«Συνεπτυγμένος ρυθμός» και ψαλμωδία

PANAG

Παλαιό Μέλος
...ὑπάρχει στὴν φυσικὴ τὸ λεγόμενο φαινόμενο Ντόπλερ. Ὅταν ἕνα σῶμα ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν ἀκροατή, ὅσο πιὸ γρήγορα ἀπομακρύνεται, τόσο ὀξύτερος εἶναι ὁ ἦχος. Τί γίνεται λοιπόν: ἂς ποῦμε ὅτι ψέλνουν δύο, ὁ ἕνας ἱσοκρατεῖ καὶ ὁ ἄλλος πιάνει πολὺ ψηλότερους φθόγγους. Ὁ δεύτερος ἔχει καὶ γρηγορότερο ῥυθμὸ ἀπὸ τὸν πρῶτο. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ στὴν δυτ. μουσικὴ καὶ ὅλες, ἂς ποῦμε ὁ πρῶτος παίζει... φαγκότο καὶ πάλι, ὁ δεύτερος πίκκολο φλάουτο. Τὸ φλάουτο σὰν πιὸ ὀξὺ ἀκούγεται καὶ πιὸ ταχύ, ὅμως πᾶμε τώρα στὸ βασικό. Ἂν ὁ δυτ. μαέστρος εἶναι ἀτζαμής, βλέπει στὸ χαρτὶ δύο παράλληλες μελῳδικὲς γραμμὲς ποὺ ἔχουν τὸ ἴδιο μέτρο, λ.χ. 4/4, καὶ τοὺς βάζει νὰ παίζουν τελείως ἱσόχρονα. Δὲν εἶναι ἔτσι ὅμως. Τὸ φαγκότο καὶ τὸ φλάουτο εἶναι σὰν ἕνας χονδρὸς κύριος ποὺ περπατᾷ μὲ ἕνα ζωηρὸ παιδί, γιὰ νὰ συμπέσουν τὸ παιδί κάνει ἔως καὶ κύκλους γύρω ἀπὸ τὸν κύριο. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ ῥυθμὸς εἶναι καὶ μιὰ παράμετρος τοῦ ἤχου, συνυφασμένη μὲ τὸ ὕψος.

Ἅν τώρα ὁ ἀτζαμὴς μαέστρος ποὺ θέλει νὰ τοὺς βάλῃ νὰ συμπέσουν βῆμα-βῆμα μὲ τὸ ζόρι, ἔρθῃ καὶ κάνει βυζαντινὴ μουσική, θὰ ἔχει καὶ πάλι τὴν τάση νὰ βάλῃ τοὺς ψάλτες νὰ ψέλνουν "ὅπως λέει τὸ χαρτί". Ἁλλὰ ἀπὸ τὰ διαστήματα ποὺ προτείνει ὁ Χρύσανθος, καὶ παλαιότερες ἡχογραφήσεις λ.χ. Στανίτσα, Πρίγγου, ἐγὼ τουλάχιστον νομίζω πὼς ἀκούω αὐτὴν τὴν σύναψη ὕψους καὶ ῥυθμοῦ, θὰ ἔλεγα μάλιστα πὼς τὰ διαστήματα τοῦ Χρύσανθου τὴν προβλέπουν. Γιατὶ ὁ Χρύσανθος λέει: ὅταν βάζουμε μπρὸς τὸ μηχάνημα πιάνουμε πρώτη (Δι) μετὰ δευτέρα (Κε=9/8 Δι) καὶ μετὰ τρίτη ὄχι ὅπως οἱ δυτικοὶ (αὐτὸ γράφει - 10/9 Κε) ἀλλὰ πιὸ μαλακά, Ζω=12/11 Κε. Σὰν νὰ λέει ὅτι τὸ ὕψος ἀνεβαίνοντας εἶναι ἕνα δεύτερο μοτὲρ ποὺ πρέπει νὰ λαμβάνεται ὑπόψιν, διότι συμπληρώνει τὸ μοτὲρ τῆς διαδοχῆς τῶν φθόγγων καὶ πρέπει τὰ δύο νὰ συμπίπτουν.
Συγνώμη για την παρέμβαση. Το αντίθετο συμβαίνει. Ο ήχος που αντιλαμβάνεται ακίνητος ακροατής είναι τόσο οξύτερος, του πραγματικά παραγομένου απο κάποιο αντικείμενο,όσο μεγαλύτερη η ταχύτητα του αντικειμένου πού πλησιάζει πρός αυτόν και αντίστροφα είναι βαθύτερος οταν απομακρύνεται από αυτόν το αντικείμενο.
Ετσι λειτουργούν και τα ραντάρ της τροχαίας και μάς γράφουν. Στέλνουν εναν ηχο μιας συχνόυητας αυτός αντανακλάται στο αυτοκίνητο και όσο πιο γρηγορα παμε τόσο πιο οξύς ο ηχος πού λαμβάνεται και την παθαινουμε.
 
Last edited:

Μανώλης ΠαπΜ

Νέο μέλος
Μέγα και ακανθώδες το ζήτημα του ρυθμού.
Μέγα, γιατί σχετίζεται άμεσα με την έννοια του χρόνου, που ακόμη και στις μέρες μας αποτελεί ένα από τα λιγότερο εξηγημένα μυστήρια του σύμπαντος.
Το βέβαιον είναι ότι η κίνηση γεννά το χρόνο και ο χρόνος φανερώνεται με την κίνηση.

Μουσικός ρυθμός είναι η μορφοποίηση της ροής του χρόνου σε όμοια αναγνωρίσιμα κυκλικά σχήματα, που ονομάζουμε ρυθμικά πόδια.

Τα εν λόγω σχήματα γίνονται αντιληπτά οπτικά μεν από αντίστοιχες με αυτά χορευτικές κινήσεις, ακουστικά δε από φθόγγους που παράγουν οι φωνές των τραγουδιστών, όσο και οι ηχοποιητικοί χειρισμοί των εκτελεστών πάνω στα όργανά τους την "τακτή" χρονική στιγμή.

Τα κρουστά μουσικά όργανα, ειδικά τα μεμβρανόφωνα, είναι εκείνα που κατ' εξοχήν φανερώνουν τη μορφή του μουσικού ρυθμού και κανονίζουν χρονικά τόσο τις κινήσεις των χορευτών, όσο και την εκτέλεση των λοιπών μουσικών οργάνων.

Ένα ρυθμικό πόδι έχει δύο φάσεις που διέπονται από τη δύναμη της βαρύτητας: τη θέση και την άρση.
Θέση είναι η στιγμή που το πόδι του χορευτή πατά στο έδαφος, παραδίνοντας το βάρος του σώματος στη δύναμη της έλξης, και άρση η στιγμή της αιώρησης (που αντιμάχεται το βαρυτικό πεδίο).

Ο χορευτικός ρυθμός, που εξάλλου είναι και ο αρχαιότερος, έχει δύο βασικές διακρίνουσες: Το "σχήμα" και την "περιοδικότητα".
Ως σχήμα ας νοηθεί ένας συγκεκριμένος αριθμός χορευτικών βημάτων ειδικής μορφής και διάρκειας, που συμπληρώνουν μικρούς και απλούς ή μεγαλύτερους και πιο σύνθετους κύκλους.
Ως περιοδικότητα ας νοηθεί η κανονική επανάληψη-ανακύκλωση του πιο πάνω "σχήματος" σε μέτρα, κώλα και περιόδους.

Ο άνθρωπος με το χορό προσπάθησε ίσως να εκλογικεύσει και να κατανοήσει το πολυσχιδές και πολυσύνθετο των ρυθμών του σύμπαντος και της φύσης που τον περιβάλλει.

Πέραν όμως του αρχαιότερου και απλούστερου χορευτικού ρυθμού, ο οποίος στο λόγο αντικατοπτρίζεται στην έμμετρη ποίηση (στηρίζοντας την απομνημόνευση μακροσκελών επών), διαπιστώνουμε και την ύπαρξη διαρκώς μεταβαλλόμενων ρυθμών, που ούτε το σχήμα τους είναι ευδιάκριτο, ούτε ο κύκλος τους έχει κάποιο μέγεθος που να εμπίπτει στο αντιληπτικό μας πεδίο, ώστε να είναι μετρήσιμο.
Ας παρατηρήσουμε το κελάηδημα ενός ωδικού πτηνού. Μολονότι υπάρχουν σημεία που εμφανίζουν κάποια περιοδικότητα, το σύνολο είναι μάλλον απροσδιόριστο.
Εδώ εμπίπτει και ο ελεύθερος (μή έμμετρος) ανθρώπινος λόγος.

Έχοντας υπ' όψη όλα τα πιο πάνω, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ενώ στη χορευτική μουσική το ποιητικό κείμενο του μέλους υποτάσσεται στο μέτρο και στο ρυθμό, στην Ψαλτική είναι το κείμενο που προεξάρχοντας υποτάσσει το ρυθμό, δημιουργώντας τόσους και τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους ρυθμούς, που οποιαδήποτε προσπάθεια καταγραφής τους να καθίσταται μάταιη.

Συνεπώς θα ήταν τουλάχιστον παρακινδυνευμένο επιστημονικά να "εγκλωβίσουμε" τη ρυθμική ελευθερία των ψαλτικών ποιητικών κειμένων σε μέτρα και ρυθμικούς πόδες, έχοντας κατά νου ότι η "κανονικότητά" τους έγκειται στην ουσία και όχι στην οιαδήποτε μορφή τους.

ΑΚ
Συμφωνώ απόλυτα!
 
Top