1. Γενικά
Θα επιχειρήσω μια σύνοψη αλλά και εκ νέου θεώρηση της παραπάνω συζήτησης. Όχι μόνο για τον ύμνο καθ' εαυτόν, αλλά και για τις γενικότερες προϋποθέσεις των όψιμων (όπως η προτεινόμενη από την Α.Δ.) διορθώσεων ύμνων.
Νομίζω ότι την πιο επιγραμματική και μεστή διατύπωση την έχει ο π. Μάξιμος (δεν ξέρω αν μετά από τόσα χρόνια τη συμμερίζεται στον ίδιο βαθμό όπως τότε, εγώ πάντως τώρα τη συμμερίζομαι πολύ περισσότερο από τότε).
Πάντως τώρα θά ξέρω —ἄν καί ἔχω «ἐπιβάλει» τή διόρθωση στό Ναό— ὅτι καί τό Ἐν νόμῳ στέκεται, ὡς τό περισσότερο μᾶλλον μαρτυρούμενο καί τοιουτοτρόπως ἑρμηνευόμενο ἀπό ὅσες ἑρμηνεῖες εἶχα ὑπ᾿ ὄψει μου.
Ἐπίσης ἀποδεικνύεται γιά μιά ἀκόμη φορά τό πόσο ἐπιφυλακτικοί πρέπει νά εἴμαστε στίς διορθώσεις καί πώς χρειάζεται νά ἐξετάζουμε σέ βάθος (κατά τό δυνατόν) τά πράγματα, μή ἀρκούμενοι σέ μιά «λογική» a priori διόρθωση. Ὑπάρχει καί τό πνεῦμα καί τό βάθος καί ἡ ἔμπνευση τοῦ ποιητῆ...
Σ᾿ εὐχαριστοῦμε Ψαλτολόγιον !!!
Πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο φάσεις στην όλη συζήτηση: α) το τι πιστεύουμε ότι πραγματικά έγραψε ο Κοσμάς και β) το τι, πώς και πότε μας παραδόθηκε.
2. Η (πιθανή) αρχική γραφή
α) Για το ποια είναι η «χειρ του συγγραφέως» (manus scriptoris), δηλαδή το αρχικό κείμενο του Κοσμά του Μελωδού (πριν αρχίσουν οι αντιγραφές και, πιθανόν, οι αλλοιώσεις) και οι δύο εκδοχές (
νόμου και
νόμῳ) έχουν από ένα σημαντικό επιχείρημα με το μέρος τους.
Το
ἐν νόμου έχει με το μέρος του τη φυσικότητα στη σύνταξη, λόγω της συχνότητας και παγίωσης των συνεκφορών «γράμμα του νόμου», «σκιά του νόμου». Δεν είναι όμως σπάνιο και αυτό που λέει ο άγιος Νικόδημος, ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συνώνυμα (πβ. το Θεοτοκίο από την στ’ ωδή του Όρθρου Κυριακής, πλ. β:
Ὀ νόμος ἠσθένησε, καὶ παρῆλθεν ἡ σκιά).
Το
ἐν νόμῳ έχει με το μέρος του τη φυσικότητα της ροής του κειμένου (διότι είναι κάπως αφύσικο, ακόμα και για τα δεδομένα του υμνογραφικού «υπερβατού σχήματος», το να σπάσει μια γενική [νόμου] την ενότητα μιας εμπρόθετης φράσης με το ἐν (αν και γίνεται ομολογουμένως σε μερικές περιπτώσεις, όπως π.χ. «ἐν δούλου μορφῇ», «ἐν Ἰορδάνου ῥείθροις», «ἐν Παραδείσου σκηναῖς» κ.λπ.).
Αυτό σημαίνει ότι η λογική του κειμένου από μόνη της του δεν μπορεί να διαφωτίσει επαρκώς για το ποια είναι η ακριβής επιλογή του Κοσμά.
Επομένως, οι πιθανές αλλαγές/αλλοιώσεις του αρχικού κειμένου μπορεί να έχουν συμβεί και προς τις δύο κατευθύνσεις. Να δύο πιθανά σενάρια «διορθώσεων».
α) το αρχικό κείμενο είναι
εν νόμω, αλλά κάποιος αντιγραφέας θεώρησε ότι αυτό δεν είναι σωστό συντακτικά (λόγω των φράσεων
νόμου σκιά, γράμμα του νόμου) και το διόρθωσε σε
εν νόμου.
β) το αρχικό κείμενο είναι
εν νόμου, αλλά κάποιος αντιγραφέας θεώρησε ότι αυτό δεν είναι σωστό κειμενικά (γιατί του φαινόταν αφύσικο ή κακόηχο -ή ίσως και ασύντακτο- το να συνάπτεται το ἐν με γενική) και το διόρθωσε σε
εν νόμω.
3. Η παραδιδόμενη γραφή
Από κει και πέρα έρχεται η χειρόγραφη και η έντυπη παράδοση. Όπως μας διαφώτισε ο κ.
Θεοδωράκης τα (συντριπτικώς) περισσότερα και αρχαιότερα χειρόγραφα παραδίδουν τη γραφή
ἐν νόμῳ. Επίσης, οι έντυπες εκδόσεις έχουν τη γραφή
ἐν νόμω (παρόμοια έντυπη έκδοση έχει υπ’ όψη του και ο άγιος Νικόδημος και μάλιστα κρίνει σκόπιμο να την αιτιολογήσει λέγοντας ότι οι λέξεις
νόμος,
σκιά και
γράμμα είναι συνώνυμες, όπως προανέφερε ο π. Μάξιμος).Αυτό σημαίνει ότι τόσο προ της τυπογραφίας όσο και μετά από αυτήν (δηλαδή μέχρι πολύ πρόσφατα που η έγινε αλλαγή στις εκδόσεις της Α.Δ.), πάντως για αρκετούς συνεχόμενους αιώνες, η εκκλησία ψάλλει
Ἐν νόμῳ, σκιᾷ καὶ γράμματι.
4. Προϋποθέσεις για μια όψιμη διόρθωση
Αν ισχύουν τα παραπάνω, τότε φαίνεται πως η διόρθωση επί το «λογικότερο» ή «ορθότερο», αντιβαίνει σε ένα αρκετά παγιωμένο εκκλησιαστικό βίωμα (αιώνες χρήσης) χωρίς να είναι νοηματικά και γλωσσικά αναπόφευκτη. Και πώς ορίζεται το βίωμα; Δεν είναι κάτι υποκειμενικό; Νομίζω όχι μόνο. Το πώς αναγνώσθηκαν και ψάλθηκαν τα κείμενα αυτά μέσα στους αιώνες δεν είναι αμελητέα παράμετρος, διότι στον χώρο της εκκλησίας η συνέχεια δεν λειτουργεί μόνο ως εχέγγυο γνησιότητας αλλά και ως συσσώρευση του βιώματος. (Πολλώ μάλλον προκειμένου για έναν τόσο βασικό και πολυψαλμένο ύμνο όσο αυτός για τον οποίο συζητούμε).
Αυτό που ισχυρίζομαι και ελπίζω να μην παρανοείται,
δεν είναι ότι
δεν πρέπει να γίνονται διορθώσεις στα κείμενα με το σκεπτικό ότι αριθμούν πολλούς αιώνες χρήσης (αυτό θα μπορούσε να είναι επιχείρημα για τις όψιμες αναθεωρήσεις της ορθογραφίας των λέξων π.χ., για όσους ενδιαφέρονται για το θέμα), αλλά ότι
οι διορθώσεις αυτές πρέπει να γίνονται (και είναι επιβεβλημένες) αλλά μόνο όταν υπάρχει εμφανής και αναγκαία αιτία, όπως διαστρέβλωση του νοήματος από εμφανές λάθος (π.χ.
ἤπιον θράσος αντί
ἵππειον θράσος). Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην περίπτωσή μας και μάρτυς αψευδής είναι ο άγιος Νικόδημος.
5. Συμπέρασμα-προεκτάσεις
Γενικεύοντας το θέμα (με τρόπο που να συνδέεται εμμέσως και με τον μουσικό / νοηματικό χωρισμό του κειμένου – που όμως είναι διαφορετικό και πολυσυζητημένο θέμα, όπου υπεισέρχονται, ομολογουμένως, και άλλες παράμετροι) σύμφωνα με όσα ανέλυσα παραπάνω πιστεύω ότι: μια όψιμη διόρθωση ενός κειμένου που είναι εν χρήσει επί αιώνες,
όταν είναι αναγκαία, είναι επιτρεπτή (και επιβεβλημένη)· όταν δεν είναι αναγκαία, δεν είναι επιτρεπτή. Με άλλα λόγια, όσο εσφαλμένο είναι να πεις ότι δεν πρέπει να γίνεται καμία διόρθωση επειδή τα κείμενα αυτά είναι έτσι εδώ και αιώνες, άλλο τόσο (ή μάλλον περισσότερο) εσφαλμένο είναι να πεις ότι η τακτοποίησή τους «επί το λογικότερο» ή ορθότερο μπορεί να γίνει χωρίς να έχει κάποια σημασία το ότι τα κείμενα αυτά είναι έτσι εδώ και αιώνες.
ΥΓ Αν τα δεδομένα αντιστραφούν, δηλαδή αποδειχθεί ότι τα χειρόγραφα και οι έντυπες εκδόσεις με τη γραφή
ἐν νόμου υπερτερούν, τότε η όλη παραπάνω επιχειρηματολογία δεν αλλάζει, απλώς θα αναγινώσκεται αντίστροφα και θα στηρίζει αυτή τη γραφή (και όχι το
εν νόμῳ), άρα και την όψιμη διόρθωση. Υπάρχουν όμως αυτά τα δεδομένα;