Χρειαζόμαστε ή όχι νέα μελοποιΐα;

Χρειαζόμαστε ή όχι τη νέα μελοποιία;

  • ΟΧΙ, η παλαιά μελοποιία αρκεί. Αυτό που χρειάζεται είναι να τη μελετήσουμε και να την αναδείξουμε.

    Votes: 25 34.2%
  • ΝΑΙ, αλλά με προϋπόθεση να ακολουθεί αυστηρά τους κανόνες της παλαιάς.

    Votes: 7 9.6%
  • ΝΑΙ, που ακολουθεί την παλαιά, αλλά σε κάποιες κατηγορίες (π.χ. λειτουργικά, χερουβικά κλπ) συμβουλε

    Votes: 24 32.9%
  • ΝΑΙ που ακολουθεί την παλαιά και τη μεταγενέστερη παράδοση, αλλά επιχειρεί και να τις ανανεώνει (πάν

    Votes: 20 27.4%

  • Total voters
    73

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Το θέμα σποραδικά και ευκαιριακά έχει συζητηθεί πολύ, με ειδικότερη συζήτηση στην ενότητα Περί σύγχρονης μελοποιίας και μελοποιών, αλλά σκέφτηκα καλό να δω τι απόψεις υπάρχουν συνολικά.

Σκόπιμα λέω μελοποιΐα και όχι μελοποιήσεις, υπονοώντας όχι απλώς περιστασιακά έργα ή κάποια που δημιουργούμε για προσωπική μας χρήση ή για τρέχουσες ανάγκες, αλλά για συστηματικές μελοποιήσεις και, ενδεχομένως, εκδόσεις τους, που σκοπό έχουν να συνεχίσουν την τέχνη της σύνθεσης.

Ένα υποκείμενο ερώτημα που έχω στο μυαλό μου (ύστερα από εξαιρετικά γόνιμη συζήτηση με έναν φίλο) είναι αν μπορεί να εννοηθεί ζωντανή τέχνη που δεν παράγει νέα έργα. Αν ναι, τότε είναι τέχνη; Ή μήπως είναι τέχνη με εντελώς ιδιαίτερη ταυτότητα; Ή μήπως ο λειτουργικός ρόλος επιβάλλει περιορισμούς στην ίδια την έννοια της τέχνης;

Πριν από μερικό καιρό τέτοια ερωτήματα δεν συζητιούνταν πολύ. Έγραφαν πολλοί και εξέδιδαν χωρίς πολύ προβληματισμό. Άλλοι δεν μετακινούνταν καθόλου από τα κλασικά. Οι συζητήσεις στο φόρουμ, όμως, καθώς και νέες συνθέσεις που προκύπτουν, και που είτε ακολουθούν παλιά πρότυπα, είτε τα βλέπουν με νέα ματιά αλλά και με πολύ σεβασμό, μας κάνουν ολοένα και πιο σοφούς και ώριμους σε πολλά και ικανούς να συζητάμε και να ακούμε πολλές απόψεις.

Έχω βάλει 4 ερωτήματα προσπαθώντας να τα διατυπώσω με τέτοιο τρόπο, ώστε κανένα να μην μπορεί να θεωρηθεί από κάποιον εξ ορισμού "ακραία" τοποθέτηση. (Ενδεικτικό είναι ότι ο ίδιος δεν είμαι σίγουρος τι θα ψηφίσω..). Θα μπορούσα να προσθέσω π.χ. και μία άποψη όπως: "Χρειαζόμαστε μελοποιία όπου ο καθένας γράφει ό,τι θέλει, όπως θέλει, και η λειτουργική πράξη θα κρίνει τι θα μείνει", αλλά σκόπιμα δεν το έκανα. Ήθελα να περιορίσω τις επιλογές. (Επίσης, στα ερωτήματα θεωρείται δεδομένο ότι υπάρχει μεταγενέστερη (κατ' άλλους όψιμη) παράδοση μελοποιίας, πράγμα που ομολογώ ότι είναι ένα θέμα χωρίς απόλυτη ομοφωνία).

Θα ήθελα πάρα πολύ τη συμμετοχή και τη γνώμη σας και ευχαριστώ εκ των προτέρων.
 
Last edited:

ybulbu

Μπουλμπουτζής Ιωάννης
Δεν πιστεύω πως είναι θέμα αναγκαιότητας, γι' αυτό και δεν ψηφίζω. Πιστεύω πως μας καλύπτουν πλήρως τα παραδεδομένα. Αν μια νέα σύνθεση, όμως, με ικανοποιεί, γιατί να μην την ψάλλω;
 

EIRYK EMNOSHELE

Qu'est-ce que je ferais sans toi?
Το θέμα σου Γιώργο το βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον και θα ήθελα να καταθέσω και εγώ τη γνώμη μου.

Η δική μου απάντηση στο ερώτημα εάν χρειαζόμαστε νέα μελοποιΐα είναι ξεκάθαρα ΟΧΙ εκτός από δύο πολύ συγκεκριμένες εξαιρέσεις που είναι τα τροπάρια νέων ακολουθιών που δεν υπήρχαν στα παλαιά κλασσικά δοξαστάρια και άλλοι ύμνοι όπως για παράδειγμα τα λειτουργικά που τώρα στην εποχή μας πρέπει να ψάλλουμε στον ήχο της εβδομάδας και δεν έχουμε κάτι αντίστοιχο στα κλασσικά μουσικά βιβλία.

Όμως δε ψήφισα τίποτα γιατί δεν είδα κάπου να αναφέρονται αυτές οι εξαιρέσεις εκτός και τις έχεις εντάξει στις τρέχουσες ανάγκες που υπογράμμισες στο μήνυμά σου.

Ένα υποκείμενο ερώτημα που έχω στο μυαλό μου (ύστερα από εξαιρετικά γόνιμη συζήτηση με έναν φίλο) είναι αν μπορεί να εννοηθεί ζωντανή τέχνη που δεν παράγει νέα έργα.
Ολοζώντανη είναι η ψαλτική λόγω της εκτέλεσης, της ερμηνείας της δηλαδή από τους ψάλτες και όχι μέσα από επιπλέον συνθέσεις. Πιστεύω μάλιστα πως από τις τέχνες όλου του κόσμου πρέπει να είναι η δεύτερη πιο δύσκολη με πρώτη τη τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών που αναφέρουν οι πατέρες.

Παρόλο που διαφωνώ και μερικές φορές εξοργίζομαι όταν βλέπω νέα βιβλία με νέες συνθέσεις, εντούτοις δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε το γεγονός πως είμαστε άνθρωποι και λόγω αυτής της αδυναμίας μας δεν πρόκειται κανένας κανόνας και απόφαση της εκκλησίας, κανένας φορέας να σταματήσει τις νέες μελοποιήσεις εκκλησιαστικών ύμνων. Και εγώ αν είχα κυρίως τις γνώσεις σύνθεσης αλλά και μαθητές και θαυμαστές που με παρακινούσαν για κάτι τέτοιο το ίδιο θα έκανα. Επομένως το μόνο που μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση είναι να προσπαθούν οι συνθέτες όσο γίνεται να ακολουθούν τις κλασσικές γραμμές, και βέβαια η στάση των ψαλτών να προσπαθούν να μείνουν στα κλασσικά μαθήματα, απομονώνοντας έτσι συνθέσεις που συνοδεύονται από νεωτεριστικά στοιχεία και επιρροές από τη σύγχρονη μουσική σκηνή.
 
Last edited:

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Όμως δε ψήφισα τίποτα γιατί δεν είδα κάπου να αναφέρονται αυτές οι εξαιρέσεις εκτός και τις έχεις εντάξει στις τρέχουσες ανάγκες που υπογράμμισες στο μήνυμά σου.
Σωστή η παρατήρηση. Η αλήθεια είναι ότι στο νου μου δεν είναι οι πρακτικές ανάγκες, που γι' αυτές οπωσδήποτε χρειάζεται να ληφθεί μέριμνα, αλλά γενικά η σύνθεση ως δημιουργική διαδικασία. Μένει ζωντανή ή όχι; Θα άξιζε π.χ. να μελοποιηθούν αργά ιδιόμελα, δοξαστικά, καλλοφωνικοί ειρμοί, ποικίλες παπαδικές συνθέσεις; Άσχετα από πρακτικές ανάγκες.
Ολοζώντανη είναι η ψαλτική λόγω της εκτέλεσης, της ερμηνείας της δηλαδή από τους ψάλτες και όχι μέσα από επιπλέον συνθέσεις.
Αυτό είναι ένα ερώτημα, Eiryk, που θα άξιζε να γίνει ξεχωριστό θέμα. Η ψαλτική ως φωνητική τέχνη είναι όντως κάτι πολύ ειδικότερο. Αλλά και η σύνθεση δεν είναι τέχνη; Αν ναι, τότε τελείωσε ως τέχνη και μένει μόνο η ψαλτική;
 

antonios

Αετόπουλος Αντώνιος
428x.jpg

Χρυσάνθου του εκ Μαδύτων "Μέγα Θεωρητικόν"


124x.jpg

Μανουήλ του λαμπαδαρίου Χρυσάφη "Περὶ τῶν ἐνθεωρουμένων τῇ ψαλτικῇ τέχνῃ καὶ ὧν φρονοῦσι κακῶς τινες περὶ αὐτῶν" (Από την έκδοση του Dimitri E. Conomos)


Δύο παραθέματα από τους παλαιότερους. Γιατί να μην ισχύουν και σήμερα; Γιατί ήταν "νόμιμες" οι μελοποιήσεις πολυελέων ή δοξολογιών στα τέλη του 18ου αιώνα, και όχι σήμερα; Γιατί ήταν "νόμιμα" τα χερουβικά των μέσων του 19ου αλλά όχι τα σημερινά. (Παρεμπιπτόντως, αν κριθεί "παράνομη" η νέα μελοποιία, θα πρέπει να "καταδικάσουμε" την σειρά των χερουβικών του Μάρκου Βασιλείου!) Ο προβληματισμός δεν πρέπει να είναι αν θα μελοποιήσουμε ή όχι. Αλλά πως θα μελοποιήσουμε. Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα και ποιά θα είναι η σχέση του με τα προϋπάρχοντα.

Και για να μην τοποθετηθώ στην πλευρά των νεωτεριστών, να πω πως επιλέγω να ψέλνω στην εκκλησία σχεδόν πάντα, Δοξαστάριο Πέτρου ή Κυψέλη, Αναστασιματάριο και Ειρμολόγιο Πέτρου. Όχι όμως με κριτήριο την ημερομηνία που γράφτηκαν, αλλά τα ίδια τα έργα! Δεν έχω πρόβλημα να ψάλλω κάτι με την ίδια φιλοσοφία, ακόμα και με καινούργια πράγματα που εντάσσονται όμως στην ίδια φιλοσοφία, και ας είναι γραμμένο το 2013.

Τέλος να πω πως για τον Μανουήλ Χρυσάφη και για τον Χρύσανθο δεν φαίνεται να υπάρχει αμφιβολία. Θεωρείται αυτονόητο πως θα μελοποιηθούν και νέα μέλη. Προϋπόθεση επίσης αυτονόητη κατ' αυτούς η πολύ καλή γνώση των κανόνων της μελοποιίας μέσω της μελέτης των προϋπαρχόντων.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Όντως πολύ διαφωτιστική και τεκμηριωμένη τοποθέτηση.

Ειδικά η τελευταία παρατήρηση για τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεις θέτει τις βάσεις για μια σωστότερη συζήτηση γύρω από κάποια θέματα (που όμως δεν ξέρω αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να γίνει).
 

tsak77

Χρῆστος Τσακίρογλου
Ζητώ ταπεινά συγγνώμη που παρεμβαίνω.
Η ψαλτική ως φωνητική τέχνη είναι όντως κάτι πολύ ειδικότερο. Αλλά και η σύνθεση δεν είναι τέχνη; Αν ναι, τότε τελείωσε ως τέχνη και μένει μόνο η ψαλτική;

Η σύνθεση είναι η ιδέα και η ερμηνεία της η έκφραση και η ενσάρκωσή της. Και τα δύο είναι άρικτα συνδεδεμένα μεταξύ τους και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως δύο ξεχωριστές τέχνες (τεχνικές σίγουρα, αλλά όχι τέχνες). Όταν για κάποιο λόγο έχει χαθεί ο ορθός τρόπος ερμηνείας της ιδέας (κάτι που κατ' εμέ είναι μία πραγματικότητα σήμερα), πιστεύω ότι είναι ένας σοβαρός λόγος το βάρος να δωθεί στο να καλυφθεί αυτό το κενό, ώστε να μπορέσουμε εάν και εφόσον θεωρούμε ότι χρειάζεται να πάμε παρακάτω, εφόσον φυσικά λειτουργικά είμαστε πλήρης. Είναι θέμα ιεράρχησης των αναγκών. Εδώ σήμερα δεν μας αφήνουν να ψάλλουμε τις υπάρχουσες συνθέσεις και μακάρι να μείνει εκεί και να μην παρακαλάμε στο μέλλον να ψάλλουμε καν...
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Ζητώ ταπεινά συγγνώμη που παρεμβαίνω.
Εντάξει, να μην επαναληφθεί όμως!! .:mad::mad::mad:


:D:D:D

Βρε Χρήστο, τι παρεμβαίνω, και συγγνώμη λες; Γι' αυτό άνοιξε το θέμα, για να γίνει συζήτηση. Ειδικά η δική σου άποψη είναι πολύτιμη.
 

tsak77

Χρῆστος Τσακίρογλου
Σε συνέχεια των μαρτυριών από τον Αντώνιο (Αετόπουλο) μερικές άλλες αναφορές, αλλά και κάποιες προτροπές (ειδικά στο τέλος) από το Θεωρητικό του Χρυσάνθου, που πιθανόν και να δίνουν από μόνες τους μία δική τους ψήφο στην παρούσα ψηφοφορία. Σε γενικές γραμμές αυτό που αναφέρεται είναι η άριστη γνώση του τρόπου του μελίζειν μέσα από την μελέτη των παλαιοτέρων ως απαραίτητη (εάν όχι την μόνη) προϋπόθεση του να μπει κάποιος στην διαδικασία μίας νέας δημιουργίας. Αυτό που προκύπτει λοιπόν ως προβληματισμό είναι το κατά πόσο γνώστες είμαστε σήμερα αυτού του τρόπου, κατά πόσο έχουμε μελετήσει όχι μόνο τις εξηγήσεις (διότι ο Χρύσανθος αναφέρεται και σε παραλληλισμούς με τους χαρακτήρες του παρελθόντος), αλλά και τους κανόνες και τα πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να κινούμαστε, εάν θέλουμε αφενός (όπως χαρακτηριστικά αναφέρει) να ελπίζουμε ότι συνθέτουμε μελωδίες από θέσεις εκκλησιαστικές και πατροπαράδοτες, αφετέρου να είναι "επίσημες" δηλαδή κάτι πραγματικά νέο και φρέσκο με υπογραφή και δικό του χαρακτήρα και όχι μία στείρα απομίμηση της ιδέας ενός άλλου, αφού σε αυτή την περίπτωση καλύτερα θα ήταν να μεταχειριζόμαστε τα έτοιμα.
 

Attachments

  • Θεωρητικό Χρυσάνθου.pdf
    302.8 KB · Views: 9
Ψήφισα ,όχι .
Θα μπορούσα να ψηφίσω και την δεύτερη ή την τρίτη κατηγορία , αλλά είναι τόσες πολλές οι συνθέσεις (ων ουκ έστιν αριθμός ) που μας καλύπτουν , δυο ζωές να χαμε να ψέλναμε ..
Όσο για τους επίδοξους ταλαντούχους συνθέτες , έχει υλικό(σεντούκια...) να διοχετεύσουν τις "ανησυχίες" τους...
 

pransot

Πράντζος Σωτήρης
Σκεφτόμουν κάτι να γράψω σχετικό και τελικά προέκυψε αυτό το θέμα, το οποίο εντάσσεται στον γενικότερο προβληματισμό «παράδοση και δημιουργικότητα». Θα αναφερώ εν ολίγοις στο γενικότερο ζήτημα το οποίο στη συνέχεια θα εξειδικεύσω. Για τα θέματα αυτά έχει γράψει πολύ εύστοχα και αναλυτικά ο Φώτης Κόντογλου, ένας μεγάλος καλλιτέχνης πολύ παραδοσιακός και δημιουργικός συνάμα. Δυστυχώς δεν μπορώ εύκολα να γράψω αυτή τη στιγμή αποσπάσματα, τα κείμενά του όμως είναι διαμάντια.

Το ότι προβληματιζόμαστε για τέτοια θέματα καταδεικνύει το ότι είμαστε αποξενωμένοι από την παράδοσή μας. Η παράδοση δε σχετίζεται με μια στατική αναμάσηση παλαιών δημιουργιών. Η παράδοση απλώνει τις ρίζες της στο παρελθόν, ζει στο παρόν και επεκτείνεται –ανάλογα με τη δυναμική της- στο μέλλον. Εμείς έχοντας χάσει τις ρίζες μας ψάχνουμε με την έρευνα να βρούμε την παράδοση, για να τη μελετήσουμε και να αντλήσουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, σίγουρα όμως δεν τη ζούμε. Φέρνω σαν παράδειγμα τη δημοτική μουσική-τραγούδια. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε επαφή με αυτά σε κανένα γάμο ή γλέντι. Κατά τα άλλα στην καθημερινότητά μας ακούμε ξένη (ξενόγλωσση ή ελληνόφωνη) μουσική. Ναι μεν μας αρέσει, αλλά ως εκεί. Μπορεί ένας τέτοιος συνηθισμένος νεοέλληνας να δημιουργήσει ελληνική μουσική; Πώς θα συμβεί αυτό αν δεν έχουν γεμίσει τα αυτιά του με ελληνικά ακούσματα;

Η δημιουργικότητα είναι έμφυτη θεϊκή τάση στον άνθρωπο, αφού είναι πλασμένος καθ’ ομοίωσιν του Θεού. Ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να δημιουργήσει κάτι. Το ζήτημα είναι πώς δημιουργεί. Σε αρμονία με το σύνολο στο οποίο ανήκει, το παρελθόν του, τις αξίες που δίνουν νόημα στη ζωή του ή η έκφραση της δημιουργικότητάς του αποτελεί ένα αλλοπρόσαλλο ξέσπασμα χωρίς αρχή και τέλος;

Η ψαλτική έχει διατηρήσει τη συνοχή με την παράδοση σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με άλλες μορφές τέχνης. Αυτό οφείλεται αφενός στο ότι παραμένει κατ’ εξοχήν προφορική τέχνη και η εμπορευματοποίηση δεν την έχει υποδουλώσει, αφετέρου στο ότι είναι λειτουργική τέχνη, δημιουργείται δηλαδή μέσα σε πολύ συγκεκριμένα πλαίσια, την ορθόδοξη λατρεία. Βεβαίως σε πολλές περιπτώσεις η αυτοσυνειδησία των ψαλτών, η πρατική τους, η αντιμετώπισή τους από τον πιστό λαό δείχνει πως αυτό από το οποίο πάσχουμε είναι πως ως Εκκλησία δεν έχουμε σωστή λατρεία. «Λατρεύουμε» το Θεό κατ’ επίφαση, ενώ κατ’ ουσία πραγματώνουμε άλλες κοινωνικές λειτουργίες.

Είδα χτες παλιότερη εκπομπή «Στην υγειά μας» με τους Χαΐνηδες, αγαπημένο μου μουσικό συγκρότημα. Σε κάποια στιγμή είπε κάποιος τραγουδιστής παραδοσιακής κρητικής μουσικής ως κοπλιμέντο ότι είναι (οι Χαΐνηδες) δημιουργοί τέτοιας μουσικής που δεν είναι εύκολο να διακρίνει κανείς αν αυτά που τραγουδούν είναι σύγχρονα ή παραδοσιακά (αλήθεια, πόσο άτοπο η λέξη παραδοσιακά να σημαίνει μόνο παλιά, αρχαία!). Πρόκειται κατ’ εμέ για υπέροχες συνθέσεις στο σήμερα που βγαίνουν από ανθρώπους που παρέλαβαν ζωντανό το χτες και κυλάει στις φλέβες τους η παράδοση. Αντίστοιχο παράδειγμα νομίζω είναι και ο Ν. Ξυλούρης. Σκέφτομαι πως δεν είναι τυχαίο που είναι Κρητικοί, καθώς στην Κρήτη νομίζω πως περισσότερο από κάθε άλλο μέρος της Ελλάδας η μουσική παράδοση είναι ζωντανή (παρόμοιο ιδιαίτερο παράδειγμα είναι οι Πόντιοι). Μια τέτοια δημιουργικότητα δεν μπορείς με τίποτε να την κατηγορήσεις ούτε πως στερείται πρωτοτυπίας, ούτε πως είναι κολλημένη στο παρελθόν.

Κάθε γνήσιος καλλιτέχνης είναι συγχρόνως παραδοσιακός και πρωτότυπος. Ζει την παράδοση που παρέλαβε με το δικό του μοναδικό τρόπο. Και αυτό γίνεται φυσικά και απροσπάθητα. Εμείς στην ψαλτική πάσχουμε σε πολλές περιπτώσεις και από τα δύο. Πολλές φορές δηλαδή οι ψάλτες δεν έχουν ζυμωθεί με την παράδοση, με τα κλασσικά έργα της εκκλησιαστικής μουσικής. Π.χ. θα αναφερθώ στον άρχοντα κ. Δ. Ιωαννίδη και στον τρόπο που έμαθε να ψάλλει (όπως πολλές φορές μας έχει πει) και άλλους παλιούς ψάλτες. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται η πρώτη προϋπόθεση, το βάπτισμα (με πλήρη κατάδυση και όχι ράντισμα) στην παράδοση. Από την άλλη συχνά η δημιουργικότητα είναι εξαναγκασμένη, είτε από μαθητές, θαυμαστές, ιερείς, τον κόσμο, είτε από την ίδια την ματαιοδοξία του ψάλτη. Ο ψάλτης δηλαδή νιώθει την ανάγκη να πει κάτι πρωτότυπο, δικό του και ενώ δεν του βγαίνει αβίαστα κάτι καινούργιο, κάθεται για να φτιάξει. Και στις δυο περιπτώσεις η νέα δημιουργία θα είναι κολοβή, πόσο δε μάλλον όταν συντρέχουν και οι δύο λόγοι.

Στην αντίθετη περίπτωση θα έχουμε γνήσιες δημιουργίες που φυσικά θα ποικίλουν ως προς την αξία τους, τη διαχρονικότητά τους, τη φρεσκάδα τους. Θα είναι όμως σε κάθε περίπτωση ζωντανά έργα που θα καταργούν τον προβληματισμό της συζήτησης.

Εν κατακλείδι. Δημιουργία μελοποιητική θα υπάρχει πάντα. Η ουσία είναι υπό ποιες προϋποθέσεις. Πιστεύω όμως πως αν είχαμε τις προϋποθέσεις που ανέφερα η νέα μελοποιητική δημιουργία (και η αντίστοιχη εκδοτική δραστηριότητα) θα ήταν μικρότερη του 1/10 της σημερινής.

ΥΓ. Ζητώ συγγνώμη που οι σκέψεις μου είναι λίγο σκόρπιες. Ελπίζω να γίνει αντιληπτό το νόημα των σκέψεών μου κλείνω με ένα κερασματάκι από τον αγαπημένο μου κυρ-Φώτη Κόντογλου.
Γιὰ τὴ μονοτονία κατηγοροῦνε καὶ τὴν ὑμνῳδία μας, ἰδίως τὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσική μας, ποὺ χρειάζουνται πνευματικὰ αὐτιὰ γιὰ νὰ τὴ νοιώσει κανένας, ὅπως χρειάζονται πνευματικὰ μάτια γιὰ νὰ νοιώσει τὴν ἐκκλησιαστικὴ εἰκονογραφία μας.

Ο περήφανος άνθρωπος θαρρεί πως με την παράδοση χάνεται η προσωπικότητά του, πως δίχως αυτή θα γίνει πρωτότυπος και ελεύθερος. Κι αυτό το παθαίνουνε όσοι είναι αδύνατοι, ενώ στους δυνατούς η παράδοση δυναμώνει το χαρακτήρα και τονώνει την προσωπικότητα.
 

tsak77

Χρῆστος Τσακίρογλου
Ένα επίσης θέμα για να δούμε την αναγκαιότητα ή μη της νέας μελοποιΐας μέσα από την ποιότητά της, είναι να διερωτηθούμε ποσοστιαία το πόσοι έγραφαν μουσική στο παρελθόν (όπου υπήρχαν πιθανώς και λειτουργικά κενά όπως π.χ. των μη εορταζομένων αγίων στις μουσικές συνθέσεις) και πόσοι απλά την ερμήνευαν. Σήμερα δηλαδή, λίγο μουσική να ξέρουμε, ας έχουμε και καμιά δεκαριά (ίσως λέω και πολλά) χρόνια στο αναλόγιο και αρχίζουμε και γράφουμε. Συνέβαινε το ίδιο στο παρελθόν; Δεν είναι ρητορικό το ερώτημα, ας πάρουν θέση οι ερευνόντες την ιστορία της ψαλτικής. Αυτό (εάν ισχύει φυσικά) και βάση προτροπών όπως του Χρύσανθου δεν επιρεάζει την ποιότητα μίας σύνθεσης και κατ' επέκταση δεν δικαιολογεί εν μέρει ίσως και κάποιο "όχι" στην παρούσα δημοσκόπηση;

Υ.Γ. Σε κάμποσα παλιά αναλόγια της Κρήτης που έχω επισκευθεί, έχω δει τετράδια χειρόγραφα όπου έγραφαν οι ψάλτες μουσικά κείμενα ώστε να έχουν αφενός ένα πιο άμεσο βοήθημα, αφετέρου να διατηρούν τα βιβλία στην ασφάλεια της οικιακής βιβλιοθήκης, μακριά από την υγρασία του Ναού. Στις εργασίες αυτές οι πιο πρόσφατες συνθέσεις που παρατηρώ είναι Θ. Φωκαεύς και σπανιώτερα Νικόλαος Σμύρνης. Πουθενά πάντως δεν είδα προσωπικές συνθέσεις.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Είναι πολύ σωστό ότι δίνεται έμφαση στις έννοιες αναγκαιότητα και προϋποθέσεις.

Να θέσω όμως και μια άλλη παράμετρο. Μήπως η ενίσχυση της νέας μελοποιίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για την παλιά και σε καλύτερη γνωριμία μαζί της;
Για να φέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα: μήπως το γεγονός ότι ο κ. Αρβανίτης μας έχει δώσει κατά καιρούς θαυμάσιες συνθέσεις (σε συνδυασμό και με τον νεανικό και ευέλικτο τρόπο που κυκλοφορούνται στην ψαλτική κοινότητα μέσω της κοινωνικής δικτύωσης) γίνει αφορμή όλο και περισσότεροι νέοι να ενδιαφερθούν και να μελετήσουν αυτούς τους συνθετικούς τρόπους ή έστω να μελετήσουν καλύτερα τα παλαιά στιχηραρικά κείμενα;

Στη βάση της σκέψης μου, πέρα από αναγκαιότητα ή μη και προϋποθέσεις ή όχι, είναι η δυνατότητα αναζωογόνησης της τέχνης μέσα από την ίδια την τέχνη.
Όσο πιο κλειστό σώμα γίνονται τα κλασικά μας έργα και όσο πιο παλιό, τόσο πιο πολύ μουσειακό κινδυνεύει να γίνει. Η έννοια της κλασικότητας έχει το καλό ότι προσφέρει πρότυπα για ενδελεχή μελέτη. Αλλά έχει και το κακό ότι γοητεύει και επαναπαύει τον μαθητευόμενο σε ένα αίσθημα αυτάρκειας. (Ξέρουμε οι Έλληνες από αυτό).
 

antonios

Αετόπουλος Αντώνιος
Είχα γράψει κι εγώ πριν κάποιο καιρό, εδώ στο Ψαλτολόγιο. για το "πρόβλημα" που υπάρχει αφού δεν ζούμε μέσα στην παράδοση.

Εδώ τώρα όμως θέλω να αντικρούσω/συμπληρώσω την σκέψη μου. Δεν ζούμε μόνο οι Ψάλτες ερμηνευτές και [επίδοξοι] δημιουργοί σε μια μεταμοντέρνα κοινωνία. Αλλά και το "κοινό". Και η εκκλησία ζει και κινείται στην ίδια μεταμοντέρνα κοινωνία. Αν υποτεθεί λοιπόν πως παρακάμπτεται το πρόβλημα του δημιουργού, τότε δεν θα δημιουργείται πρόβλημα πρόσληψης από το κοινό; Εμείς σε ποιόν απευθυνόμαστε; Και σε ποιον πρέπει να απευθυνόμαστε; Ο Κόντογλου δεν ήταν ένα παιδί της παραδοσιακής κοινωνίας. Έζησε την εποχή της νεωτερικότητας. Αυτό δεν τον εμπόδισε όμως να δημιουργήσει έργα που ανέδυαν ρωμιοσύνη. Αναπληρώνοντας κι αυτός τα ελλείποντα με άλλους τρόπους.

Κάθε μουσική ερμηνεία, και κάθε σύνθεση διά της ερμηνείας της, αποτελεί πρόταση πολιτισμού και, ιδίως στην εκκλησία, πρόταση ζωής. Και δεν μπορεί παρά να πρέπει να μπορεί να προσληφθεί από το κοινό στο οποίο απευθύνεται. αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα. Θα πρέπει λοιπόν να προσέξουμε πάρα πολύ η εμμονή μας στο "παραδοσιακό" να μην γίνεται αυτοσκοπός. Η μελέτη της γραπτής και προφορικής μας παραδόσεως στο σύνολό της είναι απαραίτητη και εκ των ων ουκ άνευ, όχι όμως μόνο και μόνο γιατί είναι παράδοση. Αλλά γιατί θεωρώ πως η πρόταση πολιτισμού που κομίζει είναι επίκαιρη και καίρια.

Διακρίνω λοιπόν σ΄ αυτό το ειλικρινές "όχι σε καινούργιες συνθέσεις", που προέρχεται από πραγματικό ενδιαφέρον για την τέχνη και αγωνία για τον ευτελισμό και εν τέλει την μετάλλαξή της σε μια άλλη πρόταση πολιτισμού, ανεπίκαιρη και αδιάφορη ως προς τον αρχικό σκοπό της λειτουργικής μουσικής, τον κίνδυνο από την ανάποδη. Να γίνει πραγματικά η τέχνη ένα μουσειακό είδος, μία παράσταση, που όσο καλή κι αν είναι, δεν θα έχει καμία σχέση με το εκκλησιαστικό γεγονός.

Να κλείσω κι αυτό το σχόλιο με μια σκέψη πάνω στο έργο του Κόντογλου. Εκείνος τελικά δεν είπε "όχι". Αντιθέτως έγινε η απαρχή μιας νέας δημιουργικής πνοής στην εκκλησιαστική ζωγραφική. Και όχι μόνο...
 
E

emakris

Guest
Ο Κόντογλου δεν ήταν ένα παιδί της παραδοσιακής κοινωνίας.

Λάθος. Ήταν 100% παιδί της παραδοσιακής κοινωνίας, πράγμα που φαίνεται ξεκάθαρα στο βιβλίο του "Το Αϊβαλί η πατρίδα μου". Στη νεωτερική κοινωνία αισθανόταν έξω από τα νερά του.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Λάθος. Ήταν 100% παιδί της παραδοσιακής κοινωνίας

Φαντάζομαι ότι ο Αντώνης εννοεί την περιρρέουσα πολιτισμική ατμόσφαιρα στην οποία ζούσε, όχι τις δικές του καταβολές.
 

neoklis

Νεοκλής Λευκόπουλος, Γενικός Συντονιστής
... Ο Κόντογλου (...) έγινε η απαρχή μιας νέας δημιουργικής πνοής στην εκκλησιαστική ζωγραφική. Και όχι μόνο...

Ας σκεφτούμε και το εξής και ας το αντιπαραβάλουμε με όσα συμβαίνουν στο χώρο της βυζαντινής μουσικής/ψαλτικής. Ο Κόντογλου έφερε ξανά την βυζαντινή τεχνοτροπία στην αγιογραφία στο προσκήνιο. Γέμισαν οι εκκλησίες και τα σπιτια με "βυζαντινές" εικόνες. Ενώ όμως οι δικές του και ορισμένων από τους μαθητές του δείχνουν αφομοίωση της παράδοσης αλλά και ζωντάνια με ευδιάκριτο το προσωπικό στοιχείο, η πλειοψηφία των μεταγενεστέρων ακολούθησε ένα στείρο μιμητισμό που δείχνει αποτελμάτωση. Οι όχι εντελώς "βυζαντινές" , λαϊκότροπες εικόνες της Τουρκοκρατίας, με φανερές τις δυτικές επιδράσεις, είναι πολύ ποιο ζωντανές και γνήσιες.
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Ενώ όμως οι δικές του και ορισμένων από τους μαθητές του δείχνουν αφομοίωση της παράδοσης αλλά και ζωντάνια με ευδιάκριτο το προσωπικό στοιχείο, η πλειοψηφία των μεταγενεστέρων ακολούθησε ένα στείρο μιμητισμό που δείχνει αποτελμάτωση
Eίναι έτσι, Νεοκλή, αλλά δεν ευθύνεται εκείνος γι' αυτό. Υπάρχει συζήτηση βέβαια γύρω από τις ευθύνες, όπως ξέρω, αλλά φαίνεται πως κάποια πράγματα δεν ήταν καθόλου έτοιμα. Τώρα όμως υπάρχει πολύ καλύτερη κατανόηση στον χώρο της αγιογραφίας για το τι ακριβώς έκανε ο Κόντογλου και ποιο είναι το πνεύμα του.

ΥΓ Το παράδειγμα της αγιογραφίας είναι πολύ καλό και καλώς μπήκε, γιατί ο χώρος αυτός είναι χώρος που σήμερα ψάχνεται αρκετά, συνομιλεί, έχει αναζητήσεις.
 
Top