Οι θεότητες της Μουσικής στην ομηρική και αρχαϊκή ποίηση. Μενέλαος Χριστόπουλος. Αθήνα 1985
σελ.41
''...η αυθεντία του Απόλλωνα ενσαρκόνεται στη μουσική των αοιδών. Ο θεός λαμπρύνει με την κιθάρα του την ''ευωηία'' των ολύμπίων όπως ο Δήμόδοκος η ο Φήμιος συνοδεύουν τη γιορτή των Φαιάκων η των μνηστήρων. Ο ρόλος τους όμως διαφοροποιείται στο τραγούδι επειδή οι δύο αοιδοί χρησιμοποιούν τη δική τους φωνή γιά να τραγουδήσουν, ενώ στον Όλυμπο η αποστολή αυτή ανατίθεται στις Μούσες. Ο Απόλλων κιθαρίζει μόνον συνοδεύοντάς τες. Διαβάζουμε ( Α
601-611) ότι οι Μούσες τραγουδούν '' ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ''.
''. Η φράση μπορεί να συμαίνει του τραγουδιού και, ταυτόχρονα, την άμιλλα των ωραίων φωνών που τραγουδούν η μία καλύτερα απο την άλλη.
Εναλλαγή προσώπων παρατηρείται και στο τραγούδι του Αχιλλέα που συνεχίζεται κάθε φορά από τον Πάτροκλο ( Ι
186-191). Τα παραπάνω στοιχεία, αν και ελάχιστα, αποτελούν μία ένδειξει ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να διαχωρίζεται, στο επίπεδο των καλλιτεχνικών τουλάχιστον, η μουσική της φόρμιγγας από το τραγούδι που τη συνόδευε. Αυτό είναι ακόμα πιθανότερο γιά τις πιό ελεύθερες ερασιτεχνικές μουσικές συνθέσεις και, πάντως, για μεταγενέστερες εποχές.''
Hom. Il. 1.601
ὣς τότε μὲν πρόπαν ἦμαρ ἐς ἠέλιον καταδύντα
δαίνυντ᾽, οὐδέ τι θυμὸς ἐδεύετο δαιτὸς ἐΐσης,
οὐ μὲν φόρμιγγος περικαλλέος ἣν ἔχ᾽ Ἀπόλλων,
Μουσάων θ᾽ αἳ ἄειδον ἀμειβόμεναι ὀπὶ καλῇ.
Αυτού ετρώγαν κι έπιναν ολήμερα ως το δείλι,
κι όλες χαρήκαν οι καρδιές το ισόμοιρο τραπέζι,
του Φοίβου ακόμη την λαμπράν κιθάραν και τες Μούσες
ως έψαλναν καλόφωνα με την σειρά τους όλες.
[Μετάφραση : ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΟΛΥΛΑ]
Hom. Il. 9.186
τὸν δ᾽ εὗρον φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ
καλῇ δαιδαλέῃ, ἐπὶ δ᾽ ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν,
τὴν ἄρετ᾽ ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας:
τῇ ὅ γε θυμὸν ἔτερπεν, ἄειδε δ᾽ ἄρα κλέα ἀνδρῶν.
Πάτροκλος δέ οἱ οἶος ἐναντίος ἧστο σιωπῇ,
δέγμενος Αἰακίδην ὁπότε λήξειεν ἀείδων,
τὼ δὲ βάτην προτέρω, ἡγεῖτο δὲ δῖος Ὀδυσσεύς,
στὰν δὲ πρόσθ᾽ αὐτοῖο: ταφὼν δ᾽ ἀνόρουσεν Ἀχιλλεὺς
αὐτῇ σὺν φόρμιγγι λιπὼν ἕδος ἔνθα θάασσεν.
ὣς δ᾽ αὔτως Πάτροκλος, ἐπεὶ ἴδε φῶτας, ἀνέστη.
Στων Μυρμιδόνων τες σκηνές εφθάσαν και στα πλοία,
κι ήβραν αυτόν το πνεύμα του να τέρπει με γλυκείαν
καλήν κιθάραν τεχνικήν μ’ ολάργυρον τον πήχυν,
που διάλεξ’ απ’ τα λάφυρα την πόλιν όταν πήρε
του Ηετίωνος. Αυτός και την ψυχήν μ’ εκείνην
ιλάρωνε, και των ανδρών τες δόξες ετραγούδα.
Και ο Πάτροκλος εκάθονταν απέναντί του μόνος
σιωπηλός κι ανάμενε να παύση το τραγούδι.
Ωστόσο αυτού προχώρησαν, και πρώτος ο Οδυσσέας,
κι εμπρός του εστάθηκαν ορθοί. Πετάχθη ξιπασμένος
απ’ το θρονί του μ’ όλην του τη φόρμιγγα ο Πηλείδης.
Ο Πάτροκος σηκώθηκε και αυτός άμα τους είδε.
[Μετάφραση : ΙΑΚΩΒΟΥ ΠΟΛΥΛΑ]
~~~~~
φόρμιγξ
''Η πεταλοειδής λύρα πιστεύομε ότι ήταν η ομηρική φόρμιγξ, το όργανο με το οποίο συνόδευαν το τραγούδι τους οι αοιδοί των Μυκηναϊκών ανακτόρων, μεταξύ αυτών και οι κατονομαζόμενοι ή απλώς αναφερόμενοι στα έπη: ο θείος, αυτοδίδακτος Φήμιος στο παλάτι του Οδυσσέα στην Ιθάκη,[6] ο θείος, ερίερος, περίκλυτος, τετιμένος, ήρως Δημόδοκος στο παλάτι του Αλκινόου στους Φαίακες,[7] ο αθεόφοβος Θάμυρις[8], ο ανώνυμος αοιδός στο παλάτι του Μενελάου στη Σπάρτη,[9] και έτερος ανώνυμος αοιδός στο παλάτι του Αγαμέμνονα στις Μυκήνες.[10] Είναι συχνές οι αναφορές στην φόρμιγγα στα δύο έπη: περιγράφεται ως γλαφυρή (κοίλη),[11] δαιδαλέη (περίτεχνη)[12] και περικαλλής (πανέμορφη),[13] ο ήχος της είναι λιγύς (καθαρός)[14] και δημιουργεί την αίσθηση της ιωής (πνοής, ροής).[15] Για πρώτη φορά στην ελληνική γραμματεία συναντούμε τις λέξεις
ζυγόν[16] και
κόλλοψ (δερμάτινο κουρδιστήρι της φόρμιγγας).[17]
Κατά πάσαν πιθανότητα, η ομηρική
κίθαρις δεν ήταν άλλο από την φόρμιγγα είδος λύρας, παρόλη την συγγένεια της λέξης με την μεταγενέστερη λέξη κιθάρα, η οποία ασφαλώς αναφερόταν σε συγκεκριμένο όργανο. Κατ’ άλλους, η λέξη κίθαρις έχει την έννοια του «παίζω την φόρμιγγα», της «τέχνης του κιθαρίζειν» καθόσον τα ρήματα
φορμίζω και
κιθαρίζω χρησιμοποιούνται χιαστί: κίθαριν … ο φορμίζων,[18] φόρμιγγα … κιθάριζε.[19] Είναι αξιοπερίεργο, το ότι η λέξη λύρα δεν απαντά στα ομηρικά έπη, καθόσον σε Μυκηναϊκή, θηβαϊκή πινακίδα του 1250-1200 πΧ αναγράφεται η λέξη λυρισταί (ru-ra-ta-e) στην Γραμμική Β γραφή (Εικ. Α8). Η λέξη λύρα κάνει την πρώτη γραμματειακή της εμφάνιση στην λυρική ποίηση της Αρχαϊκής εποχής.[20]
Αν, λοιπόν, η ομηρική φόρμιγξ ήταν πεταλοειδής λύρα, τότε θα πρέπει να είχε επτά χορδές, εφόσον, όπως ήδη ελέχθη, στην εποχή του Χαλκού οι λύρες ήσαν 7-χορδες (Μινωικές, Μυκηναϊκές). Το ζήτημα είναι: οι φόρμιγγες των Μυκηναίων αοιδών ήσαν 7-χορδες και η Γεωμετρική πεταλοειδής λύρα-φόρμιγξ της εποχής του Ομήρου (μάλλον 750-700 πΧ) 4-χορδη; Οι αοιδοί, λοιπόν, των Μυκηναίων ανάκτων είχαν στην διάθεσή τους ένα 7-χορδο όργανο και ο Γεωμετρικός Όμηρος ένα 4-χορδο; Η Ιλιάδα, λοιπόν, (και η Οδύσσεια, ενδεχομένως) τραγουδήθηκε σε τέσσερις μόνον φθόγγους, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι μελετητές;[21] Η μελωδία, λοιπόν, των ομηρικών επών, ήταν τόσο πιο πολύ περιορισμένη (4-χορδο) από εκείνην των Μυκηναϊκών (7-χορδο), τα οποία θεωρούνται πρόγονοι των ομηρικών; Όπως ήδη τονίστηκε, το θέμα αποτελεί μουσικολογικό ζήτημα.''
[6] Οδύσσεια
1.154,
1.326,
22.331,
22.347.
[7] Οδύσσεια
8.73,
8.266-366,
8.474,
8.483,
8.492.
[8] Ιλιάς 2.594.
[9] Οδύσσεια 4.18.
[10] Οδύσσεια 3.267.
[11] Οδύσσεια 12.305. Βλ. και υποσ. 15.
[12] Ιλιάς 9.187• βλ. υποσ. 16.
[13] Οδύσσεια
1.153-54: κῆρυξ δ’ ἐν χερσὶν κίθαριν περικαλλέα θῆκεν Φημίῳ = τότε ο κήρυκας βάζει πανέμορφη κίθαρι στα χέρια του Φήμιου (μετάφραση συγγραφέα).
[14] Βλ. υποσ. 16.
[15] Οδύσσεια
17.261-62: περὶ δέ σφεας ἤλυθ’ ἰωὴ φόρμιγγος γλαφυρῆς = κι ακούγονταν γύρω τους η πνοή της κοίλης φόρμιγγας (μετάφραση συγγραφέα).
[16] Ιλιάς
9.186-87: φόρμιγγι λιγείῃ, καλῇ δαιδαλέῃ, ἐπὶ ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν = με μια καλλίφωνη φόρμιγγα, πλούσια διακοσμημένη, με πάνω της ασημένιο ζυγό (μετάφραση συγγραφέα).
[17] Οδύσσεια
21.409-10: ῥηϊδίως ἐτάνυσσε νέῳ περὶ κόλλοπι χορδήν, ἅψας ἀμφοτέρωθεν ἐϋστρεφὲς ἔντερον οἰός = εύκολα την χορδή τεντώνει στο καινούργιο της στριφτάρι, δένοντας πάνω κάτω καλοστριμμένη την αρνίσια κόρδα (μετάφραση Μαρωνίτης).
[18] Οδύσσεια
1.155.
[19] Ιλιάς
18.570.
[20] Αρχίλοχος (λύρη), Αλκμάν (κερκόλυρα), Στησίχορος, Σαπφώ, Μαργίτης, Θέογνις, Εις Ερμήν κλπ.
[21] West 1992:52.
Εικ. Π1. Ηράκλειο, Αρχαιολογικό Μουσείο ΜΗ 2064. Ορειχάλκινο αγαλματίδιο. Γεωμετρικό, 700 πΧ. Άνδρας με πεταλοειδή λύρα. (φωτο: Ανδρίκου κ.ά 2003:156 Εικ. 47).
Εικ. Π2. Dresden, Staatliche Kunstsammlungen 1699. Βοιωτικός κάνθαρος. Γεωμετρικό. Μουσικός με πεταλοειδή λύρα και χορεύτριες. (φωτο: Maas & Snyder 1989:22 Εικ. 11).
Εικ. Π3. Oxford, Ashmolean Museum 1920.104 (266). Αττική λευκού βάθους λήκυθος. Κλασικό. Γυναίκα με πεταλοειδή λύρα. (φωτο: Maas & Snyder 1989:158 Εικ. 5).
Εικ. Π4. London, British Museum E 185. Ερυθρόμορφη υδρία από την Capua. Κλασικό, π. 435-30 πΧ. Λεπτομέρεια: πεταλοειδής λύρα. (φωτο: Γιάννου κ.ά. 1998:70 Εικ. 66).
Εικ. Π5. Paris, Louvre. Κύλιξ λευκού βάθους από την Ερέτρια. Κλασικό, 460 πΧ. Μούσα με πεταλοειδή λύρα. (φωτο: Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ 6:230).
Εικ. A8. Θήβα, Αρχαιολογικό Μουσείο ΜΘ 28423. Πινακίδα Γραμμικής Β από την Θήβα. Υστεροελλαδικό, ΙΙΙ β 2, 1250-1200 πΧ. Αναγραφή της λέξης λυρισταί (ru-ra-ta-e). (φωτο: Ανδρίκου κ.ά 2003:121 Εικ. 19).
[...]
Ορολογία
Η γραμματεία παρέχει όρους τεχνικούς που σχετίζονται με τις λύρες. Είναι κοινοί για όλα τα μέλη της οικογένειας της λύρας. Ο κατωτέρω πίνακας παρουσιάζει τους όρους αυτούς, τους επεξηγεί και δίδει το αρχαιότερο (σωζόμενο) κείμενο στο οποίο απαντούν.
λυριστής ο εκτελεστής λύρας
Πινακίδα Θηβών (ruratae = λυρισταί) 1250-1200 πΧ
ζυγός Η οριζόντια δοκός με τα κουρδιστήρια
Όμηρος Ιλιάς 9.187 (το ζυγόν) 8ος πΧ
κίθαρις Η τέχνη της εκτέλεσης της λύρας
Όμηρος Ιλιάς 3.54 κ.α. 8ος πΧ
φόρμιγξ Η Γεωμετρική πεταλοειδής λύρα
Όμηρος Ιλιάς 1.603 κ.α. 8ος πΧ
κόλλοψ Το κουρδιστήρι της λύρας
Οδύσσεια 21.407 (κόλλοπι) 7ος πΧ
χορδή Η χορδή της λύρας
Οδύσσεια 21.407 (χορδήν) 7ος πΧ
λύρα Όλα τα μέλη της οικογένειας της λύρας
Αρχίλοχος Απ. 93a.5 West (λύρην) 7ος πΧ
πλῆκτρον Το πλήκτρο
Εις Απόλλωνα 185 (πλήκτρου) 7ος πΧ
βάρβιτος Τύπος βαθύφωνης λεκανοειδούς λύρας
Σαπφώ Απ. 176 LP (βάρωμον, βάρβιτον) 6ος πΧ
Αλκαίος Απ. D 12.4 LP (βάρμος) 6ος πΧ
χέλυς Λεκανοειδής λύρα με χελώνα για αντηχείο
Σαπφώ Απ. 58 LP (χελύνναν) 6ος πΧ
κιθάρα Η μεγάλη, κιβωτιόσχημη λύρα
Θέογνις(
Απ. 1.777 (κιθάρη) 490 πΧ
Χορδοτόνος Το εξάρτημα στο οποίο προσδένονται οι χορδές χαμηλά
Αριστοτελικό Περί Ακουστών Düring 74.17-18
(τῷ ζυγῷ καὶ τῷ χορδοτόνῳ) 4ος πΧ
Νευρή Χορδή από τένοντα ζώου
Πορφύριος Εις τα Αρμονικά του Πτολεμαίου
Υπόμνημα Düring 121.4 (χορδάς εκ νεύρων) 3ος μΧ
μαγάς Η γέφυρα
Ησύχιος «Λεξικό» (λείμμα μαγάς) 5ος μΧ
πῆχυς Ο βραχίονας της λύρας
Ησύχιος «Λεξικό»
(τῆς κιθάρας … τοὺς πήχεις) 5ος μΧ
Στέλιος Ψαρουδάκης
http://grms.gr/2011/11/10/ancientgreeklyres/