Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής

[''Το κέρνος ή κέρνον ήταν ένα ιερό αγγείο ή μεγάλο πιάτο, που χρησιμοποιούνταν στις τελετές και ιδιαίτερα στα ελευσίνια μυστήρια· ήταν πήλινο και είχε δύο αυτιά και μικρά κοιλώματα γύρω και χρησίμευε για να βάζουν λάδι, κρασί, γάλα, μέλι, φρούτα κτλ. Το κέρνος το έφερε κατά την τελετή ο ιερέας ή η ιέρεια. Η σημασία του κέρνου φαίνεται από τη γνωστή συμβολική φόρμουλα: "εκ τύμπανου έφαγον, εκ κυμβάλου έπιον, εκερνοφόρησα, υπό τον παστόν υπέδυν" (έφαγα από τύμπανο, ήπια από κύμβαλο, έφερα το κέρνος, μπήκα κάτω από το νυμφικό κρεβάτι)· (Κλήμ. Αλεξ. Προτρεπτ. ΙΙ, 14, έκδ. Pottee).'']

CLÉMENT D'ALEXANDRIE
DISCOURS AUX GENTILS. - Προτρεπτικός προς Έλληνας
Traduction française : M. DE GENOUDE.

Κλήμ. Αλεξ. Προτρεπτ. ΙΙ, 14, έκδ. Pottee

(15) Δηοῦς δὲ μυστήρια καὶ Διὸς πρὸς μητέρα Δήμητρα ἀφροδίσιοι συμπλοκαὶ καὶ μῆνις (οὐκ οἶδ' ὅ τι φῶ λοιπὸν μητρὸς ἢ γυναικός) τῆς Δηοῦς, ἧς δὴ χάριν Βριμὼ προσα γορευθῆναι λέγεται, ἱκετηρίαι Διὸς καὶ πόμα χολῆς καὶ καρδιουλκίαι καὶ ἀρρητουργίαι·

ταὐτὰ οἱ Φρύγες τελίσ (2.15.2) κουσιν Ἄττιδι καὶ Κυβέλῃ καὶ Κορύβασιν. Τεθρυλήκασιν δὲ ὡς ἄρα ἀποσπάσας ὁ Ζεὺς τοῦ κριοῦ τοὺς διδύμους φέρων ἐν μέσοις ἔρριψε τοῖς κόλποις τῆς Δηοῦς, τιμωρίαν ψευδῆ τῆς βιαίας συμπλοκῆς ἐκτιννύων, ὡς ἑαυτὸν δῆθεν ἐκτεμών. (2.15.3) Τὰ σύμβολα τῆς μυήσεως ταύτης ἐκ περιουσίας παρατε θέντα οἶδ' ὅτι κινήσει γέλωτα καὶ μὴ γελασείουσιν ὑμῖν διὰ τοὺς ἐλέγχους· "Ἐκ τυμπάνου ἔφαγον· ἐκ κυμβάλου ἔπιον· ἐκιρνοφόρησα· ὑπὸ τὸν παστὸν ὑπέδυν." Ταῦτα οὐχ ὕβρις τὰ σύμβολα; Οὐ χλεύη τὰ μυστήρια;

http://remacle.org/bloodwolf/eglise/clementalexandrie/contrelesgentils.htm
 
κεχυμένα, μέλη· "ρευστές" μελωδίες, με την έννοια ότι βρίσκονται από ρυθμική άποψη σε ρευστή κατάσταση· οχι αυστηρά μετρημένες, όπως ένα ρετσιτατίβο. Ανών. (Bell. 95, 93): "κεχυμέναι ωδαί και μέλη λέγεται τα κατά χρόνον σύμμετρα και χύδην κατά τούτον μελωδούμενα" (κεχυμένες ωδές και μέλη λέγονται οι μελωδίες που είναι κανονικές(;) στο χρόνο και εκτελούνται ελεύθερα [κατά τρόπο ρευστό]). Ο Gevaert, Ι, 390, σημ. 1, παρατηρεί σωστά ότι το "σύμμετρα" στο κείμενο του Ανώνυμου θα έπρεπε να διορθωθεί σε "ασύμμετρα" (ακανόνιστα).
Ο όρος κεχυμένα χρησιμοποιείται από τον Ανώνυμο (§ 3 και 85) μονάχα για τις φωνητικές μελωδίες· για τις οργανικές χρησιμοποιείται ο όρος διαψηλαφήματα (βλ. λ. διάψαλμα-διαψηλάφημα ).
Ο Αριστείδης χρησιμοποιεί τους όρους κεχυμένα άσματα και άτακτοι μελωδίαι (μη μετρημένες· όχι αυστηρά στο χρόνο).

http://www.musipedia.gr/
 
Ανών. (Bell. 95, 93): "κεχυμέναι ωδαί και μέλη λέγεται τα κατά χρόνον σύμμετρα και χύδην κατά τούτον μελωδούμενα" (κεχυμένες ωδές και μέλη λέγονται οι μελωδίες που είναι κανονικές(;) στο χρόνο και εκτελούνται ελεύθερα [κατά τρόπο ρευστό]). Ο Gevaert, Ι, 390, σημ. 1, παρατηρεί σωστά ότι το "σύμμετρα" στο κείμενο του Ανώνυμου θα έπρεπε να διορθωθεί σε "ασύμμετρα" (ακανόνιστα).

ΑΝΟΝΥΜΕ
MANUEL DE L'ART MUSICAL,
Traduction française : M. J.-H. VINCENT.

Ανών. Bell. 95, 93

Κεχυμέναι ᾠδαὶ καὶ μέλη λέγεται, τὰ κατὰ χρόνον σύμμετρα καὶ χύδην κατὰ τοῦτον μελλούμενα .

http://remacle.org/bloodwolf/erudits/anonyme/musique2.htm.
 
[''Ο Αριστείδης χρησιμοποιεί τους όρους κεχυμένα άσματα και άτακτοι μελωδίαι (μη μετρημένες· όχι αυστηρά στο χρόνο).'']

Αριστείδης Κοιντιλιανός
Περί μουσικής

μέλος μὲν γὰρ νοεῖται καθ᾽ αὑτὸ μὲν _ἐν_ τοῖς
διαγράμμασι καὶ ταῖς ἀτάκτοις μελῳδίαις, μετὰ δὲ ῥυθ-
μοῦ μόνου, ὡς ἐπὶ τῶν κρουμάτων καὶ κώλων, μετὰ δὲ
λέξεως μόνης ἐπὶ τῶν καλουμένων κεχυμένων ᾀσμάτων·
 
κηπίων, αυλωδικός νόμος και (ή) κιθαρωδικός νόμος . Η λέξη απαντά δύο φορές στον Πλούταρχο (Περί μουσ. 1132D, 4)· στην πρώτη περίπτωση αναφέρεται ανάμεσα στους αυλωδικούς νόμους, που καθιέρωσε ο Κλονάς , ενώ στη δεύτερη ανάμεσα στους κιθαρωδικούς νόμους, που καθιέρωσε ο Τέρπανδρος .
Το όνομά του το πήρε από τον Κηπίωνα, τον πιο σημαντικό από τους οπαδούς του Τέρπανδρου (Πλούτ. ό.π. 1133D, 6).

http://www.musipedia.gr/
 
[''Η λέξη απαντά δύο φορές στον Πλούταρχο (Περί μουσ. 1132D, 4)· στην πρώτη περίπτωση αναφέρεται ανάμεσα στους αυλωδικούς νόμους, που καθιέρωσε ο Κλονάς , ενώ στη δεύτερη ανάμεσα στους κιθαρωδικούς νόμους, που καθιέρωσε ο Τέρπανδρος .
Το όνομά του το πήρε από τον Κηπίωνα, τον πιο σημαντικό από τους οπαδούς του Τέρπανδρου (Πλούτ. ό.π. 1133D, 6).'']

PLUTARQUE
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Πλούταρχο, Περί μουσ. 1132D, 4

IV. (41) Οἱ δὲ νόμοι οἱ κατὰ τούτους, ἀγαθὲ Ὀνησίκρατες, αὐλῳδικοὶ ἦσαν· Ἀπόθετος, Ἔλεγοι, Κωμάρχιος, Σχοινίων, Κηπίων τε καὶ † Δεῖος καὶ Τριμερής· (42) ὑστέρῳ δὲ χρόνῳ καὶ τὰ Πολυμνήστεια καλούμενα ἐξευρέθη. (43) Οἱ δὲ τῆς κιθαρῳδίας νόμοι πρότερον 〈οὐ〉 πολλῷ χρόνῳ τῶν αὐλῳδικῶν κατεστάθησαν ἐπὶ Τερπάνδρου· (44) ἐκεῖνος γοῦν τοὺς κιθαρῳδικοὺς πρότερος ὠνόμασε, Βοιώτιόν τινα καὶ Αἰόλιον Τροχαῖόν τε καὶ Ὀξὺν Κηπίωνά τε καὶ Τερπάνδρειον καλῶν, ἀλλὰ μὴν καὶ Τετραοίδιον.

Πλούτ., 1133D, 6

(70) Ἐποιήθη δὲ καὶ τὸ σχῆμα τῆς κιθάρας πρῶτον κατὰ Κηπίωνα, τὸν Τερπάνδρου μαθητήν· (71) ἐκλήθη δ΄ Ἀσιὰς διὰ τὸ κεχρῆσθαι τοὺς Λεσβίους αὐτῇ κιθαρῳδούς, πρὸς τῇ Ἀσίᾳ κατοικοῦντας. (72) Τελευταῖον δὲ Περίκλειτόν φασι κιθαρῳδὸν νικῆσαι ἐν Λακεδαίμονι Κάρνεια, τὸ γένος ὄντα Λέσβιον· (73) τούτου δὲ τελευτήσαντος, τέλος λαβεῖν Λεσβίοις τὸ συνεχὲς τῆς κατὰ τὴν κιθαρῳδίαν διαδοχῆς. (74) Ἔνιοι δὲ πλανώμενοι νομίζουσι κατὰ τὸν 〈αὐτὸν〉 χρόνον Τερπάνδρῳ Ἱππώνακτα γεγονέναι· φαίνεται δ΄ Ἱππώνακτος καὶ Περίκλειτος ὢν πρεσβύτερος.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm
 
Κηφισόδοτος, (4ος αι. π.Χ.)· Αθηναίος κιθαριστής · γεννήθηκε στις Αχαρνές Αττικής. Αναφέρεται στον Αθήναιο (Δ', 131Β, 7) ανάμεσα στους βιρτουόζους που προσκλήθηκαν στο υπερβολικό και ματαιόδοξο συμπόσιο, που οργάνωσε ο βασιλιάς της Θράκης Κότυς με την ευκαιρία των γάμων της κόρης του με τον Αθηναίο ρήτορα και στρατηγό Ιφικράτη. Καμιά άλλη λεπτομέρεια για τη ζωή του δεν είναι γνωστή, εκτός από το ότι ήταν μια εξέχουσα μορφή της Σχολής του Στρατόνικου .

Βλ. Dinse Antig. Theb. 13· και λ. Αντιγενίδας .

http://www.musipedia.gr/
 
[''Αναφέρεται στον Αθήναιο (Δ', 131Β, 7) ανάμεσα στους βιρτουόζους που προσκλήθηκαν στο υπερβολικό και ματαιόδοξο συμπόσιο, που οργάνωσε ο βασιλιάς της Θράκης Κότυς με την ευκαιρία των γάμων της κόρης του με τον Αθηναίο ρήτορα και στρατηγό Ιφικράτη.'']

ATHÉNÉE DE NAUCRATIS
Le Livre IV des Deipnosophistes

Αθήναιο, Δ', 131Β, 7

Ἀναξανδρίδης δ΄ ἐν Πρωτεσιλάῳ διασύρων τὸ τῶν Ἰφικράτους γάμων συμπόσιον, ὅτε ἤγετο τὴν Κότυος τοῦ Θρᾳκῶν βασιλέως θυγατέρα, φησί·

(7) « Κἂν ταῦτα ποιῆθ΄, ὥσπερ φράζω,
λαμπροῖς δείπνοις δεξόμεθ΄ ὑμᾶς,
οὐδὲν ὁμοίοις τοῖς Ἰφικράτους
τοῖς ἐν Θρᾴκῃ· καίτοι φασὶν
[131b] βουβαυκαλόσαυλα γενέσθαι·
κατὰ τὴν ἀγορὰν μὲν ὑπεστρῶσθαι
στρώμαθ΄ ἁλουργῆ μέχρι τῆς ἄρκτου·
δειπνεῖν δ΄ ἄνδρας βουτυροφάγους,
αὐχμηροκόμας μυριοπληθεῖς·
τοὺς δὲ λέβητας χαλκοῦς εἶναι
μείζους λάκκων δωδεκακλίνων·
αὐτὸν δὲ Κότυν περιεζῶσθαι
ζωμόν τε φέρειν ἐν χοὶ χρυσῇ
καὶ γευόμενον τῶν κρατήρων
πρότερον μεθύειν τῶν πινόντων.
Αὐλεῖν δ΄ αὐτοῖς Ἀντιγενείδαν,
Ἀργᾶν δ΄ ᾄδειν καὶ κιθαρίζειν
Κηφισόδοτον τὸν Ἀχαρνῆθεν·
[131c] μέλπειν δ΄ ᾠδαῖς
τοτὲ μὲν Σπάρτην τὴν εὐρύχορον,
τοτὲ δ΄ αὖ Θήβας τὰς ἑπταπύλους,
τὰς ἁρμονίας μεταβάλλοντας,
φερνάς τε λαβεῖν δύο μὲν ξανθῶν
ἵππων ἀγέλας αἰγῶν τ΄ ἀγέλην
χρυσοῦν τε σάκος
... φιάλην τε λεπαστὴν
χιόνος τε πρόχουν κέρχνων τε χύτραν
βολβῶν τε σιρὸν δωδεκάπηχυν
καὶ πουλυπόδων ἑκατόμβην.
Ταῦτα μὲν οὕτως φασὶ ποιῆσαι
Κότυν ἐν Θρᾴκῃ, γάμον Ἰφικράτει.
Τούτων δ΄ ἔσται πολὺ σεμνότερον
καὶ λαμπρότερον παρὰ δεσποσύνοις
[131d] τοῖς ἡμετέροις. Τί γὰρ ἐλλείπει
δόμος ἡμέτερος, ποίων ἀγαθῶν;
Οὐ σμύρνης ἐκ Συρίας ὀδμαὶ
λιβάνου τε πνοαί, τερενοχρῶτες
μαζῶν ὄψεις, ἄρτων, ἀμύλων,
πουλυποδείων, χολίκων, δημοῦ,
φυσκῶν, ζωμοῦ, τεύτλων, θρίων,
λεκίθου, σκορόδων, ἀφύης, σκόμβρων,
ἐνθρυμματίδων, πτισάνης, ἀθάρης,
κυάμων, λαθύρων, ὤχρων, δολίχων,
μέλιτος, τυροῦ, χορίων, πυῶν,
καρύων, χόνδρου,
κάραβοι ὀπτοί, τευθίδες ὀπταί,
κεστρεὺς ἑφθός, σηπίαι ἑφθαί,
μύραιν΄ ἑφθή, κωβιοὶ ἑφθοί,
[131e] θυννίδες ὀπταί, φυκίδες ἑφθαί,
βάτραχοι, πέρκαι,
συνόδοντες, ὄνοι, βατίδες, ψῆτται,
γαλεός, κόκκυξ, θρίσσαι, νάρκαι,
ῥίνης τεμάχη, σχαδόνες, βότρυες,
σῦκα, πλακοῦντες, μῆλα, κράνειαι,
ῥόαι, ἕρπυλλος, μήκων, ἀχράδες,
κνῆκος, ἐλᾶαι, στέμφυλ΄, ἄμητες,
πράσα, γήτειον, κρόμμυα, φυστή,
βολβοί, καυλοί, σίλφιον, ὄξος,
μάραθ΄, ᾠά, φακῆ, τέττιγες, ὀποί,
κάρδαμα, σήσαμα, κήρυκες, ἅλες,
πίνναι, λεπάδες, μύες, ὄστρεια,
κτένες, ὄρκυνες· καὶ πρὸς τούτοις
ὀρνιθαρίων ἄφατον πλῆθος,
[131f] νηττῶν, φαττῶν· χῆνες, στρουθοί,
κίχλαι, κόρυδοι, κίτται, κύκνοι,
πελεκάν, κίγκλοι, γέρανος—{Β.} Τουδὶ
τοῦ χάσκοντος διατειναμένη
διὰ τοῦ πρωκτοῦ καὶ τῶν πλευρῶν
διακόψειεν τὸ μέτωπον.
{Α.} Οἶνοι δέ σοι, λευκός,
γλυκύς, αὐθιγενής, ἡδύς, καπνίας. »

http://remacle.org/bloodwolf/erudits/athenee/livre4gr.htm
 
κίδαρις, ένας σοβαρός αρκαδικός χορός που αναφέρεται στον Αθήναιο (ΙΔ', 631D, 30): "η δ' εμμέλεια σπουδαία, καθάπερ καί η παρ' Αρκάσι κίδαρις, παρά Σικυωνίοις τε ο αλητήρ" (η εμμέλεια είναι σοβαρή, όπως η κίδαρις στους Αρκάδες και ο αλητήρ στους Σικυώνιους).
Η λέξη κίδαρις σήμαινε επίσης το κάλυμμα της κεφαλής των βασιλιάδων της Περσίας (τιάρα).

http://www.musipedia.gr/
 
[''Αθήναιο (ΙΔ', 631D, 30): "η δ' εμμέλεια σπουδαία, καθάπερ καί η παρ' Αρκάσι κίδαρις, παρά Σικυωνίοις τε ο αλητήρ" (η εμμέλεια είναι σοβαρή, όπως η κίδαρις στους Αρκάδες και ο αλητήρ στους Σικυώνιους).'']

Athénée de Naucratis, les Deipnosophistes, livre XIV

Αθήναιο ΙΔ', 631D, 30

ὁ μὲν κόρδαξ παρ΄ Ἕλλησι φορτικός, ἡ δὲ ἐμμέλεια σπουδαία, καθάπερ καὶ ἡ παρὰ Ἀρκάσι κίδαρις, παρὰ Σικυωνίοις τε ὁ ἀλητήρ. οὕτως δὲ καὶ ἐν Ἰθάκῃ καλεῖται ἀλητήρ, ὡς ἱστορεῖ Ἀριστόξενος ἐν πρώτῳ Συγκρίσεων. καὶ περὶ μὲν ὀρχήσεως τοσαῦτά μοι ἐπὶ τοῦ παρόντος λέλεκται.

http://hodoi.fltr.ucl.ac.be/concordances/athenee_deipnosophistes_14/texte.htm
 
κιθάρα, έγχορδο όργανο, πιο τελειοποιημένο και πιο επεξεργασμένο από τη λύρα . Διέφερε από αυτήν ως προς το ηχείο, το μέγεθος και την ηχητικότητα. Οι δύο βραχίονες ήταν δυνατοί και συμπαγείς. Το μέγεθος ήταν πολύ μεγαλύτερο και ο τόνος πιο πλατύς και πιο ηχηρός. Στο σύνολό της η κιθάρα ήταν πιο βαριά και πιο γεροδεμένη· ο εκτελεστής, που συνήθως καθόταν, την κρατούσε όρθια, σε μια σχεδόν κάθετη θέση, με κάποια κλίση προς τα μέσα, ενώ η λύρα, που ήταν πολύ ελαφρότερη, κρατιόταν λοξά (προς τα έξω συνήθως).
Εκτός από τις διαφορές αυτές, η κιθάρα είχε στενή συγγένεια με τη λύρα από όλες τις απόψεις· αληθινά, θα μπορούσε να λεχθεί πως ήταν ένας πιο τελειοποιημένος τύπος λύρας και ό,τι γράφουμε για τη λύρα σχετικά με την κατασκευή, την παραγωγή ήχου κτλ. ισχύει επίσης και για την κιθάρα. Αλλά ενώ η λύρα περιορίστηκε στους ερασιτέχνες, η κιθάρα ήταν το όργανο των επαγγελματιών· ο Αριστοτέλης αποκαλεί την κιθάρα όργανον τεχνικόν, επαγγελματικό (Πολιτικά Η', 1341Α, 6): "ούτε γαρ αυλούς εις παιδείαν ακτέον, ούτ' άλλο τεχνικόν όργανον, οίον κιθάρα" (ούτε οι αυλοί, ούτε άλλο [τεχνικό] επαγγελματικό όργανο [που χρειάζεται επαγγελματική δεξιότητα], όπως η κιθάρα, δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί στην παιδεία). Ενώ η λύρα ενέπνεε μεγάλο σεβασμό ως εθνικό κυρίως όργανο και χρησιμοποιούνταν για την εκπαίδευση των νέων, η κιθάρα ήταν σε μεγάλη τιμή στους εθνικούς αγώνες (Ολύμπια, Πύθια κτλ.) και στους διαγωνισμούς.
Τόσο η κιθαρωδία , όσο και η κιθαριστική , εφαρμόστηκαν, αναπτύχθηκαν και δοξάστηκαν από φημισμένους αρχαίους μουσικούς.
Στους προκλασικούς χρόνους η κιθάρα είχε από τρεις ως επτά χορδές· η επτάχορδη κιθάρα ήταν μια καινοτομία του Τέρπανδρου (7ος αι. π.Χ.). Στον 6ο αι. προστέθηκε 8η χορδή και στον 5ο αι. χρησιμοποιήθηκαν κιθάρες με 9, 10, 11 και 12 χορδές.

Βλ. αυτή την εξέλιξη στο λ. λύρα .

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Περί μουσ. 1133C, 6), "το σχήμα [της κιθάρας] καθορίστηκε πρώτα από τον Κηπίωνα, μαθητή του Τέρπανδρου , και, συνεχίζει, η κιθάρα ονομαζόταν Ασιατική, πιθανόν γιατί τη χρησιμοποιούσαν οι Λέσβιοι κιθαρωδοί, που ζούσαν κοντά στην Ασία" ("εκλήθη δ' Ασιάς δια το κεχρήσθαι τους Λεσβίους αυτή κιθαρωδούς προς τη Ασία κατοικούντας"). Κατά άλλη εκδοχή, ονομάστηκε Ασιατική, γιατί η προέλευσή της ήταν ασιατική· ο Ησύχιος την αποκαλεί ασιατική (Ασιάτις), επειδή εφευρέθηκε στην Ασία ("δια το εν Ασία ευρήσθαι"). Το επίθετο Ασιάτις το συναντούμε όχι μόνο για την κιθάρα, άλλα και για τη μουσική ολόκληρη· καθώς λέει ο Στράβων (Ι, 3, 17), "και η μουσική πάσα Θρακία και Ασιάτις νενόμισται".

Σημείωση 1: Για το κούρδισμα της κιθάρας και άλλα τεχνικά σημεία βλ. λ. λύρα. Για την καταγωγή της κιθάρας βλ. τα ακόλουθα, ανάμεσα σε άλλα:
Μ. Guillemin και J. Duchesne, "Sur l' origine asiatique de la cithare grecque", AC, 4o έτος, τόμ. IV, Βρυξέλλες 1935, 117-124, με 8 εικόνες και 35 σχέδια.
Μ. Wegner, (α) Das Musikleben der Griechen, Βερολίνο 1949, 31-37 και 46-47.
-, (β) Die Musikinstrumente des alien Orients, Munster, 1905.
-, (γ) "Griechische [antike] Instrumente und Musikbrauche", Die Musik in Geschichte und Gegenwart, Kassel 1956, V, 865-881.

Σημείωση 2: Σε ξένους συγγραφείς και σε ξένες γλώσσες βρίσκουμε συχνά το όνομα της κιθάρας όχι ως κιθάρα (kithara) όπως είναι το σωστό, αλλά cithare (ή ιταλ. citara) από το λατινικό cithara.

http://www.musipedia.gr/

~~~~~

Kithara.

A large lyre with wooden soundboard (it is classified as a Chordophone). When the term was first used in ancient Greece, it mostly referred to the large flat-based lyre – that shown on Attic vase paintings of the period c625–400 bce; this instrument is now usually known as the ‘concert’ kithara (Winnington-Ingram, 14; West, 50). The term has also been used more broadly in modern scholarly literature to designate a variety of large lyres, and has even been applied to large flat-based lyres outside Greece (see M. Duchesne-Guillemin: ‘L’animal sur la cithare: nouvelle lumière sur l’origine sumérienne de la cithare grecque’, Acta iranica, ix, 1984, pp.129–41). In addition to the concert kithara there are the ‘Thamyras’ and ‘Italiote’ kitharas (see below) and the ‘cylinder’ kithara (see Lyre, §2(ii) ).

From the late 7th century bce the concert kithara was the instrument associated in the visual arts with the god Apollo. The kithara is the Greek version of the various flat-based wooden box lyres known much earlier in Egypt and Asia Minor; Strabo noted that it was often called ‘Asiatic’, an adjective in fact applied to the kithara in the 5th century bce. Its distinctive shape is discernible in a Cypriote-Geometric style vase, in the Nicosia Museum, dating from about 900 bce from Kaloriziki (see Lyre, [not available online]), and can be seen in Greek vase paintings as early as the late 8th century; but the word kithara, a later form of the Homeric word kitharis, is not found until the beginning of the 5th century and is used relatively infrequently until after about 425 bce.

The term kitharis appears only a few times in the Iliad and Odyssey, and in most cases seems to mean lyre playing in general (as in the statement that kitharis and song are gifts of the gods); phorminx is the word commonly used when a specific instrument is picked up and played. In the Archaic period, when Apollo was gradually less often represented with the phorminx and more frequently with the kithara, the words kitharis and phorminx were both used in connection with his lyre playing; but well into the 5th century, writers continued to prefer to call Apollo’s instrument the phorminx.

In the few 7th-century representations of the kithara most of the details of its construction and fittings are already clear: it is a large instrument with a soundbox that tapers slightly towards its flat base; it has a crossbar with knobs at the ends, and it usually has seven strings wound over leather strips (kollopes) on the crossbar. The tops of the arms rise wide and straight above the crossbar, while curving outwards below it, where their inner edges are sculpted in an intricate design. The player supports the instrument with a sling tied around his left wrist and around the outer arm of the instrument, its free ends hanging loose (in later paintings these long strands sometimes seem to be a separate sash). In his right hand he holds a plectrum attached with a cord to the base of the instrument. A 6th-century marble relief at Delphi provides evidence for the surprising depth of kithara soundboxes: in this side view the players’ left arms lie over bulging soundboxes that grow shallower only towards the base. Of the kithara’s accoutrements only one is not seen until the 6th century: the long, elaborately patterned and often fringed cloth that hangs down behind it and may be attached to one of the arms. Whether it served a protective purpose or was merely decorative is not known, but of the other lyres only the Thracian kithara (see below) has such a cloth.

While it is possible that a few vase paintings made before about 525 bce represent mortal performers or legendary figures such as Orpheus and Amphion (see Amphion (i) ), most of them show Apollo, who appears in processions, presides at the birth of Athena or walks beside the chariot of Athena or Dionysus. Between 525 and 500 bce the kithara appears more than any other instrument, especially in paintings on amphoras and water jars in the older black-figure style. These paintings often depict Apollo accompanying chariot processions, particularly wedding processions. Another kithara player seen in black-figure paintings, Heracles, is often portrayed as a contestant, although he wears his traditional lion-skin garb rather than the formal costume of the Kitharode, and plays in the presence of Athena and sometimes other gods.

On vases in the new red-figure style, mortal kithara players, mostly contestants or players in sacrificial processions, are not uncommon, although mythological scenes are still far more frequent. In one commonly found scene, Apollo stands with his kithara at an altar and holds out a shallow drinking dish that his sister Artemis fills from a pitcher. He accompanies chariot processions celebrating weddings, or Heracles’ introduction to Olympus, and is often portrayed among other gods.

There are almost no representations of a kithara-playing Apollo with women identified as Muses until about 425 bce; when Apollo is accompanied by one or two pairs of unidentified women playing krotala (clappers), they may represent not Muses but maenads, female followers of Dionysus. The kithara seems to have had some connection to the cult of Dionysus, for there is a large number of paintings in both red- and black-figure style in which a satyr, sometimes accompanied by krotala-playing maenads, plays the kithara in the presence of Dionysus.

The kitharode or singer to the kithara, a highly trained or professional musician, always male, who wore a distinctive formal costume, stood while he played (see illustration [not available online]; performers on the other lyres sometimes played seated). He held his instrument upright, using his left elbow to press it to his side. Since his left wrist was in the sling that helped support the instrument, the movement of his left hand was restricted; but it was used to pluck the strings between thumb and first finger or middle finger, or to dampen the strings or touch them lightly to produce harmonics. Both kinds of hand position are visible in 5th-century vase paintings, although it is not possible to tell which strings are being touched.

The kitharist (kitharistēs; Lat. citharista, fidicen: ‘player of the kithara’) is typically shown posed with his right hand holding a plectrum near or just beyond the outer edge of the instrument, as though he has just completed an outward motion across the strings (probably not a gentle strum: the works of Aristophanes provide two onomatopoeic words imitating kithara sound, ‘toplatotrat’ and ‘trettanelo’, both with hard ‘t’ sounds that suggest a more percussive striking).

Several references of the 4th century and later mention psilokitharistikē, ‘bare’ kithara playing, apparently an elaborate kind of solo playing (the only kind documented) invented in the 6th century; prizes for it were awarded at the Panathenaia. It seems to have had only a limited role.

Kitharists tuned their instruments, not by turning the knobs at the ends of the crossbar (which seem to be merely decorative), but by adjusting one of the kollopes around the crossbar with the thumb and first two fingers of the right hand. A pin possibly called the strobilon secured each string and its kollops, and no doubt helped to turn them. The player may have sat or, if standing, lifted his knee to support the instrument while he tuned.

Another form of the flat-based lyre, called by modern scholars the Thracian or Thamyras kithara, has some of the features of the standard kithara: knobs, the usual fittings and a patterned cloth hanging behind it (a Thracian zigzag-stripe pattern seems to have been favoured). But its arms remain narrow below the crossbar, often have small bumps or ridges all along both sides and do not share the highly sculpted design of the inner edges of the standard kithara (except in an instance where the two instruments have been conflated – an indication that this instrument was indeed thought of as a kithara). Its soundbox is broad and rounded in a convex curve at the top, where there is often an ornamental border, and the lower corners of the soundbox typically have quarter-circle indentations.

All known representations of the Thracian lyre were made by Athenian 5th-century vase painters, who clearly associated it with Thrace. In about a third of the paintings it is shown in the hands of Thamyras, the legendary musician who boasted that he could win a contest with the Muses (the subject of a play by Sophocles). In another third of the known scenes, a contestant stands on (or mounts) a podium, and there is nothing to indicate that it is Thamyras who is represented; but two other legendary Thracian musicians are depicted holding the instrument: Orpheus, on a vase in the National Museum in Athens; and Musaeus, on one in the Metropolitan Museum in New York.

In the course of the 4th century bce kitharas of the standard shape were relegated to mythological scenes such as Apollo’s contest with Marsyas; in other contexts the slimmer, less ornamented, longer-bodied Hellenistic kithara began to be seen. Near the middle of the century a completely rectangular kithara, with plain straight arms and a rectangular soundbox, began to appear in vase paintings from the Greek colony of Apulia. This Italiote kithara, seldom found in other parts of the Greek world, typically appears in Apulian wedding scenes. On a marble relief from Mantinea in the Athens museum, the only 4th-century representation from Greece proper, it is held by one of the Muses.

Bibliography

H. Huchzermeyer : Aulos und Kithara in der griechischen Musik bis zum Ausgang der klassischen Zeit (Emsdetten, 1931)

M. Wegner : Das Musikleben der Griechen (Berlin, 1949)

R.P. Winnington-Ingram : ‘Ancient Greek Music 1932–1957’, Lustrum, iii (1958), 6–57, 259–60

M. Wegner : Griechenland, Musikgeschichte in Bildern, ii/4 (Leipzig, 1963, 2/1970)

J.M. Snyder : ‘ Aulos and Kithara on the Greek Stage’, Panathenaia: Studies in Athenian Life and Thought in the Classical Age, ed. T. Gregory and A. Podlecki (Lawrence, KS, 1979), 75–95

H.D. Roberts : ‘The Technique of Playing Ancient Greek Instruments of the Lyre Type’, British Museum Yearbook, iv (1980), 43–76

A. Barker : ‘The Innovations of Lysander the Kitharist’, Classical Quarterly, xxxii (1982), 266–9

M. Maas and J.M. Snyder : Stringed Instruments of Ancient Greece (New Haven, CT, 1989)

M. Maas : ‘ Polychordia and the Fourth-Century Greek Lyre’, JM, x (1992), 74–88

M.L. West : Ancient Greek Music (Oxford, 1992)

W. Anderson : Music and Musicians in Ancient Greece (Ithaca, NY, 1994)

S. Sarti : ‘Kítharis e kithára: origini di un antico stromento attraverso le fonti litterarie e figurative’, NRMI, xxix (1995), 529–37

Martha Maas

Grove
 
Last edited:
[''ο Αριστοτέλης αποκαλεί την κιθάρα όργανον τεχνικόν, επαγγελματικό (Πολιτικά Η', 1341Α, 6): "ούτε γαρ αυλούς εις παιδείαν ακτέον, ούτ' άλλο τεχνικόν όργανον, οίον κιθάρα" (ούτε οι αυλοί, ούτε άλλο [τεχνικό] επαγγελματικό όργανο [που χρειάζεται επαγγελματική δεξιότητα], όπως η κιθάρα, δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί στην παιδεία).'']

Aristotle, Politics
Aristot. Pol. 8.1341a

Πολιτικά Η', 1341Α, 6

συμβαίνοι δ᾽ ἂν [10] περὶ τὴν μάθησιν, εἰ μήτε τὰ πρὸς τοὺς ἀγῶνας τοὺς τεχνικοὺς συντείνοντα διαπονοῖεν, μήτε τὰ θαυμάσια καὶ περιττὰ τῶν ἔργων, ἃ νῦν ἐλήλυθεν εἰς τοὺς ἀγῶνας ἐκ δὲ τῶν ἀγώνων εἰς τὴν παιδείαν, ἀλλὰ καὶ τὰ μὴ τοιαῦτα μέχρι περ ἂν δύνωνται χαίρειν τοῖς καλοῖς μέλεσι καὶ ῥυθμοῖς, [15] καὶ μὴ μόνον τῷ κοινῷ τῆς μουσικῆς, ὥσπερ καὶ τῶν ἄλλων ἔνια ζῴων, ἔτι δὲ καὶ πλῆθος ἀνδραπόδων καὶ παιδίων. δῆλον δὲ ἐκ τούτων καὶ ποίοις ὀργάνοις χρηστέον. οὔτε γὰρ αὐλοὺς εἰς παιδείαν ἀκτέον οὔτ᾽ ἄλλο τι τεχνικὸν ὄργανον, οἷον κιθάραν κἂν εἴ τι τοιοῦτον ἕτερον ἔστιν, ἀλλ᾽ [20] ὅσα ποιήσει αὐτῶν ἀκροατὰς ἀγαθοὺς ἢ τῆς μουσικῆς παιδείας ἢ τῆς ἄλλης: ἔτι δὲ οὐκ ἔστιν ὁ αὐλὸς ἠθικὸν ἀλλὰ μᾶλλον ὀργιαστικόν, ὥστε πρὸς τοὺς τοιούτους αὐτῷ καιροὺς χρηστέον ἐν οἷς ἡ θεωρία κάθαρσιν μᾶλλον δύναται ἢ μάθησιν.

Aristotle. ed. W. D. Ross, Aristotle's Politica. Oxford, Clarendon Press. 1957.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0057:book=8:section=1341a
 
[''Πλούταρχο (Περί μουσ. 1133C, 6), "το σχήμα [της κιθάρας] καθορίστηκε πρώτα από τον Κηπίωνα, μαθητή του Τέρπανδρου , και, συνεχίζει, η κιθάρα ονομαζόταν Ασιατική, πιθανόν γιατί τη χρησιμοποιούσαν οι Λέσβιοι κιθαρωδοί, που ζούσαν κοντά στην Ασία" ("εκλήθη δ' Ασιάς δια το κεχρήσθαι τους Λεσβίους αυτή κιθαρωδούς προς τη Ασία κατοικούντας").'']

PLUTARQUE
ΠΕΡΙ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Πλούταρχο, Περί μουσ. 1133C, 6

(70) Ἐποιήθη δὲ καὶ τὸ σχῆμα τῆς κιθάρας πρῶτον κατὰ Κηπίωνα, τὸν Τερπάνδρου μαθητήν· (71) ἐκλήθη δ΄ Ἀσιὰς διὰ τὸ κεχρῆσθαι τοὺς Λεσβίους αὐτῇ κιθαρῳδούς, πρὸς τῇ Ἀσίᾳ κατοικοῦντας. (72) Τελευταῖον δὲ Περίκλειτόν φασι κιθαρῳδὸν νικῆσαι ἐν Λακεδαίμονι Κάρνεια, τὸ γένος ὄντα Λέσβιον· (73) τούτου δὲ τελευτήσαντος, τέλος λαβεῖν Λεσβίοις τὸ συνεχὲς τῆς κατὰ τὴν κιθαρῳδίαν διαδοχῆς. (74) Ἔνιοι δὲ πλανώμενοι νομίζουσι κατὰ τὸν 〈αὐτὸν〉 χρόνον Τερπάνδρῳ Ἱππώνακτα γεγονέναι· φαίνεται δ΄ Ἱππώνακτος καὶ Περίκλειτος ὢν πρεσβύτερος.

http://remacle.org/bloodwolf/historiens/Plutarque/musiquegr.htm
 
[''Το επίθετο Ασιάτις το συναντούμε όχι μόνο για την κιθάρα, άλλα και για τη μουσική ολόκληρη· καθώς λέει ο Στράβων (Ι, 3, 17), "και η μουσική πάσα Θρακία και Ασιάτις νενόμισται".'']

Strabo, Geography
Strab. 10.3.17

Στράβων, Ι, 3, 17

ἀπὸ δὲ τοῦ μέλους καὶ τοῦ ῥυθμοῦ καὶ τῶν ὀργάνων καὶ ἡ μουσικὴ πᾶσα Θρᾳκία καὶ Ἀσιᾶτις νενόμισται. δῆλον δ᾽ ἔκ τε τῶν τόπων ἐν οἷς αἱ Μοῦσαι τετίμηνται: Πιερία γὰρ καὶ Ὄλυμπος καὶ Πίμπλα καὶ Λείβηθρον τὸ παλαιὸν ἦν Θρᾴκια χωρία καὶ ὄρη, νῦν δὲ ἔχουσι Μακεδόνες: τόν τε Ἑλικῶνα καθιέρωσαν ταῖς Μούσαις Θρᾷκες οἱ τὴν Βοιωτίαν ἐποικήσαντες, οἵπερ καὶ τὸ τῶν Λειβηθριάδων νυμφῶν ἄντρον καθιέρωσαν. οἵ τ᾽ ἐπιμεληθέντες τῆς ἀρχαίας μουσικῆς Θρᾷκες λέγονται, Ὀρφεύς τε καὶ Μουσαῖος καὶ Θάμυρις, καὶ τῷ Εὐμόλπῳ δὲ τοὔνομα ἐνθένδε, καὶ οἱ τῷ Διονύσῳ τὴν Ἀσίαν ὅλην καθιερώσαντες μέχρι τῆς Ἰνδικῆς ἐκεῖθεν καὶ τὴν πολλὴν μουσικὴν μεταφέρουσι: καὶ ὁ μέν τίς φησιν “κιθάραν Ἀσιᾶτιν ῥάσσων,” ὁ δὲ τοὺς αὐλοὺς Βερεκυντίους καλεῖ καὶ Φρυγίους: καὶ τῶν ὀργάνων ἔνια βαρβάρως ὠνόμασται νάβλας καὶ σαμβύκη καὶ βάρβιτος καὶ μαγάδις καὶ ἄλλα πλείω.

From its melody and rhythm and instruments, all Thracian music has been considered to be Asiatic. And this is clear, first, from the places where the Muses have been worshipped, for Pieria and Olympus and Pimpla and Leibethrum were in ancient times Thracian places and mountains, though they are now held by the Macedonians; and again, Helicon was consecrated to the Muses by the Thracians who settled in Boeotia, the same who consecrated the cave of the nymphs called Leibethrides. And again, those who devoted their attention to the music of early times are called Thracians, I mean Orpheus, Musaeus, and Thamyris; and Eumolpus,1 too, got his name from there. And those writers who have consecrated the whole of Asia, as far as India, to Dionysus, derive the greater part of music from there. And one writer says, "striking the Asiatic cithara"; another calls flutes "Berecyntian" and "Phrygian"; and some of the instruments have been called by barbarian names, "nablas," "sambyce," "barbitos," "magadis," and several others.

Strabo. ed. A. Meineke, Geographica. Leipzig: Teubner. 1877.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Perseus:text:1999.01.0197:book=10:chapter=3:section=17
 
Last edited:
κίθαρις, πρωτόγονο [*] έγχορδο, το οποίο πολλοί ιστορικοί ταυτίζουν με τη λύρα ή τη φόρμιγγα · άλλοι, ωστόσο, ταυτίζουν την κίθαρη με την κιθάρα (Κ. Sachs Hist. 130).
Το όνομα κίθαρις, όπως και αυτό της φόρμιγγας, αναφέρεται συχνά στον Όμηρο· Οδ. α 153-154: "κήρυξ δ' εν χερσίν κίθαριν περικαλλέα θήκεν Φημίω" (κι ένας κήρυκας έβαλε στα χέρια του Φήμιου την πανέμορφη κίθαρη).
Κατά τον Αριστόξενο (Περί οργάνων FHG ΙΙ, 286, απόσπ. 63): "κίθαρις γαρ εστιν η λύρα" (η κίθαρις είναι η λύρα).
Το ρήμα κιθαρίζω (παίζω την κιθάρα ή την κίθαρη) χρησιμοποιούνταν γενικά και για το παίξιμο της λύρας ή της φόρμιγγας ή οποιουδήποτε άλλου εγχόρδου· Ξενοφ. Οικονομικός (II, 13): "οι δε δήπου το πρώτον μανθάνοντες κιθαρίζειν και τας λύρας λυμαίνονται" (οι αρχάριοι ρημάζουν τις λύρες που πάνω τους μαθαίνουν). Το ρήμα φορμίζω χρησιμοποιούνταν επίσης με την ίδια σημασία· πρβ. λ. φόρμιγξ και συνηρμοσμένος .

http://www.musipedia.gr/

~~~~~~~~

*[...''πρωτόγονο'', αδόκιμο πλέον όρο σήμερα.]

~~~~~~~~~
κίθαρις : cithara, lyre; for κιθαριστύς, Il. 13.731.

Georg Autenrieth. A Homeric Dictionary for Schools and Colleges. New York. Harper and Brothers. 1891.
 
Last edited:
[''ο όνομα κίθαρις, όπως και αυτό της φόρμιγγας, αναφέρεται συχνά στον Όμηρο· Οδ. α 153-154: "κήρυξ δ' εν χερσίν κίθαριν περικαλλέα θήκεν Φημίω" (κι ένας κήρυκας έβαλε στα χέρια του Φήμιου την πανέμορφη κίθαρη).'']

Homer, Odyssey
Od. 1.153

Όμηρο· Οδ. α 153-154

αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο
μνηστῆρες, τοῖσιν μὲν ἐνὶ φρεσὶν ἄλλα μεμήλει,
μολπή τ᾽ ὀρχηστύς τε: τὰ γὰρ τ᾽ ἀναθήματα δαιτός:
κῆρυξ δ᾽ ἐν χερσὶν κίθαριν περικαλλέα θῆκεν
Φημίῳ, ὅς ῥ᾽ ἤειδε παρὰ μνηστῆρσιν ἀνάγκῃ.
155ἦ τοι ὁ φορμίζων ἀνεβάλλετο καλὸν ἀείδειν

Homer. The Odyssey with an English Translation by A.T. Murray, PH.D. in two volumes. Cambridge, MA., Harvard University Press; London, William Heinemann, Ltd. 1919.

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Hom.+Od.+1.153&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0135
 
[''Ξενοφ. Οικονομικός (II, 13): "οι δε δήπου το πρώτον μανθάνοντες κιθαρίζειν και τας λύρας λυμαίνονται" (οι αρχάριοι ρημάζουν τις λύρες που πάνω τους μαθαίνουν). Το ρήμα φορμίζω χρησιμοποιούνταν επίσης με την ίδια σημασία· πρβ. λ. φόρμιγξ και συνηρμοσμένος.'']

Xenophon, Economics
Xen. Ec. 2.13

Ξενοφ., Οικονομικός II, 13

[13] οὔτε γὰρ αὐτὸς ὄργανα χρήματα ἐκεκτήμην, ὥστε μανθάνειν, οὔτε ἄλλος πώποτέ μοι παρέσχε τὰ ἑαυτοῦ διοικεῖν ἀλλ᾽ ἢ σὺ νυνὶ ἐθέλεις παρέχειν. οἱ δὲ δήπου τὸ πρῶτον μανθάνοντες κιθαρίζειν καὶ τὰς λύρας λυμαίνονται: καὶ ἐγὼ δὴ εἰ ἐπιχειρήσαιμι ἐν τῷ σῷ οἴκῳ μανθάνειν οἰκονομεῖν, ἴσως ἂν καταλυμηναίμην ἄν σου τὸν οἶκον.

[13] That is just my case with regard to estate management; for never having possessed wealth myself, I have not had an opportunity of learning on an instrument of my own, and nobody has ever let me handle his, until you made your offer. Beginners, I fancy, are apt to spoil the lyres they learn on; and if I attempted to learn to manage estates by practising on yours, possibly I might spoil it entirely for you.”

Xenophon. Xenophontis opera omnia, vol. 2, 2nd ed. Oxford, Clarendon Press. 1921 (repr. 1971).

http://www.perseus.tufts.edu/hopper/text?doc=Xen.+Ec.+2.13&fromdoc=Perseus:text:1999.01.0211
 
κιθαριστήριος αυλός, ο αυλός που συνόδευε την κιθάρα · Πολυδ. (IV, 81): "κιθαριστήριοι δε τούνομα, διότι κιθάραις προσήδον" (ονομάζονταν κιθαριστήριοι [αυλοί], γιατί συνόδευαν τις κιθάρες).

http://www.musipedia.gr/
 
Back
Top