41.59 (anap., unless here the τέττιξ ἐνάλιος is meant, v. infr. 11); and as a medical remedy, Dsc. 2.51, Orib.Fr.64.
2. gold ornament worn in the hair (cf. “χρύσειαι δὲ κόρυμβαι ἐπ᾽ αὐτῶν τέττιγες ὥς” Asius Fr.Ep.13.5), esp. in early Attica, Th.1.6, Heraclid.Pont. ap. Ath.12.512c; ἀρχαῖα . . καὶ τεττίγων ἀνάμεστα, i.e. full of old-fashioned notions, Ar.Nu.984 (anap.), v. Sch.(980) and cf. τεττιγοφόρας; γυνὴ . . ἔχει τ. ἐπιχρύσους, in a list of votive offerings at Samos, Michel832.51 (iv B.C.).
3. Com. name for a foreign cook, Ath.14.659a, Hsch., cf. Poll.4.148,150.
4. Ἀκάνθιος τ., prov. of a silent person, Zen.1.51, St.Byz. s.v. Ἄκανθος.
II. τ. ἐνάλιος a kind of lobster, Arctos ursus, Ael.NA13.26.
III. part of the ear, “τοῦ λοβοῦ τὸ περὶ τῇ κυψέλῃ” Poll.2.86.
Henry George Liddell. Robert Scott. A Greek-English Lexicon. revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones. with the assistance of. Roderick McKenzie. Oxford. Clarendon Press. 1940

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.04.0057:entry=te/ttic
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ΑΝΥΤΗΣ ΤΗΣ ΤΕΓΕΑΤΙΔΟΣ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ - ΚΕΙΜΕΝΟ - ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ 4
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ (ΕΑ) 7.190.p1 - 7.190.4 = G/P XX (742-5)

ΑΝΥΤΗΣ. [οἱ δέ ΛΕΩΝΙΔΟΥ]
Ἀκρίδι, τᾶ κατ᾿ ἄρουραν ἀηδόνι, καὶ δρυοκοίτᾳ
τέττιγι ξυνὸν τύμβον ἔτευξε Μυρώ,
παρθένιον στάξασα κόρα δάκρυ, δισσὰ γὰρ αὐτᾶς
παίγνι' ὁ δυσπειθὴς ᾤχετ᾿ ἔχων Ἀίδας.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Η ΜΙΚΡΗ ΜΥΡΩ ΚΑΙ ΤΑ ΕΝΤΟΜΑ
Η μικρούλα Μυρώ έφτιαξε κοινό μνήμα στην ακρίδα
που τραγουδά στα χωράφια και στο τζιτζίκι που φωλιάζει στις βαλανιδιές.
χύνοντας παιδικό δάκρυ, διότι τα δυο της παιχνίδια
ο αδυσώπητος Άδης τα πήρε μαζί του κι' έφυγε μακριά.

''Πασίγνωστη έγινε για τη συγκινητική παιδική της ευαισθησία και αφέλεια η «μικρή Μυρώ» που – όπως λέει ο Αντίπατρος – αγαπά την «σοβαρή γλαύκα», την «χαρωπή χήνα», την «ζωηρή και γρήγορη στο τρέξιμο σκυλίτσα» 35 και χαίρεται με τα έντομα του λιβαδιού και του δάσους (τον «τέττιγα» και την «ακρίδα»), παίζει μαζί τους και λυπάται όταν αυτά πεθαίνουν (ΠΑ 7.190)36 ''

36. Το σύνολο των ερευνητών την ταυτίζουν με τη Μυρώ τη Βυζαντία μητέρα του Ομήρου του Τραγικού, «ποιήσασα έπη και ελεγεία» (Παυσανίας9.5.8.4)που έζησε την εποχή του Πτολεμαίου Φιλαδέλφου. Την Μυρώ τη Βυζαντία την αναφέρει ο Αθήναιος (Δειπνοσοφισταί, 11, 80, 3 – 11, 80, 8). Ο Κράτης ο Κριτικός (p. 53W) αναφέρει το ποίημα της Μυρούς «Μνημοσύνη» ως δικό του. Βλέπε και Αιλίου Ηρωδιανού Analecta grammatica σελ 434 (έκδοση Harvard College Library). Η Παλατινή Ανθολογία (ΠΑ 7. 364), παραδίδει το τετράστιχο του Μάρκου Αργενταρίου (1ος αι. μ.Χ.) – μεταφορά στην «Κοινή» του Επιγράμματος της Ανύτης. Ο Αργεντάριος αγνωούσε την «αυστηρά δωρική». Έγραφε στην «Κοινή» που γνώριζαν οι ρήτορες της Ρώμης τον καιρό του Νέρωνος:
Ακρίδι και τέττιγι Μυρώ τόδε θήκατο σήμα,
λιτήν αμφοτέροις χερσί βαλούσα κόνιν,
ίμερα δακρύσασα πυρής έπι,
τον γαρ αοιδόν Άιδης, την δ’ ετέρην ήρπασε Περσεφόνη.
Επιγράμματα του Μάρκου Αργενταρίου μετέφρασε ο Σίμος Μενάρδος. Περισσότερα βλ. V. Hugo, H. Heine Μάρκος Αργεντάριος Ποιήματα προς μετάφρασιν, Δελτίον της Εστίας τόμ. 13, αριθ.636(1889).

http://users.sch.gr/geioanni/sel-politismos/sel_LOGOTEXNIA_ISTORIA_1/1/6=ANITI.htm#k10
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
MELEAGER.



Book VII., Epigram 195,

Cicada, you who chase away desire,

Cicada, who beguile oiu- sleepless hours,

You song-A\inged muse of meadows and of flowers,

"Wlio are the natural mimic of the lyre,

Chirp a familiar melody and sweet.

My weight of sleepless care to diive away ;

Youi- love-beguiling time to me now play.

Striking yom- prattling wings with yom- dear feet.

In early morning I'll bring gifts to you

Of garlic ever fresh and drops of dew.

http://www.archive.org/stream/fromgardenofhell00perr/fromgardenofhell00perr_djvu.txt
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
«Εάν κάποιος μεγάλος κλασσικός διανοούμενος, τέλεια εξοικιωμένος με τους τρόπους και τις συνήθειες αυτής της χώρας, έκανε μια λογοτεχνική μελέτη παραλληλισμού της ελληνικής και της ιαπωνικής ζωής και σκέψης, είμαι σίγουρος ότι το αποτέλεσμα θα ήταν τόσο εκπληκτικό όσο και γοητευτικό.» («Έντομα και Ελληνική Ποίηση»).


http://hearn2014.yakumokai.org/el
 

Attachments

  • Hearn1873_sepia_72dpi-220x300.jpg
    Hearn1873_sepia_72dpi-220x300.jpg
    24.5 KB · Views: 122

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ανακρέων

Μακαρίζομέν σε, τέττιξ,
ὅτε δενδρέων ἐπ᾽ ἄκρων
ὀλίγην δρόσον πεπωκώς
βασιλεὺς ὅπως ἀείδεις.

σὰ γάρ ἐστι κεῖνα πάντα,
ὁπόσα βλέπεις ἐν ἀγροῖς
ὁπόσα φέρουσιν ὗλαι.
σὺ δὲ φείδεαι (ή φίλος) γεωργῶν,
ἀπὸ μηδενός τι βλάπτων·

σὺ δὲ τίμιος βροτοῖσι
θέρεος γλυκὺς προφήτης.
φιλέουσι μέν σε Μοῦσαι,
φιλέει δὲ Φοῖβος αὐτός,
λιγυρὴν δ᾽ ἔδωκεν οἴμην·

τὸ δὲ γῆρας οὔ σε τείρει.
σοφέ, γηγενής, φίλυμνε,
ἀπαθής, ἀναιμόσαρκε·
σχεδὸν εἶ θεοῖς ὅμοιος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~

Τζίτζικα ευτυχισμένε
να 'χαμε τη χάρη σου
πάνω στων δέντρων τα κλαδιά
έχοντας πιει λίγη δροσιά
τραγουδάς σαν βασιλιάς.

Άφου όλα ειν' δικά σου,
όσα βλέπεις στους αγρούς,
όσα τρέφουν τα δάση.

Σ' αγαπούν οι γεωργοί,
κανένα δε βλάπτεις
σε τιμούν οι θνητοί,
του καλοκαιριού προφήτη.

Σ' αγαπάνε οι Μούσες,
σ' αγαπά κι ο Απόλλων
σου δωκε φωνή καμπάνα,
γηρατειά δε σε αγγίζουν.

Σοφέ, γεννημένε στη γη,
τραγουδιάρη δίχως πάθη
και αίμα στη σάρκα
είσ' ένας μικρός θεός!

~~~~~~~~~~

151] τεττίγεσσιν: cicadae. The males sit on sunny bushes and during the longest days make, by rubbing their wings, a clear chirping noise which the Greeks of all times admired greatly. They are not mentioned elsewhere in Homer. — The comparison refers only to the tone of voice; cf. “ἠχέτα” (loud-singing) “τέττιξ ι δενδρέῳ ἐφεζόμενος λιγυρὴν καταχεύετ̓ ἀοιδὴν ι πυκνὸν ὑπὸ πτερύγων, θέρεος” (summer) “καματώδεος ὥρῃ” Hesiod Works 582 ff., “μακαρίζομέν δε, τέττιξ, ι ὅτε δενδρέων ἐπ̓ ἄκρων ι ὀλίγην δρόσον” (dew) “πεπωκώς ι βασιλεὺς ὅπως ἀείδεις: ι . . φιλέουσι μέν σε Μοῦσαι, ι φιλέει δὲ Φοῖβος αὐτός, ι λιγυρὴν δ̓ ἔδωκεν οἴμην” Anacreontea 32
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Εύνομος. Λοκρός κιθαρωδός άγνωστης εποχής. Το όνομά του έχει επιζήσει χάρη σ' ένα μύθο, σύμφωνα με τον οποίο, ενώ διαγωνιζόταν στους Δελφούς με τον Αρίστωνα, έναν κιθαρωδό από το Ρήγιο, μία από τις χορδές της κιθάρας του έσπασε και τότε ένας τζίτζικας πέταξε πάνω από το όργανό του και τραγούδησε τη νότα που έλειπε (βλ. λ. άδω). Λέγεται πως το άγαλμά του στην πόλη Επιζεφύριοι Λοκροί (αποικία των Λοκρών) στην Ιταλία τον έδειχνε με την κιθάρα του και έναν τζίτζικα να κάθεται επάνω της. (Musipedia)
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
(Σωκράτης) Αληθινά όμως δεν στέκει ένας άνθρωπος που αγαπάει τις Μούσες να μην έχη ακούσει αυτά τα πράγματα. Να, λένε πως τα τζιτζίκια ήταν άνθρωποι κάποτε, προτού ακόμα να γεννηθούν οι Μούσες. Όταν όμως γεννηθήκανε οι Μούσες και πρωτοφάνηκε το τραγούδι, τόσο πια μερικοί απ' αυτούς τότε τους ανθρώπους τα χάσανε από την τέρψη, που τραγουδώντας αμέλησαν να φάνε και να πιουν και, χωρίς να το νοιώσουν, πεθάνανε. Απ' αυτούς γεννήθηκε από τότε το γένος των τζιτζικιών παίρνοντας τούτο το βραβείο από τις Μούσες, δηλαδή να μην έχη αφ' ότου γεννηθή καμμιά ανάγκη για τροφή, αλλά, χωρίς να τρώη και να πίνη, ν' αρχίζη ευθύς να τραγουδάη ως που θα πεθάνη, κι έπειτα πηγαίνοντας στις Μούσες να τους φέρνη είδηση ποιος από τους ανθρώπους εδώ κάτω ποιαν απ' αυτές τιμάει. Και να, στην Τερψιχόρη φέρνοντας την είδηση ποιοι την ετίμησαν, κάνουν προς αυτούς την αγάπη της μεγαλύτερη, και στην Ερατώ εκείνους που την ετίμησαν μ' ερωτικά τραγούδια· όμοια και στις άλλες κατά το είδος της τιμής που ταιριάζει στην κάθε μια. Μα στην πρεσβύτατη, την Καλλιόπη, και στην Ουρανία, που έρχεται έπειτα απ' αυτήν, αγγέλλουν εκείνους που περνούνε τη ζωή τους με φιλοσοφία και που τιμούν εκείνων την τέχνη. Αυτές δα είναι που πιο πολύ απ' όλες τις Μούσες, έχοντας να κάμουν με τον ουρανό και με τους λόγους, και των θεών και των ανθρώπων, αρθρώνουνε την ομορφώτερη φωνή. Για πολλές δα λοιπόν αιτίες πρέπει να μιλούμε για κάτι και δεν πρέπει να κοιμόμαστε το μεσημέρι. (Phaedrus dialogue - Μετάφραση - Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος)
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
"Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για το επίθετο που συχνά συνοδεύει τον τέττιγα, λιγύς, λιγυρός, λιγυπτέρυγος και δεν πέρασε στα νέα ελληνικά αφού έπιασαν την ακουστική θέση τα λυγερός, λυγίζω εκ της λυγαριάς (αρχ. λύγος) και τα (ο)λίγα. (Λέγαν και οι αρχαίοι λίγα>λιγέως κατα το τάχα>ταχέως). Απευθείας μετάφραση πάντως δεν υπάρχει για το (εύηχος, ευκρινής + διαπεραστικός, συριστικός· ήχος)....ο λιγύς, η λίγεια κατά θήλεια και ημίσεια και ουχί δριμεία, βαρεία. Λίγεια λέγαν μια Σειρήνα, όνομα ταιριαστό, μιας και το τραγούδι ήταν το όπλο τους. "
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Cicadas in Ancient Greece. Ventures in Classical Tettigology

Rory B. Egan, (bibliography)
Department of Classics, University of Manitoba
Winnipeg, Manitoba R3T 2N2 CANADA


sound of the cithara, an ancient Greek stringed musical instrument
Eunomos (i.e. Mr. Goodtune)
an accomplished cithara player and singer, who was singing and playing in a competition when one of the strings on his instrument snapped. At that crucial juncture he

Metapontum Locust Coin

Charles Hogue
Keith Kevan
Entomological Museum
Library of McGill University

tettix

L. Bodson, Davies & Kathirathambey

Aristotle Historia Animalium (i.e. Investigation of Living Things).

Plato

Thucydides
Tithonus


hymn in honor of Aphrodite

Muses


Meleager

Greek Anthology



The Cicada to the Cricket

O cricket, you who soothe my passion and provide the consolation of sleep;
O cricket, shrill-winged rustic Muse;
You natural imitator of the lyre, sing for me some poignant song
As you tap with your charming feet and strum your loquacious wings,
So as to relieve me from toilsome worry that completely deprives me of sleep
As, o cricket, you spin out a song that dispatches Eros.
Then I shall give you as gifts, first thing in the morning, an evergreen leek
Along with dewy droplets that I separate with my mouth.

The Cricket to the Cicada

O resonant cicada, drunk on dewy droplets.
You sing your rustic song that sounds in lonely places.
Perched with your saw-like limbs, high up among the leaves
You shrill forth the lyre’s tune with your sun-darkened body.
But, dear friend, sound forth something new for the woodland nymphs,
A divertissement, chirping a tune for Pan as the song which you sing in your turn,
So that I, escaping from Eros, can catch some noon-time sleep
While reclining there under the shady plane tree.



kai droseras stomasee skhitzomenos psakades
akhayeis tettiks droserais stagonessi methystheis

Anakreonta

Eastertide

Asterios



http://www.insects.org/ced3/cicada_ancgrcult.html
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ
157. – Αἴτια (Απόσπασμα 1)


''πρὸς δέ σε] καὶ τόδ᾽ ἄνωγα, τὰ μὴ πατέουσιν ἅμαξαι
τὰ στείβε]ιν, ἑτέρων ἴχνια μὴ καθ᾽ ὁμά
δίφρον ἐλ]ᾶ̣ν μηδ᾽ οἷμον ἀνὰ πλατύν, ἀλλὰ κελεύθους
ἀτρίπτο]υ̣ς, εἰ καὶ στε[ι]ν̣οτέρην ἐλάσεις».
τῷ πιθόμη]ν· ἐνὶ τοῖς γὰρ ἀείδομεν οἳ λιγὺν ἦχον
30 τέττιγος, θ]όρυβον δ᾽ οὐκ ἐφίλησαν ὄνων.''



''να μην ακολουθείς τα χνάρια άλλων,

ούτε και την πλατιά λεωφόρο, αλλά δρόμους

ασύχναστους, κι ας είναι η πορεία σου στενή».

Εγώ υπάκουσα. Τώρα τραγουδώ για τους εραστές

της λιγυρής φωνής του τζίτζικα,7 για τους μισούντες θόρυβον όνου"

http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=376
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Τζιτζίκι


(τέττιξ) Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι τα τζιτζίκια τρέφονταν με δροσιά, γ’ αυτό και τραγουδούσαν με "ἡδεῖαν λειριόεσαν φωνὴν", δηλαδή με "γλυκειά διαπεραστική φωνή" (Ομήρου "Ιλιάδα") ή "λιγυρὰν καταχεύονται ἀοιδὴν", δηλαδή "εξαπολύουν εύηχη μελωδία" (Ησιόδου "Έργα και Ημέραι"). Ο Πλάτων χαρακτηρίζει το έντομο αυτό "μουσῶν ὑποφήτην" ("Φαίδρος", 262 D). Ο δε Συνέσιος Πτολεμαΐδος στην ονομαστή ωδή του "Ἅγε μοι λίγεια φόρμιγξ" γράφει: "Κλύε καὶ τέττιγος ὠδὰν "Του τζίτζικα άκου την ωδή, δρόσον ὀρθρίαν πιόντος". που ήπιε δρόσο πρωινή". Αλλά και ο Σωκράτης («Φαίδρος» 259) διηγείται μια ιστορία για τα τζιτζίκια (την οποία συμπεριλαμβάνει και το «Ανθολόγιο» του Στοβαίου) που «οὐ μὲν δὴ πρέπει γε φιλόμουσον ἄνδρα τῶν τοιούτων ἀνήκοον εἶναι» («δεν αρμόζει σε φιλόμουσο να μην έχει ακούσει γι’ αυτά»). Νά η ιστορία μεταφρασμένη: «Λένε, ότι κάποτε, πριν γεννηθούν οι Μούσες, τα τζιτζίκια ήταν άνθρωποι. Αλλά όταν γεννήθηκαν οι Μούσες και φανερώθηκε το τραγούδι, μερικοί από τους ανθρώπους εκείνης της εποχής τόσο πολύ γοητεύτηκαν από την ηδονή της μελωδίας, ώστε με το τραγούδι τους αμέλησαν να φάνε και να πιούνε, ώσπου, χωρίς να το καταλάβουν, έδωσαν τέλος στη ζωή τους. Από αυτούς τους ανθρώπους γεννήθηκε στη συνέχεια το γένος των τζιτζικιών και πήρε από τις Μούσες αυτό το δώρο, δηλαδή να μην έχει καθόλου ανάγκη από τροφή μόλις γεννηθεί, αλλά να τραγουδάει αμέσως χωρίς τροφή και πιοτό, ώσπου να πεθάνει. Και μετά τον θάνατο πηγαίνουν στις Μούσες και τους αναφέρουν ποιαν από αυτές τιμάει ποιος άνθρωπος. Στην Τερψιχόρη, για παράδειγμα, αναφέρουν εκείνους που την τιμούν με χορούς και έτσι τους καθιστούν πιο αγαπητούς σ’ αυτήν. Στην Ερατώ αναφέρουν όσους την τιμούν με τα ερωτικά τους άσματα και κατα τον ίδιο τρόπο αναφέρουν στις άλλες αυτούς που τιμούν ανάλογα καθεμιά τους. Και στη γεροντότερη την Καλλιόπη και στη δευτερότοκη την Ουρανία αναφέρουν όσους ασχολούνται συστηματικά με τη φιλοσοφία και τιμούν τη μουσική τους τέχνη. Γιατί από ολες τις Μούσες, αυτές κυρίως επιστατούν στις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων και στους θεϊκούς και τους ανθρώπινους λόγους, αφήνοντας μελωδικότατο άσμα» (βλ. και στο λήμμα τέττιξ).



~~~~~~~~

Τέττιξ


(τζιτζίκι). Αρχαιοελληνικό σύμβολο της μουσικής. Αυτός είναι και ο λόγος που οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι εικαστικοί καλλιτέχνες τοποθετούσαν στα πόδια της Ευτέρπης (της μουσικής Μούσας) ένα δέντρο (εστία του τέττιγος).

Πηγές

Τάκης Καλογερόπουλος, Λεξικό της Ελληνικής μουσικής, εκδόσεις Γιαλλελή, 2001
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Plat. Phaedrus 259

Σωκράτης
οὐ μὲν δὴ πρέπει γε φιλόμουσον ἄνδρα τῶν τοιούτων ἀνήκοον εἶναι. λέγεται δ᾽ ὥς ποτ᾽ ἦσαν οὗτοι ἄνθρωποι τῶν πρὶν μούσας γεγονέναι, γενομένων δὲ Μουσῶν καὶ φανείσης ᾠδῆς οὕτως ἄρα τινὲς τῶν τότε ἐξεπλάγησαν ὑφ᾽ ἡδονῆς, [259ξ] ὥστε ᾁδοντες ἠμέλησαν σίτων τε καὶ ποτῶν, καὶ ἔλαθον τελευτήσαντες αὑτούς: ἐξ ὧν τὸ τεττίγων γένος μετ᾽ ἐκεῖνο φύεται, γέρας τοῦτο παρὰ Μουσῶν λαβόν, μηδὲν τροφῆς δεῖσθαι γενόμενον, ἀλλ᾽ ἄσιτόν τε καὶ ἄποτον εὐθὺς ᾁδειν, ἕως ἂν τελευτήσῃ, καὶ μετὰ ταῦτα ἐλθὸν παρὰ μούσας ἀπαγγέλλειν τίς τίνα αὐτῶν τιμᾷ τῶν ἐνθάδε. Τερψιχόρᾳ μὲν οὖν τοὺς ἐν τοῖς χοροῖς τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλοντες [259δ] ποιοῦσι προσφιλεστέρους, τῇ δὲ Ἐρατοῖ τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς, καὶ ταῖς ἄλλαις οὕτως, κατὰ τὸ εἶδος ἑκάστης τιμῆς: τῇ δὲ πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ καὶ τῇ μετ᾽ αὐτὴν Οὐρανίᾳ τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ διάγοντάς τε καὶ τιμῶντας τὴν ἐκείνων μουσικὴν ἀγγέλλουσιν, αἳ δὴ μάλιστα τῶν Μουσῶν περί τε οὐρανὸν καὶ λόγους οὖσαι θείους τε καὶ ἀνθρωπίνους ἱᾶσιν καλλίστην φωνήν. πολλῶν δὴ οὖν ἕνεκα λεκτέον τι καὶ οὐ καθευδητέον ἐν τῇ μεσημβρίᾳ.
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
''Το τραγούδι του τζίτζικα είναι το σήμα του καλοκαιριού για τον Ησίοδο. Με αυτό τον ήχο σημαδεύεται το καλοκαίρι, η αρχή του θέρους. Αυτός ο τροβαδούρος του καλοκαιριού εκχέει κάτω από τα φτερά του ένα πανάρχαιο ήχο, που δεν υπάρχει όμοιός του.

«Ήμος δε σκόλυμός τ’ ανθεί και ηχέτα τέττιξ

δενδρέω εφεζόμενος λιγυρήν καταχεύετ’ αοιδήν

πυκνόν υπό πτερύγων, θέρεος καματώδεος ώρη».

ΗΣΙΟΔΟΣ: «Έργα Και Ημέραι», (στίχοι 582-584).

«Όταν ανθεί το γαϊδουράγκαθο –λέει ο Ησίοδος- και το ηχηρό τζιτζίκι καθισμένο στο δένδρο εκχέει ασταμάτητα κάτω από τα φτερά του το λυγερό τραγούδι του, τότε, του κοπιαστικού Θέρους είναι ώρα».

Ακριβής, όπως σε κάθε παρατήρησή του, αυτός ο ωραίος παππούς του αρχαίου λόγου, φαίνεται ότι γνωρίζει καλά κάποιες λεπτομέρειες για το τζιτζίκι και είναι χαρακτηριστική η επισήμανση ότι ο ήχος του τζιτζικιού βγαίνει κάτω από τα φτερά του. Όντως, εκεί κάτω από τα φτερά, υπάρχουν δεξιά και αριστερά στο σώμα του δυο λευκές μεμβράνες με λεπτές γραμμώσεις, που πάλλονται και παράγουν τον απ’ αιώνων γνώριμο ήχο.

Αν πιάσουμε ένα τζιτζίκι προσεκτικά, για να μην το τραυματίσουμε και βάλουμε τα δάκτυλά μας απαλά πάνω από αυτές τις μεμβράνες, ο ήχος θα περιοριστεί αισθητά, σημάδι ότι αυτές οι μεμβράνες είναι που παράγουν τον ύμνο του καλοκαιριού.

Στην αρχαιότητα το τζιτζίκι και η ιδιαιτερότητα του τραγουδιού του, που σφραγίζει έντονα την εποχή του καλοκαιριού, είχε γίνει πρωταγωνιστής σε κάμποσους μύθους του Αισώπου, ενώ το τραγούδι του μνημονεύεται σε πολλά κείμενα της αρχαιότητας. Άλλωστε, το «ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ» του Ησίοδου είναι από τα αρχαιότερα έργα μαζί με εκείνα του Ομήρου, στην αυγή ακόμη των αρχαϊκών χρόνων.''

http://zervonikolakis.lastros.net/tzitziki.html
 

Attachments

  • Milk_Thistle.jpg
    Milk_Thistle.jpg
    37.6 KB · Views: 0
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ο δε Συνέσιος Πτολεμαΐδος στην ονομαστή ωδή του "Ἅγε μοι λίγεια φόρμιγξ" γράφει: "Κλύε καὶ τέττιγος ὠδὰν "Του τζίτζικα άκου την ωδή, δρόσον ὀρθρίαν πιόντος". που ήπιε δρόσο πρωινή".

ΣΥΝΕΣΙΟΥ
ΥΜΝΟΣ ΠΡΩΤΟΣ


Ἄγε μοι λίγεια φόρμιγξ,
Μετὰ Τηΐαν ἀοιδάν,
Μετὰ Λεσβίαν τε μολπάν,
Γεραρωτέροις ἐφ᾿ ὕμνοις
Κελάδει Δώριον ᾠδάν,
Ἀπαλαῖς οὐκ ἐπὶ νύμφαις,
Ἀφροδίσιον γελώσαις,
Θαλερῶν οὐδ᾿ ἐπὶ κούρων
Πολυηράτοισι ἥβαις.
Θεοκύμονος γὰρ ἁγνὰ
Σοφίας ἄχραντος ὠδὶς
Μέλος ἐς θεῖον ἐπείγει
Κιθάρας μίτους ἐρέσσειν.
Μελιχρὰν δ᾿ ἄνωγεν ἄταν
Χθονίων φυγεῖν ἐρώτων.
Τί γὰρ ἀλκά, τί δὲ κάλλος.
Τί δὲ χρυσός, τί δὲ φάμα,
Βασιλήϊοί τε τιμαὶ
Παρὰ τὰς Θεοῦ μερίμνας;
Ὁ μὲν ἵππον εὖ διώκοι,
ὁ δὲ τόξον εὖ τιταίνοι,
ὁ δὲ θημῶνας φυλάσσοι
κτεάνων, χρύσειον ὄλβον
ἑτέρῳ δ᾿ ἄγαλμα χαίτη
καταειμένη τενόντων
πολύυμνος δέ κεν εἴη
παρὰ κούροις, παρὰ κούραις,
ἀμαρύγμασι προσώπων.
ἐμὲ δ᾿ ἀψόφητον εἴη
βιοτὰν ἄσημον ἕλκειν,
τὰ μὲν ἐς ἄλλους ἄσημον,
τὰ δὲ πρὸς Θεὸν εἰδότα.
Σοφία δέ μοι παρείη
ἀγαθὰ μὲν νεότατα,
ἀγαθὰ δὲ γῆρας ἕλκειν,
ἀγαθὰ δ᾿ ἄνασσα πλούτου
πενίαν δ᾿ ἄμοχθος οἴσει
σοφία γελῶσα, πικραῖς
ἄβατον βίου μερίμναις.
Μόνον εἰ τόσον παρείη,
ὅσον ἄρκιον καλιῆς
ἀπὸ γειτόνων ἐρύκειν·
ἵνα μὴ χρεώ με κάμπτοι
ἐπὶ φροντίδας μελαίνας.
Κλύε καὶ τέττιγος ᾠδάν,
δρόσον ὀρθρίαν πιόντος.
Ἴδε μοι βοῶσι νευραὶ
ἀκέλευστα, καί τις ὀμφὴ
περὶ τ᾿ ἀμφί με ποτᾶται.
Τί ποτ᾿ ἄρα τέξεταί μοι
Μέλος ἁ θέσκελος ὠδίς;
Ὁ μέν, αύτόσσυτος ἀρχά,
ταμίας πατήρ τε ὄντων,
ἀλόχευτος, ὑψιθώκων
ὑπὲρ οὐρανοῦ καρήνων
ἀλύτῳ κύδεῖ γαίων,
Θεὸς ἔμπεδος θαάσσει·
ἑνοτήτων ἑνὰς ἁγνή.
Μονάδων μονάς τε πρώτη,
ἁπλότητας ἀκροτήτων
ἑνώσασα, καὶ τεκοῦσα
ὑπερουσίοις λοχείαις·
ὅθεν αὐτὴ προθοροῦσα
διὰ πρωτόσπορον εἶδος,
μονὰς ἄῤῥητα χυθεῖσα
τρικόρυμβον ἔσχεν ἀλκάν.
Ὑπερούσιος δὲ παγὰ
Στέφεται κάλλει παίδων
ἀπὸ κέντρου τε θορόντων,
περὶ κέντρον τε ῥυέντων.
Μένε μοι, θρασεῖα φόρμιγξ,
μένε, μηδὲ φαῖνε δήμοις
τελετὰς ἀνοργιάστους.
Ἴθι, καὶ τὰ νέρθε φώνει·
τὰ δ᾿ ἄνω σιγὰ καλύπτοι.
Ὁ δὲ νοῦς οἴοισιν ἤδη
μέλεται νόοισι κόσμοις.
Ἀγαθὰ γὰρ ἔνθεν ἤδη
βροτέου πνεύματος ἀρχὰ
ἀμερίστως ἐμερίσθη.
Ὁ καταιβάτας ἐς ὕλαν
νόος ἄφθιτος τοκήων
θεοκοιράνων ἀποῤῥώξ,
ὀλίγα μέν· ἀλλ᾿ ἐκείνων
ὅλος οὗτος εἷς τε πάντη
ὅλος εἰς ὅλον δεδυκὼς
κύτος οὐρανῶν ἐλίσσει·
τὸ δ᾿ ὅλον τοῦτο φυλάσσων
νενεμημέναισι μορφαῖς
μεμερισμένος παρέστη·
ὁ μέν, ἀστέρων διφρείαις,
ὁ δ᾿ ἐς ἀγγέλων χορείας,
ὁ δὲ καὶ ῥέποντι δεσμῷ
χθονίαν εὕρετο μορφάν,
ἀπὸ δ᾿ ἐστάθη τοκήων,
δνοφερὰν ἤρυσε λάθαν,
ἀλαωποῖσι μερίμναις
χθόνα θαυμάσας ἀτερπῆ.
Θεὸς ἐς θνητὰ δεδορκὼς
ἔνι μάν, ἔνι τι φέφφος
κεκαλυμμέναισι γλήναις·
ἔνι καὶ δεῦρο πεσόντων
ἀναγώγιός τις ἀλκά,
ὅτε κυμάτων φυγόντες
βιοτησίων, ἀκηδεῖς
ἁγίας ἔστειλαν οἴμοις
πρὸς ἀνάκτορον Τοκῆος.
Μάκαρ ὅστις βορὸν ὕλας
προφυγὼν ὕλαγμα, καὶ γᾶς
ἀναδύς, ἅλματι κούφῳ
ἴχνος ἐς Θεὸν τιταίνει.
Μάκαρ ὅστις μετὰ μοίρας
μετὰ μόχθους, μετὰ πικρὰς
χθονογηθεῖς μελεδῶνας,
ἐπιβὰς νόου κελεύθων
βυθὸν εἶδεν θεολαμπῆ.
Πόνος εἰς ὅλαν τανῦσαι
καρδίαν ὅλοισι ταρσοῖς
ἀναγωγίων ἐρώτων.
Μόνον ἐμπέδωσον ὁρμὰν
νοερηφόροισιν ὁρμαῖς·
ὁ δὲ τοι πέλας φανεῖται
γενέτας χεῖρας ὀρεγνύς.
προθέοισα γάρ τις ἀκτὶς
καταλάμψει μὲν ἀτραπούς,
πετάσει δέ τοι νοητὸν
πεδίον, κάλλεος ἀρχάν.
Ἄγε μοι, ψυχά, πιοῖσα
ἀγαθορρύτοιο παγᾶς,
ἱκετεύσασα τοκῆα
ἀνάβαινε, μηδὲ μέλλε,
χθονὶ τὰ χθονὸς λιποῖσα·
τάχα δ᾿ ἂν μιγεῖσα πατρὶ
Θεὸς ἐν Θεῷ χορεύσοις.

http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/poetry_of_romania/synesios01.htm
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα του περιγράφει τους γέροντες που αγόρευαν στην Τροία ως προς το βουητό των φώνων τους, σαν «τέττιγες», δηλαδή τζίτζικες αλλά ο τζίτζικας έχει χρησιμοποιηθεί και σε παροιμίες όπου «ο φλύαρος άνθρωπος μοιάζει σαν τζίτζικας».
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Μακαρίζομέν σε, τέττιξ,
ὅτε δενδρέων ἐπ' ἄκρων
ὀλίγην δρόσον πεπωκώς
βασιλεὺς ὅπως ἀείδεις.
σὰ γάρ ἐστι κεῖνα πάντα,
ὁπόσα βλέπεις ἐν ἀγροῖς
κοπόσα φέρουσιν ὗλαι.
σὺ δὲ φίλος γεωργῶν,
ἀπὸ μηδενός τι βλάπτων
σὺ δὲ τίμιος βροτοῖσιν,
θέρεος γλυκὺς προφήτης.
φιλέουσι μέν σε Μοῦσαι,
φιλέει δὲ Φοῖβος αὐτός,
λιγυρὴν δ' ἔδωκεν οἴμην
τὸ δὲ γῆρας οὔ σε τείρει.
σοφέ, γηγενής, φίλυμνε,
ἀπαθής, ἀναιμόσαρκε
σχεδὸν εἶ θεοῖς ὅμοιος.



Tζίτζικα Ευτυχισμένε!
να χαμε την ευλογία σου!

Όταν στων δέντρων τα κλαδιά
Εχοντας πιει λίγη δροσιά

Σαν βασιλιάς τραγουδάς!
Δικά σου βρε ειν’ όλα

Όσα βλέπεις στους αγρούς
Οσα τρέφουν τα δάση

Σ αγαπούν οι αγρότες
Κανέναν δε βλάπτεις

Σε τιμούν οι θνητοί
Του Καλοκαιριού Γλυκέ Προφήτη!

Σε αγαπούν οι Μούσες
Σε αγαπά βρε ο
ίδιος ο Φοίβος,ο Απόλλων!

Σου δωσε φωνή Καμπάνα!

Τα γηρατιά δεν σε αγγίζουν!

Σοφέ,
που γεννιέσαι στη γη
Τραγουδιάρη
Χωρίς πάθη και αιμα στη σαρκα
Είσαι ένας μικρός θεός…
............................



Μεταφραση:
Εργοτελίνα
Ένα από τα 58 Ανακρεόντεια,λυρικά τραγουδια,που γραφτηκαν ή αποδίδονται στον Ανακρέοντα.
 
Top