Ἀνεβάζω τὸ Ἀναστασιματάριον τοῦ Ζαφειροπούλου ἀπὸ τὸ 1853.
Στὴ «Βιβλιογραφία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς» γράφει ὁ Γεώργιος Χατζηθεοδώρου τὰ ἑξῆς γιὰ αὐτὸ τὸ βιβλίο:
Στὴ «Βιβλιογραφία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς» γράφει ὁ Γεώργιος Χατζηθεοδώρου τὰ ἑξῆς γιὰ αὐτὸ τὸ βιβλίο:
Τὸ Ἀναστασιματάριο αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν πρώτη οὐσιαστικὴ συμμετοχὴ στὶς ἐκδόσεις τῶν ἐντύπων τῆς βυζ. μουσικῆς στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο. Ἀκολουθεῖ βασικὰ τὰ Ἀναστασιματάριο τῆς ἔκδοσης τοῦ 1839 μὲ ἔκδηλη ὅμως τὴν προσπάθεια καλλίτερης ρύθμισης καὶ ἀπόδοσης τῆς ἔννοιας τοῦ κειμένου, κάτι ποὺ τὸ ἐπιτυγχάνει ὁ Ζ. Ζαφειρόπουλος σὲ ἀρκετὰ μεγάλο βαθμό. Ὁπωσδήποτε ἡ ὄλη ἐργασία τοῦ Ἀναστασιματαρίου αὐτοῦ ἀντικατοπτρίζει τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ὕφος τῆ αθηναϊκῆς σχολῆς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει τὸ κλασσικὸ βιβλίο ἀντὶ τοῦ Ἰωάννου ποὺ ἐπικράτησε μέχρι σήμερα. Σὲ ὅ,τι ἀοφρᾶ τὰ μέλη, καταγράφονται σχετικὰ πιὸ ἀναλυτικά, σύμφωνα μὲ τὴν ἀπόδοση τοῦ συγγραφέα. Τὰ ἑωθινὰ εἶναι κάπως παραλλαγμένα. Τὰ ἀπόστιχα καὶ αἴνους τοῦ Τρίτου ἤχου, τοῦ Βαρύ, τοῦ πλαγίου Τετάρτου καὶ τὰ ἀπόστιχα τοῦ Τετάρτου, ὁ Ζ. Ζαφειρόπουλος τὰ καταχωρεῖ μόνο μὲ εἱρμολογικὸ μέλος, «μὴ παραδεχθείς», ὅπως ἀναφέρει στὸν πρόλογό του, τὴν καινοτομία τοῦ Θ. Φωκαέα «ὡς ἄσκοπον καὶ ἐναντίαν τῶν μέτρων τοῦ ρυθμοῦ τῶν εἱρμῶν καὶ εἱρμολογικῶν μελῶν ἐν γένει» (βλ. πρόλογο, σελ. ιδʹ). Στὸ τέλος (σελ. 514-557) καταχωρεῖ τὶς σύντομες δοξολογίες τοῦ Μανουὴλ καὶ τὴ μία τοῦ Γ. Κρητός.
Ἀρκετό, ἐπίσης, ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ Ζαφειρόπουλος στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του, ὡς πρὸς τὴν ἀπόδοση τῶν μελῶν, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ δὲ γνώρισαν τὸ παλιὸ σύστημα. Αὐτοί: « ἢ ψάλλουσιν ὅλως ἀσχημάτιστα καὶ ξηρά, ἢ παρεισάγουσι σχηματισμοὺς ὅλως ἀπρεπεῖς καὶ ξένους εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν».
Εὐχαριστοῦμε τὸν John van der Hoek γιὰ τὶς φωτοτυπίες ποὺ μᾶς ἔστειλε γιὰ σκανάρισμα.Ἀρκετό, ἐπίσης, ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ Ζαφειρόπουλος στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του, ὡς πρὸς τὴν ἀπόδοση τῶν μελῶν, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ δὲ γνώρισαν τὸ παλιὸ σύστημα. Αὐτοί: « ἢ ψάλλουσιν ὅλως ἀσχημάτιστα καὶ ξηρά, ἢ παρεισάγουσι σχηματισμοὺς ὅλως ἀπρεπεῖς καὶ ξένους εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν».