Αγαπητέ Πέτρο, καταρχήν γιατί τόσος ενδοιασμός αφού το θέμα εντάσσεται στην ενότητα περί εξωτερικής μουσικής;
Είναι ενδιαφέρον το θέμα αυτό και επίτρεψέ μου πια να τοποθετηθώ, γιατί σε διάφορα σημεία του φόρουμ γίνονται διάφορες ανόμοιες και άνισες συγκρίσεις με έργα ξένων μουσικών παραδόσεων. Έχω διαπιστώσει σε διάφορα μηνύματά σου μεγάλη ευθυκρισία, εδώ όμως θα συμφωνήσω απόλυτα με τον φίλο μου τον Ευάγγελο ως προς την ανάγκη να προσεγγίζουμε το κάθε είδος τέχνης ανάλογα με τους δικούς του όρους και αρχές, αλλιώς κινδυνεύομε να ζούμε μέσα σε ένα καλειδοσκόπιο που αλλοιώνει όλο τον μουσικό κόσμο γύρω μας.
Η θρησκευτική τἐχνη είναι κατηγορία ευρύτερη της εκκλησιαστικής, πολλώ δε μάλλον της βυζαντινής τέχνης. Εκφράζεται επάξια με αριστουργήματα σε όλον τον κόσμο, κυρίως στη δυτική Ευρώπη εδώ και αιώνες (κυρίως όμως από τον 16ο αιώνα και μετά). Εκεί ανήκουν (για να περιοριστώ στη μουσική) τα μοτέτα, τα ορατόρια, τα Πάθη, οι καντάτες κ.ο.κ. Εκεί ανήκει (για να επεκτείνω το ωραίο παράδειγμα του Ευάγγελου) η ωδή του Άξιον εστί που έχει ως μουσικό πρότυπο το Ανοίξω το στόμα μου (Ανοίγω το στόμα μου / κι αναγαλλιάζει το πέλαγος), αλλά που ο Θεοδωράκης, βαθύς κατά τ' άλλα μύστης της βυζαντινής μουσικής, δεν έλαβε καθόλου υπόψη του, δίνοντάς μας ωστόσο ένα αριστούργημα.
Ο Κουγιουμτζής εδώ μελοποιεί έναν ψαλμό με έντεχνο τρόπο ακολουθώντας κλασικά μουσικά πρότυπα. Το κριτήριό μας για να τον κρίνουμε πρέπει να είναι κατά πόσο καταφέρνει να ανταποκριθεί στη στοχοθεσία του εγχειρήματος, να μας εκφράσει δηλαδή μουσικά ένα θρησκευτικό βίωμα (όχι εκκλησιαστικό, έχει διαφορά). Εκεί λοιπόν νομίζω ότι πέτυχε απόλυτα. Αυτό που ήταν επικίνδυνο να γίνει (και δεν έγινε) ήταν, ενώ συνθέτει ένα έργο που έπρεπε εξ ορισμού να υιοθετεί έντεχνο ύφος και τρόπο, να έχει ωστόσο επηρεαστεί από τις λαϊκές καταβολές του (να μεταφέρει δηλαδή στον ψαλμό το ύφος του Πού 'ναι τα χρόνια, ή Μη μου θυμώνεις μάτια μου, για να χρησιμοποιήσω δικά σου παραδείγματα). Εδώ λοιπόν φαίνεται πόσο σπουδαίος συνθέτης είναι: ενώ είναι πλασμένος βασικά γι' αυτά, καταφέρνει ωστόσο να συνθέσει κάτι τελείως διαφορετικό με μεγάλη επιτυχία, κάτι που θυμίζει Μαρκόπουλο και Θεοδωράκη. Και το ακόμα σημαντικότερο, καταφέρνει να μην απομακρυνθεί, όχι βέβαια από το ύφος αλλά από το φρόνημα της πρωτοτυπικής μουσικής του Κύριε εκέκραξα, της βυζαντινής, τουλάχιστον στο ότι το συγκεκριμένο έργο του διαπνέεται από αρρενωπότητα και γενναιότητα, διανθισμένη σε ορισμένα σημεία με πολύ έντονες θριαμβικες εξάρσεις.
Προσωπικά, και κρίνοντας όχι ως ψάλτης, αλλά ως ακροατής μουσικής, θεωρώ το κομμάτι αυτό το λιγότερο εξαιρετικό.
ΥΓ Και αν μπορούσες...να ανεβάσεις κι άλλα.
Ευχαριστώ.