Αυτό που βλέπω εγώ είναι μικρές μελωδικές παραλλαγές, αντίστοιχες με αυτές που βρίσκουμε στον Βιολάκη. Καταρχήν στο πρώτο παράδειγμα, στη συλλαβή -λεί, βλέπουμε στην παλαιότερη έκδοση μια θέση που θυμίζει ανάλυση πεταστής, τη στιγμή που ο Κηλτζανίδης το γράφει απλούστερα. Πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Εν συνεχεία στη συλλαβή -βρω ο Κηλτζανίδης προτιμά μια ελαφρώς διαφορετική εκδοχή της γνωστής αυτής θέσεως, με κλάσμα στον πρώτο φθόγγο και γοργόν στον δεύτερο. Άντε, να δεχτώ ότι τα κεντήματα στο τέλος της θέσης (πριν τη συλλαβή -σι) είναι ένα είδος εξήγησης. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την επόμενη θέση. Ανάλυση της γραμμής με την ευρύτερη έννοια του όρου, ναι. Εξήγηση της νέας γραφής, όχι. Σημειογραφικά είναι απολύτως σαφές. Το ίδιο και στο "προπέμπουσι". Στην παλαιότερη έκδοση είναι Κε-Ζω-Νη. Ο Κηλτζανίδης ποικίλλει τον δίχρονο φθόγγο του ολίγου (Κε-Δι-Κε) και εν συνεχεία παίρνει τον Ζω από κάτω, χωρίς να αγγίξει τον Νη. Τα κεντήματα δηλ. αντιστοιχούν πλέον στον Ζω. Πώς είναι δυνατόν το ένα να είναι "εξήγηση" του άλλου; Απλούστατα δεν είναι. Είναι μελωδική παραλλαγή.
Η παράδοση των μικροπαραλλαγών μιας μελωδικής γραμμής είναι αρχαιότατη συνήθεια, που συναντάται στα παλαιά χειρόγραφα με την μορφή κόκκινων σημαδοφώνων πάνω ή κάτω από τα μαύρα. Τώρα γιατί στην εποχή μας έχουμε τη μανία αυτές τις φυσικότατες παραλλαγές να τις βαφτίζουμε εξηγήσεις της "απλής" ή "συνοπτικής" δήθεν γραφής των Τριών, ειλικρινά δεν το καταλαβαίνω. Μπορώ όμως να το εξηγήσω: πρόκειται για σαφέστατη επίδραση του καραϊσμού μέσω κάποιων όψιμων συνοδοιπόρων του. Τα έχουμε ξαναπεί αυτά, αλλά δεν θα κουραστώ να τα επαναλαμβάνω.