π. Μάξιμος
Γενικός Συντονιστής
Εὐχαριστῶ τόν ἀγαπητό Νεκτάριο (nektar) πού σήμερα τό πρωί μοῦ ἐπέστησε τήν προσοχή σέ κάτι πού δέν εἶχα προσέξει καί μάλιστα ἔμεινα ἔκθαμβος..., σχετικό μέ τό θαυμάσιο κάθισμα τοῦ ὄρθρου τῶν Χριστουγέννων:
Τὶ θαυμάζεις Μαριάμ; τὶ ἐκθαμβεῖ[σε/σαι] [τὸ/τῷ] ἐν σοὶ;
Ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι συναντήσαμε δύο διαφορετικές ἐκδοχές, ὄχι μόνον στό ρῆμα (πού μοῦ ὑπέδειξε) ἀλλά καί στό ἄρθρο (πού πρόσεξα ἐκ τῶν ὑστέρων ἐγώ).
Στό Μηναῖον τῆς ΑΔ, λοιπόν, συναντᾶται ὡς «Τὶ θαυμάζεις Μαριάμ; τὶ ἐκθαμβεῖσε τὸ ἐν σοὶ;» καί ἀλλοῦ ὡς «Τὶ θαυμάζεις Μαριάμ; τὶ ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοὶ;».
Κατ᾿ ἀρχάς, νομίζω, ὅτι οὔτε ὁ τύπος «ἐκθαμβεῖσε» οὔτε ὁ τύπος «ἐκθαμβεῖσαι» ἀπαντᾶται στήν ἀρχαία ἑλληνική.
Ἀπό τό θαμβέω –ῶ εἶναι: ἐκθαμβεῖς, καί ἀπό τό ἐκθαμβέομαι –οῦμαι εἶναι: ἐκθαμβῇ ἤ ἐκθαμβεῖ.
Ἀναφορικά μέ τό «τὸ» ἤ «τῷ» εἶδα στό 12τομο λεξικό τοῦ Δημητράκου ὅτι τό θαμβῶ συντάσσεται μέ αἰτιατική.
Μήπως τό ὀρθό εἶναι: «τὶ ἐκθαμβεῖ σε τὸ ἐν σοὶ;»
Ἤ μήπως τό «ἐκθαμβεῖσαι» εἶναι νεώτερος τύπος τοῦ «ἐκθαμβεῖ»;
Θά μπορούσαμε νά εἴχαμε καί μιά συντακτική ἀνάλυση;
Εὐχαριστῶ