Ποιά ἡ διαφορά τοῦ «κυρός» ἀπό τό «κύριος» και το παράδοξο της ονομασίας των επισκόπων, ηγουμένων κ.ο. με δύο κ, ως κύριον κύριον;

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής

Ὡς γνωστόν σέ κεκοιμημένο ἐπίσκοπο προτάσσουμε τό «κυρός» σέ ἀναφορά τοῦ ὀνόματός του, εἴτε σέ γραπτό εἴτε σέ προφορικό λόγο.
Ποιά ἡ διαφορά ἀπό τό «κύριος» καί ποιός ὁ λόγος;


 

dimskrekas

Δημήτρης Σκρέκας
π. Μάξιμος;55526 said:

Ὡς γνωστόν σέ κεκοιμημένο ἐπίσκοπο προτάσσουμε τό «κυρός» σέ ἀναφορά τοῦ ὀνόματός του, εἴτε σέ γραπτό εἴτε σέ προφορικό λόγο.
Ποιά ἡ διαφορά ἀπό τό «κύριος» καί ποιός ὁ λόγος;



Στην ίδια ερώτηση να προστεθεί και το παράδοξο της ονομασίας των επισκόπων, ηγουμένων κ.ο. με δύο κ, ως κύριον κύριον- κατά κοσμική επίδραση;


Δ.
 

dimskrekas

Δημήτρης Σκρέκας

Ὡς γνωστόν σέ κεκοιμημένο ἐπίσκοπο προτάσσουμε τό «κυρός» σέ ἀναφορά τοῦ ὀνόματός του, εἴτε σέ γραπτό εἴτε σέ προφορικό λόγο.
Ποιά ἡ διαφορά ἀπό τό «κύριος» καί ποιός ὁ λόγος;



Εδώ παρατίθενται τα εξής:

''- Το ως άνω επίθετο αοίδιμος* (που αναγράφομε για τον εξαίρετο Καθηγητή μας κυρό** Φιλιππίδη, το οποίο επίσης ισχύει εξίσου και για τον αείμνηστο δωροδότη μας Καθηγητή μας κυρό Τρεμπέλα) σημειωτέον ότι αρχικώς είχε την εξής σημασία: «ο υπό των ποιητών αδόμενος, υμνούμενος (εξυμνούμενος), περίφημος... θαυμαστός». Νεώτερη σημασία του είναι «αείμνηστος, αλησμόνητος, επί τεθνεώτος» Δ. Δημητράκου, μνημ. Λεξικόν, τόμ. 1ος, σ. 698. - Πρβλ. πινδαρικό «αοίδιμον... προφάταν» Πινδάρου, Fragmenta Selecta V Προσόδια 3, 60(69)(προφάταν είναι δωρικός τύπος του ιωνικού προφήτην), βλ. και γρηγοριανό «Δαβίδ εν βασιλευσιν αοίδιμος» Γρηγορίου Θεολόγου, Εις τόν Μ. Βασίλειον Επιτάφιος, ΒΕΠΕΣ, τ. 60 ος, σ. 175(27).''

** Η λέξη [ο] κυρός ή κύρης***[γενική κυρού ή κύρη], που σημαίνει κύριος ή πατέρας, προέρχεται προφανώς από την ανάλογη λέξη [ο] κύρος και σχηματίζεται με μεταβίβαση του τόνου από την παραλήγουσα στη λήγουσα[κύρος και κυρός, πρβλ. γραμματικά ή μορφολογικά παρώνυμα: νόμος & νομός, βλ. προσέτι τονικά παρώνυμα (*4) πάπ(π)ας & παπ(π)άς]. Η εν λόγω λέξη κυρός χρησιμοποιείται, κατά το πλείστον, για τεθνεώτες κληρικούς ως κυρίους και πνευματικούς πατέρες προς διάκρισή τους από τους ζώντες. Από το ουσιαστικό [το] κυρος (=ισχύς, εξουσία, πρβλ. και κύριο όνομα ο Κυρος (*5) παράγεται το επίθετο κύριος (*6), που δηλώνει «τον έχοντα κυρος, τον κυριαρχούντα, τον ισχυρόν, τον δεσπόζοντα και κατ' ακολουθίαν τον κάτοχον, τον ιδιοκτήτην». Βλ. & πρβλ. Γεωργ. Γαλίτη, Κύριος, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία [Θ.Η.Ε.], τόμ. 7ος, στ. 1214. - Ανάλογες λέξεις και έννοιες βλ. σε H. Liddell, R. Scott, Α. Κωνσταντινίδου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, τόμ. 2 ος, σ. 802[κύριος] & 803[ Κυρος ο μέγας /το κυρος], Ι. Σταματάκου, μνημ. Λεξικόν, σ. 560[το κυρος=η υψίστη δύναμις, εξουσία |||ως κύριο όνομα ο Κυρος, ο ιδρυτης του Περσικού κράτους] και Δ. Δημητράκου , μνημ. Λεξικόν, τόμ. 5ος, σ. 4199 [ κύρης & κύρις, ο κύριος, ο αφέντης & ιδίως ο πατήρ], 4202-4203 [κύριος/κυρος, ο έχων κυρος, ισχύν, εξουσίαν επί τινος], 4204[ο κυρις & κύρις & κύρης αντί του κύριος, ως τιμητική προσφώνησις], 4205[ το κυρος η υψίστη ισχύς, δύναμις, η πλήρης εξουσία (2)ο έχων εξουσίαν τινά, άρχων και ο κυρος και ο κυρός κύρις ή κύρης ως προσηγορία προσώπων ανωτέρας κοινωνικής τάξεως || μεσαιων. ειδικ. ως προσηγορία πατριαρχών και μητροπολιτών].

*** Την λέξη κύρης [γενική κυρου ή κύρη], που ανήκει στο κρητικό και κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα και χρησιμοποιείται «αντί της λέξεως πατέρας», βλ. στον εξής μεσαιωνικό ελληνικό ποιητικό στίχο: «κι ανέθρεψέν το η μάνα ντου δίχως κυρού κανάκι» Βιτσέντζου Κορνάρου, Ο Ερωτόκριτος β΄ 598. - Βλ. και γνωστή παροιμία "κατά μάννα, κατά κύρη, κατά γυιό και θυγατέρα".
 

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής
Στην ίδια ερώτηση να προστεθεί και το παράδοξο της ονομασίας των επισκόπων, ηγουμένων κ.ο. με δύο κ, ως κύριον κύριον- κατά κοσμική επίδραση;


Δ.
Νομίζω ὅτι σημαίνει «Κυρίῳ μοι» ἤ «Κυρίῳ ἡμῶν» τό πρῶτο καί τό δεύτερο «Κύριον»...
Ἔτσι ἦταν στά αὐτοκρατορικά;
Πάντως, ἀπ᾿ ὅ,τι ξέρω, ποτέ δέν ἐκφωνεῖται/λέγεται, παρά μόνον γράφεται.


 

dimskrekas

Δημήτρης Σκρέκας
π. Μάξιμος;55529 said:
Νομίζω ὅτι σημαίνει «Κυρίῳ μοι» ἤ «Κυρίῳ ἡμῶν» τό πρῶτο καί τό δεύτερο «Κύριον»...
Ἔτσι ἦταν στά αὐτοκρατορικά;
Πάντως, ἀπ᾿ ὅ,τι ξέρω, ποτέ δέν ἐκφωνεῖται/λέγεται, παρά μόνον γράφεται.



Άδεται και ψάλλεται εν τοις Πολυχρονισμοίς...


Δ.
 

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής
Εδώ παρατίθενται τα εξής:

''- Το ως άνω επίθετο αοίδιμος* (που αναγράφομε για τον εξαίρετο Καθηγητή μας κυρό** Φιλιππίδη, το οποίο επίσης ισχύει εξίσου και για τον αείμνηστο δωροδότη μας Καθηγητή μας κυρό Τρεμπέλα) σημειωτέον ότι αρχικώς είχε την εξής σημασία: «ο υπό των ποιητών αδόμενος, υμνούμενος (εξυμνούμενος), περίφημος... θαυμαστός». Νεώτερη σημασία του είναι «αείμνηστος, αλησμόνητος, επί τεθνεώτος» Δ. Δημητράκου, μνημ. Λεξικόν, τόμ. 1ος, σ. 698. - Πρβλ. πινδαρικό «αοίδιμον... προφάταν» Πινδάρου, Fragmenta Selecta V Προσόδια 3, 60(69)(προφάταν είναι δωρικός τύπος του ιωνικού προφήτην), βλ. και γρηγοριανό «Δαβίδ εν βασιλευσιν αοίδιμος» Γρηγορίου Θεολόγου, Εις τόν Μ. Βασίλειον Επιτάφιος, ΒΕΠΕΣ, τ. 60 ος, σ. 175(27).''

** Η λέξη [ο] κυρός ή κύρης***[γενική κυρού ή κύρη], που σημαίνει κύριος ή πατέρας, προέρχεται προφανώς από την ανάλογη λέξη [ο] κύρος και σχηματίζεται με μεταβίβαση του τόνου από την παραλήγουσα στη λήγουσα[κύρος και κυρός, πρβλ. γραμματικά ή μορφολογικά παρώνυμα: νόμος & νομός, βλ. προσέτι τονικά παρώνυμα (*4) πάπ(π)ας & παπ(π)άς]. Η εν λόγω λέξη κυρός χρησιμοποιείται, κατά το πλείστον, για τεθνεώτες κληρικούς ως κυρίους και πνευματικούς πατέρες προς διάκρισή τους από τους ζώντες. Από το ουσιαστικό [το] κυρος (=ισχύς, εξουσία, πρβλ. και κύριο όνομα ο Κυρος (*5) παράγεται το επίθετο κύριος (*6), που δηλώνει «τον έχοντα κυρος, τον κυριαρχούντα, τον ισχυρόν, τον δεσπόζοντα και κατ' ακολουθίαν τον κάτοχον, τον ιδιοκτήτην». Βλ. & πρβλ. Γεωργ. Γαλίτη, Κύριος, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία [Θ.Η.Ε.], τόμ. 7ος, στ. 1214. - Ανάλογες λέξεις και έννοιες βλ. σε H. Liddell, R. Scott, Α. Κωνσταντινίδου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, τόμ. 2 ος, σ. 802[κύριος] & 803[ Κυρος ο μέγας /το κυρος], Ι. Σταματάκου, μνημ. Λεξικόν, σ. 560[το κυρος=η υψίστη δύναμις, εξουσία |||ως κύριο όνομα ο Κυρος, ο ιδρυτης του Περσικού κράτους] και Δ. Δημητράκου , μνημ. Λεξικόν, τόμ. 5ος, σ. 4199 [ κύρης & κύρις, ο κύριος, ο αφέντης & ιδίως ο πατήρ], 4202-4203 [κύριος/κυρος, ο έχων κυρος, ισχύν, εξουσίαν επί τινος], 4204[ο κυρις & κύρις & κύρης αντί του κύριος, ως τιμητική προσφώνησις], 4205[ το κυρος η υψίστη ισχύς, δύναμις, η πλήρης εξουσία (2)ο έχων εξουσίαν τινά, άρχων και ο κυρος και ο κυρός κύρις ή κύρης ως προσηγορία προσώπων ανωτέρας κοινωνικής τάξεως || μεσαιων. ειδικ. ως προσηγορία πατριαρχών και μητροπολιτών].

*** Την λέξη κύρης [γενική κυρου ή κύρη], που ανήκει στο κρητικό και κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα και χρησιμοποιείται «αντί της λέξεως πατέρας», βλ. στον εξής μεσαιωνικό ελληνικό ποιητικό στίχο: «κι ανέθρεψέν το η μάνα ντου δίχως κυρού κανάκι» Βιτσέντζου Κορνάρου, Ο Ερωτόκριτος β΄ 598. - Βλ. και γνωστή παροιμία "κατά μάννα, κατά κύρη, κατά γυιό και θυγατέρα".
Φοβερός, ὅπως πάντα!!!
Καί στήν ἀρχή νόμιζα ὅτι δέν θά ἀπαντοῦσες, ὑποβάλλοντας καί τήν ἄλλη ἐρώτηση.
Εἶδα ὅμως κατά τήν προεπισκόπηση τοῦ προηγουμένου τήν ἀπάντηση!!!

Τελικά ἡ διαφορά εἶναι μεταξύ ζώντων καί κεκοιμημένων οὐσιαστικά, γιά λόγους δεοντολογίας.


 

domesticus

Lupus non curat numerum ovium


Τελικά ἡ διαφορά εἶναι μεταξύ ζώντων καί κεκοιμημένων οὐσιαστικά, γιά λόγους δεοντολογίας.



Δηλαδὴ ἁπλῶς ἑπιλέχθηκε μιὰ διαφορετικὴ προσφώνηση ἀπὸ τὸ κύριος χωρὶς ἄλλη αἰτιολογία;
 

chanendes

Ιωάννης Π. Αχιλλιάς
κατά το Λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη το "κ.κ." σημαίνει "κύριοι" και αποτελεί "ξενισμό" κατά μίμηση του γαλλικού αντίστοιχου"Μ.Μ.".
Κακώς δε, διαβάζεται από μερικούς ως "κύριος κύριος" ή "κύριοι κύριοι". Η σωστή του απόδοση αν χρησιμοποιηθεί [γεγονός το οποίο βέβαια αποδοκιμάζει γενικά ο κ. Μπαμπινιώτης προτείνοντας και προκρίνοντας αντ' αυτού την αποκλειστική χρήση του "κ."για όλες τις περιπτώσεις] είναι "κύριοι"

όσον αφορά στη λέξη "κυρός" αναφέρει όσα και ο αγαπητός Δ. Σκρέκας ανέφερε πιο πάνω.
 

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής

Δηλαδὴ ἁπλῶς ἑπιλέχθηκε μιὰ διαφορετικὴ προσφώνηση ἀπὸ τὸ κύριος χωρὶς ἄλλη αἰτιολογία;
Αὐτό κατάλαβα. Βλέπεις κάτι ἄλλο;
Πραγματικά ἐρωτῶ κι ἐγώ.
Εἶναι ὅμως αὐτό μιά αἰτιολογία.​
 

dimitrios.zaganas

Παλαιό Μέλος
κατά το Λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη το "κ.κ." σημαίνει "κύριοι" και αποτελεί "ξενισμό" κατά μίμηση του γαλλικού αντίστοιχου"Μ.Μ."[/B]

Πρβλ. σελ. ή σ. στον ενικό (πχ σ. 14) και σσ. στον πληθυντικό (πχ σσ. 2-10), χφ στον ενικό και χφφ στον πληθυντικό.

Page : p. 6, pp. 5-20.
Folio : f. 3, ff. 5-9.
Manuscrit : ms., mss.
 

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής
Πρβλ. σελ. ή σ. στον ενικό (πχ σ. 14) και σσ. στον πληθυντικό (πχ σσ. 2-10), χφ στον ενικό και χφφ στον πληθυντικό.

Page : p. 6, pp. 5-20.
Folio : f. 3, ff. 5-9.
Manuscrit : ms., mss.
Σ᾿ αὐτό συμφωνῶ κι ἐγώ, ὅταν τίθεται (γραπτῶς) πρό ἀναφορᾶς συνεχομένων ὀνοματεπωνύμων.
Γιά ἕνα ὄνομα (μητροπολίτου) ὅμως...;;;


 

dimskrekas

Δημήτρης Σκρέκας
π. Μάξιμος;55538 said:
Αὐτό κατάλαβα. Βλέπεις κάτι ἄλλο;
Πραγματικά ἐρωτῶ κι ἐγώ.
Εἶναι ὅμως αὐτό μιά αἰτιολογία.​

Και γιατί κύριος ένας κληρικός; άκουγα σε επαρχιακό τηλεοπτικό σταθμό να αποκαλείται Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πατήρ Χ, κ μάλλον δεν ήταν τόσο άστοχο όσο ομοιάζει!

Δ.
 

dimitris

Παλαιό Μέλος
Το κυρός = πατέρας που γράφτηκε παραπάνω ίσως προέρχεται από το αρχαίο εκυρός που σήμαινε τον πεθερό γενικά αλλά και τον πεθερό της νύφης (πατέρα του γαμπρού) ειδικότερα.

Κύριος κατά τον Βυζαντινό Σουίδα είναι ο κεκριμένος.
Εμείς Κύριον ονομάζουμε τον κεχρισμένον και όχι τον κεκριμένον δηλ. τον Χριστό.
Κατά τον Σουίδα πάλι κεχρισμένος είναι ο Χριστός. Γιαυτό και λέμε εις άγιος εις Κύριος.

Κύρος (περισπωμένη) και Κυρός ονομάζουν οι αρχαίοι Σοφοκλής κ.α το όριο (αυτά από αντιπαραβολή κειμένου και μεταφραστών χωρίς να γνωρίζουμε τις πηγές)
Κύρος και η σημερινή λέξη όπως και η αρχαία.
Κύρος η εξουσία.
Κύρος και ο εποποιός.
Κύρος και η επιτυχία.
 

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής
Και γιατί κύριος ένας κληρικός; άκουγα σε επαρχιακό τηλεοπτικό σταθμό να αποκαλείται Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πατήρ Χ, κ μάλλον δεν ήταν τόσο άστοχο όσο ομοιάζει!

Δ.
Tό «Κύριε πάτερ» τό ἔχεις ἀκούσει; (ἐδῶ γελᾶνε)

Πάντως δέν χάνεται καί τό κύριος. Ὅπως ὁ Θεός καί Κύριος καί Πατήρ. Θά ρωτήσω αὔριο καί τόν π. Πατρίκιο.

Μ᾿ αὐτά πού γράφει ὁ Λέκκας τί λές;


 

dimskrekas

Δημήτρης Σκρέκας
Tό «Κύριε πάτερ» τό ἔχεις ἀκούσει; (ἐδῶ γελᾶνε)

Πάντως δέν χάνεται καί τό κύριος. Ὅπως ὁ Θεός καί Κύριος καί Πατήρ. Θά ρωτήσω αὔριο καί τόν π. Πατρίκιο.

Μ᾿ αὐτά πού γράφει ὁ Λέκκας τί λές;



Τα μυστήρια των φιλολόγων και φιλολογούντων δε γνωρίζω αν είναι ισόκυρα μεταξύ τους!
 

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Μια μικρή συμπλήρωση: στο νεοεκδοθέν ετυμολογικό λεξικό, αλλά και στο μεγάλο Λεξικό Μπαμπινιώτη αναφέρεται η προέλευση όχι από υποθετικό τύπο κύρος (ο) που τονίζεται ως κυρός, αλλά από μεσαιων. κυρός που σχηματίστηκε βάσει της γεν. κυροῦ του ελνστ. κῦρις (< αρχ. κύριος με αποβολή του ι για αποφυγή της χασμωδίας). Τα κύρης και κυρός (όπως και το κυρ) συνυπήρχαν στα μεσαιωνικά χρόνια.

Για τη λέξη κύρης / κυρός διαβάστε το σχόλιο από το σπουδαιότατο Επίτομο λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας του Εμμ. Κριαρά.
 
Last edited:

dimitris

Παλαιό Μέλος
Και γιατί κύριος ένας κληρικός; άκουγα σε επαρχιακό τηλεοπτικό σταθμό να αποκαλείται Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πατήρ Χ, κ μάλλον δεν ήταν τόσο άστοχο όσο ομοιάζει!

Δ.
Ο Χριστός μας δίδαξε τις παγίδες της ερήμου.
Έρημος είναι το άδειο μας μυαλό και η έρμη η καρδιά μας.
Ευκολοκίνητα και λάγνα και τα δύο προς την κοσμική δόξα.

Πως να ψάλλω "εις Κύριος" όταν επιζητώ κι εγώ να με προσφωνούν Κύριο;
 

domesticus

Lupus non curat numerum ovium
Το κυρός = πατέρας που γράφτηκε παραπάνω ίσως προέρχεται από το αρχαίο εκυρός που σήμαινε τον πεθερό γενικά αλλά και τον πεθερό της νύφης (πατέρα του γαμπρού) ειδικότερα.

Καμία σχέση τὸ κυρὸς μὲ τὸ ἑκυρός=πεθερός. Τὸ ἐκυρὸς εἶναι πρωτότυπη λέξη τῆς ἰνδοευρωπαϊκῆς οἰκογένειας καὶ δὲν σχετίζεται μὲ τὸ κῦρος οὕτε μὲ τὸ κύριος. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἰ. Πανταζίδη, Λεξικὸν Ὁμηρικόν, ἐν Ἀθήναις 1888, σ. 201:
 

Attachments

  • ekuros.jpg
    74.8 KB · Views: 17

π. Μάξιμος

Γενικός Συντονιστής
Μια μικρή συμπλήρωση: στο νεοεκδοθέν ετυμολογικό λεξικό, αλλά και στο μεγάλο Λεξικό Μπαμπινιώτη αναφέρεται η προέλευση όχι από υποθετικό τύπο κύρος (ο) που τονίζεται ως κυρός, αλλά από μεσαιων. κυρός που σχηματίστηκε βάσει της γεν. κυροῦ του ελνστ. κῦρις (< αρχ. κύριος με αποβολή του ι για αποφυγή της χασμωδίας). Τα κύρης και κυρός (όπως και το κυρ) συνυπήρχαν στα μεσαιωνικά χρόνια.

Για τη λέξη κύρης / κυρός διαβάστε το σχόλιο από το σπουδαιότατο Επίτομο λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας του Εμμ. Κριαρά.
http://www.komvos.edu.gr/dictonline...y_full_lemma?the_lemma_id=14709&target_dict=2

Εὐχαριστοῦμε. Ἀλλά ποιά διαφορά βλέπεις γιά κεκοιμημένο;​
 
Top