Μ' έχει απασχολήσει και έχω ψάξει πολλές φορές σε διάφορες πηγές, αλλά παρ' ότι έχω βρεί πολλά πράγματα, για την καταγωγή ή ταυτότητα των Καλλοφωνικών Ειρμών, έχω μερικούς, που δεν έχω βρεί στοιχεία τους, σε κανένα Κανόνα ή Τροπάριο. Μήπως κανείς έχει στοιχεία, για τους επόμενους ;
Η Χ Ο Σ Α΄.
Αποβλεψάμενος ο τύραννος Πέτρου Μπερεκέτου
Από του θρόνου κατήλθεν ο Ηγεμών Πέτρου Μπερεκέτου
Εν τη βροντώση καμίνω Πέτρου Μπερεκέτου
Η τρίφωτος ουσία Πέτρου Μπερεκέτου
Η Χ Ο Σ Α Γ Ι Α
Παντάνασσα Πανύμνητε Γερμανού Νέων Πατρών
Ποία Μήτηρ ηκούσθη Παρθένος Μελετίου Σιναϊτου του Παλαιού
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Α΄.
Αντίληψίς μου Κόρη Πέτρου Μπερεκέτου
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Β΄.
Εν λύπαις γάρ παράκλησιν έχω Πέτρου Μπερεκέτου
Μνήσθητι Δέσποινα καμού Δανιήλ Πρωτοψάλτου
Η Χ Ο Σ Β Α Ρ Υ Σ
Τας κακωθείσας ψυχάς Ανωνύμου
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Δ΄.
Εκκαύσατε την κάμινον Γερμανού Νέων Πατρών
Πώς Σού την χάριν υμνήσαί μοι Πέτρου Μπερεκέτου
ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΛΛΟΦΩΝΙΚΩΝ
Αποβλεψάμενος ο τύραννοςτου τετάρτου την μορφήν, έλεγε τοις μετ’ αυτού : Τρείς εβάλομεν εν τη φλογί, νύν δε τέσσαρας ορώ. Του ενός η μορφή, εξί-σταμου τον νούν και εκπλήττει μου τον λογισμόν. Των τριών ο χορός υμνείσε εις τους αιώνας.
Από του θρόνου κατήλθεν ο ηγεμών, προς εικόνα Χριστού πορευόμενος, προ-σκυνήσαι Χριστόν τον Παντάνακτα και Μητέρα Χριστού την Παντάνασσα, υφ’ ών φωτιζόμενος ψυχή τε και σώματι, επιστρέφει λαμπρώς εις τον θρόνον αυτού.
Η Τρίφωτος ουσία και Τρισήλιος δόξα, συγκατέβη τοις Παισίν, εν μέσω πυ-ρός τους ασινείς, διατηρούσα και την Ανάστασιν ημίν, προκαταγγέλουσα Χρι-στού του Θεού ημών, όν υμνούσιν Άγγελοι και τα πλήθη, ως νικητήν του θα-νάτου εις τους αιώνας.
Εν τη βροντώση καμίνω, συγκατέβη ο Άγγελος του Κυρίου, τοις περί τον Α-ζαρίαν τοις Παισί και ουχ ήψατο το καθόλου το πύρ. Τότε οι τρείς ανυ-μνούντες έλεγον : Ευλογητός ο Θεός ο των Πατέρων ημών.
Ποία μήτηρ ηκούσθη Παρθένος ώ Παρθένε, ποία δε παρθένος μήτηρ εγνω-ρίσθη ώ Αμίαντε, Παντάνασσα Θεοτόκε, παράδοξα επί τούτου εξέστη ο ουρα-νός και ετρόμαξεν η γή, αμφότερα εβόησαν λέγοντες : Χαίρε Θεοτόκε Παρ-θένε, Μήτηρ ανύμφευτε.
Παντάνασσα, Πανύμνητε, Παρθενομήτορ Κόρη, εμών ρημάτων άκουσον και πρόσχες μου τοις λόγοις, ίδε δακρύων σταλαγμούς, ίδε ψυχής την λύπην, ίδε και μη παρίδης με ώ Δέσποινα Θεοτόκε.
Αντίληψίς μου Κόρη, Συ εί η σωτηρία μου, Συ μου τείχος, Συ μου εί καταφυ-γή, Συ αγαλλίαμά μου, Συ μου ελπίς βεβαία, λύτρωσαι πάσης με κακώσεως.
Εν λύπαις γαρ, παράκλησιν έχω Θεομήτορ προστάτιν εν τοις πειρασμοίς, ρύ-στην εν τοις κινδύνοις, νυν τας ελπίδας επί Σοί τίθημι Θεοτόκε Σε κέκτημαι και βοηθόν κατά των εναντίων, εν θλίψεσι παρά ψυχήν, εν νόσοις θεραπείαν, καθόλου παραμύθειον δια παντός του βίου και δός φωναίς ψαλμωδικαίς, ευ-χαριστείειν Σοι Κόρη.
Μνήσθητι Δέσποινα καμού, μνήσθητι, μνήσθητι, μνήσθητι, τριπλασιάζω την φωνήν, ήμαρτον γαρ αμέτρως, ως άλλος ουδείς πώποτε εν τω παρόντι βίω, Παρθένε Πάναγνε, δέξαι τα δάκρυά μου και της ψυχής την λύπην και τον εκ βάθους στεναγμόν και ποίησόν με μέτοχον της δεξιάς μερίδος, εις Σε γαρ την ελπίδα μου τίθημι Θεοτόκε.
Εκκαύσατε την κάμινον επταπλασίως, έως ου εις τέλοςεκκαεί, ο τύραννος έφη τοις Χαλδαίοις, τον Ανανίαν, τον Αζαρίαν και Μισαήλ εμβάλλετε αυτούς εν αυτή, οίτινες τη εικόνι τη χρυσή ου προσεκύνησαν, αλλ’ έλεγον : Ημείς Θεόν έχομεν εν ουρανοίς όν λατρεύομεν εις τους αιώνας.
Η Χ Ο Σ Α΄.
Αποβλεψάμενος ο τύραννος Πέτρου Μπερεκέτου
Από του θρόνου κατήλθεν ο Ηγεμών Πέτρου Μπερεκέτου
Εν τη βροντώση καμίνω Πέτρου Μπερεκέτου
Η τρίφωτος ουσία Πέτρου Μπερεκέτου
Η Χ Ο Σ Α Γ Ι Α
Παντάνασσα Πανύμνητε Γερμανού Νέων Πατρών
Ποία Μήτηρ ηκούσθη Παρθένος Μελετίου Σιναϊτου του Παλαιού
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Α΄.
Αντίληψίς μου Κόρη Πέτρου Μπερεκέτου
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Β΄.
Εν λύπαις γάρ παράκλησιν έχω Πέτρου Μπερεκέτου
Μνήσθητι Δέσποινα καμού Δανιήλ Πρωτοψάλτου
Η Χ Ο Σ Β Α Ρ Υ Σ
Τας κακωθείσας ψυχάς Ανωνύμου
Η Χ Ο Σ Π Λ Α Γ Ι Ο Σ Τ Ο Υ Δ΄.
Εκκαύσατε την κάμινον Γερμανού Νέων Πατρών
Πώς Σού την χάριν υμνήσαί μοι Πέτρου Μπερεκέτου
ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΛΛΟΦΩΝΙΚΩΝ
Αποβλεψάμενος ο τύραννοςτου τετάρτου την μορφήν, έλεγε τοις μετ’ αυτού : Τρείς εβάλομεν εν τη φλογί, νύν δε τέσσαρας ορώ. Του ενός η μορφή, εξί-σταμου τον νούν και εκπλήττει μου τον λογισμόν. Των τριών ο χορός υμνείσε εις τους αιώνας.
Από του θρόνου κατήλθεν ο ηγεμών, προς εικόνα Χριστού πορευόμενος, προ-σκυνήσαι Χριστόν τον Παντάνακτα και Μητέρα Χριστού την Παντάνασσα, υφ’ ών φωτιζόμενος ψυχή τε και σώματι, επιστρέφει λαμπρώς εις τον θρόνον αυτού.
Η Τρίφωτος ουσία και Τρισήλιος δόξα, συγκατέβη τοις Παισίν, εν μέσω πυ-ρός τους ασινείς, διατηρούσα και την Ανάστασιν ημίν, προκαταγγέλουσα Χρι-στού του Θεού ημών, όν υμνούσιν Άγγελοι και τα πλήθη, ως νικητήν του θα-νάτου εις τους αιώνας.
Εν τη βροντώση καμίνω, συγκατέβη ο Άγγελος του Κυρίου, τοις περί τον Α-ζαρίαν τοις Παισί και ουχ ήψατο το καθόλου το πύρ. Τότε οι τρείς ανυ-μνούντες έλεγον : Ευλογητός ο Θεός ο των Πατέρων ημών.
Ποία μήτηρ ηκούσθη Παρθένος ώ Παρθένε, ποία δε παρθένος μήτηρ εγνω-ρίσθη ώ Αμίαντε, Παντάνασσα Θεοτόκε, παράδοξα επί τούτου εξέστη ο ουρα-νός και ετρόμαξεν η γή, αμφότερα εβόησαν λέγοντες : Χαίρε Θεοτόκε Παρ-θένε, Μήτηρ ανύμφευτε.
Παντάνασσα, Πανύμνητε, Παρθενομήτορ Κόρη, εμών ρημάτων άκουσον και πρόσχες μου τοις λόγοις, ίδε δακρύων σταλαγμούς, ίδε ψυχής την λύπην, ίδε και μη παρίδης με ώ Δέσποινα Θεοτόκε.
Αντίληψίς μου Κόρη, Συ εί η σωτηρία μου, Συ μου τείχος, Συ μου εί καταφυ-γή, Συ αγαλλίαμά μου, Συ μου ελπίς βεβαία, λύτρωσαι πάσης με κακώσεως.
Εν λύπαις γαρ, παράκλησιν έχω Θεομήτορ προστάτιν εν τοις πειρασμοίς, ρύ-στην εν τοις κινδύνοις, νυν τας ελπίδας επί Σοί τίθημι Θεοτόκε Σε κέκτημαι και βοηθόν κατά των εναντίων, εν θλίψεσι παρά ψυχήν, εν νόσοις θεραπείαν, καθόλου παραμύθειον δια παντός του βίου και δός φωναίς ψαλμωδικαίς, ευ-χαριστείειν Σοι Κόρη.
Μνήσθητι Δέσποινα καμού, μνήσθητι, μνήσθητι, μνήσθητι, τριπλασιάζω την φωνήν, ήμαρτον γαρ αμέτρως, ως άλλος ουδείς πώποτε εν τω παρόντι βίω, Παρθένε Πάναγνε, δέξαι τα δάκρυά μου και της ψυχής την λύπην και τον εκ βάθους στεναγμόν και ποίησόν με μέτοχον της δεξιάς μερίδος, εις Σε γαρ την ελπίδα μου τίθημι Θεοτόκε.
Εκκαύσατε την κάμινον επταπλασίως, έως ου εις τέλοςεκκαεί, ο τύραννος έφη τοις Χαλδαίοις, τον Ανανίαν, τον Αζαρίαν και Μισαήλ εμβάλλετε αυτούς εν αυτή, οίτινες τη εικόνι τη χρυσή ου προσεκύνησαν, αλλ’ έλεγον : Ημείς Θεόν έχομεν εν ουρανοίς όν λατρεύομεν εις τους αιώνας.
Last edited: