«Τὰ ἀπὸ τῶν εἰς ος εις σύνθεσιν ἐλθόντων, καὶ τῇ ἀποβολῇ
τοῦ σ τὴν σύνθεσιν ποιοῦντα διὰ τοῦ ο, καὶ ἢ διὰ μετρικὴν
χρεῖαν, ἢ δι’ εὐφωνίαν τοῦτο μετατιθέντων, εἰς η αὐτὸ μεθί-
στησιν· οἷον, νεογεννὴς, νεηγενής· ἐλαφοβόλος, ἐλαφηβόλος·
ἀθλοφόρος, ἀθληφόρος»
(Θεογνώστου (θ' αἰ.) Κανόνες (γραμματικοί), 567, ἔκδ. J.A. Cramer, Anecdota Graeca e codd. manuscriptis bibliothecarum Oxoniensium, vol. 2. Oxford: Oxford University Press, 1835 (ἐπανέκδοση: Θεογνώστου Κανόνες, Amsterdam: Hakkert, 1963).
Ἡ λέξη ἀπαντᾶται στὰ μαρτύρια τῶν ἁγίων Εὐφημίας, Γολινδούχ, Βαρβάρας, Σοφίας καὶ τέκνων, Ἀγάθης, Ἀναστασίας καὶ Φωτεινῆς (TLG).