Λύρα

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
...το αντηχείο, παλλόμενη μεμβράνη απο δέρμα, ξεχωρίζει τη λύρα. Αντιηχείο
τέτοιο έχει το μπάντζο.
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
πυξάρι ουδέτερο
(βοτανική) αειθαλής καλλωπιστικός θάμνος ή μικρό δέντρο (λατινικό όνομα Buxus sempervirens) με μικρά κίτρινα άνθη και σκουροπράσινα ωοειδή φύλλα

''Η προέλευση του πυξαριού χρονολογείται πολύ πριν από τη βιβλική εποχή. Εχουν ανακαλυφθεί απολιθωμένα φύλλα και καρποί πυξαριού που χρονολογούν 22 ½ εκατομμύρια χρόνια πριν. Στην Ελλάδα του πρώτου αιώνα π.Χ., οι κήποι στις κατοικίες πολλών εύπορων Ρωμαίων ήταν διακοσμημένοι με καλλιεργούμενες ποικιλίες πυξαριού. Τα φυτά συχνά διαμορφώνονταν σε "φυτικά γλυπτά", αφού κλαδεύονταν για να σχηματίσουν διάφορες φόρμες.''

''Το ξύλο του πυξαριού χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης. Είναι σφιχτό, με απαλά "νερά" (κυματοειδείς αποχρώσεις), ανθεκτικό, ομοιόμορφο, έχει μεγάλη ελαστικότητα και όταν στεγνώσει παρουσιάζει ελάχιστη συρρίκνωση. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν για να κατασκευάσουν όμορφες μπιζουτιέρες, χτένες, ξύλινα διακοσμητικά με ένθετες ψηφίδες (μαρκετερί), γλυπτά στολίδια, εργαλεία, πλακέτες, και αυλούς.''

''πυξίζειν 'είμαι κίτρινος σαν το ξύλο του πυξαριού (πύξος)' (ελληνιστ. και αργότερα)''
 

Attachments

  • 250px-Buxus_sempervirens_'Marginata'.jpg
    23.9 KB · Views: 38
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
πύξος, ἡ, box, Buxus sempervirens, Thphr.HP3.15.5, Arist.Mu. 401a3, Mir.831b23, etc. (Hom. only has Adj. πύξινος): prov., πύξον εἰς Κύτωρον ἤγαγες 'carry coals to Newcastle', Eust.88.3.
2. boxwood, IG42(1).102.45 (Epid., iv. B.C.), Nic.Al.579, Th.516.

πύξῐνος, η, ον, (πύξος) made of box-wood, ζυγόν Il.24.269; πλαισίω (dual) IG12.373.203; κλίνη Pl.Com.34; πόδες κλίνης PGrenf.1.14.7 (ii B.C., cf. 2p.211); ἁλία Archipp.13; φόρμιγξ Theoc.24.110; κτένα AP6.211 (Leon.).
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
''Ιδιαίτερα πολύτιμος θεωρείται ο έβενος (ebenus), ηεισαγωγή του οποίου γινόταν από τη Φοινίκη ή την Αίνυπτο, και γι' αυτό περιοριζόταν ηχρήση του σε έπιπλα και γλυπτές εργασίες. Για παρόμοιους σκοπούς χρησίμευε το ξύλο της πύξου (πυξάρι, buxus), το οποίοέφθανε από τη Συρία και την Κύπρο.''

''Η πύξος (πυξάρι, τσιμισίρι),ξύλο άσηπτο κατά τον Θεόφραστο, χρησιμοποιήθηκε γιαξυλολαβές εργαλείων, στρόφιγγες (στροφείς)και ευρέως από τους αρχαίους Έλληνεςκατά τις επιγραφές για θυρώματα,οροφές, φάλαγγες (κατρακύλια).''

Πύξου (πυξάρι, τσιμισίρι)

πτυχιακή εργασία

http://www.wfdt.teilar.gr/papers/ptyxiakes/Lada.pdf.
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
''Λίγο πριν ακόμα από ένα αιώνα ήταν ονομαστή η μουριά της Καλαβρίας, η λεγόμενη «συκαμινέα» κατά το βυζαντινό «συκάμινος», σκαμνιά στα μέρη μας. ...''
www.ageofimmortals.com/.../index.php?

''Η συκάμινος (σκαμνιά), το ξύλο της οποίας κατά τον Θεόφραστο, ¨μετά τακυπαριττινά και τα θυώδη (…) ασαπέστατον και ισχυρό άμα και εύεργον¨''
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
συκομουριά θηλυκό
(βοτανική) δέντρο του γένους Fica (λατινικό όνομα του είδους: Ficus sycomorus) με καρδιοειδή φύλλα που μοιάζουν με αυτά της μουριάς· κατάγεται από τη Αφρική και παράγει καρπούς που μοιάζουν με σύκα
 

Attachments

  • Sycomoros_old.jpg
    900.3 KB · Views: 1

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
..άκουσα πως στην Εκκλησία χρησιμοποιούν συκομορέα.
 

Attachments

  • zakxaios.jpg
    16.8 KB · Views: 31

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Κάτω απ’ τη γέρικη συκομουριά

τρελός ο αγέρας έπαιζε

με τα πουλιά με τα κλωνιά

και δε μας έκρενε…

ΑΓΙΑ ΝΑΠΑ Β’

ΑΝΟΙΞΗ 1156

Γ. Σεφέρη

''Στην Αγία Νάπα, στη νότια είσοδο του ομώνυμου Μοναστηριού της Παναγίας υπάρχουν δυο αιωνόβιες Συκομουριές, Ficus Sycomorus ή αλλιώς Τουμπεζιά. Η συκομουριά είναι δέντρο που κατάγεται από την Άπω Ανατολή και λέγεται πως έφθασε εδώ από εκείνους τους μοναχούς που έφεραν στα χρόνια του Ιουστινιανού, μέσα στα κούφια ραβδιά τους, τα αυγά του μεταξοσκώληκα . Εκείνοι έφεραν και μερικούς σπόρους Συκομουριάς. Οι δύο Τουμπεζιές της Αγίας Νάπας , λέει η παράδοση, φυτεύτηκαν στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και γύρω στα 1500 , από μια πλούσια κόρη από ενετική οικογένεια που, παρόλες τις πιέσεις της οικογένειάς της να παντρευτεί, ήρθε να καλογερέψει στο μοναστήρι. Η ενετή αυτή πρέπει να έζησε στη Μονή ως το τέλος της ζωής της και κατά την παράδοση πάντα , η σαρκοφάγος που βρίσκεται κοντά στην οκτάπλευρη φιάλη ( πέτρινη λεκάνη στην αυλή της Μονής για τον αγιασμό συνήθως ) είναι δική της.

Η μια συκομουριά έχει περίμετρο κορμού 7 μ. . ύψος 26 μ. και η ηλικία της υπολογίζεται στα 600 έτη. Πρόσφατα μάλιστα έγινε συντήρηση του δέντρου , αφαιρέθηκε το μπετόν από τον κορμό, καθαρίστηκαν οι κοιλότητες από το σαπισμένο ξύλο καθώς και οι άλλες πληγές, στη συνέχεια καλύφθηκαν οι επιφάνειες αυτές με ειδικά φάρμακα εντομοκτόνα , μυκητοκτόνα και τεχνητό φλοιό. Έγινε κλάδεμα των ξερών κλαδιών και στήριξη του κορμού με μεταλλικές ράβδους, επειδή το δέντρο κινδύνευε να σκιστεί λόγω της μεγάλης κουφάλας του κορμού. Μέσα στο έδαφος, γύρω από τον κορμό, τοποθετήθηκαν σωλήνες από τις οποίες το δέντρο θα αερίζεται , θα τρέφεται και θα λιπαίνεται.

Δυο άλλες αιωνόβιες Τουμπεζιές βρίσκονται μέσα στον περίβολο του εργοστασίου της ΚΕΟ στη Λεμεσό. Η μια έχει περιφέρεια κορμού 4,50 μ. και ύψος 18 μ. και η άλλη 5 μ. και 20 μ. αντίστοιχα. Συκομουριές υπάρχουν και σε άλλα μέρη της Κύπρου. Η Τουμπεζιά κάνει καρπούς , τα συκόμουρα ή τουμπέζια , τα οποία μοιάζουν με μικρά σύκα και είναι πολύ εύγευστα. Έχουν δε το εξής χαρακτηριστικό . Για να ωριμάσουν πρέπει να χαραχτούν λίγο με μαχαίρι ενώ βρίσκονται πάνω στο δέντρο, ύστερα από τρεις μέρες είναι ώριμα.''

http://vatopaidi.wordpress.com/2010/11/02/αιωνόβια-δέντρα-της-κύπρου/
 

Attachments

  • toumpezia-agias-napas.jpg
    39.8 KB · Views: 2
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Συκομουριά
(Λουκάς 19:4, Β' Χρονικών 1:15, 9:27)
Δέντρο ψηλό, του οποίου ο καρπός είναι όμοιος με μικρό σύκο και τα φύλλα της με της μουριάς. Υπήρχαν άφθονα στην Αίγυπτο και την Παλαιστίνη. Ο Ζακχαίος ανέβηκε σε συκομουριά προκειμένου να δει τον Ιησού.
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Η «γέρικη συκομουριά»
''ΑΝΑΦΟΡΕΣ στα αιωνόβια δέντρα της Κύπρου δε σώζονται μόνο στη θρησκευτική παράδοση και τις λαϊκές δοξασίες. Δέντρα που βρίσκονται κοντά σε αρχαία ερείπια, όπως το Μαχαίριον στο μεσαιωνικό κάστρο στο Κολόσσι, οι συκομουριές στο Μοναστήρι της Αγίας Νάπας, η 500ετής δρυς στον Πύργο της Ρήγαινας στον Ακάμα και η δάφνη στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα μεταξύ Άρσους και Ομόδους, ενέπνεαν δέος στους κατοίκους και τους περιηγητές. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη, «Αγία Νάπα Β’ - Άνοιξη 1156», από τη συλλογή του «Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ’». Στους στίχους, που έχουν μελοποιηθεί από το Νίκο Ξυλούρη, ο ποιητής εμπνεύστηκε από την ιστορική συκομουριά της Αγίας Νάπας, ένα είδος δέντρου και αιωνόβιο και ιερό σαν την ελιά, το οποίο αναφέρεται και στη Βίβλο. «Κάτω απ' τη γέρικη συκομουριά τρελός ο αγέρας έπαιζε με τα πουλιά, με τα κλωνιά και δε μας έκρενε. Ώρα καλή σου, ανάσα της ψυχής, ανοίξαμε τον κόρφο μας, έλα να μπεις, έλα να πιεις από τον πόθο μας. Κάτω απ' τη γέρικη συκομουριά ο αγέρας σκώθη κι έφυγε κατά τα κάστρα του βοριά και δε μας εγγιξε [...] Κάτω απ' τη γέρικη συκομουριά στεγνός ο αγέρας γύρισε· οσμίζουνταν παντού φλουριά και μας επούλησε». Σύμφωνα με την παράδοση, τις συκομουριές της Αγίας Νάπας είχε φυτέψει στα χρόνια της Φραγκοκρατίας η πλούσια κόρη μιας ενετικής οικογένειας, που αποσύρθηκε νέα στο Μοναστήρι. Λέγεται ότι η σαρκοφάγος στην αυλή της Μονής είναι δική της.''
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
δόναξ, (α) είδος μικρού λεπτού καλαμιού. Κομμάτια δόνακα χρησιμοποιούνταν μέσα στο ηχείο της λύρας για να υποβαστάζουν τη μεμβράνη (βλ. λύρα .): αυτός ο δόνακας ονομαζόταν δόναξ υπολύριος· Πολυδ. (IV, 62): "και δόνακα δέ τίνα υπολύριον οι κωμικοί ωνόμαζον, ως πάλαι αντί κεράτων υπότιθέμενον ταις λύραις" (και οι κωμικοί ονόμαζαν κάποιο δόνακα [καλάμι] υπολύριο, που τον παλιό καιρό τον τοποθετούσαν στις λύρες στη θέση των κεράτων).
Και ο Αριστοφάνης μιλά γι' αυτό στους Βατράχους (232-233): "ένεκα δόνακος, όν υπολύριον ένυδρον εν λίμναις τρέφω" (εξαιτίας του υπολύριου δόνακα, που τρέφω στα νερά των λιμνών).
(β) Το λεπτό καλάμι που, καθώς λέγεται, χρησίμευε για την κατασκευή συρίγγων . Ευστ. (Παρεκβολαί... 1165, 23): "και δοκούσιν εκ δονάκων μεν σύριγγες γίγνεσθαι, αυλοί δε εκ καλάμων". Από δόνακα γίνονταν και οι αυλητικές γλωσσίδες (βλ. λ. κάλαμος )· πρβ. Drachmann Schol. Pind. Carm. 12ος Πυθιόνικος (τόμ. II, σ. 268).
(γ) δόναξ λεγόταν και η σύριγγα ή ποιμενικός αυλός. Ιμέριος (Λόγοι 15, 674): "αυλοίς επηχών ή δόναξι" (παίζοντας αυλούς ή δόνακες). Αθήν. (Γ', 90D): "οι δέ σωλήνες... προς τινων δε αυλοί και δόνακες" (και οι σωλήνες... που μερικοί ονόμαζαν αυλούς και δόνακες).
Βλ. επίσης Ησ. στο λ. "δονάκων".

http://www.musipedia.gr/
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Aristophanes, Frogs

Διόνυσος
ἀλλ᾽ ἐξόλοισθ᾽ αὐτῷ κοάξ:
οὐδὲν γάρ ἐστ᾽ ἀλλ᾽ ἢ κοάξ.
Βάτραχοι
εἰκότως γ᾽ ὦ πολλὰ πράττων.
ἐμὲ γὰρ ἔστερξαν εὔλυροί τε Μοῦσαι
230καὶ κεροβάτας Πὰν ὁ καλαμόφθογγα παίζων:
προσεπιτέρπεται δ᾽ ὁ φορμικτὰς Ἀπόλλων,
ἕνεκα δόνακος, ὃν ὑπολύριον
ἔνυδρον ἐν λίμναις τρέφω.
235βρεκεκεκὲξ κοάξ κοάξ.
Διόνυσος
ἐγὼ δὲ φλυκταίνας γ᾽ ἔχω,
χὠ πρωκτὸς ἰδίει πάλαι,
κᾆτ᾽ αὐτίκ᾽ ἐκκύψας ἐρεῖ—
Βάτραχοι
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
Διόνυσος
240ἀλλ᾽ ὦ φιλῳδὸν γένος
παύσασθε.
Βάτραχοι
μᾶλλον μὲν οὖν
φθεγξόμεσθ᾽, εἰ δή ποτ᾽ εὐηλίοις
ἐν ἁμέραισιν
ἡλάμεσθα διὰ κυπείρου
καὶ φλέω, χαίροντες ᾠδῆς
245πολυκολύμβοισι μέλεσιν,
ἢ Διὸς φεύγοντες ὄμβρον
ἔνυδρον ἐν βυθῷ χορείαν
αἰόλαν ἐφθεγξάμεσθα
πομφολυγοπαφλάσμασιν.
Διόνυσος
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
τουτὶ παρ᾽ ὑμῶν λαμβάνω.
Βάτραχοι
δεινά τἄρα πεισόμεσθα.
Διόνυσος
δεινότερα δ᾽ ἔγωγ᾽, ἐλαύνων
255εἰ διαρραγήσομαι.
Βάτραχοι
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
Διόνυσος
οἰμώζετ᾽: οὐ γάρ μοι μέλει.
Βάτραχοι
ἀλλὰ μὴν κεκραξόμεσθά γ᾽
ὁπόσον ἡ φάρυξ ἂν ἡμῶν
260χανδάνῃ δι᾽ ἡμέρας.
Διόνυσος
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
τούτῳ γὰρ οὐ νικήσετε.
Βάτραχοι
οὐδὲ μὴν ἡμᾶς σὺ πάντως.
Διόνυσος
οὐδὲ μὴν ὑμεῖς γ᾽ ἐμὲ
οὐδέποτε: κεκράξομαι γὰρ
265κἂν δέῃ δι᾽ ἡμέρας
<βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ,>
ἕως ἂν ὑμῶν ἐπικρατήσω τῷ κοάξ,
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.

Aristophanes. Aristophanes Comoediae, ed. F.W. Hall and W.M. Geldart, vol. 2. F.W. Hall and W.M. Geldart. Oxford. Clarendon Press, Oxford. 1907.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Aristoph.+Frogs+232&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0031
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
[''Πολυδ. (IV, 62): "και δόνακα δέ τίνα υπολύριον οι κωμικοί ωνόμαζον, ως πάλαι αντί κεράτων υπότιθέμενον ταις λύραις" (και οι κωμικοί ονόμαζαν κάποιο δόνακα [καλάμι] υπολύριο, που τον παλιό καιρό τον τοποθετούσαν στις λύρες στη θέση των κεράτων).'']

Pollux, Onomasticon

Πολυδ., IV, 62

http://www.archive.org/stream/onomas.../n307/mode/1up
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
δόναξ
LSJ

δόναξ , α^κος, o(, poet. gen. δούνακος AP (v. infr.), dat.
A. “δώνακι” Theoc. (v. infr.): (δονέω, 'a reed shaken with the wind'):—pole-reed, Arundo Donax, smaller than the κάλαμος (Eust.Il.1165.23), Il.10.467, Od. 14.474, Thphr.HP4.11.11, etc.; δόνακες καλάμοιο reed-stalks, h.Merc. 47.
2. bed of reeds, App.BC3.67, al.
II. anything made of reed,
1. shaft of an arrow, Il.11.584.
2. shepherd's pipe, Pi. P.12.25 (pl.), A.Pr.574 (lyr.), Theoc.20.29.
3. fishing-rod or limed reed, AP7.702 (Apollonid.).
4. bridge of the lyre, Ar.Ra. 232.
III. shell-fish, = σωλήν, Diph.Siph. ap. Ath.3.90d.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/...=u(/po#lexicon
 

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
δύο ερμηνείες:

1)δόνακα [καλάμι] υπολύριο, που τον παλιό καιρό τον τοποθετούσαν στις λύρες στη θέση των κεράτων

2)δόνακα χρησιμοποιούνταν μέσα στο ηχείο της λύρας για να υποβαστάζουν τη μεμβράνη

[Ύµνο στον Ερµή : τοποθέτηση δόνακα (''πῆξε δ᾽ ἄρ᾽ ἐν μέτροισι ταμὼν δόνακας καλάμοιο'' ) μέσα στο καβούκι .

Αμηχανία. Τι ρόλο παίζει το δόνακα [καλάμι] υπολύριο;

Μια πρόταση:

"Οι βραχίονες αυτοί στηρίζονταν σταθερά στο επάνω άκρο του οστράκου όντας σφηνωμένοι κάτω από την καλαμένια ράβδο, η οποία σχημάτιζε στην περίπτωση μίας αργίτικης λύρας (6ος -5ος αι.) δύο τόξα που τέμνονταν στις ορθές γωνίες και κατευθύνονταν προς τους μεγαλύτερους ή μικρότερους άξονες της ωοειδούς μορφής του οστράκου.''

μίας αργίτικης λύρας (6ος -5ος αι.) ;

http://www.tmth.edu.gr/aet/thematic_areas/p303.html
 
Last edited:

Zambelis Spyros

Παλαιό Μέλος
Ζυγός
(αρσ.) και [ζυγόν] (ουδ.)· το εγκάρσιο ξύλο που ένωνε στο πάνω μέρος τα δύο κέρατα ή πήχεις της κιθάρας, λύρας, φόρμιγγας κτλ. Το ζυγόν είχε σχήμα σχεδόν κυλινδρικό και ήταν κατασκευασμένο από πυξάρι. Επάνω του στερεώνονταν οι κόλλαβοι (ή κόλλοπες, κλειδιά), που χρησίμευαν στο τέντωμα και το κούρδισμα των χορδών. Βλ. λ. λύρα.

Πήχυς
βραχίονας, στον πληθ. πήχεις· οι δύο βραχίονες της λύρας και της κιθάρας που στερεώνονταν επάνω στο ηχείο. Οι πήχεις της λύρας κατασκευάζονταν συνήθως από κέρατο άγριας κατσίκας, στους κλασικούς χρόνους και από ξύλο· ήταν ελαφροί και λιγάκι κυρτοί (καμπυλωτοί). Της κιθάρας ήταν ξύλινοι και πιο συμπαγείς. Οι πήχεις στερεώνονταν ελαφρά στο επάνω άκρο τους, στο ζυγόν· ονομάζονταν και κέρατα. Πρβ. Πολυδ. IV, 62.


Σόλωνας Μιχαηλίδης, Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 1999
 
Top