Άποψη: ένα λάθος του ψαλτικού συνδικαλισμού στο θέμα του διορισμού των ψαλτών

Γιώργος Μ.

Γιώργος Μπάτζιος
Επειδή το θέμα συνεχώς επανέρχεται τις τελευταίες μέρες, θα πω μια άποψη με παρρησία, αν και ξέρω ότι σε πολλούς εξ ημών (ειδικά όσους δυσκολεύτηκαν να βρουν αναλόγιο ή έχουν υποστεί αδικίες) δεν θα ακουστεί πολύ ευχάριστη. (Επίσης, η παρατήρησή μου ίσως να μην αναφέρεται σε ναούς που ως εκ του μεγέθους και της ιστορίας τους έχουν υποχρέωση να αναζητήσουν τον άριστο ψάλτη, π.χ. οι μητροπολιτικοί ναοί).

Δύο αναγκαίοι όροι:
1. Καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει διαφάνεια και να μη βολεύεται καποιος επειδή είναι γνωστός γνωστού.
2. Επίσης, καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι ο διοριζόμενος ψάλτης α) να έχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και β) να πληροί τα ψαλτικά κριτήρια του ναού.
Αυτά τα δύο τα προσυπογράφω απόλυτα (και ο ψαλτικός συνδικαλισμός κάνει καλά που τα φροντίζει).

ΟΜΩΣ, αν πληρούνται όλα τα παραπάνω, τότε μπορώ να πω πού νομίζω ότι κάνει λάθος ο ψαλτικός συνδικαλισμός: κάνει το λάθος να εξομοιώνει την πρόσληψη του ιεροψάλτη με αυτήν οποιουδήποτε επαγγελματία, σαν να πρόκειται για μια κοινή εταιρεία, αγνοώντας ότι ο διοριζόμενος ψάλτης δεν μπαίνει απλώς σε μια εταιρεία, αλλά σε μια λατρεύουσα κοινότητα, μάλιστα με έντονα χαρακτηριστικά οικογένειας. Κι επειδή έχει υψηλή ευθύνη, είναι πολύ λογικό να πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν ο χαρακτήρας του, τα ψυχικά του διαπιστευτήρια, το δέσιμό του με την ενορία.

Αν ήμουν προϊστάμενος ενός ναού, θα ήθελα πολύ να γνωρίζω τον ψάλτη από κοινού με την ενορία μου και, ει δυνατόν, αυτός να προέρχεται από την ενορία. Να είναι π.χ. ένας από τους βοηθούς που επί καιρό εξελίσσεται σε ψάλτη (να μια σημαντική μέριμνα ενός οποιουδήποτε ψάλτη: να προετοιμάζει τους επόμενους). Όχι γνωστός γνωστού, αλλά γνωστός στην ενορία. Και αυτά με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι δύο προϋποθέσεις που ανέφερα αρχικά.
Με αυτήν την έννοια, δεν καταλαβαίνω γιατί να μην προτιμηθεί ένα παιδί της ενορίας έναντι ενός άλλου άγνωστου ψάλτη (με την προϋπόθεση ότι ο πρώτος έχει τα τυπικά προσόντα, και επίσης ότι δεν αποτελεἲ απλώς προσωπική γνωριμία ενός).

Ο ψαλτικός συνδικαλισμός κάνει βέβαια επαινετό έργο στο να αποτρέψει ορισμένες αδικίες, όταν γίνονται, αλλά στο ζήτημα των διορισμών πολύ συχνά δημιουργεί ένα κλίμα διεκδίκησης (και μάλιστα με όρους «μάχης κατά της διαφθοράς») που ενοχοποιεί αυτόματα μια εκκλησία όταν έχει λόγο στον ποιον θα προτιμήσει και ποιον θα απορρίψει. (Ορισμένα φαινόμενα αυτού του κλίματος ζήσαμε και αυτές τις μέρες στο φόρουμ).

Συχωρέστε με για την άποψή μου, τιμώ όλους τους άξιους ψάλτες των αναλογίων, όπως επίσης όσους θα έπρεπε να έχουν αναλόγιο και δεν έχουν. Η ένστασή μου είναι σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα και παρακαλώ να μην παρερμηνευθεί.
 
Last edited:

PavlosKouris

Pavlos Papadopaidi
Επειδή το θέμα συνεχώς επανέρχεται τις τελευταίες μέρες, θα πω μια άποψη με παρρησία, αν και ξέρω ότι σε πολλούς εξ ημών (ειδικά όσους δυσκολεύτηκαν να βρουν αναλόγιο ή έχουν υποστεί αδικίες) δεν θα ακουστεί πολύ ευχάριστη. (Επίσης, η παρατήρησή μου ίσως να μην αναφέρεται σε ναούς που ως εκ του μεγέθους και της ιστορίας τους έχουν υποχρέωση να αναζητήσουν τον άριστο ψάλτη, π.χ. οι μητροπολιτικοί ναοί).

Δύο αναγκαίοι όροι:
1. Καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι να υπάρχει διαφάνεια και να μη βολεύεται καποιος επειδή είναι γνωστός γνωστού.
2. Επίσης, καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι ο διοριζόμενος ψάλτης α) να έχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και β) να πληροί τα ψαλτικά κριτήρια του ναού.
Αυτά τα δύο τα προσυπογράφω απόλυτα (και ο ψαλτικός συνδικαλισμός κάνει καλά που τα φροντίζει).

ΟΜΩΣ, αν πληρούνται όλα τα παραπάνω, τότε μπορώ να πω πού νομίζω ότι κάνει λάθος ο ψαλτικός συνδικαλισμός: κάνει το λάθος να εξομοιώνει την πρόσληψη του ιεροψάλτη με αυτήν οποιουδήποτε επαγγελματία, σαν να πρόκειται για μια κοινή εταιρεία, αγνοώντας ότι ο διοριζόμενος ψάλτης δεν μπαίνει απλώς σε μια εταιρεία, αλλά σε μια λατρεύουσα κοινότητα, μάλιστα με έντονα χαρακτηριστικά οικογένειας. Κι επειδή έχει υψηλή ευθύνη, είναι πολύ λογικό να πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν ο χαρακτήρας του, τα ψυχικά του διαπιστευτήρια, το δέσιμό του με την ενορία.

Αν ήμουν προϊστάμενος ενός ναού, θα ήθελα πολύ να γνωρίζω τον ψάλτη από κοινού με την ενορία μου και, ει δυνατόν, αυτός να προέρχεται από την ενορία. Να είναι π.χ. ένας από τους βοηθούς που επί καιρό εξελίσσεται σε ψάλτη (να μια σημαντική μέριμνα ενός οποιουδήποτε ψάλτη: να προετοιμάζει τους επόμενους). Όχι γνωστός γνωστού, αλλά γνωστός στην ενορία. Και αυτά με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι δύο προϋποθέσεις που ανέφερα αρχικά.
Με αυτήν την έννοια, δεν καταλαβαίνω γιατί να μην προτιμηθεί ένα παιδί της ενορίας έναντι ενός άλλου άγνωστου ψάλτη (με την προϋπόθεση ότι ο πρώτος έχει τα τυπικά προσόντα, και επίσης ότι δεν αποτελεἲ απλώς προσωπική γνωριμία ενός).

Ο ψαλτικός συνδικαλισμός κάνει βέβαια επαινετό έργο στο να αποτρέψει ορισμένες αδικίες, όταν γίνονται, αλλά στο ζήτημα των διορισμών πολύ συχνά δημιουργεί ένα κλίμα διεκδίκησης (και μάλιστα με όρους «μάχης κατά της διαφθοράς») που ενοχοποιεί αυτόματα μια εκκλησία όταν έχει λόγο στον ποιον θα προτιμήσει και ποιον θα απορρίψει. (Ορισμένα φαινόμενα αυτού του κλίματος ζήσαμε και αυτές τις μέρες στο φόρουμ).

Συχωρέστε με για την άποψή μου, τιμώ όλους τους άξιους ψάλτες των αναλογίων, όπως επίσης όσους θα έπρεπε να έχουν αναλόγιο και δεν έχουν. Η ένστασή μου είναι σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα και παρακαλώ να μην παρερμηνευθεί.
Επέτρεψέ μου, χωρίς προσωπικές αναφορές,
σε οποιονδήποτε συμμετέχοντα, να καταθέσω 2
σκέψεις.
Κάποτε επι σχεδόν 10ετία κατοικούσα κ έψαλλα
στην Αθήνα. Σε μια απο τις ενορίες που διακονούσα
το "ποιμνίο" ήταν άνω των 80.000 ενοριτών.
Θεωρητικά κ στατιστικά ΘΑ έπρεπε να υπάρχει
κάποιος από τόσες οικογένειες κ να ψάλλει ή να
διακονεί το Ιερό Θυσιαστήριο ή να έχει την θέση
του νεοκώρου. Όμως η σκληρή καθημερινότητα
αποδεικνύει το αντίθετο. Εύχομαι κ μακάρι
μέσα απο τα σπλάχνα των ενοριτών να καλύπτονταν
όλες οι θέσεις διακονίας.
 

Δημήτρης Μαούνης

Παλαιό Μέλος
Συμφωνώ, κατ’ αρχήν, με όσα αναφέρει, στην πολύ ωραία παρέμβασή του ο κ. Γιώργος Μ., εκτός από ένα σημείο, στο οποίο θα αναφερθώ στη συνέχεια.
Πράγματι, τρεις (3) «όρους» επικαλείται: 1) να υπάρχει διαφάνεια, 2) να έχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και 3) να πληροί τα ψαλτικά κριτήρια του ναού.
Ας μου επιτρέψει, όμως, να προσθέσω και κάποια ακόμα: α) Να διακατέχεται από «φόβον Θεού», που είναι επακόλουθο της βαθειάς πίστης του στον Θεό. β) Να έχει απαραίτητα και τα ουσιαστικά προσόντα (καλλιφωνία, επαρκή μουσική κατάρτιση, εκκλησιαστικό κατανυκτικό ύφος, σωστή άρθρωση). [Βέβαια όλα αυτά μπορεί να απαιτούνται εκεί που υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων, αλλά στα χωριά που διψάνε από ψάλτη και δεν μπορούν να βρουν…]. γ) Να έχει και θρησκευτικό φρόνιμα, ώστε να μην αναγκάζεται να καταφεύγει συχνά στο «πολλάκις την υμνωδίαν εκτελών, ευρέθην την αμαρτίαν εκπληρών» και δ) Σεμνοπρεπή και ιεροπρεπή παράσταση και εμφάνιση στο αναλόγιο. Σε αυτά δεν αναφέρεται ο κ. Γιώργος Μ. Όμως αφήνει, έστω και σκιωδώς, να διαφανούν από το περιεχόμενο της παρέμβασής του και σε κάθε περίπτωση διατηρώ την άποψη, ότι τα εκλαμβάνει ως «εκ των ων ουκ άνευ».
Εξ άλλου οι δύο από τους παραπάνω «όρους» είναι καθαρώς τυπικοί. Ο τρίτος, όμως, «όρος» «ψαλτικά κριτήρια του ναού» σηκώνει, κατά το κοινώς λεγόμενο, «πολύ κουβέντα», όπως (και όλως ενδεικτικώς): α) ποια είναι αυτά τα κριτήρια; β) ποιος τα επιλέγει; γ) από πού προσδιορίζονται; δ) διαφέρουν από τα κριτήρια των άλλων Ναών και ως προς τι; δ) ποιος θα τα ελέγχει; και ε) (το κατ’ εμέ βασικότερο) με τον τρόπο αυτόν επέρχεται διάσπαση των αντικειμενικών κριτηρίων, που είναι γνωστά σε όλους μας, και έτσι το πράγμα αρχίζει να «παίρνει πολύ νερό» και να γίνεται μέχρι και επικίνδυνο.
Η γνώμη μου, επ’ αυτού, είναι ότι αυτά τα «ψαλτικά κριτήρια του ναού» μπορεί να υπάρχουν και να γίνονται και δεκτά και πολλές φορές να υπερισχύουν, αλλά δε μπορεί να γίνεται λόγος σε τέτοια κριτήρια. Αυτά καλύπτονται πίσω από την επιλογή του αρμόδιου οργάνου, το οποίο στην ουσία είναι το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο. Όχι βέβαια πίσω από αυτό να καλύπτονται τα «ρουσφετάκια», αλλά τα αμιγώς εκκλησιαστικά αυτά ιδιαίτερα κριτήρια να συνυπολογίζονται για την τελική άποψη και κρίση του Ε.Σ. που είναι οπωσδήποτε διαφορετικά σε κάθε Ναό. Σημειώστε, ότι η λήψη υπόψη αυτών των κριτηρίων ουδεμία έννομη συνέπεια μπορεί να έχει στο κύρος της απόφασης για την επιλογή του ιεροψάλτη .
Πράγματι, από τη μία τα προσόντα των ιεροψαλτών καθορίζοντα ρητά στο Π.Δ. 176/2006, ενώ ο διορισμός τους γίνεται «με απόφαση του οικείου Μητροπολίτη, μετά από πρόταση του Ε.Σ.» Από την άλλη η κάθε Μητρόπολη και η κάθε Ενορία νομικά είναι ν.π.δ.δ. και επομένως οι σχετικές επ’ αυτού αποφάσεις τους υπόκεινται σε ακυρωτικό έλεγχο από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια (Σ.τ.Ε, ή διοικητικό εφετείο ακυρωτικής διαδικασίας).
Εδώ, όμως, εμφανίζεται συνήθως το εξής: το δικαστήριο ελέγχει βασικά κατά πρώτον αν έχει τηρηθεί η τυπική διαδικασία για την έκδοση της απόφασης και ακολούθως αν έχουν τηρηθεί οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εκλογή του κατάλληλου προσώπου.
Στην έρευνα, όμως, των ουσιαστικών προσόντων αρνείται, συνήθως, το δικαστήριο να υπεισέλθει, με την αιτιολογία ότι αυτό είναι «τεχνικό» ή «ουσιαστικό» ζήτημα, το οποίο δεν υπόκειται στην (ακυρωτική) κρίση του.
Και εκεί είναι που το πρόβλημα σκοντάφτει!
 

extra

Παλαιό Μέλος
Συμφωνώ, κατ’ αρχήν, με όσα αναφέρει, στην πολύ ωραία παρέμβασή του ο κ. Γιώργος Μ., εκτός από ένα σημείο, στο οποίο θα αναφερθώ στη συνέχεια.
Πράγματι, τρεις (3) «όρους» επικαλείται: 1) να υπάρχει διαφάνεια, 2) να έχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα και 3) να πληροί τα ψαλτικά κριτήρια του ναού.
Ας μου επιτρέψει, όμως, να προσθέσω και κάποια ακόμα: α) Να διακατέχεται από «φόβον Θεού», που είναι επακόλουθο της βαθειάς πίστης του στον Θεό. β) Να έχει απαραίτητα και τα ουσιαστικά προσόντα (καλλιφωνία, επαρκή μουσική κατάρτιση, εκκλησιαστικό κατανυκτικό ύφος, σωστή άρθρωση). [Βέβαια όλα αυτά μπορεί να απαιτούνται εκεί που υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων, αλλά στα χωριά που διψάνε από ψάλτη και δεν μπορούν να βρουν…]. γ) Να έχει και θρησκευτικό φρόνιμα, ώστε να μην αναγκάζεται να καταφεύγει συχνά στο «πολλάκις την υμνωδίαν εκτελών, ευρέθην την αμαρτίαν εκπληρών» και δ) Σεμνοπρεπή και ιεροπρεπή παράσταση και εμφάνιση στο αναλόγιο. Σε αυτά δεν αναφέρεται ο κ. Γιώργος Μ. Όμως αφήνει, έστω και σκιωδώς, να διαφανούν από το περιεχόμενο της παρέμβασής του και σε κάθε περίπτωση διατηρώ την άποψη, ότι τα εκλαμβάνει ως «εκ των ων ουκ άνευ».
Εξ άλλου οι δύο από τους παραπάνω «όρους» είναι καθαρώς τυπικοί. Ο τρίτος, όμως, «όρος» «ψαλτικά κριτήρια του ναού» σηκώνει, κατά το κοινώς λεγόμενο, «πολύ κουβέντα», όπως (και όλως ενδεικτικώς): α) ποια είναι αυτά τα κριτήρια; β) ποιος τα επιλέγει; γ) από πού προσδιορίζονται; δ) διαφέρουν από τα κριτήρια των άλλων Ναών και ως προς τι; δ) ποιος θα τα ελέγχει; και ε) (το κατ’ εμέ βασικότερο) με τον τρόπο αυτόν επέρχεται διάσπαση των αντικειμενικών κριτηρίων, που είναι γνωστά σε όλους μας, και έτσι το πράγμα αρχίζει να «παίρνει πολύ νερό» και να γίνεται μέχρι και επικίνδυνο.
Η γνώμη μου, επ’ αυτού, είναι ότι αυτά τα «ψαλτικά κριτήρια του ναού» μπορεί να υπάρχουν και να γίνονται και δεκτά και πολλές φορές να υπερισχύουν, αλλά δε μπορεί να γίνεται λόγος σε τέτοια κριτήρια. Αυτά καλύπτονται πίσω από την επιλογή του αρμόδιου οργάνου, το οποίο στην ουσία είναι το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο. Όχι βέβαια πίσω από αυτό να καλύπτονται τα «ρουσφετάκια», αλλά τα αμιγώς εκκλησιαστικά αυτά ιδιαίτερα κριτήρια να συνυπολογίζονται για την τελική άποψη και κρίση του Ε.Σ. που είναι οπωσδήποτε διαφορετικά σε κάθε Ναό. Σημειώστε, ότι η λήψη υπόψη αυτών των κριτηρίων ουδεμία έννομη συνέπεια μπορεί να έχει στο κύρος της απόφασης για την επιλογή του ιεροψάλτη .
Πράγματι, από τη μία τα προσόντα των ιεροψαλτών καθορίζοντα ρητά στο Π.Δ. 176/2006, ενώ ο διορισμός τους γίνεται «με απόφαση του οικείου Μητροπολίτη, μετά από πρόταση του Ε.Σ.» Από την άλλη η κάθε Μητρόπολη και η κάθε Ενορία νομικά είναι ν.π.δ.δ. και επομένως οι σχετικές επ’ αυτού αποφάσεις τους υπόκεινται σε ακυρωτικό έλεγχο από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια (Σ.τ.Ε, ή διοικητικό εφετείο ακυρωτικής διαδικασίας).
Εδώ, όμως, εμφανίζεται συνήθως το εξής: το δικαστήριο ελέγχει βασικά κατά πρώτον αν έχει τηρηθεί η τυπική διαδικασία για την έκδοση της απόφασης και ακολούθως αν έχουν τηρηθεί οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εκλογή του κατάλληλου προσώπου.
Στην έρευνα, όμως, των ουσιαστικών προσόντων αρνείται, συνήθως, το δικαστήριο να υπεισέλθει, με την αιτιολογία ότι αυτό είναι «τεχνικό» ή «ουσιαστικό» ζήτημα, το οποίο δεν υπόκειται στην (ακυρωτική) κρίση του.
Και εκεί είναι που το πρόβλημα σκοντάφτει!
Αξιότιμε κύριε συνάδελφε είναι όλα αυτά που γράψατε θαυμάσια και λίαν διαφωτιστικά όμως η πραγματικότητα -που την βίωσα και την βιώνω -είναι το αν έχεις <<μπάρμπα στην κορώνη>>δηλ.μέσον -κονέ βαρβαριστί με δεσποτάδες και αρχιμανδριτάδες προχωράς και γίνεσαι μέχρι και ..<<άρχων>>με ..καλπάκι!!ανεξαρτήτως προσοντων φωνητικών ή μουσικών(τα τελευταία που μετράνε).άν δεν έχεις σε τρώει η <<μαρμάγκα >>και δεν έχεις αναλόγιο ούτε σε εκκλησούδι όπως εγώ 35 έτη ψάλτης .πρωτοψάλτης και χοράρχης ,βαρύτονος στην ερτ με συνεργασιες μετο μμα και την ελσ και 4 πτυχια σολιστ του πιανου και της μονωδιας και σπουδες στην ιταλια κλπ μαθητης του μεγαλου θεοδώρου χατζηθεοδώρου και του Τζελά ,και τώρα παραπεταμένος από την <<μητέρα >>εκκλησία !!που είναι οι ακροάσεις;η δικαιοσύνη των αγίων πατέρων μας;που είναι ο σύλλογος ιεροψαλτων που μέλος του είμαι από μαθητής του λυκείου απο το 1981(ειμαι 48 ετών) ;λυπαμαι εκ μέσης καρδίας αλλά οι περισσότεροι συνάδελφοι ενδιαφέρονται ΜΟΝΟΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ,οι νομοι και οι κανονισμοί είναι υποκριτικοί και γράμμα κενόν!!!
 

theodoxos

Νέο μέλος
για το θεμα που τέθηκε... καλο θα ηταν ο ψαλτης της ενοριας να προερχεται απο την ιδια την ενορια.... αλλα αυτο δε μπορει πρακτικα να γινεται παντα... στη περιπτωση που ο ψαλτης του Ναου ειναι 30 χρονια στο ιδιο αναλογιο, πληρει ολες τις προυποθεσεις και υγεια να εχει μπορει να ψαλλει αλλα 10 χρονια ανετα... ενας αλλος ενοριτης ψαλτης ποτε θα ψαλλει; στα γεραματα; ελαχιστοι ψαλλουν στην ενορια τους και ειναι πολυ φυσικό αυτο
 

Δημήτρης Μαούνης

Παλαιό Μέλος
Αξιότιμε κύριε συνάδελφε είναι όλα αυτά που γράψατε θαυμάσια και λίαν διαφωτιστικά όμως η πραγματικότητα -που την βίωσα και την βιώνω -είναι το αν έχεις <<μπάρμπα στην κορώνη>>δηλ.μέσον -κονέ βαρβαριστί με δεσποτάδες και αρχιμανδριτάδες προχωράς και γίνεσαι μέχρι και ..<<άρχων>>με ..καλπάκι!!ανεξαρτήτως προσοντων φωνητικών ή μουσικών(τα τελευταία που μετράνε).άν δεν έχεις σε τρώει η <<μαρμάγκα >>και δεν έχεις αναλόγιο ούτε σε εκκλησούδι όπως εγώ 35 έτη ψάλτης .πρωτοψάλτης και χοράρχης ,βαρύτονος στην ερτ με συνεργασιες μετο μμα και την ελσ και 4 πτυχια σολιστ του πιανου και της μονωδιας και σπουδες στην ιταλια κλπ μαθητης του μεγαλου θεοδώρου χατζηθεοδώρου και του Τζελά ,και τώρα παραπεταμένος από την <<μητέρα >>εκκλησία !!που είναι οι ακροάσεις;η δικαιοσύνη των αγίων πατέρων μας;που είναι ο σύλλογος ιεροψαλτων που μέλος του είμαι από μαθητής του λυκείου απο το 1981(ειμαι 48 ετών) ;λυπαμαι εκ μέσης καρδίας αλλά οι περισσότεροι συνάδελφοι ενδιαφέρονται ΜΟΝΟΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥΣ ,οι νομοι και οι κανονισμοί είναι υποκριτικοί και γράμμα κενόν!!!
Έχετε δίκιο για όσα γράφετε. Συμβαίνουν, ατυχώς, πολύ συχνά, "ως μη έδει" και αυτές οι βαρβαρότητες.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ένας από τους βασικούς λόγους, που με οδήγησαν, από τα νιάτα μου, στην αμετάκλητη απόφασή μου να μην επιδιώξω επίσημο διορισμό, ούτε και με οποιονδήποτε τρόπο ανάληψη υπεύθυνων καθηκόντων σε αναλόγιο. Και δεν είμαι ο μόνος.
 
Top