Είναι διαφορετικό το τι προσκομίζει η έρευνα για την εξέλιξη της λατρείας και διαφορετικό το πώς το ερμηνεύουμε και πώς το αξιοποιούμε.
Ορισμένα σημεία της παρουσίασης του χαλκέντερου κ. Θεοδωράκη, ειδικά εκείνο για το Μεγαλυνάριο της Θεοτόκου στη Θ. Λειτουργία, προκαλούν κάποιον προβληματισμό με τον κάπως «οριζόντιο» χαρακτήρα τους.
Θα επιχειρήσω έμμεσο σχολιασμό παίρνοντας αφορμή από τα δικά μου χωράφια, της γλώσσας. Εκεί υπάρχει διττής φύσεως εξέλιξη: αυτή που οφείλεται σε ατόνηση αρχών και συνδέεται με φθορά και παρακμή. Υπάρχει όμως και αυτή που οφείλεται σε εσωτερικά αιτήματα και ανάγκες του συστήματος και των ομιλητών, και μπορεί να συνδέεται με ανανέωση και δημιουργία.
Αντίστοιχη διττή φορά στην εξέλιξη εντοπιζω και στην ιστορία της θεολογίας, που στην όλη εξελικτική πορεία της με αποκορύφωμα τον 20ο αιώνα έφθασε σε θαυμαστές πνευματικές φανερώσεις, ταυτόχρονα και σε κάποιες εκπτώσεις και απώλειες.
Ένας λειτουργιολόγος θα μπορούσε να δει και στην ιστορία της λατρείας κάτι αντίστοιχο.
Το να θεωρούμε εξ ορισμού προβληματική κάθε εξέλιξη σε σχέση με το αρχικό σχήμα της λατρείας, δεν πιστεύω ότι είναι ασφαλής οδός. Χρειάζεται να διακρίνει κάποιος, και μάλλον πολλοί συλλογικά (και συνοδικά), ποιες είναι εκείνες οι παρεμβολές που αλλοιώνουν ζωτικά σημεία της παράδοσης (και, ενδεχομένως, να τις διορθώσει μέσω θεσμικής οδού) και ποιες πάλι ανταποκρίνονται σε βαθιά αιτήματα του σώματος της εκκλησίας (και δεν εννοώ τεχνικά θέματα, π.χ. συντομεύσεις ακολουθιών, μεταφράσεις κειμένων κ.λπ., αλλά εκκλησιολογικές-πνευματικές ανάγκες) και να τις αποδεχτεί με ασφαλή συνείδηση -αν βεβαίως έγιναν σε βάθος χρόνου και με βάθος τρόπου. Και ασφαλώς η ησυχαστική εμπειρία πάντα ήταν και είναι πολύτιμη για την εκκλησία ως προς αυτή τη διάκριση.
Η παρεμβολή αυτή, που δεν ξέρω πώς και πότε έγινε, εκφράζει τη συνείδηση της εκκλησίας για τη θέση της Θεοτόκου στο μυστήριο της σωτηρίας. Θα πρέπει να διαστέλλεται από άλλες, ευσεβείς ή μη, παρεμβολές.Πάντως, ἡ ἐπισήμανση γιὰ τὸ τὸ Μεγαλυνάριο τῆς Παναγίας στὴ Λειτουργία (Ἄξιον ἐστιν, Ἐπὶ σοι χαίρει) εἶναι σωστή. Διασπᾶ τελείως καὶ ὁλοφάνερα τὴν ροὴ τῆς Λειτουργίας. Σταδιακὰ θὰ πρέπει νὰ παραλειφθεῖ.
Η παρεμβολή αυτή, που δεν ξέρω πώς και πότε έγινε, εκφράζει τη συνείδηση της εκκλησίας για τη θέση της Θεοτόκου στο μυστήριο της σωτηρίας. Θα πρέπει να διαστέλλεται από άλλες, ευσεβείς ή μη, παρεμβολές.
Επίσης, δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο στην παρεμβολή, αλλά και στην αποδοχή μέσα στους αιώνες.
Αυτό εννοούσα λέγοντας βαθιά εκκλησιολογικά-πνευματικά αιτήματα.
Η παρεμβολή αυτή, που δεν ξέρω πώς και πότε έγινε, εκφράζει τη συνείδηση της εκκλησίας για τη θέση της Θεοτόκου στο μυστήριο της σωτηρίας. Θα πρέπει να διαστέλλεται από άλλες, ευσεβείς ή μη, παρεμβολές.
Επίσης, δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο στην παρεμβολή, αλλά και στην αποδοχή μέσα στους αιώνες.
Αυτό εννοούσα λέγοντας βαθιά εκκλησιολογικά-πνευματικά αιτήματα.
Σταδιακὰ θὰ πρέπει νὰ παραλειφθεῖ.
Καλύτερα νὰ ἐπικεντρωνόμαστε στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ νὰ ἀφήνουμε τὴν προσωπικὴ εὐσέβεια γιὰ τὸ κελλί μας.
Δεν μιλώ για λαϊκό αίτημα (όπως πιθανόν είναι το Αγνή Παρθένε), αλλά για εκκλησιολογικό-πνευματικό αίτημα. Με μια μεταφορά, θα μπορούσα να το πω καρπό κάποιας εκκλησιαστικής και πνευματικής ωρίμασης.Ὅσο γιὰ τὰ αἰτήματα χρειάζεται προσοχή, διότι τὸ ... Ἀγνὴ Παρθένε καραδοκεῖ καῖ διεκδικεῖ τὴν θέση του στὴν ἀκολουθία κατόπιν ... λαϊκοῦ αἰτήματος.
Καλύτερα νὰ ἐπικεντρωνόμαστε στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ νὰ ἀφήνουμε τὴν προσωπικὴ εὐσέβεια γιὰ τὸ κελλί μας.
Με την λογική αυτή να πάμε τότε στο πανάρχαιο Τυπικό του μυστικού δείπνου όπως περιγράφεται στο Ευαγγέλιο χωρίς καμία άλλη προσθήκη όπως κάνουν στις διαμαρτυρόμενες εκκλησίες του Λούθηρου και του Καλβίνου..
Τέλος, επεκτείνοντας τη σκέψη του Ευάγγελου: μου προκαλεί φόβο η ευκολία της αναθεώρησης πραγμάτων που σύσσωμη η εκκλησία, σε μοναστήρια και κόσμο, πιστεύει και εφαρμόζει επί αιώνες. Και του τρόπου με τον οποίο τόσοι άγιοι ιερείς και ιεράρχες τέλεσαν τη Θεία Λειτουργία επί αιώνες.
Μπορεῖς νὰ τὸ πεῖς ὅπως πολιτικῶς ὀρθῶς θέλεις, ἀλλὰ παραμένει -κατὰ τὴ γνώμη μου- ἐφαρμογὴ εὐσεβοῦς πόθου.Δεν μιλώ για λαϊκό αίτημα (όπως πιθανόν είναι το Αγνή Παρθένε), αλλά για εκκλησιολογικό-πνευματικό αίτημα. Με μια μεταφορά, θα μπορούσα να το πω καρπό κάποιας εκκλησιαστικής και πνευματικής ωρίμασης.
Καθόλου δὲν ἦταν ἄγνωστος στοὺς προηγούμενους αἰῶνες, αὐτὸ εἶναι βέβαιο. Τὸ «ὑπερβολικὸς» πολὺ σωστὰ τὸ ἐπισημαίνεις, γιατὶ ἔτσι εἶναι.Τηρουμένων των αναλογιών, ανάλογη ωρίμαση των εκκλησιαστικών πραγμάτων οδήγησε στη θεολογία περί της Θεοτόκου του 14ου αιώνα (Καβάσιλας, Παλαμάς) με τρόπο που ήταν άγνωστος, και ίσως φαινόταν υπερβολικός τους προηγούμενους αιώνες (πολύ περισσότερο τότε που διαμορφωνόταν η Θ. Λειτουργία).
Στὴ λατρεία δὲν ὁμιλοῦμε γιὰ «χρονική ακολουθία ασμάτων, διακοπτόμενων ή μη», οὕτε γιὰ «μεγαλεῖο», ἀλλὰ γιὰ λειτουργία τῶν πιστῶν μὲ ἀλλληλουχία εὐχῶν γιὰ νὰ φθάσουμε στὸ σημεῖο νὰ μεταλάβουμε Σῶμα καὶ Αἷμα. Τὰ ἅσματα ἐξυπηρετοῦν συγκεκριμένους καλυπτηρίους σκοποὺς μὲ καλλιεργημένα εὔηχο τρόπο.Σύμφωνα με τη λογική της επιστροφής στην προ-ευσέβειας κατάσταση, οι πατέρες αυτοί του 14ου αιώνα αλλοίωσαν την παράδοση λόγω των προσωπικών τους ευσεβών εμμονών; Δεν έκαναν όμως τίποτε άλλο από το να συνδέσουν το μεγαλείο της Θεοτόκου με τον Χριστό, ό,τι ακριβώς κάνει και το Άξιον εστί, την ώρα και τη στιγμή που ψάλλεται και, επιτέλους, για τον σκοπό που ψάλλεται (ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου). Δεν είναι όλα στη λατρεία χρονική ακολουθία ασμάτων, διακοπτόμενων ή μη. Υπάρχει κάποιος σκοπός για κάθε τι. Δεν μπορώ να σκεφτώ μεγαλύτερη επικέντρωση στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας από αυτή την αναφορά στη Θεοτόκο.
Και κάτι πολύ σημαντικό: δεν μίλησε κανείς για προσωπική ευσέβεια. Αυτή, ναι, είναι για το κελί.
Τέλος, επεκτείνοντας τη σκέψη του Ευάγγελου: μου προκαλεί φόβο η ευκολία της αναθεώρησης πραγμάτων που σύσσωμη η εκκλησία, σε μοναστήρια και κόσμο, πιστεύει και εφαρμόζει επί αιώνες. Και του τρόπου με τον οποίο τόσοι άγιοι ιερείς και ιεράρχες τέλεσαν τη Θεία Λειτουργία επί αιώνες.
κατὰ τὸν Εὐάγγελο παραπάνω.... ασφαλέστερη λύση να κρατήσουμε τα τυπικά και την μουσική μας παράδοση όπως έχει ήδη σωθεί μέχρι τώρα, όπως σώζεται κυρίως στο Οικουμενικό Πατριαρχείο με την προφορική παράδοση και τον Βιολάκη όπως ξέραμε μέχρι την δεκαετία του 80' γιατί μετά ο κάθε ένας κάνει το βιολί του.
Νὰ προστεθεῖ στὴ λίστα καὶ ἄλλη μία παραφθορά.Ἡ σταδιακὴ φθορὰ τοῦ τυπικοῦ
Νὰ προστεθεῖ στὴ λίστα καὶ ἄλλη μία παραφθορά.
Πλέον ὑπάρχει ἡ τάση περιορισμοῦ τοῦ ἐξαψάλμου σὲ ... μονόψαλμο, διαβάζοντας μόνο τὸ Κύριε εἰσάκουσον, κατὰ τὸν τύπο τῆς Παράκλησης, χάριν βέβαια ... συντομίας. Μοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τὸν λειτουργό, ὅταν εἴχα ἐπισκεφθεῖ ἄλλο ναό, καὶ φυσικὰ ὑπάκουσα χωρὶς δεύτερη κουβέντα.
Ευχαριστώ για την εμπεριστατωμένη απάντηση.Μπορεῖς νὰ τὸ πεῖς ὅπως πολιτικῶς ὀρθῶς θέλεις, ἀλλὰ παραμένει -κατὰ τὴ γνώμη μου- ἐφαρμογὴ εὐσεβοῦς πόθου.
Καθόλου δὲν ἦταν ἄγνωστος στοὺς προηγούμενους αἰῶνες, αὐτὸ εἶναι βέβαιο. Τὸ «ὑπερβολικὸς» πολὺ σωστὰ τὸ ἐπισημαίνεις, γιατὶ ἔτσι εἶναι.
Στὴ λατρεία δὲν ὁμιλοῦμε γιὰ «χρονική ακολουθία ασμάτων, διακοπτόμενων ή μη», οὕτε γιὰ «μεγαλεῖο», ἀλλὰ γιὰ λειτουργία τῶν πιστῶν μὲ ἀλλληλουχία εὐχῶν γιὰ νὰ φθάσουμε στὸ σημεῖο νὰ μεταλάβουμε Σῶμα καὶ Αἷμα. Τὰ ἅσματα ἐξυπηρετοῦν συγκεκριμένους καλυπτηρίους σκοποὺς μὲ καλλιεργημένα εὔηχο τρόπο.
Ὅσον ἀφορᾶ τὸ τὶ ἔκαναν οἱ πατέρες καὶ πὼς διαδίδονταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ἤ τὴν Ἀλεξάνδρεια τυχὸν νέα ἤθη καὶ ἔθιμα, αὐτὸ εἶναι ἄλλη κουβέντα, μεγάλη καὶ ἐξειδικευμένη ἱστορικά. Ἑὰν ἔκαναν σωστὰ ἀπὸ πλευρᾶς λειτουργικῆς πράξης -κατὰ τὴ γνώμη μου πάντα, ὄχι δὲν ἔκαναν. Διέκοψαν ἁπλὰ τὴν ροὴ τῆς λειτουργίας καὶ αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ κενὸ -lacuna- ποὺ προκύπτει μεταξὺ τῶν ἱερατικῶν ἐκφωνήσεων, ὡς μὴ ὄφειλε. Καὶ ἡ ἀστοχία τῆς κίνησης ἐνισχύεται ἀπὸ τὸ ξεχείλωμα τῆς ψαλμώδησης ὄχι μόνο τοῦ θεομητορικοῦ μεγαλυναρίου ἀλλὰ πλέον καὶ τῶν μεγαλυναρίων τῶν ἁγίων ἤ δεσποτικῶν-θεομητορικῶν ἑορτῶν. Εἰδικὰ μέσω τῶν τελευταίων πάλι πλέκεται ἡ Ἐνσάρκωση μὲ τὸ μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας, γιατὶ νὰ μὴν τά ψάλλουμε;
Ἡ ἀναθεώρηση χωρὶς ἀρτηριοσκληρώσεις ποὺ διακρίνεται ἀπὸ ποιμαντικὸ ἐνδιαφέρον καὶ μόνο, χωρὶς νὰ ἀποτελεῖ ἐγωκεντρικὴ ἐπίδειξη γνώσεων, δὲν εἶναι κακή οὕτε προκαλεῖ φόβο. Ἀντίθετα δίνει τροφή γιὰ ἐμβάθυνση στὴν θεολογία καὶ τὴν λειτουργικὴ πράξη. Φυσικὰ, ὅταν ζοῦμε σὲ καιροὺς ἐκκλησιαστικῆς πτωχείας, εἶναι λογικὴ ἡ προσκόλληση, ἀποφεύγοντας ἔτσι τυχὸν κίνδυνο τυχούσης «ἀστοχίας».
Βέβαια, ὅταν οἱ κανόνες ἔχουν ξεπέσει στὴν ἀνάγνωση δύο ωδῶν μὲ τὸ ζόρι καὶ τὸ πετσόκομα πάσης φύσεως ἔχει προσεγγίσει τὰ ὅρια τοῦ γραφικοῦ, ἐκεῖ δὲν ἀναφερόμαστε ὡς κατὰ τὸν Εὐάγγελο παραπάνω.
Οἱ κανόνες, ποὺ βέβαια μᾶς μαθαίνουν τοὺς βίους καὶ τὴν χριστιανική ζωὴ τῶν ἁγίων μας ἢ τοῦ Κυρίου, μέχρι σχετικὰ πρόσφατα ψάλλονταν ἢ διαβάζονταν ὁλόκληροι. Τώρα Εὐάγγελε; Ἐ, ἅμα δὲ γουστάρει ὁ ψάλτης, ὅλα ἐπιτρέπονται ...
[...] η έννοια της υπακοής στην εκκλησία, αλλά και στη συνοδικά εκπεφρασμένη ποικιλία εν ενότητι [...]
δ.
Οἱ κανόνες, ποὺ βέβαια μᾶς μαθαίνουν τοὺς βίους καὶ τὴν χριστιανική ζωὴ τῶν ἁγίων μας ἢ τοῦ Κυρίου, μέχρι σχετικὰ πρόσφατα ψάλλονταν ἢ διαβάζονταν ὁλόκληροι. Τώρα Εὐάγγελε; Ἐ, ἅμα δὲ γουστάρει ὁ ψάλτης, ὅλα ἐπιτρέπονται ...
Ευχαριστώ για την εμπεριστατωμένη απάντηση.
Δεν διστάζω να πω ότι μου φαίνεται κάπως «νοησιαρχική» στάση το να προσεγγίζεται η Θεία Ευχαριστία ως αλληλουχία ευχών και δρωμένων με ορισμένη και μόνο λειτουργικότητα (ναι, αυτή της Μεταλήψεως Σώματος και Αίματος Χριστού), που ό,τι δεν την υπηρετεί άμεσα είναι ακατάλληλο και αποβλητέο. Παραβλέπει το γεγονός ότι είναι και μια ευχαριστιακή και δοξολογική σύναξη και ευωχία αδελφών, ζώντων και τεθνεώτων, συνηγμένων εν αγίω Πνεύματι.
Σύστοιχη ναί, σαφῶς, ἴσως ὅμως καὶ ὑπερβολική στὴν πράξη.Επαναφέρω το θέμα του παραλληλισμού της εξέλιξης στη θεολογία με αυτήν της λατρείας. Μετά την εικονομαχία, αλλά ήδη πριν, με τον Μάξιμο τον Ομολογητή και στη συνέχεια μέσω του ησυχασμού και του αγίου Συμέων του νέου Θεολόγου έως τους Θεσσαλονικείς του 14ου αιώνα, υπάρχει μια σχεδόν ευθεία θεολογική γραμμή που μπορεί να συνοψιστεί γενικά ως εξής: κατάφαση στη δημιουργία του Θεού ως αφετηρία μιας αγαπητικής σχέσης Θεού και ανθρώπου που καταλήγει στη σωτηρία. Από αυτή την άποψη η έμφαση στο πρόσωπο της Θεοτόκου ως κάλλιστου καρπού αυτής της κατάφασης είναι αποτέλεσμα μιας ωρίμασης και ταυτόχρονα ένα αίτημα (με την έννοια που το περιέγραψα, και που δεν συνδέεται βεβαίως με πολιτική ορθότητα).
Δεν διατείνομαι αφελώς ότι η μία εξέλιξη επέβαλε με ορατό τρόπο αντίστοιχη εξέλιξη στη λατρεία, αλλά πιστεύω ότι η όποια σχετική πρόταση / παρεμβολή έγινε «από πατέρες [...] ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ἤ τὴν Ἀλεξάνδρεια», αλλά και η υιοθέτηση και εφαρμογή της (μην το ξεχνάμε) ήταν σύστοιχη με την παραπάνω ωρίμαση.
Ἡ κριτική μου στάση στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ μεγαλυναρίου δὲν εἶναι θεολογική, ἀλλὰ ἀφορᾶ τὴν πράξη. Καὶ στὴν λειτουργικὴ πράξη τὸ συγκεκριμένο στοιχεῖο μοῦ φαίνεται ἄστοχο. Ἄλλο τὸ θεολογικὸ περιεχόμενο, ἄλλο ἡ φλύαρη διακοπὴ τῆς λειτουργικῆς σειρᾶς. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν παλαιολόγεια περίοδο, νομίζω ὅτι δὲν δύναται νὰ συζητηθεῖ στὰ στενά μας πλαίσια τὸ πὼς καὶ τὸ γιατί. Οὕτε συμφέρει ἄλλωστε.Το ερώτημα είναι: αυτή η «αναθεώρηση» (αφού για τα δεδομένα της εποχής τέτοια ήταν) δεν «διακρινόταν ἀπὸ ποιμαντικὸ ἐνδιαφέρον»; Αποτελούσε «ἐγωκεντρικὴ ἐπίδειξη γνώσεων»; Δεν έδινε «τροφή γιὰ ἐμβάθυνση στὴν θεολογία καὶ τὴν λειτουργικὴ πράξη»; Και, αν έγινε τότε, σε καιρούς όπου δεν υπήρχε «ἐκκλησιαστικῆ πτωχεία», τουλάχιστον όπως υπάρχει σήμερα, γιατί δεν πρέπει να την εμπιστευθούμε;
Γιατὶ μᾶς δόθηκε ὁ νοὺς νὰ ἐρευνοῦμε τὰς γραφὰς καὶ νὰ ψάχνουμε, ὅπως ὄμορφα τὸ παρουσιάζει ὁ Ἀνδρέας Κρήτης στὸν ἑσπερινὸ τῆς Ὑπαπαντῆς: «Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς, καθὼς εἶπεν ἐν Εὐαγγελίοις Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν· ἐν αὐταῖς γὰρ εὑρισκόμενον αὐτόν, τικτόμενον καὶ σπαργανούμενον, τιθηνούμενον καὶ γαλακτοτροφούμενον, περιτομὴν δεχόμενον, καὶ ὑπὸ Συμεὼν βασταχθέντα, οὐ δοκήσει οὐδὲ φαντασίᾳ· ἀλλ' ἀληθείᾳ τῷ κόσμῳ φανέντα, πρὸς ὃν βοήσωμεν· ὁ πρὸ αἰώνων Θεὸς δόξα σοι».Με μια λέξη: γιατί να μην κάνουμε αυτό που μας παρέδωσαν οι άγιοι;
Ἔτσι ξεκίνησε πρὸ δεκαετιῶν τὸ κόψιμο τῶν δύο τελευταίων ἀνατολικῶν στοὺς αἴνους (εἰς 8) καὶ τώρα ἔχει παγιωθεῖ ...'Πίνεται το ευχέλαιο;'
Ε καλά, κάθε ιδιαιτερότητα είτε (παρ)αλογίας είτε ειδικών συνθηκών, είτε και των δύο, δεν ταυτίζεται με σταδιακή (παρα)φθορά τυπικού γενικευμένης μορφής! Ασφαλώς και αν γίνει από ανθρώπους με ευθύνη, έχει άλλο βάρος. Από αυτό ακριβώς είναι που πάσχει το κρινόμενο κείμενο, καθώς και από άλλα, αφού η όποια γνώση (με όλες τις παραναγνώσεις που ελλοχεύουν, και παρά τις ταπεινόγραφες δηλώσεις που εντυπωσιάζουν), χωλαίνει σε εκκλησιαστικό, λειτουργικό επίπεδο· η έννοια της υπακοής στην εκκλησία, αλλά και στη συνοδικά εκπεφρασμένη ποικιλία εν ενότητι απουσιάζουν κραυγαλέα, κάτι που είχε επισημανθεί και πριν από 8 χρόνια....
δ.