α. Προς έναν ορισμό της «εκκοσμίκευσης» στη βυζαντινή μουσική

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
0. Εισαγωγικά
Η αφετηρία αυτού του προβληματισμού είναι μια παλιά συζήτηση κάπου, κάποτε στο φόρουμ, όπου εμφανιζόταν ως πρόβλημα, ίσως και κατάντια της μουσικής μας το ότι δεν μπορεί να δημιουργήσει ένα αξιοπρεπές ουδέτερο (ήτοι εκτός εκκλησίας) κοινό. Κι ότι αυτό, απεναντίας, (αφήνονται να) το κάνουν άνθρωποι που, είτε από άγνοια, είτε από ναρκισσισμό, παρουσιάζουν μια πιο αποδεκτή και λαοφιλή μορφή της τέχνης, στην πραγματικότητα όμως κινούνται μάλλον στην περιφέρεια ή και εκτός της μουσικής μας παράδοσης.
Το ερώτημά μου είναι: χρειάζεται το κοινό; Και αν ναι, ποιο ακριβώς κοινό χρειάζεται; Η ακόμα περισσότερο. Είναι η μουσική αυτή μια τέχνη που απευθύνεται σε κοινό ή είναι μια τέχνη μετοχής;

1. Η έννοια του ΕΙΔΟΥΣ.
Θα ξεκινήσω με δύο οιονεί αξιωματικές παραδοχές, που νιώθω όμως ότι συμμερίζονται οι περισσότεροι στο φόρουμ, γι' αυτό δεν τις αναλύω περαιτέρω.
Α) Η βυζαντινή μουσική είναι μια τέχνη με ισχυρή ειδολογική δέσμευση. Δηλαδή η καλλιτεχνικότητά της δεν είναι ελεύθερη, αλλά εξαρτάται από τις δεσμεύσεις του είδους.
Β) Αυτό το είδος (άρα και οι δεσμεύσεις του) διαμορφώνεται ιστορικά εντός της λατρείας, εντός του ναού. Δηλαδή οι αισθητικές του προδιαγραφές, διαμορφώθηκαν πάντα σε συνάρτηση με το πόσο η τέχνη αυτή θα ενισχύει την εμπειρία της συμμετοχής στη λατρεία. Όλο αυτό έχει διαμορφώσει το ΕΙΔΟΣ - και "είδος", ως γνωστόν, είναι μια άλλη λέξη για την εικόνα, το πρόσωπο.

2. Η ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ διασώζει το ενιαίο του είδους.
Ύστερα από αυτά τα αυτονόητα γεννιέται το ερώτημα: μια τέτοια «εκκλησιαστική δέσμευση» υποβαθμίζει άραγε τον χαρακτήρα της βυζαντινής μουσικής ως τέχνης; Μπορεί να υπάρξει εκτός λατρείας ως αυτόνομη αισθητική έκφραση;
Έχει γράψει κάπου και ο Αντώνης Αετόπουλος για τη ψαλτική ως τέχνη εκτός λατρείας. Η προσέγγισή του φαίνεται να είναι πως αυτή η «έξοδος» είναι θεμιτή μεν στους καιρούς μας, αλλά καταχρηστική. Και ότι η βυζαντινή μουσική είναι μια τέχνη που ασφαλώς εν χώρω και χρόνω ναι μεν υπάρχει και αναπτύσσεται και εκτός λατρείας, αλλά μόνο στη λατρεία βρίσκει τον πραγματικό της χαρακτήρα (" κανένα έργο λειτουργικής τέχνης δεν αποκτά πλήρη λειτουργικότητα παρά εντός του ναού, εντός της λατρείας"). Και φέρνει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη μουσική Μεγάλη Εβδομάδα και τις τηλεοπτικές παραφθορές της.
Στην ίδια ακριβώς γραμμή σκέψης κινούμαι, αλλά θέλω να επεκτείνω λίγο αυτές τις σκέψεις προς μια άλλη οπτική που μπορώ να την ονομάσω οπτική της προσομοίωσης.
Η αυτόνομη καλλιτεχνική έκφραση της μουσικής αυτής δεν είναι κάποιου είδος εκπεσμός, αρκεί να διασώζει τις αρχές του είδους. Δηλαδή το πρόβλημα δεν είναι τόσο αν θα αποδεσμευτεί προς ώραν η μουσική από τη λατρεία χωροχρονικά, αλλά αν θα αποδεσμευτεί αισθητικά-ειδολογικά.
Αν βγαίνοντας από τον ναό και μπαίνοντας στο cd, το στούντιο, την αίθουσα συναυλιών, την τηλεοπτική εκπομπή, το youtube κλπ. απεκδύεται καλλιτεχνικά το εκκλησιαστικά διαμορφωμένο είδος της , τότε είναι μια τέχνη ειδολογικά διχασμένη σε δύο μορφές: μια σεμνοπρεπή και κατανυκτική για τη διακονία της λατρείας και μία αισθητικά ελεύθερη για τις ανάγκες της εκτός λατρείας αισθητικής απόλαυσης.
Πιστεύω ότι πρέπει να αποφύγουμε πάση θυσία αυτόν τον διχασμό και να μιλάμε πάντα για μία ενιαία τέχνη, ένα είδος, ένα πρόσωπο. Με δύο υποστάσεις αν θέλετε: το εντός και το εκτός λατρείας -με την σημείωση ότι το εκτός λατρείας οφείλει πάντα να προσομοιώνεται στο εντός λατρείας, για να διασώζεται το είδος, άρα και το ενιαίο της τέχνης.
Με άλλα λόγια η ψαλτική εκτός λατρείας μπορεί να σταθεί ειδολογικά μόνο ως προσομοίωση του πώς θα ήταν μέσα στη λατρεία. Κάθε τι καλαίσθητο είναι αποδεκτό και επιθυμητό, αλλά μέχρι το σημείο που δεν θα επηρεάζει το αρχετυπικό της είδος, δεν θα διασπά το ενιαίο της πρόσωπο. Το αντίθετο θα το χαρακτήριζα με τη λέξη αλλοίωση.

3. Το κοινό και η εκκοσμίκευση
Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι ότι, αν μιλάμε για τέχνη που σκοπός της δεν είναι μια εκτός-λατρείας-αισθητική, αυτό επηρεάζει και την έννοια του υποτιθέμενου κοινού της. Υπάρχει τελικά κοινό εκτός λατρείας και ναού;
Θα το θέσω ως εξής. Κοινό δεν ξέρω αν υπάρχει. Υπάρχουν άνθρωποι που αναζητούν, πολλές φορές εναγωνίως, ειδικά μέσα στον μετανεωτερικό αισθητικό και υπαρξιακό μας θόρυβο. Σε τέτοιους ανθρώπους η βυζαντινή μουσική μπορεί να λειτουργήσει ως ένα είδος αισθητικής παραμυθίας. Αυτό είναι ένα δυνάμει κοινό.
Αν όμως αυτοί οι άνθρωποι δεν αναζητούν με τις σωστές προϋποθέσεις (σωστές αναφορικά με το είδος, το πρόσωπο αυτής της μουσικής), αλλά προβάλλουν στη μουσική αυτή τις εκτός λατρείας μουσικές τους ορίζουσες, τότε δεν είναι το σωστό κοινό. Είναι ένα κοινό σεβαστό μεν, αλλά για το οποίο δεν υπάρχει λόγος ή πολυ περισσότερο δεν πρέπει να ενδιαφερθεί κανείς. Και που αν ενδιαφερθεί υπερβολικά, δήθεν με τον καλό στόχο να το κερδίσει, μπορεί να αλλοιώσει τα κριτήριά του, με κίνδυνο (αυτό είναι το χειρότερο) αυτή η αλλοίωση να εισχωρήσει και στην εντός-λατρείας-τέχνη, να εισχωρήσει στο είδος.
Έτσι κάπως θα μπορούσα να ορίσω την έννοια της εκκοσμίκευσης στη μουσική: αλλοίωση του είδους, όταν η μουσική εκπίπτει από τέχνη μετοχής σε τέχνη που απευθύνεται σε κοινό.

4. Ανάπτυξη και διάδοση
Καταλήγω με τη σκέψη ότι η ανάπτυξη και διάδοση της μουσικής αυτής δεν έχει ποσοτικά χαρακτηριστικά. Δεν μπορεί π.χ. να μετρηθεί με το πόσοι ακούνε στο διαδίκτυο, πόσοι βάζουν likes στο youtube κ.λπ. Δεν είναι η ουσία να δημιουργήσουμε ακροατήριο, γιατί δεν χρειάζεται η βυζαντινή μουσική ακροατήριο, το ακροατήριο είναι που τη χρειάζεται. Αλλά όπως πραγματικά είναι. Τότε μόνο μπορεί να λειτουργήσει και αναγωγικά (κι εδώ φεύγω για πρώτη φορά από το καλλιτεχνικό πλαίσιο), ήτοι οδηγώντας το δυνάμει «κοινό» της από την εκτός στην εντός λατρείας τέχνη. Μήπως αυτή είναι μια πιο κατάλληλη προσέγγιση της ανάπτυξης και διάδοσης;
 
Εκκοσμίκευση είναι η σταδιακή απομάκρυση του αισθητικού κριτηρίου από το δογματικό. Όταν το αισθητικό κριτήριο αποκτά μιά ανεξάρτητη αξία. Η ίδια η πίστη παρουσιάζεται σαν μιά όψη της παιδείας και στην εκτίμηση της εκκλησιαστικής τέχνης ο αισθητικός παράγοντας γίνεται αποφασιστικός.
 

antonios

Αετόπουλος Αντώνιος
Ευχαριστούμε για τις ωραίες σκέψεις.

Αν η μουσική έκφραση της λατρευτικής μας παράδοσής, όπως ακριβώς αυτή φανερώνεται στην λατρεία, δεν είναι από μόνη της καλή τέχνη ικανή να φανερώσει την ομορφιά σε οποιοδήποτε ακροατήριο, τότε μάλλον κάτι δεν αντιλαμβανόμαστε σωστά. Η ιστορία (θρύλος;) που θέλει τους Ρώσους να υιοθετούν αυτή την παράδοση λόγω της απίστευτης ομορφιάς που κάνει ένα την γη με τον ουρανό, είναι όπως και να ‘χει διδακτική. Συμβολίζει κάτι πολύ σημαντικό. Θα κάνω πάλι έναν παραλληλισμό με τις εικόνες, αν και δεν είναι το δυνατό μου πεδίο. Οι τοιχογραφίες του Πανσέληνου και οι εικόνες του Θεοφάνη θαυμάζονται από «ουδέτερο κοινό» ως έργα τέχνης αν και δημιουργήθηκαν πρωτίστως – οι τοιχογραφίες σίγουρα - ως κομμάτια της λατρείας.

Κανένα φτιασίδωμα δεν θα την κάνει καλύτερη. Στο κάτω κάτω ο καθένας κάνει το καλύτερο για εκείνο που θεωρεί σημαντικότερο…
 
Το φαινόμενο της "εκκοσμίκευσης" της παραδοσιακής εκκλησιαστικής μουσικής, με την έννοια της μετατροπής της σε λαϊκό είδος ευρείας κατανάλωσης, είναι εγγενές στον ελλαδικό (κυρίως) χώρο και έχει να κάνει με το ότι η ψαλτική υπήρξε ανέκαθεν κομμάτι και του λαϊκού μας πολιτισμού. Και, μολονότι το γεγονός αυτό μπορεί να ιδωθεί ως θετικό και ενδιαφέρον από πολιτισμική και μουσικολογική άποψη, τις τελευταίες δεκαετίες έχει εξελιχθεί σε πραγματική γάγγραινα που διαστρέφει και αλλοιώνει την ουσία της εκκλησιαστικής αυτής τέχνης. Η ιδεολογική παντοκρατορία των "ακουσμάτων" (όρος του συρμού τελευταία), με την έννοια των ενίοτε αμφιβόλου προελεύσεως και ποιότητος μουσικών εθισμών της εποχής, οδηγεί συχνά τους υποψήφιους νέους ψάλτες να εκτελούν πρώτα άψογα τα "γυρίσματα" (όρος των λαϊκών αοιδών σε νυκτερινά κέντρα) και τις "τσαλκάντζες" και πολύ αργότερα (ή ποτέ) το πα-βου-γα-δι ή τους προλόγους. Αλλά και οι υπεύθυνοι των ναών μας, πρώτα θα παρατηρήσουν αυτά τα χαρακτηριστικά, τα κατά πάντα άσχετα με την εκκλησιαστική λειτουργία της μουσικής, και έπειτα (ή ποτέ) την ιεροψαλτική σοβαρότητα και κατάρτιση, όταν αναζητούν νέα στελέχη για τα αναλόγια.
Η θλιβερή αυτή κατάσταση μπορεί να αναστραφεί μόνο εάν υπάρξει σαφής και απόλυτος διαχωρισμός μεταξύ ψαλτικής και λαϊκού/δημοτικού τραγουδιού. Το ποιοτικό χορωδιακό ψάλσιμο στον ναό, για παράδειγμα, χωρίς αγριοφωνάρες και επιδείξεις, είναι κάτι που βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση. Η λειτουργία σοβαρών σχολών ψαλτικής, επίσης. Και πολλά ακόμη.
 

tsak77

Χρῆστος Τσακίρογλου
Για την καλύτερη κατανόηση του υποκείμενου, θα μπορούσε κάποιος να προσδιορίσει τί εννοούμε με τον όρο "Βυζαντινή μουσική εκτός του Ναού"*;
Διότι όταν κάτι εξωεκκλησιαστικό μελικά ή και στιχουργικά άδεται εντός του Ναού και εν ώρα κοινής προσευχής, είναι πλέον εντός. Οι μεγαλοβδομαδιάτικοι ύμνοι που αναφέρει ο Αντώνιος και που ακούγονται στις τηλεοράσεις, άλλοι είναι από μήτρας εξωεκκλησιαστικά τεχνουργήματα (π.χ. Σπανουδάκης) και δεν διεκδικούν καμμία συμμετοχή σε λατρευτική σύναξη, άλλοι όμως αποτελούν ερμηνείες ψαλτών, οι οποίοι τα ίδια ψάλλουν και στις εκκλησίες τους.

* Πέρα από το καλοφωνικό ειρμολόγιο.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Για την καλύτερη κατανόηση του υποκείμενου, θα μπορούσε κάποιος να προσδιορίσει τί εννοούμε με τον όρο "Βυζαντινή μουσική εκτός του Ναού";
Χρήστο, ανέφερα ήδη μερικά παραδείγματα (και είναι μόνο μερικά)
Αν βγαίνοντας από τον ναό και μπαίνοντας στο cd, το στούντιο, την αίθουσα συναυλιών, την τηλεοπτική εκπομπή, το youtube κλπ.
Το ότι κάτι εξωεκκλησιαστικό μπορεί να ψάλλεται και εντός ναού εμπίπτει ήδη στο πλαίσιο της εκκοσμίκευσης που περιέγραψα ( = αλλοίωση του είδους λόγω εκπεσμού της μουσικής σε τέχνη που απευθύνεται σε κοινό με αισθητικές προσδοκίες και όχι σε λατρευτική κοινότητα που μετέχει).

Απλώς η έμφασή μου ήταν στην εκτός ναού εκκοσμίκευση (για συγκεκριμένους λόγους).
 
Last edited:
...αλλοίωση του είδους λόγω εκπεσμού της μουσικής σε τέχνη που απευθύνεται σε κοινό με αισθητικές προσδοκίες και όχι σε λατρευτική κοινότητα που μετέχει.

Θεωρώ ότι ο εν λόγω "εκπεσμός" είναι απολύτως φυσικός όταν η εκκλησιαστική ψαλμωδία προσλαμβάνει χαρακτηριστικά έντεχνης μουσικής έκφρασης. Και δεν αποτελεί απαραίτητα πρόβλημα, εφόσον οι αισθητικές προσδοκίες του κοινού συμβαδίζουν με το πνευματικό περιεχόμενο που καλείται να εκφράσει αυτή η μουσική. Ας κοιτάξουμε και λίγο πέρα από τη γειτονιά μας. Η εκκλησία υπήρξε π.χ. στη Δύση η μήτρα των μουσικών της επιτευγμάτων. Είναι άραγε "αλλοίωση" της προγενέστερης εκκλησιαστικής μουσικής η κλασική πολυφωνία του 16ου αιώνα; Κατά κάποιον τρόπο ναι, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να το δει αρνητικά.
Ο εκκλησιαζόμενος έχει αναπόφευκτα και κάποιες αισθητικές προσδοκίες, εφόσον είναι στοιχειωδώς μουσικόφιλος. Το θέμα είναι το επίπεδο αυτών των προσδοκιών. Εάν αυτό που αναμένουμε να ακούσουμε στην εκκλησία είναι η "φωνάρα" και ο "τραγουδισταράς", τότε το πρόβλημα είναι βαθύτατα πολιτιστικό και όχι εκκλησιαστικό.
Η συμμετοχή του λαού στη λατρεία είναι ένα διαφορετικό ζητούμενο, που σίγουρα χρήζει αντιμετώπισης. Για να αναφερθούμε και πάλι στη Δύση (όχι παντού, αλλά όπου αντιμετωπίζουν σοβαρά τη μουσική της εκκλησίας), εκεί επιτυγχάνεται κάποια ισορροπία ως εξής: η ψαλμωδία του λαού αποτελεί τη βάση της λειτουργικής πράξης, αλλά σε πολλές περιστάσεις εναλλάσσεται με περισσότερο έντεχνες μορφές μουσικής (με χορωδία, πιθανόν ορχήστρα κ.λπ.). Αντιστοίχως και σε εμάς, θα μπορούσαν κάποιοι απλοί ύμνοι να ψάλλονται με συμμετοχή του λαού, τα δε πιο έντεχνα μέλη από καταρτισμένους χορούς ή σοβαρούς ιεροψάλτες.

Απλώς η έμφασή μου ήταν στην εκτός ναού εκκοσμίκευση (για συγκεκριμένους λόγους).
Η εκκοσμίκευση της λειτουργικής μουσικής, κατά τη γνώμη μου, ξεκινάει απο τον ναό και βγαίνει προς τα έξω, όχι το αντίθετο. Όποιος κάνει "καραγκιοζιλίκια" στον ναό του θα τα κάνει και στη συναυλία και όποιος είναι σοβαρός στο ένα, θα είναι και στο άλλο. Η διαφορά είναι ότι η συναυλιακή παρουσίαση απαιτεί την επιλογή κομματιών που έχουν αυτόνομο μουσικό ενδιαφέρον. Δεν μπορείς να βγεις και να κάνεις πρόγραμμα π.χ. μόνο με Αναστασιματάριο και προσόμοια, γιατί θα βαρεθούν οι ακροατές. Λογικό και αναμενόμενο. Ίδια η ουσία, διαφορετικά τα ζητούμενα. Εκτός εάν μιλάμε για την εκτέλεση ύμνων από λαϊκούς τραγουδιστές, που αποτελεί όντως την πεμπτουσία της αλλοίωσης και της υποβάθμισης μιας εθνικής μουσικής παρακαταθήκης.
 

Οδυσσέας Εσκιτζής

Παλαιό Μέλος
η εκκοσμίκευση της βυζαντινής μουσικής συσχετίζεται με την εμπορευματοποίησή της

βιβλία,συναυλίες, εκδόσεις cd/dvd από μουσικούς, φιλόμουσους, ψάλτες, χορωδίες και λοιπούς πολιτισμικούς συλλόγους και ευαγή ιδρύματα δεν πείθουν ότι έχουν σκοπό την διάδοση και διάσωση της βυζαντινής μουσικής, αλλά την κερδοσκοπία

το κοινό είναι διαφορετικό
γιατί δεν είναι κοινό
την κυριακή πρωί ακούει εσένα που ψέλνεις στην εκκλησία
και μέχρι το μεσημέρι έχει ακούσει παντελίδη, πάολα και γωγώ τσάμπα

ένας ψάλτης δεν μπορεί να τα βάλει με το σύστημα και να επιβάλλει να τον ακούνε εκτός εκκλησίας σε εκκλησιαστικά μέλη ακόμη κι αν είχε την φωνή του καζαντζίδη και αν τους ύμνους τους είχαν συνθέσει στιχουργοί κλάσης άκη πάνου,βίρβου,χαψιάδη και πάνω
όχι γιατί οι χριστιανοί είναι ακατήχητοι,άμουσοι ή δεν είναι συνειδητοποιημένοι και τα σχετικά, όσο γιατί η αξία της βυζαντινής μουσικής βρίσκεται μέσα στο ναό
είναι η μουσική που συνοδεύει την προσευχή του
όπως και εκτός ναού θέλει να ακούει άλλα γιατί κάνει άλλα πράγματα, συζητάει, τρώει, πίνει, κάνει παρέα και θέλει την ανάλογη μουσική

ανάλογα με το τι κάνει ο άνθρωπος υπάρχει και το αντίστοιχο είδος της μουσικής που το συνοδεύει («μουσικάντης είναι αυτός που ξέρει να μπει στο πνεύμα του ανθρώπου, που διαλέγει να παίξει το τραγούδι που αρέσει». Γιώργος Μουφλουζέλης)

πολύ πιθανόν οι παλαιοί ψάλτες να γράφανε λαϊκά ή δημοτικά τραγούδια για βιοποριστικούς λόγους και πρέπει να είναι μόδα της σημερινής εποχής να βγάζουμε την βυζαντινή μουσική από την εκκλησία σαν την αρκούδα με το ντέφι

(μπορείς να λέγεσαι και δημιουργός με πνευματικά δικαιώματα αν κάνεις μια αντιγραφή χωρίς να σε πάρουνε χαμπάρι)
 

Attachments

  • ekkosmikefsi.jpg
    ekkosmikefsi.jpg
    19.2 KB · Views: 10

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Θεωρώ ότι ο εν λόγω "εκπεσμός" είναι απολύτως φυσικός όταν η εκκλησιαστική ψαλμωδία προσλαμβάνει χαρακτηριστικά έντεχνης μουσικής έκφρασης. Και δεν αποτελεί απαραίτητα πρόβλημα, εφόσον οι αισθητικές προσδοκίες του κοινού συμβαδίζουν με το πνευματικό περιεχόμενο που καλείται να εκφράσει αυτή η μουσική. Ας κοιτάξουμε και λίγο πέρα από τη γειτονιά μας. Η εκκλησία υπήρξε π.χ. στη Δύση η μήτρα των μουσικών της επιτευγμάτων. Είναι άραγε "αλλοίωση" της προγενέστερης εκκλησιαστικής μουσικής η κλασική πολυφωνία του 16ου αιώνα; Κατά κάποιον τρόπο ναι, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να το δει αρνητικά.
Ο εκκλησιαζόμενος έχει αναπόφευκτα και κάποιες αισθητικές προσδοκίες, εφόσον είναι στοιχειωδώς μουσικόφιλος. Το θέμα είναι το επίπεδο αυτών των προσδοκιών. .
<οι υπογραμμίσεις δικές μου>

Είναι απόλυτα ορθός και δίκαιος ο προβληματισμός, οπότε μισό λεπτό να διευκρινίσω κάτι.

Λέγοντας
αλλοίωση του είδους λόγω εκπεσμού της μουσικής σε τέχνη που απευθύνεται σε κοινό με αισθητικές προσδοκίες και όχι σε λατρευτική κοινότητα που μετέχει
δεν σημαίνει ότι καταργούνται οι αισθητικές προσδοκίες. Ίσως δεν το εξέφρασα πολύ σωστά προσπαθώντας να το κάνω όσο πιο επιγραμματικό γίνεται.

Απλώς εν τω ναώ οι αισθητικές προσδοκίες γεννιούνται μέσα από τη λατρεία, ή για να το πω καλύτερα, μέσα από τη σχέση με τον Θεό. Δεν είναι αυτόνομες. Δεν πας στο ναό, για τη μουσική, ας το θέσω έτσι καλύτερα (θέλεις όμως να είναι ωραία η μουσική. Και επηρεάζεται αρνητικά η λατρεία, αν δεν είναι).

Τώρα, αν αυτό είναι αληθινό (δεν ξέρω αν είναι) μένει κάπως μετέωρη η ψαλτική εκτός ναού... Στη συναυλία π.χ. πας για αισθητικό σκοπό, σωστά; Στην τηλεοπτική εκπομπή για προβολή της μουσικής, έτσι δεν είναι; Γι' αυτό ακριβώς επινόησα τον όρο προσομοίωση. Ότι ναι μεν αλλάζει ο στόχος, αλλά για να μένει ενιαία και όχι διχασμένη η τέχνη, πρέπει να προσομοιώνεται στην αρχετυπική μορφή της, που είναι η εν τω ναώ.

Λέγοντας αυτό, ουσιαστικά επιτυγχάνεται ένας διπλός σκοπός:
α) αποφεύγουμε την απο-αισθητικοποίηση της μουσικής, που θα προέκυπτε αν λέγαμε πως ό,τι γίνεται εκτός ναού είναι υποπροϊόν και ανάξιο λόγου
β) μπορούμε να εξετάσουμε λίγο καλύτερα τι είναι αυτό που γίνεται εκτός ναού και συνιστά αλλοίωση.

Το ότι επέμεινα στο β και όχι στο α ήταν γιατί είχα στο νου μου εκείνη τη συγκεκριμένη συζήτηση που ανέφερα γύρω από την έννοια του "κοινού". Ευχαριστώ για την επισήμανση.
 
...ναι μεν αλλάζει ο στόχος, αλλά για να μένει ενιαία και όχι διχασμένη η τέχνη, πρέπει να προσομοιώνεται στην αρχετυπική μορφή της, που είναι η εν τω ναώ.
Απολύτως ορθό.

...μπορούμε να εξετάσουμε λίγο καλύτερα τι είναι αυτό που γίνεται εκτός ναού και συνιστά αλλοίωση.
Με βάση τα παραπάνω, αλλοίωση υπάρχει προφανώς όταν η εκκλησιαστική μουσική δεν "προσομοιώνεται στην αρχετυπική μορφή της". Όταν δηλ. στην αίθουσα συναυλιών ή όπου αλλού παίρνει μια μορφή που δεν θα ήταν αποδεκτή εντός της λατρείας. Είναι σαφές. Για το τι ακριβώς είναι αυτό που μπορεί να την κάνει μη αποδεκτή κατ' αυτήν την έννοια, αναμένω την τοποθέτησή σας.
Αυτό που προσπαθώ να πω εγώ, είναι ότι πολύ σημαντικότερη και μη αναστρέψιμη είναι η αλλοίωση που επιτελείται ήδη εν τω ναώ και όχι αυτή στην οποία αναφέρεστε. Η τελευταία δεν έχει λάβει, κατά την άποψή μου, τόσο μεγάλες διαστάσεις ώστε να δημιουργεί ανησυχία. Αλλού είναι το πρόβλημα.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Αυτό που προσπαθώ να πω εγώ, είναι ότι πολύ σημαντικότερη και μη αναστρέψιμη είναι η αλλοίωση που επιτελείται ήδη εν τω ναώ και όχι αυτή στην οποία αναφέρεστε. Η τελευταία δεν έχει λάβει, κατά την άποψή μου, τόσο μεγάλες διαστάσεις ώστε να δημιουργεί ανησυχία. Αλλού είναι το πρόβλημα.
Έχετε δίκιο. Το κυρίως πρόβλημα είναι εντός του ναού.

ΥΓ Για την εν τω ναώ εκκοσμίκευση είχα σκοπό (εδώ και πολύ καιρό) να ανοίξω ένα ξεχωριστό θέμα που θα στηρίζεται (όσο κι αν φαίνεται παράδοξο εκ πρώτης όψεως) σε ένα σπουδαίο κείμενο του Αριστοτέλη. Γι' αυτό ονόμασα το θέμα αυτό (α) ελπίζοντας ότι θα ακολουθήσει το (β).
 
Το εκτός εκκλησίας κοινό στο οποίο απευθύνεται η μουσική μας είναι όσοι βρίσκονται εκτός εκκλησίας. Η μουσική δεν είναι σκέτη. Φέρει, επενδύει λόγο. Και μάλιστα τον λόγο του Ευαγγελίου. Η αναπαραγωγή της Βυζαντινής μουσικής εκτός εκκλησίας είναι μία Ιεραποστολή. Είτε εξωτερική, είτε εσωτερική. Εξωτερική για τους μη Ορθοδόξους και εσωτερική για τους απέχοντες από την εκκλησία Ορθοδόξους. Το πως θα παρουσιαστεί όμως, καθιστά υπεύθυνους και υπόλογους τους ερμηνευτές. Όπως και να χει, η μουσική αυτή έχει μία δυναμική ισχυρή, ποτισμένη από το Άγιο Πνεύμα.
Εάν μία συναυλία ή ένα βιντεάκι στο Youtube (που έστω ότι απέχει ειδολογικά από την εν τω ναώ μορφή της) σταθεί αφορμή για την ενεργοποίηση ενός χριστιανού ή ακόμη και την επανένταξή του στο σώμα της εκκλησίας, τότε θαρρώ πως αμνηστεύεται αμέσως η ειδολογική διαφοροποίηση και η απομάκρυνσή του από τα παραδεδομένα. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος. Εάν ο Γαϊτάνος σταθεί αφορμή για κάποιον να ξεκινήσει τη Βυζαντινή Μουσική, τότε η "καταχρηστική" αυτή έξοδος από τη λατρεία της τέχνης έχει θετικό πρόσημο. Άσχετα από το αν ο καλλιτέχνης είχε άλλα κίνητρα και σκοπούς.
Κάτι τέτοιο, μία μορφή εσωτερικής ιεραποστολής είχαν και οι αντιδράσεις των μεγάλων πατέρων του Δ' αι. απέναντι στη "Θάλεια" και σε όλες τις καλλιτεχνικές "Σειρήνες" των αιρετικών.
Μπορώ να βεβαιώσω ότι κάποιοι μαθητές μας ξεκίνησαν τη Βυζαντινή Μουσική λόγω της "εκκοσμικευμένης" έκφρασής" της από γνωστούς καλλιτέχνες.
Άρα σε αυτήν, την έστω εκκοσμικευμένη μορφή της, δεν θα πρέπει να σταθούμε κριτικά και απορριπτικά όπως συνηθίζουμε να κάνουμε.
Βεβαίως, η εκτός της λατρείας ερμηνεία της μουσικής, θα μπορούσε να έχει, υποθετικά, και τα αντίθετα αποτελέσματα, ιδίως αν δεν ακολουθεί την προσομοίωση, αλλά την εμπορευματική της αξία όπως πολύ σωστά ανέφερε ο Οδυσσέας.
 
Last edited:

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Ενδιαφέρουσα και εκκλησιαστικά γερή η άποψή σου Ηλία. Δύο ερωτήματα:
α) στο αυστηρά καλλιτεχνικό σκέλος μπορεί όλο αυτό να οδηγήσει σε έναν διχασμό της τέχνης με μακροπρόθεσμες συνέπειες;
β) με μια καλλιτεχνικώς άρτια προσομοίωση θα μπορούσε να είναι και το ειδολογικώς ορθό εξ ίσου ή και περισσότερο «ιεραποστολικό» με το αλλοιωμένο;
 

haris1963

παλαιότατο μέλος
Ενδιαφέρουσα και εκκλησιαστικά γερή η άποψή σου Ηλία. Δύο ερωτήματα:
α) στο αυστηρά καλλιτεχνικό σκέλος μπορεί όλο αυτό να οδηγήσει σε έναν διχασμό της τέχνης με μακροπρόθεσμες συνέπειες;
β) με μια καλλιτεχνικώς άρτια προσομοίωση θα μπορούσε να είναι και το ειδολογικώς ορθό εξ ίσου ή και περισσότερο «ιεραποστολικό» με το αλλοιωμένο;

α) όχι
β) ναι

:)
 

Δημήτρης Μαούνης

Παλαιό Μέλος
Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να ισχύει και να επικρατεί το του Αποστόλου Παύλου (Κορ. Α΄Θ' 22):

"τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω"
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Έτσι κάπως θα μπορούσα να ορίσω την έννοια της εκκοσμίκευσης στη μουσική: αλλοίωση του είδους, όταν η μουσική εκπίπτει από τέχνη μετοχής σε τέχνη που απευθύνεται σε κοινό.

Στην παραπάνω έννοια μπορεί να δοθεί άλλη διατύπωση όταν την δούμε από μια θεολογική οπτική (σημαντικότατη κατά τη γνώμη μου, για να αντιληφθεί κανείς γενικότερα την όποια εκκοσμίκευση στην εκκλησιαστική διακονία):
Η ψαλτική από κοινωνικό χάρισμα γίνεται ατομικό.
Με άλλα λόγια: η απαρχή της εκκοσμίκευσης (τουλάχιστον στον τομέα των διακονιών) βρίσκεται στην ατόνηση της επίγνωσης των εκκλησιαστικών χαρισμάτων (*), και κυρίως της επίγνωσης ότι αυτά ισχύουν μόνο όταν αλληλοπεριχωρούνται, ενώ ακυρώνονται όταν στρέφονται στον εαυτό.
__________________________________________________________

(*) πβ. (Α Κορ. 12,27 - 30):
Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους.
Καὶ οὓς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν.
μὴ πάντες ἀπόστολοι; μὴ πάντες προφῆται; μὴ πάντες διδάσκαλοι; μὴ πάντες δυνάμεις;
μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσι; μὴ πάντες διερμηνεύουσι;
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Ως ένα συμπλήρωμα, αλλά και επέκταση των σκέψεων που εκφράστηκαν στο νήμα αυτό περί εκκοσμίκευσης παραθέτω ένα άρθρο που γράφτηκε στη Ρομφαία από τον ιερομόναχο (;) Ιάσωνα: O Παράδεισος της Ψαλτικής Τέχνης | Σκέψεις προς τους αδελφούς ιεροψάλτες

Συνήθως τα σχετικά άρθρα δεν μου κάνουν και πολλή εντύπωση, γιατί λένε πράγματα κοινότοπα ή χιλιοσυζητημένα (τουλάχιστον για εμάς εδώ), που άλλοτε εκπίπτουν σε διδακτισμό, άλλοτε σε θυμοσοφία, άλλοτε (το λιγότερο) σε ιδεολογία. Το συγκεκριμένο όμως μου φαίνεται ότι λέει σημαντικά πράγματα, άσχετα αν συμφωνεί κάποιος απόλυτα ή όχι με την επιλεγόμενη εστίαση.

Επειδή το κείμενο προσπαθεί όντως να πει πολλά πράγματα σε λίγο χώρο, τα νοήματα κινδυνεύουν να μοιάζουν κατακερματισμένα. Γι' αυτό επιχειρώ μια αποκωδικοποίηση των βασικών χαρακτηριστικών της ψαλτικής ως τέχνης-διακονήματος, τουλάχιστον όπως εγώ τα κατάλαβα από το κείμενο. Έπειτα, παραθέτω και το ίδιο το κείμενο έχοντας εντάξει τα βασικά χαρακτηριστικά ως ημίτιτλους. (Ας με συγχωρέσει ο άγνωστός μου συντάκτης για τη μικρή αυτή παρέμβαση).

Η ψαλτική δεν είναι απλώς ταλέντο, αλλά τάλαντο προς διαχείριση. Οι προϋποθέσεις αυτής της διαχείρισης
α) Σχέση του Ιεροψάλτη με τον Θεό
β) Σχέση του Ιεροψάλτη με την τέχνη της μουσικής
γ) Πρωτίστως λατρευτική και δευτερευόντως καλλιτεχνική λειτουργία
δ) «Τέχνη μετοχής του πληρώματος, όχι τέχνη που απευθύνεται σε κοινό»
ε) Έμφαση στο βίωμα, όχι στο συναίσθημα
στ) Το προσωπικό στοιχείο δεν περιστέλλεται, υποτάσσεται όμως στο συλλογικό​

__________________________________________________________________________________

Η ψαλτική είναι τάλαντο προς διαχείριση
Πίσω απ’ το τάλαντο της Ψαλτικής κρύβεται ο Παράδεισος. Έλεγεν ένας παλαιός παπάς "από το πως ψάλλεις, φαίνεται πόσον αγώνα πνευματικό κάνεις".
Κι είναι αλήθεια. Στο διακόνημα της Ψαλτικής κρύβεται ένας παράδεισος του οποίου η κατάκτηση δε κρίνεται από το τάλαντο που χάρισεν ο Θεός στον ψάλλοντα, μα από τον τρόπο διαχείρισης του ταλάντου από τον Ιεροψάλτη.

Σχέση του Ιεροψάλτη με τον Θεό
Διαχείριση του ταλάντου, πρώτα απ’ όλα σημαίνει αναζήτηση της σχέσης του Ιεροψάλτη με τον Θεό κι έπειτα με την ίδια την τέχνη της Μουσικής. Άλλωστε, αν κάποιος ψάλλει επαγγελματικά και μόνο, χωρίς ν’ αναζητά τον Θεό, αυτό αργά η γρήγορα γίνεται κατανοητό. Ας ψηλώνει το αναλόγιο…

Σχέση του Ιεροψάλτη με την τέχνη της μουσικής
Έπειτα, η σχέση του ψάλτη με την ίδια την τέχνη της μουσικής και μάλιστα, όχι μόνο με την βυζαντινή μουσική αποκλειστικά, αλλά την εν γένει, ως οδό έκφρασης και επικοινωνίας.
Άλλωστε, τίποτε δε γεννήθηκε από μόνο του, τουλάχιστον από τότε που άρχισαν οι άνθρωποι να φτιάχνουν τις πρώτες κοινωνίες και σιγά σιγά να επινοούν τη γραφή.
Ο Ιεροψάλτης μετέχει της Τέχνης. Δεν είναι εκτελεστής αλλά μυσταγωγούμενος εν Εκκλησία, εκφράζει τον αγώνα του για την υπέρβαση από την φθαρτότητα του κόσμου. Τι ευλογημένη αντίθεση! Ένα προϊόν πολιτισμού, όπως η Μουσική, λιβανίζεται μες την εκκλησιά της Ανάστασης.

Η κυρίως λατρευτική και δευτερευόντως καλλιτεχνική λειτουργία της ψαλτικής
Μέσα σ’ αυτήν γίνεται δοξολογία, ικεσία, και μετάνοια. Σε μια συναυλία βυζαντινής μουσικής θα θαυμάσει κανείς την τεχνική μιας χορωδίας και τις δυνατότητές της. Πράγμα σπουδαίο μα… βυζαντινή μουσική χωρίς ακολουθία, χωρίς λιβάνι, χωρίς Θεία Λειτουργία δεν θα μπορέσει ποτέ στ’ αλήθεια να υπάρξει.

«Τέχνη μετοχής, όχι τέχνη που απευθύνεται σε κοινό»
Όπως αναζητά τον Θεό στη ζωή του, ο Ιεροψάλτης θα Τονε αναζητήσει και πάνω στο ψαλτήρι. Μας παρέδωσαν οι πατέρες μας ταπεινούς ψαλτάδες και δασκάλους. Ψαλτάδες που όταν έψαλλαν κοίταζαν μονάχα το βιβλίο καθ΄ όλη τη διάρκεια της ακολουθίας.
Δε γύριζαν το κεφάλι, μετά από ένα επιβλητικό "Κύριε Ελέησον", να δουν τη συγκίνηση και τον θαυμασμό του κόσμου ώστε να φορτίσουν τις εγωιστικές τους μπαταρίες. Δε μειδιούσαν όταν ο αριστερός τους έκανε κάποιο λάθος κι ούτε το σχολίαζαν περιπαικτικά στον Δομέστικο.
Ο Χριστός κι η μουσική, δεν υπήρχε τίποτ’ άλλο. Καμιά φορά βλέπεις στ’ αναλόγια ένα μικρό χάρτινο εικονάκι καρφιτσωμένο πάνω- πάνω: υπάρχουν ψάλτες που κοιτάζουν, σ’ όλη την ακολουθία, βιβλίο κι εικονάκι. Κι η προσευχή του ψάλτη ταξιδεύει στο εκκλησίασμα, αυτό είναι το μόνο σίγουρο!
Οι τρεις παίδες στο φλεγόμενο καμίνι έψαλλαν μ’ ένα στόμα στον Σωτήρα τους Θεό. Δε κοίταζε κανείς απ’ τους τρεις προφήτες ν’ ακουστεί περισσότερο. Έτσι και στο Ψαλτήρι: η φωνή του Πρωτοψάλτη είναι σα την Φωνή του Θεού πάνω στα ύδατα, που συνταιριάζει όλες τις άλλες φωνές κι ακούγονται σα να ‘ναι μία.
Οι ισοκράτες διαιωνίζουν τη φωνή του Πρωτοψάλτη, δίδοντας προοπτική στον ήχο κι όχι υπερβαίνοντας τον λόγο. Το ψαλτήρι λοιπόν δεν είναι τόπος επίδειξης αλλά διδασκαλίας και καλλιέργειας των ταλάντων που δόθηκαν απ’ τον Θεό.

Βίωμα, όχι συναίσθημα
Έτσι, καταλήγουμε, ότι στην Αγία μας Εκκλησία δε λέμε "τραγουδάκια"! Πόσο μάλλον όταν ψάλλουμε στον Θεό τροπάρια, τα οποία προέρχονται απ’ τα ασκητικά κελιά των βυζαντινών μοναχών.
Ο λόγος της βυζαντινής μας υμνολογίας είναι βιωματικός και όχι συναισθηματικός. Ο Ιεροψάλτης δε προσπαθεί να συγκινήσει κάποιο ακροατήριο αλλά να συνεπάρει στα ανείπωτα των Εσχάτων τον λαό του Θεού. Έναν λαό, ο οποίος δεν απαρτίζει κάποιο ακροατήριο αλλά συμμετέχει -και μάλιστα ενεργά- στην τέλεση του Μυστηρίου.
Όλες οι ιερές τέχνες που μας άφησαν οι πατέρες μας δεν έχουν χαρακτήρα διδακτικό μονάχα για τον λαό, τον αποδέκτη δηλαδή της τέχνης, αλλά και για τον εκφραστή της.

Υπακοή στο συλλογικό βίωμα
Το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ο Ιεροψάλτης είναι να κάνει υπακοή στο συλλογικό βίωμα της Εκκλησίας.
Το "Τυπικό", δηλαδή οι κανόνες σχετικά με το τι ψάλλεται και πότε, έχει βαθιά ποιμαντικό χαρακτήρα.
Η Εκκλησία δεν καθαιρεί την προσωπική έκφραση του καθένα αλλά την εντάσσει στο διακόνημά της στον κόσμο που δεν είναι άλλο από την Σωτηρία του, με την βυζαντινή μας μουσική ν’ αποτελεί ένα από τα χρησιμότερα πνευματικά εργαλεία στον ευαγγελισμό του κόσμου.
 
Last edited:
Κ

Κωσταντής1

Guest
Ὑπάρχει ἡ ἄποψη ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ λειτουργία ειναι ἐξέλιξη τῶν κοινῶν δείπνων ποὺ κάναν τὶς πρῶτες χριστιανικὲς κοινότητες. Τοῦ γεύματος προηγεῖται ἡ ἀνἀγνωση ἐπιστολῶν (τὸ κατὰ Λουκὰν λ.χ. ἔχει ἐπιστολικὴ μορφὴ) καὶ προσευχή. Συνεπῶς ὁ ψάλτης ειναι κάτι σὰν σερβιτόρος. Δὲν νοεῖται ὁ ἦχος του σὰν ξεκομμένος ἀπὸ τὴν ὕλη, ἴσως μάλιστα πνευματοποιεῖ τὴν ὕλη (θεία Εὑχαριστία). Ἁντιστροφα, στὸ θέατρο, ποὺ ειναι τὸ ἀντίποδο τῆς λειτουργίας, ἡ βρώση καὶ ἡ πόση ἐπὶ τῆς σκηνῆς ειναι τραυματικὲς καὶ παραδοσιακὰ ἀποφεύγονται. Ἅν αὐτὸ βοηθάει τὴν συζήτηση, ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ὡς ἤχου διακριτοῦ ἀπὸ τὴν ὕλη ἐνδέχεται, ἀνεξαρτήτως πρακτικῆς, νὰ ἀλλοιώνει ἀνεπανόρθωτα τὴν οὐσία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς (γιὰ νὰ τὸ κάνω λιανά, ὁ καλλιτέχνης λέει, Δῶστε μου νὰ φάω! ἐνῷ ὁ ψάλτης λέει, Ἑλᾶτε νὰ φᾶμε!).
 
Last edited by a moderator:
Επιτρέψτε μου μία μικρή παρέμβαση στα τόσα όμορφα και πολύ σημαντικά διάβασα εδώ από τους ειδήμονες ιεροψάλτες. Συγχωρέστε με αν έχουν ειπωθεί και τα επαναλαμβάνω. Θεωρώ ότι ο Ιεροψάλτης οφείλει να έχει ικανότητα ανάγνωσης, ευκρίνεια στην ανάγνωση των λειτουργικών κειμένων και καλόν θα ήταν να τα γνωρίζει πρίν τα διαβάσει στο Αναλόγιο και τον ακούσουν οι εκκλησιαζόμενοι. Το να διαβάσεις με νόημα ένα λειτουργικό ποιητικό κείμενο , από τα πιό γνωστά κείμενα έως τα πιό δύσκολα και άγνωστα, δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση! Και είναι σεβασμός πρός τη Σύναξη, η λειτουργική - υμνογραφική- κατήχηση , να γίνεται άμεσα αντιληπτή από τον εκκλησιαζόμενο. Το άλλο είναι ότι θεωρώ απαιτούμενη προϋπόθεση τουλάχιστον μιά μέτρια μουσική αντίληψη από τον ψάλτη. Τουλάχιστον να μην είναι παράφωνος. Όσο και πιστός να είναι ο "αναβαίνων εν τω Ιερώ Αναλογίω" , αν δεν έχει φωνή σωστή δεν μπορεί να συμμετέχει. Είναι αν θέλετε , και "πνευματικά" άτοπον.
 

giorgosgoudi

Νέο μέλος
Ο λόγος που η βυζαντινή (εκκλησιαστική) μουσική δεν αποκτά "ουδέτερο" κοινό είναι το ότι το περιεχόμενό της, και το ποιητικό και το μουσικό αλλά και το εθνικό δεν είναι καθόλου ουδέτερα. Μάλιστα τον "ουδέτερο" ακροατή το πιθανότερο είναι να στεναχωρήσουν ή και να τον κρίνουν για αυτή του την ουδετερότητα. Και έτσι όπως δυστυχώς συμβαίνει με τον ίδιο τον Κύριό μας, τους Αγίους και όλη την ορθόδοξη πίστη, είναι καταδικασμένη και η βυζαντινή μουσική να υπόκειται το διωγμό του κόσμου, ακριβώς διότι κανείς τους δεν υπήρξε ουδέτερος απέναντι στον κόσμο. Ειδικά οι μουσικοί Άγιοι, οι 3 Παίδες, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η Κασσιανή, ο Ιωάννης Κουκουζέλης (κατά την παράδοση) και πιθανώς κι άλλοι υπήρξαν οι επαναστάτες ενάντια στο "σύστημα" της εποχής τους.

Εκκοσμίκευση λοιπόν της βυζαντινής μουσικής είναι η προσπάθεια να απομονωθεί το τεχνικό και το ποιητικό μέρος αυτής από το μαχητικό στόχο του και προσφερόμενο χλιαρά ως "πολιτισμός" να μπορέσει να χωρέσει στον "ουδέτερο" κόσμο μας που δεν θέλει να ταράζεται από δυσάρεστα μηνύματα και αναμνήσεις. Τα μηνύματα αυτά μπορεί να είναι συνειδησιακά όταν ακούς για παράδειγμα το Μέγα Κανόνα και οι αναμνήσεις εθνικές, όταν ένας Πολίτης για παράδειγμα ακούει το Θρ. Στανίτσα θυμάται και την Πόλη και τη μαθαίνει και στα παιδιά του, μαζί με όλες τις λεπτομέρειες. Αντίθετα κάποιος άλλος του λέει κλείσε αυτόν τον Τούρκο, τώρα είμαστε Ευρωπαίοι, προχωράμε μπροστά, τι τα χρειαζόμαστε αυτά;

Το πιο ακραίο φαινόμενο εκκοσμίκευσης είναι η συμμετοχή ψαλτών σε εκδηλώσεις "θρησκευτικής" ή ακόμα και "χριστιανικής" μουσικής.
 
Last edited:
Top