Έχω εδώ και πολύ καιρό την εξής απορία:
Γιατί το κοντάκιον και ο οίκος αναγινώσκονται, η δε κατάληξή τους επαναλαμβάνεται ψαλτά;
Γιατί αυτό συμβαίνει μόνο μετά την έτκη ωδή, ενώ αν μεταφερθούν τα αναστάσιμα μετά την τρίτη ωδή δε συμβαίνει το ίδιο;
Εικάζω πως επειδή κάποτε εψάλλοντο, όταν πέρασαν στην ανάγνωση έμεινε ως καταλοιπο η ψαλμώδηση της κατάληξης, αλλά δεν το γωνρίζω.
Άλλοτε σκεφτόμουν μήπως τα διάβαζε ο διαβαστής (κάτι σαν κανονάρχημα) και ο ψάλτης αντί να λέει στίχο στίχο όλο το κοντάκιο, χάριν συντομίας, κατέληξε να ψέλνει μόνο την κατάληξη.
Εγώ όταν ψάλλω μόνος κάνω σκέτη ανάγνωση χωρίς να επαναλαμβάνω τις καταλήξεις.
Τι είναι πιο σωστό;
(Παρακαλώ ας μην παρεκτραπεί η συζήτηση στο τι είναι ανάγνωση και τι εμμελής απαγγελία και τι ταιριάζει πού)
Γιατί το κοντάκιον και ο οίκος αναγινώσκονται, η δε κατάληξή τους επαναλαμβάνεται ψαλτά;
Γιατί αυτό συμβαίνει μόνο μετά την έτκη ωδή, ενώ αν μεταφερθούν τα αναστάσιμα μετά την τρίτη ωδή δε συμβαίνει το ίδιο;
Εικάζω πως επειδή κάποτε εψάλλοντο, όταν πέρασαν στην ανάγνωση έμεινε ως καταλοιπο η ψαλμώδηση της κατάληξης, αλλά δεν το γωνρίζω.
Άλλοτε σκεφτόμουν μήπως τα διάβαζε ο διαβαστής (κάτι σαν κανονάρχημα) και ο ψάλτης αντί να λέει στίχο στίχο όλο το κοντάκιο, χάριν συντομίας, κατέληξε να ψέλνει μόνο την κατάληξη.
Εγώ όταν ψάλλω μόνος κάνω σκέτη ανάγνωση χωρίς να επαναλαμβάνω τις καταλήξεις.
Τι είναι πιο σωστό;
(Παρακαλώ ας μην παρεκτραπεί η συζήτηση στο τι είναι ανάγνωση και τι εμμελής απαγγελία και τι ταιριάζει πού)