Είναι ενδιαφέρουσες όλων οι τοποθετήσεις. Προσθέτω κι εγώ τα εξής.
1. Η προέλευση αυτού του ύμνου είναι κατά πάσα πιθανότητα το κεφάλαιο ρβ΄ από το έργο του Ευαγρίου Ποντικού (ενός εκ των συγγραφέων της Φιλοκαλίας) «Περὶ Προσευχῆς Λόγος εἰς ρνγ΄ κεφάλαια διειλημμένος» (που παλαιά αποδιδόταν στον άγιο Νείλο τον Ασκητή). Εκεί γράφει ο Ευάγριος:
Μὴ φαρισαϊκῶς͵ ἀλλὰ τελωνικῶς προσεύχου ἐν τῷ ἱερῷ τόπῳ τῆς προσευχῆς͵ ἵνα καὶ σὺ δικαιωθῇς ὑπὸ Κυρίου.
Ακόμα κι αν ο υμνογράφος διασκευάζει το πρωτότυπό του, δεν μπορεί να μη στηρίζεται, άρα και να θέλει να τονίσει, την αντίθεση:
Μὴ φαρισαϊκῶς͵ ἀλλὰ τελωνικῶς
Αυτή η αντίθεση υπηρετείται μόνο από το ακόλουθο συμμετρικό σχήμα:
Μὴ προσευξώμεθα φαρισαϊκῶς
ταπεινωθῶμεν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ τελωνικῶς
2. Ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι δεν θα πρέπει να συνδεθεί το
τελωνικῶς με το
κράζοντες είναι ότι το
κράζοντες έχει συνήθως έναν στερεοτυπικό ρόλο στην υμνογραφία: εισάγει μια καταληκτική έξαρση, ικεσίας ή δοξολογίας. Δεν είναι κεντρικός, είναι μεταβατικός ο ρόλος του. (Πβ. [..]
καὶ πίστει κράζοντες, ὡς οὐκ ἔστιν ἅγιος πλήν σου Κύριε.)
3. Παρά το ότι το
κράζοντες συνδέεται περισσότερο με αυτό που ακολουθεί και λιγότερο με αυτό που προηγείται (
διὰ νηστείας) συμφωνώ με τον πατέρα Μάξιμο περί διπλού νοηματικού ρόλου. (Ο π. Νικόλαος Μέζης το είχε αναφέρει αυτό ως «ακροβασία» και επειδή το θεωρώ εύστοχο το έχω υιοθετήσει -αρκεί να θυμόμαστε ότι, σε αντίθεση με την πραγματική ακροβασία, μπορεί το βάρος να πέφτει περισσότερο στη μία πλευρά).
Η
γραμμικότητα είναι η αιώνια δέσμευση για την έκφραση του λόγου (ενώ δεν είναι το ίδιο για τον λόγο ως ενδιάθετο σύστημα).
Ειδικά στην υμνογραφία η γραμμικότητα γίνεται ακόμα πιο δεσμευτική (και τυραννική) λόγω α) του μετρικού-ρυθμοτονικού σχεδίου που ακολουθείται, β) των θεολογικά και πνευματικά σύνθετων νοημάτων που εκφράζονται.
Στην περίπτωση αυτή η τόσο η πρόθεση του ποιητή, όσο και η κατανόηση του ακροατή κινητοποιούν μηχανισμούς που υπερβαίνουν τη γραμμικότητα. Χρειάζεται τέτοιο αισθητήριο, ώστε να είμαστε ανοιχτοί στο «διπλό νοηματικό ρόλο» (ή ακροβασία), αλλιώς ενδέχεται να χάσουμε κάποιες λεπτές, αδιόρατες συνδέσεις σαν την παραπάνω του ύμνου ή σαν την ακόλουθη από τον Παρακλητικό Κανόνα:
Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς νῦν προσδράμωμεν, ἁμαρτωλοὶ καὶ ταπεινοὶ καὶ προσπέσωμεν ἐν μετανοίᾳ κράζοντες ἐκ βάθους ψυχῆς [...]
Εδώ το
ἐν μετανοίᾳ (όπως και το
διὰ νηστείας) αν και προσδιορίζει το
προσπέσωμεν αγγίζει ελαφρώς και καταλήγει στο
κράζοντες. Κατά κάποιον τρόπο είναι η γέφυρα που οδηγεί από το ένα στο άλλο.
Ανεξάρτητα από το ποια στάση θα κρατήσει στις περιπτώσεις αυτές η μελοποίηση (ή η διόρθωσή της, για όσους την υποστηρίζουν), η γραμμικότητα δεν καθυποτάσσεται, αλλά μόνον υπερβαίνεται με ένα λεπτό και υποψιασμένο αισθητήριο.
Καταθέτω τα παραπάνω με πολύ σεβασμό προς όλες τις απόψεις και τάσεις.