[Ψάχνω] Ακολουθία του μεγάλου και αγγελικού σχήματος

Dimitri

Δημήτρης Κουμπαρούλης, Administrator
Staff member
Υπάρχει σε ευσύνοπτο PDF πιθανώς μαζί με τα σχετικά μουσικά για ευκολία; Πρόκειται να ψάλλουμε σε κουρά μεγαλοσχήμου μετά τη μικρά είσοδο στη λειτουργία.

Σχετικό το θέμα Ακολουθία μοναχικής κουράς.

Ευχαριστώ πολύ.
 

Dimitri

Δημήτρης Κουμπαρούλης, Administrator
Staff member
Βρήκα το Αγκάλας Πατρικάς.


Βρήκα και αυτά τα λειτουργικά κείμενα από το blog των φίλων της Ι. Μ. Βατοπαιδίου εδώ. Ίσως είναι ελλιπή.



Μετά την είσοδον του αγίου Ευαγγελίου τοποθετεί τούτο ο ιερεύς προ της ωραίας Πύλης απέναντι ακριβώς της ιεράς εικόνος του Δεσπότου Χριστού, θέτων επάνω αυτού και ψαλίδιον· ο δε μέλλων λαμβάνειν το άγιον Σχήμα ιστάμενος προ των θυρών του ναού, αποβάλλει το κάλυμμα της κεφαλής του και τα οποία φορεί ενδύματα, μένων μόνον μετά του υποκαμίσου, εσωβράκου και των τσουραπίων· εκείθεν δε παραλαμβάνει αυτόν ο Ηγούμενος, κρατών αυτόν εκ της χειρός και προπορευόμενος υποδεικνύει αυτώ ίνα ποιήση -και ποιεί- μετάνοιαν μίαν άμα τη εισόδω εις τον ναόν, μίαν εις το μέσον αυτού, μίαν προ των ωραίων πυλών, ανά μίαν εις τους χορούς δεξιά και αριστερά, ανά τρεις εις τάς αγίας εικόνας του Χριστού, της Παναγίας και του Αγίου της Μονής, και μίαν εις τον Ηγούμενον του οποίου ασπάζεται την δεξιάν, και ίσταται εξ αριστερών αυτού έχων εσταυρωμένας τας χείρας προ του στήθους του.Τούτων γενομένων, αφού ψαλώσι τα συνήθη απολυτίκια του Αγίου της ημέρας και του Αγίου της Μονής, ψάλλονται υπό των ψαλτών εκατέρων των χορών τα επόμενά αντίφωνα.
Αντίφωνον α΄ . Ήχος δ΄ .
Ηθελον δάκρυσιν εξαλείψαι, των εμών πταισμάτων Κύριε το χειρόγραφον, και το υπόλοιπον της ζωής μου, διά μετανοίας ευαρεστήσαί σοι· αλλ΄ ο εχθρός απατά με, και πολεμεί την ψυχήν μου. Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με.​
Τις χειμαζόμενος και προστρέχων, τω λιμένι τούτω ου διασώζεται; ή τις οδυνώμενος και προσπίπτων, τω ιατρείω τούτω ου θεραπεύεται; Δημιουργέ των απάντων, και ιατρέ των νοσούντων, Κύριε, πριν εις τέλος απόλωμαι, σώσόν με.​
Πρόβατον ειμί της λογικής σου ποίμνης, και προς σε καταφεύγω τον ποιμένα τον καλόν· ζήτησόν με τον πλανηθέντα ο Θεός, και ελέησόν με.​
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.​
Εκ παντοίων κινδύνων τους δούλους σου φύλαττε, ευλογημένη Θεοτόκε, ίνα σε δοξάζωμεν, την ελπίδα των ψυχών ημών.



Αντίφωνον β΄ . Ήχος δ΄ .
Εν τη πηγή τη μυστική της αναγεννήσεως, υιοθεσίαν λαβών και απολύτρωσιν, εν αμελεία την ζωήν, και εν παραπτώμασιν εκδαπανήσας αγαθέ, νυν κραυγάζω σοι· δακρύων μετανοίας πηγήν μοι δώρησαι, και απόπλυνον τον ρύπον των εμών πλημμελημάτων, παντοδύναμε Σωτήρ και πολυέλεε.
Ζάλη αμαρτημάτων περιέχει με Σωτήρ, και μηκέτι φέρων τον κλύδωνα, σοί προσπίπτω τω μόνω κυβερνήτη· ως τω Πέτρω την χείρά μοι έκτεινον, της φιλανθρωπίας σου, και σώσόν με.
Δόξα. Και νύν. Θεοτοκίον.​
Ρύσαι ημάς εκ των αναγκών ημών, Μήτηρ Χριστού του Θεού, η τεκούσα τον των όλων ποιητήν, ίνα πάντες κράζωμέν σοι· χαίρε η μόνη προστασία των ψυχών ημών.

Αντίφωνον γ΄ . Ήχος δ΄ .
Πού εστίν η του κόσμου προσπάθεια; Πού εστίν η των προσκαίρων φαντασία; ουκ ιδού ταύτα βλέπομεν γην και σποδόν; τί ουν κοπιώμεν εις μάτην; Τί δε ουκ αρνούμεθα κόσμον, και ακολουθούμεν τω κράζοντι· ο θέλων πορευθήναι οπίσω μου, αναλαβέτω τον σταυρόν μου, και ζωήν κληρονομήσει την αιώνιον.
Στίχ. Δεύτε τέκνα ακούσατε μου, φόβον Κυρίου διδάξω υμάς.
Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς· άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς, και μάθετε απ΄ εμού ότι πράός ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών.
Στίχ. Επλανήθην ως πρόβατον απολωλός, ζήτησον τον δούλόν σου, ότι τας εντολάς σου ουκ επελαθόμην.
Πρόβατον ειμί της λογικής σου ποίμνης, και προς σε καταφεύγω τον ποιμένα τον καλόν· ζήτησόν με τον πλανηθέντα ο Θεός, και ελέησόν με.
Στίχ. Δεύτε προσκυνήσωμεν, και προσπέσωμεν, και κλαύσωμεν εναντίον Κυρίου του ποιήσαντος ημάς.
Κύριε, Κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού, και ίδε, και επίσκεψαι την άμπελον ταύτην, και κατάρτισαι αυτήν, ήν εφύτευσεν η δεξιά σου.
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον.​
Η‘μόνη αγνή και άχραντος Παρθένος, η Θεόν ασπόρως κυήσασα, πρέσβευε του σωθήναι τάς ψυχάς ημών.


Κάθισμα. Ήχος α΄ . Τον τάφον σου Σωτήρ.​
(Τούτο ψάλλεται εκ τρίτου).​
Αγκάλας πατρικάς, διανοίξαί μοι σπεύσον, ασώτως τον εμόν, κατηνάλωσα βίον· εις πλούτον αδαπάνητον, αφορών των οικτιρμών σου Σωτήρ, νυν πτωχεύουσαν, μη υπερίδης καρδίαν· σοι γαρ Κύριε, εν κατανύξει κραυγάζω· ήμαρτον Πάτερ, εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου.


Είτα κατηχεί τον υποψήφιον ο Ιερεύς λέγων ούτως·
Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, αδελφέ, και άκουσον της φωνής του Κυρίου λεγούσης· δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς· άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς, και μάθετε απ΄ εμού, ότι πράός ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών.
Νυν ουν την προσήκουσαν απόκρισιν προς εκάστην των ερωτήσεων, μετά φόβου και χαράς απόδος τω Θεώ. Ασφαλώς δε γίνωσκε, ότι αυτός ο Σωτήρ ημών, μετά της πανυμνήτου αυτού Μητρός, και των αγίων Αγγέλων και πάντων των Αγίων αυτού, ενταύθα πάρεστιν, ενωτιζόμενος τα παρά σου εκπορευόμενα λόγια ίνα, όταν έλθη κρίναι ζώντας και νεκρούς, αποδώση σοι, ου καθ΄ ο μέλλεις συνταγήναι και καθομολογήσαι, αλλά καθ΄ ο αν φυλάξαις, α ομολογήσης. Νυν ουν, ει εν αληθεία προσέρχη τω Θεώ, μετά προσοχής αποκρίνου ημίν προς α μέλλεις επερωτάσθαι.
Είτα επερωτά αυτόν ο Ιερεύς, λέγων·
Ερώτησις: Τί προσήλθες αδελφέ, προσπίπτων τω αγίω Θυσιαστηρίω, και τη αγία συνοδία ταύτη;
Απόκρισις: Ποθών τον βίον της ασκήσεως, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Ποθείς αξιωθήναι του αγγελικού Σχήματος, και καταταγήναι εν τώ χορώ των μοναζόντων;
Απόκρισις: Ναί, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ο Ιερεύς: Όντως καλόν έργον και μακάριον εξελέξω, αλλ΄ εάν και τελειώσης αυτό· τα γάρ καλά κόπω κτώνται, και πόνω κατορθούνται.
Ερώτησις: Εκουσία σου τη γνώμη προσέρχη τω Κυρίω;
Απόκρισις: Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Μη εκ τινός ανάγκης, ή βίας;
Απόκρισις: Ουχί, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Αποτάσση τω κόσμω, και τοις εν τω κόσμω, κατά την εντολήν του Κυρίου;
Απόκρισις: Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Παραμένεις τω μοναστηρίω και τη ασκήσει, έως εσχάτης σου αναπνοής;
Απόκρισις: Ναί, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Σώζεις μέχρι θανάτου την υπακοήν τώ προεστώτι, και πάση τη εν Χριστώ αδελφότητι;
Απόκρισις: Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Υπομένεις πάσαν θλίψιν και στενοχωρίαν του μονήρους βίου, διά την Βασιλείαν των ουρανών;
Απόκρισις: Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.
Ερώτησις: Φυλάττεις σεαυτόν εν παρθενία, και σωφροσύνη, και ευλαβεία;
Απόκρισις: Ναι, του Θεού συνεργούντος, τίμιε Πάτερ.


Και ευθύς η Κατήχησις·
Βλέπε, τέκνον, οίας συνθήκας δίδως τω Δεσπότη Χριστώ· Αγγελοι γαρ πάρεισιν αοράτως, απογραφόμενοι την ομολογίαν σου ταύτην, ην και μέλλεις απαιτείσθαι εν τη δευτέρα Παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Υφηγούμαι ουν σοι την τελειοτάτην ζωήν, εν η κατά μίμησιν η του Κυρίου πολιτεία διαδείκνυται, διαμαρτυρόμενος άπερ χρη ασπάσασθαί σε, και ων περ δέον εκφυγείν. Η αποταγή τοίνυν ουδέν άλλο εστί, κατά τον ειπόντα, ειμή σταυρού και θανάτου επαγγελία.
Γίνωσκε ουν από της παρούσης ημέρας σταυρούσθαι, και νεκρούσθαι τω κόσμω, διά της τελειοτάτης αποταγής· αποτάσση γαρ γονεύσιν, αδελφοίς, γυναικί, τέκνοις, πατράσι, συγγενείαις, εταιρείαις, φίλοις, συνήθεσι, τοις εν κόσμω θορύβοις, φροντίσι, κτήσεσιν, υπάρξεσι, τη κενή και ματαία ηδονή τε και δόξη· και απαρνείσαι ου μόνον τα προειρημένα, αλλ΄ έτι και την σεαυτού ψυχήν, κατά την φωνήν του Κυρίου, την λέγουσαν· ος τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι. Ει ουν αληθώς ακολουθείν αυτώ ηρετήσω, και ει αψευδώς κληθήναι μαθητής αυτού επιποθείς, ετοιμάσθητι από του παρόντος, μή προς άνεσιν, μή προς αμεριμνίαν, μή προς τρυφάς, μή προς άλλο τι των επί της γης τερπνών τε και απολαυστικών, αλλά προς αγώνας πνευματικούς, προς εγκράτειαν σαρκός, προς κάθαρσιν ψυχής, προς πτωχείαν ευτελή, προς πένθος αγαθόν, προς πάντα τα λυπηρά και επίπονα της χαροποιού κατά Θεόν ζωής· και γαρ πεινάσαι έχεις, και διψήσαι, και γυμνητεύσαι, υβρισθήναί τε και χλευασθήναι, ονειδισθήναί τε και διωχθήναι, και πολλοίς περιαχθήναι λυπηροίς, οις η κατά Θεόν ζωή χαρακτηρίζεται· και όταν ταύτα πάντα πάθης, χαίρε, φησίν, ότι πολύς ο μισθός σου εν τοίς ουρανοίς υπάρχει. Χαρά ούν χαίρε, και αγαλλιάσει αγαλλιώ, ότι σήμερον εξελέξατό σε, και διεχώρισε Κύριος ο Θεός, από της εν κόσμω ζωής, και έθετό σε, ως εν προσώπω αυτού, εν τη παραστάσει της μοναδικής τάξεως, εν τη στρατεία της αγγελοειδούς ζωής, εν τώ ύψει της ουρανομιμήτου πολιτείας· αυτώ αγγελικώς λατρεύειν· αυτώ ολοκλήρως δουλεύειν· τα άνω ζητείν· ημών γαρ το πολίτευμα, κατά τον Απόστολον, εν ουρανοίς υπάρχει.
Ω της καινής κλήσεως! ω της δωρεάς του μυστηρίου! Δεύτερον βάπτισμα λαμβάνεις σήμερον, αδελφέ, τη περιουσία των του φιλανθρώπου Θεού δωρεών, και των αμαρτιών σου καθαίρη, και υιός φωτός γίνη, και αυτός Χριστός ο Θεός ημών συγχαίρει μετά των αγίων αυτού Αγγέλων επί τη σή μετανοία, θύων σοι τον μόσχον τον σιτευτόν. Αξίως λοιπόν της κλήσεως περιπάτησον· απαλλάγηθι της των ματαίων προσπαθείας· μίσησον την προς τα κάτω έλκουσάν σε επιθυμίαν· όλον σεαυτού τον πόθον μετάθες προς τα ουράνια· μηδόλως στραφής εις τα οπίσω, ίνα μή γένη στήλη αλός, ως η γυνή του Λώτ, ή ώσπερ κύων επί τον ίδιον εμετόν επιστρέφων, και πληρωθή επί σε ο λόγος του Κυρίου ότι, ουδείς βαλών την χείρα αυτού επ’ άροτρον, και στραφείς εις τα οπίσω, εύθετός εστιν εις την Βασιλείαν των ουρανών. Και γάρ ουκ έστι σοι μικρός ο κίνδυνος, επαγγελλομένω νύν πάντα τα προειρημένα φυλάττειν, έπειτα κατολιγωρήσαι της επαγγελίας· και ή προς τον πρότερον βίον επαναδραμείν, ή του Πατρός χωρισθήναι και των συνασκουμένων αδελφών, ή, μένοντα και καταφρονητικώς ζήσαι τάς ημέρας σου· επεί βαρυτέρας έξεις τάς ευθύνας παρά το πρίν, επί του απαραλογίστου βήματος του Χριστού, όσω πλείονος χάριτος απολαύεις άρτι· και καλόν σοι ήν, ως το λόγιον, μή εύξασθαι, ή εύξασθαι και μή αποδούναι. Μηδέ πάλιν νομίσης, ως διά του προλαβόντος χρόνου της ενταύθα σου διατριβής, ικανώς ηγωνίσω προς τάς αοράτους δυνάμεις του εχθρού· αλλά γίνωσκε, ότι μάλλον από του δεύρο διαδέξονταί σε μείζονες αγώνες της προς αυτόν πάλης, ισχύει δε κατά σου ουδαμώς, πεφραγμένον σε ευρίσκων, τη τε προς τον οδηγούντά σε κραταιά πίστει και αγάπη, και τη προς πάσαν υπακοήν και ταπείνωσιν ευθύτητι. Διά τούτο απέστω από σου ανηκοΐα, αντιλογία, υπερηφανία, έρις, ζήλος, φθόνος, θυμός, κραυγή, βλασφημία, λαθροφαγία, παρρησία, μερική φιλία, περπερεία[1], φιλονεικία, γογγυσμός, ψιθυρισμός, επίκτησις ιδιάζουσα οικτρού πράγματος[2], και τα άλλα πάντα της κακίας είδη, δι’ ά έρχεται η οργή του Θεού επί τους τα τοιαύτα πράσσοντας, και ριζούν άρχεται εν αυτοίς ο των ψυχών φθορεύς. Μάλλον δέ, αντ’ αυτών, κτήσαι τα πρέποντα αγίοις· φιλαδελφίαν, ησυχίαν, επιείκειαν[3], ευλάβειαν, μελέτην των θείων λογίων, ανάγνωσιν, τήρησιν καρδίας εκ ρυπαρών λογισμών, εργασίαν την κατά δύναμιν, εγκράτειαν, υπομονήν μέχρι θανάτου, εφ’ ω Πατρί τάς συνθήκας σου έδωκας πρώτον· και τελευταίον, εξαγγελίαν των της καρδίας σου κρυπτών, καθώς αι θείαι υποθήκαι διαγορεύουσιν· εβαπτίζοντο, γάρ φησίν, εξομολογούμενοι τάς αμαρτίας αυτών.

Ο δε Ιερεύς λέγει τάς επόμενας ευχάς·​
Του Κυρίου δεηθώμεν​
Κύριε ο Θεός ημών, ο πιστός εν ταίς παραγγελίαις σου, και αμεταμέλητος εν τοίς χαρίσμασι σου, και άφατος εν τη φιλανθρωπία σου· ο καλέσας το πλάσμα σου κλήσει αγία, και αγαγών τον δούλόν σου (τόν δε) εις την πνευματικήν ζωήν· δός αυτώ βίον ευσχήμονα, πολιτείαν ενάρετον και ακατάγνωστον, ίνα, εν αγιασμώ πολιτευσάμενος, άσπιλον διατηρήση, όπερ τη δυνάμει σου ενεδύσατο Σχήμα· τώ μέν χιτώνι, την διακαιοσύνην αμπεχόμενος· τη δε ζώνη,…την νέκρωσιν του σώματος και την σωφροσύνην εν εαυτώ περιφέρων· τώ δε κουκουλίω, την περικεφαλαίαν του σωτηρίου θέμενος· τώ δε αναλάβω, τώ σταυρώ και τη πίστει κατακοσμούμενος· τοίς δε σανδαλίοις, ίνα επιβή τη οδώ της ειρήνης και της σωτηρίας, όπως γένηται φοβερός τοίς υπεναντίοις, ανάλωτος τοίς πολεμίοις, πάσης ηδονής και αισχίστης επιθυμίας αλλότριος· υπακοήν παιδευόμενος, εγκράτειαν μετερχόμενος, τώ της ασκήσεως στοιχών κανόνι· ίνα εν ψαλμοίς, και ύμνοις, και ώδαίς πνευματικαίς, γεραίρη το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά σου· τοίς ίχνεσι κατακολουθών του μεγάλου Προφήτου Ηλιού, και του αγίου Ιωάννου του Προφήτου και Βαπτιστού· ίνα, φθάσας το μέτρον της τελειότητος, τον δρόμον τελέση, την πίστιν τηρήση, και ενδύσηται την των Αγγέλων αφθαρσίαν, και συναριθμηθή τη αγία σου ποίμνη, και τύχη της εκ δεξιών σου παραστάσεως, και ακούση της μακαρίας φωνής· δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου· ής και ημάς κληρονόμους αξίωσον ο Θεός τη σή αγαθότητι.
Ότι Θεός ελέους, οικτιρμών και φιλανθρωπίας υπάρχεις, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τώ Πατρί, και τώ Υιώ, και τώ Αγίω Πνεύματι,νύν, και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Ο Ιερεύς : Ειρήνη πάσι.

Ο Διάκονος: Τάς κεφαλάς ημών τώ Κυρίω κλίνωμεν.

Και εν συνεχεία την ευχήν·
Κ ύριε ο Θεός ημών, εισάγαγε τον δούλόν σου (τόν δε) εις την πνευματικήν σου αυλήν, και συγκαταρίθμησον αυτόν τώ λογικώ σου ποιμνίω· καθάρισον αυτού το φρόνημα από των σαρκικών επιθυμιών, και της κενής απάτης του βίου τούτου· και δός αυτώ αδιαλείπτως μνημονεύειν των αποκειμένων αγαθών τοίς αγαπώσί σε, και σταυρώσασιν εαυτούς τώ βίω, διά την Βασιλείαν σου.
Σύ γάρ εί ο ποιμήν και επίσκοπος των ψυχών ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τώ Πατρί, και τώ Υιώ, και τώ Αγίω Πνεύματι, νύν, και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Είτα μεταφέρεται ο νεόκουρος και τοποθετείται εις έν των στασιδίων του αριστερού χορού. Εν συνεχεία, ει μέν η κουρά τελείται κατά την Θείαν Λειτουργίαν, συνεχίζεται αύτη με το αρμόδιον Κοντάκιον, το Όσοι εις Χριστόν, τον Απόστολον και εξής, παρεμβαλλομένων των αφορώντων την ακολουθίαν του Αγγελικού Σχήματος εις τον αρμόδιον καιρόν. Ει δε ουκ έστι Λειτουργία, λέγονται πρώτον τα παρόντα Ειρηνικά και ακολούθως το Όσοι εις Χριστόν, ο Απόστολος και τα επίλοιπα της ακολουθίας του Σχήματος έως τέλους.

ΕΙΡΗΝΙΚΑ ΛΕΓΟΜΕΝΑ ΟΤΕ ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Ο Διάκονος:
Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν.

Ο χορός : Κύριε ελέησον.
Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αγίου οίκου τούτου και των μετά πίστεως, ευλαβείας και φόβου Θεού εισιόντων εν αυτώ, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αρχιεπισκόπου ημών (δείνος), του τιμίου πρεσβυτερίου, της εν Χριστώ διακονίας, παντός του κλήρου και του λαού, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του Πατρός και Καθηγουμένου ημών (δείνος) ιερομονάχου και της συνοδείας αυτού, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ της Μονής ταύτης, πάσης μονής, πόλεως και χώρας και των πίστει οικούντων εν αυταίς, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αδελφού ημών (τού δε), και της παρά Θεού σκέπης και βοηθείας αυτού, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αμέμπτως, ακατακρίτως και ανεμποδίστως διανύσαι αυτόν τον σκοπόν του μοναχικού Σχήματος, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του φωτισθήναι την ψυχήν αυτού εν εγκρατεία και ασκήσει, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του απαλλαγήναι αυτόν πάσης κοσμικής επιθυμίας, και της προς τους κατά σάρκα συγγενείς προσπαθείας, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ αφέσεως των αμαρτιών, και συγχωρήσεως των πλημμελημάτων αυτού, και του γενέσθαι αυτόν υψηλότερον των του κόσμου φρονημάτων, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του διάγειν αυτόν εν πάση ευσεβεία και ευλαβεία και σεμνότητι, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του αποθέσθαι αυτόν τον παλαιόν άνθρωπον, και ενδύσασθαι τον νέον τον κατά Θεόν κτισθέντα, του Κυρίου δεηθώμεν.
Υπέρ του ρυσθήναι αυτόν τε και ημάς από πάσης θλίψεως, οργής, κινδύνου και ανάγκης του Κυρίου δεηθώμεν.
Αντιλαβού, σώσον, ελέησον, και διαφύλαξον ημάς ο Θεός τη σή χάριτι.
Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, δεσποίνης ημών, Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας μετά πάντων των αγίων μνημονεύσαντες, εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τώ Θεώ παραθώμεθα.
Ο χορός : Σοί, Κύριε.
Ο Ιερεύς: Ότι άγιος εί ο Θεός ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τώ Πατρί, και τώ Υιώ, και τώ Αγίω Πνεύματι, νύν, και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Είτα αντί του Τρισαγίου, τό·
Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. Αλληλούϊα.​
Ο Απόστολος
Προκείμενον. Ήχος γ΄ .​
Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου.​
Στιχ. Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου.​
Προς Εφεσίους επιστολής Παύλου το ανάγνωσμα. ( Κεφ. 6, 10 ).​
Α δελφοί, ενδυναμούσθε εν Κυρίω και εν τώ κράτει της ισχύος αυτού. Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Θεού, προς το δύνασθαι ημάς στήναι προς τάς μεθοδείας του διαβόλου· ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τάς αρχάς, προς τάς εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοίς επουρανίοις. Διά τούτο αναλάβετε την πανοπλίαν του Θεού, ίνα δυνηθήτε αντιστήναι εν τη ημέρα τη πονηρά, και άπαντα κατεργασάμενοι στήναι. Στήτε ούν, περιζωσάμενοι την οσφύν υμών εν αληθεία, και ενδυσάμενοι τον θώρακα της δικαιοσύνης, και υποδησάμενοι τους πόδας εν ετοιμασία του Ευαγγελίου της ειρήνης· επί πάσιν, αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως, εν ω δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι· και την περικεφαλαίαν του σωτηρίου δέξασθε, και την μάχαιραν του Πνεύματος, ό εστι ρήμα Θεού.

Αλληλούϊα. (τρίς)​
Στιχ. Ούτος ο πτωχός εκέκραξε, και ο Κύριος εισήκουσεν αυτού.​
Το Ευαγγέλιον.
Εκ του κατά Ματθαίον. ( Κεφ. 10, 37)​
Ε ίπεν ο Κύριος· ο φιλών πατέρα, ή μητέρα υπέρ εμέ, ουκ έστι μου άξιος· και ο φιλών υιόν, ή θυγατέρα υπέρ εμέ, ουκ έστι μου άξιος· και ός ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολουθεί οπίσω μου, ουκ έστι μου άξιος. Ο ευρών την ψυχήν αυτού, απολέσει αυτήν· και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν. Ο δεχόμενος υμάς, εμέ δέχεται· και ο εμέ δεχόμενος, δέχεται τον αποστείλαντά με. Ο δεχόμενος προφήτην εις όνομα προφήτου, μισθόν προφήτου λήψεται· και ο δεχόμενος δίκαιον εις όνομα δικαίου, μισθόν δικαίου λήψεται. Και ός εάν ποτίση ένα των μικρών τούτων ποτήριον ψυχρού μόνον, εις όνομα μαθητού, αμήν λέγω υμίν, ου μή απολέση τον μισθόν αυτού. Και εγένετο, ότε ετέλεσεν ο Ιησούς διατάσσων τοίς δώδεκα μαθηταίς αυτού, μετέβη εκείθεν, του διδάσκειν και κηρύσσειν εν ταίς πόλεσιν αυτών.
Είτα δίδωσιν ο Ιερεύς τώ νεοκούρω τον σταυρόν μετά του κομβοσχοινίου, λέγων·
Ε ίπεν ο Κύριος τοίς εαυτού μαθηταίς· εί τις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν, και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι.
Είτα δίδωσιν αυτώ ο Ιερεύς το κηρίον απτόμενον·

Ε ίπεν ο Κύριος τοίς εαυτού μαθηταίς· ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοίς ουρανοίς.

Ο Ιερεύς:
Ελέησον ημάς ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου, δεόμεθα σου επάκουσον και ελέησον.

Κύριε ελέησον (τρίς).

Έτι δεόμεθα υπέρ αφέσεως και συγχωρήσεως των αμαρτιών του δούλου του Θεού (τού δείνος).

Κύριε ελέησον (τρίς).

Ότι ελεήμων και φιλάνθρωπος Θεός υπάρχεις, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τώ Πατρί, και τώ Υιώ, και τώ Αγίω Πνεύματι, νύν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Εις τον καιρόν της Θείας Μεταλήψεως πρώτον μεταλαμβάνει ο νεόκουρος προσαγόμενος υπό του αναδόχου αυτού, και χωρίς να εκβάλη το κάλυμμα της κεφαλής του.

Εις δε τον ασπασμόν ψάλλεται το επόμενον ιδιόμελον.

Ήχος α΄ .​
Επιγνώμεν αδελφοί του μυστηρίου την δύναμιν· τον γάρ εκ της αμαρτίας προς την πατρικήν εστίαν επαναδραμόντα άσωτον υιόν, ο πανάγαθος Πατήρ προϋπαντήσας ασπάζεται· και πάλιν της ιδίας δόξης χαρίζεται τα γνωρίσματα, και μυστικήν τοίς άνω επιτελεί ευφροσύνην, θύων τον μόσχον τον σιτευτόν· ίνα ημείς αξίως πολιτευσώμεθα, του τε θύσαντος φιλανθρώπου Πατρός, και του ενδόξου θύματος, του Σωτήρος των ψυχών ημών.
 

MTheodorakis

Παλαιό Μέλος


Λείπει ὁ κανόνας τοῦ ὄρθρου, τὰ στιχηρὰ τῶν αἴνων καὶ ἡ κουρά. Προτιμῶ τὴν διάταξη τοῦ μεγάλου εὐχολογίου χωρὶς τὴ νεώτερη προσθήκη «τοῦ Θεοῦ συνεργοῦντος, τίμιε Πάτερ».
 
Top