Ένα ακόμα άρθρο του συνθέτη Γιώργου Κυριακάκη, μαθητή του Λυκούργου Αγγελόπουλου σχετικά με το Λυκούργο Αγγελόπουλο και το έργο του έστειλε ο Βασίλης.
Από τα πιο στρατευμένα άρθρα που έχω διαβάσει ποτέ... Μέχρι που εξυψώνει μόνο τους συνθέτες με τους οποίους συνεργάστηκε ο Αγγελόπουλος... Σαν να μην έχει στοιχεία ελληνικότητας η μουσική του Χατζηδάκη και του Θεοδωράκη, που ο μεν πρώτος εισήγαγε στοιχεία από το βυζαντινότατο ρεμπέτικο, ο δε δεύτερος από μακρυνές μνήμες ψαλτικές (τα έχουν καταθέσει αυτά αμφότεροι)... Σαν να μην είναι ελληνική η μουσική του Μαρκόπουλου... Και αναφέρομαι μόνο στη λόγια μουσική, για να μείνω στο θέμα του άρθρου. Σαν να μη μας άφησαν οι παλαιοί Έλληνες πρωτοψάλτες και χανενδέδες ψαλτοτράγουδα έντεχνα... Αλλά, ξέχασα, αυτά τα θεωρούν οι γείτονές μας λόγια μουσική τους, εμείς προτιμούμε να τα παραβλέπουμε... Αλλά και από τους συνθέτες που μνημονεύει το άρθρο, μάλλον θεωρείται ιδανικότερος και πιο χαρισματούχος ερμηνευτής των έργων του Αδάμη ο κ. Αγγελόπουλος ακόμη και από τον Ταλιαδώρο και το Νεραντζή... Δε βάζω λόγια στο στόμα του αρθρογράφου, είναι απλοί συνειρμοί που πηγάζουν από την απολυτοποίηση, αφού το ιδανικό υπερέχει κάθε σύγκρισης.
Επιτέλους, βαρέθηκα να διαβάζω για ερμηνευτικές τελειότητες και ιδανικότερους εκφραστές και συνθέτες. Ανοίξτε επιτέλους τα μάτια και τα αυτιά σας! Επαινέστε τον άνθρωπο για το έργο του αλλά μην το κάνετε εις βάρος όλων των υπολοίπων, αν μη τι άλλο προκαλείτε!
Πλην αυτών των 3 μνημονεύονται παρακάτω ελάχιστοι άλλοι. Δείτε όμως τη μορφή των διθυραμβικών σχολίων:Η μεν θρησκευτική μουσική συνέχισε να αναπτύσσεται κατά τους μετα-βυζαντινούς αιώνες, η δε λόγια κοσμική ελληνική μουσική ήταν κατ’ ουσία ανύπαρκτη. Η απελευθέρωση από τους Τούρκους δεν επανέφερε την τάξη στην πολιτισμική συνέχεια των Ελλήνων, αντίθετα επί σχεδόν δύο αιώνες βιώνουμε το κακέκτυπο του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού, που μας επιβλήθηκε (και αυτό) από τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης και τις ντόπιες νεόπλουτες, ενίοτε χαζοχαρούμενες, μεγαλοαστικές δυνάμεις οι οποίες κινούν ακόμη τα νήματα. Η λεγόμενη “Εθνική Σχολή”, μιμούμενη το πρότυπο άλλων περιφερειακών ευρωπαϊκών χωρών, επιχείρησε στα μέσα του 20ου αιώνα να εντάξει στοιχεία ελληνικότητας στη λόγια μουσική, αλλά τα αποτελέσματα ήταν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, απογοητευτικά, μιας και το πάντρεμα της ελληνικής μουσικής με τα ευρωπαϊκά μέσα και τεχνικές έγινε με προξενιό. Η ελληνικότητα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από εξωτική διακόσμηση μιας κατά άλλα κεντροευρωπαϊκής, στο περιεχόμενό της, μουσικής. Τις τελευταίες ωστόσο δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα αρκετοί εμπνευσμένοι συνθέτες αναζήτησαν στοιχεία στην αυθεντική ελληνική μουσική και τα ενέταξαν στο έργο τους ως λειτουργικά πλέον στοιχεία της γλώσσας τους και όχι ως τσαρούχια ασορτί με φράκο. Ανάμεσά τους ο Ιάννης Ξενάκης, ο Γιάννης Χρήστου και ο Νίκος Σκαλκώτας.
Δεν έχω τίποτε με τον αείμνηστο Μιχάλη Αδάμη. Αντιθέτως, τον σέβομαι σαν συνθέτη και μου αρέσει η μουσική του. Με την απολυτοποίηση του σχολιαστή του διαφωνώ, προφανώς για να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στο ότι επέλεξε «ο μόνος μετα-βυζαντινός συνθέτης» τον Αγγελόπουλο για ερμηνευτή των έργων του.Εμβληματική μορφή ανάμεσα στους συνθέτες με τους οποίους έχει συνεργαστεί είναι αναμφίβολα ο Μιχάλης Αδάμης. Πρωτοπόρος από κάθε άποψη και κυρίως όσον αφορά τη δημιουργία έργων όπου η
«βυζαντινή» τους προέλευση χωρίς να προβάλλεται ως «ελληνορθόδοξον» άλλοθι, μας δίνει το δικαίωμα να τον αναγνωρίσουμε ως τον πρώτο, αν όχι και το μόνο, μετα-βυζαντινό συνθέτη.
Άλλο η θετική κριτική και άλλο η εξιδανίκευση.Κάθε ένας από τους προαναφερθέντες συνθέτες προσπαθεί με τον τρόπο του να εντάξει στοιχεία της βυζαντινής μουσικής στο έργο του, άλλοτε με την μορφή της παράθεσης, άλλοτε με τη μορφή εξωτισμού, άλλοτε ως συμπαγή και λειτουργική, καθοριστική της μορφής του μουσικού κειμένου, παράμετρο. Ότι απ’ αυτά κι αν συμβαίνει, κανένας δεν θα μπορούσε να έχει πολυτιμότερο αρωγό από το Λυκούργο Αγγελόπουλο στην προσπάθεια του. Η απίστευτη ασματική του ικανότητα, η φαντασία και το ισχυρό μουσικό του ένστικτο, η τεράστια καλλιτεχνική του εμπειρία, σε συνδυασμό με το σπάνιο ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής του, τον καθιστούν τον ιδανικό ερμηνευτή έργων που απαιτούν στην ερμηνεία τους και γνώση της βυζαντινής μουσικής.
... Στο ψαλτολόγιον αισθάνεσαι πως η πλειοψηφία των ανάλογων μηνυμάτων αφορά το πρόσωπο του άρχοντα Λυκούργου Αγγελόπουλου και όχι τους Πατριαρχικούς; Μήπως θα πρέπει να καθίσω να σου δείξω τα αμέτρητα μηνύματα που εκθειάζουν συγκεκριμένους ψάλτες του πατριαρχείου και τους παρουσιάζουν ως θεούς; Αυτά δε βαρέθηκες να τα διαβάζεις ασφαλώς ποτέ. Τα μετρημένα όμως μηνύματα και άρθρα που με πολύ πιο ήπιους χαρακτηρισμούς μιλούν για τον διεθνώς πολυβραβευμένο άρχοντα σε κούρασαν και τα βλέπεις προκλητικά.
Προσπάθησε σε παρακαλώ μόνο μέσα από το Ψαλτολόγιον να δεις εάν έχουν λογική βάση αυτά που έγραψες.
...
Κι ἐγώ ποὺ νόμιζα πὼς στοὺς ἀκαδημαϊκοὺς κύκλους τὸ ἀποτέλεσμα καὶ ἡ πρακτικὴ ἐφαρμογὴ ἕπονται τῆς ἔρευνας καὶ ΔΕΝ προηγοῦνται αὐτῆς.
Ὅταν ὅμως ἡ ὑπόθεση ἐργασίας «βαπτίζεται» ἐπιστημονικὰ ἀκλόνητο συμπέρασμα, λογικὸ εἶναι νὰ διαδίδεται στοὺς ἀκαδημαϊκοὺς κύκλους, ποὺ συνήθως ἀποτελοῦν «ἄλλο» πλανή-τη ...
Κρίνεται λοιπόν ο Λυκούργος Αγγελόπουλος ως ο "πολυτιμότερος αρωγός" που θα μπορούσε να έχει κανείς, καθώς και "ιδανικός ερμηνευτής έργων που απαιτούν στην ερμηνεία τους και γνώση της βυζαντινής μουσικής", ως εκφραστής μάλιστα "προφορικής παράδοσης" της μουσικής μιας μεσογειακής χώρας. Θα συμφωνήσω με τον Γιάννη Μπουλμπουτζή ότι το συμπέρασμα αυτό είναι το λιγότερο άδικο, αφού παραθεωρεί άλλους ερμηνευτές όχι απλώς ικανότερους, αλλά που ο συγκεκριμένος (και όχι μόνο αυτός φυσικά) δεν μπορεί καν να τους αγγίξει ερμηνευτικά. Αν τώρα βάλουμε μέσα και τις γνωστές εκτελεστικές υπερβολές του, με τον τελείως εξεζητημένο τρόπο εκτέλεσης έλξεων και αναλύσεων (εδώ πέρα είχαμε ακούσει και είχαμε σχολιάσει στο Ψαλτολόγιο έλξεις ακόμα και σε... παλαιοβυζαντινά μέλη με διαστήματα τόνους και ημιτόνια!) ή αν συγκρίνουμε αποδόσεις του συγκεκριμένου ψάλτη με αποδόσεις αναγνωρισμένων συγχρόνων παραδοσιακών ψαλτών, είτε παλαιών (Χρυσάνθου, Τσαμκιράνη, Παναγιωτίδη κλπ.) είτε συγχρόνων (Αστέρη, Ταλιαδώρου, Κετσετζή, Νεραντζή, Παϊκόπουλου κλπ.), τότε θα καταλάβουμε ότι εκφράσεις όπως "ερμηνευτική δεινότητα" ή "απίστευτη ασματική ικανότητα" είναι τουλάχιστον υπερβολικές, αν όχι προκλητικές, αφού θα ήταν μάλλον ύβρις να επιχειρηθεί η οποιαδήποτε σύγκριση...Η εμπνευσμένη κίνηση του Peres ήταν, ελλείψει ηχητικών ντοκουμέντων από την προ ηχογραφήσεων εποχή, να στραφεί στις προφορικές παραδόσεις
των λαών της νότιας κυρίως Ευρώπης και των γύρω από τη Μεσόγειο χωρών. [...] Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος από ελληνικής πλευράς συνδράμει με την καλλιτεχνική του σοφία και την ερμηνευτική του δεινότητα τα μέγιστα σ’ αυτή την προσπάθεια. [...] κανένας δεν θα μπορούσε να έχει πολυτιμότερο αρωγό από το Λυκούργο Αγγελόπουλο στην προσπάθεια του. Η απίστευτη ασματική του ικανότητα, η φαντασία και το ισχυρό μουσικό του ένστικτο, η τεράστια καλλιτεχνική του εμπειρία, σε συνδυασμό με το σπάνιο ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής του, τον καθιστούν τον ιδανικό ερμηνευτή έργων που απαιτούν στην ερμηνεία τους και γνώση της βυζαντινής μουσικής.
Μια και βλέπω πολλά διαγραμμένα μηνύματα, τα οποία δεν διάβασα, για να είμαστε μέσα στο θέμα ας σχολιάσω κάποια σημεία του άρθρου. Μου έκανε καταρχήν εντύπωση ότι ο κ. Κυριακάκης δεν φείδεται χαρακτηρισμών, ώστε να πει ορισμένα πράγματα με τ' όνομά τους. Η συμμετοχή τώρα ενός ψάλτη σε έργα κλασσικής μουσικής, από μόνη της αξίζει καταρχήν συγχαρητήρια. Το θέμα είναι όμως σε τι μουσικό πλαίσιο αναφερόμαστε. Κρίνεται δηλ.:
α) η αισθητική της ερμηνείας του Λυκούργου Αγγελόπουλου σε έργα δυτικής μουσικής Ελλήνων συνθετών; ή
β) κρίνεται κατά πόσο ο συγκεκριμένος ψάλτης αποδίδει το παραδοσιακό βυζαντινό ηχόχρωμα στα έργα αυτά; ή
γ) κρίνεται καθαρά ως φωνή, ανεξαρτήτως του τι ερμηνεύει;
Γιατί εάν πρόκειται να κριθεί η ερμηνεία του κ. Αγγελόπουλου στο πλαίσιο της δυτικής μουσικής, δεν είμαστε αρμόδιοι πριν ακούσουμε το έργο. Εάν όμως πρόκειται να κριθεί κατά πόσο ο συγκεκριμένος μεταφέρει στα δυτικά έργα το ψαλτικό χρώμα, δηλ. η απόδοσή του ΩΣ ΨΑΛΤΗ, ή αν πρόκειται να κριθούν οι φωνητικές του δυνατότητες, εκεί έχουμε λόγο, γιατί τον έχουμε ακούσει ουκ ολίγες φορές από τις διάφορες ηχογραφήσεις.
Από αυτά λοιπόν, εγώ βλέπω στο άρθρο ότι επαινείται ο αξιότιμος Λυκούργος Αγγελόπουλος για το δεύτερο και το τρίτο κυρίως. Ορίστε ορισμένα αποσπάσματα:
Κρίνεται λοιπόν ο Λυκούργος Αγγελόπουλος ως ο "πολυτιμότερος αρωγός" που θα μπορούσε να έχει κανείς, καθώς και "ιδανικός ερμηνευτής έργων που απαιτούν στην ερμηνεία τους και γνώση της βυζαντινής μουσικής", ως εκφραστής μάλιστα "προφορικής παράδοσης" της μουσικής μιας μεσογειακής χώρας. Θα συμφωνήσω με τον Γιάννη Μπουλμπουτζή ότι το συμπέρασμα αυτό είναι το λιγότερο άδικο, αφού παραθεωρεί άλλους ερμηνευτές όχι απλώς ικανότερους, αλλά που ο συγκεκριμένος (και όχι μόνο αυτός φυσικά) δεν μπορεί καν να τους αγγίξει ερμηνευτικά. Αν τώρα βάλουμε μέσα και τις γνωστές εκτελεστικές υπερβολές του, με τον τελείως εξεζητημένο τρόπο εκτέλεσης έλξεων και αναλύσεων (εδώ πέρα είχαμε ακούσει και είχαμε σχολιάσει στο Ψαλτολόγιο έλξεις ακόμα και σε... παλαιοβυζαντινά μέλη με διαστήματα τόνους και ημιτόνια!) ή αν συγκρίνουμε αποδόσεις του συγκεκριμένου ψάλτη με αποδόσεις αναγνωρισμένων συγχρόνων παραδοσιακών ψαλτών, είτε παλαιών (Χρυσάνθου, Τσαμκιράνη, Παναγιωτίδη κλπ.) είτε συγχρόνων (Αστέρη, Ταλιαδώρου, Κετσετζή, Νεραντζή, Παϊκόπουλου κλπ.), τότε θα καταλάβουμε ότι εκφράσεις όπως "ερμηνευτική δεινότητα" ή "απίστευτη ασματική ικανότητα" είναι τουλάχιστον υπερβολικές, αν όχι προκλητικές, αφού θα ήταν μάλλον ύβρις να επιχειρηθεί η οποιαδήποτε σύγκριση...
Το έχω ξαναγράψει: οι οπαδοί (γιατί περί αυτού πρόκειται μ' αυτά που βλέπω να γράφονται...) της γνωστής σχολής θα πρέπει να περιορίσουν τις διθυραμβικές κρίσεις τους για πρόσωπα της σχολής τους. Αν θέλουν να τους δώσουν συγχαρητήρια για το έργο τους και τον κόπο τους, να το κάνουν. Ο καθένας καταρχήν που κάνει οποιαδήποτε προσπάθεια στο χώρο της βυζαντινής μουσικής αξίζει συγχαρητήρια, πόσο μάλλον όταν αυτό έχει να κάνει με έργο δεκαετιών. Αλλά όταν μιλούν περί γνησιότητας, "απίστευτης ικανότητας", "ιδανικούς εκφραστές" κλπ., θα πρέπει να καταλάβουν ότι παραθεωρούν εμμέσως τους γνήσιους εκφραστές της βυζαντινής μουσικής μας παράδοσης, τους οποίους συχνά αναγνωρίζουν μεν στα λόγια, όμως αποδεικνύεται ότι αυτές οι αναγνωρίσεις των παραδοσιακών ψαλτών δεν έχουν αντίκρυσμα στην πράξη και μάλλον λέγονται περισσότερο κατ' επίφαση, για να μην θεωρηθούν κάποιοι ψαλτικά "off", παρά επειδή όντως υπάρχει αναγνώριση. Άλλωστε, όπως λέμε στην εκκλησία: "εορτή αγίου μίμησις αγίου εστί". Αν δηλ. παραδέχεσαι κάποιον στα λόγια, αλλά στην πράξη κάνεις άλλα αντ' άλλων, τότε τα λόγια σου δεν έχουν κανένα νόημα.
Σε ό,τι δε αφορά την επιλογή συνθετών δυτικής μουσικής στο πρόσωπο του Λυκούργου Αγγελόπουλου ως ερμηνευτή των έργων τους, με το επιχείρημα ότι αυτοί "κάτι ξέρουν", θα πρέπει να δούμε το κριτήριο της επιλογής. Γιατί δηλ. επιλέγεται ο συγκεκριμένος; Επειδή είναι κάποιος καθολικά αναγνωρισμένος παραδοσιακός ψάλτης, όπως ο Στανίτσας ή ο Φιρφιρής; Ή μήπως επειδή η φωνή του και ο τρόπος ερμηνείας του ταιριάζει με ένα νεο-γρηγοριανού τύπου φωνητικό ηχόχρωμα, που θέλει να προσδώσει ο συνθέτης στο έργο του; Ή επειδή απλώς λόγω marketing η ΕΛΒΥΧ θεωρείται "η καλύτερη χορωδία", άρα ο διευθυντής της θεωρείται και "ο καλύτερος ψάλτης" και άρα ο συνθέτης που δεν έχει ασχοληθεί με βυζαντινή μουσική επιλέγει απλώς "το πρώτο όνομα"; Ή επειδή ο συνθέτης συμβουλεύεται για την επιλογή του όχι ψάλτες, αλλά ανθρώπους από τον ακαδημαϊκό χώρο, στον οποίο η γνωστή σχολή έχει εδραιώσει εν πολλοίς τη θέση της; Απλά ερωτήματα...
Βασιλεύς ή Στρατιώτης;
Στρατιώτης. Και μάλιστα ακούραστος, σε όποιο «μέτωπο» καλείται. Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος, ιδρυτής και διευθυντής της Ελληνικής Βυζαντινής Χορωδίας (βλ. ΑΝΤΙ τεύχος 910) στις τέσσερις και πλέον δεκαετίες καλλιτεχνικής του δραστηριότητας, εκτός που υπηρετεί με υποδειγματικό τρόπο την υπόθεση της βυζαντινής μουσικής, προσέφερε και προσφέρει τις υπηρεσίες του και σε άλλα μουσικά ιδιώματα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επιχειρούν να συνδιαλαγούν μαζί της.
Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος είναι ένας εκ των σημαντικότερων εν ζωή καλλιτεχνών της βυζαντινής μουσικής. Βυζαντινή μουσική σημαίνει: λόγια μουσική της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας από το μεσαίωνα μέχρι τις μέρες μας. Είναι μουσική μονόφωνη, με ίδιον σύστημα κατά πολύ περιπλοκότερο από αυτό της «κλασσικής» δυτικής μουσικής, με ιδιαίτερη στρατηγική ερμηνείας και απόδοσης του μέλους, της οποίας ο φυσικός χώρος είναι η εκκλησία και ο πρωταρχικός της ρόλος λειτουργικός. Και εφ’ όσον η χριστιανική εκκλησία ήταν για πάνω από χίλια χρόνια, από δογματικής απόψης, μία, λογικό είναι και η εκκλησιαστική μουσική να ήταν, κατά την ίδια χρονική περίοδο, μία, φυσικά με τις κατά τόπους ιδιαιτερότητες και διαφοροποιήσεις της.
Η εμπνευσμένη κίνηση του Peres ήταν, ελλείψει ηχητικών ντοκουμέντων από την προ ηχογραφήσεων εποχή, να στραφεί στις προφορικές παραδόσεις των λαών της νότιας κυρίως Ευρώπης και των γύρω από τη Μεσόγειο χωρών. Έτσι το Ensemble Organum εκτός από τον καθαρά γαλλικό πυρήνα μουσικών, συχνά ενισχύεται από μουσικούς που προέρχονται μεταξύ άλλων από την Κορσική, το Μαρόκο, την Ισπανία και φυσικά την Ελλάδα, προκειμένου ο ήχος της μουσικής που ερμηνεύει να πλησιάσει κατά το δυνατόν, πάντα κατ’ εκτίμηση, στον αυθεντικό. Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος από ελληνικής πλευράς συνδράμει με την καλλιτεχνική του σοφία και την ερμηνευτική του δεινότητα τα μέγιστα σ’ αυτή την προσπάθεια. Λαμβάνει μέρος σε συναυλίες και έχει ηχογραφήσει με το συγκρότημα αρκετούς Πρωτοχριστιανικούς, Παλαιορωμαϊκούς και Μεσαιωνικούς ύμνους, οπωσδήποτε, για να προλάβουμε τους αιρεσιοφάγους καπεταναίους, σε κάθε περίπτωση παλαιότερους του εκκλησιαστικού σχίσματος.
Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος συνεργάστηκε αρκετές φορές με συνθέτες της εποχής μας, σε δύο περιπτώσεις μαζί και με τη χορωδία του, με αποτελέσματα που συχνά άφησαν άναυδο το ακροατήριο, αλλά, φυσικά, προξένησαν και τα κακεντρεχή σχόλια των ντόπιων «διεθνιστών» και «κοσμοπολιτών», τα οποία ωστόσο στράφηκαν κυρίως κατά των συνθετών.
Κάθε ένας από τους προαναφερθέντες συνθέτες (Μιχάλης Αδάμης, Δημήτρης Τερζάκης, Κυριάκος Σφέτσας, John Tavener, Γιώργος Κυριακάκης και Θόδωρου Αντωνίου - παρένθ. του greek487) προσπαθεί με τον τρόπο του να εντάξει στοιχεία της βυζαντινής μουσικής στο έργο του, άλλοτε με την μορφή της παράθεσης, άλλοτε με τη μορφή εξωτισμού, άλλοτε ως συμπαγή και λειτουργική, καθοριστική της μορφής του μουσικού κειμένου, παράμετρο. Ότι απ’ αυτά κι αν συμβαίνει, κανένας δεν θα μπορούσε να έχει πολυτιμότερο αρωγό από το Λυκούργο Αγγελόπουλο στην προσπάθεια του. Η απίστευτη ασματική του ικανότητα, η φαντασία και το ισχυρό μουσικό του ένστικτο, η τεράστια καλλιτεχνική του εμπειρία, σε συνδυασμό με το σπάνιο ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής του, τον καθιστούν τον ιδανικό ερμηνευτή έργων που απαιτούν στην ερμηνεία τους και γνώση της βυζαντινής μουσικής.
Οι μεγάλοι καλλιτέχνες ανοίγουν δρόμους με ποικίλους τρόπους. Οι μέτριοι και εσωστρεφείς επιδιώκουν απλά μια πρόσκαιρη εξαργύρωση, της μοιραία εφήμερης παρουσίας τους. Ο Λυκούργος Αγγελόπουλος εκτός από την τεράστια σημασία που έχει ως μύστης της βυζαντινής μουσικής βοήθησε με τη στάση και την τέχνη του και μας τους «παρεπιδημούντας εν αυτή» όχι μόνον να καταλάβουμε και να αναγνωρίσουμε έναν υπέροχο μουσικό πολιτισμό, αλλά και να εντρυφήσουμε σε μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης και δημιουργίας και του οφείλουμε, όλοι ανεξαιρέτως οι συνθέτες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουμε συνεργαστεί μαζί του, ένα τεράστιο ευχαριστώ για όσα προσέφερε και προσφέρει.
Ορίστε και μια «μετα-βυζαντινή σύνθεση»:
Μιχάλης Αδάμης - Κράτημα, για ψάλτη, όμποε, τούμπα και μαγνητοταινία
http://www.adamis.gr/audio/Kratima.mp3
Προσωπικά με ενοχλεί η οπαδικότητα προς όποιον κι αν κατευθύνεται. Δεν είναι εκκλησιαστικά αυτά εν τω βάθει. Υπάρχει προς το πρόσωπο του Αγγελόπουλου; Κατά τη γνώμη μου ναι (χωρίς να ευθύνεται εκείνος γι' αυτό) και εκφάνσεις της βλέπουμε και στο φόρουμ από δυο-τρία μέλη. (Όπως βλέπουμε και εκφάνσεις πολύ λελογισμένης και δημιουργικής μαθητείας σε αυτόν). Τελεία και παύλα.
Με ενοχλεί ακόμα περισσότερο η άνευ μέτρου και κριτηρίων πολεμική (ειδικά όταν ασκείται εντός ψυχολογικά ασφαλούς χώρου). Η στάση αυτή προκαλεί αποστάσεις σε μένα και πιστεύω σε πολλούς, όπως και σοβαρό προβληματισμό για τα κίνητρα της πολεμικής. Πώς συνδέονται οι σοβαρές ενστάσεις για τη θεωρία και την ερμηνεία του Αγγελόπουλου σε ψαλτικό επίπεδο με το ποιος θύραθεν συνθέτης τον επέλεξε και με ποια κριτήρια, μουσικά, φωνητικά, διαφημιστικά ή άλλα, για να ερμηνεύσει συνθέσεις του; Μήπως τελικά "αντι-αγγελοπουλικό" να 'ναι κι ό,τι να 'ναι;;
ΥΓ Tο μήνυμα είναι έτσι δομημένο ώστε να μη λάβει κανένα thanks και μακάρι να μη λάβει.
Προσωπικά με ενοχλεί η οπαδικότητα προς όποιον κι αν κατευθύνεται. Δεν είναι εκκλησιαστικά αυτά εν τω βάθει. Υπάρχει προς το πρόσωπο του Αγγελόπουλου; Κατά τη γνώμη μου ναι (χωρίς να ευθύνεται εκείνος γι' αυτό) και εκφάνσεις της βλέπουμε και στο φόρουμ από δυο-τρία μέλη. (Όπως βλέπουμε και εκφάνσεις πολύ λελογισμένης και δημιουργικής μαθητείας σε αυτόν). Τελεία και παύλα.
Με ενοχλεί ακόμα περισσότερο η άνευ μέτρου και κριτηρίων πολεμική (ειδικά όταν ασκείται εντός ψυχολογικά ασφαλούς χώρου). Η στάση αυτή προκαλεί αποστάσεις σε μένα και πιστεύω σε πολλούς, όπως και σοβαρό προβληματισμό για τα κίνητρα της πολεμικής. Πώς συνδέονται οι σοβαρές ενστάσεις για τη θεωρία και την ερμηνεία του Αγγελόπουλου σε ψαλτικό επίπεδο με το ποιος θύραθεν συνθέτης τον επέλεξε και με ποια κριτήρια, μουσικά, φωνητικά, διαφημιστικά ή άλλα, για να ερμηνεύσει συνθέσεις του; Μήπως τελικά "αντι-αγγελοπουλικό" να 'ναι κι ό,τι να 'ναι;;
ΥΓ Tο μήνυμα είναι έτσι δομημένο ώστε να μη λάβει κανένα thanks και μακάρι να μη λάβει.