Μουσικοί τυπογράφοι

ixadin

Ηχάδιν
Με αφορμή την αναγραφή σε σημείωση του βιβλίου "Η ΜΕΛΙΣΣΑ (Θεία Λειτουργία) Δημητρίου Απ. Μαυροπούλου ΑΘΗΝΑΙ 1968 ότι στοιχειοθετήθηκε από τον μόνο στοιχειοθέτη της βυζαντινής μουσικής Γ. Μ. Πολιτάρχη"

Ο Πολιτάρχης φαίνεται να είναι και εκδότης. Έχει γράψει μια πραγματεία περί υμνογράφων και μελοποιών καθώς και ένα διήγημα για τον αγ. Ιωάννη Κουκουζέλη

Ἀσχολήθηκε ἐπίσης μὲ τὴν Βυζαντινὴ Μουσικὴ γιὰ τὴν ὁποία ἦταν ὁ μοναδικὸς στοιχειοθέτης τῆς ἐποχῆς του. Στὸν ἐκδοτικὸ του οἶκο ἐκδόθηκαν ἀρκετά βιβλία Βυζαντινὴς Μουσικής, Ἱεροψαλτῶν καὶ ἄλλων δασκάλων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Ὅπως τὸ «ΜΟΥΣΙΚΟΝ ΤΡΙΩΔΙΟΝ» ὑπὸ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου Θρασύβουλου Στανίτσα κ.α.
 

ixadin

Ηχάδιν
Οι γέροντες Παντελεήμων ιερομόναχος και Θεοφύλακτος μοναχός της καλύβης του αγίου Νικολάου, στα ιβηρίτικα, όπου είχαν εγκατασταθεί μετά το χάλασμα του σπιτιού του αγίου Αθανασίου, στα 1935 -που από καλογεροπαίδια δούλευαν στη μουσική στοιχειοθεσία κι είχαν ακόμα στις αφές των ακροδαχτύλων τους μια προς μια τις μορφές αυτών των χυτών στοιχείων [...]
Γ. Στάθη, Τα τυπογραφικά σημαδόφωνα της μουσικής τυπογραφίας του Αγίου Όρους, στο Τιμή εις τον διδάσκαλον, σελ. 218
 

ARGITAN

Παλαιό Μέλος
Με αφορμή την αναγραφή σε σημείωση του βιβλίου "Η ΜΕΛΙΣΣΑ (Θεία Λειτουργία) Δημητρίου Απ. Μαυροπούλου ΑΘΗΝΑΙ 1968 ότι στοιχειοθετήθηκε από τον μόνο στοιχειοθέτη της βυζαντινής μουσικής Γ. Μ. Πολιτάρχη"

Ο Πολιτάρχης φαίνεται να είναι και εκδότης. Έχει γράψει μια πραγματεία περί υμνογράφων και μελοποιών καθώς και ένα διήγημα για τον αγ. Ιωάννη Κουκουζέλη

Με αφορμή την αναφορά του ονόματος του τυπογράφου Γεωργίου Πολιτάρχη,παραθέτω ένα δημοσίευμα του Γ.Χατζηθεοδώρου,για τον εξαίρετο αυτόλογοτέχνη, λάτρη της εκκλησιαστικής μας μουσικής μουσικής και μοναδικό στην Αθήνα για πολλά χρόνια στοιχειοθέτη - τυπογράφο, βιβλίων με βυζαντινούς μουσικούς χαρακτήρες

====================================



ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΙΧ.ΠΟΛΙΤΑΡΧΗΣ
ΕΝΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ ΚΑΛΥΜΝΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ​

Υπάρχουν άνθρωποι που το πέρασμά τους από τη ζωή,συνδυάζεται με έντονη πνευματική δημιουργία.Πολλές όμως φορές για διάφορους λόγους, τόσο οι ίδιοι, όσο και η πνευματική τους προσφορά, συμβαίνει να μείνουν, παρά την όποια σημαντικότητά της, στην άγνοια και τη λήθη,ακόμα και σ’ αυτόν τον τόπο της καταγωγής τους.
Ο καλυμνιακής καταγωγής λογοτέχνης Γεώργιος Μιχαήλ Πολιτάρχης αποτελεί μια από αυτές τις περιπτώσεις και για το λόγο αυτό θεώρησα ως πλέον κατάλληλη ευκαιρία, από αυτό εδώ το βήμα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου,από το οποίο και έχω σήμερα την τιμή να ομιλώ, να καταθέσω λίγα στοιχεία για τον άνθρωπο και τον λογοτέχνη, προκειμένου αυτά να καταχωρισθούν για γνωριμία,αλλά και για εσαεί μνήμη, στα Πρακτικά του παρόντος ΙΗ΄Πολιτιστικού Συμποσίου Δωδεκανήσου.Δεν πρόκειται,λοιπόν,να σας απασχολήσω με κανενός επιστημονικού είδους ανακοίνωση,παρά μόνο με μια κατάθεση ψυχής για τον υπέροχο αυτό άνθρωπο και συμπατριώτη μου.
Τον Γεώργιο Πολιτάρχη είχα την καλή τύχη να γνωρίσω πριν από 42 ακριβώς χρόνια,όταν το καλοκαίρι του 1971 αναζητούσα κατάλληλο τυπογράφο,για να τυπώσω το πρώτο μου βιβλίο με την « Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου» που είχα συνθέσει στην Πάτμο όπου και υπηρετούσα.
Ο Πολιτάρχης, τυπογράφος το επάγγελμα, διατηρούσε τυπογραφείο στην Αθήνα, σε ένα υπόγειο της οδού Γερανίου 6, κοντά στην Ομόνοια, και ήταν ο μόνος στην Ελλάδα που είχε στοιχεία βυζαντινής μουσικής και ειδίκευση για τη στοιχειοθέτησ’η τους.
Από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας μας και αφού του συστήθηκα ότι είμαι από την Κάλυμνο,μου είπε πως και εκείνος ήταν Καλύμνιος από τον παππού του,τον Μιχαήλ Πολιτάρχη και ότι ήταν διακαής ο πόθος του να ερχόταν στην Κάλυμνο να τη γνωρίσει και να ψάξει για συγγενείς του.Πράγματι, στην Κάλυμνο υπήρχαν και υπάρχουν ακόμα οικογένειες με αυτό το επώνυμο·μάλιστα υπήρξε και ένα ιστορικός,θα έλεγα, Μιχαήλ Πολιτάρχης,δάσκαλος και κλειδοκράτορας της ιστορικής και παλαίφατης εκκλησίας της Καλύμνου,της Παναγίας Κεχαριτωμένης Χώρας,που άφησε προπολεμικά εποχή.
Στη συνέχεια, η αρχική μας γνωριμία αναπτύχθηκε σε αμοιβαία εκτίμηση,γεγονός που οδήγησε και σε γόνιμη,δεκάχρονη περίπου, συνεργασία μαζί του κατά τη διάρκεια της οποίας συχνά μιλούσαμε και για την Κάλυμνο.
Όπως μου διηγήθηκε ο ίδιος, ο παππούς του Γεώργιος Πολιτάρχης, μετακόμισε νέος από την Κάλυμνο στη Σητεία της Κρήτης, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα· παντρεύτηκε και δημιούργησε οικογένεια.
Μεταξύ των παιδών του και ο πατέρας του συγγραφέα, ο Μιχαήλ, ο οποίος, όντας πολύ ζωηρός και ατίθασος, αναγκάσθηκε να φύγει από την Κρήτη κυνηγημένος από τους Τούρκους.Πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου και ασχολήθηκε με την τυπογραφία·παντρεύτηκε, Κυκλαδίτισσα νομίζω, και από αυτό το γάμο γεννήθηκε το 1910 ο λογοτέχνης μας Γεώργιος Πολιτάρχης.
Μετά τα γεγονότα του 1922 και το διωγμό των Ἑλλήνων, η οικογένεια του Πολιτάρχη έφυγε από την Κωνστανινούπολη και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα· συγκεκριμένα στον Πειραιά.Γράφει ο Πολιτάρχης σε ένα ιδιόχειρο σημείωμά του: «…Φθάσαμε στον Πειραιά.Εκείνη την εποχή τα βαπόρια ξερνούσαν ανθρώπους καταστραμένους…Μείναμε στα Καρβουνιάρικα.Τα σχολεία κλειστά και γεμάτα πρόσφυγες .Γεμάτες οι αποθήκες του Τελωνείου,οι εκκλησιές.Ανάμεσα στις μπάλλες βαμβακιού,στην πλατφόρμα εις τον ηλεκτρικό Σταθμό κούρνιαζε η φτώχια της φαμίλιας της ξεριζωμένης…».
Τέλειωσε με χίλια ζόρια το Ἑλληνικό και το Γυμνάσιο και πολέμησε στην , όπου έλαβε μέρος σε τρεις μάχες (Δουτσικό,Σαμαρίνα Σμόλικα). «Στις περιπλανήσεις μου-γράφει-δούλεψα μεταφραστὴς,και δημοσιογράφος, άκουσα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, και τέλος γράφτηκα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.Εκεί φοίτησα ένα χρόνο, αρρώστησα και έφυγα.Μπήκα στο τυπογραφείο ακολουθώντας το επάγγελμα του πατέρα μου…εντάχθηκα στο ΕΑΜ, κυνηγήθηκα, εξορίσθηκα».
Απλός στη συναναστροφή του,λιγομίλητος,απέφευγε επιμελώς να μιλήσει για τον εαυτό του και το έργο του.Δε γνώριζα τίποτα για την άλλη του ιδιότητα, τη συγγραφική, ούτε και μου είχε κάμει ποτέ νύξη. Κάποια στιγμή και μετά από αρκετό χρονικό διάστημα της συνεργασίας μου στο τυπογραφείο-τότε έγραφα ένα πολύ δύσκολο τυπογραφικά βιβλίο και τον κούραζα πολύ με τα πολύ άσχημα γράμματά μου και τα δύσκολα μουσικά σύμβολα-παρά ταύτα με υπέμενε αγόγγυστα-, μου έδωσε με συστολή ένα βιβλιο του,τον «Εκδικητή»,να το διαβάσω και να του πω τη γνώμη μου.Πρόκειται για ένα μικρό βιβλίο που με εντυπωσίασε- σε αντίθεση με το μέγεθός του-το θαυμάσιο σε αίσθημα,φαντασία, περιγραφικότητα,απλότητα γραφής και μνήμες, περιεχόμενό του.Σας το συνιστώ, αν το βρείτε πουθενά, γιατί είναι εντελώς σπάνιο.Με αυτό το βιβλίο έκαμα την πρώτη μου γνωριμία με τον συγγραφέα Γεώργιο Πολιτάρχη.Ἀργότερα μου χάρισε ένα άλλο βιβλίο του.Μια εξαίρετη μυθιστορηματική βιογραφία -η καλύτερη που έχει γίνει μέχρι σήμερα-του περίφημου βυζαντινού αυτοκρατορικού πρωτοψάλτη και μαΐστορα του 12ου αιώνα, του Ιωάννη Κουκουζέλη.
Τέλειωσε η συνεργασία μας ,εγώ έφυγα από το κέντρο·χαθήκαμε.Μετά από χρόνια έμαθα για το θάνατό του.Σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Κύπρο,στις 31 Μαρτίου του 1987, σε ένα από τα ταξίδια και τις περιηγήσεις του που αγαπούσε και δεν άφηνε ευκαιρία να χαθεί.
Με αφορμή τον αδόκητο θάνατό του,το περιοδικό τέχνης και κριτικής « Σταθμοί» έκαμε ειδικό αφιέρωμα για τον Πολιτάρχη.Από εκεί,αλλά και από άλλες πηγές,από το οικογενειακό του περιβάλλον,καθώς και την εργογραφία του, όση μπόρεσα να συγκεντρώσω, είναι τα στοιχεία τα σχετικά με τη συγγραφική του δράση που θα σας παραθέσω στη συνέχεια.
Υπήρξε δραστήριο και εξέχον μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη της λογοτεχνίας,εξέδωσε αυτοτελή βιβλία,δημοσίευσε άρθρα και ποιήματα σε περιοδικά, ανθολογίες, εφημερίδες και εγκυκλοπαιδικά λεξικά. Έβγαλε μόνος του και μαζί με άλλους τα λογοτεχνικά περιοδικά: «Νέος Καλλιτέχνης», « Νέος Σταθμός», «Παναθήναια», «Λογοτεχνικό Δελτίο» και «Σταθμός».
Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1943 με το βιβλίο του « Ο κάθε ένας γράφει την ιστορία του»(1943) ,με το οποίο και ευθύς καθιερώθηκε.Ακολούθησαν πεζογραφήματα: « Ο νέος Βέρθερος» (1944), « Όταν θα ρθεί το καλοκαίρι»(1947), «Η κοιλάδα του ήλιου»(1950), « Στον απέραντο κόσμο»(1953), « Ο βράχος της σιωπής»(1953), « Ιωάννης Κουκουζέλης (1957και 1977), « Άνθρωποι και λιμάνια»(1960), « Βασανισμένα Χρόνια»(1974), «Ο Κουρσάρος»(1975), « Ο Εκδικητής»(1976), « Το μυστικό της νεκρής πολιτείας»(1978), «Δυνατοί και αδύνατοι»(1982), « Αφρική-η έρημος»(1986). Δοκίμια: «Σκέψεις απάνω στη αγροτική ποίηση»(1944), «Πρόσωπα και ιδέες»(1963), «Ποίηση και πεζογραφία του Μήτσου Κατσίνη»(1966), «Ποιητικές μορφές»(1970), « Υπατία»(1970), «Γιώργος, και Χρήστος Δελής»(1970), « Υμνογράφοι και μελωδοί»(1980).Λεξικό της ελληνικής λογοτεχνίας ( Α-ΑΨ). «Κριτικά δοκίμια» «28 Πορτραίτα λογοτεχνών» (1984), «Μνήμες Μικρασίας» (1984), «Μακρινή πορεία»(1985).Ταξιδιωτικά: «Γνώρισα τον Πειραιά»(1969).Παιδικά:« Το θαύμα των περιστεριών»(1974). Ποιητικά: «Ανοιχτή πόλη»(1978), «Μικρασία»(1979), «Οι κρουνοί του ουρανού»(1980), «Η παραβολή»(1981), «Ατελείωτο ταξίδι»(1983).
Για το έργο του βραβεύθηκε τρεις φορές με χρηματικό έπαθλο και έγραψαν κριτικές βασικοί κριτικοί και σχετικά δοκίμια και ποιήματά του έχουν ανθολογηθεί στα βιβλία των Μήτσου Κατσίνη,Λόλας Κοτσέτσου, Χρήστου Κουλούρη και σε Εγκυκλοπαίδειες.
Σύμφωνα με τη λογοτέχνη Μαίρη Μπουσμπουρέλη ο Γεώργιος Πολιτάρχης « διακρινόταν για την εργατικότητά του,τη σεμνότητά και τη μετριοφροσύνη του.Αθόρυβα ύφαινε ένα πλούσιο έργο,που απλώνονταν σ’ όλα τα είδη του λόγου.Καλλιέργησε αξιόλογα και την ποίηση και την πεζογραφία.Μας έδωσε γεμάτα έμπνευση μυθιστορήματα και διηγήματα.Ιστορικές μονογραφίες,δοκίμια».
Ο Γεώργιος Πολιτάρχης καταξιώθηκε, περνώντας μέσα από τις συμπληγάδες της αμείλικτης καθημερινής βιωτικής μέριμνας, και παλεύοντας μακριά από τα διάφορα κυκλώματα.Διαβάζουμε στο βιβλίο της Λούλας Κοτσέτσου « Πορτραίτα Λογοτεχνών μας 1986»,για τον Πολιτάρχη: « Ο Γιώργης Πολιτάρχης είναι παιδί του λαού.Εργατικός και ταπεινός κι’ ανοιχτόκαρδος. Όλο του το έργο πηγάζει απ’ το λαό. Απ’ το πλούσιο υλικό του έκαμε τη συγκομιδή του ο συγγραφέας σε καταστάσεις καταπιεστικές, σε αγωνιστικά άγχη επιβίωσης και επικράτησης. Και τα απέδωσε ωμά και ρεαλιστικά,αλλά και με ευαισθησία που σε συγκινεί βαθειά».
Πράγματι, ο Πολιτάρχης γνώρισε τον άνθρωπο του λαού-μέσα σ’ αυτόν και ο ίδιος-, τα πάθη του,τη μιζέρια και την εξαθλίωση του.Το λαό αυτό ο Πολιτάρχης τον θέλει -όπως γράφει ο ίδιος- « πεταλούδα ψυχή που ζητάει να πετάξει,μα που τα φτερά της βρίσκονται κολλημένα στο βούρκο κι αδυνατεί και σφαδάζει για να σκύψει τελειωτικά το κεφάλι και να πνιγεί μέσα κει».
Στις φράσεις αυτές βλέπουμε κάτι το καταθλιπτικό και αγχώδες,που, άλλωστε, χαρακτηρίζει και το όλο του έργο-,όμως, σαν γερός διηγηματογραφος που είναι κατορθώνει μέσα σε μικρές σκηνές να περικλείει κόσμους ολόκληρους και να σκιτσάρει τύπους με μαστορικάτη περιγραφή. Είναι εμφανές ότι ο Πολιτάρχης δε γράφει από μόνος του και για τον εαυτό του.Γράφει από το λαό και για το λαό.Λέει σε ένα σημείωμά του: « Ένα μ’ ενδιαφέρει.Να μιλήσει το έργο μου στο λαό,γιατί από εκείνον το εμπνεύστηκα και σ’ εκείνον το αφιερώνω».Παιδί του λαού όπως προανέφερθηκε,αλλά και πρόσφυγας ο ίδιος, ήταν φυσικό να σέρνει μαζί του καταβολές τραγικές, μνήμες άσβηστες από τον ξεριζωμό και από την προσπάθεια ενός ολόκληρου λαού να ξαναστηθεί στα πόδια του,μέσα σε ένα περιβάλλον εν πολλοίς «εχθρικό», εξαιτίας της απόλυτης φτωχειας, που αποτελούσε και το γενικό σκηνικό των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της εποχής εκείνης.Δε γινόταν να αντλήσει από πουθενά αλλού την έμπνευσή του,παρά μονο από αυτόν το λαό, τον « πάντα ευκολόπιστο και πάντα προδομένο...».Σταχυολογώ και λίγες άλλες γνώμες για το έργο του Πολιτάρχη:
«…Η σκέψη του φωτεινή και η ευαίσθητη ψυχή του,συνθετήρια κι αυτές στα χέρια των Μουσών συνθέτουνε το έργο του που τελεσφόρα μπορούν να σταθούν δίπλα σε άλλα έργα ,που δε γράφτηκαν από ροζιασμένα χέρια…Ο βαθύτατος σπαραγμός του ξεχώνεται σαν την αξιόπρεπη θλίψη και μελαγχολία του Καβάφη.Ταλέντο πηγαίο ο Γ.Μ.Πολιτάρχης δεν έχει παρά τη ζωή αστείρευτη Κασταλία των εντυπώσεών του» (Σάββας Παπαδόπουλος-‘Εφημ.των Εργατών’,1938). « Του Πολιτάρχη τα διηγήματα, έχουν ψυχή,λαϊκό χρώμα,ποιητική έξαρση»(Μιχ.Ροδής-εφημ. ‘Βήμα’,1943). « …Προχωρεί ο αφηγητής ;Μαζί του και ο αναγνώστης πειθαρχεί και ακολουθεί το ρυθμό που έχει ορίσει η ιδιοσυγκρασία και η τεχνική του πεζογράφου» (Πέτρος Χάρης-εφημ. ‘Ελευθερία’,1948). « Ένας συγγραφέας που τον βασάνισαν πολλά προβλήματα,που είναι οξύτατος στις παρατηρήσεις,που γνωρίζει έναν κόσμο» (Αλέξης Αργυρίου- περιοδ. ‘Ελεύθερα Γράμματα’,1949)».«Ο Πολιτάρχης ζωγραφίζει αδρά τους χαρακτήρες του. Κάθε πρόσωπό του έχει και την ατομικότητά του αν από μας γίνεται γνώριμο»(Άκης Θρύλος-περιοδ. ‘Ελληνοαγγλική Επιθεώρηση’,1970). « Στις σελίδες του Πολιτάρχη,σφίζει ο παλμός της ζωής» (εφημ. ‘Κοινωνική’ -Αδαμ.Παπαδήμος).
Τελειώνοντας και ως συμπέρασμα,βλέπουμε ότι ο Γεώργιος Πολιτάρχης υπήρξε ένας αξιολογότατος λογοτέχνης, που ίσως οι συγκυρίες δεν του επέτρεψαν να πετάξει στα ύψη που ήθελε και μπορούσε.Όμως η διεισδυτική του σκέψη και η άμεση επαφή του με την πραγματικότητα της δύσκολης εποχής που έζησε,τον οδήγησαν στην προπάθεια της ερμηνείας αυτής της πραγματικότητας και των προβλημάτων που δημιούργησε στο σύνολο της προπολεμικής μα και της μεταπολεμικής κοινωνικής και εθνικής ζωής μας,και της μεταφοράς τους στα διηγήματά και τα μυθιστορήματά του.Ίσως να μην πέτυχε να ολοκληρώσει ένα τέτοιο μεγάλο άθλο,αφού και άλλοι με μεγαλύτερες δυνάμεις δεν το κατόρθωσαν.Ωστόσο πέτυχε να φθάσει σε ένα από τα στρώματά της,μπόρεσε να σκάψει ένα συγκεκριμενο βάθος,να δει μια από τις όψεις του γενικότερου προβλήματος,μια από τις πολλές επιπτώσεις του.Αξίζει λοιπόν να τον γνωρίσουν μέσα από το πολύπλευρο λογοτεχνικό του έργο περισσότεροι Ελληνες και ιδιαίτερα περισσότεροι Δωδεκανήσιοι και μάλιστα οι στενότερα συμπατριώτες του, οι Καλύμνιοι.

Γεώργιος Ι.Χατζηθεοδώρου
Άρχων Μαϊστωρ Μ.τ.Χ.Ε.
 

ybulbu

Μπουλμπουτζής Ιωάννης
Περί του εν Θεσσαλονίκη τυπογράφου Χρήστου Νικολαΐδη αναφέρθηκα εδώ. Τα μεταφέρω και στο παρόν θέμα.

Κατά τον κ. Χαρίλαο Ταλιαδώρο, ήταν μαθητής του Φωκαέως (προφανώς του υιού του Φωκαέως). Κατά τον κ. Αστέριο Δεβρελή, επρόκειτο για μια ζωντανή μουσική εγκυκλοπαίδεια. Ο κ. Ταλιαδώρος πάλι, αναφερόμενος στο μέλος του «Τα πλήθη» που έχει στα βιβλία του, λέει ότι τη θέση «των πεπραγμένων μοι δεινών» που παραθέτει την πρωτοάκουσε από τον άνθρωπο αυτό.

Το τυπογραφείο του το ίδρυσε μεταξύ 1929 και 1934 (τουλάχιστον για τα βιβλία της μουσικής, καθώς αγνοώ άλλη τυπογραφική του δραστηριότητα). Η χρονολογία προκύπτει από το ότι αφορμή για να παραγγείλει τους μουσικούς τυπογραφικούς χαρακτήρες στάθηκε η παρακάτω παρατήρηση του Θεμιστοκλέους Γεωργιάδου στον πρόλογο του πονήματός του «Συλλογή Εκκλησιαστικών Ασμάτων» (1929):

«Θεωροῦμεν ἐπάναγκες ὅπως ζητήσωμεν συγγνώμην ἀπὸ τοὺς κ. κ. Συνδρομητὰς διότι δὲν ἠδυνήθημεν πλήρως νὰ ἀνταποκριθῶμεν εἰς τὴν ἐκτύπωσιν τοῦ ἔργου καθόσον ἠμποδίσθημεν ἐκ τῆς ἐλλείψεως ἐν Θεσ)νίκη Τυπογραφικῶν ἀναλόγων χαρακτήρων οὕτω δ' ἠναγκάσθημεν νὰ τὰ ἐκτυπώσωμεν διὰ πολυγράφου».

(Το έργο με τον πρόλογό του είχε ανεβεί στην ανάρτηση αυτή του Συλλόγου Ιεροψαλτών Χαλκιδικής, εντούτοις ο σύνδεσμος είναι πλέον νεκρός).

Δραστηριοποιήθηκε, λοιπόν, ο Χρήστος Νικολαΐδης και παρήγγειλε τυπογραφικούς χαρακτήρες, ίσως από τη Βενετία (αυτή την αίσθηση έχει ο κ. Δεβρελής), οπότε εξέδωσε με αυτούς το επόμενο πόνημα του Θεμιστοκλέους Γεωργιάδου, το «Νέον Δοξαστάριον» (1934).

Επόμενη γνωστή έκδοση του τυπογραφείου είναι τα έργα του Πρίγγου. Συγκεκριμένα, από εκεί βγήκαν από το 1952 κ.ε. όλα τα τεύχη της Μεγάλης Εβδομάδος του Άρχοντος, τα 16 πρώτα τεύχη του Δοξασταρίου και τα 4 τεύχη του Αναστασιματαρίου. Ίσως σε αυτό να συνετέλεσε ότι την επιμέλεια των κειμένων και της εκδόσεως την είχαν οι εν Θεσσαλονίκη μαθητές του Πρίγγου Αβραάμ Ευθυμιάδης και Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος. Τα υπόλοιπα τεύχη του Δοξασταρίου τα έβγαλε ο Βασίλειος Νικολαΐδης, ζώντος του δασκάλου, στην Κωνσταντινούπολη, σε άλλο τυπογραφείο, ενώ το Αναστασιματάριο συμπληρώθηκε μετά το θάνατο του Πρίγγου σε τυπογραφείο της Αθήνας.

Στο τυπογραφείο αυτό βγήκαν το 1955 τα δύο επίσημα έργα του Αθανασίου Παναγιωτίδη, το «Επίτομον Αναστασιματάριον» και η «Βυζαντινή Συμφωνία», δηλαδή το κείμενο της συναυλίας που έδωσε ο χορός του Δαμασκηνού υπό τον Παναγιωτίδη στο Βασιλικό Θέατρο. Αμφότερα βγήκαν με καταγραφή των μελών και επιμέλεια του κ. Αστερίου Δεβρελή. Πρόσφατα ήρθε στο φως και άλλη μια πάρτα συναυλίας του ιδίου χοράρχου από το τυπογραφείο αυτό, αγνώστου γραφέως (δεν ήταν ο κ. Δεβρελής), χρονολογούμενη κατ' εκτίμησιν περί το 1952 ή 1953.

Επόμενες γνωστές εκδόσεις είναι τα δύο πρώτα έργα του κ. Χαριλάου Ταλιαδώρου, η «Επίτομος Λειτουργία» (1964) και «Ο Ακάθιστος Ύμνος» (1966).

Τελευταίες εκδόσεις του πλέον υπερήλικος Χρήστου Νικολαΐδη ήταν τα πρώτα βιβλία του κ. Αστερίου Δεβρελή στη σειρά Πηδάλιον: το «Τριώδιον» (1967), «η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς» (1968), το «Πεντηκοστάριον» (1969), η «Θεία Λειτουργία» (1974), Δωδεκαήμερον (1978) και δεν ξέρω αν βγήκε και κανένα ακόμη. Βέβαια, για κάποια από τα τελευταία, επειδή ο Χρήστος Νικολαΐδης δεν μπορούσε να ασχοληθεί, αγόρασε ο δάσκαλος το κασελάκι με τους τυπογραφικούς χαρακτήρες και, χρησιμοποιώντας αυτούς, εξέδιδε τα βιβλία του με τυπογράφο το Μιλτιάδη Κατρανιά, αριστερό του Καραμάνη, ο οποίος έβγαζε και τα βιβλία του τελευταίου με άλλους χαρακτήρες. Δεν ξέρω, βέβαια, ποια είναι η ακριβής χρονική στιγμή που ο κ. Δεβρελής άλλαξε τυπογράφο και μάλλον κάποια από τα προαναφερθέντα έργα ήταν ήδη τυπωμένα από τον Κατρανιά.
 
Last edited by a moderator:

lagoudakis

Μιχαήλ Γ. Λαγουδάκης
Με αφορμή την αναφορά του ονόματος του τυπογράφου Γεωργίου Πολιτάρχη,παραθέτω ένα δημοσίευμα του Γ.Χατζηθεοδώρου,για τον εξαίρετο αυτό λογοτέχνη ...

"... Ἀργότερα μου χάρισε ένα άλλο βιβλίο του.Μια εξαίρετη μυθιστορηματική βιογραφία -η καλύτερη που έχει γίνει μέχρι σήμερα-του περίφημου βυζαντινού αυτοκρατορικού πρωτοψάλτη και μαΐστορα του 12ου αιώνα, του Ιωάννη Κουκουζέλη. ..."

Την παραπάνω μυθιστορηματική βιογραφία (και τις δύο εκδόσεις) μπορεί να την βρει κανείς στο Ψαλτολόγιο εδώ.
 
Top