Στὸ Ὁδοιπορικὸ τῆς Αἰθερίας (381-384 μ. Χ.) μαρτυρεῖται ὀκταήμερη παράταση τῶν ἑορτῶν τοῦ Πάσχα (Αἰθερίας Ὁδοιπορικὸν τῶν ἁγίων τόπων καὶ Σινὰ ἔκδ. Τῆνος 1989 σ. 94) καὶ τῶν Χριστουγέννων-Θεοφανίων (τότε συνεορτάζονταν· σ. 71).
«ἀνεχώρει ἐκεῖσε ἀπὸ τῆς ὀγδόης ἡμέρας τῶν ἁγίων Θεοφανίων καὶ ἡσύχαζεν ἕως τῆς τῶν Βαΐων ἑορτῆς κατὰ τὴν παράδοσιν τοῦ ἁγίου πατρὸς
ἡμῶν Εὐθυμίου» (Κυρίλλου Σκυθοπολίτου Βίος Εὐθυμίου τοῦ μεγάλου (+473) § 37 ἔκδ. Φιλοκαλία τῶν νηπτικῶν και ἀσκητικῶν τ. 5 σ. 128).
Ὅταν θεσπίστηκαν οἱ ἀποδόσεις τὸ μηναῖο ἦταν κενὸ στὶς ἡμέρες αὐτές, ἤ οἱ ἀποδόσεις ἦταν νωρίτερες ἀπὸ τὶς σημερινές.
Στὸ ἀσματικὸ τυπικὸ τῆς Μεγάλης ἐκκλησίας θ'-ι'αἰ. ὑπάρχουν μόνο τὰ ἀναγνώσματα γιὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακὲς πρὸ καὶ μετὰ τὴν Ὕψωση, τὰ Χριστούγγενα καὶ τὰ Φῶτα καὶ κάποια ἄλλα προεόρτια καὶ μεθέορτα ἀποστολοευαγγέλια.
«Τὰ αὐτὰ δὲ ἀντίφωνα καὶ τό· Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, καὶ τὸ κοινωνικὸν· Σῶμα Χριστοῦ μεταλάβετε· μέχρι τοῦ Σαββάτου τῆς διακαινησίμου οὕτω ψάλλονται ὡς τὴν ἡμέραν τῆς ἁγίας Κυριακῆς» (τυπικὸν τῆς Μεγάλης ἐκκλησίας θ’-ι’ αἰ. ἔκδ. Dmitrievskij τ. 1 σ. 136).
Βλ. καὶ Συμβολὴ τ. 14 σσ. 24-26.