Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής

[''Πλούτ. (Περί μουσ. 1137Β, 18): "πολυχορδία και ποικιλία" (χρήση πολλών χορδών [φθόγγων] και ποικιλία).'']

PLUTARQUE
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Πλούτ., Περί μουσ. 1137Β, 18

ΧΙ. (168) Καὶ οἱ παλαιοὶ δὲ πάντες, οὐκ ἀπείρως ἔχοντες πασῶν τῶν ἁρμονιῶν, ἐνίαις ἐχρήσαντο. (169) Οὐ γὰρ ἡ ἄγνοια τῆς τοιαύτης στενοχωρίας καὶ ὀλιγοχορδίας αὐτοῖς αἰτία γεγένηται, οὐδὲ δι΄ ἄγνοιαν οἱ περὶ Ὄλυμπον καὶ Τέρπανδρον καὶ οἱ ἀκολουθήσαντες τῇ τούτων προαιρέσει περιεῖλον τὴν πολυχορδίαν τε καὶ ποικιλίαν. (170) Μαρτυρεῖ γοῦν τὰ Ὀλύμπου τε καὶ Τερπάνδρου ποιήματα καὶ τῶν τούτοις ὁμοιοτρόπων πάντων· (171) τρίχορδα γὰρ ὄντα καὶ ἁπλᾶ, διαφέρει τῶν ποικίλων καὶ πολυχόρδων, ὡς μηδένα δύνασθαι μιμήσασθαι τὸν Ὀλύμπου τρόπον, ὑστερίζειν δὲ τού〈του〉 τοὺς ἐν τῷ πολυχόρδῳ τε καὶ πολυτρόπῳ καταγιγνομένους.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm
 
πολεμικόν, (α) είδος αύλησης πολεμικού χαρακτήρα. Το πολεμικό περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυλήσεων του Αλεξανδρινού λεξικογράφου Τρύφωνα. Βλ. τον πλήρη κατάλογο στο λ. αύλησις .
(β) σάλπισμα. Ξενοφ. (Ανάβασις Δ', 3, 29): "επειδάν... ο σαλπικτής σημήνη το πολεμικόν" (όταν... ο σαλπιγκτής παίξει το πολεμικό σάλπισμα).

http://www.musipedia.gr/
 
πολεμικόν, (α) είδος αύλησης πολεμικού χαρακτήρα. Το πολεμικό περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυλήσεων του Αλεξανδρινού λεξικογράφου Τρύφωνα. Βλ. τον πλήρη κατάλογο στο λ. αύλησις .
(β) σάλπισμα. Ξενοφ. (Ανάβασις Δ', 3, 29): "επειδάν... ο σαλπικτής σημήνη το πολεμικόν" (όταν... ο σαλπιγκτής παίξει το πολεμικό σάλπισμα).

http://www.musipedia.gr/
 
[''Το πολεμικό περιλαμβάνεται στον κατάλογο αυλήσεων του Αλεξανδρινού λεξικογράφου Τρύφωνα'']

Τρύφων
Περί ονομασιών

Αὐλήσεων δ᾽ εἰσὶν
ὀνομασίαι, ὥς φησι Τρύφων ἐν δευτέρῳ ὀνομασιῶν, αἵδε·
κῶμος, βουκολιασμός, γίγγρας, τετράκωμος, ἐπίφαλλος, χορεῖος,
καλλίνικος, πολεμικόν, ἡδύκωμος, σικυννοτύρβη, θυροκοπικόν,
τὸ δ᾽ αὐτὸ καὶ κρουσίθυρον, κνισμός, μόθων. ταῦτα δὲ πάντα
μετ᾽ ὀρχήσεως ηὐλεῖτο.
 
[''Ξενοφ. (Ανάβασις Δ', 3, 29): "επειδάν... ο σαλπικτής σημήνη το πολεμικόν" (όταν... ο σαλπιγκτής παίξει το πολεμικό σάλπισμα).'']

Xenophon, Anabasis
Xen. Anab. 4.3.29

Ξενοφ.,Ανάβασις Δ', 3, 29


[29] τοῖς δὲ παρ᾽ ἑαυτῷ παρήγγειλεν, ἐπειδὰν σφενδόνη ἐξικνῆται καὶ ἀσπὶς ψοφῇ, παιανίσαντας θεῖν εἰς τοὺς πολεμίους, ἐπειδὰν δ᾽ ἀναστρέψωσιν οἱ πολέμιοι καὶ ἐκ τοῦ ποταμοῦ ὁ σαλπικτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν, ἀναστρέψαντας ἐπὶ δόρυ ἡγεῖσθαι μὲν τοὺς οὐραγούς, θεῖν δὲ πάντας καὶ διαβαίνειν ὅτι τάχιστα ᾗ ἕκαστος τὴν τάξιν εἶχεν, ὡς μὴ ἐμποδίζειν ἀλλήλους: ὅτι οὗτος ἄριστος ἔσοιτο ὃς ἂν πρῶτος ἐν τῷ πέραν γένηται.

Xenophon. Xenophontis opera omnia, vol. 3. Oxford, Clarendon Press. 1904 (repr. 1961).

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Xen.+Anab.+4.3.29&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0201
 
πολυαρμόνιον, όργανον· όργανο ικανό να δώσει πολλές και διάφορες αρμονίες· πάνω στο οποίο μπορούν να παιχθούν πολλές αρμονίες. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε από τον Πλάτωνα στην Πολιτεία (Γ', 399D), μαζί με τον όρο πολύχορδα: "πολυαρμόνια και πολύχορδα".

http://www.musipedia.gr/
 
[''Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε από τον Πλάτωνα στην Πολιτεία (Γ', 399D), μαζί με τον όρο πολύχορδα: "πολυαρμόνια και πολύχορδα".'']

Plato, Republic
Plat. Rep. 3.399d

Πλάτων, Πολιτεία Γ', 399D

[399δ] πολύχορδα καὶ πολυαρμόνια, δημιουργοὺς οὐ θρέψομεν.
οὐ φαινόμεθα.

τί δέ; αὐλοποιοὺς ἢ αὐλητὰς παραδέξῃ εἰς τὴν πόλιν; ἢ οὐ τοῦτο πολυχορδότατον, καὶ αὐτὰ τὰ παναρμόνια αὐλοῦ τυγχάνει ὄντα μίμημα;

δῆλα δή, ἦ δ᾽ ὅς.

λύρα δή σοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ κιθάρα λείπεται [καὶ] κατὰ πόλιν χρήσιμα: καὶ αὖ κατ᾽ ἀγροὺς τοῖς νομεῦσι σῦριγξ ἄν τις εἴη.

ὡς γοῦν, ἔφη, ὁ λόγος ἡμῖν σημαίνει.

Plato. Platonis Opera, ed. John Burnet. Oxford University Press. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Plat.+Rep.+3.399d&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0167
 
πολύχορδον, όργανον· όργανο που έχει πολλές χορδές. Ο όρος χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του οργάνου που παράγει πολλούς ήχους, όπως πολύφωνος · κατ' επέκταση και στον αυλό· πολύχορδος αυλός· αυλός που παράγει πολλούς φθόγγους (βλ. λ. χορδή ).
Στην κατηγορία των πολύχορδων οργάνων ανήκαν τα όργανα της οικογένειας του ψαλτηρίου , συγκεκριμένα η μάγαδις, η πήκτις, ο φοίνιξ ή φοινίκιον, η σαμβύκη και άλλα.
Πρβ. Πλάτων Πολιτ. Γ', 399D· επίσης, λ. έγχορδα

http://www.musipedia.gr/
 
Plato, Republic
Plat. Rep. 3.399d

Πλάτων, Πολιτεία Γ', 399D

[399δ] πολύχορδα καὶ πολυαρμόνια, δημιουργοὺς οὐ θρέψομεν.
οὐ φαινόμεθα.

τί δέ; αὐλοποιοὺς ἢ αὐλητὰς παραδέξῃ εἰς τὴν πόλιν; ἢ οὐ τοῦτο πολυχορδότατον, καὶ αὐτὰ τὰ παναρμόνια αὐλοῦ τυγχάνει ὄντα μίμημα;

δῆλα δή, ἦ δ᾽ ὅς.

λύρα δή σοι, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ κιθάρα λείπεται [καὶ] κατὰ πόλιν χρήσιμα: καὶ αὖ κατ᾽ ἀγροὺς τοῖς νομεῦσι σῦριγξ ἄν τις εἴη.

ὡς γοῦν, ἔφη, ὁ λόγος ἡμῖν σημαίνει.

Plato. Platonis Opera, ed. John Burnet. Oxford University Press. 1903.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/...t:1999.01.0167
 
Πορφύριος, (232/233 Τύρος-304/305 μ.Χ. Ρώμη;)· το αρχικό του όνομα ήταν Μάλχος (στα αραβικά Malik=βασιλιάς). Ο δάσκαλός του όμως, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Γάιος Κάσσιος Λογγίνος, μετέβαλε το ονομά του σε Πορφύριος (μεταφορικά βασιλικός). Ο Πορφύριος ήταν ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της Αλεξανδρινής Νεοπλατωνικής Σχολής. Έμεινε λίγο καιρό στη Σικελία και στη Ρώμη και έγραψε πολλά φιλοσοφικά, ιστορικά, μαθηματικά και άλλα έργα.
Τη συμβολή του στη μελέτη της μουσικής αποτελούν τα Σχόλιά του στα Αρμονικά του Πτολεμαίου· το έργο αυτό δημοσιεύτηκε από τον Johannes Wallis, με λατινική μετάφραση, στον τρίτο τόμο των Μαθηματικών Έργων του (Opera Mathematica, Οξφόρδη 1699· Porphyrii Commentarius, σσ. 189-355), και από τον Ingemar During, με γερμανική μετάφραση (Porphyrios Kommentar zur Harmonielehre des Ptolemaios, Goteborg 1932).
Από μερικούς μελετητές ο Πορφύριος θεωρείται ως ο συγγραφέας των πρώτων τεσσάρων κεφαλαίων του Πρώτου Βιβλίου· το υπόλοιπο αποδίδεται στον Πάππο τον Αλεξανδρινό.

http://www.musipedia.gr/
 
πους, η κύρια ρυθμική μονάδα, αποτελούμενη από δύο ή περισσότερες συλλαβές ή χρόνους. Οι συλλαβές ή χρόνοι μπορούν να συνδυαστούν, κατά τον Βακχείο (Εισαγ. 96), με τέσσερις τρόπους: (α) βραχύς με βραχύ (U U), (β) μακρός με μακρό (- -), (γ) μακρός με βραχύ (- U) και (δ) άλογος με μακρό (άλογος μακρώ, U | -). Δύο τέτοιες συλλαβές (ή χρόνοι) αποτελούν ένα δισύλλαβο πόδα· δισύλλαβοι πόδες ήταν ο ίαμβος


(U -), ο δίβραχυς (U U), ονομαζόμενος και ηγεμών ή πυρρίχιος, ο σπονδείος

(- -) ο τροχαίος
(- U), ονομαζόμενος και χορείος. Τρισύλλαβοι πόδες ήταν ο ανάπαιστος (U U -), ο δάκτυλος

(- U U), ο αμφίβραχυς (U - U), ο αμφίμακρος ή κρητικός (- U -). Τετρασύλλαβοι πόδες ήταν ο παιών (με τα διάφορα είδη του, - U U U, U - U U, U U - U, U U U -), ο βακχείος (- U U -), ο ιωνικός (- - U U).
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις οι πόδες αποτελούνται από απλούς χρόνους (χρόνος δίσημος, τρίσημος, τετράσημος).
Ο Βακχείος και ο Αριστείδης ονομάζουν τους πόδες ρυθμούς· ο Βακχείος (§ 100) απαριθμεί δέκα, από τους οποίους οι έξι είναι απλοί (ηγεμών, ίαμβος, χορείος, ανάπαιστος, όρθιος [από άλογη άρση και μακρά θέση, U ¦ -] και σπονδείος) και οι τέσσερις σύνθετοι (παιάν [παιών ], βακχείος, δόχμιος [σύνθετος από ίαμβο, ανάπαιστο και παίωνα] και ενόπλιος [σύνθετος από ίαμβο, ηγεμόνα, χορείο και ίαμβο]).
Οι πόδες, ανάλογα με το μήκος των συλλαβών που πλέκονται μαζί, μπορεί να αποτελούν διμερή ή τριμερή ρυθμό. Ο Αριστείδης (Περί μουσ. Mb 36 κε.) διακρίνει απλούς και σύνθετους ρυθμούς. Οι απλοί ρυθμοί διακρίνονται: (1) σε απλούς διμερείς (δακτυλικό γένος), που είναι: (α) ο ηγεμών ή προκελευσματικός (U U), (β) ο προκελευσματικός διπλούς (U U U U), (γ) ο δάκτυλος ή ανάπαιστος από μείζονος (- U U), (ο) ο ανάπαιστος από ελάσσονος (U U -), (ε) ο σπονδείος απλούς (- -) και (ζ) ο σπονδείος μείζων ή διπλούς (U U U U ¦ U U U U )· (2) σε απλούς τριμερείς, που είναι: (α) ο ίαμβος (U-), (β) ο τροχαίος (- U), (γ) ο όρθιος (άλογος άρσις, U ¦ -) και (δ) ο τροχαίος σημαντός (- ¦ U, ή το αντίθετο του ορθίου)· (3) σε απλούς τετραμερείς, που είναι: (α) ο παίων διάγυιος (- u -) και (β) ο παίων επιβατός (- ¦ - - - -).
Σύνθετοι ρυθμοί είναι: (α) εκείνοι που αποτελούνται από μια συζυγία δύο απλών διμερών ρυθμών, (β) εκείνοι που είναι σύνθετοι από μια συζυγία δύο απλών τριμερών ρυθμών και (γ) εκείνοι που αποτελούνται από μια συζυγία δύο απλών ρυθμών διαφορετικού γένους. Περισσότερες λεπτομέρειες υπάρχουν στο έργο του Αριστείδη Περί μουσικής XIV-XVIII, 34-42 Mb, 33-39 R.P.W.-I.

Για βιβλιογραφία βλ. στο λ. ρυθμός.

http://www.musipedia.gr/
 
[''πους, η κύρια ρυθμική μονάδα, αποτελούμενη από δύο ή περισσότερες συλλαβές ή χρόνους. Οι συλλαβές ή χρόνοι μπορούν να συνδυαστούν, κατά τον Βακχείο (Εισαγ. 96), με τέσσερις τρόπους: (α) βραχύς με βραχύ (U U), (β) μακρός με μακρό (- -), (γ) μακρός με βραχύ (- U) και (δ) άλογος με μακρό (άλογος μακρώ, U | -).'']

Βακχείο, Εισαγ. 96

http://www.archive.org/stream/musiciscriptore01jangoog#page/n415/mode/1up
 

Attachments

  • musiciscriptore01jangoog_0416.jpg
    114.4 KB · Views: 1
[''Ο Βακχείος και ο Αριστείδης ονομάζουν τους πόδες ρυθμούς· ο Βακχείος (§ 100) απαριθμεί δέκα, από τους οποίους οι έξι είναι απλοί (ηγεμών, ίαμβος, χορείος, ανάπαιστος, όρθιος [από άλογη άρση και μακρά θέση, U ¦ -] και σπονδείος) και οι τέσσερις σύνθετοι (παιάν [παιών ], βακχείος, δόχμιος [σύνθετος από ίαμβο, ανάπαιστο και παίωνα] και ενόπλιος [σύνθετος από ίαμβο, ηγεμόνα, χορείο και ίαμβο]).'']

Βακχείος § 100

http://www.archive.org/stream/musiciscriptore01jangoog#page/n416/mode/1up
 

Attachments

  • musiciscriptore01jangoog_0416 (1).jpg
    114.4 KB · Views: 1
  • musiciscriptore01jangoog_0417.jpg
    111.6 KB · Views: 1
[''Ο Αριστείδης (Περί μουσ. Mb 36 κε.) διακρίνει απλούς και σύνθετους ρυθμούς. Οι απλοί ρυθμοί διακρίνονται: (1) σε απλούς διμερείς (δακτυλικό γένος), που είναι: (α) ο ηγεμών ή προκελευσματικός (U U), (β) ο προκελευσματικός διπλούς (U U U U), (γ) ο δάκτυλος ή ανάπαιστος από μείζονος (- U U), (ο) ο ανάπαιστος από ελάσσονος (U U -), (ε) ο σπονδείος απλούς (- -) και (ζ) ο σπονδείος μείζων ή διπλούς (U U U U ¦ U U U U )· (2) σε απλούς τριμερείς, που είναι: (α) ο ίαμβος (U-), (β) ο τροχαίος (- U), (γ) ο όρθιος (άλογος άρσις, U ¦ -) και (δ) ο τροχαίος σημαντός (- ¦ U, ή το αντίθετο του ορθίου)· (3) σε απλούς τετραμερείς, που είναι: (α) ο παίων διάγυιος (- u -) και (β) ο παίων επιβατός (- ¦ - - - -).
Σύνθετοι ρυθμοί είναι: (α) εκείνοι που αποτελούνται από μια συζυγία δύο απλών διμερών ρυθμών, (β) εκείνοι που είναι σύνθετοι από μια συζυγία δύο απλών τριμερών ρυθμών και (γ) εκείνοι που αποτελούνται από μια συζυγία δύο απλών ρυθμών διαφορετικού γένους. Περισσότερες λεπτομέρειες υπάρχουν στο έργο του Αριστείδη Περί μουσικής XIV-XVIII, 34-42 Mb, 33-39 R.P.W.-I.'']

ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΚΟΙΝΤΙΛΙΑΝΟΥ
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΝ

Αριστείδη Περί μουσικής XIV-XVIII, 34-42 Mb, 33-39 R.P.W.-I

εἰ δὲ ἐν ποδικῷ σχήματι, καὶ
τὴν ἑξῆς προσληπτέον πρὸς ἐντελῆ γνῶσιν τῆς τοῦ ποδὸς
ἐπισκέψεως. αὐτίκα παντὸς μέτρου τὴν τελευταίαν ἀδιά-
φορον ἀποφαινόμεθα μηδεμιᾶς αὐτῇ συλλαβῆς ἐπιφερο-
μένης δι᾽ ἧς ἀφωρισμένως ἑνὸς μεγέθους αὐτὴν ἂν εἰπεῖν
προσήκοι.
Τούτων δὴ συντιθεμένων ἀλλήλαις γίνονται
πόδες, παρ᾽ ὃ καὶ συστήματα συλλαβῶν εἴρηται. δύο μὲν
οὖν συντεθεισῶν γίνονται τέσσαρες _ἢ γὰρ ἄμφω βραχείας
ἔχων γίνεται πυρρίχιος, ὁ καὶ παρίαμβος, ἢ μακρὰς σπον-
δεῖος, ἢ βραχεῖαν καθηγουμένην, ἑπομένην δὲ μακρὰν
ἴαμβος, ἢ ἐναντίως τροχαῖο_ς, τριῶν δὲ συγκειμένων ὀκτώ
_ἢ γὰρ τὰς τρεῖς βραχείας ἔχει καὶ ποιεῖ χορεῖον, ἢ τὰς
τρεῖς μακρὰς καὶ ποιεῖ μολοσσόν, ἀπὸ ἔθνους οὕτω προς-
αγορευόμενον, ἢ μίαν μακράν, τὰς δὲ λοιπὰς βραχείας
κατὰ τὰς τρεῖς χώρας καὶ ποιεῖ δάκτυλον ἀμφίβραχυν
ἀνάπαιστον, ἢ μίαν βραχεῖαν καὶ δύο μακρὰς ἀμοιβαδὶς
καὶ γίνεται βακχεῖος ἀμφίμακρος παλιμβάκχειο_ς. τεσσά-
ρων δὲ συλλαβῶν ἐκτεθεισῶν γίνονται πόδες δεκαέξ, οὓς
δυνατὸν διὰ τῶν ὁμοίων θεωρεῖν μεθόδων· ἢ γὰρ τέσσαρας
ἔχων βραχείας καλεῖται προκελευσματικός, ἢ τέσσαρας
μακρὰς δισπόνδειος, ἢ δύο βραχείας ἡγουμένας ἔχων, δύο
δὲ μακρὰς ἑπομένας ἰωνικὸς ἀπ᾽ ἐλάσσονος, ἢ ἐναντίως
ἐσχηματισμένος ἀπὸ μείζονος, ἢ περιεχούσας ἔχων τὰς
μακράς, ἐν μέσῳ δὲ τὰς βραχείας χορίαμβος, ἢ ἐναντίως
ἔχων ἀντίσπαστος, ἢ τὰς μὲν μακρὰς ἐν περιτταῖς ἔχων
χώραις, τὰς δὲ βραχείας ἐν ταῖς ἀρτίοις διτρόχαιος, ἢ
ἐναντίως ἔχων διίαμβος - ἢ μίαν μὲν μακρὰν ἔχων, τὰς
δὲ λοιπὰς βραχείας παίωνας ποιεῖ τέσσαρας, ἀπὸ τοῦ τό-
που τῆς μακρᾶς τὴν ὀνομασίαν λαμβάνοντας, τὸν μὲν πρώ-
την ἔχοντα πρῶτον, τὸν δὲ δευτέραν δεύτερον καὶ τοὺς
ἑξῆς ἀνάλογον· εἰ δὲ μίαν μὲν ἔχοι βραχεῖαν, τὰς δὲ λοιπὰς
μακράς, τοὺς ἐπιτρίτους ἀποτελεῖ, ἀπὸ τῆς χώρας ἐν ᾗ
τίθεμεν τὴν βραχεῖαν κατὰ ταὐτὰ τοῖς παίωσι τὴν ὀνο-
μασίαν λαμβάνοντας. _ἐπίτριτον δὲ καλεῖται τὸ σχῆμα,
ἐπεὶ συνέστηκεν ἐκ ποδῶν λόγον ἐχόντων ἐπίτριτον ὃν
ἔχει τέσσαρα πρὸς τρία· ὁ μὲν γὰρ τῶν δισυλλάβων ἐν
αὐτῷ τρίσημος, ὁ δὲ τετράσημο_ς. τούτων πάλιν συντιθε-
μένων γίνονται πόδες δισυλλάβων μὲν καὶ τρισυλλάβων
πεντασύλλαβοι λβ, τῶν δὲ τρισυλλάβων ἀλλήλοις παρα-
τιθεμένων ἑξασύλλαβοι ξδ, οὓς καὶ μετρικὰς προσαγο-
ρεύουσι συζυγίας· μέχρι γὰρ ἑξάδος ηὐξήθη συλλαβή τε
καὶ ποὺς καὶ μέτρον διὰ τὴν τοῦ ἀριθμοῦ τελειότητα καὶ
τὸ περιέχεσθαι πάντας ἐν αὐτῷ τοὺς τῆς συμφωνίας λόγους.
Ἐκ δὴ τῶν ποδῶν συνίστανται τὰ μέτρα. μέτρον
μὲν οὖν ἐστι σύστημα ποδῶν ἐξ ἀνομοίων συλλαβῶν συγκει-
μένων ἐπὶ μῆκος σύμμετρον· διαφέρειν δὲ τοῦ ῥυθμοῦ φασιν
οἱ μὲν ὡς μέρος ὅλου _τομὴν γὰρ ῥυθμοῦ φασιν αὐτό, παρ᾽ ὃ
καὶ μέτρον εἰρῆσθαι διὰ τὸ μείρειν, ὃ σημαίνει μερίζειν_, οἱ
δὲ κατὰ τὴν ὕλην· τῶν γὰρ γινομένων ἐκ δυεῖν ἀνομοίων
τοὐλάχιστον γεννωμένων τὸν μὲν ῥυθμὸν ἐν ἄρσει καὶ
θέσει τὴν οὐσίαν ἔχειν, τὸ δὲ μέτρον ἐν συλλαβαῖς καὶ
τῇ τούτων ἀνομοιότητι· ταύτῃ τοι ῥυθμὸν μὲν συνίστα-
σθαι καὶ διὰ τῶν ὁμοίων συλλαβῶν καὶ διὰ τῶν ἀντιθέτων
ποδῶν, μέτρον δὲ διὰ μὲν τῶν πάσας ὁμοίας ἐχόντων
μηδεπώποτε, διὰ δὲ τῶν ἀντιθέτων ὀλιγάκις.
Τῶν δὴ μέτρων πρωτότυπα μέν ἐστι καὶ ἁπλᾶ τὸν
ἀριθμὸν ἐννέα· δακτυλικὸν ἀναπαιστικὸν ἰαμβικὸν τρο-
χαϊκὸν χοριαμβικὸν ἀντισπαστικὸν ἰωνικὰ δύο παιωνι-
κόν. τούτων τὰ μὲν ἄλλα μέχρι τεσσάρων ποδῶν εὐπρε-
πῶς ηὔξηται, τὸ δὲ δακτυλικόν, ὅτε καταληκτικὸν γίνεται,
μέχρις ἕξ· τὸ μὲν γὰρ καθ᾽ ἕνα βαίνεται πόδα καὶ προ-
χωρεῖ σύνεγγυς εἰκοσιτεσσάρων χρόνων, ἰσαρίθμων ταῖς
ἐν τῷ διὰ πασῶν διέσεσι, τὰ δὲ κατὰ διποδίαν ἢ συζυγίαν
καὶ _μέχρι τριάκοντ_α προχωρεῖ χρόνων ἢ ὀλίγῳ πλειόνων,
ὅθεν τινὲς τὰ ὑπερβαίνοντα τὸ προειρημένον τῶν χρόνων
πλῆθος διαιροῦντες εἰς δύο σύνθετα προσηγόρευσαν.
Τῶν δὲ μέτρων τὰ μὲν ἀκατάληκτα καλεῖται, ὅσα ταῖς
ἐνούσαις συλλαβαῖς συναπαρτίζει τοὺς πόδας, ἃ δὲ κατα-
ληκτικά, ὅσα συλλαβὴν ἀφαιρεῖ τοῦ τελευταίου ποδὸς
σεμνότητος ἕνεκεν τῆς μακροτέρας καταλήξεως, τὰ δὲ
βραχυκατάληκτα, οἷς ποὺς δισύλλαβος ἐλλείπει, τὰ δ᾽
ὑπερκατάληκτα, ἐν οἷς μία συλλαβὴ περιττεύει· εἰ γὰρ
ποὺς πλεονάζει, ταὐτὸν γίνεται τῷ βραχυκαταλήκτῳ.
Καὶ μὴν ἃ μὲν αὐτῶν ἐστι δίμετρα, ἃ δὲ τρίμετρα, ἃ δὲ
τετράμετρα, ἕως ἕξ. ἔτι τὰ μὲν διὰ μόνων τῶν ἰσοχρόνων
γίνεται ποδῶν, τὰ δὲ καὶ διὰ πλεοναζόντων τοῖς χρόνοις·
καὶ τὰ μὲν δέχεται τοὺς ἰσοχρονοῦντας, εἰ δύναιτο τὴν
αὑτῶν διατηρεῖν φύσιν, τὰ δ᾽ οὐχί, ὅσα διὰ ταύτην τὴν
αἰτίαν εἰς ἑτέρου μέτρου φαντασίαν περιίσταται. πάλιν
τὰ μὲν αὐτῶν ἐξ ὁλοκλήρων ἄρχεται τῶν ποδῶν ὧν τὰς
ἐπωνυμίας ἔχει, τὰ δὲ ἐξ ἐλαττόνων, ὡς τὰ λογαοιδικά·
καὶ τὰ μὲν ποιεῖται συνεκφωνήσεις συλλαβῶν χρείας ἕνε-
κεν μέτρου, τὰ δὲ οὐχί. συνεκφώνησις δέ ἐστιν, ὅτε διὰ
τὴν τοῦ ποδὸς συμμετρίαν δύο συλλαβὰς σύμφωνον οὐκ
ἐχούσας μεταξύ, ἤτοι δύο βραχείας ἀντὶ μιᾶς βραχείας ἢ
βραχεῖαν καὶ κοινὴν ἀντὶ κοινῆς _ὅπερ γίνεται σπανίω_ς,
πάλιν δύο βραχείας ἢ βραχεῖαν καὶ μακρὰν ἢ κοινὴν καὶ
μακρὰν ἀντὶ μακρᾶς παραλαμβάνομεν.
Εἴπωμεν δὴ βραχέα περὶ ἑκάστου ποιησάμενοι
τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τοῦ δακτυλικοῦ· σεμνότερον γὰρ ἁπάντων
διὰ τὸ τὴν μακρὰν ἀεί ποτε καθηγουμένην ἔχειν. τὸ δὴ
δακτυλικὸν ἐπιδέχεται δάκτυλον, σπονδεῖον ὡς ἰσόχρονον,
προκελευσματικὸν δὲ οὐδαμῶς _ἀπρεπὲς γὰρ διὰ τὸ τῶν
βραχειῶν πλῆθο_ς. ἄρχεται δὲ ἀπὸ διμέτρου καὶ πρόεισιν
ἕως ἑξαμέτρου, ὁτὲ μὲν ἀκατάληκτον, ὁτὲ δὲ καταληκτι-
κόν, ἡνίκα καὶ τοῦ τροχαίου κατὰ τέλος δεκτικὸν γινό-
μενον ἰδίως ἡρῶον καλεῖται. μόνον δὲ τὸ ἑξάμετρον ταύτης
τυγχάνει τῆς προσηγορίας· σεμνότερον γὰρ γίνεται διά τε
τὸ μέγεθος καὶ διὰ τὸ συλλαβὴν μὲν κατάρχειν αὐτοῦ
μακράν, λήγειν δὲ εἰς κατάληξιν εὐμεγέθους διαστήματος.
τομαὶ δὲ εὐπρεπεῖς αὐτοῦ· πρώτη μὲν ἡ μετὰ δύο πόδας
εἰς συλλαβήν, ἣ καὶ διπλασιαζομένη ποιεῖ τὸ ἐλεγεῖον,
οὗ πέφυκεν ἀρετὴ τὸ τὴν μὲν τῆς προτέρας συζυγίας συλλα-
βὴν περιττὴν ἐξ ἀνάγκης μακρὰν ἔχειν, τὴν δὲ δευτέραν
συζυγίαν ἀναμφιλόγως ἐξ ἀμφοῖν συγκεῖσθαι δακτύλων·
δευτέρα ἡ μετὰ δύο πόδας _εἰς τροχαῖον_· τρίτη δὲ ἡ
μετὰ τρεῖς εἰς συλλαβήν· τετάρτη κατ᾽ ἐνίους τέσσαρες
δάκτυλοι ἤ, ὅπερ ἄμεινον, τέταρτος τροχαῖος· ἡ γὰρ εἰς
ὅμοια μέρη διαίρεσις μᾶλλον ἢ τομὴ καλεῖται. τομὴ δέ
ἐστι μόριον μέτρου τὸ πρῶτον ἐν αὑτῷ λόγον ἀπαρτίζον
ὑπὲρ δύο πόδας, εἰς ἀνόμοια μέρη διαιροῦν τὸ μέτρον.
τοῦ δὲ γενικοῦ δακτυλικοῦ πεποιήκασιν οἱ μὲν ταῦτα
εἴδη· δίμετρον τρίμετρον τετράμετρον πεντάμετρον· βαί-
νουσι δέ τινες αὐτὸ καὶ κατὰ συζυγίαν ποιοῦντες τετρά-
μετρα καταληκτικά· τινὲς δὲ κἀν ταῖς πρώταις χώραις
μόναις ἀμείβοντες τὸν δάκτυλον καὶ τοὺς ἀνισοχρόνους
αὐτῷ τῶν δισυλλάβων τιθέντες ποιοῦσι τὰ καλούμενα
λογαοιδικά.
Τὸ δ᾽ ἀντίστροφον τούτῳ τὸ ἀναπαιστικὸν δέχεται
πόδας δάκτυλον _σεμνότερον γὰρ ὑπ᾽ αὐτοῦ γίνετα_ι καὶ
τὸν ἰσόχρονον σπονδεῖον καὶ τὸν προκελευσματικόν· καὶ
ἄρχεται μὲν ἀπὸ διμέτρου καὶ προχωρεῖ μέχρι τετραμέ-
τρου· καὶ ὅτε μέν ἐστιν ἁπλοῦν, καθ᾽ ἕνα πόδα γίνεται,
ὅτε δὲ σύνθετον, δι᾽ ἣν προείπομεν αἰτίαν, κατὰ συζυγίαν
ἢ διποδίαν _διποδία δέ ἐστι ποὺς τετρασύλλαβος· τί δ᾽ ἡ
συζυγία, προειρήκαμεν_· καὶ τὰ εἴδη δὲ τῶν καταλήξεων
ἐπιδέχεται πασῶν καὶ τὴν τῶν λογαοιδικῶν μέθοδόν τε
καὶ χρῆσιν, οὐ κατὰ τὰς πρώτας χώρας μόνον πόδας
δισυλλάβους βραχυσημοτέρους παραλαμβάνον, ἀλλὰ καὶ
κατὰ τὰς τελευταίας τὸν βακχεῖον.
Τὸ δὲ ἰαμβικὸν δέχεται δάκτυλον τρίβραχυν ἀνά-
παιστον, τροχαῖον δὲ οὐδ᾽ ὅλως· εἰς ἕτερον γὰρ τραπή-
σεται μέτρον. σπονδεῖον δὲ δέχεται μὲν ἐν ταῖς περιτταῖς,
ἐν δὲ ταῖς ἀρτίοις οὐδαμῶς· ὁ γὰρ χωρίσας αὐτὸ τῆς πρὸς
τὸ δακτυλικὸν ὁμοιότητος ὁ κατὰ τὴν ἄρτιον χώραν ἴαμ-
βός ἐστι· διὸ καὶ τοὺς ἰσοχρόνους τῷ σπονδείῳ λίαν
σπανίως καὶ κατὰ τὰς περιττὰς παραλαμβάνει. δέχεται δὲ
ἐπὶ τελευτῆς ἐν τοῖς ἀκαταλήκτοις καὶ πυρρίχιον, σπον-
δεῖον δέ, ὅτε τὸ καλούμενον χωλὸν γίνεται, ἐν δὲ τοῖς κατα-
ληκτικοῖς ἀμφίβραχυν ἢ βακχεῖον διὰ τὴν ἀδιάφορον.
ἀρξάμενον δὲ ἀπὸ διμέτρου προχωρεῖ μέχρι τετραμέτρου
καὶ βαίνεται κατὰ διποδίαν. ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὰ τῶν
καταλήξεων εἴδη πάντα καὶ τομὰς εὐπρεπεῖς τήν τε μετὰ
δύο πόδας εἰς συλλαβήν, ἣ πενθημιμερὴς καλεῖται, καὶ
τὴν μετὰ τρεῖς, ἥτις ἑφθημιμερὴς ὠνόμασται.
Τὸ δ᾽ ἀντικείμενον τούτῳ τροχαϊκὸν δέχεται τρίβρα-
χυν δάκτυλον ἀνάπαιστον, σπονδεῖον δὲ ἐν ταῖς ἀρτίοις
μόναις διά τε τὰς ἐπὶ τοῦ ἰάμβου προρρηθείσας ἡμῖν
αἰτίας καὶ ὅτι ἐφεξῆς πολλῶν κειμένων μακρῶν ἡ τῆς
φωνῆς συνέχεια τοῖς ἐπαλλήλοις μεγέθεσι τῶν συλλαβῶν
διακόπτεται· εἰ δὲ εἴη καταληκτικόν, καὶ ἀμφίμακρον ἢ
δάκτυλον. καὶ ἄρχεται μὲν ἀπὸ διμέτρου, πρόεισι δ᾽ ἄχρι
τετραμέτρου. γίνεται δὲ καὶ χωλόν, ὅταν τις ἐν τῇ τελευ-
ταίᾳ τῶν περιττῶν χώρᾳ σπονδεῖος ἐμπέσῃ. χαριεστέρα
δ᾽ αὐτοῦ τομὴ __ἡ εἰς τρεῖς τροχαίους· ἐπιδέχεται δὲ καὶ
τὰς ἄλλας.
Τὰ δ᾽ ἐκ τούτων συγκείμενα χοριαμβικόν τέ ἐστι
καὶ ἀντισπαστικόν. τὸ μὲν οὖν χοριαμβικὸν ἐπιδέχεται δι-
ποδίαν ἰαμβικὴν καθαρὰν καὶ τὴν ἑπτάσημον, σπανίως
_δ_ὲ καὶ συζυγίαν καὶ τὴν ἰσόχρονον αὐτῷ· ἄρχεται
δ᾽ ἀπὸ διμέτρου καὶ πρόεισιν ἕως τετραμέτρου, ὅτε ἐστὶν
ἁπλοῦν· ἔτι δὲ καὶ τῶν καταλήξεων τὰς διαφορὰς ἐπι-
δέχεται. τὸ δὲ ἀντισπαστικὸν μετρεῖται μὲν τῷ ὁμω-
νύμῳ ποδί, πολλάκις δὲ τὸν πρότερον δισύλλαβον καὶ εἰς
τοὺς ἄλλους δισυλλάβους μεταβάλλει _εὐπρεπέστερον μὲν
ἡνίκα εἰς σπονδεῖον, σπανίως δὲ εἰς τοὺς λοιπού_ς· καὶ
ἀρξάμενον ἀπὸ διμέτρου πρόεισιν ἄχρι τετραμέτρου. τὰς
_δ_ὲ εἰρημένας χρήσεις τοῦ κατ᾽ ἀρχὴν ποδὸς ἐν πάσῃ
χώρᾳ παραλαμβάνον τὴν κατάληξιν εὐπρεπείας ἕνεκεν
εἰς ἰαμβικὴν καθαρὰν ποιεῖται· ὅτε δὲ καταληκτικὸν
γίνεται, δέχεται καὶ τὸν ἀμφίβραχυν ἢ τὸν βακχεῖον· καὶ
ὁτὲ μὲν _ἐν_ ταῖς περιτταῖς προκειμένης ἀντισπαστικῆς
ἐπιφέρει τὴν ἰαμβικήν, ὁτὲ δὲ τοὐναντίον ποιεῖ, ὁμοίως
καὶ τῆς ἰαμβικῆς τὸν πρότερον πόδα τρέπον εἰς τοὺς
λοιποὺς δισυλλάβους, ἐνίοτε δὲ εἰς τρίβραχυν ἢ ἀνάπαι-
στον διὰ τὴν πρὸς τὸν ἴαμβον συγγένειαν.
Τῶν δὲ ἰωνικῶν τὸ μὲν ἀπὸ μείζονος σύγκειται διὰ
σπονδείου καὶ πυρριχίου· τρέπει δὲ πολλάκις ἐν τῇ πρώτῃ
διποδίᾳ τὸν σπονδεῖον εἰς ἴαμβον κατὰ πᾶν μέγεθος
μέτρου. πρόεισι δ᾽ ἀπὸ διμέτρου μέχρι τετραμέτρου καὶ
τὰ τῶν καταλήξεων εἴδη δέχεται· τροχαϊκὴν δὲ δέχεται δι-
ποδίαν κατὰ μὲν τὴν περιττὴν χώραν καθαράν, κατὰ δὲ
τὴν ἄρτιον καὶ ἑπτάσημον· πολλάκις δὲ καὶ τὸν μολοσσὸν
παραλαμβάνει συνάγον τὰς βραχείας εἰς μακράν, ἢ συζυ-
γίαν ἰαμβικὴν πεντασύλλαβόν τε καὶ ἑξασύλλαβον, λύον τὰς
μακρὰς εἰς βραχείας. τὸ δ᾽ ἀπ᾽ ἐλάσσονος μετρεῖ μὲν ὁ
ποὺς ὁ ὁμώνυμος, πολλάκις δὲ καὶ ὁ διτρόχαιος· ὃν ὅταν
παραλαμβάνωμεν, τὴν προκειμένην διποδίαν τρίτον παίωνα
ποιοῦμεν, ἵνα μὴ τριῶν ἐφεξῆς μακρῶν κειμένων σκλη-
ρὸν γίνηται τὸ ποίημα· δέχεται δὲ καὶ τὰ τῆς καταλήξεως
εἴδη καὶ ποικίλλεται τάς τε βραχείας εἰς μακρὰς συνάγον
καὶ λύον τὰς μακρὰς εἰς βραχείας.
Τὸ δὲ παιωνικὸν καλεῖται μὲν καὶ κρητικὸν διὰ τὸ ποτὲ
μὲν τοῖς παίωσι καθαροῖς, ποτὲ δὲ τοῖς κρητικοῖς μετρεῖ-
σθαι· αὔξεται δὲ μέχρι τετραμέτρου· τινὲς δὲ καὶ πεντά-
μετρα πεποιήκασιν. γίνεται δὲ ταῦτα καὶ διὰ τοῦ τετάρ-
του παίωνος καθαροῦ, οὗ πολλάκις ἤτοι τὰς δύο μέσας
βραχείας συνάγοντες εἰς μακρὰν διὰ βακχείου καθαροῦ
ποιοῦσι βακχειακὸν ἢ τὴν τελευταίαν μακρὰν εἰς δύο βρα-
χείας λύοντες δι᾽ ὅλων βραχειῶν ταὐτοποιοῦσι τὴν κατα-
κλεῖδα μόνην τέταρτον παίωνα τηροῦντες διὰ τὸ τῆς
μακρᾶς εἰς ἀνάπαυσιν εὐπρεπές. τὰ μὲν οὖν ἁπλᾶ μέτρα
καὶ πρωτότυπα ταῦτά ἐστιν.
Γίνεται δὲ ἐκ τούτων τῶν αὐτῶν μὲν διπλασια-
ζομένων μέτρων σύνθετα, τῶν δ᾽ ἀνομοίων ἀσυνάρτητα· τού-
των δὲ τὰ μὲν ἐκ δυεῖν μέτρων ἓν ἀποτελεῖ κῶλον, τὰ δὲ ἐκ
μέτρου καὶ τομῆς ἢ μέτρου καὶ τομῶν ἢ ἐκ πασῶν τομῶν,
ἢ ἀνάπαλιν τομῆς καὶ μέτρου _ἢ τομῶν_ καὶ μέτρου· ὧν
ποικίλη μὲν ἥ τε χρῆσις καὶ ἡ ἐπ᾽ ἀκριβὲς τεχνολογία,
εὐχερὴς δὲ τοῖς ἐπιστήμοσιν εἰς κατανόησιν. γίνεται δὲ
καὶ κατ᾽ ἀντιπάθειαν μέτρα δύο· ὧν τὸ μὲν ἐπιωνικὸν
καλεῖται, ὅτε διποδίας ἰαμβικῆς προκειμένης ἰωνικὴν ἐπι-
φέρεσθαι συμβαίνει, ἥτις οἰκειότητα πρὸς τροχαϊκόν, ὡς
ἐπεδείξαμεν, ἔχουσα δεόντως ἂν ἀντιπάσχειν τῇ ἰαμβικῇ
λέγοιτο, τὸ δὲ ἐπιχοριαμβικόν, ὅτε τροχαϊκῆς προκει-
μένης διποδίας ἐπιφέρεται χοριαμβική, οἰκειότητα πρὸς
τὴν ἐναντίαν τοῦ τροχαϊκοῦ τὴν ἰαμβικήν, ὡς προειρή-
καμεν, ἔχουσα. ἐπιφέρεται δ᾽ αὐτῇ πολλάκις καὶ ἰωνική, ἣ
συμπέπονθε τῇ τροχαϊκῇ· ἐπιφέρεται δὲ καὶ τῇ πρὸς
αὐτὴν ἀντικειμένῃ, λέγω δὲ τῇ ἀντισπαστικῇ. αὔξεται δὲ
καὶ ταῦτα μέχρι τετραμέτρων, καὶ τὰ μὲν αὐτῶν ἀκα-
τάληκτα, τὰ δὲ καταληκτικὰ γίνεται. μέσα δὲ καλεῖται
μέτρα, ὅτε δύο ποδῶν ἀντιθέτων εἷς μεταξὺ πίπτων,
οἰκειότητα πρὸς ἀμφοτέρους ἔχων, δυσδιάκριτον ποιεῖ
τὴν βάσιν· οἷον _ε_ἰ ἐκκειμένου μὲν ἑνὸς δακτύλου, δι-
μέτρου δὲ ἀναπαιστικοῦ κατὰ μέσον πέσοι σπονδεῖος,
ἄδηλον πότερα δύο φήσομεν εἶναι μέτρα, τὸ μὲν δακτυλι-
κόν, τὸ δ᾽ ἀναπαιστικόν, ἄμφω δίμετρα, ἢ τὸ σύμπαν
τετράμετρον ἀναπαιστικόν· καὶ ἐπ᾽ ἄλλων δὲ μέτρων ταὐ-
τὸν θεωρεῖται. συγκεχυμένα δ᾽ ἐστὶ τὰ διὰ τῶν συνθέτων
γινόμενα ποδῶν, ὅταν τῶν μὲν μακρῶν λυομένων, τῶν
δὲ βραχειῶν συναγομένων ἐν αὐτῇ _τ_ῇ διποδίᾳ δυσχερὲς ᾖ
ποτέραν ἀποφαντέον· οἷον εἴ τις διαλύσειε μὲν τὴν πρώτην
μακρὰν τοῦ ἀπὸ μείζονος ἰωνικοῦ, συναγάγοι δὲ τὰς βρα-
χείας, ἄδηλον πότερον ὁ μείζων πέφυκεν ἰωνικὸς ἢ ὁ
ἐλάττων. τὰ μὲν οὖν τοιαῦτα τῶν μέτρων ἤτοι ἐκ τῶν
καθαρῶν διποδιῶν αἷς παρατίθεται καταλαμβάνεται ἢ
ἐκ τῶν ἑπομένων κώλων ἢ ἐκ τῶν ταῖς ἀντιστρόφοις ἀπο-
διδομένων· καλεῖται δέ τινα καὶ ἀπεμφαίνοντα, ὅταν ἐν
τοῖς συνθέτοις ποσίν, ὅπου χρεία βραχείας, μακρὰ παρα-
ληφθῇ, ᾧ τινες καὶ τῶν ἀρχαίων κέχρηνται διὰ τὴν τῶν
ὀνομάτων ἀνάγκην.
 
Πρατίνας, ο Φλιάσιος (6ος/5ος αι. π.Χ.)· δραματικός και λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στη Φλιούντα (Φλιούς, πόλη της Πελοποννήσου, από όπου και το επώνυμό του Φλιάσιος). Ηταν σύγχρονος του Αισχύλου και του Χοιρίλου, μαζί με τους οποίους διαγωνίστηκε στην 70ή Ολυμπιάδα (499 π.Χ.).
Κατά τη Σούδα , έγραψε 50 δραματικά έργα, από τα οποία 32 σατυρικά (Σάτυροι), έργα που αποτελούν μια δική του θεατρική καινοτομία. Κέρδισε, επίσης, μια φορά στους αγώνες (Σούδα ). Ο Πρατίνας συνέθεσε ακόμα υπορχήματα, από τα οποία μόνο ένα, αποτελούμενο από 20 στίχους, διασώθηκε από τον Αθήναιο στους Δειπνοσοφιστές (ΙΔ', 617C-F, 8).

Πρβ. Bergk PLG III, 557-560 και Anth. Lyr. 273-274· επίσης, Fr. Lasserre, Plutarque de la Musique (V: "Les debuts de l'ethique musicale, Pratinas", 45-47). Και Page PMG 367-369, αποσπ. 708-713.

http://www.musipedia.gr/
 
[''Κατά τη Σούδα , έγραψε 50 δραματικά έργα, από τα οποία 32 σατυρικά (Σάτυροι), έργα που αποτελούν μια δική του θεατρική καινοτομία. Κέρδισε, επίσης, μια φορά στους αγώνες (Σούδα ).'']

Suda On line

Headword: Πρατίνας
Adler number: pi,2230
Translated headword: Pratinas
Vetting Status: low
Translation:
Son of Pyrrhonides or Enkomios; a Phliasian; a poet of tragedy. He competed against both Aischylos and Khoirilos in the 70th Olympiad[1] and was the first to write satyr plays. While this man was exhibiting a play, it happened that the benches[2] on which the spectators were standing collapsed, and because of this a theatre was constructed for the Athenians. And he exhibited 50 plays, of which 32 were satyric. He was victorious once.
Greek Original:
Πρατίνας, Πυρρωνίδου ἢ Ἐγκωμίου, Φλιάσιος, ποιητὴς τραγῳδίας: ἀντηγωνίζετο δὲ Αἰσχύλῳ τε καὶ Χοιρίλῳ ἐπὶ τῆς ο# Ὀλυμπιάδος, καὶ πρῶτος ἔγραψε Σατύρους. ἐπιδεικνυμένου δὲ τούτου συνέβη τὰ ἰκρία, ἐφ' ὧν ἑστήκεσαν οἱ θεαταί, πεσεῖν, καὶ ἐκ τούτου θέατρον ᾠκοδομήθη Ἀθηναίοις. καὶ δράματα μὲν ἐπεδείξατο ν#, ὧν Σατυρικὰ λβ#: ἐνίκησε δὲ ἅπαξ.
Notes:
[1] 500-497 BCE.
[2] ἰκρία ; see iota 275.
Reference:
OCD(3) p.1241 on Pratinas and p.1361 on satyric drama generally

http://www.stoa.org/sol-bin/search.pl
 
Back
Top